Ερωτοαπαντήσεις σε λειτουργικά και τελετουργικα θέματα

Ερωτοαπαντήσεις σε λειτουργικά και τελετουργικα θέματα

Αγαπητοί μου αδελφοί,

 
Στη σελίδα αυτή με τη Χάρη του Θεού αποφασίσαμε να απαντούμε σε διάφορα λειτουργικά και τελετουργικά θέματα που απασχολούν τους πιστούς μας. Εάν κι εσείς έχετε μία ερώτηση επί λειτουργικών ή τελετουργικών θεμάτων της ορθοδόξου λατρείας μας μπορείτε να τις θέσετε στο email orthmad@orthmad.gr και εμείς συν Θεώ θα απαντούμε στο ερώτημα σας κατόπιν έρευνας.

 

 


 

1. Τα λειτουργικά έκτροπα που συνδέονται με τα μνημόσυνα.

2. Πόσες φορές μπορεί να τελεσθεί το Ευχέλαιο; Όσο πιο πολλά Ευχέλαια τελούνται τόσο πιο καλά;

3. Πρέπει ν’ ανάβουμε κανδήλι και κεριά στους τάφους των κεκοιμημένων μας και γιατί;

4. Τι γίνεται ως προς τα τριήμερα μνημόσυνα κεκοιμημένων των οποίων δεν έγινε η ταφή την πρώτη ή τη δεύτερη ή και την τρίτη ημέρα από της κοιμήσεως των λόγω ανάγκης (εξ αιτίας μακρινών συγγενών που ζουν στην αλλοδαπή) ή μεσολαβήσεως Σαββατοκύριακου(αυτό αφορά τις μεγαλουπόλεις όπου τα κοιμητήρια παραμένουν κλειστά);

5. Μπορεί κάποιος από τους συγγενείς του αποθανόντος να τελέσει κάποιο από τα ιερά μυστήρια της Εκκλησίας μας όπως γάμου, βαπτίσεως, χειροτονίας, ευχελαίου;

6. Οι πενθούντες πρέπει να παραμένουν στο σπίτι τους και να μην εξέρχονται παρά μόνον για το κοιμητήριο;

7. Είναι αναγκαία η παρουσία πολλών κληρικών και μάλιστα αρχιερέως κατά την κηδεία;

8. Πώς γίνεται σήμερα μια κηδεία σε πόλη και πώς στην επαρχία; Πώς γινόταν παλαιότερα μια κηδεία;

9. Πότε πρέπει να γίνει η ταφή του κεκοιμημένου;

10. Υπάρχει κάποια διαφορά στην κηδεία των νηπίων;

11. Είναι αναγκαία η παρουσία των πενθούντων στο ναό και στη λατρεία της Εκκλησίας μας;

12. Τι είναι το Αντίδωρον;

13. Τι είναι το μυστήριον της μετανοίας;

14. Ποια η ιστορική αναδρομή του ιερού μυστηρίου της μετανοίας;

15. Ποια η θέση της Εκκλησία μας για το πάρτυ του εργένη «THE BACHELOR PARTY»;

16. Πολλοί εκ των πιστών, κληρικοί και λαϊκοί, ερωτούν εάν οι ευχές του Ευχολογίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας είναι όλες σωστές ή όχι, και ποιο είναι το κριτήριο της ενσωμάτωσης αυτών στο Ευχολόγιον;

17. Από ποιο μέρος του άρτου της προθέσεως εξάγουμε τις μερίδες των ζώντων και των κεκοιμημένων;

18. Λειτουργικές επισημάνσεις για το «Ευχολόγιον»

19. Πῶς πρέπει νὰ διαβάζει ὁ ἱερέας τὶς λεγόμενες Περιστατικὲς Εὐχὲς τοῦ Εὐχολογίου; Ποιά ὀφείλει νὰ εἶναι ἡ ἱερατική του ἔνδυση;

20. Ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ

21. Εὐχὲς τῶν Ἐξορκισμῶν ἐπὶ πασχόντων ὑπὸ Δαιμόνων καὶ ἐπὶ πᾶσαν ἀσθένειαν

22. Ἀκολουθία τοῦ ἱεροῦ Μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου

23. Ἀκολουθία τοῦ ἱεροῦ Μυστηρίου τῆς Μετανοίας- Ἐξομολογήσεως.

24. Ἡ ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως καὶ Εὐχαριστίας

25. Ἡ ἀκολουθία εἰς Ἱερέα ἐνυπνιασθέντα

26. Ἡ ἀκολουθία τοῦ ἀρραβώνα καὶ τὸ μυστήριον τοῦ Γάμου

27. Συνάντηση μιας νύφης με άλλη νύφη στο ναό, τι σημαίνει αυτό;

28. Όταν συμπέσει κηδεία μέσα στο σπίτι πού ετοιμάζεται για γάμο τιγίνεται;

29. Επιτρέπεται να διαβάζεται η ευχή της βασκανίας σε παιδιά αβάπτιστα;

30. Υπάρχει σχέση μεταξύ της Μαγείας και των εξορκισμών;

31. Η ταφή-ενταφιασμός. Ποια είναι η θέση της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας για την καύση;

32. Η περιποίηση και το στόλισμα του τάφου

33. Τακτικές επισκέψεις στα κοιμητήρια

34. Πρέπει να απέχουν ο γαμπρός και η νύφη μια εβδομάδα πριν από το γάμο τους;

35. Το πάτημα του ποδιού, του γαμπρού ή της νύφης κατά το μυστήριο του γάμου. Τι σημαίνει αύτη η πράξη;

36. Το έθιμο να «στήνει» η νύφη το γαμπρό στην Εκκλησία

37. H ζώνη των αμφίων των ιερέων

38. Ο Μάης και οι γάμοι

39. Ο ραντισμός των νεονύμφων με ρύζι, κουφέτα και άλλα αντικείμενα

40. Κατά την ώρα του Κοινού Ποτηριού πίνει και ο παράνυμφος; Εάν ναι, τι απηχεί αυτή η παράδοση;

41. Τι σημαίνει ο χορός του Ησαΐα; Και γιατί χορεύει ο ιερέας τους νεονύμφους τρεις φορές γύρω από το τραπέζι στο κέντρο του Ναού;

42. Τι γίνεται στην περίπτωση που η μητέρα πεθάνει πριν το σαραντισμό;

43. Γίνεται Σαραντισμός βρέφους πέρα των 40 ημερών;

44. Υπάρχει Μισοσαραντισμός;

45. Η σημασία της μνημονεύσεως των ονομάτων κατά την Προσκομιδή

46. Τι είναι τα Δίπτυχα υπέρ των κεκοιμημένων;

47. Τι σημαίνει Σαρανταλείτουργον;

48. Πώς γίνεται η προετοιμασία του μνημοσύνου; Ποιά η σημασία της εξομολογήσεως, της νηστείας, της προσευχής, της φιλανθρωπίας, της συνεχούς μνήμης θανάτου και της ανελλιπούς συμμετοχής στα άχραντα Μυστήρια;

49. Ποιά πρέπει να είναι η στάση των μελλονύμφων κατά την ώρα τελέσεως του μυστηρίου του γάμου τους;

50. Υπάρχει σύνδεση του μυστηρίου του γάμου με το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας;

51. Ποιά είναι η θέση της Εκκλησίας για τον Πολιτικό γάμο;

52. Μπορούν να συμμετάσχουν σε ιερά μυστήρια γάμου και βαπτίσεως όσοι την ίδια χρονιά τέλεσαν ένα από τα μυστήρια αυτά;

53. Κατά την τέλεση πολιτικού γάμου πρέπει να παρευρίσκονται γονείς, αδέλφια και συγγενείς που έχουν άμεση σχέση με τη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας μας;

54. Μπορεί να τελεσθεί σήμερα ένα Ευχέλαιο κατ' ανάγκη σε περίπτωση ετοιμοθάνατου; Και με ποιό τρόπο αφού η ακολουθία του ευχελαίου είναι εκτενής;

55. Πώς μπορεί να τελεσθεί το Ευχέλαιο κατά την ακολουθία του εσπερινού ή του όρθρου στο ναό; Αποτελεί ιδιαίτερη ακολουθία;

56. Πότε δεν μπορεί να τελεσθεί το μυστήριο του Ευχελαίου;

57. Τι σημαίνει το φτύσιμο για την αποτροπή της βασκανίας;

58. Επιτρέπεται να διαβάζεται η ευχή της βασκανίας σε παιδιά αβάπτιστα;

59. Τι είναι οι γητευτές;

60. Τι είναι οι Φυλακτήριοι;

61. Ποια η σημασία των φυλακτών;

62. Γιατί συνηθίζεται να σκεπάζεται το κεφάλι των κεκοιμημένων;

63. Γιατί τοποθετείται ιερά εικόνα ή ευαγγέλιο στο σκήνωμα του κεκοιμημένου;

64. Τι οφείλει να κάνει η οικογένεια για τον κεκοιμημένο της όταν έλθει ο θάνατος;

65. Κατά την κηδεία ορθοδόξου χριστιανού διαβάζεται κάτι στο σπίτι ή στον ναό;

66. Πρέπει να στολίζεται με άνθη ο κεκοιμημένος;

67. Ο κεκοιμημένος πρέπει να θυμιατίζεται;

68. Ποια είναι η τυπική διάταξη της νεκρωσίμου ακολουθίας εις τα Μεθέορτα του Πάσχα;

69. Επιτρέπεται να γίνεται κηδεία στους αυτόχειρες;

70. Επιτρέπεται να γίνεται ακολουθία σε αβάπτιστα νήπια;

71. Ακολουθία εις ταφήν αβαπτίστου νηπίου χριστιανών γονέων

72. Τον Ιούλιο του 2011 σκοπεύω να παντρευτώ με θρησκευτικό γάμο. Ο κουμπάρος που πρόκειται να μας παντρέψει, θα έχει ήδη παντρευτεί, με θρησκευτικό γάμο, στις 15 Ιουνίου. Συγγενείς με ενημέρωσαν ότι δεν κάνει ο κουμπάρος να έχει "ακούσει" τα λόγια του μυστηρίου. Θεωρείτε ότι ισχύει κάτι τέτοιο; Μήπως πρόκειται για προλήψεις;

73. Τελείται θεία Λειτουργία κατά τη νεκρώσιμη ακολουθία; Ποια είναι η ιστορία αυτής της παραδόσεως; Γιατί σταμάτησε αυτή να τελείται;

74. Μερικοί στο ποτηροκάνδηλο του Ευχελαίου χρησιμοποιούν εκτός του ελαίου και οίνο. Που στηρίζεται αυτή η πρακτική;

75. Πόσες θρυαλίδες (= κανδηλήθρες) τοποθετούνται μέσα στο ποτηροκάνδηλο του Ευχελαίου;

76. Που πρέπει να σταθεί η μητέρα όταν φέρνει το παιδί της για σαραντισμό στην Εκκλησία;

77. Ποια παιδιά πρέπει να μπαίνουν στο Άγιο Βήμα κατά τον σαραντισμό; τα Άρρενα μόνον η και τα Θήλεα;

78. Τα φιλότιμα πού προσφέρονται στον Ιερό Ναό για το μυστήριο του γάμου. Υπάρχουν «ταρίφες» στα Ιερά Μυστήρια;

79. Πνευματική και ψυχική προετοιμασία των μελλονύμφων. Ποια η σημασία του μυστηρίου της εξομολογήσεως πριν το γάμο;

80. Ευχή επί λύσει στεφάνων τη ογδόη ήμερα

81. Ακολουθία επί επανασυστάσει γάμου διαζευχθέντων

82. Ακολουθία εις Δίγαμον

83. Περί της κοινής τελέσεως μνημοσυνών κατά τα Σάββατα και τις Κυριακές

84. Η Μεγάλη Παρασκευή και οι επισκέψεις των πιστών στα κοιμητήρια

85. Τα Ψυχοσάββατα

86. Πόσα και ποια είναι τα Ψυχοσάββατα;

87. Πώς μπορεί να τελεσθεί μια Βάπτιση στην ενορία; Τι δικαιολογητικά απαιτούνται;

88. Τι προβλέπεται όταν η Βάπτιση τελεσθεί σε άλλη ενορία ή αλλού;

89. Τι προβλέπουν οι κανόνες για τα ζευγάρια που τελούν εν διαστάσει και επιθυμούν να βαπτίσουν το παιδί τους;

90. Τι προβλέπει ο κανόνας σε περιπτώσεις εξαφανίσεως του πατέρα ή της μητέρας;

91. Τι προβλέπεται στην περίπτωση αποβολής της μητέρας;

92. Ποια είναι η θέση της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας για τη λύση του γάμου;

93. Γιατί τα κουφέτα των μπομπονιερών πρέπει να έχουν μονό αριθμό; Τι σημαίνει αυτό το έθιμο;

94. Τι γίνονται τα στέφανα σε περίπτωση που ένας εκ των συζύγων πεθαίνει; Ή σε περίπτωση διαζυγίου;

95. Τι σημαίνει το πέταμα της νυφικής ανθοδέσμης στις ανύπαντρες κοπέλες;

96. Τι σημαίνει το γράψιμο ονομάτων ανύπανδρων κοριτσιών στο νυφικό γοβάκι; Τι σημαίνει το ασήμωμα του παπουτσιού της νύφης;

97. Κατά το ντύσιμο της νύφης γιατί πρέπει τρεις κοπέλες να έχουν φορέσει το νυφικό της. Τι σημαίνει αυτό;

98. Κατά το γάμο, ποιος συνοδεύει τη νύφη στην εκκλησία;

99. Γάμος σε μοναστήρι δεν γίνεται

100. Ποια είναι τα απαραίτητα σκεύη για την τέλεση του γάμου;

101. Ποιος είναι ο υπουργός τελέσεως του μυστηρίου του γάμου;

102. Η τελετή του γάμου. Οι λειτουργικές πράξεις και τα σημαινόμενα του μυστηρίου αυτού.

103. Γραφική θεμελίωση του μυστηρίου του γάμου

104. Πατερική θεμελίωση του μυστηρίου του γάμου

105. Το αδιάλυτο του γάμου

106. Πρόσκληση Αρχιερέως κατά την τέλεση του μυστηρίου του γάμου

107. Πως γίνεται η Θεία Κοινωνία των ασθενών κατ’οίκον;

 

1. Τα λειτουργικά έκτροπα που συνδέονται με τα μνημόσυνα

Τελευταία τείνει να επικρατήσει μια συνήθεια ισοπεδώσεως της Παραδόσεως. Έτσι είθισται ορισμένοι από τούς πιστούς μας κατά τα μνημόσυνα των κεκοιμημένων τους να μην προσκομίζουν στο ναό κόλλυβα αλλά αντί αυτών κουλουράκια, πίτες και διάφορα γλυκίσματα. Αντί του πρόσφορου να προσκομίζουν έτοιμα βιομηχανοποιημένα πρόσφορα. Αντί του προσφερομένου κόκκινου οίνου να προσκομίζουν λευκό οίνο. Αντί της πατερικής φιλανθρωπίας να εμφανίζεται μια τάση επιδείξεως και δωρεάς προ σωματεία και ιδρύματα όχι με σκοπό τη χριστιανική βοήθεια. Στην ίδια σειρά τείνουν να ξεχασθούν και πολλές άλλες ακόμα παραδοσιακές συνήθειες, όπως: συνεχείς μνημονεύσεις των κεκοιμημένων κατά τις Θειες Λειτουργίες· ψυχωφέλιμες επισκέψεις στα κοιμητήρια αφ' ενός μεν για τη φιλοσόφιση του μυστηρίου του θανάτου και αφ' ετέρου δε για την κοινωνία μετά των κεκοιμημένων μας· προσφορά προσφόρων καθ’ όλη τη διάρκεια του εκκλησιαστικού έτους ιδιαιτέρως δε κατά τα ψυχοσάββατα· δωρεές και φιλανθρωπίες στα εκκλησιαστικά καθιδρύματα και τέλος τακτική τέλεση θείων Λειτουργιών, Τρισαγίων και προσευχών.

Συνηθίζεται σήμερα το κόλλυβο να ανατίθεται στα γραφεία μνημοσύνων και οι συγγενείς να εφησυχάζουν ότι εκτελούν το χρέος προς τον κεκοιμημένο τους. Οι ναοί, όταν τελούνται μνημόσυνα τείνουν να μοιάζουν με ανθόκηπους. Υπάρχει μια συνήθεια Δυτικής προελεύσεως να ωραιοποιείται ο θάνατος ή με οποιοδήποτε τρόπο να περνά απαρατήρητος από τους ζωντανούς ανθρώπους. Η συνήθεια αυτή των μεγάλων στολισμών πρέπει να περικοπεί και να επικρατήσει το πατερικό μέτρο.
Ειδικότερα, χρειάζεται μια επιστροφή στην παράδοση που συνίσταται στη γνώση των τελουμένων κατά τα μνημόσυνα καθώς και στην ωφέλεια που πρέπει κι επιβάλλεται να κομίζουν πρωτίστως οι μεν κεκοιμημένοι μας από αυτά, δευτερευόντος δε και οι επιτελούντες αυτά.
Στα παραπάνω πρέπει να τονίσουμε και τη σημασία της συμμετοχής των συγγενών των κεκοιμημένων στη Θεία Ευχαριστία, η οποία συνδέεται άρρηκτα με το μυστήριο της μετανοίας. Δυστυχώς, συνηθίζεται σήμερα πολλοί από τους πιστούς μας όταν πρόκειται να τελέσουν το μνημόσυνο συγγενών τους, να μην προσέρχονται από νωρίς στο ναό, όπου τελείται το μνημόσυνο αλλά να παρίστανται την τελευταία στιγμή που θα διαβαστεί μόνο το δικό τους μνημόσυνο. Με αυτό τον τρόπο παραβλέπεται ένας βασικός παράγοντας που ορίζει ότι η τέλεση του μνημοσύνου συνδέεται άρρηκτα με την προσφορά της
αναιμάκτου Ευχαριστίας υπέρ αναπαύσεως των κεκοιμημένων. Αυτό πάλι έχει σαν προϋπόθεση ότι το μνημόσυνο πρέπει να συνδυάζεται με προσευχή και προετοιμασία, για την κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, δηλαδή κοινωνία του Ποτηρίου μέσα στο όποιο συνευρίσκεται η αληθινή κοινωνία των ζώντων και των κεκοιμημένων εν ονόματι του εν Τριάδι θεού μας. Όταν λοιπόν έχουμε μνημόσυνο, οφείλουμε κυρίως για τον κεκοιμημένο μας να βρισκόμαστε από νωρίς στο ναό, να προσευχόμαστε υπέρ αναπαύσεως του καθ'όλη τη διάρκεια του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας και οπωσδήποτε να συμμετέχουμε σ’αυτό.
Ακόμη και οι φίλοι και γενικότερα οι προσκεκλημένοι στα μνημόσυνα οφείλουν να καταθέσουν ως προσφορά την προσευχή τους, για την ανάπαυση του κεκοιμημένου φίλου τους. Σήμερα συνηθίζουν πολλοί να περιμένουν έξω από το ναό, μέχρι να φθάσει η ώρα να αρχίσει η ακολουθία του μνημόσυνου. Όταν δε αρχίσει το μνημόσυνο παρατηρείται ένας στιγμιαίος συνωστισμός, ποιος θα πρωτοβρεθεί πιο κοντά στο κόλλυβο και ιδιαιτέρως πιο κοντά στα συγγενικά πρόσωπα του κεκοιμημένου, για να δείξει ότι είναι συνεπής σ' αυτήν την εκδήλωση συμπαθείας, όπως είθισται τελευταίως να αποκαλείται το μνημόσυνο.
Όμως το μνημόσυνο έχει ως σκοπό τελέσεως του την προσφορά της προσευχής για την ανάπαυση του κεκοιμημένου. Εάν γίνεται κατά τον τρόπο πού παραπάνω περιγράψαμε μόνο δηλ. ως μια εκδήλωση κοινωνικού χρέους, τότε καμιά ωφέλεια δεν αποκομίζει ο κεκοιμημένος για τον όποιο και τελείται το μνημόσυνο και φυσικά ούτε και οι συμμετέχοντες ωφελούνται από αυτό.
Ένα ακόμη στοιχείο που πολλές φορές τείνει να γίνει συνήθεια εις βάρος της ωφελείας των μνημοσύνων είναι και οι αναξίως προσερχόμενοι στα άχραντα μυστήρια. Πολλοί εκ των συγγενών του κεκοιμημένου συμμετέχουν στα άχραντα μυστήρια μόνο για το θεαθήναι και για τα «μάτια του κόσμου». Τη συνήθεια αυτή τη στηλιτεύουν πολλοί από τους Αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας και υπάρχουν και ιεροί κανόνες που απαγορεύουν την χωρίς προετοιμασία Θεία Μετάληψη.

2. Πόσες φορές μπορεί να τελεσθεί το Ευχέλαιο; Όσο πιο πολλά Ευχέλαια τελούνται τόσο πιο καλά;

Τα ερώτημα αυτό πρέπει να το αντιμετωπίσουμε με πολύ προσοχή. Τα μυστήρια πρωτίστως πρέπει να σημειώσουμε δεν λειτουργούν μαγικά. Απαραίτητος παράγοντας που πρέπει να διακρίνει τους ανθρώπους είναι η πίστη στο θεό και την Εκκλησία. Και αυτή η πίστη όταν υπάρχει, γεννά την ελπίδα ότι ο θεός σώζει και μάλιστα δια των μυστηρίων Του.
Πολλοί άνθρωποι παρασύρονται πολλές φορές από μάγους οι οποίοι προτρέπουν τους ανθρώπους να τελέσουν επτά φορές το
Ευχέλαιο στο σπίτι τους. Επίσης και πολλοί Παλαιοημερολογίτες το ίδιο τονίζουν. Όμως εδώ πρέπει να πούμε ότι δεν σώζει η ποσότητα των μυστηρίων όσο εκείνο που σημειώσαμε παραπάνω. Και αυτό είναι το πώς προσεγγίζουμε τα ιερά μυστήρια και τι περιμένουμε από αυτά.

Για παράδειγμα ένας επισκέπτεται έναν μάγο και του ζητά να του πει πώς μπορεί να κερδίσει στο λαχείο. Εκείνος τον συμβουλεύει να τελέσει επτά ευχέλαια! Εξ αρχής ο τρόπος της συλλήψεως και της εκτελέσεως της παραπάνω εντολής είναι πλανεμένος, διότι και εκατόν επτά ευχέλαια να τελέσει ο άνθρωπος δεν θα καταλάβει το βαθύτερο νόημα του μυστηρίου, επειδή έχει συγκεχυμένες ιδέες περί της ενεργείας του. Από τη μία μάγος είναι αυτός πού υπέδειξε τη τέλεση του Ευχελαίου και από την άλλη μαγική είναι και η αντίληψη για την ενέργεια του μυστηρίου πάνω στον
άνθρωπο. Έτσι όμως δεν προσεγγίζονται τα ιερά μυστήρια. Κι όσες φορές κι αν τα προσεγγίσει με τον παραπάνω τρόπο ο άνθρωπος, δεν θα γευθεί τίποτα απ' όσα αυτά μπορούν να του προσφέρουν. Οι ιερείς σε κάθε περίπτωση πρέπει να ελέγχουν τις επιθυμίες των ανθρώπων και να εξετάζουν επισταμένως, γιατί επιθυμούν την τέλεση των ιερών μυστηρίων και εν προκειμένω του μυστηρίου του Ευχελαίου. Και φυσικά όταν δεν υπάρχει ίχνος πνευματικότητος εκ μέρους αυτού πού ζητά τα Ευχέλαιο, ο ιερεύς δεν θα πρέπει να ενδίδει σε τέτοιου είδους επιθυμίες.
Μας διηγήθηκε κάποια φορά κάποιος ευλαβής ιερέας ότι κάποτε μια κυρία τον πλησίασε και του ζήτησε να της τελέσει το μυστήριο του Ευχελαίου στο σπίτι της. Μάλιστα για να πείσει τον ιερέα χρησιμοποίησε και διάφορα ονόματα άλλων επιφανών κληρικών. Ο ιερεύς πειθόμενος στα λεγόμενα της κυρίας πήγε στο σπίτι της. Όταν έφθασαν στο σπίτι της είπε στην κυρία να ετοιμάσει τα δέοντα για το ευχέλαιο. Αυτή δεν γνώριζε τίποτε! Τότε ο ιερεύς της ανέφερε όλα τα υλικά και στο τέλος αφού της ζήτησε κι ένα μπολ με αλεύρι η κυρία γύρισε και του είπε: "Πάτερ Θα ζυμώσουμε;". Δεν ήξερε όχι μόνον τι είναι Ευχέλαιο άλλα έβαλε και σε δύσκολη θέση και τον Ιερέα ο όποιος στο εξής συνεβούλευε τα πνευματικά του παιδιά-ιερείς να προσέχουν και να ερευνούν, ποιος είναι ο χριστιανός πού ζητά το Ευχέλαιο και να εξετάζουν την επιθυμία του γι’αυτό.
Οι μάγοι υποκινούμενοι από τον πονηρό δαίμονα προσπαθούν να παγιδεύσουν τους αφελείς και ακατήχητους χριστιανούς χρησιμοποιώντας πολλές φορές τα ιερά μυστήρια. Ως εκ τούτου χρησιμοποιούν και το Ευχέλαιο ως μέσο, για
να δείξουν στους ανθρώπους πόσο εκτενείς και κουραστικές είναι οι ακολουθίες της Εκκλησίας, ώστε να μην εκκλησιάζονται. Επίσης και τη χρίση του ελαίου την αποδέχονται ως μέσο σωτηρίας των ανθρώπων, για να αποδεχθούν αργότερα (ενν. οι άνθρωποι) και τα των μάγων γητεύματα. Ο διάβολος έχει πολλά πόδια όπως λέγει ο λαός του Θεού και απαιτείται πολλή προσοχή και σύνεση στην τέλεση των μυστηρίων. Δεν υπάρχει κανείς λόγος να τελεσθούν στη σειρά επτά ευχέλαια σε καμιά απολύτως περίπτωση.
Οι τέτοιου είδους συμβουλές δεν συμβαδίζουν με το πνεύμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας και συνιστούν προϊόντα και γεννήματα μαγικής αντιλήψεως, προλήψεων και δεισιδαιμονιών περί των ιερών μυστηρίων. Και είναι βέβαιο ότι ποτέ οι μάγοι δεν συμβουλεύουν τους ανθρώπους να εξομολογούνται και να μεταλαμβάνουν των αχράντων μυστηρίων, γιατί μ’ αυτά ξεδιαλύνει την πλάνη ο άνθρωπος, αλλά χρησιμοποιούν τα άλλα μυστήρια ως είναι το Ευχέλαιο, ιδιαιτέρως όταν ανεξέλεγκτα τελείται από τους ιερείς, για να πλανήσουν και όχι να οικοδομήσουν τον άνθρωπο. Οι μάγοι που δίνουν τέτοιες συμβουλές στους ανθρώπους χρησιμοποιούν μόνο τον τύπο της Εκκλησίας, ενώ την ουσία που είναι η πιο βασική, την απορρίπτουν. Για τον λόγο αυτό συμβουλεύουν πολλά ευχέλαια, ποτέ όμως μετάνοια και θεία Ευχαριστία.

Προσοχή λοιπόν μεγάλη. Πάντα να πειθόμεθα όλοι οι πιστοί στους άγρυπνους φύλακες της Εκκλησίας μας που είναι οι ποιμένες μας, επίσκοποι και πρεσβύτεροι. Και φυσικά να μην συγχέουμε τα μυστήρια με τις ακολουθίες. Πολλές φορές υπάρχει ανάγκη για αγιασμό και ζητούμε ευχέλαιο. Κάθε μυστήριο και κάθε ακολουθία της Εκκλησίας μας έχουν τον σκοπό τους πού και γιατί τελούνται.

3. Πρέπει ν’ ανάβουμε κανδήλι και κεριά στους τάφους των κεκοιμημένων μας και γιατί;

Το άναμμα του κανδηλιού στους τάφους των κεκοιμημένων μας, αλλά και γενικά στα σπίτια των χριστιανών δεν έχει να κάνει με μια φολκλοριστική διαιώνιση κάποιας τυπικής παραδόσεως. To κανδήλι είναι σύμβολο και το φως που εκπέμπει συμβολίζει το φώς του Χριστού, την ίδια την παρουσία του Κυρίου στη ζωή μας, άλλα και την ελπίδα για την αιώνια ζωή, τη ζωή όπως λέγεται του ανεσπέρου φωτός. Ως σύμβολο λοιπόν το κανδήλι λειτουργεί στη ζωή των πιστών αναγωγικά, όπως και όλα τα άλλα είδη ευλαβείας· άναμμα κεριών, προσφορά θυμιάματος κ.τ.λ. Στην Πάλαια Διαθήκη ο θεός προστάζει το Μωυσή να συμβουλέψει τον αδελφό του ως εξής: «Δώσε εντολή στον Ααρών και τους υιούς του ν’ ανάψουν ακοίμητο λυχνάρι… από το απόγευμα μέχρι το πρωί μπροστά στον Κύριο με προσοχή αυτό πού ορίζεται από το νόμο και είναι αιώνιο σ’ όλες τις γενεές σας»1. Η συνήθεια της τοποθετήσεως των κανδηλιών στους τάφους και τα σπίτια αποτελεί πράξη ευλάβειας των χριστιανών που «ευαρεστεί τον Θεόν και τους Αγίους κι ανακουφίζει μαζί τις ψυχές των πεθαμένων».2
Για το άναμμα των κεριών στους τάφους των κεκοιμημένων αναφερόμενος ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης λέει ότι: «ανάπτονται κεριά δια την συγχώρησιν των αμαρτιών των ταύτης προσφερόντων, όσον γάρ αυταί ανάπτουσιν εις τον Θεόν και εις τους Αγίους, τοσούτον συγχωρούνται αι αμαρτίαι εκείνων είτε ζώντων είτε κεκοιμημένων, ως είπεν ο Μάρτυς Δημήτριος εις τον αυτού προσμονάριον, τον τας λαμπάδας κλέπτοντα».3 Και ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός συμβούλευε: «Αδελφοί μου, να μη λυπάσθε δια τούς αποθαμένους σας, αλλά, αν αγαπάς τον αποθαμένον σου, κάμε ό,τι ημπορέσης δια την ψυχήν του· σαρανταλείτουργα, μνημόσυνα, λειτουργίες, κερί, λιβάνι, λάδι, νηστείες, προσευχές, ελεημοσύνη. Βάνει ο Θεός την ευσπλαγχνίαν του και τον σώνει τον αποθαμένον σας και τον βάνει εις τον Παράδεισον ή είναι ελαφροτέρα η κολασίς του. Και όσες γυναίκες φορείτε λερωμένα διά τον αποθαμένον σας να τα εβγάλετε, διατί βλάπτετε και του λόγου σας, βλάπτετε και τους αποθαμένους σας».4


1. Λευϊτ. 24, 2-3, Πρωτ. Κείμενο: «Έντειλαι Ααρών και τοις υιοίς αυτού καύσαι λύχνον δια παντός... από εσπέρας έως πρωί ενώπιον Κυρίου ενδελεχώς · νόμιμον αιώνιον εις τας γενεάς υμών».

2. ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΟΥ, σ. 144.

3. ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΟΥ, υποσ., σ. 145: Αγ. Νικόδημου Αγιορείτου, Ερμηνεία εις τον Κανόνα της Κυριακής του Πάσχα.

4. ΚΟΣΜΑΣ ΑΙΤΩΛΟΣ, σ.235 και ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΟΥ, σ.145.

4. Τι γίνεται ως προς τα τριήμερα μνημόσυνα κεκοιμημένων των οποίων δεν έγινε η ταφή την πρώτη ή τη δεύτερη ή καi την τρίτη ημέρα από της κοιμήσεως των λόγω ανάγκης (εξ αιτίας μακρινών συγγενών πού ζουν στην αλλοδαπή) ή μεσολαβήσεως Σαββατοκύριακοy (αυτό αφορά τις μεγαλουπόλεις όπου τα κοιμητήρια παραμένουν κλειστά);

Είναι αλήθεια ότι στις μεγαλουπόλεις συμβαίνει πολλές φορές το παραπάνω γεγονός. Πολλοί εκ των πιστών μας που γνωρίζουν τις σχετικές παραδόσεις για τα των κεκοιμημένων και των μνημοσύνων τους μας ρωτούν τι πρέπει να κάνουν και με ποιο τρόπο μπορούν να ανταποκριθούν στο ζήτημα αυτό. Η απάντηση είναι απλή· εφόσον ο κεκοιμημένος δεν έχει ακόμη ταφεί δεν γίνονται επιμνημόσυνες τελετές επί του τάφου του.
Μπορεί ωστόσο η οικογένεια, άμα τη τελευτή του εκλιπόντος, να προσκαλέσει στο σπίτι της τον εφημέριο της ενορίας της και να τελέσει ένα τρισάγιο υπέρ αναπαύσεως. Ακολούθως μπορεί να ζητηθεί από τον εφημέριο να μνημονεύει συνεχώς τον κεκοιμημένο τους σε κάθε Θεία Λειτουργία. Μπορούν δε να του εκθέσουν και τον προβληματισμό τους
σχετικά με τα τριήμερα μνημόσυνα του. Σίγουρα στις μεγαλουπόλεις ο θάνατος προκαλεί ένα πρόβλημα στους περιλειπομένους συγγενείς. Πολλές φορές καθυστερεί η ταφή, λόγω της μη ευκόλου ευρέσεως τάφου σε κοιμητήριο. Η αναζήτηση τάφου είναι ένα μεγάλο πρόβλημα. Εν κατακλείδι η απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα συνίσταται στη συνεχή μνημόνευση εκ μέρους του ιερέως κατά την προσκομιδή και κατά την τέλεση της Θειας Λειτουργίας υπέρ αναπαύσεως του κεκοιμημένου που μπορεί να ζητήσει η οικογένεια. Μάλιστα δε σ' αυτήν την Θεία Λειτουργία θα είναι κατάλληλο για το κλίμα της πενθηφορίας να υπάρχει συμμετοχή γνωστών και φίλων και ει δυνατόν η μετάληψη των αχράντων μυστηρίων.

5. Μπορεί κάποιος από τους συγγενείς του αποθανόντος να τελέσει κάποιο από τα ιερά μυστήρια της Εκκλησίας μας όπως γάμου, βαπτίσεως, χειροτονίας, ευχελαίου;

Όλα τα μυστήρια και τις ακολουθίες που τελεί η αγία μας Εκκλησία τα ιερουργεί στην προοπτική της σωτηρίας του ανθρώπου. Ποιά λοιπόν διαφορά ή τι εξεζητημένο κάνει η Εκκλησία με το να ευλογεί παράλληλα μια κηδεία, ή γάμο, ή βάπτιση; Και πάλι τονίζουμε ότι το ερώτημα υποκρύπτει κάποια δόση δεισιδαιμονίας. Άραγε η τέλεση του γάμου ή της βαπτίσεως χρονικά μετά από κηδεία συγγενούς σε ποιά αντίθεση έρχεται με τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας; Η απάντηση είναι σε καμία. Ίσα-ίσα περιλαμβάνεται στον κανόνα της Εκκλησίας που αφορά τον αγιασμό όλων των εκφάνσεων της ζωής των παιδιών της, είτε αυτός έχει να κάνει με τις χαρές της ζωής, όπως είναι ο γάμος, η βάπτιση, η χειροτονία, το ευχέλαιο, είτε με τις λύπες όπως είναι η κηδεία και το μνημόσυνο. Όλα τα μυστήρια έχουν τον αγιωτικό τους χαρακτήρα και ως τέτοια πρέπει, να μην διαφοροποιούνται σε ευχάριστα και δυσάρεστα σύμφωνα με τα κοσμικά κριτήρια, αλλά να αντιμετωπίζονται ως αγιαστικά μέσα της χάριτος του Θεού, ως μια παρουσία του Θεού στη ζωή μας. Αυτή η διαφοροποίηση των ιερών μυστηρίων και ακολουθιών της Εκκλησίας μας ποτέ δεν έγινε από την ίδια την Εκκλησία. Γίνεται από εκείνους τους προληπτικούς και δεισιδαίμονες ανθρώπους που ευχαριστιούνται -την ενεργεία του μισοκάλου διαβόλου- να σκορπίζουν σύγχυση, πανικό και θλίψη στη ζωή των συνανθρώπων τους. Η όλη αυτή κατάσταση τείνει δυστυχώς να εμφανισθεί ως αρρώστια μεταξύ και των πιστών τέκνων της Εκκλησίας κι αυτό οφείλεται στην μη καλή γνώση της κατηχήσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
Γι’ αυτή την κατάσταση ευθυνόμαστε όλοι, κληρικοί και λαϊκοί.

6. Οι πενθούντες πρέπει να παραμένουν στο σπίτι τους και να μην εξέρχονται παρά μόνον για το κοιμητήριο;

Έχει επικρατήσει σε μερικά μέρη εξ αιτίας κάποιων αντιλήψεων η άποψη ότι όσοι πενθούν δεν πρέπει να εξέρχονται από το σπίτι τους, για να πάνε πουθενά αλλού εκτός από το κοιμητήριο. Η άποψη αυτή είναι πέρα για πέρα αντίθετη με το πνεύμα της Εκκλησίας μας. Πουθενά στη διδασκαλία της Εκκλησίας μας δεν αναφέρεται κάτι τέτοιο. Το πένθος δεν ξεπερνιέται με την απομόνωση. Η ίδια ως κατάσταση είναι δαιμονική. Ο άνθρωπος καθήμενος μόνος του χωρίς τη βοήθεια των συνανθρώπων του και χωρίς εκκλησιασμό αισθάνεται τον απότομο εγκλεισμό του ως τιμωρία. Αυτή φυσικά η κατάσταση προκαλείται από το διάβολο ο όποιος επιδιώκει να απομονώσει τον άνθρωπο και να τον απομακρύνει από την θεία παρηγοριά πού προσφέρει ο Θεός διά της Εκκλησίας και διά της επαφής μετά των συνανθρώπων των οποίων η συναναστροφή μπορεί να φανεί φάρμακο στον πόνο του πένθους. Η έξοδος των πενθούντων καθίσταται αναγκαία και για έναν άλλο λόγο. Το πένθος δεν είναι μια κατάσταση που έχει σαν αποτέλεσμα το χάος, αλλά τη χαρά πού διαποτίζεται και επαυξάνει από την πίστη του ορθοδόξου χριστιανού στην Ανάσταση του Χριστού μας. Όποιος από τους πιστούς βιώνει βαθειά το γεγονός της Αναστάσεως δεν διαιωνίζει το πένθος του για πολύ χρόνο. Ως άνθρωπος ο κάθε πιστός μπορεί να λυπάται για τον απορφανισμό των αγαπημένων του προσώπων. Η ελπίδα και η προσδοκία της Αναστάσεως όμως του δίδει άλλες διαστάσεις για την αντιμετώπιση του πένθους που σίγουρα δεν έχει σχέση με εγκλεισμούς. Και στο ερώτημα αυτό εμφανίζονται δεισιδαίμονες απόψεις οι οποίες ορίζουν ότι οι πενθούντες φέρουν επάνω τους το θάνατο και ότι όποιος τους πλησιάσει μπορεί κι εκείνος να φιλοξενήσει το θάνατο στο σπιτικό του. Έτσι θέλουν τους πενθούντας να παραμένουν στο σπίτι τους χωρίς να έχουν το δικαίωμα να επισκέπτονται κανένα άλλο σπίτι, ούτε ακόμη και φίλων τους.

7. Είναι αναγκαία η παρουσία πολλών κληρικών και μάλιστα αρχιερέως κατά την κηδεία;

Σύμφωνα με τους κανόνες της Εκκλησίας μας τα ιερά μυστήρια και τις ιερές ακολουθίες τελεί ο έχων κανονική και ακώλυτη ιεροσύνη. Έτσι ο κάθε ακώλυτος ιερέας έχει την εντολή από τον επίσκοπο του να τελεί όλα τα ιερά μυστήρια και τις ακολουθίες όπως συμβαίνει και με την κηδεία. Κι εφόσον το ιερό μυστήριο των μυστηρίων, τη Θεία Ευχαριστία τελεί και μόνος του ο ιερέας πρεσβύτερος, πόσο μάλλον μπορεί να τελέσει την ακολουθία της κηδείας που είναι τελετή και όχι μυστήριο. Συνηθίζεται όμως κατά την κηδεία να προσκαλούνται και άλλοι ιερείς, για να λάβουν μέρος. Αυτό φυσικά στα μικρά μέρη και ιδίως στις επαρχίες μας γίνεται πολλές φορές και χωρίς πρόσκληση, όπως συνέβαινε παλαιότερα στην Εκκλησία μας, όταν η ενορία αποτελούσε το σημείο αναφοράς και το κέντρο της ζωής των ανθρώπων και στις χαρές και στον πόνο.
Στις πόλεις, όταν η κηδεία τελείται στους ενοριακούς ναούς, τον ίστατο χαιρετισμό στον προαπελθόντα κεκοιμημένο της ενορίας αποδίδει όλο το ιερατείο με τη συμμετοχή του, και τον κατευοδώνει δια των προσευχών του. Όσον άφορα την παρουσία του αρχιερέως στην κηδεία, εφόσον ο επίσκοπος προσκαλείται από ανθρώπους με καθαρά κριτήρια πίστεως και, όχι με κριτήριο την επίδειξη και τον πλούτο, τότε θεωρείται αναγκαία η παρουσία του επισκόπου. Συνηθίζεται μάλιστα, όταν κάποιος κεκοιμημένος είχε καλή επαφή με τον επίσκοπο του και ήταν εγνωσμένη η καλή πνευματική του κατάσταση, να παρίσταται ο επίσκοπος πληροφορούμενος την εκδημία από τους καλούς συμπρεσβυτέρους του ποιμένες των ενοριών. Η παρουσία τότε του επισκόπου φανερώνει την ευχαριστιακή σύναξη της ενορίας από το γεγονός της κοιμήσεως που δηλώνεται εξωτερικά με τη σύναξη ολόκληρου του κλήρου, δηλ. επισκόπου, πρεσβυτερίου και λαού.
Συμβαίνει, όμως, άνθρωποι που θέλουν να επιδείξουν τα πλούτη τους και τη ματαιοδοξία τους, ενώ εκ των προτέρων δεν κατανοούν σε βάθος τίποτα από τα παραπάνω, να προσπαθούν για κάτι που προκαταβολικώς αγνοούν. Άλλες δε φορές αναγκάζονται να προσκαλέσουν επίσκοπο εξαιτίας κάποιων εισηγητών που τους υπαγορεύουν ότι για το καλό θα πρέπει να προσκληθεί κι ένας επίσκοπος. Αυτό όμως θα συμβεί με ρηχότητα και χωρίς να κατανοηθεί η παρουσία του επισκόπου στη συγκεκριμένη τελετή.
Ένα ακόμη σημείο θα επιθυμούσαμε να υπογραμμίσουμε εξ αφορμής της προσκλήσεως επισκόπου στην κηδεία από μερικούς πού δεν έχουν αγαθά κριτήρια. Αυτής της κατηγορίας οι άνθρωποι πιστεύουν ότι με την συγχωρητική ευχή πού θα διαβάσει o επίσκοπος, θα συγχωρεθούν οι αμαρτίες του αποθανόντος. Αυτό είναι μια καθαρή πλάνη. Η διδασκαλία της Εκκλησίας μας τονίζει ότι ο άνθρωπος συγχωρείται από τις αμαρτίες του, όταν ζων ακόμα με ταπείνωση και μετάνοια ειλικρινή προστρέξει στο πετραχήλι του εξομολόγου και αποθέσει τα αμαρτήματα του. Η πίστη ότι ο κεκοιμημένος μπορεί να συγχωρεθεί με μια ευχή μεταθανάτιο, ανατρέπει ολόκληρη τη διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας μας.
Όποιος δε παραμένει σ’ αύτη την πλάνη ή την καλλιεργεί, μεγάλο κρίμα βάζει στην ψυχή του. Κι αυτή η κατάσταση θεωρείται δαιμονική εφόσον μ’ αυτόν τον τρόπο ο διάβολος εισηγείται στον αμετανόητο άνθρωπο, ότι και μόνο η ανάγνωση της συγχωρητικής ευχής μετά θάνατον αρκεί για τη σωτηρία. Η αποδοχή αυτής της απόψεως εκ μέρους των ανθρώπων καθίσταται ολέθρια, διότι μετά θάνατον σωτηρία δεν μπορεί, να υπάρξει. Άρα λοιπόν, όταν η πρόσκληση του επισκόπου γίνεται κατ’επίγνωση, τότε έχει σημασία και όφελος· ειδάλλως επιβαρύνουμε και τον κεκοιμημένο.
κανένα άλλο σπίτι, ούτε ακόμη και φίλων τους.

8. Πώς γίνεται σήμερα μια κηδεία σε πόλη και πώς στην επαρχία; Πώς γινόταν παλαιότερα μια κηδεία;

Σήμερα μια κηδεία στην πόλη γίνεται ως έξης: Αφού πεθάνει ο άνθρωπος προσκαλείται αμέσως ο ιερεύς της ενορίας και διαβάζει το πρώτο Τρισάγιον στον κεκοιμημένο, στον τόπο όπου o κοιμηθείς ξεψύχησε. Σε περιπτώσεις όπου η κοίμηση γίνεται σε νοσοκομείο η κλινική, το Τρισάγιoν διαβάζεται και πάλι στο σπίτι του κεκοιμημένου. Κατόπιν ενημερώνεται το γραφείο κηδειών το οποίο και αναλαμβάνει όλα τα της κηδείας. Ορίζεται η ημέρα της εφοδίου ακολουθίας και ταφής, αφού πρώτα έχει ευρεθεί ο τάφος και γίνεται η νεκρώσιμη ακολουθία είτε στην ενορία του κεκοιμημένου, είτε στον κοιμητηριακό ναό όπου και θα λάβει χώρο η ταφή. Μετά την ταφή ακολουθεί, η δεξίωση, τα λεγόμενα «μακαριά». Και τέλος, αφού συλλυπηθούν συγγενείς και φίλοι τους οικείους του κεκοιμημένου αποχωρούν εις τα ίδια.
Στην επαρχία επίσης η κηδεία σήμερα γίνεται κατά παρόμοιο τρόπο. Η μόνη διαφορά βρίσκεται στη συμμετοχή συγγενών, φίλων και γνωστών που θεωρείται επιβεβλημένο καθήκον. Στην επαρχία η κηδεία τελείται οπωσδήποτε στον ενοριακό ναό μιας και αποτελεί το γεγονός του τόπου. Και τούτο συμβαίνει εν αντιθέσει προς την πόλη, όπου μια κηδεία περνά σχεδόν απαρατήρητη λόγω της απρόσωπης κοινωνίας στην οποία ζούμε εμείς οι άνθρωποι. Το γεγονός δε ότι οι περισσότερες κηδείες στις μεγαλουπόλεις τελούνται στους κοιμητηριακούς ναούς, κάνει ακόμη πιο απρόσωπη την κηδεία. Συμβαίνει και το παράξενο γεγονός στην ίδια πολυκατοικία να μην αντιλαμβάνονται κάποιοι το ποιος και πότε πέθανε.
Παλαιότερα η κηδεία ήταν το γεγονός της κοινωνίας. Παρέλυε θα λέγαμε η κοινωνία. Όλοι συμμετείχαν σ' αυτήν. Η κηδεία ήταν υπόθεση συγγενών και φίλων οι όποιοι, βοηθούσαν σε όλα. Δεν υπήρχαν νεκροκομιστές, γιατί το να βαστάξει κάποιος το φέρετρο, ήταν φόρος τιμής και αγάπης προς τον κεκοιμημένο. Οι γυναίκες βοηθούσαν στο σπίτι στα κεράσματα, στους καφέδες της παρηγοριάς, στην καθαριότητα, στην ετοιμασία του φαγητού για τους οικείους του κεκοιμημένου, και τέλος στη «μακαριά». Αυτή απαιτούσε μεγάλη ετοιμασία της τράπεζας του συγχωρητικού γεύματος μετά την ταφή για όλον τον κόσμο που συμμετείχε στην κηδεία. Άλλοι βοηθούσαν στο άνοιγμα του τάφου. Οι νέες κοπέλες έπλεκαν στέφανα με λουλούδια που τα πρόσφεραν όσοι έρχονταν στον τάφο του κεκοιμημένου. Ο θάνατος του κεκοιμημένου είχε έναν οικογενειακό χαρακτήρα και ένωνε τους ανθρώπους. Η κηδεία γινόταν με πομπή. Η πομπή περνούσε συνήθως από τους κεντρικούς δρόμους της πόλεως ή της επαρχίας. Όσοι δε συναντούσαν στο δρόμο τους την κηδεία κοντοστέκονταν. Οι άνδρες έβγαζαν τα καπέλα τους και σταυροκοπιούνταν. Τα παιδιά του ιερού βήματος βαστούσαν τα εξαπτέρυγα και το σταυρό. Οι ιερείς της ενορίας αλλά και των γύρω περιοχών χωριών και πόλεων συμμετείχαν όλοι στην κηδεία φορώντας τα ιερά άμφια τους και ξεκινώντας από το σπίτι του κεκοιμημένου μέχρι το ναό και το κοιμητήριο. Παλαιότερα δεν υπήρχε ανάγκη, για να ανακοινωθεί μέσω εφημερίδων και αγγελτηρίων η κηδεία, γιατί με την θανή αμέσως ενημερωνόταν ο ιερέας και χτυπούσε πένθιμα η καμπάνα. Σήμερα μόνο στα χωριά της ελληνικής υπαίθρου γίνεται η νεκρώσιμη κωδωνοκρουσία.

9. Πότε πρέπει να γίνει η ταφή του κεκοιμημένου;

Η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα σήμερα ιδιαίτερα στις μεγαλουπόλεις εξαρτάται από το πότε μπορεί να βρεθεί ο τάφος. Αυτό σήμερα αποτελεί και το μεγάλο πρόβλημα των ανθρώπων που ζουν στις μεγαλουπόλεις. Για τα μικρά μέρη, δηλ. την ελλαδική επαρχία μας ο νόμος ορίζει η κηδεία να μη γίνεται πριν και πέραν του εικοσιτετραώρου. Δηλαδή η κηδεία μπορεί και επιβάλλεται να γίνει κατά το πρώτο εικοσιτετράωρο και μέσα σ’ αυτό για την αποφυγή της αποσυνθέσεως του λειψάνου και εξ’ αυτού της κακοσμίας. Στις μεγαλουπόλεις το πρόβλημα λύνεται με τους καταψύκτες των νεκροθαλάμων που υπάρχουν στα νοσοκομεία καθώς και στα κοιμητήρια, ή ακόμη και στα γραφεία κηδειών. Σε μια περίπτωση όμως η ταφή προσώπου επιφανούς μπορεί να παραταθεί για τρεις τουλάχιστον ημέρες λόγω του προσκυνήματος που επιβάλλει η αγάπη του λαού. Αυτό συμβαίνει σε πρόσωπα εκκλησιαστικά ως είναι οι επίσκοποι, μητροπολίτες, πατριάρχες καθώς και πολιτικά και καλλιτεχνικά πρόσωπα. Στην περίπτωση αυτή γίνεται μια ταρίχευση, κοινώς «βαλσάμωμα» του κεκοιμημένου που αποτρέπει την αλλοίωση και την κακοσμία. Τέλος, συνήθως οι ταφές στα δημοτικά κοιμητήρια γίνονται κατά το χρονικό διάστημα προ της δύσεως του ήλιου. Ταφές κατά τη διάρκεια της νύκτας απαγορεύονται.

10. Υπάρχει κάποια διαφορά στην κηδεία των νηπίων;

Για τα νήπια από πολύ νωρίς η Αγία μας Εκκλησία έχει θεσπίσει να διαβάζεται μια ιδιαίτερη νεκρώσιμη ευχή· «ο φυλάσσων τα νήπια Κύριε…» και όχι η ευχή «ο Θεός των πνευμάτων» που διαβάζεται στους μεγάλους. Ως νήπια θεωρούνται τα παιδιά κάτω των επτά ετών. Τα παιδιά αυτά είναι άκακα και δεν έχουν τις αμαρτίες που έχουν οι μεγάλοι, όπως επίσης δεν γνωρίζουν την έννοια της αμαρτίας. Για το λόγο λοιπόν αυτό επειδή υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ των μεγάλων και των νηπίων , η αγία μας Εκκλησία ορίζει η κηδεία των νηπίων να έχει παρακλητικό και παρήγορο χαρακτήρα για τους γονείς που πονούν και είναι λυπημένοι για τα παιδιά τους. Μάλιστα στο Μέγα Ευχολόγιον υπάρχει και ειδικός αναπαύσιμος κανόνας1 που ψάλλεται στην κηδεία των νηπίων πολύ διάφορος εκείνου που ψάλλεται στους μεγάλους. Επίσης, και το αποστολοευαγγέλιον είναι διαφορετικό. Σχετικά για την κηδεία των νηπίων παρατηρεί ο καθηγητής της Λειτουργικής Ιωάννης Φουντούλης «ότι αυτά τα παιδιά που είναι απαλλαγμένα και από αυτό το προπατορικό αμάρτημα και από τις προαιρετικές αμαρτίες είναι ανεπίτρεπτο να απαγγέλουμε ευχές που έχουν να κάνουν με άφεση αμαρτιών και ανάπαυση των ψυχών τους. Αρκετή είναι για τους γονείς ότι αναπαύονται τα παιδιά τους στους κόλπους του Αβραάμ».2

1. Ευχολόγιον Σαλιβέρου, σ.255
2. Φουντούλης Ι.,ερ.216, σ.183.

11. Είναι αναγκαία η παρουσία των πενθούντων στο ναό και στη λατρεία της Εκκλησίας μας;

Για να ξεπεράσει ο άνθρωπος το θάνατο προσφιλών του προσώπων καθίσταται αναγκαία η παρουσία του στο ναό και στη λατρεία που τελείται σ' αυτόν. Πολλές φορές συμβαίνει να μας εξαγορεύονται άνθρωποι που πενθούσαν ότι και μόνο η παρουσία τους στο ναό τους γαληνεύει, και τους ηρεμεί. Το αληθινό φάρμακο της παρηγοριάς δεν μπορεί κανείς να το δώσει στον πονεμένο άνθρωπο παρά μόνο η Αγία μας Εκκλησία με τα μυστήρια και την λατρεία της. Η συμμετοχή δε στα άχραντα μυστήρια δίδει την ευκαιρία στους πενθούντες να συνδέονται με τα προσφιλή τους πρόσωπα στο κοινό ποτήριο της ζωής, πού είναι το Άγιο Ποτήριο με το Σώμα και το Αίμα του Χριστού μας. Για τον λόγο αυτό και για το πόσο μεγάλη σημασία έχει οι πενθούντες να συχνάζουν στο ναό ει δυνατόν καθ’ημέραν, η αγία μας Εκκλησία έχει θεσπίσει τα σαρανταλείτουργα υπέρ αναπαύσεως των κεκοιμημένων.
Η καθημερινή τέλεση της Θείας Λειτουργίας υπέρ αναπαύσεως και η συμμετοχή των συγγενών και φίλων στα άχραντα μυστήρια κατόπιν κατάλληλης πνευματικής προετοιμασίας προσφέρουν μεγάλη ανακούφιση και στους περιλειπόμενους ανθρώπους αλλά και σημαντική ωφέλεια στους κεκοιμημένους. Τα κλάματα και οι ατελείωτες εκδηλώσεις πένθους με τα γνωστά ερωτηματικά, γιατί να πάρει ο θεός τον δικό μας άνθρωπο και πολλές φορές γιατί δεν τον έσωσε και τον πήρε νέο καθώς και, πολλά άλλα, αποτελούν εμπόδιο στο να ξεπεραστεί το πένθος σε βάθος. Είναι και αυτό μια μεθοδεία του διαβόλου ο οποίος θέλει να κρατάει πάντα στην επιφάνεια το πένθος, για να κάνει τους πενθούντας να υποφέρουν συνέχεια και χωρίς τελειωμό. Ο πιστός άνθρωπος γνώστης και αυτού του πονηρού τεχνάσματος του διαβόλου φροντίζει και σ' αυτήν τη δύσκολη ώρα του πένθους να παρευρίσκεται, στο ναό και στη λατρεία της Εκκλησίας, γιατί γνωρίζει ότι μόνο με αυτή μπορεί να ξεπεράσει κάθε πρόβλημα της ζωής και του θανάτου.

12. Τι είναι το Αντίδωρον;

Το Αντίδωρον είναι ευλογημένος άρτος που βγαίνει από τα πρόσφορα που προσεκόμισαν και προσέφεραν οι πιστοί, προκειμένου να τελεσθεί η Θεία Λειτουργία (γι’ αυτό και ονομασία πρόσφορο, από το ρήμα προσφέρω). Κατά την ώρα που γίνεται η ακολουθία της προσκομιδής προφέρονται άρτοι (πρόσφορα), συνήθως τρία ή πέντε για να εξαχθούν οι μερίδες των εννέα ταγμάτων. Πρώτα εξάγεται ο αμνός Δεύτερον εξάγεται η τριγωνική μερίδα της Θεοτόκου. Τρίτον εξάγονται οι μερίδες των εννέα ταγμάτων. Πρώτα εξάγεται ο αμνός που συμβολίζει και τυποί το σώμα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Δεύτερον εξάγεται η τριγωνική μερίδα της Θεοτόκου. Τρίτον εξάγονται οι μερίδες των εννέα ταγμάτων, δηλαδή πάντων και πασών των αγίων της Εκκλησίας (πρόκειται για εννέα τριγωνικές μερίδες) Τέταρτον εξάγεται η μερίδα υπέρ του οικείου επισκόπου (Πατριάρχου, Αρχιεπισκόπου, Μητροπολίτου για τα δεδομένα της Ελλάδας) και πέμπτον εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και κεκοιμημένων, της θριαμβεύουσας και της στρατευμένης Εκκλησίας (πρόκειται για μαργαρίτες, μικρά δηλ. ψίχουλα). Τα υπόλοιπα των άρτων (προσφόρων) που προσκομίζονται στην Πρόθεση είναι αυτά που ονομάζουμε Αντίδωρα. Το μέγεθος των Αντιδώρων κατά τη Θεία Λειτουργία δεν μπορεί να είναι ιδιαίτερα μεγάλο, αλλά τέτοιο που να επαρκεί ώστε να διανέμεται σε όσους δεν μετέλαβαν των αχράντων Μυστηρίων, οι οποίοι, σύμφωνα με τον άγιο Συμεών Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης, «πάντες εκείνου (ενν. του Σώματος και Αίματος Χριστού, δηλ. του Δώρου) ικανοί μεταχείν τούτο (δηλ. το αντίδωρον) δίδονται αντ’ εκείνου» (Συμεών Θεσ/νίκης, P.G. 155, 301D), που είναι και το κύριο Δώρον της Εκκλησίας. Η μετοχή στον αγιασμό του Θεού έρχεται σε κάθε πιστό άνθρωπο μέσα από τα αισθητά και ορώμενα πράγματα. Ο άνθρωπος ανάγεται στα Θεϊκά μέσα από τα αισθητά. Για τον λόγο αυτό και το Αντίδωρο που είναι μετοχή αγιασμού Θεού γίνεται με τη μετάληψη αυτού του αισθητού άρτου. Σχετικά ο άγιος Συμεών Θες/νίκης αναφέρει: «Επεί δε και δι’ αισθητών τινών ως σώμα περικειμένοις τον αγιασμόν έδει λαβείν, δια του αντιδώρου γίνεται» (Συμεών Θεσ/νίκης. P.G. 155, 745D).
Η Εκκλησία ορίζει ο πιστός να λαμβάνει κάθε φορά Δώρο, δηλ. το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Η ίδια δεν επιθυμεί όμως και εκείνοι που δεν είναι προετοιμασμένοι για τη μετοχή του Δώρου, να φεύγουν απ’ αυτήν χωρίς να λαμβάνουν κάτι. Είναι το Αντίδωρον μια πράξη αγάπης και φιλανθρωπίας για όλους εκείνους του αναξίους της μετοχής. Και μπορεί το Αντίδωρο να μην είναι το ίδιο Σώμα του Χριστού, όμως είναι άρτος «ηγιασμένος» γιατί σφραγίστηκε ολόκληρος (ο άρτος) με τη λόγχη και δέχθηκε από το λειτουργούντα και προσκομίζοντα Ιερέα τα άγια λόγια. Ο άγιος Συμεών Θεσ/νίκης αναφέρει «’Επεί και ηγιασμένος εστί και ούτος άρτος, σφραγιζόμενός τε τη λόγχη, και ιερά δεχόμενος ρήματα» (Συμεών Θεσ/νίκης P.G. 155, 304Α). Πρόκειται περί «δωρεάς θείας πάροχον» (Συμεών Θεσ/νίκης P.G. 155, 304Α).
Το Αντίδωρο τρώγεται εκείνη την ώρα που λαμβάνεται, όταν ο χριστιανός που το λαμβάνει είναι από το πρωί νηστικός. Πάντως κανένας πιστός δεν πρέπει να αναχωρεί από το ναό μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας, χωρίς να λάβει το Αντίδωρον από το χέρι του λειτουργούντος Ιερέως. Είναι κακή συνήθεια να διανέμεται το Αντίδωρο στο παγκάρι από τους Εκκλησιαστικούς Επιτρόπους που είναι λαϊκοί, είτε να λαμβάνεται δι’ αυτοεξυπηρετήσεως από τους ίδιους τους πιστούς. Λαμβάνοντας μόνος του κανείς το Αντίδωρο στερείται της ευκαιρίας να λάβει την ευλογία του Λειτουργούντος Ιερέως. Ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας σημειώνει χαρακτηριστικά: «Οι δε (πιστοί) συν ευλαβεία πάση δέχονται (το Αντίδωρον) και καταφιλούν την δεξιάν, ως αν προσφάτως αψαμένην του Παναγίου Σώματος του Σωτήρος Χριστού και τον εκείθεν αγιασμόν και δεξαμένην και μεταδούναι τοις ψαύουσι δυναμένην» (Νικολάου Καβάσιλα, Εις ερμηνείαν της Θείας Λειτουργίας, κεφ. μστ΄). Επειδή για το πρόσφορο υπάρχει ο συμβολισμός ότι θεωρείται το σώμα της Παναγίας, για αυτό το σχήμα του προσφόρου είναι στρογγυλό, ομοιάζοντας με την κοιλιά της Παναγίας απ’ την οποία εξάγεται ο Χριστός, ομοίως και το Αντίδωρο συμβολίζει το σώμα της Αειπαρθένου Παναγίας.
Ο ιερέας όταν μοιράζει το Αντίδωρο στους πιστούς λέει την ευχή: «Ευλογία Κυρίου και έλεος έλθοι επί σε», σε κάθε χριστιανό που προσέρχεται. Και με την ευχή αυτή προσφέρει μία ακόμη ευλογία, στις άλλες δύο που είναι αυτό τούτο το Αντίδωρο και ο ασπασμός του χεριού του.
Πολλοί πιστοί ζητούν, κατά την στιγμή που λαμβάνουν την προσωπική τους μερίδα Αντιδώρου από τον Ιερέα, να λάβουν και άλλα περισσότερα Αντίδωρα γιατί θέλουν να μεταλαμβάνουν από αυτό όλες τις ημέρες της εβδομάδας που δεν μπορούν να μετέχουν στην Εκκλησία. Καλή και ευλογημένη αυτή η συνήθεια. ¨όμως το Αντίδωρον είναι αντί της μετοχής των αχράντων Μυστηρίων στη συγκεκριμένη μέρα, χρόνο και τόπο τελέσεως της Θείας Ευχαριστίας. Μαζί με τον εκκλησιασμό έρχεται ή το Δώρο, ή το Αντίδωρον. Εκτός του εκκλησιασμού ποια η θέση του;
Ακόμη συνηθίζεται από πολλούς Ιερείς, εξαιτίας παλαιοτέρων συνηθειών από προκατόχους Ιερείς, να μοιράζουν μαζί με το Αντίδωρον τα λεγόμενα «Υψώματα». Το «Ύψωμα», κατ’ ακρίβειαν της λέξεως, είναι ό,τι υψώνεται από τους άρτους στην Αγία Πρόθεση και προσκομίζεται. Η δικαιολογία από μερίδα κληρικών που διανέμουν «Υψώματα» εστιάζεται στο γεγονός ότι αποτελούν «πνευματικά έπαθλα» για όσους εκ των πιστών ενασχολούνται με τα άγια πράγματα της Εκκλησίας. Η διανομή των «Υψωμάτων» διατείνονται μερικοί ότι δημιουργεί άμιλλα πνευματικού χαρακτήρα.
Αλλά πάλι εκ των πιστών, σε περιόδους νηστείας βαστούν το λεγόμενο «τριήμερο» και δεν τρώνε για τρεις ημέρες τίποτε άλλο παρεκτός του Αντιδώρου κάθε πρωί ή κατά Θ΄ Ώρα, δηλ. στις 3 μ.μ. Όλες αυτές είναι ευλογημένες συνήθειες που προέρχονται από την εκτίμηση της σημασίας και της αξίας που έχει ο ευλογημένος αυτός άρτος της προσφοράς. Ο Μέγας Αγιασμός των Θεοφανείων πίνεται πριν από την λήψη του Αντιδώρου.
Ακόμη υπάρχει η ευλαβική συνήθεια μερικών πιστών να ζητούν το ύψωμα της Θείας Λειτουργίας της Μεγάλης Πέμπτης για ευλογία για όλο το χρόνο. Αυτή η πράξη φαίνεται ότι έχει επιδράσει από την εξαγωγή του αμνού της Μεγάλης Πέμπτης για τη Θεία Κοινωνία των ασθενών. Κι αυτή η συνήθεια εντάσσεται στην απλοϊκή ευλάβεια των πιστών.
Τέλος πρέπει να σημειώσουμε και την σημασία της μετ’ ευλαβείας βρώσεως του Αντιδώρου που δείχνει και τον προσωπικό, κατ’ επίγνωση σεβασμό του εσθιόντος «μετά φόβου Θεού».

13. Τι είναι το μυστήριον της μετανοίας1;

Στην Ορθόδοξη Εκκλησία η μετάνοια θεωρείται ένα από τα μυστήρια της Εκκλησίας. Ο κάθε πιστός που προσέρχεται στο μυστήριο της εξαγορεύσεως αποθέτει τις αμαρτίες του κάτω από το πετραχήλι του πνευματικού του πατέρα, με την βεβαιότητα ότι οι εξαγορευθείσες αμαρτίες του συγχωρούνται, τότε μόνον όταν από μέρους του υπάρχει ειλικρινής μετάνοια και συντριβή. Ένας νεώτερος λειτουργικός πατέρας της Εκκλησίας μας, θα πει για την εξομολόγηση2: «Εάν το βάπτισμα είναι το πλοίον της σωτηρίας, στο οποίον ο επιβαίνων κατευθύνεται προς τον ουράνιο λιμένα, η εξομολόγηση, με την ευρύτερη έννοια της σημασίας της λέξεως, είναι η σωστική σανίδα, πάνω στην οποία ευρισκόμενος ο της παλιγγενεσίας ναυαγός, διασώζεται από τον κίνδυνο της νοητής τρικυμίας, που προκαλεί η αμαρτία». Η θέση της Εκκλησίας σχετικά με την αμαρτία είναι ξεκάθαρη. Η αμαρτία γεννάται και καλλιεργείται, αναλόγως της διαθέσεως του πειραζομένου ανθρώπου από τον διάβολο. Η αποφυγή της διαπράξεως της αμαρτίας εξαρτάται από τον ίδιο τον άνθρωπο. Ο αγωνιζόμενος πιστός προσπαθεί να αποφεύγει την αμαρτία, ενώ ο μη γνωστικός πέφτει συνεχώς. Το να πέφτει κάποιος στην αμαρτία, σύμφωνα με την πατερική διδασκαλία, θεωρείται ανθρώπινο, το να εμμένει όμως σ΄ αυτήν θεωρείται δαιμονικό. Εκείνος που παραμένει στην ίδια αμαρτία, ο επιλεγόμενος και «πωρωμένος», είναι ο αίτιος της πνευματικής αυτοκαταστροφής του.
Από πολύ παλαιά, ακόμη από τα χρόνια της Παλαιάς Διαθήκης, υπάρχει η έννοια της μετανοίας. Είναι γνωστός σε όλους μας ο μεγάλος μετανοών, Δαβίδ ο Προφητάναξ. Ο Δαβίδ αποτελεί το κλασσικό παράδειγμα μετάνοιας στο χώρο της Εκκλησίας, που από φονιάς και πόρνος, κατάφερε να πετύχει δια των δακρύων της μετανοίας και της ειλικρινούς μεταμέλειάς του, την συγχώρεση από τον Θεό Πατέρα. Τους ψαλμούς της μετανοίας του Δαβίδ, τους διαβάζουμε συνεχώς πάλιν και πολλάκις, κατά τις ημερονύκτιες ακολουθίες της Εκκλησίας μας.
1. Για περισσότερα βλέπε: Πρωτ. Θεμιστοκλέους Στ. Χριστοδούλου, Δρ. Θ., «Το μυστήριο της μετανοίας – εξομολογήσεως εξ επόψεως ιστορικολειτουργικής», στο βιβλίο: «Περί θείας λατρείας Ομιλήματα, τ.Β΄(6-10), εκδ. α΄Ομολογία, Αθήνα 2006, σς. ΙΙ-32».
2. Κων/νου Καλλινίκου, «Ο Χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ» εκδ. Γρηγόρη, Αθήναι 1969, σ. 402.

14. Ποιά η ιστορική αναδρομή του ιερού μυστηρίου της μετανοίας;

Η μετάνοια κατά τους χρόνους του Κυρίου μας αποτελεί το κήρυγμα του τελευταίου προφήτη, του Ιωάννη Βαπτιστή, που κήρυττε βάπτισμα μετανοίας, εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον (Μαρκ. 1,4), αλλά και του ίδιου του κυρίου μας Ιησού, που εγκαινιάζοντας την Νέα Διαθήκη, έδωσε για την σωτηρία του ανθρώπου από την αμαρτία το μυστήριο του βαπτίσματος. Επειδή όμως στον άνθρωπο και μετά το βάπτισμα έμεινε η τροπή προς την αμαρτία, για τον λόγο αυτό ο Κύριος έδωσε στους μαθητές Του και δι’ αυτών σε όλους τους διαδόχους τους, επισκόπους και πρεσβυτέρους, την εξουσία του «δεσμείν και λύειν» λέγοντας «λάβετε πνεύμα άγιον, αν τινών αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς, αν τινών κρατήτε κεκράτηνται» (Ιω. 20,23).
Στην αρχαία Εκκλησία η εξομολόγηση ήταν δημόσια. Οι πιστοί φώναζαν μέσα στο πλήθος τα αμαρτήματά τους και έλάμβαναν την συγχώρεση. Στις Πράξεις των Αποστόλων διαβάζουμε σχετικά: «Πολλοί των πεπιστευκότων ήρχοντο εξομολογούμενοι και αναγγέλλοντες τας πράξεις αυτών» (Πράξ. 19,18). Η εξομολόγηση ήταν υπόθεση της χριστιανικής κοινότητας. Θα λέγαμε ένα ειδοποιόν στοιχείον, που χαρακτήριζε την ενότητα της Εκκλησίας. Αυτό σήμαινε ότι η αμαρτία κάποιου μέλους της Εκκλησίας είχε αντίκρυσμα σε όλους τους αδελφούς εν Χριστώ, γιατί την Εκκλησία οι πρώτοι χριστιανοί την αισθάνονταν ως κοινό τους σπίτι. Και φυσικά ο κάθε αμαρτάνων θεραπευόταν και αποδεσμευόταν από την αμαρτία, όχι αφ’ εαυτού, αλλά θεραπευόταν με τους κανόνες που έβαζε η Εκκλησία δια των ποιμένων της μέσα στην χριστιανική κοινότητα. Ήταν θα λέγαμε η μετάνοια «κοινοβιακή». Την δημόσια εξομολόγηση, μόνο σ’ αυτήν την διάσταση πρέπει να την κατανοούμε εμείς οι ορθόδοξοι και όχι όπως νομίζουν ότι την κατανοούν οι σημερινοί προτεστάντες.
Κατόπιν, επειδή αυξήθηκε ο αριθμός των πιστών και έγινε δύσκολη η δημόσια εξομολόγηση, δόθηκε χάρισμα της εξομολογήσεως από τους επισκόπους και στους πρεσβυτέρους κι έτσι το μυστήριο της εξομολογήσεως έγινε κάτι το ιδιαίτερο -θα λέγαμε προσωπικό– για τον κάθε πιστό. Από τον υποχρεωτικό χαρακτήρα που είχε πρώτα, έπειτα αφέθηκε στη διάθεση του κάθε πιστού να προσέρχεται κατά τακτά διαστήματα, οπότε επιθυμούσε ο καθένας. Πιθανόν από τον 3ο αι, έπειτα από τους διωγμούς του Δεκίου, ορίσθηκαν και οι πρεσβύτεροι να ασκούν την εξομολόγηση των πιστών, εξ αιτίας των πολλών πεπτωκότων, που αρνήθηκαν την πίστη τους κατά τους διωγμούς.
Οι μετανοούντες της αρχαίας Εκκλησίας, ανάλογα με τα αμαρτήματα που είχαν διαπράξει κατατάσσονται σε διάφορες κατηγορίες μετανοούντων. Τα επιτίμια, δηλ. οι κανόνες που έβαζε η Εκκλησία σ’ αυτούς, ήταν καθορισμένα για την κάθε κατηγορία. Έτσι έχουμε 4 κατηγορίες μετανοούντων:
Α) Των προσκλαιόντων ή χειμαζομένων. Αυτοί κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας παρέμεναν έξω, στο προαύλιο του ναού και ζητούσαν συγχώρεση από τους πιστούς που εισέρχονταν σ’ αυτόν.
Β) Των ακροωμένων. Αυτοί έμεναν στον νάρθηκα του ναού μαζί με τους κατηχουμένους, κατά την ώρα των λεγομένων «κατηχουμένων».
Γ) Των υποπιπτόντων. Αυτοί έμεναν εντός του κυρίου ναού, γονυκλινείς και δακρύοντες και απέρχονταν μαζί με τους κατηχουμένους.
Δ) Των συνισταμένων. Αυτοί έμεναν εντός του ναού όρθιοι, μαζί με τους πιστούς, αλλά δεν μετελάμβαναν τα άχραντα μυστήρια.
Καθένα από τα στάδια αυτά διαρκούσε από ένα έως τρία έτη. Και τα τέσσερα ανωτέρω επιτίμια εκτελούνταν βιωματικά μέσα στον χρόνο του ναού, μέσα στον χώρο του ναού, μέσα στην χριστιανική κοινότητα.

15. Ποιά η θέση της Εκκλησία μας για το πάρτυ του εργένη «THE BACHELOR PARTY»;

Η Δύση φαίνεται ιδιαίτερα κατά τους τελευταίους αιώνες ήταν και είναι μια πρόκληση για μίμηση εκ μέρους της Ανατολής. Πριν από πολλούς αιώνες όταν η Δύση δεν είχε αναπτύξει πολιτισμό, τότε συνέβαινε το αντίθετο. Δηλαδή η Δύση δανειζόταν πολιτισμό από την Ανατολή. Πόσο όμως παράξενα είναι τα πράγματα! Οι φωτοδότες – Ανατολικοί να γίνονται εξ αιτίας του άκριτου μιμητισμού μιμητές ξένων στοιχείων και παραδόσεων προς τις δικές τους παραδόσεις.
Ένα νέο φρούτο προέκυψε κατά τα τελευταία χρόνια στην καθ’ ημάς Ανατολή και στο γάμο. Στην αποχριστιανοποιημένη και άκρως υλιστική Δύση ξεκίνησε ένα έθιμο. Αυτό το έθιμο έχει το όνομα Bachelor party και γίνεται την προηγουμένη ημέρα της τελέσεως του μυστηρίου του γάμου.
Τι είναι αυτό το Bachelor party; Είναι μια θα λέγαμε γιορτή προς τιμήν του μέλλοντος γαμπρού ή της μελλούσης νύφης σε κάποιο νυχτερινό κέντρο διασκεδάσεως, ή ακόμη και κάποια διοργανούμενη γιορτή στη μορφή των πάρτυ σε φιλικό σπίτι. Αυτό όμως το πάρτυ δεν έχει να κάνει με μια σεμνή γιορτή του τύπου που γνωρίζουμε, ως είναι των γενεθλίων, αλλά έχει σχέση με κάποιο πρόγραμμα άκρως πονηρό, σεξουαλικό. Οι διοργανωτές αυτών των πάρτυ σκεπτόμενοι με ποιο τρόπο καλύτερα θα διασκεδάσουν τον μέλλοντα γαμπρό ή νύφη, φίλο ή φίλη τους, τους προσκαλούν κατά την τελευταία νύχτα της αγαμίας τους να ξεδώσουν και για τελευταία φορά να ερωτοτροπήσουν ελεύθερα ή καλύτερα να πορνεύσουν με μία άλλη ύπαρξη, έχοντας ως ελαφρυντικό την αυριανή δέσμευσή τους με το γάμο.
Φυσικά κάποιες φορές αυτά τα πάρτυ γίνονται για να οργιάσουν και οι ίδιοι οι διοργανωτές τους. Αντιλαμβανόμεθα το μέγεθος της κραιπάλης αυτής της γιορτής!
Ως πνευματικός εξομολόγος πολλές φορές άκουσα στο πετραχήλι μου νέους και νέες που διασκέδασαν κατ’ αυτά τα πάρτυ πορνεύοντας μια ακριβώς ημέρα πριν την τέλεση του ιερού μυστηρίου του γάμου τους.
Μπροστά λοιπόν σ’ αυτήν την δαιμονική διαστροφή απαιτείται μια τοποθέτηση με βάση την Ορθόδοξη διδασκαλία και την Ιερά Παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας σε τέτοιου είδους ξενόφερτα έθιμα.
Το ιερό Μυστήριο του γάμου είναι θεοπαράδοτο. Ως εκ τούτου δεν μπορεί να προσεγγίζεται επιπόλαια και χωρίς πνευματική προετοιμασία. Η πνευματική προσέγγιση αυτού του μυστηρίου δεν είναι υπόθεση μιας συγκεκριμένης ώρας, αυτής ενν. της στιγμής της ιερολογίας του μυστηρίου, αλλά απαιτεί εκ μέρους των μελλονύμφων, αλλά και των κουμπάρων, εξομολόγηση και ειλικρινή μετάνοια.
Έτσι πριν το μυστήριο του γάμου προηγείται εκ μέρους των μελλονύμφων μια περίοδος πνευματικής γνωριμίας. Αυτή συνιστάται στο δίπολο: α) πνευματικός–εξομολόγος και μελλόνυμφοι και β) γαμπρός και νύφη.
Στην μεν πρώτη περίπτωση υπάρχει από κοινού συχνή επαφή μελλονύμφων με εξομολόγο. Αυτό σημαίνει κοινός πνευματικός αγώνας, άσκηση, εγκράτεια, προσευχή, κοινή θεία μετάληψη.
Στη δε δεύτερη περίπτωση μεταξύ των μελλονύμφων απαιτείται κοινός αγώνας, υπομονή, αλληλοκατανόηση, τήρηση των Εντολών του Θεού, αλληλογνωριμία σε θέματα ψυχής, πίστεως, οικογένειας, γονέων, συγγενών και φίλων.
Οι παράνυμφοι (δηλ. οι κουμπάροι) δεν είναι κομπάρσοι της θεατρικής παράστασης (sic), οι δωροθέτες ή οι πορτοφολάδες του ιερού μυστηρίου του γάμου, αλλά είναι οι εν Χριστώ αδελφοί και οι εγγυητές για την θεμελίωση και στερέωσή του. Ως εκ τούτου οι κουμπάροι καλόν θα είναι να κάνουν πνευματική ζωή, να είναι πιστοί, με εξομολόγηση, τακτικό εκκλησιασμό και μετοχή των αχράντων Μυστηρίων. Κι αυτό γιατί οι παράνυμφοι με τη συμβουλή και το παράδειγμά τους πολλά μπορούν αν συνεισφέρουν προς το νέο ζευγάρι.
Για την καλύτερη βίωση του μυστηρίου του γάμου και της ιερολογίας του απαιτείται εκ μέρους των μελλονύμφων προετοιμασία για μετοχή στα άχραντα Μυστήρια. Η προσέγγιση στο μυστήριο του γάμου απαιτεί όχι μόνον εξωτερική καθαρότητα, αλλά πρωτίστως και κυρίως εσωτερική πνευματική. Αυτό για να γίνει, οφείλει το μελλόνυμφο ζευγάρι να συμμετέχει ανήμερα του γάμου τους στο ιερό Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Δηλ. εάν ο γάμος είναι να τελεσθεί την Κυριακή το μεσημέρι, εξυπακούεται ότι οι μελλόνυμφοι μπορούν να μεταλάβουν το πρωί στην Κυριακάτικη Θεία Λειτουργία. Εάν ο γάμος θα τελεσθεί το Σάββατο το απόγευμα (σημ. καλόν θα είναι οι γάμοι να τελούνται κατά την Κυριακή που είναι ημέρα της Αναστάσεως και όχι τα Σάββατα που είναι οι ημέρες των κεκοιμενένων), οι μελλόνυμφοι θα μπορούν να προσέλθουν κατά την Θεία Λειτουργία μπορούν οι μελλόνυμφοι θα μπορούν να προσέλθουν κατά την Θεία Λειτουργία μπορούν οι μελλόνυμφοι να ζητήσουν από τον εφημέριό της να την τελέσει ανήμερα του γάμου τους προκειμένου να μεταλάβουν.
Ως εκ τούτου με’ αυτήν την πνευματική προετοιμασία του γάμου ευαρεστείται ο Θεός μας. Εν αντιθέτω περίπτωση ο διάβολος χαίρεται όταν πετυχαίνει βαπτισμένα μέλη της Εκκλησίας να παρασύρονται κι αντί να οικοδομούν πάνω στις Ευαγγελικές αρχές και τις Ιερές Παραδόσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, να συμμετέχουν σε τέτοιου είδους δαιμονικά συμπόσια, όργια και σαρκολατρικές εκδηλώσεις που αντί να οδηγούν σε ψυχοσωματική ένωση των μελλονύμφων, οδηγούν σε μελλοντικούς χωρισμούς και διαζύγια.
Τέλος η Ορθόδοξη Εκκλησία βλέπει την προετοιμασία για το γάμο ως μια ιερή σωτηριολογική υπόθεση που οδηγεί σε αγάπη και έρωτα τους ανθρώπους μέχρι του βιολογικού τους θανάτου και επέκεινα στην Παραδείσια κατάσταση και όχι ως μια διασκέδαση που έχει ημερομηνία λήξεως, δηλ. με το διαζύγιο και πολλά αλλά έκτροπα.
Για τον λόγο αυτό επειδή το έθιμο του bachelor party δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με την Ορθόδοξη Πατερική σκέψη και Παράδοση της Εκκλησίας μας, επειδή είναι μια πλάνη και μια ψευδαίσθηση ωραιοποιήσεως της αμαρτίας, έστω κι αν αυτή είναι πορνεία και μάλιστα θεσμο-εθιμοτυπημένη, επειδή αυτό το έθιμο μολύνει τον άσπιλο χαρακτήρα του ιερολογημένου γάμου, συνιστούμε την αποφυγή αυτού ως εθίμου ξενόφερτου και κακόγουστου, στην καθ’ ημάς Ορθόδοξη Ανατολή και Ιερά Παράδοση και προτρέπουμε τους νέους μας, εκείνους που αγαπούν και στηρίζονται στον εν Τριάδι Θεό μας, να μη συμμετέχουν σε τέτοια πειρασμικά πάρτυ.
Επιπροσθέτως σημειώνουμε κάποιες προσωπικές πνευματικές εμπειρίες μας. Κάποιοι νέοι που παρασύρθηκαν σε τέτοια πάρτυ κι ενώ ήταν από καιρό έτοιμοι με το μυστήριο της εξομολογήσεως να μεταλάβουν των Άχραντων Μυστηρίων έφθασαν ψυχικά ράκη μπροστά στο μυστήριο του γάμου τους. Κάποιοι πάλι μελλόνυμφοι μετανοημένοι εξ αιτίας της σαρκικής τους πτώσης προ του γάμου τους προσέτρεξαν στον πνευματικό τους λίγα λεπτά προ της τελέσεως του γάμου τους ελεγχόμενοι συνειδησιακά, να εξομολογηθούν τις σαρκικές εκτροπές τους χάνοντας την ωραία ψυχική διάθεση που θα ήθελαν να έχουν για το ίδιο μυστήριο του γάμου τους. Υπήρξε δε κάποια φορά που γαμπρός αντί να χαίρεται κατά την μοναδική ανεπανάληπτη στιγμή της ζωής του που ήταν ο γάμος του, να νυστάζει κατά την τέλεση του μυστηρίου και τα μάτια του να κλείνουν από το ξενύχτι, το ποτό και την σωματική κραιπάλη.
Αλλά δυστυχώς σήμερα η υλόφρονα κοινωνία μας επικροτεί περισσότερο τέτοιες κραιπάλες και υιοθετεί άκριτα τέτοια ξενόφερτα έθιμα, παρά επαινεί εκείνους τους νέους που αγνεύουν και είναι καθαρά σωματικώς.
Οι γονείς, οι πνευματικοί πατέρες, όσοι έχουν φόβο Θεού πρέπει να νουθετούν, να συμβουλεύουν τη νεολαία μας και ως προς αυτό το θέμα. Η δικαιολόγηση τέτοιων πάρτυ, αντί να βοηθά, επιτείνει το πρόβλημα της διαστραμμένης κοινωνίας μας. Κι αν σήμερα η διαστροφή θεωρείται άθλος, αντιλαμβανόμεθα ποιο θα είναι το επόμενο έθιμο; Άραγε η μείωση των γάμων, η αύξηση των διαζυγίων, η ελεύθερη συμβίωση, αλλά και των υγιών σαρκικών συζυγικών σχέσεων μήπως έχει την αιτία του σε ξένους δαιμονικούς μιμητισμούς; Καιρός να κάνουμε την περισυλλογή μας.

16. Πολλοί εκ των πιστών, κληρικοί και λαϊκοί, ερωτούν εάν οι ευχές του Ευχολογίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας είναι όλες σωστές ή όχι, και ποιό είναι το κριτήριο της ενσωμάτωσης αυτών στο Ευχολόγιον;

Το ερώτημα εάν οι ευχές είναι σωστές ή όχι, μπορεί να απαντηθεί με ένα άλλο ερώτημα του τύπου: Ποια είναι η χρηστική σημασία του εν χρήσει σήμερα «Μικρού Ευχολογίου» του επισήμου οργανισμού εκδόσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος, δηλ. της Αποστολικής Διακονίας που τυγχάνει, κοινώς αποδεκτός και απ’ όλες τις ελληνόφωνες Εκκλησίες και Ορθόδοξα Πατριαρχεία;
Όταν η επίσημη Εκκλησία θεσμοθετεί και αποφασίζει Συνοδικά τα λειτουργικά βιβλία της αυτό σημαίνει ότι η αποδοχή αυτών (ενν. των λειτουργικών βιβλίων) εκ μέρους των κληρικών που υπάγονται στη συγκεκριμένη Συνοδική Εκκλησία είναι κανόνας προς τήρησιν. Άρα η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι μήπως θα πρέπει η επίσημη Εκκλησία να επαναπροσδιορίσει τα του Ευχολογίου της, σε νέα βάση, απαλείφοντας ορισμένες ευχές που δεν έχουν ορθόδοξες θέσεις, ως είναι για παράδειγμα οι συγχωρητικές ευχές εις κεκοιμημένους εις πάσαν αράν και αφορισμόν1;
Για να γίνει αυτό απαιτείται θέληση εκ μέρους της Διοικούσης Εκκλησίας και φυσικά πολύ, μα πάρα πολύ δουλειά, όχι από έναν ή δύο εξειδικευμένους, αλλά από πολλούς ειδικούς….
Τίθεται όμως πολλές φορές στην ποιμαίνουσα Εκκλησία και εν προκειμένω στην Ειδική Συνοδική Επιτροπή επί της θείας Λατρείας το ερώτημα: Η Ορθόδοξη Εκκλησία πρέπει να επικροτεί τη νέα συγγραφική ποιητική και ευχολογική παραγωγή ή πρέπει να παραμένει στα μόνα υπάρχοντα και ήδη από αιώνων αποτυπωμένα στους χειρογράφους κώδικες και έντυπα Ευχολόγια, ευχές και ποιήματα; Και αν ναι, δηλ. αν αποδέχεται τις νέες παραγωγές, ποιος είναι εκείνος που κρίνει ότι κάτι πρέπει να εισαχθεί στα λειτουργικά μας βιβλία; Μήπως για παράδειγμα ένας εκδοτικός οίκος ή ένας οργανισμός; Μήπως για παράδειγμα ένα εκδοτικός οίκος ή ένας οργανισμός; Μήπως κάποιος ανεξάρτητος εκδότης; Μήπως κάποια Ιερά Μονή; Νομίζω, και ταπεινά το καταθέτω εκ πείρας, ότι η ανάθεση διορθώσεων ή επαυξήσεων των λειτουργικών βιβλίων ανατίθεται συνήθως σε ένα πρόσωπο, κατά πάντα αποδεκτό, εκ του εκκλησιαστικού κατεστημένου. Είναι όμως κι αυτό σωστό; Κάπως έτσι με τον ίδιο τρόπο έγιναν όλες οι εκδόσεις και γίνονται μέχρι και σήμερα2.
Στην ως άνω τοποθέτηση μπορεί να αντιτάξει κάποιος και να πει ότι κάπως έτσι ανέλαβε τη διόρθωση όλων των εκκλησιαστικών λειτουργικών βιβλίων με παρότρυνση και κατόπιν έγκριση του Οικουμενικού Πατριαρχείου ο Βαρθολομαίος Κουτλουμουσιανός. Η αλήθεια είναι αυτή, όμως ο Βαρθολομαίος Κουτλουμουσιανός ήταν «καλόγερος» δηλ. μοναχός και είχε άμεση τριβή και εξοικείωση με τα χειρόγραφα των πλουσίων Βιβλιοθηκών του λειτουργικού θεματοφύλακα του Αγίου Όρους και για τον πρόσθετο λόγο ότι ήταν βαθύς γνώστης της ελληνικής γλώσσης, της μουσικής με ότι αυτό συνεπάγεται, ακόμη της εκκλησιαστικής ποιήσεως και τέλος και το κυριότερο της λειτουργικής ζωής. Ήταν χαρισματικός. Αυτό που η ιστορία των λειτουργικών βιβλίων απέδειξε είναι ότι όλοι οι εκδότες εκ του προχείρου εξέδιδαν τα λειτουργικά βιβλία, κατά το δοκούν, αναθέτοντας δε πολλές φορές τις διορθώσεις σε φιλολόγους, θεωρώντας ότι η γνησιότητα αυτών των κειμένων εξαρτάται μόνο από το γραμματικώς αλάνθαστο!
Για τον λόγο αυτό φρονώ και πάλι ταπεινά, ότι το Ευχολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας θα πρέπει να περιβληθεί από την διοικούσα Εκκλησία με ιδιαίτερη φροντίδα, μεράκι και υπευθυνότητα. Και για να γίνει αυτό θα πρέπει να συσταθούν ειδικές επιτροπές που θα ασχοληθούν κριτικά με το «Ευχολόγιον». Ως τότε, εκόντες άκοντες θα υπομένουμε να ακούμε το τραγικό των ευχών: «Και είτε υπό κατάραν πατρός ή μητρός, είτε τω ιδίω αναθέματι υπέπεσεν ο δουλός σου ούτος, είτε τινά των ιερωμένων παρεπίκρανε, και παρ’ αυτού δεσμόν άλυτον εδέξατο, είτε υπό Αρχιερέως βαρυτάτω αφορισμώ περιέπεσε, και αμελεία και ραθυμία χρησάμενος, ουκ έτυχε συγχωρήσεως, συγχώρησον αυτώ δι’ εμού του αμαρτωλού και αναξίου δούλου σου…»3.

1 Βλ. Μικρόν Ευχολόγιον, εκδ. ιδ΄Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 1999.
2 Πβλ. Νέα έκδοση του Μικρού Ευχολογίου της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, εκδ. ΙΣΤ΄Αθήνα 2004, επιμέλεια του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Φαναρίου κ. Αγαθαγγέλου.
3 Μικρόν Ευχολόγιον, εκδ. ιδ΄Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, σ. 252.

17. Από ποιό μέρος του άρτου της προθέσεως εξάγουμε τις μερίδες των ζώντων και των κεκοιμημένων;

Πολλές φορές τίθεται αυτό το ερώτημα από πολλούς ιερείς. Όμως ευθύς εξ αρχής πρέπει να τονίσουμε ότι περί του ορθώς πρακτέου των τελουμένων κατά την ορθόδοξη Παράδοσή μας πρέπει να είμαστε πολύ επιφυλακτικοί. Συνηθίζουν κάποιοι ιερείς οι οποίοι ασχολούνται επισταμένως με τα θέματα της Τελετουργικής να αποφαίνονται ότι η δική τους άποψη περί του ενός ή του άλλου πρακτέου περί των τελουμένων είναι η σωστή και όχι η άποψη κάποιου άλλου. Η επιφύλαξη έγγειται στο γεγονός ότι περί των λεπτομερειών της τελετουργικής πράξεως πολύ ολίγα έχουν καταγραφεί στην χειρόγραφη παράδοσή μας. Οπότε ως ολίγα έχουν καταγραφεί στη χειρόγραφη παράδοσή μας. Οπότε ως συμπέρασμα καταλήγουμε να πούμε ότι πρέπει όλοι μας να είμαστε πολύ φειδωλοί στο να λέμε ότι η τάδε τελετουργική είναι πιο σωστή από κάποια άλλη. Η αλήθεια είναι ότι μέσα στους χειρόγραφους κώδικες, ιδιαίτερα στους παλαιούς, δεν υπάρχουν τελετουργικές σημειώσεις (rubbrichae=κόκκινα γράμματα). Η λεπτομέρεια της τελετουργικής πρακτικής εντασσόταν στην ζώσα προφορική παράδοση, από στόμα σε στόμα, από τον γέροντα κληρικό στο νεώτερο, από τον δάσκαλο στο μαθητή. Η τελετουργική θα λέγαμε ήταν μια ζωντανή προφορική «μετάγγιση», μια μαθητεία.
Για το θέμα μας αυτό πολύ αριστοτεχνικά και με κατανοητή σειρά μας κατέλειπε ο αείμνηστος καθηγητής και δάσκαλος της Λειτουργικής κυρ-Ιωάννης Φουντούλης1 τα ακόλουθα σημαντικά τα οποία και παραθέτουμε για μια ολοκληρωμένη και σφαιρική εικόνα περί της μνημονεύσεως των ονομάτων, ζώντων και κεκοιμημένων μετά μερίδων στην ιερά πρόθεση, χωρίς ώστοσο να ορίζει και από ποιο μέρος του προσφόρου γίνεται η εξαγωγή των μερίδων. Μεταξύ των πολλών προθέσεως ο ιερεύς εξήγε και έθετε στο δισκάριο μόνο τον αμνό. Ακόμη και κατά τον 14ο αι. μαρτυρείται από πολλά χειρόγραφα ότι ο ιερεύς μετά την εξαγωγή του αμνού, την σταυροειδή χάραξί του, την νύξι και την έκχυσι του οίνου και του ύδατος στο ποτήριο, έθετε αμέσως τον αστερίσκο στο δισκάριο και εκάλυπτε τα δώρα. Σε κώδικας της εποχής αυτής αρχίζει να εμφανίζεται ύψωσις και άλλων προσφορών στον πρόθεσι, εκτός από εκείνην από την οποία εξήχθη ο αμνός, εις την τιμήν του τιμίου σταυρού, της Θεοτόκου, των αρχαγγέλων, του Προδρόμου, ως και άλλων αγίων, αν υπήρχαν και άλλες προσφορές ή αν υπήρχε ανάγκη υψώσεως και άλλων, προφανώς τόσων όσων θα προεβλέπετο για να επαρκέσουν στην διανομή του αντιδώρου στο τέλος της θείας λειτουργίας. Μερίδες όμως προς τιμήν των προσώπων αυτών δεν εξήγοντο. Την ίδια εποχή παρουσιάζεται και η μνημόνευσις των ονομάτων των ζώντων και των τεθνεώτων και η ύψωσις υπέρ αυτών προσφορών, χωρίς και πάλι εξαγωγή μερίδων υπέρ αυτών».
«Διάταξις της θείας Λειτουργίας» του 12ου-13ου αι. (κώδιξ Εθνικής Βιβλιοθήκης Αθηνών 662) παρουσιάζει ακριβώς την τάξι αυτή. Μετά δηλαδή την ένωσι και πρίν από την κάλυψι των δώρων «λαμβάνει (ο ιερεύς) την ετέραν προσφοράν και λέγει: «Πρόσδεξαι, Κύριε, την θυσίαν ταύτην δια πρεσβειών της υπερευλογημένης δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας». Είτα λαμβάνει την τρίτην προσφοράν και λέγει: «Των τιμίων επουρανίων δυνάμεων ασωμάτων. Του τιμίου ενδόξου προφήτου προδρόμου και βαπτιστού Ιωάννου. Των αγίων και πανευφήμων αποστόλων» και αναφέρει ονόματα διάφορα. Και εις την τετάρτην προσφοράν μνημονεύει τον εορταζόμενον άγιον, εν η μετά το ειπείν το όνομα του της ημέρας αγίου λέγει «και πάντων σου των αγίων. Και μνήσθητι, Κύριε του αρχιεπισκόπου ημών (του δείνος), των ευσεβεστάτων και φιλοχρίστων βασιλέων ημών (των δείνα), του δούλου σου (δείνος, ήγουν του καθηγουμένου) και πάντων των αδελφών… και πάτνων των προκειμηθέντων…». Είτα μνημονεύει όσους βούλεται ζώντας κα νεκρούς».
Στην «Διάταξη της θείας λειτουργίας» του Πατριάρχου Φιλοθέου (14ος αι.) ευρίσκομε την παλαιοτέρα σαφή μαρτυρία για τον συνδυασμό του ανωτέρου μνημοσύνου με την εξαγωγή μερίδων. Οι διαφορές προς την σημερινή πράξι είναι καταφανείς: «Ο δε ιερεύς λαβών εν ταις χερσί την δευτέρα προσφοράν λέγει: «Εις τιμήν και μνήμην της υπερευλογημένης δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, ης ταις πρεσβείαις…»
Και αίρων μερίδα μετά της αγίας λόγχης τίθησιν εξ αριστερών του αγίου άρτου. Εν τη Τρίτη προσφορά λέγει: «Δυνάμει του τιμίου και ζωοποιού σταυρού. Των τιμίων επουρανίων δυνάμεων ασωμάτων… και πάντων σου των αγίων. Ων ταις ικεσίαις…». Και αίρων μερίδα μετά της αγίας λόγχης τίθησιν εξ αριστερών του αγίου άρτου. Εν τη Τρίτη προσφορά λέγει: «Δυνάμει του τιμίου και ζωοποιού σταυρού. Των τιμίων επουρανίων δυνάμεων ασωμάτων…. Και πάντων σου των αγίων. Ων ταις ικεσίαις…». Και ούτως αίρων την μερίδα τίθησιν αυτήν εν τω αυτώ μέρει ήτοι τω αριστερώ, υποκάτω δε τας λοιπάς εφεξής τίθησιν. Είτα λαμβάνων ετέραν προσφοράν λέγει: Υπέρ πάσης επισκοπής ορθοδόξων…». Είτα λέγει ο ιερεύς έκαστον όνομα ζώντων και τούτου αίρει των αμαρτιών των μακαρίων …και αίρει μερίδα. Ο δε διάκονος λαβών και αυτός προσφοράν και την αγία λόγχην λέγει ούτως: «Μνήσθιτι, Κύριε, της εμής αναξιότητος …» και τίθησι τας μερίδας εν τω κάτω μέρει του αγίου άρτου, ώσπερ και ο ιερεύς». Κατά την ίδια περίπου εποχή και ο Νικόλαος Καβάσιλας ομιλεί για την «προσαγωγήν» εκτός του πρώτου προσφόρου, από το οποίο εξάγεται ο αμνός, και άλλων άρτων «εις δόξαν της Πανγίας του Θεού Μητρός. Εις πρεσβείαν τούδε του αγίου ή τούδε. Εις αμαρτιών ψυχών άφεσιν ή ζώντων ή τεθνεώτων» και την εξαγωγή και προσφορά «μέρους εκάστου» (Ερμηνεία της θείας λειτουργίας, κεφ. 10).
Σε μεταγενέστερους από την Διάταξη του Φιλοθέου χρόνους ο αριθμός και η θέσις των μερίδων έλαβαν την σημερινή των μορφή και δεξιά του αμνού τίθεται η μερίς της Θεοτόκου, αριστερά οι εννέα μερίδες των αγίων, τα «τάγματα» και κάτω οι μερίδες των ζώντων και των τεθνεώτων. Ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης (+1429) και λειτουργικά χειρόγραφα της ίδιας εποχής μαρτυρούν με μικρές παραλλαγές την σύγχρονό μας πράξι. Ο Συμεών είναι και ο πρώτος που μας δίδει και το νόημα της πράξεως αυτής…. Ο σκοπός της προσφοράς των μερίδων υπέρ των ζώντων και των τεθνεώτων είναι ανάλογος. Και αι μερίδες αυταί προσφέρονται αντί των προσώπων, «υπέρ των πιστών, κεκοιμημένων μεν εις λύτρωσιν αμαρτιών και θείας χάριτος ένωσιν, ζώντων δε, ει μετανοία μόνον την ζωήν εξοικονομοιείν, εις δεινών απαλλαγήν, εις αμαρτημάτων άφεσιν, εις ζωής αιωνίου ελπίδα (Ερμηνεια, 102) ή «ως υπερ ημών και ταπεινών προσενεχθείσας των ιλασμού και μεσιτείας δεομένων και το μέγα έλεος του Θεού απεκδεχομένων (Διάλογος, Κεφ.94)»…
Οι μερίδες της προθέσεως εξάγονται και προσφέρονται προς τιμήν μεν των αγίων, προς ιλασμόν δε των ζώντων και των τεθνεώτων. Με την όλη τελεσιουργία αγιάζονται και μεταβιβάζουν τον αγιασμό σ’ όλα τα μέλη της Εκκλησίας, την οποία και τυπικώς εικονίζουν».
Εν συνέχεια καταθέτουμε κι εμείς το μικρό λιθαράκι μας επί του θέματος αυτού προσπαθώντας να απαντήσουμε στο ερώτημα. Ευθύς εξ αρχής για μερικούς επαΐοντες θα φανεί το θέμα μας άκρως τυπικόν. Για κάποιους άλλους άκρως σχολαστικόν. Εμείς όμως πιστεύουμε ότι είναι χρήσιμη και μόνο η καταγραφή των λειτουργικών μας πράξεων και για τον λόγο αυτό προσπαθούμε.
Κανονικά θα έπρεπε κατά την πρόθεση να χρησιμοποιείται ένας άρτος. «Εις άρτος παραλαμβάνεται εν τη Ευχαριστία και ου πολλοί, ότι εις Χριστός και ου πολλοί»2.
Ο π. Κων/νος Καλλίνικος σημειώνει σχετικά ότι η χρήση ενός άρτου κατά την πρόθεση φανερώνει ότι η πράξη αυτή είναι αρχαία3. Άλλωστε και ο απόστολος Παύλος αναφέρει ότι «ο άρτος ον κλώμεν, οχί κοινωνία του σώματος του Χριστού εστίν; Ότι εις άρτος, εν σώμα οι πολλοί εσμέν. Οι γάρ πάντες εκ του ενός άρτου μετέχομεν»4. Αλλά και ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος αναφέρει: «Ένα άρτον κλώντες, ος εστι φάρμακον αθανασίας, αντίδοτον του με αποθάνειν»5. Στα συγγράμματα του Διονυσίου του Αρεοπαγίτου λέγεται «η θειοτάτη του ενός και ταυτού και άρτου και ποτηρίου κοινή και ειρηναία μετάδοσις ομοτροπίαν αυτοίς ένθεον ως ομοτρόφοις νομοθετεί»6. Εκ των υστέρων όμως άρχισαν να χρησιμοποιούνται περισσότεροι. Ο π. Κων/νος Καλλίνικος αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «υπό την ώθησιν του διαρκώς στολίζειν και πολλαπλασιάζειν τα υφιστάμενα, ελησμονήθη η ωραία έννοια ην υπέθαλπεν η παλαιά απλότης…»7. Έτσι εισήχθησαν τρείς (την πράξη αυτή σημειώνει και ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης) ή πέντε άρτοι (πολλά χειρόγραφα) ή ακόμα και επτά (χειρ. Κωδ. Σινά 986 (15ου αι.). Εκ των υστέρων όμως σε δύσκολες εποχές πενίας των πιστών επινοήθηκε σ’ ένα πρόσφορο να τυπώνονται όλες οι μερίδες, η γνωστή μορφή σφραγίδας που σήμερα τη χρησιμοποιούμε κατά κόρον στις ενορίες μας. Σήμερα που υπάρχει ευμάρεια και τα πρόσφορα είναι περισσότερα, ευλαβέστατοι κληρικοί συνήθως χρησιμοποιούν τρία ή πέντε πρόσφορα.
Στο παραπάνω ερώτημα που αφορά το θέμα από ποιο μέρος του άρτου της προθέσεως εξάγονται οι μερίδες των ζώντων ή των κεκοιμημένων απλώς θα σημειώσουμε το τι επικρατεί στην καθ’ ημάς ελλαδική πράξη.

Ενοριακές πράξεις
1η. Συνηθίσουν κάποιοι ιερείς, όταν εξάγουν τον αμνό (ΙΣ,ΧΡ,ΝΙ,ΚΑ), κατά την τομή, προκειμένου να εξαχθεί καθ’ όλα τέλειος και ολοκληρωμένος ο αμνός, να κόπτουν τελείως το κάτω από τη σφραγίδα μέρος. Απ’ αυτό το τεμάχιο που φέρει συνήθως, στις εγχάρακτες σφραγίδες που κυκλοφορούν για τη χρήση των ενοριών, οι ιερείς εξάγουν τις μερίδες των ζώντων και των κεκοιμημένων. Συνήθως οι μερίδες εξάγονται με δύο τρόπους. Είτε από το κάτω μέρος, δήλ. Από την ψίχα, μεικτά τα ονόματα ζώντων και κεκοιμημένων, είτε από το επάνω μέρος, την κόρα, τα ονόματα των ζώντων, και από την ψίχα των κεκοιμημένων. Μερικοί εκ των ιερέων συνηθίζουν να εξάγουν τα ονόματα από το κάτω μέρος, δηλ. την ψίχα, σχηματίζοντας κατά την εξαγωγή σταυρό, οπότε οριζοντίως τα ονόματα των ζώντων και καθέτως μνημονεύουν τα ονόματα των κεκοιμημένων.
2η. Συνηθίζεται κατά την εξαγωγή του αμνού να εξάγεται το τεμάχιον το ευρισκόμενον επάνω του εξαχθέντος αμνού ως τεμάχιον από το οποίον εξάγονται οι μερίδες υπέρ των ζώντων και από το κάτωθεν του εξαχθέντος αμνού τεμάχιον υπέρ των κεκοιμημένων. Και τα δύο αυτά τεμάχια φέρουν στις σφραγίδες της ενοριακής χρήσης τον ίδιο ενσφραγιζόμενο τύπο με το του αμνού, δηλ το ΙΣ,ΧΡ,ΝΙ,ΚΑ. Και σ’ αυτή την περίπτωση όπου ισχύει αυτός ο τρόπος, άλλοι εκ των ιερέων εξάγουν από το σκληρό μέρος, δηλ. την κόρα, τις μερίδες των ζώντων, και άλλοι από το μαλακό μέρος του προσφόρου, δηλ. την ψίχα, τις μερίδες των κεκοιμημένων.
3η. Μια άλλη πράξη καταγράφεται από εκείνους τους ιερείς οι οποίοι χρησιμοποιούν πέντε πρόσφορα κατά την ακολουθία της προθέσεως. Κατ’ αυτήν την πράξη από το τέταρτο πρόσφορο εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και από το πέμπτο οι μερίδες των κεκοιμημένων.
4η. Μια συνηθέστερη πράξη θέλει οι μερίδες των ζώντων και κεκοιμημένων να εξάγονται μόνο από το τεμάχιο του προσφόρου το ευρισκόμενο επάνω του αμνού. Και από το μέρος της κόρας να εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και από το κάτω, την ψίχα, οι μερίδες των κεκοιμημένων.
5η. Παρόμοια πράξη ορίζει από το επάνω μέρος του αμνού που φέρει κι αυτό την σφαγίδα ΙΣ ΧΡ ΝΙ ΚΑ να εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και από το κάτω μέρος του αμνού που φέρει κι αυτό την σφραγίδα ΙΣ ΧΡ ΝΙ ΚΑ να εξάγονται οι μερίδες των κεκοιμημένων.
6η. Στη χειρόγραφη λειτουργική παράδοση εντοπίσαμε εκτός των πέντε προσφόρων8 και τη χρήση επτά άρτων9. Για μεν την παράδοση των πέντε προσφόρων, που είναι και η πιο συνηθισμένη, από τον τέταρτο άρτο εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και από τον πέμπτο οι μερίδες των κεμοιμημένων. Για την σπάνια παράδοση που αναφέρεται στη χρήση επτά προσφόρων συμβαίνει από τον πρώτο άρτο να εξάγεται ο αμνός. Από τον δεύτερο εξάγεται η μερίδα της Παναγίας. Από τον τρίτο άρτο εξάγεται μια μερίδα υπέρ των φιλοχρίστων βασιλέων, του παλατίου και του στρατοπέδου αυτών καθώς επίσης και του αρχιεπισκόπου και του καθηγουμένου μετά πάσης της αδελφότητος, πρεσβυτέρων, διακόνων, υποδιακόνων, αναγνωστών και πάσης της διακονίας. Για όλους αυτούς εξάγεται μια μερίδα από το τέταρτο άρτο και τίθεται ακριβώς κάτω από τον αμνό. Από το πέμπτο πρόσφορο εξάγονται μερίδες υπέρ των ζώντων. Ο λειτουργός εξάγει όσες μερίδες επιθυμεί μνημονεύοντας όσους θέλει. Από το έκτο πρόσφορο εξάγεται μία μερίδα υπέρ των κτητόρων της μονής, πάντων των προαναπαυσαμένων πατέρων και αδελφών και απανταχού ορθοδόξων, μνημονεύονται κατ’ όνομα οι κεκοιμημένοι, όσους επιθυμεί και θέλει ο λειτουργός. Από την έβδομη προσφορά εξάγεται μερίδα υπέρ του προσκομίζοντος δια την συγχώρησιν παντός πλημμελήματος εκουσίου και ακουσίου. Κατά την περίπτωση αυτή ουδείς λόγος γίνεται από ποιο μέρος των προσφόρων εξάγονται οι μερίδες.
7η. Μια έβδομη παράδοση, πιθανόν ρωσικής προελεύσεως, θέλει τη χρήση δύο ή τριών προσφόρων για τις εξαγωγές των βασικών μερίδων, ήτοι αμνού, Παναγίας και Ταγμάτων, ενώ για τις μνημονεύσεις ζώντων και κεκοιμημένων εξάγονται μερίδες από όλα τα προσφερθέντα πρόσφορα των πιστών. Η εξαγωγή γίνεται από το επάνω σκληρός μέρος, την κόρα.
8η. Παρόμοια με την παραπάνω περίπτωση έχουμε δει ιδίοις όμμασι εις Θεσσαλονίκην εισαγωγήν νέας συνηθείας, όπου υπάρχουν έτοιμα πολύ μικρά αρτίδια έχοντας πάνω την σφραγίδα ΙΣ ΧΡ ΝΙ ΚΑ τα οποία προμηθεύονται οι πιστοί κατά την είσοδό τους στον ναόν και ακολούθως από αυτά προσκομίζει ο λειτουργός τα ονόματα των ζώντων και κεκοιμημένων, εξάγοντας τις μερίδες του κάθε πιστού από το αρτίδιό του.

Μοναστική πράξη
1η. Στο Άγιο Όρος συνηθίζεται να χρησιμοποιούνται δύο πρόσφορα κατά την πρόθεση. Το μέγεθος των προσφόρων είναι μικρό. Το πρώτο πρόσφορο φέρει μόνο τη σφραγίδα του αμνού. Το δεύτερο πρόσφορο, που είναι επίσης μικρό, φέρει τις σφραγίδες της Παναγίας, των εννέα Ταγμάτων και στο πάνω μέρος υπάρχουν δύο μικροί αμνοί. Πολλές φορές σε μικρά κελλιά ή καθίσματα συνηθίζουν οι λειτουργοί πατέρες να χρησιμοποιούν ένα μόνο πρόσφορο. Περί του θέματος που μας απασχολεί οι μερίδες των ζώντων και των κεκοιμημένων εξάγονται, όταν λειτουργούνται δύο πρόσφορα, όχι από τον πρώτο αμνό, αλλά από το δεύτερο. Έτσι αφού πρώτα ο λειτουργός εξάγει τις μερίδες τους Παναγίας και των Ταγμάτων, απομονώνει το επάνω μέρος που βρίσκονται αποτυπωμένοι οι δύο αμνοί και από εκείνο το κομμάτι εξάγει τις μερίδες των ζώντων και των κεκοιμημένων. Συμβαίνει άλλοι από τους ιερείς να σχηματίζουν από το μέρος της ψίχας σταυρό και να εξάγουν τις μερίδες για μεν τους ζώντες από την οριζόντια γραμμή για δε τους κεκοιμημένους από την κάθετη. Άλλοι πάλι πατέρες εξάγουν από το επάνω μέρος την κόρα, τις μερίδες των ζώντων και από το κάτω, την ψίχα, των κεκοιμημένων. Όταν ο λειτουργός χρησιμοποιεί το ένα πρόσφορο, τότε από τον εναπομείναντα αμνό του προσφόρου εξάγει τις μερίδες των ζώντων και των κεκοιμημένων κατά τους τρόπους που καταγράψαμε ανωτέρω.
Τέλος, πρέπει να σημειώσουμε ότι κατά την παράδοση της Εκκλησίας ποτέ από το ίδιο πρόσφορο δεν εξάγονται περισσότεροι αμνοί. Αυτό μπορεί για παράδειγμα να συμβαίνει κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, όταν ο ιερέας προκειμένου να προετοιμάσει Προηγιασμένες για τις μη λειτουργικές ημέρες της εβδομάδος καλείται να εξάγει τόσους αμνούς όσες και οι Προηγιασμένες ακολουθίες των Τιμίων Δώρων. Ποτέ όμως δεν κάνει εξαγωγές αμνών από το ίδιο πρόσφορο10.
Φυσικά εκτός των ανωτέρω περιγραφομένων τρόπων εξαγωγής μερίδων υπέρ των ζώντων και κεκοιμημένων μπορεί πιθανόν να υπάρχουν και άλλες πράξεις τις οποίες αγνοούμε, τις οποίες όμως θα θέλαμε να μας κατέθεταν οι σεβαστοί ιερείς για την ολοκλήρωση αυτής της περιγραφής και προς μελλοντικήν επεξεργασίαν.

1 Για περισσότερα και αναλυτικότερα στο μνημειώδες έργο του αειμνήστου κυρ-Ιω. Φουντούλη, «Απαντήσεις εις λειτουργικάς απορίας, τ. Β΄(151-300)», εκδ. 3η Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1989, ερωτ. 180, 181, 182, σσ. 82-92.
2 Σωφρονίου Ιεροσολύμων, P.G. 87, 3989. Κατ’ αυτόν η σφραγίδα του προσφόρου προέρχεται από τον Μ. Βασίλειο.
3 Πρωτ. Κων/νου Καλλινίκου, «Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ», εκδ. 4η Γρηγόρη, αθήνα 1969, σ. 311.
4 1. Κορ. 10,16.
5 Ιγνάτιος προς Εφες. Παράγρ.20 & Πρωτ. Κων/νου Καλλινίκου, σ. 311.
6 Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Περί εκκλησιαστικής ιεραρχίας Γ΄3, P.G. 3, 428.
7 Πρωτ. Κων/νου Καλλινίκου, «Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ», εκδ. 4η Γρηγόρη, Αθήνα 1969, σ. 311.
8 DM, τ ΙΙ, σ. 263-264: Σε ειλητάριο της Μονής Εσφιγμένου Αγίου Όρους του έτους 1306 μ.Χ. γίνεται μνεία χρήσης πέντε προσφορών κατά την πρόθεση. Από το τέταρτο εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και από το πέμπτο οι μερίδες των κεκοιμημένων. Από ποιο ακριβώς μέρος του προσφόρου γίνεται η εξαγωγή των μερίδων δεν αναφέρεται εις το χειρόγραφον. Πέντε πρόσφορα αναφέρει επίσης και ειλητάριο της Μονής Πάτμου 716 (16ου αι.) στο DM, τ. ΙΙ, σ. 919-920. Κατά το χειρόγραφο αυτό από το πέμπτο πρόσφορο εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και κεκοιμημένων. Ο Άγιος Συμεών Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης αναφέρει ότι κατά την πρόθεση χρησιμοποιεί ο ιερεύς τρία πρόσφορα (Περί των εν Προσκομιδή τελουμένων, P.G. 115, 264AB, και Περί των προσφερομένων εν τη προθέσει μερίδων υπέρ των αγίων και πάντων των ευσεβών P.G. 115, 280CD-281A, 284BC «έπειτα και λοιπάς προσφέρει μερίδας. Προηγουμένως μεν υπέρ του αρχιερέως, επεί της ιερωσύνης εστί πηγή, έπειτα δε υπέρ παντός ιερατικού τάγματος, των λειτουργούντων τω μυστηρίω δει γαρ πρώτον λαμβάνειν τον κοπιώντα, ως και τω Παύλω δοκεί, είτα υπέρ των πιστών βασιλέων των προμαχούντων της ευσεύβειας, και σωτηρίας αυτών, και του φιλοχρίστου λαού, μεθ’ ους του καθηγουμένου, ει εν μονή τα της τελετής, και της λοιπής αδελφότητος, ει δε εν ναώ τινι , υπέρ του ανεγείραντος, ή την μνήην τελούντος, και των συναγομένων εκείσε. Και έτι υπέρ του προσενέγκοντος, και υπέρ ων τα δώρα προσήγαγε. τελευταίον δε υπέρ των εν Χριστώ κοιμηθέντων, και παντός ιερατικού τάγματος και μοναχικού, και έτι πάντων των ορθοδόξων τελειωθέντων πιστών, αλλά και υπέρ ων έτι βούλεται ή οφείλει ο ιερεύς. Και τελευταίον κοινώς προσφέρει μερίδα υπέρ πάσης ψυχής Χριστιανών ορθοδόξων. Και την ευχήν επιλέγει πάσαν, προς Θεόν αναφέρων τα ρήματα, ην λε΄γομεν εν τη των αγρυπνιών λιτανεία, «Πρόσδεξαι Κύριε, λέγων την θυσίαν ταύτην εις το επουράνιόν σου θυσιαστήριον υπέρ πάσης ψυχής Χριστιανών θλιβομένης τε και καταπονουμένης, ελέους σου και βοηθείας επιδεομένης», και τα λοιπά άρχι τέλους» P.G. 115,892D-893A).
9 Σινά 986 (15ου αι), DM, τ. ΙΙ, σ. 603-605.
10 Σημειωτέον ότι η εξαγωγή πολλών αμνών μπορεί να γίνει μόνο από πρόσφορο που φέρει τη σφραγίδα με τρεις αμνούς, Σχετικό ερώτημα ετέθη εις τον αείμνηστον καθηγητήν της Λειτουργικής Ιω. Φουντούλη, στο βιβλίο του «Απαντήσεις εις λειτουργικάς απορίας, τ. Α΄(1-150)», εκδ. γ΄Αποστολικής Διακονίας Αθήνα 1988, ερωτ. 41, σ. 88.

18. Λειτουργικές επισημάνσεις για το «Ευχολόγιον»

Το λειτουργικόν βιβλίον «ΕΥΧΟΛΟΓΙΟΝ» δεν είχε τη μορφή που σήμερα έχει. Ήταν πάντοτε ένα λειτουργικό βιβλίο που χρησιμοποιούνταν από αρχιερείς και ιερείς σ’ έναν συγκεκριμένο τόπο. Για παράδειγμα το Ευχολόγιο μιάς Μονής περιελάμβανε μόνο εκείνες τις ευχές που είχαν σχέση με τη μοναστική ζωή, δηλ. περιελάμβανε οπωσδήποτε την ακολουθία του Μεγάλου Αγγελικού Σχήματος και όχι φυσικά ευχές γεννήσεως νηπίων και λεχώνων. Κάθε αρχιερεύς είχε την προσωπική του συλλογή ευχών, εκείνες που χρειάζονταν κατά την ενάσκηση των λειτουργικών του απαιτήσεων. Άρα το Μεγάλο Ευχολόγιο ή επιτομή αυτού, δηλ. Το Μικρόν Ευχολόγιον, δεν αποτελεί εξ αρχής ένα συγκεκριμένο σώμα ευχών με συγκεκριμένες ευχές για διάφορες περιπτώσεις της ζωής των πιστών, αλλά η ποσότητα των ευχών άλλαζε κατά καιρούς με νέες προσθήκες ευχών αναλόγως των περιστάσεων που απαιτούσε ο σύγχρονος βίος και οι απαιτήσεις των πιστών. Για παράδειγμα σήμερα γίνονται νέα έργα εξυπηρετήσεως των ανθρώπων, όπως το Μετρό. Όταν καλείται η Εκκλησία να εγκαινιάσει κάποιο τέτοιο ή παρόμοιο σύγχρονο έργο πρέπει να διαβάσει και μια σχετική ευχή. Αυτό κάνει η ποιμαίνουσα Εκκλησία. Κάποιος ποιμένας, αριχερέας ή ιερέας συγγράφει ή αναθέτει σε κάποιον ειδικό υμνογράφο τη σύνταξη μιας νέας ευχής. Αυτή η νέα ευχή μπορεί να έχει μεγάλη διάδοση στους εκκλησιαστικούς κύκλους αναλόγως της μεγάλης χρησιμότητάς της που η ανάγκη των περιστάσεων απαιτεί. Έτσι για παράδειγμα η ευχή της πίτας προς τιμήν του αγίου Φανουρίου που συνεγράφη από τον Σεβ. Μητροπολίτη Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας κυρό Τιμόθεο Ματθαιάκη (στο Ευχολόγιό του περιλαμβάνει εξειδικευμένες ευχές) έλαβε μεγάλη διάδοση, εξ αιτίας της ανάγκης και απαιτήσεως των πιστών να διαβάζονται οι φανουρόπιτες σε όλους τους Ιερούς Ναούς. Κατόπιν υπήρξαν και άλλοι ποιητές που συνέγραψαν και δεύτερη και Τρίτη και τέταρτη ευχή και πιθανόν παραπάνω επί ευλογίας πίτας Αγίου Φανουρίου. Κι αυτό είναι παραδοσιακό το να υπάρχει και δεύτερη και Τρίτη ή ακόμη και περισσότερες ευχές πράξη δόκιμη της Εκκλησίας μας πιθανόν για εναλλαγή ή διαφορετική επιλογή, όπως διαπιστώνεται από μια απλή και μόνο φυλλομέτρηση του Ευχολογίου της Εκκλησίας μας. Άρα καταλήγουμε να πούμε ότι σε πρώτη φάση οι ευχές λειτουργούν τοπικά και ακολούθως αναλόγως της χρησιμότητάς τους μπορούν να επεκταθούν και παγκοσμίως. Η υιοθέτηση μιας ευχής ή ακόμη και περισσοτέρων ευχών στο επίσημο Ευχολόγιον, έχουμε νέες προσθήκες, στις ήδη παλαιές ευχές. Κάποιες ευχές από τις παλαιές που υφίστανται μέχρι σήμερα στο Ευχολόγιον παραμένουν σε αχρηστία, ενώ κάποιες νεώτερες χρησιμοποιούνται κατά κόρον.
Άρα λοιπόν το «Ευχολόγιον» θα κατέληγα να σημειώσω ότι είναι ένα συνεχώς μεταβαλλόμενον λειτουργικό βιβλίο και δεν πρέπι να επιδέχεται «ιεροποιήσεις». Και φυσικά ότι ανθρώπινο και τρεπτό. Ότι ανθρώπινο και πιθανόν κάποιες φορές εκ ζήλου λανθασμένου. Αυτό όμως ας το κρίνει η ιστορία, ή μάλλον το Ευχολόγιο ή κάποιες από τις εκδόσεις του κρίνονται από τους χρήστες αυτών (ενν. των βιβλίων) που είναι οι ιερείς μας. Ο κάθε ποιμένας μπορεί και πρέπει να έχιε την ελευθρερία να χρησιμοποιεί ευχές και δεήσεις που κρίνει ο ίδιος κατά περίσταση και που πιθανόν η εν αγίω Πνεύματι φώτισή του να μην έχει αποτυπωθεί σε κανένα χειρόγραφο ή έντυπο ευχολόγιο. Αυτό φαίνεται ότι αποδεικνύει η πορεία της Εκκλησίας μας.
Η δια Συνοδικής Αποφάσως έγκριση προς έκδοση του «Ευχολογίου» της Εκκλησίας μας έχει το θετικό στοιχείο της θεσμοθέτησης των ευχών από αλλοιώσεις που τυχόν μπορεί να παρεισεφρύσουν, είτε από αδαείς κληρικούς, είτε από επιτήδειους αιρετικούς, που η ιστορία απέδειξε ότι δυστυχώς υπήρξαν και υπάρχουν. Όμως το Πανάγιον Πνεύμα συνεχώς θα φωτίζει και νέους υμνογράφους και συντάκτες ακολουθιών και ευχών να συγγράφουν εν αγίω Πνεύματι τα ποιήματά τους προς δόξαν Θεού.
Η Ιερά Σύνοδος οφείλει εκ των υστέρων να θεσμοθετεί ενσωματώνοντας τέτοιες ευχές στα λειτουργικά της βιβλία, αναλόγως των λειτουργικών της αναγκών και απαιτήσεων. Πάντως χρειάζεται και εκ της Ιεράς Συνόδου δια των Επιτροπών της κατά τη σύνταξη του «Ευχολογίου» της που ήδη ανακοινώθηκε ότι θα προβεί στην έκδοσή του να εκκαθάρει ότι άχρηστο και να κρατήσει ότι σωστό ή ακόμη και να το επαυξήσει λαμβάνοντας σοβαρά υπόψιν τις νέες απαιτήσεις της ζωής των πιστών.

19. Πῶς πρέπει νὰ διαβάζει ὁ ἱερέας τὶς λεγόμενες Περιστατικὲς Εὐχὲς τοῦ Εὐχολογίου; Ποιά ὀφείλει να εἶναι ἡ ἱερατική του ἔνδυση;

Στὸ Εὐχολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ὑπάρχουν πολλὲς περιστατικὲς εὐχὲς γιὰ διάφορες περιπτώσεις, καταστάσεις καὶ περιστάσεις τοῦ ἀνθρώπινου βίου ἤ ἀκόμα καὶ τοῦ ζωϊκοῦ ἤ φυτικοῦ βασιλείου. Ὁ ἱερεὺς ἰδιαιτέρως ὀφείλει σὲ κάθε περίσταση τοῦ βίου τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ νὰ συνδράμει προσευχητικά, εἴτε στὶς χαρὲς εἴτε στὶς λύπες του. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἡ ποιμένουσα Ἐκκλησία ἀφουγκραζόμενη τὶς πνευματικὲς καὶ ὑλικές, τὶς σωματικὲς καὶ ψυχικὲς ἀνάγκες τῶν παιδιῶν της υἱοθέτησε μέσα στὸ λειτουργικὸ της βιβλίο ποὺ λέγεται «Εὐχολόγιον» πολλὲς καὶ διάφορες εὐχές. Αὐτὲς ὅμως οἱ εὐχὲς συνήθως δὲν εἶναι αὐτονομημένες. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι δὲν διαβάζονται ἀπὸ τὸν Ἱερέα ἁπλῶς ὡς ἔχουν ἀλλὰ προστίθενται σὲ κάποια προηγηθεῖσα ἀκολουθία. Συνήθως οἱ περιστατικὲς εὐχὲς διαβάζονται συναπτὰ μὲ τὴν ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ. Στὸ τέλος τῆς ἀκολουθίας μετὰ τὸ πέρας τῆς διὰ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἐμβαπτίσεως καὶ ραντισμοῦ ὅλων ὅσων μετέχουν τῆς ἀκολουθίας, ἀλλὰ καὶ τοῦ ῥαντισμοῦ ὅλου τοῦ τόπου ὅπου τελεῖται ὁ Ἁγιασμὸς ὁ Ἱερέας διαβάζει τὶς περιστατικὲς εὐχές. Μερικὲς φορὲς ὅμως συμβαίνει ὁ ἱερεὺς νὰ καλεῖται νὰ διαβάσει κάποιον ἀσθενοῦντα ἀδελφὸ σὲ νοσοκομεῖο ὅπου εἶναι δύσκολο νὰ τελεσθεῖ μιὰ ὁλόκληρη ἀκολουθία. Τότε ὁ Ἱερεὺς ἀφοῦ φορέσει σταυρώνοντας τὸ ἐπιτραχήλιόν του καὶ βάλει Εὐλογητός, διαβάσει τὸ Τρισάγιον, λέγει ἀπολυτίκια ἐπίκαιρα ἐπὶ τῆς περιστάσεως, π.χ. ἐὰν εἶναι ἀσθενὴς λέγει τό « Ἅγιοι Ἀνάργυροι…». Ἀκολούθως κάνει μιὰ σύντομη ἐκτενὴ μὲ τὰ γνωστὰ αἰτήματα: «Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεός… Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ ἐλέους, ὑγείας, σωτηρίας, ἀναρρώσεως… τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ κτλ.». «Ἐπάκουσον ἡμῶν ὁ Θεός…» καὶ ἀκολούθως: «Τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν» καὶ ἀκολουθεῖ ἡ περιστατικὴ εὐχή. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς εὐχῆς ὁ ἱερέας τοποθετεῖ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς τοῦ αἰτοῦντος τὴν περιστατικὴ εὐχή, τὸ ἱερὸν ἐπιτραχήλιόν του. Μετὰ τὸ πέρας τῆς εὐχῆς κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ὁποίας βαστᾶ ὁ Ἱερεὺς συνεχῶς τὸν Τίμιον Σταυρὸν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς π.χ. τοῦ ἀσθενοῦντος, ὁ Ἱερεὺς ἐπιδίδει τὸν Τίμιον Σταυρὸν καὶ τὸ Ἱερὸν ἐπιτραχήλιον πρὸς ἀσπασμὸν καὶ κάνει ἀπόλυση.
Ἐὰν ἡ περιστατικὴ εὐχὴ πρέπει νὰ διαβαστεῖ σὲ ἰδιαίτερο χῶρο, π.χ. σὲ μαγαζί, σὲ σπίτι κ.ἄ. τότε καλὸν θὰ εἶναι νὰ συνοδευθεῖ μετὰ τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ. Ἐὰν δὲν μπορεῖ νὰ τελεσθεῖ μικρὸς ἁγιασμός, τότε ἀπαραιτήτως καλὸν θὰ εἶναι νὰ ὑπάρχει στὸν χῶρο μία εἰκόνα, ἕνα ἀναμμένο κεράκι ἤ κανδηλάκι καθὼς καὶ τὸ θυμιατό (μὲ ἀναμμένο καρβουνάκι καὶ θυμίαμα).
Οἱ εὐχὲς τοῦ Εὐχολογίου τῆς Ἐκκλησίας μας διαβάζονται ἀπὸ τὸν ἱερέα ἐκφώνως καὶ ποτὲ μυστικῶς. Ὁ πιστὸς λαὸς τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ ἀκούει τὶς εὐχὲς καὶ δι’ αὐτῶν νὰ προσεύχεται. Ἐπίσης ποτὲ ὁ ἱερεὺς δὲν πρέπει νὰ λέγει μυστικῶς τὶς εὐχές, διότι ὁ λαὸς παρεξηγεῖ τέτοιου εἴδους διαβάσματα.
Ἐν πάσῃ περιπτώσει ὁ ἱερεὺς ὀφείλει νὰ ἔχει μαζί του πάντοτε εἰς τὴν ἱερατικήν του τσάντα τὰ κάτωθι:
1. Τὸ Ἱερὸν Ἐπιτραχήλιον.
2. Τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον, μικρὸν σχῆμα (γνωστὸν ὡς Τετραευαγγέλιον).
3. Τὸν Τίμιον ἐπιτραπέζιον Σταυρόν, καὶ τέλος
4. Τὸ Εὐχολόγιον.
Τέλος, ὀφείλουμε νὰ σημειώσουμε ὅτι ὁ ἱερεὺς κατὰ τὴν ἐπιτέλεση ὁποιασδήποτε ἀκολουθίας ἤ μυστηρίου, ὅπου δὲν πρέπει νὰ εἶναι ἐνδεδυμένος μὲ ἅπασα τὴν ἱερατική του στολή, ἀπαραιτήτως ὀφείλει νὰ φορᾶ τὸ Ἐξώρασον. Ἐπ’ αὐτοῦ φορεῖ τὸ ἱερὸν ἐπιτραχήλιον καὶ ὅπου ἀπαιτεῖται π.χ. εἰς γάμον, εἰς κηδείαν κ.ἄ. καὶ τὸ φελόνιον.

20. Ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ

Στὸ Εὐχολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ὑπάρχει μία ἀκολουθία πολὺ διαδεδομένη. Αὐτὴ φέρει τὸν τίτλο: «Ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ». Ὡς ἀκολουθία τῆς Ἐκκλησίας μας ἀνήκει στὶς μυστηριακὲς τελετές. Δηλ. μὲ τὴν ἐπενέργεια τῆς ἐπικλήσεως τοῦ Παναγίου Πνεύματος διὰ τῶν ἱερῶν καθαγιαστικῶν εὐχῶν καθίσταται τὸ νερό, ἁγιασμός.
Ὁ Μικρὸς Ἁγιασμὸς τελεῖται ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ καὶ σὲ κάθε περίπτωση καὶ περίσταση. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι πρῶτα τελεῖται τὸ κύριο μέρος τῆς ἀκολουθίας καὶ στὸ τέλος ἀνάλογα μὲ τὴν περίσταση προστίθεται μία ἤ περισσότερες εὐχὲς σχετικὲς μὲ τὸ αἴτημα τῶν πιστῶν ποὺ τελοῦν αὐτὴν τὴν ἀκολουθία. Π.χ. προσκαλεῖται ὁ ἱερέας νὰ τελέσει Μικρὸ Ἁγιασμὸ σὲ νέα οἰκία ἐνοριτῶν του. Ὁ ἱερέας διαβάζει τὸν γνωστὸ Μικρὸ Ἁγιασμὸ καὶ στὸ τέλος προσθέτει τὴν ἰδιαίτερη «εὐχὴ ἐπὶ θεμελίου οἴκου» ἤ «εὐχὴ ὅταν μέλλῃ τις εἰσελθεῖν εἰς οἶκον νέον» (βλ. Μικρὸν Εὐχολόγιον). Θὰ λέγαμε μὲ ἁπλὰ λόγια ὅτι ὁ Μικρὸς Ἁγιασμὸς εἶναι μιὰ ἀκολουθία ποὺ συνδέεται καὶ ταιριάζει μὲ ὅλες τὶς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Μικρὸς Ἁγιασμός, κατὰ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, τελεῖται συνήθως στοὺς Ἱεροὺς Ναοὺς κάθε Πρωτομηνιά. Ἐπίσης τελεῖται καὶ στὰ σπίτια τῶν πιστῶν. Δὲν ὑπάρχει κανένας ἀπολύτως κανόνας γιὰ τὴν συχνότητα τῆς τελέσεώς του. Μπορεῖ ὅμως ὁ κάθε πιστὸς νὰ ἁγιάζει τὸ σπίτι του προσκαλώντας στὸ σπίτι του τὸν ἱερέα καὶ νὰ τελεῖ τὸν Μικρὸ Ἁγιασμὸ ὅποτε ὑπάρχει ἀνάγκη καὶ κάποιος λόγος.
Γιὰ τὴν τέλεση τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ ἀπαιτοῦνται ἐκ μέρους τῶν πιστῶν τὰ κάτωθι: Πρῶτα προετοιμάζεται ὁ χῶρος ὅπου θὰ τελεσθεῖ ὁ Μικρὸς Ἁγιασμός. Συνηθίζεται νὰ εἶναι ὁ καλύτερος χῶρος τοῦ σπιτιοῦ μας (π.χ. τὸ σαλόνι) ἤ ἐὰν ὑπάρχει κάποιο εἰκονοστάσιο στὸ σπίτι νὰ τελεῖται σ’ ἐκεῖνον τὸν χῶρο, ποὺ εἶναι ὁ τόπος προσευχῆς τῆς κατ’ οἶκον Ἐκκλησίας. Τοποθετεῖται στὸν χῶρο ποὺ ἐπιλέξαμε ἕνα ψηλὸ τραπέζι στὸ ὕψος τῆς τραπεζαρίας που τρῶμε. Πάνω στὸ τραπέζι ἁπλώνεται ἕνα καθαρὸ (κατὰ προτίμηση) λευκὸ τραπεζομάνδηλο κι ἔπειτα τοποθετοῦνται:

α) ἕνα μπόλ ἤ λεκάνη μὲ καθαρὸ νερό,
β) ἕνα ματσάκι βασιλικό (κατὰ προτίμηση) ἤ μιὰ ὁποιαδήποτε πρασινάδα,
γ) μία εἰκόνα (κατὰ προτίμηση) τοῦ Χριστοῦ ἤ τῆς Παναγίας μὲ τὸ Χριστό, καὶ φυσικὰ καὶ ἄλλες ὑπάρχουσες εἰκόνες ἁγίων τοῦ σπιτιοῦ,
δ) τὸ λιβανιστήρι (θυμιατό ἤ κατζίον) μὲ καρβουνάκι καὶ θυμίαμα (τὸ καρβουνάκι καλὸν θὰ εἶναι νὰ ἀνάπτεται ἐκτὸς οἰκίας διότι προκαλεῖ πολλὲς φορὲς ἐκρήξεις καὶ ζημιές. Στὰ σπίτια εἴθισται νὰ χρησιμοποιεῖται καρβουνόσκονη, ἡ ὁποία ἔχει τὴν ἰδιότητα ὅταν ἀνάπτεται νὰ εἶναι βραδυφλεγὴς καὶ νὰ μὴν προκαλεῖ νέφος ἀποπνικτικῶν ἀερίων. Ἐπίσης ποτὲ δὲν τοποθετοῦμε πάνω στὸ ἀναμμένο καρβουνάκι πολλὰ σπυριὰ θυμιάματος, παρὰ μόνον ἕνα, δύο ἤ τρία κι ἐφόσον φυσικὰ τὸ καρβουνάκι ἔχει ἀποκτήσει λευκὸ χρῶμα, δηλ. τὴν γκρίζα στάκτη),
ε) τὸ κανδηλάκι (ἐνν. ἕνα κατάλληλο ποτηράκι μὲ ἔλαιο καθαρὸ καὶ κανδηλήθρα ἀναμμένη (ποτέ στὸ κανδηλάκι μας δὲν καῖμε διάφορα αἰθέρια ἔλαια ἤ διάφορα ἔλαια ἄλλων καρπῶν, παρὰ μόνον λάδι ἐλιᾶς. Ἐπίσης ὴ ἀφὴ τῆς κανδήλας θὰ πρέπει νὰ εἶναι χαμηλόφωτη καὶ ὄχι νὰ κάνουμε μεγάλο φυτίλι γιὰ νὰ φωτίζεται ὅλο τὸ σπίτι ὅπως συνηθίζουν πολλοὶ πιστοί. Ἡ ἀφὴ τῆς κανδήλας εἶναι σύμβολο. Συμβολίζει τὴν παντοτινὴ ἄσβεστη πίστη τῶν ἀνθρώπων),
στ) δύο κεράκια σὲ κηροπήγια,
ζ) λευκὴ μικρὴ πετσέτα, καὶ
η) τὰ ὀνόματα ὑπὲρ ὑγείας (ποτὲ δὲν γράφουμε στὸν Μικρὸ Ἁγιασμὸ ὀνόματα ὑπὲρ ἀναπαύσεως κεκοιμημένων καὶ φυσικὰ ποτὲ δὲν γράφουμε λίστες ὁλόκληρες ὀνομάτων. Καλὸν θὰ εἶναι νὰ γράφονται τὰ ὀνόματα μόνον τῆς οἰκογενείας γιὰ τὴν ὁποία τελεῖται ὁ Μικρὸς Ἁγιασμός).

Ὁ Ἁγιασμὸς πίνεται ἀπ’ εὐθείας χωρὶς νηστεία. Ὑπάρχει μιὰ εὐλαβικὴ συνήθεια καθημερινὰ κατὰ τὰ πρωϊνὰ πρὸ τῆς βρώσεως ὁποιαδήσποτε τροφῆς ἤ ποτοῦ νὰ πίνεται ὁ Ἁγιασμὸς μετὰ τὴν βρώση τοῦ ἀντιδώρου. Ὁ Ἁγιασμὸς ἐπίσης φυλάσσεται στὸ εἰκονοστάσι τοῦ σπιτιοῦ μας. Ἐπίσης ποτὲ δὲν χαλάει ὁ Ἁγιασμός. Αὐτὸ τὸ γράφουμε γιατὶ πολλοὶ μπορεῖ νὰ νομίζουν ὅτι ἐὰν περάσουν δέκα ἤ καὶ παραπάνω χρόνια ὁ Ἁγιασμὸς χαλάει καὶ πρέπει νὰ τὸν πετάξουν. Ὁ Ἁγιασμὸς εἶναι ἕνα διαρκὲς θαῦμα στὴ ζωὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Τὸ μυστικὸ γιὰ τὸ Ἁγιασμὸ εἶναι ὅτι ὁ Ἁγιασμὸς ποτὲ δὲν χαλάει, μόνον τότε, ὅταν τελεῖται ἀπὸ κανονικὸ Ὀρθόδοξο κληρικό, δηλ. ἀπὸ ἱερέα ποὺ ἔχει κανονικὴ ἱερωσύνη. Ἀκόμη πρέπει νὰ σημειώσουμε ὅτι ποτὲ δὲν πρέπει νὰ λαμβάνουμε «ἁγιάσματα» ἀπὸ κανέναν ὅταν δὲν γνωρίζουμε τὴν ποιότητα τῆς πίστεως ἐκείνου ποὺ μᾶς τὰ προσφέρει. Τὸ κύτταρο τῆς μυστηριακῆς καὶ ἁγιαστικῆς ζωῆς τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν εἶναι μόνον ἡ ἐνορία τους καὶ τὰ ἱερὰ σεβάσματά μας, δηλ. τὰ μοναστήρια καὶ τὰ Ἁγιάσματα. Εἶναι οἱ τόποι ποὺ πρέπει νὰ ἐμπιστευόμαστε ὅλοι μας ἀνεπιφύλακτα.
Ὁ ἱερέας ποὺ προσέρχεται στὴν οἰκία ἐνορίτη του νὰ τελέσει τὸν Μικρὸ Ἁγιασμὸ ἀπαραιτήτως θὰ πρέπει νὰ φέρει:

α) τὸ ἱερὸν ἐπιτραχήλιον ποὺ εἶναι τὸ ἰδιαίτερο ἐκείνο πολύχρωμο ὕφασμα ποὺ τὸ φορὰ ὁ ἱερέας ἐπὶ τοῦ τραχήλου του, δηλ. τοῦ λαιμοῦ του, ἐφόσον πρῶτα τὸ σταυρώσει διὰ τῆς δεξιᾶς του χείρας καὶ πεῖ κάποια συγκεκριμένη εὐχή,
β) ὁ Τίμιος Σταυρός, τὸ σύμβολο τῆς πίστεώς μας (συνήθως ὁ Σταυρὸς αὐτὸς λέγεται ἐπιτραπέζιος διότι ἔχει βάση καὶ στέκεται ὄρθιος),
γ) τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον (ὑπάρχει σὲ μικρὸ σχῆμα εἴτε ἀσημόδετο εἴτε δερματόδετο), καί
δ) τὸ «Εὐχολόγιον» ποὺ εἶναι λειτουργικὸ ἱερατικὸ βιβλίο ποὺ περιέχει ὅλες τὶς ἁγιαστικές, μυστηριακὲς καὶ περιστατικές, ἱερὲς ἀκολουθίες καὶ εὐχὲς τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ὁ ἱερέας μετὰ πάσης εὐλαβείας τελεῖ τὴν ἱερὰ ἀκολουθία ἔχοντας πρῶτα μελετήσει πολὺ καλὰ τὰ ἱερὰ κείμενα. Τὸ θυμίαμα προσφέρεται κατὰ τὴν ἐμμελὴ ἀνάγνωση τοῦ Ἀποστόλου. Πάντοτε τὸ θυμίαμα εὐλογεῖται ὑπὸ τοῦ ἱερέως καὶ σταυρώνεται. Πρῶτα θυμιάζεται τὸ εἰκόνισμα ἤ οἱ ἱερὲς εἰκόνες γενικά κι ἔπειτα ὅλος ὁ κόσμος τῆς οἰκίας. Κατὰ τὸ τέλος ξαναθυμιάζεται τὸ εἰκόνισμα.
Στὴν ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ τῶν ἐκδόσεων τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας δὲν ὑπάρχει ἡ καθαγιαστικὴ εὐχή: «Κύριε ὁ τὸ πικρὸν ὕδωρ…» τὴν ὁποία ἀπαραιτήτως πρέπει νὰ ἐκφωνοῦμε κατὰ τὴν ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ.
Κατὰ τὴν ψαλμωδία τοῦ «Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου…» ὁ ἱερέας λαμβάνει τὸν Τίμιον Σταυρὸν στὰ χέρια του καὶ τὸν βάζει ἐντὸς τοῦ νεροῦ-ἁγιασμοῦ στὴν ὄρθια στάση του (γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καλὸν θὰ εἶναι ὁ ἐπιτραπέζιος Σταυρὸς νὰ εἶναι σπαστός, δηλ. νὰ μπορεῖ νὰ βγαίνει τὸ ἐπάνω μέρος ἀπὸ τὴν βάση) καὶ δημιουργεῖ διὰ τῶν χειρῶν του σημεῖα τοῦ σταυροῦ ἐντὸς τοῦ νεροῦ. Τὸ τροπάριον «Σῶσον Κύριε, τὸν λαόν σου» ἀφοῦ ψαλεῖ τρεῖς φορές, κατὰ τὸ τέλος τῆς τρίτης ψαλμωδίας του ὁ ἱερέας βγάζει τὸν Σταυρὸ ἀπὸ τὸν ἁγιασμὸ καὶ ραντίζει τὰ εἰκονίσματα καὶ τὸν λαό. Στὸ τέλος ἤ στὴν ἀρχὴ ἁγιάζεται καὶ ὁ ἴδιος. Ὁ ἱερεὺς ἐνῶ ραντίζει, ψάλλει τὸ τροπάριον «Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου» κι ἄν ὁ κόσμος εἶναι πολὺς ψάλλει καὶ ἕτερα τροπάρια ὅπως τό: «Τῶν σῶν δωρεῶν, ἀξίους ἡμᾶς ποίησον…» ἤ «Πηγὴν ἰαμάτων ἔχοντες…».
Στὸ τέλος τῆς ἀκολουθίας ὁ ἱερέας δίδει συμβουλὲς στοὺς τελέσαντας πιστοὺς γιὰ τὴν φύλαξη τοῦ ἁγιασμοῦ καὶ φυσικὰ δὲν παραλείπει νὰ τοὺς ὁμιλήσει γιὰ τὸ Θεὸ καὶ τὴ χρησιμότητα τῶν Ἁγίων Μυστηρίων καὶ τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν ἤ ἀκόμη δεχόμενος τὸ κέρασμά τους καὶ κατὰ τὴν διάρκεια αὐτοῦ νὰ γνωρισθεῖ μαζί τους καὶ ν’ ἀναπτύξει κάποιο πνευματικὸ θέμα.
Ἐὰν κατὰ τὸν Μικρὸ Ἁγιασμὸ παρίσταται καὶ διάκονος φέρει μόνον τὸ ὁράριόν του. Ἐὰν ὑφίστανται ψάλτες τότε ἐκείνοι ἀπαντοῦν στὰ ψαλτικὰ μέρη, ἐὰν ὅμως ὄχι τότε ὁ διάκονος, ὁ ὁποῖος καὶ θὰ ψάλλει καὶ τὸν Ἀπόστολο. Ἐὰν ἀπουσιάζουν ἅπαντες τότε ἐξυπακούεται ὅλα θὰ τὰ ψάλλει ὁ ἱερέας.
Ἀκόμη νὰ σημειώσουμε ὅτι τὶς εὐχὲς τῆς Ἐκκλησίας μας ποὺ εἶναι ἀποτυπωμένες στὸ «Εὐχολόγιον» τὶς διαβάζει μόνον ὁ ἱερέας καὶ ποτὲ λαϊκός. Ὁ ἱερέας ἔχει τὴν εἰδικὴ ἱερωσύνη, δηλ. ἔχει λάβει μὲ εἰδικὴ μυστηριακὴ ἀκολουθία τὴν ἱερωσύνη του στὸν ὀρθόδοξο ναὸ ἐν ὥρᾳ Θείας Λειτουργίας καὶ μπορεῖ ἀκωλύτως νὰ τελεῖ ὅλα τὰ μυστήρια καὶ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας καὶ φυσικὰ νὰ διαβάζει τὶς εὐχὲς στὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ὁ λαϊκὸς ποὺ ἔχει τὴν γενικὴ ἱερωσύνη, ὄχι τὴν εἰδική, μόνον μετέχει ἁγιαζόμενος ἀπὸ τὸν ἱερέα καὶ ποτὲ δὲν ἁγιάζει τοὺς ἄλλους (ὑπάρχουν περιπτώσεις πλάνης ὅταν κάποιοι ἄνθρωποι ἀντικαθιστοῦν τοὺς ἱερεῖς καὶ πλανοῦν πολλοὺς ἀνθρώπους μὲ τὸ νὰ τοὺς σταυρώνουν καὶ νὰ τοὺς συμβουλεύουν, πράξεις ποὺ μποροῦν νὰ κάνουν μόνον οἱ ἔχοντες τὴν εἰδικὴν ἱερωσύνην).
Ἀκολούθως ἀναφέρουμε ἐπιγραμματικὰ μερικὲς περιπτώσεις ποὺ τελεῖται ὁ Μικρὸς Ἁγιασμός.

Α) Σὲ ἀγορὰ καινούργιας οἰκίας ἤ σὲ διαμέρισμα ἤ σὲ κατάστημα-μαγαζὶ ποὺ ἐνοικιάζουμε καὶ κατοικοῦμε γιὰ πρώτη φορά.
Β) Σὲ ἀγορὰ νέων ὀχημάτων, αὐτοκινήτων, μοτοποδηλάτων, μηχανῶν, ἀεροπλάνων, τρένων, καὶ γενικὰ μέσων μαζικῆς μεταφορᾶς.
Γ) Σὲ ἀγρούς, δηλ. χωράφια καὶ κτήματα καλλιεργήσιμα ἤ μή (ἀμπελῶνες, ἐλαιῶνες κτλ.).
Δ) Σὲ ζῶα κατοικίδια καὶ σὲ μονάδες ζωοτροφίας (ἀγελάδες, κατσίκες, ἀρνιά, κτλ.).

Γιὰ ὅλες τὶς ἀνωτέρω περιπτώσεις καὶ γιὰ ἄλλες ποὺ δὲν προαναφέραμε ὑπάρχουν εἰδικὲς εὐχὲς στὸ «Εὐχολόγιο» τῆς Ἐκκλησίας μας ποὺ τελοῦνται συναπτὰ μὲ τὴν ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ.
Ἐκτὸς τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ ὑπάρχει καὶ ὁ Μεγάλος Ἁγιασμὸς ποὺ τελεῖται κατὰ τὴν παραμονὴ καὶ ἀνήμερα τῆς Δεσποτικῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων, στὶς 5 καὶ 6 Ἰανουαρίου. Διαφορὰ μεταξὺ Μεγάλου καὶ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ ὡς πρὸς τὴν μυστηριακὴ οὐσία τῶν δύο ἱερῶν ἀκολουθιῶν δὲν ὑφίσταται. Ἡ μόνη διαφορὰ εἶναι ὅτι ὁ μὲν Μικρὸς Ἁγιασμὸς τελεῖται καθ’ ἑκάστην, ἐνῶ ὁ Μεγάλος Ἁγιασμὸς τελεῖται μόνον κατὰ τὴν ἡμέρα τῶν Θεοφανείων

21. Εὐχὲς τῶν Ἐξορκισμῶν ἐπὶ πασχόντων ὑπὸ Δαιμόνων καὶ ἐπὶ πᾶσαν ἀσθένειαν

Στὸ Εὐχολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ὑπάρχει μία σειρὰ ἐξορκιστικῶν εὐχῶν πολὺ διαδεδομένη. Αὐτὲς οἱ εὐχὲς φέρουν τὸν τίτλο: «Εὐχαὶ ἤτοι Ἐξορκισμοὶ ἐπὶ πασχόντων ὑπὸ δαιμόνων καὶ ἐπὶ πᾶσαν ἀσθένειαν» (βλ. Μικρὸν Εὐχολόγιον, ἐκδ. ιδ’ Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1999, σ. 305-317).
Οἱ ἐξορκισμοὶ εἶναι ἕνα σύνολο ἑπτὰ εὐχῶν, ποὺ ἀποδίδονται οἱ μὲν τρεῖς πρῶτες εὐχὲς στὸν Μέγα Βασίλειο, οἱ δὲ ἄλλες τέσσερις στὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸ Χρυσόστομο.
Οἱ τρεῖς εὐχὲς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου:

1. «Ὁ Θεὸς τῶν θεῶν, καὶ Κύριος τῶν κυρίων, ὁ τῶν πυρίνων ταγμάτων δημιουργός….».
2. «Ἐξορκίζω σε τὸν ἀρχέκακον τῆς βλασφημίας, τὸν ἀρχηγὸν τῆς ἀνταρσίας…».
3. «Ὁ Θεὸς τῶν οὐρανῶν, ὁ Θεὸς τῶν φώτων, ὁ Θεὸς τῶν Ἀγγέλων…».

Οἱ τέσσερις εὐχὲς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου:

1. «Ὁ Θεὸς ὁ αἰώνιος, ὁ λυτρωσάμενος τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων…».
2. «Ὁ πᾶσιν ἀκαθάρτοις πνεύμασιν ἐπιτιμήσας, καὶ δυνάμει ῥήματος…».
3. «Ἐπικαλούμεθά σε, Δέσποτα, Θεὲ παντοκράτορ…».
4. «Τὴν θείαν τε καὶ ἁγίαν, καὶ μεγάλην, καὶ φρικτήν…».

Ποιός μπορεί να διαβάζει τους εξορκισμούς;
Οἱ εὐχὲς αὐτὲς διαβάζονται μόνον ἀπὸ τὸν ἱερέα, δηλ. ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ ἔχει κανονικὴ καὶ ἀκώλυτο ἱερωσύνη. Οἱ ἐξορκισμοὶ ποτὲ δὲν διαβάζονται ἀπὸ λαϊκούς, ἀπὸ δῆθεν «χαρισματικὲς» γυναῖκες ἤ «καλοκάγαθους» παπποῦδες. Οἱ Ἐξορκισμοὶ εἶναι λειτουργικὲς εὐχὲς τῆς Ἐκκλησίας, δὲν διαβάζονται αὐτονομημένες χωρὶς δηλ. τὴ συνύπαρξη καὶ ἄλλων μυστηρίων, ὡς εἶναι τὸ μυστήριον τῆς βαπτίσεως καὶ τοῦ χρίσματος, τὰ ὁποῖα προϋποτίθενται γιὰ κάθε περίπτωση αἰτοῦντος τὴν ὁποιαδήποτε εὐχὴ τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως καὶ αὐτῆς τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ὡς ἐκ τούτου ἐὰν δὲ δύναται ὁ ἔχων τὴν ἀνάγκη διαβάσματος τῶν Ἐξορκισμῶν νὰ συμμετέχει στὰ ὡς ἄνω ἱερὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ὀφείλουν νὰ συμμετέχουν οἱ οἰκείοι του, τὰ συγγενικά του πρόσωπα.

Ποιοί διαβάζονται με τις εξορκιστικές ευχές;
Ὁ δαίμονας μὲ τὰ πολλὰ τεχνάσματά του παρασύρει τὸν ἄνθρωπο σὲ ἁμαρτίες. Ὁ ἀμετανόητος ἄνθρωπος, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἐξομολογεῖται καὶ δὲν βιώνει τὴ Χάρη τῶν Ἁγίων Μυστηρίων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δαιμονίζεται. Ὁ δαιμονισμὸς δὲν εἶναι μιὰ ἁπλὴ κατάσταση στὸν ἄνθρωπο. Ὁ δαιμονισμένος ζεῖ ἐκτὸς τόπου καὶ χρόνου, δὲν πλησιάζει τὸν Θεό, ὄχι γιατὶ τὸν ἀπορρίπτει ἀλλὰ γιατὶ φοβᾶται τὴ δύναμή του. Ὑπάρχουν πολλῶν εἰδῶν δαιμονοπληξίες. Κάποιες δαιμονοπληξίες ἐμφανῶς ξεχωρίζονται καθότι ὁ διαμονισμένος ἔχει παράξενες ἐκδηλώσεις δαιμονισμοῦ, ἔχοντας παραλλαγμένο πρόσωπο καὶ συμπεριφορὲς ἀσυνήθιστες, ὅπως ἄναρθρες καυγές, γλωσσολαλίες, χτυπήματα, ἀφρίσματα κ.ἄ. Ὑπάρχουν καὶ δαιμονοπληξίες μὴ φανερές. Τὸ δαιμόνιο ἐμφωλεύει στὰ ἐσώψυχα τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἐκδηλώνεται σὲ ἤπιες καταστάσεις. Ὁ ἱερέας-ἐξομολόγος πρέπει νὰ ἐξιχνιάζει τὶς αἰτίες ἀκόμη καὶ σ’ἐκείνες τὶς περιπτώσεις ἀνθρώπων ποὺ προσέρχονται καὶ ζητοῦν τὸ διάβασμα τῶν Ἐξορκισμῶν. Πάντα ὁ ἱερέας, εἴτε εἶναι πνευματικὸς εἴτε ἁπλὸς ἐφημέριος ὀφείλει τὰ ἅγια Μυστηρία καὶ τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες νὰ τὰ τελεῖ μὲ ἔλεγχο καὶ προσοχή, νὰ ἐξιχνιάζει τὰ αἰτήματα τῶν πιστῶν καὶ νὰ μὴν συγκατατίθεται σὲ ὅσα αἰτοῦν ἤ ἀξιώνουν οἱ ἄνθρωποι. Πολλοὶ βαπτισμένοι γιὰ παράδειγμα ἐνῶ κατ’ οὐσίαν ζητοῦν τὴν τέλεση Μικροῦ Ἁγιασμοῦ γιὰ τὸ μαγαζὶ ἤ τὸ σπίτι τους, ἐπειδὴ εἶναι ἀκατήχητοι καὶ δὲν γνωρίζουν νὰ ξεχωρίζουν τι εἶναι μυστήριο καὶ τι ἀκολουθία, ζητοῦν ἐπιμόνως τέλεση εὐχελαίου ἤ ἐξορκισμῶν! Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἀπαιτεῖται μεγάλη προσοχὴ ἐκ μέρους τῶν κληρικῶν στὸ τι καὶ τὸ πῶς τοῦ ἱεροπραττεῖν. Ἐπίσης τοὺς Ἐξορκισμοὺς δύναται νὰ τοὺς διαβάζει στὸν ἀσθενοῦντα μόνον ἐκεῖνος ὁ ἱερέας ποὺ ἐντόπισε τὸ πρόβλημα, ἤ σὲ κάποια ἐπισκοπικὴ περιφέρεια μόνον ὁ Ἐπίσκοπος, ὁ ἔχων τὴν ὅλη πνευματικὴ εὐθύνη. Πολλὲς φορὲς συμβαίνει, εὐκαίρως ἀκαίρως, νὰ ἐμφανίζονται κάποιοι ἄνθρωποι στὸ ναὸ καὶ νὰ ζητοῦν τὸ διάβασμα τῶν Ἐξορκιστικῶν εὐχῶν κατ’ ἐντολὴν τοῦ πνευματικοῦ τους. Αὐτὸ δὲν εἶναι σωστό, καὶ οὔτε πρέπει νὰ διαβάζει ὁ κάθε ἱερέας κατ’ ἐντολὴν ἄλλου ἱερέως αὐτὲς τὶς εὐχὲς καὶ μάλιστα χωρὶς προηγουμένως νὰ ἐξακριβώσει τοῦ λόγου τὸ ἀληθές. Μόνον κατ’ ἐντολὴν τοῦ οἰκείου μας ἐπισκόπου διαβάζουμε τοὺς Ἐξορκισμούς. Εἶναι καὶ ἡ παραπάνω συνήθεια μιὰ πονηρὴ τέχνη κάποιων ἀνθρώπων γιὰ νὰ πετύχουν τὸ θέλημά τους, ἔστω κι ἄν αὐτὸ ἔχει ἐκκλησιαστικὸ «περιτύλιγμα», νὰ ἀποσπάσουν δηλ. αὐτὲς τὶς συγκεκριμένες ἐξορκιστικὲς εὐχὲς καθ’ ὑπόδειξιν τελικὰ ὄχι τῶν πνευματικῶν ἐξομολόγων τους ἀλλὰ κάποιων μάγων, μέντιουμ καὶ συνήθως κάποιων ποὺ διατείνονται ὅτι μόνον αὐτοὶ γνωρίζουν καλὰ τὰ περὶ τοῦ Θεοῦ πράγματα.

Πώς διαβάζονται οι εξορκισμοί;
Οἱ Ἐξορκισμοὶ ὅπως σημειώσαμε καὶ προηγουμένως διαβάζονται ἀπὸ τὸν ἱερέα. Κατὰ παράδοσιν στὴν Ἐκκλησία μας οἱ εὐχὲς τῶν Ἐξορκισμῶν διαβάζονται ἀφοῦ πρῶτα προηγηθεῖ τὸ ἱερὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως καὶ ἀπαραιτήτως τῆς Θείας Λειτουργίας. Ὁ πνευματικὸς θὰ συμβουλεύσει ἐὰν ὁ ἀσθενὴς θὰ μεταλάβει τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Οἱ Ἐξορκισμοὶ δὲν ἀποτελοῦν ὑπόθεση κοινοῦ θεάματος. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι μετὰ τὸ πέρας τῆς Θείας Λειτουργίας, κι ἀφοῦ φύγει ὅλος ὁ κόσμος ἀπὸ τὸν Ἱερὸ Ναό, ὁ ἱερέας θὰ διαβάσει τοὺς Ἐξορκισμοὺς εἰς τὸν ἀσθενοῦντα ἀπὸ Ὡραίας Πύλης ἔχοντας στὰ χέρια του ἀπὸ τὴ μιὰ τὸν Τίμιον Σταυρὸν κι ἀπὸ τὴν ἄλλη τὸ Εὐχολόγιον, τὸ λειτουργικὸ βιβλίο ποὺ περιέχει τὶς ἐξορκιστικὲς εὐχές. Ὁ ἀσθενῶν θὰ πρέπει νὰ εἶναι γονατισμένος ἔμπροσθεν τοῦ ἱερέως καὶ ὁ ἱερέας ἀφοῦ βάλει τὸ ἐπιτραχήλιον του ἐπάνω στὸ κεφάλι τοῦ ἀσθενοῦντος θὰ διαβάσει τὶς εὐχὲς μετὰ πολλῆς συναισθήσεως, εὐλαβείας καὶ ἁπλότητας. Ἐπειδὴ εἰς τὸ Εὐχολόγιον δὲν περιλαμβάνεται ὁλόκληρη ἡ ἀκολουθία γιὰ τὴν περίπτωση τῶν Ἐξορκισμῶν θὰ πρέπει ὁπωσδήποτε ὁ ἱερέας νὰ βάλει Εὐλογητός, Τρισάγιον, Ἀπολυτίκια τῶν Ἁγίων ἰαματικῶν καὶ θαυματουργῶν Ἀναργύρων, τοῦ Ἁγίου Κυπριανοῦ καὶ Ἰουστίνης, τοῦ Ἁγίου τοῦ Ναοῦ, Ἐκτενής μὲ τὸ αἴτημα ὑπὲρ ὑγείας καὶ ἀναρρώσεως τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ, Ἐκφώνησις Ὅτι ἐλεήμων, Τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν κι εὐθὺς οἱ εὐχὲς τῶν Ἐξορκισμῶν καὶ στὸ τέλος Ἀπόλυσις καὶ ἀσπασμὸς τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἀπὸ τὸν ἀσθενοῦντα. Καθ’ ὅλην τὴν διάρκεια τῆς ἀναγνώσεως τῶν Ἐξορκιστικῶν εὐχῶν ὁ ἱερέας ἔχει μονίμως ἐπὶ τῆς κεφαλῆς τοῦ ἀσθενοῦντος τὸν Τίμιον Σταυρὸν καὶ μάλιστα πολλὲς φορὲς σχηματίζοντας τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ.
Κατὰ τὴν διάρκεια τῶν Ἐξορκισμῶν κάποιου ἀσθενοῦντος ὀφείλουν νὰ παρευρίσκονται τὰ οἰκεία πρόσωπά του, δηλ. οἱ γονεῖς, τὰ ἀδέλφια του, σύζυγος καὶ παιδιά. Ἅπαντα τὰ παρευρισκόμενα πρόσωπα πρέπει νὰ εἶναι ἐξομολογημένα, νὰ ἔχουν συμμετάσχει στὴν Θεία Κοινωνία, νὰ ἔχουν τηρήσει αὐστηρὴ νηστεία καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἀναγνώσεως τῶν εὐχῶν νὰ εἶναι ἅπαντες γονατισμένοι καὶ προσευχόμενοι ὑπὲρ ἀποκαταστάσεως τῆς ὑγείας τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ. Μόνον μ’ αὐτὸν τὸν προσευχητικὸ τρόπο μπορεῖ νὰ βοηθηθεῖ κάποιος ἀσθενὴς ποὺ ἐλαύνεται ὑπὸ δαιμονίων γιὰ νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπ’ αὐτά. Δυστυχῶς σήμερα τοὺς δαιμονισμένους δὲν τοὺς πηγαίνουμε στὸ ἀληθινὸ ἰατρεῖο ποὺ εἶναι ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία καὶ τὰ ἱερὰ Μυστήριά Της, ἀλλὰ τοὺς κλείνουμε σὲ Φρενοκομεῖο καὶ Ψυχιατρικὲς Κλινικές. Ὁ πρῶτος ἁγιασμὸς καὶ ἡ ἀληθινὴ θεραπεία βρίσκονται μέσα στὴν ἁγιάζουσα Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Ὁ δαιμονισμὸς εἶναι ἀσθένεια ποὺ προκαλεῖται ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες. Γι’ αὐτὸ καὶ καλὸν θὰ εἶναι ὁ ἀσθενὴς καὶ οἱ συγγενεῖς του νὰ ἐξαντλοῦν καὶ νὰ ἐπιζητοῦν πρωτίστως τὰ πνευματικὰ φάρμακα ποὺ εἶναι οἱ εὐχὲς καὶ τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἰδιαιτέρα προσοχὴ ἀπαιτεῖται ἐκ μέρους τῶν κληρικῶν στὸ ὅτι τὰ ἱερὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας δὲν δίδονται χωρὶς ἔρευνα. Ἐπειδὴ ὑπάρχουν καὶ περιπτώσεις παλαιοημερολογιτῶν ποὺ ἐκμεταλεύονται τὶς εὐχὲς τῶν ἐξορκισμῶν, ἀπαιτεῖται μεγάλη προσοχὴ ἐκ μέρους τῶν πιστῶν. Πρῶτο μέλημα τῶν ἀσθενούντων δὲν πρέπει νὰ εἶναι οἱ Ἐξορκισμοί, ἤ ἡ ἀπαίτηση νὰ τοὺς διαβάσει κάποιος τοὺς ἐξορκισμούς, ἀλλὰ τὸ μυστήριο τῆς μετανοίας-ἐξομολογήσεως. Προηγεῖται ἡ μετάνοια καὶ ἕπεται ἡ θεραπεία. Ἀκολουθοῦν οἱ ἐξορκιστικὲς εὐχὲς μετὰ ἀπὸ πολλὴ ἐξέταση καὶ διαπιστώνεται ἐκ μέρους τοῦ ἐξομολόγου ἐὰν ὄντως χρειάζεται ἡ ἀνάγνωση τῶν ἐξορκισμῶν ἤ ὄχι. Γιὰ τοὺς παραπάνω λόγους οἱ πιστοὶ ὀφείλουν πρωτίστως ὅταν ἀντιμετωπίζουν κάποιο πνευματικὸ πρόβλημα νὰ ἀπευθύνονται πρῶτα στὸν ἐφημέριο, τὸν πνευματικό τους ἤ τὸν ἐπίσκοπό τους. Καὶ κυρίως οἱ ἐξορκιστές, δηλ. ἐκείνοι οἱ ἱερεῖς ποὺ ἔχουν τὴν εὐλογία τοῦ ἐπισκόπου τους καὶ τοῦ πνευματικοῦ τους νὰ διαβάζουν ἐξορκισμούς, δὲν πρέπει νὰ διαφημίζονται. Κατὰ παράδοσιν οἱ Ἐξορκισμοὶ διαβάζονται στὴν καθ’ ἡμᾶς Ἑλληνικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία σὲ μοναστήρια, ἐκεῖ ὅπου σὲ καθημερινὴ βάση τελεῖται τὸ μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας, γεγονὸς ποὺ πολὺ βοηθάει τοὺς ἀσθενούντας νὰ μετέχουν ἐκτὸς τῶν ἐξορκιστικῶν εὐχῶν καὶ τῆς καθημερινῆς μεταλήψεως τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ἀλλὰ καὶ ὡς τόπος τὸ μοναστήρι εἶναι κατάλληλο γιὰ περιπτώσεις δαιμονισμένων. Οἱ πατέρες μοναχοὶ καὶ μοναχὲς μὲ τὸ κομποσχοίνι καὶ τὴν ἄσκηση τῆς νοερᾶς προσευχῆς ὑπὲρ τοῦ ἀσθενοῦντος δαιμονισμένου ἀδελφοῦ, μὲ τὴ χάρη τῶν ἱερῶν λειψάνων καὶ κυρίως μὲ τὴν συχνὴ ἐπιτέλεση τῶν Θείων Λειτουργιῶν πραγματικὰ μποροῦν νὰ βοηθήσουν γιὰ τὴν ἴαση καὶ τὴν ἀποθεραπεία. Φυσικὰ οἱ ἐξορκισμοὶ νοεῖται ὅτι μποροῦν νὰ διαβάζονται καὶ στὶς ἐνορίες ἰδιαιτέρως σ’ ἐκείνους τοὺς πιστοὺς ποὺ ἀδυνατοῦν νὰ μεταβοῦν στὰ μοναστήρια.
Ὁ κληρικὸς ποὺ θὰ διαβάσει τοὺς ἐξορκισμούς, ὅπως αὐτὸ πρέπει νὰ συμβαίνει μὲ ὅλα τὰ ἱερὰ μυστήρια καὶ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας, ὀφείλει:

1. Νὰ κάνει πνευματικὴ ζωή. Αὐτὸ σημαίνει νὰ εἶναι πάντοτε ἐξομολογημένος καὶ νὰ ζεῖ ἐν εἰλικρινῆ μετανοίᾳ.
2. Νὰ ἔχει τακτικὴ μυστηριακὴ ζωή. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι μὲ τὸ νὰ λειτουργεῖ τὰ Ἄχραντα Μυστήρια συχνὰ γίνεται μονίμως σύσσωμος καὶ σύναιμος τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ μας.
3. Νὰ ζεῖ ταπεινὰ καὶ πολὺ προσευχητικά. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὅλη ἡ ζωή του εἶναι μία ἀδιάλειπτη προσευχή, ὥστε ἀκούγοντας ἀπὸ τὸ στόμα του οἱ δαίμονες τοὺς ἐξορκισμοὺς νὰ φεύγουν καὶ μόνο στὸ ἄκουσμα τῆς φωνῆς του.
4. Καὶ φυσικὰ πρὸ τῶν Ἐξορκισμῶν νὰ προηγεῖται ἡ ἀπαραίτητη νηστεία ἐκ μέρους τοῦ Ἐξορκιστή. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας μᾶς εἶπε: «Τοῦτο τὸ γένος τῶν δαιμόνων οὐκ ἐξέρχεται εἰμὴ ἐν προσευχῆ καὶ νηστείᾳ». Ὁ ἱερέας δίδει πρῶτος τὸ παράδειγμα τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ὁ Ἱερέας τὶς εὐχὲς δὲν πρέπει νὰ τὶς μελετᾶ ἁπλῶς διαβάζοντας, ἀλλὰ προσπαθώντας διὰ τῶν ἱερολογιῶν νὰ μετέχει στὰ κείμενα τῶν εὐχῶν προσευχητικά, παρακλητικὰ καὶ ἰαματικά.

22. Ἀκολουθία τοῦ ἱεροῦ Μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου

Στὸ Εὐχολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ὑπάρχει μία ἀκολουθία τοῦ Ἱεροῦ Εὐχελαίου πολὺ διαδεδομένη. Αὐτὴ φέρει τὸν τίτλο: «Ἀκολουθία τοῦ ἁγίου Ἐλαίου ἤτοι τοῦ Εὐχελαίου, ψαλλομένη ὑπὸ ἑπτὰ Ἱερέων, ἐν Ἐκκλησίᾳ ἤ ἐν Οἴκῳ» (βλ. Μικρὸν Εὐχολόγιον, ἐκδ. ιδ’ Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1999, σ. 172). Τὸ Εὐχέλαιον εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ μυστήρια τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Τὸ Εὐχέλαιον τελεῖται συνήθως γιὰ κάποιον ἀσθενῆ ἤ γιὰ κάποιο σοβαρὸ ψυχολογικὸ καὶ σωματικὸ πρόβλημα. Ἐπέκεινα τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου τελεῖται ἐκ Παραδόσεως ὄχι μόνον στοὺς ἱεροὺς ναούς, ἀλλὰ καὶ στὶς οἰκίες τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν. Τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου, ὡς ἐπίσης καὶ τὰ ἄλλα μυστήρια καὶ ἱερὲς ἀκολουθίες δὲν τελοῦνται σὲ σπίτια αἱρετικῶν ἤ σχισματικῶν. Βασικὴ προϋπόθεση γιὰ νὰ τελεσθεῖ τὸ ἱερὸν μυστήριον τοῦ Εὐχελαίου καθὼς καὶ ὅλων τῶν ὑπολοίπων μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας, γιὰ νὰ ἔχουν ἰσχὺ καὶ ἐγγυρότητα εἶναι νὰ τελοῦνται ἀπὸ τὸν Ὀρθόδοξο κανονικὰ χειροτονημένο κληρικό. Ὑπάρχουν καὶ περιπτώσεις περιπλανόμενων κληρικῶν ποὺ τελοῦν μόνον Εὐχέλαια καὶ Ἐξορκισμοὺς στὰ σπίτια τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν, κληρικῶν ποὺ δὲν ἔχουν κανονικὴ ἱερωσύνη καὶ φυσικὰ τὰ τελούμενα μυστήριά τους πάσχουν ἀπὸ ἐγΚυρότητα. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καλὸν θὰ εἶναι οἱ ὀρθόδοξοι πιστοί μας νὰ ἐμπιστεύονται γιὰ τὶς ἁγιαστικές τους πράξεις μόνον τοὺς ἐφημερίους τῆς ἐνορίας τους. Ὡς ἀκολουθία τῆς Ἐκκλησίας μας τὸ Ἱερὸν Εὐχέλαιον ἀνήκει στὶς μυστηριακὲς τελετές. Δηλ. μὲ τὴν ἐπενέργεια τῆς ἐπικλήσεως τοῦ Παναγίου Πνεύματος διὰ τῶν ἱερῶν καθαγιαστικῶν εὐχῶν καθίσταται τὸ ἔλαιο, πηγὴ χάριτος καὶ ἐλέους πηγή.
Τὸ Ἱερὸν μυστήριον τοῦ Εὐχελαίου τελεῖται ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ καὶ σὲ κάθε περίπτωση καὶ περίσταση ποὺ προαναφέραμε. Ὁ Ὀρθόδοξος κληρικὸς ποὺ εἶναι ὁ οἰκονόμος τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας, δηλ. ὁ καλὸς διαχειριστής, ὀφείλει νὰ ἐρευνᾶ πάντοτε τὰ κίνητρα τῶν αἰτούντων τὴν ἐπιτέλεση τῶν ἁγίων μυστηρίων τῆς πίστεώς μας. Γιὰ παράδειγμα ζητάει κάποιος πιστὸς τὴν τέλεση τοῦ μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου στὸ σπίτι του ἐνῶ ὁ κληρικὸς ποτὲ δὲν τὸν εἶδε νὰ ἐκκλησιάζεται, νὰ ἐξομολογεῖται καὶ νὰ κοινωνεῖ τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ὁ κληρικὸς ὀφείλει νὰ ἐξιχνιάζει τὰ κίνητρα τοῦ πιστοῦ ἐκείνου πού, ἐνῶ δὲν ὀρθοπραττεῖ στὰ ὑπόλοιπα μυστήρια καὶ ἀκολουθίες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, ζητεῖ ἐπιμόνως τὴν τέλεση αὐτοῦ τοῦ μυστηρίου. Συνήθως οἱ πιστοί μας, ἐπειδὴ δὲν εἶναι οἱ περισσότεροι ἐξ αὐτῶν σωστὰ κατηχημένοι στὰ τῆς Ὀρθοδόξου λατρείας μας, ζητοῦν τὴν ἐπιτέλεση τοῦ μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου ἐνῶ κατ’ οὐσίαν ἐννοοῦν τὸν μικρὸ Ἁγιασμό, ἤ εὐχὲς λεχῶνας ἤ Τρισάγιον γιὰ τὸν κεκοιμημένο τους ἤ ἄλλα. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ ἱερέας κατά τὴν ἐπαφή του μὲ τὸν πιστὸ πρέπει ἀπαραιτήτως νὰ ἐξιχνιάσει τί πρέπει νὰ κάνει, νὰ ἀποδεχθεῖ τὴν πρόσκληση ἤ νὰ τὴν ἀπορρίψει, κάτω φυσικὰ ἀπὸ τὶς προϋποθέσεις τῆς Ὀρθοδόξου πνευματικότητος. Συνηθίζουν γιὰ παράδειγμα πολλοὶ μάγοι ἤ χαρτορίχτρες ἤ μέντιουμ νὰ συνιστοῦν στοὺς πελάτες τους, ποὺ δυστυχῶς εἶναι αὐτοὶ κατὰ τὴν πλειονότητά τους στὴν Ὀρθόδοξη πατρίδα μας Χριστιανοὶ Ὀρθόδοξοι, νὰ τελοῦν πολλὰ εὐχέλαια, τρία ἤ ἑπτά συνεχόμενα, ἐνῶ ποτέ τους δὲν λένε στοὺς ἀνθρώπους νὰ ἐξομολογοῦνται καὶ νὰ ἐκκλησιάζονται. Αὐτὸ εἶναι μιὰ παραπλάνηση ἐκ μέρους ὅλων αὐτῶν τῶν «τσαρλατάνων» γιὰ νὰ καλύπτουν τὶς δαιμονικὲς πλάνες τους μὲ ἁγιοτικὰ σημεῖα. Ἡ πλάνη αὐτῶν ἔγκειται στὸ γεγονὸς ὅτι ὁ πιστὸς εὔκολα πέφτει θύμα σὲ κάτι ποὺ φαινομενικὰ φαίνεται ἐκκλησιαστικό, ἐνῶ τὴν ἴδια στιγμὴ εἶναι μιὰ ἐπιλεκτικὴ ἀποδοχὴ κάποιου μυστηρίου ἤ ἀκολουθίας τῆς Ἐκκλησίας, ὄχι ὅμως στὴν ὁλότητά της, ἀλλὰ στὴν ἀποσπασματικὴ ἐπιλογή της. Ἔτσι ὅμως ἀπομονωμένο τὸ ἱερὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου δὲν μπορεῖ ἀφ’ ἑαυτοῦ του νὰ ἁγιάσει τὸν προβληματισμένο ἄνθρωπο, γιατὶ προκειμένου νὰ ἐνεργήσει κάποιο μυστήριο θὰ πρέπει νὰ θεωρεῖται ἐκ προοιμίου ἀπαραίτητη καὶ ἡ ἐν γένει ἀποδοχὴ ὅλων τῶν ὑπολοίπων μυστηρίων καὶ ἱερῶν τελετῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Ὁπότε καταλήγουμε νὰ σημειώσουμε ὅτι, ἰδιαιτέρως γιὰ τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου, ἀπαιτεῖται μιὰ ἰδιαίτερη προσοχὴ ἐκ μέρους τοῦ καλοῦ λειτουργοῦ-ἱερέως γιὰ τὸ ποιὸς τὸ ζητᾶ καὶ ποῦ πρέπει νὰ τὸ τελέσει. Ἡ ἔρευνα γιὰ τὸ ἄν πρέπει νὰ τελεσθεῖ σὲ κάποιον πιστὸ τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου τιμᾶ τὸν κληρικό, ἐνῶ σὲ ἀντίθετη περίπτωση ὅταν ὁ κληρικὸς ἀδιακρίτως νὰ ἐπιτελεῖ τὰ ἱερὰ μυστήρια τὸν κάνει ἐπιλήσμονα τῶν ἱερῶν ὑποσχέσεων ποὺ ἔδωσε κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς χειροτονίας του ὅτι δὲν θὰ βάλει τὸν μαργαρίτη, (ἐνν. τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας, καὶ ἐπέκεινα ὁλόκληρη τὴν ἱερὰ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας) ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, δηλ. σὲ κάποιους ποὺ δὲν μποροῦν νὰ λάβουν αὐτὰ καὶ λόγῳ ἀναξιότητος καὶ γιὰ διάφορους ἄλλους λόγους ποὺ προαναφέραμε. Τὸ ἱερὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου εἶναι τὸ κατεξοχὴν μυστήριο τῶν πιστῶν τέκνων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ πιστὸς δὲν τελεῖ τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου γιὰ τὸ καλό, γιὰ τὸ ριζικό του, γιὰ τὴν τύχη του ὅπως συνηθίζουν κάποιοι πλανεμένα νὰ λένε, ἀλλὰ τὸ τελεῖ σὲ συνδυασμὸ μὲ τὸ μυστήριο τῆς μετανοίας-ἐξομολογήσεως καὶ πάντοτε σὲ στενὴ καὶ ἀδιάλειπτη σχέση μὲ τὸν τακτικὸ ἐκκλησιασμό του. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου μπορεῖ καὶ τελεῖται τακτικὰ σὲ σπίτια εὐλαβῶν πιστῶν κατὰ τὶς περιόδους τῶν μεγάλων νηστειῶν τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως κατὰ τὴν περίοδο τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ὡς ἐφόδιο καὶ στήριγμα γιὰ τὸν ἀγῶνα τους στὴν καλύτερη προσέγγιση τῶν μεγάλων ἐκκλησιαστικῶν γεγονότων τῆς Ὀρθοδόξου πίστεώς μας καὶ ὡς βακτηρία στὸν ἀγῶνα τῆς νηστείας. Ἀλλὰ καὶ στὶς ἄλλες ἐκκλησιαστικὲς περιόδους τῆς Ἐκκλησίας μας μπορεῖ νὰ τελεῖται τὸ ἱερὸν εὐχέλαιον καὶ στὸ ναὸ καὶ στὶς οἰκίες τῶν πιστῶν μας.
Ἔτσι τὸ Ἱερὸν Εὐχέλαιον, κατὰ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, τελεῖται συνήθως στοὺς Ἱεροὺς Ναοὺς κάθε Μεγάλη Τετάρτη, μιὰ ἡμέρα πρὸ τῆς Μεγάλης Πέμπτης ποὺ εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς ἀναμνήσεως τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου τῆς Ἐκκλησίας μας, δηλ. τῆς παραδόσεως ὑπὸ τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου στοὺς μαθητές Του καὶ ἐπέκεινα στὴν ἴδια τῆς Ἐκκλησία τοῦ Φρικτοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἡ προσέγγιση τοῦ ἱεροῦ τούτου καὶ φρικωδεστάτου μυστηρίου περνᾶ κατὰ τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας διὰ τοῦ μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου καὶ φυσικὰ τῆς προηγηθείσης μετανοίας διὰ τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐξομολογήσεως. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι, καὶ κατὰ τὴν διάταξη τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν στὸ Εὐχολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, τὸ μυστήριον τοῦ Εὐχελαίου ἕπεται τῆς τελέσεως τοῦ μυστηρίου τῆς μετανοίας-ἐξομολογήσεως (βλ. Μικρὸν Εὐχολόγιον, ἐκδ. ιδ’ Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1999, σ. 172-218).
Γιὰ τὴν τέλεση τοῦ Εὐχελαίου ἀπαιτοῦνται ἐκ μέρους τῶν πιστῶν τὰ κάτωθι: Πρῶτα προετοιμάζεται ὁ χῶρος ὅπου θὰ τελεσθεῖ τὸ Ἱερὸν Εὐχέλαιον. Συνηθίζεται νὰ εἶναι ὁ καλύτερος χῶρος τοῦ σπιτιοῦ μας (π.χ. τὸ σαλόνι) ἤ ἐὰν ὑπάρχει κάποιο εἰκονοστάσιο στὸ σπίτι νὰ τελεῖται σ’ ἐκεῖνον τὸν χῶρο, ποὺ εἶναι ὁ τόπος προσευχῆς τῆς κατ’ οἶκον Ἐκκλησίας. Τοποθετεῖται στὸν χῶρο ποὺ ἐπιλέξαμε ἕνα ψηλὸ τραπέζι στὸ ὕψος τῆς τραπεζαρίας ποὺ τρῶμε. Πάνω στὸ τραπέζι ἁπλώνεται ἕνα καθαρὸ λευκὸ (κατὰ προτίμηση) τραπεζομάνδηλο κι ἔπειτα τοποθετοῦνται:

  1. ἕνα μπόλ ἤ λεκάνη μὲ ἀλεύρι ἤ ἕνα ζυμωμένο πρόσφορο (γιὰ μὲν τὴ χρήση τοῦ ἀλεύρου προκειμένου κατόπιν τῆς τελέσεως τοῦ μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου νὰ ζυμωθεῖ σὲ πρόσφορο γιὰ νὰ προσκομισθεῖ ἀπὸ τὸν ἱερέα κατὰ τὴν προσεχὴ τέλεση τοῦ ἱεροῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἐνῶ ἐὰν εἶναι ἕτοιμο ζυμωμένο γιὰ τὸν ἴδιο λόγο),
  2. ἑπτὰ μικρὰ καθαρὰ κεράκια (Κατὰ προτίμηση μελισσοκερένια. Συνηθίζουμε οἱ πιστοὶ νὰ χρησιμοποιοῦμε γιὰ τὴν λατρεία ὅ,τι πιὸ καθαρὸ καὶ γνήσιο, ὄχι μόνον γιὰ τὸ κερί μας, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ λάδι μας, γιὰ τὸ κρασί μας, γιὰ τὸ θυμίαμά μας καὶ για ὁ,τιδήποτε ἄλλο. Αὐτὸ δείχνει τὸν σεβασμό μας πρὸς τὸν ἴδιο τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό),
  3. μία εἰκόνα (κατὰ προτίμηση) τοῦ Χριστοῦ ἤ τῆς Παναγίας μὲ τὸ Χριστό, καὶ φυσικὰ καὶ ἄλλες ὑπάρχουσες εἰκόνες ἁγίων τοῦ σπιτιοῦ,
  4. τὸ λιβανιστήρι (θυμιατό ἤ κατζίον) μὲ καρβουνάκι καὶ θυμίαμα (τὸ καρβουνάκι καλὸν θὰ εἶναι νὰ ἀνάπτεται ἐκτὸς οἰκίας διότι προκαλεῖ πολλὲς φορὲς ἐκρήξεις καὶ ζημιές. Στὰ σπίτια εἴθισται νὰ χρησιμοποιεῖται καρβουνόσκονη, ἡ ὁποία ἔχει τὴν ἰδιότητα ὅταν ἀνάπτεται νὰ εἶναι βραδυφλεγὴς καὶ νὰ μὴν προκαλεῖ νέφος ἀποπνικτικῶν ἀερίων. Ἐπίσης ποτὲ δὲν τοποθετοῦμε πάνω στὸ ἀναμμένο καρβουνάκι πολλὰ σπυριὰ θυμιάματος, παρὰ μόνον ἕνα, δύο ἤ τρία κι ἐφόσον φυσικὰ τὸ καρβουνάκι ἔχει ἀποκτήσει λευκὸ χρῶμα, δηλ. τὴν γκρίζα στάκτη),
  5. τὸ κανδηλάκι (ἐνν. ἕνα κατάλληλο ποτηράκι μὲ ἔλαιο καθαρὸ καὶ κανδηλήθρα ἀναμμένη (ποτέ στὸ κανδηλάκι μας δὲν καῖμε διάφορα αἰθέρια ἔλαια ἤ διάφορα ἔλαια ἄλλων καρπῶν, παρὰ μόνον λάδι ἐλιᾶς. Ἐπίσης ἡ ἀφὴ τῆς κανδήλας θὰ πρέπει νὰ εἶναι χαμηλόφωτη καὶ ὄχι νὰ κάνουμε μεγάλο φυτίλι γιὰ νὰ φωτίζεται ὅλο τὸ σπίτι ὅπως συνηθίζουν πολλοὶ πιστοί. Ἡ ἀφὴ τῆς κανδήλας εἶναι σύμβολο. Συμβολίζει τὴν παντοτινὴ ἄσβεστη πίστη τῶν ἀνθρώπων. Κάποιοι πιστοὶ συνηθίζουν στὸ κανδήλι τους νὰ βάζουν κατὰ τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου καὶ κρασί. Αὐτὸ τὸ στηρίζουν στὸ εὐαγγέλιο, στὴν περικοπὴ τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη ποὺ διαβάζεται κατὰ τὸ Εὐχέλαιον, ὅπου ὁ καλὸς Σαμαρείτης ὅταν βρῆκε τὸν πληγωμένο ἀσθενὴ στὸ δρόμο ἔρριξε ἐπάνω στὶς πληγές του ἔλαιο καὶ οἶνο. Δηλαδὴ μιὰ περιποίηση κατὰ τὴν ὁποία ταυτόχρονα μὲ τὸν καυτηριασμὸ τῆς πληγῆς ἔγινε καὶ καθάρισμα μὲ τὸ μαλάκωμα τῆς ἐπαλείψεως τοῦ ἐλαίου. Τὸ κύριο ὅμως ὑλικὸ στοιχεῖο ποὺ εὐλογεῖται κατὰ τὸ Εὐχέλαιο εἶναι τὸ λάδι καὶ ὄχι τὸ κρασί). Ἡ κανδήλα μὲ τὸ λάδι, σύμφωνα μὲ κάποιες διατάξεις καὶ τοπικὲς παραδόσεις τοποθετεῖται στὸ κέντρο τοῦ ἄλευρου. Πάντως καὶ ἐκτὸς τοῦ ἄλευρου νὰ εἶναι τὸ κανδήλι δὲν ἐπηρεάζει τὸν ἁγιασμό του,
  6. μία χριαλίδα (συνήθως χρησιμοποιοῦμε βατονέτες αὐτιῶν. Ὁ ἱερέας ὀφείλει νὰ ἐνημερώσει τοὺς πιστοὺς ὅτι ἡ χριαλίδα δὲν πρέπει νὰ πεταχθεῖ στὰ σκουπίδια, ἀλλὰ μὲ συστολὴ ὅπως συμβαίνει καὶ μὲ τὰ ὑπόλοιπα τῶν ἱερῶν σκευῶν, ὅπως καμμένα φυτίλια κανδηλιῶν, χαρτιὰ ποὺ ἔρχονται σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸ ἔλαιο ἤ βαμβάκια, θάπτονται ὅλα σ’ ἕνα ἀπάτητο μέρος ἤ ρίπτονται στὴ θάλασσα. Αὐτὸ δὲν εἶναι τυπολατρία, ἀλλὰ σεβασμὸς πρὸς τὰ ἱερὰ τῆς πίστεώς μας),
  7. τὰ ὀνόματα ὑπὲρ ὑγείας (ποτὲ δὲν γράφουμε στὸ Εὐχέλαιο ὀνόματα ὑπὲρ ἀναπαύσεως κεκοιμημένων καὶ φυσικὰ ποτὲ δὲν γράφουμε λίστες ὁλόκληρες ὀνομάτων. Καλὸν θὰ εἶναι νὰ γράφονται τὰ ὀνόματα μόνον τῆς οἰκογενείας γιὰ τὴν ὁποία τελεῖται τὸ Εὐχέλαιον).

Τὸ Εὐχέλαιον δὲν πίνεται, ἀλλὰ μόνον χρίεται στὰ μέλη τοῦ σώματος τῶν πιστῶν. Συνήθως κατὰ τὴν χρίση ὁ ἱερέας ἐπαλείφει τὰ ἑξῆς σημεῖα τοῦ σώματος: α) τὴν κεφαλή (μέτωπο, πιγούνι καὶ παρειές) καὶ τὰ χέρια (ἐξωτερικὰ καὶ ἐσωτερικὰ τῆς παλάμης) σχηματίζοντας μὲ τὸ ἔλαιο τὸ σχῆμα τοῦ Σταυροῦ. Ὑπάρχει μιὰ εὐλαβικὴ συνήθεια οἱ πιστοὶ νὰ ἐπαλείφονται μὲ τὸ ἔλαιον τοῦ Εὐχελαίου καὶ στὰ μέρη ἐκείνα τοῦ σώματός τους ποὺ ἀσθενοῦν ἀπὸ μόνοι τους. Τὸ Εὐχέλαιον, δηλ. τὸ εὐλογημένο ἔλαιο, ἐπίσης φυλάσσεται στὸ εἰκονοστάσι τοῦ σπιτιοῦ μας. Ἐπίσης ποτὲ δὲν χαλάει τὸ Εὐχέλαιον. Αὐτὸ τὸ γράφουμε γιατὶ πολλοὶ μπορεῖ νὰ νομίζουν ὅτι ἐὰν περάσουν δέκα ἤ καὶ παραπάνω χρόνια τὸ Εὐχέλαιον χαλάει καὶ πρέπει νὰ τὸν πετάξουν. Τὸ Εὐχέλαιον ὅπως καὶ ἄλλα μυστήρια καὶ ἱερὲς ἀκολουθίες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας εἶναι ἕνα διαρκὲς θαῦμα στὴ ζωὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Τὸ μυστικὸ γιὰ τὸ Εὐχέλαιο εἶναι ὅτι μόνο τότε ποτὲ δὲν χαλάει, ὅταν τελεῖται ἀπὸ κανονικὸ Ὀρθόδοξο κληρικό, δηλ. ἀπὸ ἱερέα ποὺ ἔχει κανονικὴ ἱερωσύνη. Ἀκόμη πρέπει νὰ σημειώσουμε ὅτι ποτὲ δὲν πρέπει νὰ λαμβάνουμε «εὐχέλαια καὶ ἁγιάσματα» ἀπὸ κανέναν ὅταν δὲν γνωρίζουμε τὴν ποιότητα τῆς πίστεως ἐκείνου ποὺ μᾶς τὰ προσφέρει. Τὸ κύτταρο τῆς μυστηριακῆς καὶ ἁγιαστικῆς ζωῆς τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν εἶναι μόνον ἡ ἐνορία τους καὶ τὰ ἱερὰ σεβάσματά μας, δηλ. τὰ μοναστήρια καὶ τὰ Ἁγιάσματα. Εἶναι οἱ τόποι ποὺ πρέπει νὰ ἐμπιστευόμαστε ὅλοι μας ἀνεπιφύλακτα.
Ὁ ἱερέας ποὺ προσέρχεται στὴν οἰκία ἐνορίτη του νὰ τελέσει τὸ Εὐχέλαιο ἀπαραιτήτως θὰ πρέπει νὰ φέρει:
α) τὸ ἱερὸν ἐπιτραχήλιον ποὺ εἶναι τὸ ἰδιαίτερο ἐκείνο πολύχρωμο ὕφασμα ποὺ τὸ φορὰ ὁ ἱερέας ἐπὶ τοῦ τραχήλου του, δηλ. τοῦ λαιμοῦ του, ἐφόσον πρῶτα τὸ σταυρώσει διὰ τῆς δεξιᾶς του χείρας καὶ πεῖ κάποια συγκεκριμένη εὐχή,
β) Τὸν Τίμιο Σταυρὸ τὸ σύμβολο τῆς πίστεώς μας (συνήθως ὁ Σταυρὸς αὐτὸς λέγεται ἐπιτραπέζιος διότι ἔχει βάση καὶ στέκεται ὄρθιος),
γ) τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον (ὑπάρχει σὲ μικρὸ σχῆμα εἴτε ἀσημόδετο εἴτε δερματόδετο), καί
δ) τὸ «Εὐχολόγιον» ποὺ εἶναι λειτουργικὸ ἱερατικὸ βιβλίο ποὺ περιέχει ὅλες τὶς ἁγιαστικές, μυστηριακὲς καὶ περιστατικές, ἱερὲς ἀκολουθίες καὶ εὐχὲς τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ὁ ἱερέας μετὰ πάσης εὐλαβείας τελεῖ τὴν ἱερὰ ἀκολουθία ἔχοντας πρῶτα μελετήσει πολὺ καλὰ τὰ ἱερὰ κείμενα. Τὸ θυμίαμα προσφέρεται κατὰ τὴν ἐμμελὴ ἀνάγνωση τῶν Ἀποστόλων. Πάντοτε τὸ θυμίαμα εὐλογεῖται ὑπὸ τοῦ ἱερέως καὶ σταυρώνεται. Πρῶτα θυμιάζεται τὸ εἰκόνισμα ἤ οἱ ἱερὲς εἰκόνες γενικά κι ἔπειτα ὅλος ὁ κόσμος τῆς οἰκίας. Κατὰ τὸ τέλος ξαναθυμιάζεται τὸ εἰκόνισμα.
Κατὰ τὴν ὥρα ποὺ ἀναγινώσκει ὁ ἱερέας τὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια, ἑπτὰ στὸν ἀριθμό, εἴθισται οἱ πιστοὶ νὰ μπαίνουν κάτω ἀπὸ τὸ πετραχήλι, ὅπως ἐπίσης καὶ κατὰ τὴν τελευταία εὐχὴ «Βασιλεῦ ἅγιε, εὔσπλαγχνε, καὶ πολυέλεε, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ». Αὐτὴ εἶναι μιὰ εὐλαβικὴ συνήθεια τῶν πιστῶν τῆς Ἐκκλησίας, γίνεται ὅμως κατ’ ἐξαίρεση μόνον στὶς οἰκίες τῶν πιστῶν, ὄχι ὅμως καὶ κατὰ τὴν ὥρα τῆς δημοσίου λατρείας, δηλ. κατὰ τὴν ὥρα τῆς λατρείας μέσα στὸ ναό. Αὐτὴ ἡ συνήθεια ρητὰ ἀναφέρεται στὸ Εὐχολόγιον (βλ. Μικρὸν Εὐχολόγιον ἐκδ. ιδ’ Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1999, σ. 215) ὅπου κατὰ τὸν χρόνο πρὸ τῆς ἀναγνώσεως τῆς εὐχῆς «Βασιλεῦ ἅγιε, εὔσπλαγχνε…» ὁ ἱερέας λαμβάνοντας τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο «τίθησιν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ» (δηλ. τοῦ τελοῦντος τὸ Εὐχέλαιον).
Ὁ ἱερεὺς κατὰ τὴν ὥρα ποὺ χρίει μὲ τὸ εὐχέλαιο τοὺς πιστούς, ψάλλει τὸ τροπάριον «Πηγὴν ἰαμάτων ἔχοντες» κι ἄν ὁ κόσμος εἶναι πολὺς ψάλλει καὶ ἕτερα τροπάρια ὅπως τό: «Νεῦσον παρακλήσεσι, σῶν ἱκετῶν, Πανάμωμε».
Ἐὰν κατὰ τὸ Εὐχέλαιο παρίσταται καὶ διάκονος φέρει μόνον τὸ ὁράριόν του. Ἐὰν ὑφίστανται ψάλτες τότε ἐκείνοι ἀπαντοῦν στὰ ψαλτικὰ μέρη, ἐὰν ὅμως ὄχι τότε ὁ διάκονος, ὁ ὁποῖος καὶ θὰ ψάλει καὶ τοὺς Ἀπόστολους. Ἐὰν ἀπουσιάζουν ἅπαντες τότε ἐξυπακούεται ὅτι ὅλα θὰ τὰ ψάλλει ὁ ἱερέας.
Ἀκόμη νὰ σημειώσουμε ὅτι τὶς εὐχὲς τῆς Ἐκκλησίας μας ποὺ εἶναι ἀποτυπωμένες στὸ «Εὐχολόγιον» τὶς διαβάζει μόνον ὁ ἱερέας καὶ ποτὲ λαϊκός. Ὁ ἱερέας ἔχει τὴν εἰδικὴ ἱερωσύνη, δηλ. ἔχει λάβει μὲ εἰδικὴ μυστηριακὴ ἀκολουθία τὴν ἱερωσύνη του στὸν ὀρθόδοξο ναὸ ἐν ὥρᾳ Θείας Λειτουργίας καὶ μπορεῖ ἀκωλύτως νὰ τελεῖ ὅλα τὰ μυστήρια καὶ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας καὶ φυσικὰ νὰ διαβάζει τὶς εὐχὲς στὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ὁ λαϊκὸς ποὺ ἔχει τὴν γενικὴ ἱερωσύνη, ὄχι τὴν εἰδική, μόνον μετέχει ἁγιαζόμενος ἀπὸ τὸν ἱερέα καὶ ποτὲ δὲν ἁγιάζει τοὺς ἄλλους (ὑπάρχουν περιπτώσεις πλάνης ὅταν κάποιοι ἄνθρωποι ἀντικαθιστοῦν τοὺς ἱερεῖς καὶ πλανοῦν πολλοὺς ἀνθρώπους μὲ τὸ νὰ τοὺς σταυρώνουν καὶ νὰ τοὺς συμβουλεύουν, πράξεις ποὺ μποροῦν νὰ κάνουν μόνον οἱ ἔχοντες τὴν εἰδικὴν ἱερωσύνην).
Τὸ Εὐχέλαιον εἶναι μυστήριον ποὺ τελεῖται μόνο σὲ ζῶντες πιστούς καὶ ποτὲ σὲ κεκοιμημένους. Καὶ φυσικὰ ἡ χρίση διὰ τοῦ ἁγίου ἐλαίου τοῦ Εὐχελαίου γίνεται μόνον σὲ ἀνθρώπους καὶ ποτὲ σὲ ἄλογα ζῶα, ἐν ἀντιθέσει μὲ τὸν Μικρὸ Ἁγιασμὸ ποὺ τελεῖται καὶ γιὰ τὰ ζῶα.
Ἡ τέλεση τοῦ μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου δὲν εἶναι μιὰ ἁπλὴ ἀκολουθία ποὺ διαρκεῖ λίγα λεπτὰ τῆς ὥρας. Ὁ ἱερέας πρέπει νὰ ἐνημερώνει τοὺς πιστούς του ὅτι τὸ Εὐχέλαιο ἀπαιτεῖ ἀρκετὴ ὥρα ὀρθοστασίας καὶ προσευχῆς (ἐκτὸς φυσικὰ τῶν ἀνημπόρων γερόντων καὶ τῶν ἀσθενούντων ποὺ βρίσκονται στὸ κρεββάτι) καὶ πὼς ἀκόμη ἀπαιτεῖται σεβασμὸς πρὸς τὸ μυστήριο καὶ προσευχὴ κατὰ τὴ διάρκεια ποὺ ἐπιτελεῖται. Ἐξυπακούεται ὅτι οἱ πιστοὶ κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Εὐχελαίου παραμένουν στὸν χῶρο τῆς τελέσεως αὐτοῦ καὶ πὼς θεωρεῖται μεγάλη ἀσέβεια νὰ ἀπαντοῦν σὲ τηλέφωνα ἤ νὰ στέλνουν μηνύματα στὰ κινητὰ τηλέφωνά τους ἤ νὰ ἀσχολοῦνται μὲ ἄλλα πράγματα.
Ἐπίσης ἡ τέλεση τοῦ Εὐχελαίου δὲν ἀποτελεῖ κοινωνικὴ ἐκδήλωση τῶν πιστῶν, ἀλλὰ προσευχή. Ἔτσι δὲν δικαιολογεῖται στὰ σπίτια τῶν τελούντων τὸ Εὐχέλαιο νὰ προσκαλεῖται πολὺς κόσμος, παρὰ μόνον ἐκείνοι οἱ πιστοὶ ποὺ θὰ προσέλθουν προσευχητικά. Ὁ ἱερέας ὀφείλει νὰ καταρτίζει τὸ ποίμνιόν του καὶ στὰ θέματα αὐτά, γιὰ νὰ μὴν παρεξηγεῖται ἡ οὐσία τοῦ μυστηρίου καὶ γίνεται ἡ προσέγγισή του τυπολατρικὰ καὶ ἐπιφανειακά.
Τὸ Εὐχέλαιον μπορεῖ νὰ τελεῖται ἀπὸ ἕναν ἱερέα, κατὰ τὴν Παράδοση ὅμως τῆς Ἐκκλησίας μας ἡ ὁποία στηρίζεται στὸ τῆς Καθολικῆς Ἐπιστολῆς Ἰακώβου τὸ ἀνάγνωσμα (5, 10-16) «ἀσθενεῖ τις ἐν ὑμῖν; προσκαλεσάσθω τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας καὶ προσευξάσθωσαν ἐπ’ αὐτόν, ἀλείψαντες αὐτὸν ἐλαίῳ ἐν τῶ ὀνόματι τοῦ Κυρίου. Καὶ ἡ εὐχὴ τῆς πίστεως σώσει τὸν κάμνοντα…» εἴθισται νὰ παρευρίσκονται καὶ περισσότεροι τοῦ ἑνὸς πρεσβύτεροι-ἱερεῖς ὅπου αὐτὸ καθίσταται δυνατὸ καὶ ἐπιτρεπτό.
Ἡ χρίση τῶν πιστῶν μὲ τὸ ἔλαιο τοῦ Εὐχελαίου γίνεται κατὰ τὸ τέλος τῆς ἀκολουθίας καὶ ὄχι στὴν ἀρχή, ἐφόσον ἕνας ἱερέας εἶναι ὁ τελῶν τὸ Εὐχέλαιον. Σὲ ἀντίθετη περίπτωση ἐὰν εἶναι πολλοὶ οἱ ἱερεῖς -ἑπτὰ εἰς τὸν ἀριθμόν- τότε ἡ χρίση γίνεται τόσες φορὲς ὅσοι εἶναι καὶ οἱ ἱερεῖς (δηλ. ἀπὸ μία φορὰ ὁ κάθε ἱερέας μετὰ ἀπὸ κάθε Ἀποστολοευαγγέλιο).
Στὸ τέλος τῆς ἀκολουθίας ὁ ἱερέας δίδει συμβουλὲς στοὺς τελέσαντας πιστοὺς γιὰ τὴν φύλαξη τοῦ Εὐχελαίου καὶ φυσικὰ δὲν παραλείπει νὰ τοὺς ὁμιλήσει γιὰ τὸ Θεὸ καὶ τὴ χρησιμότητα τῶν Ἁγίων Μυστηρίων καὶ τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν ἤ ἀκόμη, δεχόμενος τὸ κέρασμά τους καὶ κατὰ τὴν διάρκεια αὐτοῦ, νὰ γνωρισθεῖ μαζί τους καὶ ν’ ἀναπτύξει κάποιο πνευματικὸ θέμα.

23. Ἀκολουθία τοῦ ἱεροῦ Μυστηρίου τῆς Μετανοίας- Ἐξομολογήσεως

Στὸ Εὐχολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ὑπάρχει μία σπουδαία καὶ ἀπαραίτητη γιὰ κάθε Ὀρθόδοξο χριστιανὸ ἀκολουθία, ἡ τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως ποὺ φέρει τὸν τίτλο: «Ἀκολουθία τῶν Ἐξομολογουμένων» (βλ. Μικρὸν Εὐχολόγιον, ἐκδ. ιδ’ Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1999, σ. 162-166), καθὼς ἐπίσης καὶ πολλὲς συγχωρητικὲς εὐχές γιὰ κάθε περίπτωση ἐξομολογουμένου π.χ. λαϊκοῦ ἤ κληρικοῦ (ὅ.π. σ. 166-171).

Χρόνος Τελέσεως του Μυστηρίου
Ἡ ἐξομολόγηση εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ μυστήρια τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Σχετικὰ μὲ τὸ χρόνο ποὺ τελεῖται τὸ μυστήριον πρέπει νὰ σημειώσουμε ὅτι δὲν ὑπάρχει κατάλληλος χρόνος, παρὰ ὅταν ὑπάρχουν ἁμαρτήματα τὰ ὁποία βαρύνουν τὴν ψυχή μας, ὁπότε προστρέχουμε ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ στὸν πνευματικό μας ἐξομολόγο.

Τόπος τελέσεως του Μυστηρίου
Ὅσον ἀφορᾶ τὸν τόπο ποὺ γίνεται τὸ μυστήριο τῆς μετανοίας-ἐξομολογήσεως ἔχουμε νὰ σημειώσουμε ὅτι εἶναι ὁ ὀρθόδοξος ναός. Σὲ ἔκτακτες περιπτώσεις ἡ ἐξομολόγηση μπορεῖ νὰ γίνει καὶ στὰ σπίτια πιστῶν οἱ ὁποίοι εἶναι ἀσθενεῖς, ἀνάπηροι καὶ γενικῶς ἀνήμποροι.

Ποιός τελεί το Μυστήριον;
Τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως τελεῖται μόνον ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο καὶ τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἐκείνοι ποὺ τελοῦν τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως πρέπει νὰ εἶναι κανονικὰ καὶ ὀρθοδόξως χειροτονημένοι κληρικοὶ τῆς κανονικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Πώς τελείται το Μυστήριον;
Κατὰ τὴν ἐξομολόγηση ὁ πνευματικὸς καὶ ὁ ἐξομολογούμενος στέκονται εἴτε ὄρθιοι εἴτε καθιστοὶ ἐνώπιον τῶν ἁγίων εἰκόνων τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Παναγίας σὲ στάση εὐλαβείας, δηλ. μὲ σκυμμένο τὸ κεφάλι. Ὁ πνευματικὸς πρέπει νὰ βλέπει τὸν ἐξομολογούμενο κατὰ πρόσωπο καὶ νὰ διαπιστώνει ἐκ τῶν ἐξαγορευθέντων ἁμαρτημάτων καὶ ἐγκλημάτων του τὴν ἀληθινὴ μετάνοιά του. Ἐξυπακούεται ὅτι ἡ συγχωρητικὴ εὐχὴ δίδεται ἐκ μέρους τοῦ ἐξομολόγου πρὸς τὸν ἐξομολογούμενο μόνον τότε, ὅταν ὑπάρχει ἀληθινὴ μετάνοια καὶ συντριβὴ ἐκείνη τὴ στιγμὴ ποὺ τελεῖται τὸ μυστήριο. Ὁ πνευματικὸς ἐξομολόγος ἀπαραιτήτως γιὰ νὰ ἔχει ἰσχὺ τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως θὰ πρέπει νὰ φέρει ἐπὶ τοῦ λαιμοῦ του τὸ ἐπιτραχήλιον, δηλ. τὸ ἀπαραίτητο ἐκεῖνο ὕφασμα ποὺ κρέμεται ἀπὸ τὸν λαιμό του καὶ μὲ τὸ ὁποῖο ἐνεργεῖ ὅλες τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ ἐξομολογούμενος προκειμένου νὰ λάβει τὴ συγχωρητικὴ εὐχὴ θὰ πρέπει ἀπαραιτήτως νὰ γονατίζει καὶ νὰ βάζει ἐπάνω στὴν κεφαλή του ὁ πνευματικὸς τὸ ἐπιτραχήλιόν του. Στὸ τέλος τῆς ἀναγνώσεως τῆς συγχωρητικῆς εὐχῆς ὁ πνευματικὸς αἴρει τὸ ἐπιτραχήλιον ἀπὸ τὴν κεφαλὴ τοῦ ἐξομολογουμένου καὶ ὁ ἐξομολογούμενος ἀσπάζεται τὸ ἐπιτραχήλιον καὶ τὴν δεξιὰ χεῖρα τοῦ πνευματικοῦ.

Πώς γίνεται κάποιος Ιερέας Πνευματικός;
Ἐξομολόγοι δὲν εἶναι ὅλοι οἱ κληρικοὶ τῆς Ἐκκλησίας μας ἀλλὰ μόνον ἐκείνοι ποὺ ἔχουν λάβει ἀπὸ τὸν οἰκεῖο ἐπίσκοπό τους τὴν εὐλογία νὰ τελοῦν τὴν ἐξομολόγηση. Ἡ εὐλογία αὐτή, σύμφωνα μὲ τὸ Εὐχολόγιον τῆς Ἐκκλησίας μας, δίδεται μὲ μιὰ εἰδικὴ εὐχὴ ἐπιλεγομένη «εἰς τὸ ποιῆσαι πνευματικὸν ἤτοι ἐξομολόγον». Πάντως κατὰ τὴν Παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας φαίνεται ἐκ τῶν χειρογράφων κειμένων ὅτι πνευματικοὶ ἐξομολόγοι μποροῦν νὰ εἶναι ὅλοι οἱ κανονικὰ φέροντες τὴν εἰς πρεσβύτερον χειροτονία. Αὐτὸ ὅμως ἀτόνισε κατὰ τὰ δύσκολα χρόνια ποὺ πέρασε ἡ Ἐκκλησία, π.χ. κατὰ τὰ χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας, ὅταν τὸ πνευματικὸ ἐπίπεδο τῶν γενησομένων κληρικῶν δὲν ἦταν κατάλληλο πρὸς ἐξάσκηση αὐτοῦ τοῦ δύσκολου -ὄντως- ὑπουργήματος. Μπροστὰ σ’ αὐτὸ τὸ πρόβλημα οἱ ἐπίσκοποι, προκειμένου νὰ διαφυλάξουν τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως ἀπὸ καταχρήσεις ἐξαιτίας ἀδαῶν κληρικῶν, περιόρισαν τὴν διακονία του μόνον σὲ μερικοὺς κληρικούς τους. Αὐτὸ τὸ ἐπέτυχαν μὲ τὸ δικαίωμα ποὺ ἔχει ὁ ἐπίσκοπος νὰ δίδει τὶς διάφορες εὐλογίες γιὰ κάθε τι τὸ πραττόμενον ἐν τῆ Ἐκκλησίᾳ καὶ ἐν τῆ ἐκκλησιαστικῆ του δικαιοδοσία.

>Η εξομολόγηση μπορεί να γίνεται σε μοναχό - μη έχοντα ιερωσύνη;
Τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως τελεῖται μόνον σὲ ὀρθόδοξο κληρικό, ποτέ ὅμως σὲ μοναχό. Ὁ μοναχὸς μπορεῖ, σύμφωνα μὲ τὴν ἱερὰ παράδοσή μας, νὰ δέχεται τοὺς λογισμούς, νὰ νουθετεῖ, νὰ συμβουλεύει, δὲν μπορεῖ ὅμως νὰ ἀκούει τὶς ἐξομολογήσεις τῶν πιστῶν, κι ἐπειδὴ δὲν ἔχει ἱερωσύνη δὲν μπορεῖ νὰ συγχωρεῖ τὰ ἁμαρτήματα.

Προετοιμασία για την εξομολόγηση
Ὁ πιστὸς προκειμένου νὰ ἐξομολογηθεῖ προετοιμάζεται. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι πρὶν προσέλθει κοντὰ στὸν πνευματικὸ ἔχει σκεφθεῖ τὶς ἁμαρτίες του, ἔχει μετανοιώσει καὶ φυσικὰ ἐξαγορεύεται καθαρὰ καὶ χωρὶς ἐντροπὲς τὰ ὅποια ἁμαρτήματά του σὰν νὰ τὰ ἐξομολογεῖται ἐνώπιον τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ μας. Ἡ παρουσία τοῦ πνευματικοῦ ἐξομολόγου δὲν ἀντικαθίσταται οὔτε μὲ τὰ εἰκονίσματα, οὔτε μὲ ὁτιδήποτε ἄλλο ὑποκατάστατο, ὡς π.χ. ἀφελῶς πιστεύουν πολλοὶ ποὺ δὲν θέλουν νὰ ἐξομολογηθοῦν εἰλικρινά, ὅτι μὲ τὴν τέλεση πολλῶν μυστηρίων Εὐχελαίου τοὺς ἐξαλείφονται τὰ ἁμαρτήματά τους. Κι αὐτὸ συμβαίνει γιατὶ στὴ μὲν πρώτη περίπτωση οἱ εἰκόνες δὲν ἔχουν στόμα καὶ αὐτιὰ γιὰ νὰ μᾶς μιλήσουν καὶ νὰ μᾶς ἀκούσουν, ὅπως ἐπίσης δὲν μποροῦν οἱ εἰκόνες, ὅσο ἅγιες καὶ νὰ εἶναι, νὰ μᾶς διαβάσουν τὴν ἐκκλησιαστικὴ εὐχὴ καὶ νὰ μᾶς συγχωρήσουν, ἀπὸ τὴν ἄλλη δὲ τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου ἕπεται τῆς ἐξομολογήσεως καὶ δὲν ἀντικαθιστᾶ οὔτε αἴρει τὴν ἐξομολόγηση. Τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου ὑποβοηθᾶ καὶ συμπληρώνει τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολόγησεως. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὅλα τὰ ἱερὰ μυστήρια εἶναι ἀπαραίτητα γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ πιστοῦ. Κανένα ἀπὸ τὰ ἱερὰ μυστήρια καὶ τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες δὲν αὐτονομεῖται στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Ὁποιαδήποτε ἄλλη θεώρηση διαστρεβλώνει τὰ πράγματα καὶ δημιουργεῖ μορφώματα μέσα στὴν Ἐκκλησία μας.
Ὡς ἀκολουθία τῆς Ἐκκλησίας μας τὸ ἱερὸν μυστήριον τῆς μετανοίας ἀνήκει στὶς μυστηριακὲς τελετές. Δηλ. μὲ τὴν ἐπενέργεια τῆς ἐπικλήσεως τοῦ Παναγίου Πνεύματος διὰ τῶν ἱερῶν εὐχῶν καθίσταται πηγὴ χάριτος καὶ ἐπανεντάξεως στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἐκείνου πού, ἐξ αἰτίας τῆς ἁμαρτίας, ἀπομακρύνθηκε.

Εκκλησιαστικά επιτίμια και κανόνες κατά το μυστήριο της Μετανοίας
Ὁ πνευματικὸς κατὰ τὴν ἐνάσκηση τοῦ ὑπουργήματος τῆς ἐξομολογήσεως ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ ἐπιβάλει τὰ ἐκκλησιαστικὰ ἐπιτίμια καὶ κανόνες. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἐξομολογεῖ ὄχι ἀφ’ἑαυτοῦ του ἀλλὰ μὲ βάση τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον καὶ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες τῶν ἁγίων καὶ Θεοφόρων Πατέρων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἐκ μέρους τῶν ἐξομολογουμένων ἀπαιτεῖται ὑπακοὴ προκειμένου νὰ ἐπέρχεται ἡ Χάρις καὶ ἡ Εὐλογία τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ μας. Τὰ ἐκκλησιαστικὰ ἐπιτίμια καὶ γενικὰ οἱ κανόνες ποὺ διακριτικὰ ἐπιβάλλει ὁ ἑκάστοτε πνευματικὸς ἐξομολόγος πρὸς τοὺς ἐξομολογουμένους δὲν ἀποτελοῦν τιμωρίες, ἀλλὰ τρόπους ἐλευθέρας πνευματικῆς ἀποδοχῆς ἐκ μέρους τῶν πιστῶν γιὰ τὴν καλῶς νοουμένη ἐπιστροφή τους στὴν Ἁγία Ἐκκλησία. Ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ Ἐρημίτης θὰ πεῖ σχετικὰ μὲ τὸ θέμα μας ὅτι «Οἱ κανόνες μᾶς διαφυλάττουν τοὺς ὅρους τῆς δοθείσης ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό μας ἐλευθερίας». Ὁ δὲ Ἀπόστολος Παῦλος θὰ σημειώσει ἐμφαντικά: «Πάντα μοι ἔξεστι, ἀλλ’ οὐ πάντα συμφέρει» (=ὅλα μοῦ ἐπιτρέπεται νὰ τὰ κάνω, ἀλλὰ δὲν μὲ συμφέρει νὰ τὰ κάνω ὅλα).

Εξομολόγηση και Θεία Ευχαριστία
Τὸ ἱερὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως ἔχει ἄρρηκτη σχέση μὲ τὸ ἱερὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἡ ἐξομολόγηση ὁδηγεῖ τοὺς πιστοὺς σὲ συνεχῆ μετάληψη τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, προάγει δηλ. τοὺς ἐξομολογουμένους νὰ συναντήσουν τὸν Νυμφίο Χριστό. Ὁ κανόνας ποὺ ἐπιβάλλει ὁ πνευματικὸς δὲν εἶναι τιμωρία, ἄλλωστε ἡ ἐκ μέρους τῶν ἐξομολογουμένων ἀποδοχή του ἐπ’ ἐλευθερία βιώνεται καὶ ἐκτελεῖται καθότι τὸ συμφέρον εἶναι ἡ ἐκκλησιαστικοποίηση τῆς ζωῆς, δηλ. ἡ μετοχὴ καὶ ἡ ἕνωση μὲ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ἐκεῖνος ὁ ἐξομολογούμενος ποὺ ἐν ἀληθινῆ μετανοίᾳ καὶ συντριβῆ προσέρχεται στὸ μυστήριο τῆς καταλλαγῆς καὶ συμφιλιώσεως μὲ τὸ Θεὸ αἰσθάνεται τὸ πρόσωπο τοῦ πνευματικοῦ του ὄχι ἁπλῶς ὡς ἕναν ἄνθρωπο, ἀλλὰ τὴν ἴδια τὴν ζῶσα παρουσία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐνώπιόν του. Ἔτσι, ἡ ἐκ μέρους του ἀποδοχὴ τοῦ κανόνα ἤ ἐπιτιμίου, ἀποτελεῖ γιὰ τὸν ἴδιο προέκταση τῆς ἀληθινῆς μετανοίας του ποὺ συνεχίζει καὶ δὲν σταματᾶ ἀποχωρώντας ἀπὸ τὸν τόπο τῆς ἐξομολογήσεως. Ἡ ἐκτέλεση δὲ τοῦ κανόνα ἀποτελεῖ γιὰ τὸν ἴδιο πηγὴ χάριτος καὶ ἰδιαιτέρας εὐλογίας. Ἐξασκώντας δὲ καθημερινὰ τὸν κανόνα του αἰσθάνεται χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση ποὺ ὁ Κύριος τὸν προσβλέπει καὶ τὸν στηρίζει. Ἔτσι κάνει προκοπὴ στὴν πνευματικὴ ζωή.
Στὸ ἔντυπο Εὐχολόγιον ὑπάρχει καὶ μιὰ ἰδιαίτερη «ἀκολουθία ἐπὶ ἐξομολογουμένων» (βλ. Μικρὸν Εὐχολόγιον, ἐκδ. ιδ’ Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1999, σ. 162-166). Ἡ ἀκολουθία αὐτὴ σήμερα ἔχει ἀτονίσει νὰ ἐκτελεῖται ἐκ μέρους πολλῶν πνευματικῶν, καθότι ἔχει μιὰ σχετικὴ ἔκταση καὶ προϋποθέτει ἄνεση χρόνου. Συνήθως σήμερα οἱ ἱερεῖς, ἰδιαιτέρως ὅσοι ἐξασκοῦν τὴν πνευματικὴ πατρότητα στὶς μεγαλουπόλεις ἀδυνατοῦν νὰ ἐπαναλαμβάνουν σὲ κάθε προσερχόμενο ἐξομολογούμενο ὁλόκληρη τὴν ἀκολουθία τῆς ἐξομολογήσεως τοῦ ἔντυπου Εὐχολογίου καθότι καὶ οἱ πιστοὶ-καὶ λόγῳ τῶν πολυπληθῶν πόλεων ἤ ἀκόμη καὶ λόγῳ τοῦ χρονικοῦ περιορισμοῦ τους-προσέρχονται εὐκαίρως ἀκαίρως, χωρὶς προγραμματισμὸ στοὺς πνευματικοὺς ζητώντας ἐπιμόνως ἐξομολόγηση καθ’ ὅλην τὴν διάρκεια τῆς ἡμέρας. Πολλοὶ ἐκ τῶν πνευματικῶν ὁρίζουν -καὶ ὀρθῶς τὸ πράττουν- καθορισμένη ἡμέρα γιὰ τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως καὶ φυσικὰ συγκεκριμένες ὥρες. Κάποιοι ἄλλοι ὁρίζουν περισσότερες ἡμέρες μέσα στὴν ἑβδομάδα καὶ πρὸς ἀποφυγὴν παρεξηγήσεων μεταξὺ τῶν πιστῶν ποὺ προσέρχονται στὴν ἐξομολόγηση ἔχουν καθιερώσει καὶ νούμερα γιὰ τὴν καλῶς νοοουμένη προτεραιότητα ποὺ ἀπαιτεῖ τὸ ἴδιο τὸ μυστήριο. Κάποιοι ἐκ τῶν πνευματικῶν διαβάζουν κατὰ τὴν ἔναρξη τῆς ἐξομολογήσεως ὁλόκληρη τὴν ἀκολουθία ἐκ τοῦ Εὐχολογίου χωρὶς φυσικὰ τὸν σχετικὸ διάλογο ποὺ ὁρίζει ἡ διάταξη. Κάποιοι ἄλλοι πνευματικοὶ ξεκινοῦν μὲ κάτι αὐτοσχέδιο, π.χ. βάζουν «Εὐλογητός», Τρισάγιον, κατανυκτικὰ Τροπάρια ὅπως «Τῆς μετανοίας τὴν πύλην» ἤ τοῦ ἁγίου τοῦ ναοῦ, ἐκτενής, αἰτήσεις «ὑπὲρ τῶν πάντων τῶν προσερχομένων ἐν τῶ ἱερῶ μυστηρίῳ τῆς μετανοίας-ἐξομολογήσεως καὶ ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν καὶ συγχωρήσεως τῶν ἑκουσίων καὶ ἀκουσίων πλημμελημάτων καὶ ὑπὲρ ἀφέσεως ἁμαρτιῶν καὶ καιρὸν μετανοίας». Στὸ τέλος πάντων τῶν ἐξολογουμένων τῆς ἡμέρας ὁ πνευματικὸς ἐπιλέγει τό «Δι’ εὐχῶν».

24. Ἡ ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως καὶ Εὐχαριστίας

Στὸ « Ἱερατικὸν» λειτουργικὸν βιβλίον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας καθὼς καὶ στὸ «Ὡρολόγιον τὸ Μέγα» ὑπάρχει μιὰ ἀκολουθία ἐπιλεγομένη «Ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως». Πρόκειται γιὰ μιὰ ἐκτενὴ ἀκολουθία ποὺ διαβάζεται ὄχι μόνον ἀπὸ τὸν ἱερέα ποὺ πρόκειται νὰ ἱερουργήσει τὰ Ἄχραντα Μυστήρια ἀλλὰ καὶ ἀπὸ κάθε Ὀρθόδοξο πιστὸ ποὺ ἐπιθυμεῖ νὰ μεταλάβει τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἀκολουθία αὐτὴ ἐμφανῶς προέρχεται ἀπὸ τὴ μοναστικὴ παράδοση.
Μὲ τὴν ἀνάγνωση τῆς Ἀκολουθίας τῆς Θείας Μεταλήψεως γίνεται ἡ πνευματικὴ προετοιμασία κάθε πιστοῦ. Ὁ πιστὸς ὀφείλει πρὶν τὴ μετάληψη τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων νὰ προσευχηθεῖ ἰδιαιτέρως ὄχι γιὰ νὰ ἀποκτήσει τὴν ἀξιότητα γιὰ τὴν προσέλευσή του στὸ ἅγιο Ποτήριο, ὅσο γιὰ τὴ συνειδητοποίηση τῆς ἁμαρτωλότητάς του. Κανεὶς ἐκ τῶν πιστῶν, ποὺ προσέρχονται στὰ Ἄχραντα Μυστήρια, εἴτε πρόκειται περὶ κληρικῶν εἴτε περὶ λαϊκῶν, δὲν εἶναι κατ’ οὐσίαν πανέτοιμος, οὔτε κεκαθαρμένος καὶ ἀπαλλαγμένος ἀπὸ ἁμαρτίες. Γιὰ τὴν συναίσθηση αὐτῆς τῆς ἁμαρτωλότητας σπουδαῖο ρόλο παίζει ἡ πνευματικὴ προετοιμασία τοῦ πιστοῦ πρωτίστως μὲ τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως-μετανοίας καὶ ἀκολούθως μὲ τὴν ἀδολεσχία καὶ τὴ μελέτη τοῦ Θείου Λόγου, δηλ. μὲ τὴν ἀνάγνωση-μελέτη τῶν Ἁγίων Γραφῶν καὶ τῶν Πατερικῶν συγγραμμάτων. Ὁ πιστὸς ὅταν μελετᾶ καὶ προσπαθεῖ νὰ μιμεῖται τὰ ὅσα διαβάζει τότε μέσα στὴν ψυχή του ἀρχίζει νὰ αὐξάνει ὁ πόθος γιὰ τὴν ἕνωσή του μὲ τὸ Θεὸ καὶ τοὺς Ἁγίους Του. Ἔτσι καὶ τὰ κείμενα ποὺ περιλαμβάνονται στὴν ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως χαρακτηρίζονται λίαν κατανυκτικὰ καὶ φέρνουν τὴν ψυχὴ στὴ μετάνοια καὶ στὴ συντριβή.
Ἡ Ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως χωρίζεται σὲ τρία μέρη:
Α. Τὸ πρῶτο μέρος τῆς Ἀκολουθίας διαβάζεται ἀποβραδὶς κατὰ τὴν ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἀποδείπνου. Μετὰ τὴν ἀνάγνωση τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως («Πιστεύω εἰς ἕναν Θεόν…») διαβάζεται μὲ κατάνυξη ὁ κανόνας τῆς Ἀκολουθίας τῆς Θείας Μεταλήψεως ποὺ ἔχει ἀκροστιχίδα κατ’ ἀλφάβητον, δηλ. κάθε τροπάριο τοῦ κανόνα ἀρχίζει μὲ ἕνα ἀπὸ τὰ γράμματα τοῦ ἑλληνικοῦ ἀλφαβήτου, δηλ. τὰ τροπάρια ξεκινοῦν ἀπὸ τὸ γράμμα Α καὶ καταλήγουν στὸ γράμμα Ω, ἐν συνόλῳ 24 τροπάρια, ὅσα καὶ τὰ γράμματα τοῦ ἀλφαβήτου. Ὁ κανόνας εἶναι ποίημα τοῦ ὑμνογράφου Θεογνώστου καὶ ψάλλεται σὲ ἦχο β’. Ἡ α’ ὠδὴ ἔχει ὡς εἱρμό της τό: «Δεῦτε λαοί». Ἀφοῦ τελειώσει ἡ ψαλμωδία ἤ ἡ ἀνάγνωση τοῦ κανόνα συνεχίζει τὸ Μικρὸν Ἀπόδειπνον μὲ τό: «Ἄξιον ἐστιν…», τὸ Τρισάγιον καὶ τὰ ὑπόλοιπα τοῦ Ἀποδείπνου.
Β. Τὸ δεύτερο μέρος τῆς Ἀκολουθίας διαβάζεται τὴν ἑπομένη ἡμέρα, δηλ. τὴν κυριώνυμο, κατὰ τὴν ὁποῖα θὰ γίνει ἡ θεία Μετάληψη. Μετὰ τὴ συνήθη ἑωθινὴ ἀκολουθία, δηλ. εἴτε τὴν κατ’ ἰδίαν προσευχὴ κάθε πιστοῦ εἴτε τὴν ἀκολουθία ποὺ γίνεται στὸ ναό, ἀφοῦ πρῶτα διαβασθεῖ τὸ Τρισάγιον, 12 Κύριε ἐλέησον, Δόξα, Καὶ νῦν. Δεῦτε προσκυνήσωμεν (3 φορές) ἀναγινώσκονται 3 ψαλμοί, ὁ 22ος, ὁ 23ος καὶ ὁ 115ος ψαλμός. Δόξα, Καὶ νῦν. Ἀλληλούϊα, ἀλληλούϊα, ἀλληλούϊα. Δόξα σοι, ὁ Θεός (3 φορές). Κύριε, ἐλέησον (3 φορές) καὶ ἀκολούθως τὰ τρία κατανυκτικὰ τροπάρια: α) Τὰς ἀνομίας μου πάριδε…, β) Δόξα. Εἰς τὴν μετάληψιν τῶν ἁγιασμάτων σου…, γ) Καὶ νῦν. Πολλὰ τὰ πλήθη τῶν ἐμῶν. Τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Πέμπτη ἀναγινώσκουμε τὸ τροπάριον: Ὅτε οἱ ἔνδοξοι μαθηταί… Κύριε, ἐλέησον (40 φορές). Συνήθως οἱ ἀσκούντες πνευματικὰ γυμνάσματα κάνουν καὶ ἐδαφιαῖες μετάνοιες ὅσες ὁρίζει ὁ πνευματικὸς ἐξομολόγος τους. Ἔπειτα μετὰ πάσης κατανύξεως λέγονται οἱ ἱκετήριες εὐχές. Πρῶτα διαβάζονται οἱ Διδακτικοὶ Στίχοι περὶ τοῦ πῶς δεῖ προσέρχεσθαι τοῖς ἀχράντοις μυστηρίοις: Μέλλων φαγεῖν, ἄνθρωπε, Σῶμα Δεσπότου…, Πρὸ τοῦ μετασχεῖν τῆς φρικώδους θυσίας…
Ἐν συνεχείᾳ λέγονται οἱ ἀκόλουθες εὐχές:

Α) Εὐχὴ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου: «Δέσποτα Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, …».
Β) Εὐχὴ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου: «Οἶδα, Κύριε, ὅτι ἀναξίως μεταλαμβάνω…».
Γ) Εὐχὴ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου: «Κύριε ὁ Θεός μου, οἶδα ὅτι οὐκ εἰμὶ ἄξιος…».
Δ) Εὐχὴ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου: «Οὐκ εἰμὶ ἱκανός, Δέσποτα Κύριε, …».
Ε) Εὐχὴ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός μου, ἄνες,…».
ΣΤ) Εὐχὴ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ: «Δέσποτα Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεὸς ἡμῶν…».
Ζ) Εὐχὴ τοῦ Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου: «Ἀπὸ ῥυπαρῶν χειλέων…».
Η) Εὐχὴ τοῦ Συμεὼν τοῦ Μεταφραστοῦ: «Ὁ μόνος καθαρὸς καὶ ἀκήρατος Κύριος…».
Θ) Εὐχὴ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ: «Πρὸ τῶν θυρῶν τοῦ ναοῦ σου παρέστηκα…».

Ἀκολουθοῦν οἱ κάτωθι εὐχές:

1) Πιστεύω, Κύριε, καὶ ὁμολογῶ…
2) Ἰδού, βαδίζω πρὸς θείαν κοινωνίαν…
3) Τοῦ Δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ…
4) Θεουργὸν Αἷμα φρῖξον…
5) Ἔθελξας πόθῳ με, Χριστέ…
6) Ἐν ταῖς λαμπρότησι τῶν ἁγίων σου…
7) Δέσποτα φιλάνθρωπε, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ…

Μετὰ προσερχόμαστε στὸ Ἅγιο Ποτήριο μετὰ βαθείας κατανύξεως καὶ φόβου Θεοῦ καὶ μεταλαμβάνουμε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.
Γ. Τὸ τρίτο μέρος τῆς Ἀκολουθίας τῆς Θείας Μεταλήψεως διαβάζεται μετὰ τὸ πέρας τῆς Θείας Λειτουργίας, εἴτε στὸ ναὸ εἴτε στὰ σπίτια τῶν εὐλαβῶν πιστῶν. Τὸ τρίτο αὐτὸ μέρος φέρει τὴν ὀνομασία: «Εὐχαριστία μετὰ τὴν Θείαν Μετάληψιν».
Ἡ ἀκολουθία ἔχει ὡς ἑξῆς: Πρῶτα διαβάζονται οἱ Προτρεπτικοὶ Στίχοι: «Ἐπὰν δὲ τύχης τῆς καλῆς μετουσίας…» καὶ ἀκολούθως οἱ εὐχαριστήριες εὐχές.

Α) Ἀνωνύμου συγγραφέως: «Εὐχαριστῶ σοι, Κύριε, …».
Β) Εὐχὴ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου: «Δέσποτα Χριστὲ ὁ Θεός…».
Γ) Εὐχὴ τοῦ Συμεὼν τοῦ Μεταφραστοῦ: «Ὁ δοὺς τροφήν μοι σάρκα σὴν ἑκουσίως…».
Δ) Ἀνωνύμου συγγραφέως: «Τὸ Σῶμά σου τὸ ἅγιον, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ…».
Ε) Ἀνωνύμου συγγραφέως εἰς τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον: «Παναγία Δέσποινα Θεοτόκε, τὸ φῶς…».

Ἀκολουθεῖ ὁ στίχος: «Ὅτι εὐλογημένη καὶ δεδοξασμένη…» (3 φορές). Ὁ ἱερέας ἐπιλέγει τό: «Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, Δέσποτα…». Ἔπειτα λέγεται τὸ Τρισάγιον καὶ ἐν συνεχείᾳ το Ἀπολυτίκιον τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου (ἐφόσον ἐτελέσθη ἡ Θεία Λειτουργία του): «Ἡ τοῦ στόματός σου καθάπερ πυρσός…», Δόξα. «Ἐκ τῶν οὐρανῶν ἐδέξω…», Καὶ νῦν. «Τῆ πρεσβείᾳ, Κύριε, πάντων τῶν Ἁγίων…». Ἐὰν τελεσθεῖ ἡ Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τότε λέγεται τὸ ἀπολυτίκιον τοῦ ἁγίου: «Εἰς πᾶσαν τὴν γὴν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου…», Δόξα. «Ὤφθης βάσις ἄσειστος τῆ Ἐκκλησίᾳ», Καὶ νῦν. «Τῆ πρεσβείᾳ, Κύριε, πάντων τῶν Ἁγίων…». Ἐὰν τελεσθεῖ ἡ Προηγιασμένη Λειτουργία τῶν Τιμίων Δώρων, τότε λέγεται τὸ Ἀπολυτίκιον καὶ τὸ κοντάκιον τοῦ ἁγίου τοῦ Ναοῦ καὶ τὸ Θεοτοκίον «Τῆ πρεσβείᾳ, Κύριε, πάντων τῶν Ἁγίων…» (Συνηθίζουν κάποιοι νὰ λέγουν κατὰ τὸ πέρας τῆς Προηγιασμένης Λειτουργίας τὸ Ἀπολυτίκιον τοῦ Ἁγίου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας πάπα Γρηγορίου τοῦ Α’, τοῦ ἐπιλεγομένου Διαλόγου καθότι πιστεύεται ἐκ μερίδος ὅτι ἡ Προηγιασμένη Λειτουργία ἔχει αὐτὸν ὡς συντάκτη της. Αὐτὸ ὅμως ἐκ τῶν πηγῶν δὲν εἶναι ὀρθόν, καθότι ὁ συντάκτης τῆς ἀκολουθίας τῆς Προηγιασμένης Λειτουργίας τυγχάνει ἄγνωστος).
Ἀκολουθεῖ τὸ «Κύριε, ἐλέησον» δώδεκα (12) φορές. Δόξα, Καὶ νῦν. Τὴν τιμιωτέραν. Ἐν ὀνόματι Κυρίου εὐλόγησον, πάτερ (αὐτὸ λέγεται μόνον ὅταν ἡ Εὐχαριστία διαβάζεται στὸ ναὶ καὶ φυσικὰ παρίσταται ὁ ἱερέας), Ὁ Θεὸς οἰκτιρῆσαι ἡμᾶς… καὶ ἐν συνεχείᾳ γίνεται ἡ μικρὰ ἀπόλυσις. Ὁ λαϊκὸς ὅταν ἀναγινώσκει τὴν ἀκολουθία τῆς Εὐχαριστίας κατὰ μόνας εἰς τὸ σπίτι του, δὲν λέγει τὴν ἱερατικὴ ἀπόλυση, ἀλλὰ λέγει πάντοτε, ὅπως καὶ κατὰ τὴν ἔναρξη τό: «Δι’ εὐχῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν…».
Τέλος, πρέπει νὰ σημειώσουμε ὅτι ἡ ὅλη αὐτὴ ἐκτενὴς ἀκολουθία, καίτοι δὲν εἶναι ἐνταγμένη μέσα εἰς τὰ παλαιὰ χειρόγραφα λειτουργικὰ κείμενα καὶ ἰδιαιτέρως κατὰ τὶς Θεῖες Λειτουργίες, ὡστόσο ἡ ἀπὸ πολλῶν ἐτῶν εἰσαγωγή της εἰς τὰ λειτουργικὰ βιβλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας τὴν κατέστησε ὡς μιὰ πολὺ ἀγαπητὴ ἀκολουθία ὄχι μόνον τῶν μοναχῶν ἀπὸ τὴν παράδοση τῶν ὁποίων καὶ παρελήφθη, ἀλλὰ καὶ μεταξὺ τῶν πιστῶν ποὺ βρίσκουν μεγάλη πνευματικὴ ὠφέλεια κατὰ τὴν προετοιμασία τῆς Θείας Μεταλήψεώς τους. Ὡς ἐκ τούτου ὁ εὐλαβὴς πιστός, κληρικὸς καὶ λαϊκός, ὠφείλει νὰ τὴν ἀναγινώσκει καὶ πρὸ τῆς Θείας Μεταλήψεως καὶ μετὰ ἀπ’ αὐτήν. Ἐπίσης συμπληρωματικὰ θὰ πρέπει νὰ σημειώσουμε ὅτι ὁ μέλλων νὰ ἱερουργήσει τὰ Ἄχραντα Μυστήρια κληρικός, καθὼς καὶ ὁ κάθε λαϊκὸς πιστὸς ὀφείλει νὰ εἶναι καὶ σωματικὰ καθαρός, δηλ. νὰ εἶναι λουσμένος, νὰ μὴν ἔχει νύχια στὰ χέρια του. Μιὰ λεπτομέρεια κι αὐτὴ πολὺ σημαντικὴ γιὰ τὴν ἐν γένει πνευματικὴ καὶ σωματικὴ καθαρότητα τοῦ μεταλαμβάνοντος τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.
Ὁ ἱερεύς, ποὺ ποτὲ δὲν πρέπει νὰ παραμελεῖ τὴν πνευματική του προετοιμασία γιὰ τὰ Ἄχραντα Μυστήρια, ἐκτὸς τῶν ἀνωτέρω ὀφείλει νὰ ἔχει προετοιμάσει καὶ τὴν Ἁγία Πρόθεσή του μὲ καλὰ πρόσφορα, ζυμωμένα ἀπὸ πνευματικοὺς καὶ ἀγνωιστὲς ἀνθρώπους, μὲ τὸ ἀρίστης ποιότητος κόκκινο κρασί του (ποτὲ δὲν πρέπει νὰ χρησιμοποιεῖται ἐκ μέρους τῶν κληρικῶν λευκὸς οἶνος κατὰ τὴν Θεία Λειτουργία. Πάντοτε ὁ οἶνος πρέπει νὰ ἔχει χρῶμα κόκκινο, γιατὶ τὸ κόκκινο χρῶμα συμβολίζει τὸ ρεῦσαν αἷμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ κατὰ τὴ Σταύρωσή Του). Ἐπίσης ὀφείλει ὁ ἱερέας νὰ προετοιμάζει τὰ τῆς Ἁγίας Τραπέζης, ὅσον ἀφορᾶ τὸ μέρος τῆς εὐπρεπείας της, νὰ ἔχει τὸ καλὸ θυμίαμα, νὰ προετοιμασθεῖ γιὰ τὸ τυπικὸ μέρος τῆς Ἀκολουθίας, νὰ ἔχει μελετήσει τὸ Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα καὶ φυσικὰ νὰ μὴν ξεχάσει νὰ προετοιμάσει δύο-τρία λόγια ὡς κήρυγμα γιὰ τοὺς πιστούς του. Ὅλη ἡ ἀνωτέρω πνευματικὴ προετοιμασία ἐκ μέρους τοῦ κληρικοῦ τὸν καθιστᾶ ἄξιο ἱερουργὸ τῶν Μυστηρίων τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ γνήσιο μαθητή Του.

25. Ἡ ἀκολουθία εἰς Ἱερέα ἐνυπνιασθέντα

Στὸ « Ἱερατικὸν» λειτουργικὸν βιβλίον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ὑπάρχει μιὰ ἀκολουθία ἐπιλεγομένη «Ἀκολουθία εἰς Ἱερέα ἐνυπνιασθέντα» (Ἱερατικόν, ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἔκδ. Δ΄, Ἀθήνα 1992, σσ. 291-294). Πρόκειται γιὰ μιὰ ἐκτενὴ ἱκετευτικὴ ἀκολουθία ποὺ διαβάζεται ἀπὸ τὸν ἱερέα ὅταν κατὰ τὴν διάρκεια τῆς νύχτας συνέβη νὰ ἐνυπνιασθεῖ, δηλ. ἀκουσίως καὶ ἀσυνειδήτως νὰ φθάσει εἰς τὴν ἐκσπερμάτωσιν μὲ τὴν νυκτερινὴ προσβολὴ τοῦ διαβόλου διὰ τῶν λεγομένων νυκτερινῶν φαντασιῶν καὶ ἀπρεπῶν ὀνείρων. Ἡ ἀκολουθία αὐτὴ ἐμφανῶς προέρχεται ἀπὸ τὴ μοναστικὴ παράδοση. Γιὰ πρώτη φορὰ στὴ χειρόγραφη λειτουργικὴ παράδοση ἀπαντᾶται μόνο μία εὐχὴ ἐπιλεγομένη «Εὐχὴ ὅτε ἐνυπνιάζεται ἀδελφός» (βλ. Εὐχολόγιον Βαρβερινὸς κώδικας 336, 8ου αἰ. Ἔκδοση 2η, Parenti Stefano-Velkovska Elena, L’ Eucologio Barberini gr. 336, Edizioni Liturgiche, Roma 2000, σ. 216-217).
Ἡ εὐχὴ αὐτὴ ἔχει ὡς ἑξῆς:
«Πολυέλεε, εὔσπλαγχνε Κύριε, ἀκήρατε, ἀμόλυντε, μόνε ἀναμάρτητε, κάθαρον τὸν δοῦλον σου ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, καὶ ἄσπιλον ἀνάδειξον διὰ τῆς χάριτος τοῦ Χριστοῦ σου, καὶ ἁγίασον τῆ ἐπιφοιτήσει τοῦ ἁγίου σου Πνεύματος, ἵνα ἀνανήψας ἐκ τῆς ὀμίχλης τῶν ἀκαθάρτων φαντασιῶν τοῦ διαβόλου καὶ παντὸς πειρασμοῦ, καταξιωθῆ ἐν καθαρῶ συνειδότι προσελθεῖν καὶ ἀπογεύσασθαι τῶν φρικτῶν καὶ φοβερῶν σου μυστηρίων. Ὅτι σὺ εἶ ὁ εὐλογῶν καὶ ἁγιάζων τὰ σύμπαντα, ὁ Θεὸς ἡμῶν καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν τῶ Πατρὶ καὶ τῶ Υἱῶ καὶ τῶν ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».
Τελευταίως εἰσήχθη ὡς μία αὐτοτελῆς καὶ ἐκτενὴς ἀκολουθία στὴν ἔκδοση τῆς λειτουργικῆς φυλλάδας τοῦ «Ἱερατικοῦ» τῶν ἐκδόσεων τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (βλ. ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἔκδ. Δ΄, Ἀθήνα 1992, σσ. 291-294). Στὴ νέα ἔκδοση τοῦ «Ἱερατικοῦ» τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας δὲν συμπεριλαμβάνεται.
Ὁ διάβολος δὲν πειράζει μόνον τοὺς λαϊκούς, ἀλλὰ κυρίως πειράζει καὶ τοὺς κληρικούς. Ἡ ρεῦση ὡς φυσικὴ κίνηση τῆς καλῆς λειτουργίας τοῦ σώματος τοῦ ἀνθρώπου δὲν καταλογίζεται ὡς ἁμαρτία ἑκούσια, ἀλλὰ ἀκούσια. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία ἐπιτρέπει τὴν Θεία Μετάληψη στὸν ἱερέα καὶ τὸν λαϊκὸ ἐκεῖνο ποὺ παθαίνει ἐνυπνιασμὸ ἐξ αἰτίας σατανικῆς φαντασίας. Ἐὰν ὅμως ὁ ἐνυπνιασμὸς προέρχεται ἐκ πολυποσίας δὲν ἐπιτρέπεται στὸν κληρικὸ καὶ στὸν λαϊκὸ νὰ πλησιάσει τὰ Ἄχραντα Μυστήρια. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ δὲν ἐπιτρέπεται ἰδιαιτέρως στὸν Ἱερέα ἀποβραδὶς πρὸ τῆς τελέσεως τῆς Θείας Εὐχαριστίας νὰ οἰνοποτεῖ, ἀλλὰ ἐπιβάλλεται καὶ νὰ ἐγκρατεύεται καὶ ἐκ τῆς πολυφαγίας καὶ ἀπὸ κάθε σαρκικὴ σεξουαλικὴ ἐπιθυμία. Γιὰ τὰ παραπάνω ὑπάρχουν καὶ Ἱεροὶ Κανόνες ποὺ πρέπει νὰ τοὺς διαφυλάττει ὁ Ἱερέας.
Ἡ ἀκολουθία εἰς Ἱερέα ἐνυπνιασθέντα ἔχει ὡς ἑξῆς:
Μετὰ τὸν ἐνυπνιασμό, ἀμέσως ὁ Ἱερεὺς ἀνίσταται ἐκ τῆς κλίνης καὶ ἀρχίζει νὰ προσεύχεται. Βάζει Εὐλογητός, Τρισάγιον, Κύριε, ἐλέησον (12), Δεῦτε προσκυνήσωμεν (3), τὸν 50ο ψαλμό, τὸν ψαλμό: Κύριε εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου…, Ὁ Θεὸς εἰς τὴν βοήθειάν μου πρόσχες…, Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῶ…, Πιστεύω…, Ἄνες, ἄφες, συγχώρησον, ὁ Θεός, τὰ παραπτώματα ἡμῶν…, Τὸ Ἀπολυτίκιον καὶ τὸ Κοντάκιον τῆς ἡμέρας καὶ ἐν συνεχείᾳ τὰ Τροπάρια:
-Ἥμαρτον εἰς σὲ Σωτήρ…
-Κράζω σοι Χριστὲ Σωτήρ…
-Τὴν ταχεῖάν σου σκέπην καὶ τὴν βοήθειαν…
Τρισάγιον.
-Ὡς ὁ περιπεσὼν εἰς τοὺς ληστάς…
-Ὡς ὁ Ἄσωτος υἱός, ἦλθον κἀγὼ Οἰκτίρμων…
-Τοῖς τῶν ἐμῶν λογισμῶν λῃσταῖς περιπεσών…
-Ἐννοῶ τὴν ἡμέραν τὴν φοβεράν…
-Εἰς τὴν κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος…
Δόξα. Ἐγὼ ὑπάρχω τὸ δέντρον τὸ ἄκαρπον…
Καὶ νῦν. Ἐλπὶς τοῦ κόσμου ἀγαθή…
Κύριε, ἐλέησον (40).
Εὐχὴ τοῦ Μάρκου Μοναχοῦ:
-Ἄχραντε, ἀμόλυντε, πολυεύσπλαγχνε Κύριε…
Εὐχὴ ἑτέρα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου:
-Πολυεύσπλαγχνε, ἀκήρατε, ἀμόλυντε, ἄχραντε…
Εὐχὴ ἑτέρα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου:
Πάλιν ὑπεσκελίσθην ὁ τάλας τὸν νοῦν…
Καὶ κάνει ὁ ἱερέας 50 ἐδαφιαῖες μετάνοιες καὶ κατ’ αὐτὲς λέγει τό «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι, τῶ ἁμαρτωλῶ, καὶ ἐλέησόν με, διὰ τὸ ὄνομά σου τὸ ἅγιον» ἤ τό «Ἥμαρτόν σοι, Κύριε, συγχώρησόν μοι, τῶ ἀσώτῳ».
Εἶτα λέγει τό «Ὁ ἐν παντὶ καιρῶ…», Τὴν Τιμιωτέραν… καὶ τὴν εὐχήν «Δέσποτα Θεέ, πάτερ, παντοκράτορ…», Τρισάγιον, Κύριε, ἐλέησον (12), Τὴν Τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ…, Τῆ ὑπερμάχῳ καὶ γίνεται ἡ Ἀπόλυσις.
Ἐν κατακλείδι σημειώνουμε ὅτι ἡ ἀκολουθία αὐτὴ παρόλο ποὺ μπορεῖ νὰ φαίνεται ὅτι εἶναι ἐπίπονη καὶ κουραστική, ὠστόσο διαφυλάττει κάτι πολὺ σημαντικὸ γιὰ τὸν Ἱερέα. Αὐτὸ εἶναι ἡ μετὰ πάσης εὐλαβείας καὶ φόβου προσέγγισις τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ἡ εὐλάβεια εἶναι μιὰ συστολὴ ποὺ ὀφείλει νὰ αἰσθάνεται ὁ κάθε Ἱερέας ὅταν πλησιάζει τὰ Ἅγια τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἐὰν χαθεῖ αὐτὴ ἡ εὐλάβεια τότε ὁ κληρικὸς κινδυνεύει νὰ συμπεριφέρεται ὡς ἐπαγγελματίας καὶ ὄχι σὰν ὑπουργὸς τῶν Ἁγίων Μυστηρίων τοῦ ἐν Τριάδι Κυρίου μας. Τότε ὁ Ἱερέας ἐκτὸς τοῦ ὅτι δέχεται τὴν ἀποστροφὴ τοῦ Κυρίου μας, γίνεται καὶ ἀφορμὴ μεγάλου σκανδαλισμοῦ τοῦ πιστοῦ λαοῦ. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ὀφείλει ὁ Ἱερέας ὄχι μόνον νὰ προετοιμάζεται πνευματικὰ γιὰ τὴν ἐπιτέλεση τῶν Ἱερῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλὰ καὶ νὰ μετέχει πρωτίστως τοῦ ταπεινωτικοῦ μυστηρίου τῆς Ἐξομολογήσεως, τῆς συντριβῆς καὶ καταλλαγῆς, ἐνῶ πρέπει καὶ οἱ παρέες τοῦ Ἱερέως νὰ εἶναι ὅσο γίνεται πνευματικὲς καὶ ὄχι κοσμικές. Ὅσο καλὴ θέληση καὶ καλὴ διάθεση νὰ ἔχει κάποιος λαϊκὸς ποὺ πλησιάζει τὸν Ἱερέα, ὀφείλει ὁ Ἱερέας νὰ κρατάει ἀποστάσεις ἀσφαλείας ἀπὸ τοὺς πιστούς του γιατὶ δὲν γνωρίζει μὲ ποιὸ τρόπο μπορεῖ νὰ σκανδαλισθεῖ κάποιος λαϊκὸς ἐξαιτίας λανθασμένων πράξεων, ὁμιλιῶν καὶ κινήσεών του, ἤ ἀκόμη-πρᾶγμα ποὺ εἶναι καὶ πιὸ ἐπικίνδυνο- μπορεῖ νὰ κινδυνεύει νὰ κοσμικοποιηθεῖ καὶ ὁ ἴδιος ἐπηρεαζόμενος ἀπὸ τὸν κοσμικὸ τρόπο σκέψης ἐκείνων μὲ τοὺς ὁποίους ἀρέσκεται νὰ κάνει παρέα.

26. Ἡ ἀκολουθία τοῦ ἀρραβώνα καὶ τὸ μυστήριον τοῦ Γάμου

Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ εὐχάριστα μυστήρια τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας εἶναι καὶ ὁ Γάμος, ἡ σύζευξη δύο προσώπων, τοῦ ἄνδρα καὶ τῆς γυναίκας. Τὸ μυστήριο τοῦ Γάμου τελεῖται πάντοτε στὸ Ναὸ συναπτὰ σήμερα μὲ τὴν ἀκολουθία τοῦ Ἀρραβώνα. Σὲ παλαιότερες ἐποχὲς ὁ ἀρραβώνας καὶ ὁ Γάμος τελοῦνταν ξεχωριστά, καὶ πάντοτε ἱερολογημένα, δηλ. μὲ τὴν παρουσία καὶ τὴν εὐλογία τοῦ ἱερέα. Αὐτὸ ὅμως ἔπαψε νὰ γίνεται καὶ σήμερα δὲν ἐπιτρέπεται σὲ ἱερέα νὰ τελεῖ τὸν ἀρραβῶνα στὰ σπίτια, οὔτε καὶ νὰ εὐλογεῖ τὶς βέρες τῶν μελλονύμφων μὲ τὰ λόγια τῆς ἀκολουθίας τοῦ ἀρραβώνα. Ὁ Ἀρραβώνας τελεῖται κανονικὰ στὸ κέντρο τοῦ ναοῦ καθὼς ἐπίσης ἀκολουθεῖ στὸν ἴδιο τόπο καὶ ἡ τέλεση τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου. Καὶ τὶς δύο ἀκολουθίες, ἀρραβώνα καὶ γάμο, τελεῖ μόνον ὁ ἐπίσκοπος καὶ ὁ ἱερέας. Ὁ διάκονος δὲν μπορεῖ νὰ τελέσει κανένα μυστήριο καὶ καμμία ἀκολουθία τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ διάκονος ἁπλῶς παρίσταται σὲ ὅλα τὰ μυστήρια καὶ ἀκολουθίες ὡς βοηθὸς τοῦ πρεσβυτέρου ἤ τοῦ ἐπισκόπου. Ὅλα τὰ μυστήρια καὶ οἱ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας πρέπει νὰ τελοῦνται ἀπὸ κανονικὰ χειροτονημένους πρεσβυτέρους καὶ διακόνους.
Ὁ ἱερεὺς κατὰ τὴν προσέλευση τῶν μελλονύμφων στὸ ναό, ἐξέρχεται στὴν εἴσοδο τοῦ Ναοῦ μετὰ τοῦ Ἱεροῦ Εὐαγγελίου καὶ ὑποδέχεται τοὺς μελλονύμφους φορώντας λευκὰ ἄμφια, δηλ. ἐπιτραχήλιον καὶ φελώνιον (κάτω ἀπὸ αὐτὰ τὰ ἄμφιά του φορεῖ πάντοτε τὸ ἐξώρασον). Ἀμέσως, ἐκεῖ στὴν εἴσοδο τοῦ Ναοῦ, ἀσπάζονται οἱ μελλόνυμφοι τὸ Ἅγιον Εὐαγγέλιον καὶ τὴν δεξιὰ χεῖρα τοῦ ἱερέως. Ἀκολούθως ὁ Ἱερέας βαστᾶ τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον στὰ δεξιά του καὶ μὲ τὸ ἀριστερὸ χέρι βαστᾶ τὸ δεξὶ χέρι τοῦ γαμπροῦ. Ὁ δὲ γαμβρὸς μὲ τὸ ἀριστερὸ χέρι του βαστᾶ τὸ δεξὶ χέρι τῆς νύμφης. Ἀμέσως σχηματίζεται πομπὴ εἰσόδου στὸ ναὸ ἀπὸ τὸν κεντρικὸ διάδρομο, τὸν ἐπιλεγόμενο καὶ βασιλικό, καθότι ἀπ’ αὐτὸν τὸν διάδρομο γίνεται ἡ πορεία τῆς εἰσόδου τοῦ Εὐαγγελίου τῆς Μικρᾶς Εἰσόδου καθὼς ἐπίσης καὶ τῆς Μεγάλης Εἰσόδου τῶν Ἁγίων. Κατὰ τὴν πομπὴ αὐτὴ κατὰ τὴν ὁποία προπορεύεται τὸ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο οἱ ψάλτες ψάλλουν σήμερα τὸν ὑπέροχο ὕμνο πρὸς τὴν Παναγία, τό Ἄξιον ἐστί…. Στὸ κέντρο τοῦ Ναοῦ, συνήθως κάτω ἀπὸ τὸν κεντρικὸ πολυέλαιο, ἤ στὸ σολέα τοῦ Ναοῦ ὅπου τελοῦνται ὅλα τὰ μυστήρια καὶ οἱ ἱερὲς ἀκολουθίες τῶν πιστῶν ἔχει εὐτρεπισθεῖ ἕνα τραπέζι (συνήθως τετράγωνο εἰς θέσιν τῆς ἁγίας Τραπέζης). Ἐπάνω στὸ τραπέζι τοποθετεῖ μὲ τὰ χέρια του ὁ ἱερέας τὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον καὶ ἐπάνω αὐτοῦ θέτει τὰ στέφανα τῶν μελλονύμφων καθὼς καὶ τὰ δακτυλίδια, ἐνῶ πρὸ αὐτοῦ ὁ νεωκόρος ἔχει τοποθετήσει ἕνα δίσκο μὲ τὸ ποτήριον καὶ τὴ φιάλη τοῦ οἴνου. Κοντὰ στὸ τραπέζι τοποθετοῦνται τελευταίως καὶ δύο στολισμένες λαμπάδες. Στὴ χειρόγραφη λειτουργικὴ παράδοση τὶς λαμπάδες βαστοῦσαν πάντοτε οἱ μελλόνυμφοι. Σήμερα συνηθίζεται μικρὲς λαμπαδίτσες νὰ βαστοῦν καὶ οἱ παράνυμφοι.
Ὁ γαμπρὸς στέκεται πάντοτε στὰ δεξιὰ τῆς νύφης, ἐνῶ οἱ παράνυμφοι ἔνθεν καὶ ἔνθεν αὐτῶν.

Αρραβώνας
Ὁ ἱερέας κατὰ τὴν ἱερολογία τοῦ ἀρραβώνα ὅπως καὶ τοῦ γάμου στέκεται ἐπὶ τῆς Ὡραίας Πύλης. Σὲ μερικὰ μέρη συνηθίζεται ὁ ἱερέας νὰ στέκεται δίπλα στὸ τραπέζι τῶν μελλονύμφων.
Ὁ ἱερέας βάζει Εὐλογητός κι ἀκολουθεῖ μιὰ μεγάλη Συναπτή, δηλ. μιὰ σειρὰ μὲ αἰτήματα ὑπὲρ τῶν μελλονύμφων. Ἐν συνεχείᾳ μετὰ τὴν ἐκφώνηση ἀκολουθεῖ μία εὐχὴ «Ὁ Θεὸς ὁ αἰώνιος…». Ἀκολουθεῖ ἡ εὐχὴ τῆς εὐλογίας τῶν μνήστρων. Σημειώσαμε προηγουμένως ὅτι τὰ μνήστρα, δηλ. τὰ δακτυλίδια, ὁ ἱερέας πρὸ τῆς ἐνάρξεως τῆς ἀκολουθίας τοῦ ἀρραβώνα τὰ ἔχει τοποθετήσει ἐπάνω στὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον μαζὶ μὲ τὰ στέφανα. Ὅπως διαβάζει τὴν εὐχὴ καὶ στὸ σημεῖο «εὐλόγησον τὰ μνήστρα ταῦτα» εὐλογεῖ διὰ τῆς δεξιᾶς του τὰ δακτυλίδια σταυροειδῶς. Κατόπιν ἀφοῦ τελιώσει τὴν εὐχὴ ὁ ἱερέας λαμβάνει στὴ δεξιά του χεῖρα ἐπὶ τῶν τριῶν δακτύλων ποὺ σχηματίζει τὸ σύμβολον τοῦ Σταυροῦ καὶ σταυρώνει τρεῖς φορὲς τὰ δακτυλίδια ἐπὶ τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου, ἐπιλέγοντας κάθε φορὰ το «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν», φανερώνοντας πὼς ὅσα πράττει ἔχοντας τὸ χάρισμα τῆς εἰδικῆς ἱερωσύνης τὰ ἐνεργεῖ ὁ ἴδιος ὁ ἐν Τριάδι Θεός μας. Ἀκολούθως ὁ ἱερέας σχηματίζει ἐπὶ τοῦ μετώπου τοῦ γαμπροῦ σταυρὸν μὲ τὰ δακτυλίδια λέγοντας «Ἀρραβωνίζεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ (τάδε)» καὶ μετὰ συνεχίζει κάνοντας σταυρὸ ἐπὶ τοῦ μετώπου τῆς νύφης λέγοντας «τὴν δούλην τοῦ Θεοῦ (τάδε)». Αὐτὸ τὸ κάνει τρεῖς φορές. Ἔπειτα ξεκινᾶ ἀπὸ τὴ νύφη καὶ λέγοντας τό «Ἀρραβωνίζεται ἡ δούλη τοῦ Θεοῦ (τάδε)» σχηματίζοντας ταυτόχρονα τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ μὲ τὰ δακτυλίδια ἐπὶ τοῦ μετώπου τῆς νύφης καὶ λέγοντας τό «τὸν δοῦλον τοῦ Θεοῦ (τάδε)» φέρνει τὰ δακτυλίδια ἐπὶ τοῦ μετώπου τοῦ γαμπροῦ καὶ σχηματίζει καὶ πάλι τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Κι αὐτὸ τὸ πράττει ὁ ἱερέας τρεῖς φορές. Ἀφοῦ ὁ ἱερέας τελειώσει βάζει στοὺς παραμέσους δακτύλους τῶν μελλονύμφων τὰ δακτυλίδια καὶ ἔπειτα τὰ λαμβάνει στὰ χέρια του ὁ παράνυμφος καὶ τὰ ἀλλάσσει τρεῖς φορὲς σταυρωτά. Στὸ τέλος τὰ τοποθετεῖ στὰ δάκτυλά τους. Ὁ ἱερέας κατὰ τὴν ὥρα ποὺ ὁ παράνυμφος ἀλλάσσει τὰ δακτυλίδια διαβάζει τὴν εὐχή «Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ τῶ παιδὶ τοῦ Πατριάρχου…». Μετὰ τὸ πέρας τῆς εὐχῆς ὁ ἱερέας κάνει μιὰ σύντομη ἐκτενὴ καὶ τὴν ἀπόλυση. Συνήθως σήμερα ἐκ πνεύματος οἰκονομίας καὶ συντομεύσεως ἡ ἐκτενὴς καὶ ἡ Ἀπόλυση τοῦ ἀρραβώνα δὲν γίνεται καὶ λέγονται εὐθὺς ἀμέσως οἱ στίχοι «Μακάριοι πάντες οἱ φοβούμενοι τὸν Κύριον κ.λ.π.». Καλόν εἶναι ὅμως διὰ τὴν τάξιν τῶν πραγμάτων νὰ λέγεται καὶ ἡ ἐκτενὴς καὶ ἡ Ἀπόλυση καθότι μετὰ τὴν ἀκολουθία τοῦ ἀρραβώνα ἕπεται ἡ τέλεση τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου. Κανονικὰ στὸ σημεῖο αὐτὸ γίνεται καὶ θυμίαμα. Σήμερα ὅμως αὐτὸ δὲν γίνεται.

Γάμος
Ἡ ἀκολουθία τοῦ γάμου εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ μυστήρια τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Ὁ Ἱερεὺς στέκεται κατὰ τὴν ἔναρξη τοῦ μυστηρίου ἔμπροσθεν τοῦ τραπεζίου ποὺ τοποθετεῖται ἐπὶ τούτῳ κατὰ τὸ μυστήριον τοῦ γάμου στὸ κέντρο τοῦ σολέα τοῦ ναοῦ. Ὁ ἱερέας στραμμένος πρὸς ἀνατολὰς ἀφοῦ πρῶτα κάνει τρία προσκυνήματα ἔπειτα ἀσπάζεται τὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον τὸ ὁποῖον λαμβάνει στὰς χεῖρας του καὶ κάνει τὴν ἔναρξη τοῦ ἱεροῦ μυστηρίου διὰ τῆς ἐκφωνήσεως «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία…». Οἱ μελλόνυμφοι κατ’ αὐτὴν τὴν στιγμὴ στέκονται πίσω ἀκριβῶς ἀπὸ τὸν ἱερέα. Ἀφοῦ σταυροειδῶς ὁ ἱερέας ἐκφωνήσει τὴν ἔναρξη καὶ σταυρώσει διὰ τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου τὴν Τράπεζα ἐπιδίδει τὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον στοὺς μελλονύμφους καὶ στοὺς παρανύμφους γιὰ ἀσπασμό. Κατόπιν ὁ ἱερέας ἐκφωνεῖ ἅπασα τὴν μεγάλη Συναπτὴ καὶ μετὰ τὴν ἐκφώνηση διαβάζει ὁ ἱερέας τρεῖς εὐχές, «Ὁ Θεὸς ὁ ἄχραντος, καὶ πάσης κτίσεως δημιουργός…», «Εὐλογητὸς εἶ, Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν…» καὶ «Ὁ Θεὸς ὁ ἅγιος, ὁ πλάσας ἐκ χοὸς τὸν ἄνθρωπον…». Κατὰ τὴν ἀπαγγελία τῆς τρίτης εὐχῆς καὶ εἰς τὸ σημεῖον τῶν λόγων «καὶ ἅρμοσον τὸν δοῦλον σου (τόνδε) καὶ τὴν δούλην σου (τήνδε)» ὁ ἱερεὺς λαμβάνει τὰ δεξιὰ χέρια τῶν μελλονύμφων καὶ τὰ ἑνώνει. Ἐν συνεχείᾳ μετὰ τὸ πέρας τῆς τρίτης εὐχῆς ὁ ἱερέας λαμβάνει στὴ δεξιά του χεῖρα τὰ στέφανα τὰ ὁποῖα ἀπὸ νωρὶς πρὸ τῆς ἐνάρξεως τῆς ἱερολογίας τοῦ γάμου βρίσκονται ἐπὶ τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου καὶ τὰ σταυρώνει τρεῖς φορὲς ἐπ’ αὐτοῦ (δηλ. τοῦ Εὐαγγελίου) ἐπιλέγοντας κάθε φορὰ τό «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν.» φανερώνοντας πὼς ὅσα πράττει ἔχοντας τὸ χάρισμα τῆς εἰδικῆς ἱερωσύνης τὰ ἐνεργεῖ ὁ ἴδιος ὁ ἐν Τριάδι Θεός μας. Κατόπιν ὁ ἱερέας στρέφεται πρὸς τὸν Νυμφίον (=γαμβρός) καὶ διὰ τῶν στεφάνων ποὺ βαστᾶ στὴ δεξιά του χεῖρα σχηματίζει τὸ σύμβολον τοῦ Σταυροῦ μὲ τὰ στέφανα ἐπὶ τοῦ μετώπου τοῦ γαμπροῦ λέγοντας: «Στέφεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ (τάδε)» καὶ μετὰ συνεχίζει κάνοντας σταυρὸ ἐπὶ τοῦ μετώπου τῆς νύφης λέγοντας «τὴν δούλην τοῦ Θεοῦ (τάδε)». Αὐτὸ τὸ κάνει τρεῖς φορές. Ἔπειτα ξεκινᾶ ἀπὸ τὴ νύφη καὶ λέγοντας τό «Στέφεται ἡ δούλη τοῦ Θεοῦ (τάδε)» σχηματίζοντας ταυτόχρονα τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ μὲ τὰ στέφανα ἐπὶ τοῦ μετώπου τῆς νύφης καὶ λέγοντας τό «τὸν δοῦλον τοῦ Θεοῦ (τάδε)» φέρνει τὰ στέφανα ἐπὶ τοῦ μετώπου τοῦ γαμπροῦ καὶ σχηματίζει καὶ πάλι τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Κι αὐτὸ τὸ πράττει ὁ ἱερέας τρεῖς φορές. Ἀφοῦ ὁ ἱερέας τελειώσει βάζει τὰ στέφανα ἐπὶ τῶν κεφαλῶν τῶν νεονύμφων καὶ ἔπειτα τὰ λαμβάνει στὰ χέρια του ὁ παράνυμφος καὶ τὰ ἀλλάσσει τρεῖς φορὲς σταυρωτά. Στὸ τέλος τοποθετεῖ τὰ στέφανα ἐπὶ τῶν κεφαλῶν τῶν νεονύμφων. Ὁ ἱερέας κατὰ τὴν ὥρα ποὺ ὁ παράνυμφος ἀλλάσσει τὰ στέφανα ψάλλει μία φορὰ τό «Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, δόξῃ καὶ τιμῆ στεφάνωσον αὐτούς» καὶ ὁ χορὸς τῶν ἱεροψαλτῶν τὸ ἐπαναλαμβάνει ἄλλες δύο. Κατόπιν ὁ ἀναγνώστης ἐμμελῶς ἀναγινώσκει τὸ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ἀπὸ τὴν Πρὸς Ἐφεσίους Ἐπιστολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου (Κεφ. 5, 20-33). Ἐν συνεχείᾳ ὁ χορὸς ψάλλει τὸ Ἀλληλουάριον εἰς ἦχον πλ. Α’. Κατόπιν ὁ ἱερέας ἐμμελῶς ἀναγινώσκει τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀπὸ τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιον (Κεφ. 2, 1-11). Εἰς τὸ σημεῖον τοῦ Εὐαγγελικοῦ λόγου «καὶ ἐγέμισαν αὐτὰς ἕως ἄνω» ὁ διάκονος ἤ -ἐλλείψει αὐτοῦ- ὁ νεωκόρος γεμίζει τὸ ποτήριον τῶν νεονύμφων μὲ κρασὶ ἀπὸ τὴν ὑδρία τοῦ οἴνου ποὺ βρίσκεται ἐπὶ τῆς τραπέζης. Μετὰ τὸ πέρας τοῦ Εὐαγγελίου ὁ ἱερέας κάνει τὴν ἐκτενή «Εἴπωμεν πάντες ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς…» καὶ μετὰ τὴν ἐκφώνηση ὁ ἱερέας λέγει τὴν εὐχή «Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ ἐν τῆ σωτηριώδει σου οἰκονομίᾳ…». Μετὰ τὴν ἐκφώνηση τῆς εὐχῆς ὁ ἱερέας λέγει το: «Ἀντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον…» καὶ τὸ «Καταξίωσον ἡμᾶς, Δέσποτα…» ἀκολουθεῖ ἡ ἐπαγγελία τῆς Κυριακῆς προσευχῆς «Πάτερ ἡμῶν…» ἀπὸ κλῆρο καὶ λαό, παροτρύνοντας ὁ ἱερέας νὰ τὸ ἀπαγγέλουν καὶ οἱ νεόνυμφοι καθὼς καὶ οἱ παράνυμφοί τους. Μετὰ τὴν ἐκφώνηση καὶ τὴν εἰρήνευση ὑπὸ τοῦ ἱερέως καὶ τὴν πρόσκληση γιὰ κεφαλοκλισία ὁ ἱερέας λέγει τὴν εὐχήν τοῦ ποτηρίου «Ὁ Θεός, ὁ πάντα ποιήσας τῆ ἰσχύϊ σου…» εὐλογώντας ταυτόχρονα κατ’ αὐτὴν τὸ ποτήριον μετὰ τοῦ οἴνου. Μετὰ τὴν ἐκφώνηση ὁ ἱερέας ἐπιδίδει στοὺς νεονύμφους τὸ λεγόμενον Κοινὸν Ποτήριον. Ἀπ’ αὐτὸ πίνουν ἀπὸ τρεῖς φορὲς ὁ γαμπρὸς καὶ ἡ νύφη. Σὲ μερικὰ μέρη συνηθίζεται ἐξ αὐτοῦ τοῦ ποτηρίου νὰ πίνει καὶ ὁ παράνυμφος. Κατὰ τὴν ὥρα ποὺ ἑτοιμάζεται πρῶτος ὁ γαμπρὸς νὰ πιεῖ ἀπὸ τὸ ποτήριον ὁ ἱερέας ἤ ὁ χορὸς ψάλλει τό «Ποτήριον σωτηρίου λήψομαι, καὶ τὸ ὄνομα Κυρίου ἐπικαλέσομαι». Μόλις τελειώσει ἡ πόσις ἐκ τοῦ κοινοῦ ποτηρίου ὁ ἱερέας λαμβάνει στὴ δεξιά του χεῖρα τὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον καὶ μὲ τὸ ἀριστερό του χέρι λαμβάνει τὰ ἑνωμένα χέρια τῶν νεονύμφων καὶ σχηματίζει κυκλικὸ χορό. Ὁ παράνυμφος στέκεται ἀκριβῶς ὄπισθεν τῶν νεονύμφων καὶ βαστᾶ καὶ μὲ τὰ δύο του χέρια τὰ Στέφανα. Ὁ κυκλικὸς χορὸς γίνεται γύρωθεν τοῦ εὑρισκομένου τραπεζίου τοῦ γάμου στὸ κέντρο, στὸν σολέα τοῦ ναοῦ. Κατὰ τὸ κυκλικὸ χορὸ ὁ ἱερέας ἤ ὁ χορὸς τῶν ψαλτῶν ψάλλουν τὰ τρία τροπάρια, ἕνα σὲ κάθε κύκλο, ἤτοι: «Ἡσαϊα χόρευε…», «Ἅγιοι Μάρτυρες, οἱ καλῶς ἀθλήσαντες…» καὶ «Δόξα σοι Χριστὲ ὁ Θεός, Ἀποστόλων καύχημα…». Ἔπειτα ὁ ἱερεὺς διαβάζει τὴν εὐχήν: «Ὁ Θεός, ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ παραγενόμενος ἐν Κανᾶ…». Στὸ σημεῖο τῆς εὐχῆς: «ἀνάλαβε τοὺς στεφάνους αὐτῶν» ὁ ἱερεὺς λαμβάνει ἀπὸ τὰ κεφάλια τῶν νεονύμφων τὰ στέφανα καὶ τὰ ἀποθέτει στὴν ἁγία Τράπεζα ἤ στὸ τραπέζιον τοῦ γάμου. Σὲ μερικὰ μέρη εἴθισται ὁ ἱερεὺς νὰ μὴν λαμβάνει τὰ στέφανα τῶν νεονύμφων ἀπὸ τὰ κεφάλια τους. Αὐτὸ γίνεται γιὰ νὰ τὰ ἀσπάζονται οἱ συγγενεῖς καὶ οἱ φίλοι κατὰ τοὺς χαιρετισμοὺς μετὰ τὸ πέρας τοῦ γάμου. Ἀκολούθως ὁ ἱερεὺς δίδει τὴν Εἰρήνη καὶ ἀκολουθεῖ κεφαλοκλισία μὲ τὴν εὐχή: «Ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα…». Τέλος γίνεται ἡ ἀπόλυσις μὲ τὴν χαρακτηριστικὴ φράση: «Ὁ διὰ τῆς ἐν Κανᾶ ἐπιδημίας τίμιον ἀναδείξας τὸν γάμον, Χριστὸς ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ἡμῶν…» καὶ ἀκολουθεῖ ἡ σειρὰ τῶν ἐνδόξων Ἀποστόλων καθὼς καὶ τῶν Θεοστέπτων βασιλέων καὶ ἰσαποστόλων Κων/νου καὶ Ἑλένης καὶ τοῦ ἁγίου μεγαλομάρτυρος Προκοπίου καὶ πάντων τῶν ἁγίων. Τὸ μυστήριον τοῦ γάμου τελειώνει μὲ τὸ Δι’ εὐχῶν καὶ ἐν συνεχείᾳ γίνεται ὁ ἀσπασμὸς τῶν νεονύμφων ἀπὸ τοὺς παρισταμένους συγγενεῖς καὶ φίλους.
Ἐξ ἀγράφου καὶ χωρὶς πνευματικὰ ἐρείσματα συνηθίζεται λανθασμένα νὰ πιστεύεται ἀπὸ κάποιους πιστοὺς ὅτι κατὰ τὴν ὥρα τοῦ χοροῦ τοῦ Ἠσαϊα πρέπει νὰ ρίπτεται ρύζι στοὺς νεονύμφους μὲ τὴ σκέψη καὶ δικαιολογία ὅτι ἔτσι ριζώνει ὁ γάμος. Αὐτὸ εἶναι λάθος. Ἡ θεμελίωση τοῦ γάμου γίνεται μὲ τὴν προσευχή, τὴν πίστη στὸν ἐν Τριάδι Θεό μας, μὲ τὴν ὑπακοή, τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ὑποχωρητικότητα. Ἐπειδὴ τὸ ἔθιμο αὐτὸ ἔχει κάπως περάσει στραβὰ στὶς συνήθειες τῶν πιστῶν μας καλὸν εἶναι νὰ ἀποτρέπεται ἡ ρίψις ρυζιοῦ ἐντὸς τοῦ ναοῦ γιὰ νὰ μὴ διακωμωδεῖται τὸ μυστήριον, καὶ νὰ ἐπιτρέπεται ἐντελῶς ἀνεκτικὰ κατὰ τὴν ἔξοδο τῶν νεονύμφων ἀπὸ τὸ ναό, δηλ. μόνον στὸ προαύλιον.
Ἐκ κακῆς καὶ λανθασμένης συνηθείας συνηθίζουν κάποιοι γαμπροὶ ἤ νύφες νὰ πατοῦν τὸ πόδι τοῦ μελλοντικοῦ συζύγου τους μὲ τὸ σκεπτικὸ ὅτι ἔτσι θὰ ὑπερισχύσουν στὸ γάμο τους ὡς προσωπικότητες. Μιὰ ἄκρως ὑποτιμητικὴ γιὰ τὸ ζεῦγος πράξη καθότι προκαλεῖ ἐντὸς τοῦ μυστηρίου γέλωτες καὶ πολλὰ εὐτράπελα. Ὁ ἱερέας θὰ πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ ἀποτρέπει τέτοιες πράξεις καὶ νὰ τονίζει στοὺς μελλονύμφους τὸν σεβασμὸ τοῦ ἑνὸς πρὸς τὸν ἄλλον.
Ἐκ παραδόσεως, ὅπως τὸ σημειώσαμε καὶ προηγουμένως, εἴθισται σὲ μερικὰ μέρη νὰ δίδεται ἀπὸ τὸν ἱερέα στὸν παράνυμφο-κουμπάρο τὸ κοινὸ ποτήριο τῶν μελλονύμφων, δηλ. νὰ πίνει ὁ παράνυμφος ἀπὸ τὸ κρασί. Αὐτὸ δὲν εἶναι κάτι τὸ μεμπτό. Ἴσα ἴσα φανερώνει ὅτι ὁ παράνυμφος εἶναι πολὺ σημαντικὸ πρόσωπο γιὰ τὴ στερέωση καὶ τὴ θεμελίωση τοῦ γάμου τῶν μελλονύμφων.
Ὁ ἱερέας κατὰ τὸν ἀρραβώνα καὶ κατὰ τὸ μυστήριο τοῦ γάμου φορεῖ ἀπαραιτήτως τὸ ἐξώρασόν του, τὸ ἐπιτραχήλιον καὶ τὸ φελώνιον. Ὁ δὲ διάκονος φορεῖ τὴν διακονική του στολή, δηλ. τὸ στιχάριον καὶ τὸ ὀράριόν του. Οἱ ἱερομόναχοι φέρουν κι αὐτοὶ τὸ ἐπιτραχήλιον καὶ τὸ φελώνιόν τους καὶ ὄχι μόνον τὸ ἐπιτραχήλιόν τους.
Στὸ τέλος τοῦ γάμου ἀπαραιτήτως ὀφείλουν οἱ νεόνυμφοι νὰ ὑπογράψουν τὸ πιστοποιητικὸν τελέσεως τοῦ γάμου τους ἐνώπιον τοῦ τελέσαντος τὸ μυστήριον κληρικοῦ καθὼς ἐπίσης ὑπογράφουν καὶ οἱ παράνυμφοι.

Ευχή επί λύσιν στεφάνων την όγδοη ημέρα
Στὸ Εὐχολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ὑπάρχει μιὰ πολὺ σύντομη ἀκολουθία γιὰ τοὺς νεονύμφους ἡ ὁποία διαβάζεται κατὰ τὴν ὀγδόη ἡμέρα ἀπὸ τῆς τελέσεως τοῦ γάμου τους. Αὐτὴ ἡ εὐχὴ φέρει τὴν ὀνομασία ὡς «Εὐχὴ ἐπὶ λύσιν στεφάνων τῆ ὀγδόῃ ἡμέρᾳ». Πρόκειται γιὰ ἕνα ζεῦγος εὐχῶν. Ἡ πρώτη εὐχή: «Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ τοῦ ἐνιαυτοῦ τὸν στέφανον εὐλογήσας…» διαβάζεται στοὺς νεονύμφους γιὰ τὴν εὐλογία τῆς συζυγικῆς συνάφειας ὥστε αὐτὴ νὰ διατηρηθεῖ ἀδιάσπαστη καθ’ ὅλα τὰ χρόνια τῆς ἐπιγείου ζωῆς των. Ἀκολουθεῖ ἡ δεύτερη εὐχὴ μὲ τὴν προτροπὴ τῆς κεφαλοκλισίας «Σύμφωνα καταντήσαντες οἱ δοῦλοί σου, Κύριε…» εἶναι μιὰ συνέχεια τῆς πρώτης εὐχῆς κατὰ τὴν ὁποία ὑπενθυμίζεται στοὺς νεονύμφους ὅτι ὁ γάμος τους τελέσθηκε ὅπως ὁ γάμος τῆς Κανᾶ τῆς Γαλιλαίας, ὅπου ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εὐλόγησε τοὺς νεονύμφους, ἔτσι καὶ τώρα συνέβη καὶ στὸν δικό τους γάμο, ὅπου κι ἐδῶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τοὺς εὐλόγησε. Ἡ δὲ συστολὴ τῶν συμβόλων τῶν στεφάνων τους ποὺ γίνεται αὐτὴ τὴ στιγμὴ ἀπὸ τὸν ἱερέα εὔχεται ἡ Ἐκκλησία νὰ γίνει πρὸς δόξαν τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ μας.
Ὁ ἱερέας βάζει Εὐλογητός, Τρισάγιον, τὸ ἀπολυτίκιον τῆς ἡμέρας ἤ τὰ ἀπολυτίκια τῶν Ἁγίων τὰ ὀνόματα τῶν ὁποίων φέρουν οἱ νεόνυμφοι, Ἐκτενή: «Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεός…» καὶ οἱ δύο προαναφερθεῖσες εὐχές καὶ στὸ τέλος κάνει τὴν Ἀπόλυση.
Αὐτὴ ἡ μικρὴ ἀκολουθία τῆς ὀγδόης ἡμέρας ἐπὶ τὴν λύσιν τῶν στεφάνων τῶν νεονύμφων σήμερα δὲν τελεῖται καὶ θὰ πρέπει καὶ πάλι νὰ βρεῖ τὴ θέση της στὴ ζωὴ τῶν νεονύμφων. Εἶναι δὲ θὰ λέγαμε μιὰ καλὴ εὐκαιρία γιὰ τὸν ἱερέα νὰ κρατήσει μιὰ ἐπαφὴ μὲ τὸ νέο εὐλογημένο ζευγάρι κάτι ποὺ θὰ εἶναι ἀπαραίτητο γιὰ τὴν πνευματικὴ οἰκοδομή τους καὶ τὴν καλλιέργεια τῆς Ὀρθοδόξου πνευματικότητάς τους. Ὁ ἱερέας μπορεῖ κατ’ αὐτὴν τὴν συνάντηση νὰ τοὺς ὁμιλήσει γιὰ τὴ σημασία τοῦ Ὀρθοδόξου γάμου, γιὰ τὰ ἱερὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ τὴν ἐξομολόγηση, γιὰ τὴν Θεία Κοινωνία καθὼς ἐπίσης νὰ τοὺς ὑπενθυμίσει ὅτι κι αὐτοὶ ὡς χριστιανοὶ εἶναι μέλη τῆς ἐνορίας καὶ μποροῦν νὰ δραστηριοποιηθοῦν κοντὰ στὸ Χριστὸ καὶ τὴν ἁγία Του Ἐκκλησία.

27. Συνάντηση μιας νύφης με άλλη νύφη στο ναό, τι σημαίνει αυτό;

Το ερώτημα αυτό εντάσσεται μέσα στις προλήψεις του λαού μας. Ευθύς εξ αρχής πρέπει να σημειώσουμε ότι το να συναντηθεί μια νύφη με μια άλλη νύφη δεν είναι κάτι το κακό, είναι ίσα ίσα μια μεγάλη ευλογία και χαρά. Άλλωστε στα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού πληροφορούμαστε ότι τα μυστήρια τελούνταν κοινά για όλους τούς πιστούς κατά τη διάρκεια της θείας Λειτουργίας. Έτσι μαζί τελούνταν τα βαπτίσματα, μαζί και οι γάμοι. Η συνήθεια να αποφεύγει να συναντήσει η μία νύφη την άλλη δεν είναι σωστή, μάλλον δείχνει ρηχότητα, σε όσους πιστεύουν σ' αυτές τις προλήψεις της πίστεως των. Επιπροσθέτως θα ήθελα να σημειώσω ότι, όταν οι πιστοί μας δεν έχουν πνευματική ζωή και φυσικά ούτε μυστηριακή ζωή, τότε εύκολα ασπάζονται πολλές δοξασίες και πέφτουν θύματα επιτηδείων «τσαρλατάνων» και αυτόκλητων σωτήρων και γίνονται βορά προβατόσχημων λύκων. Η καλή γνώση περί της πίστεώς μας αποτελεί τη νοητή ασπίδα προφύλαξης της ζωής μας από τέτοιες άσχημες καταστάσεις, που μάλλον δεσμεύουν τον άνθρωπο και τον κάνουν πειθήνιο όργανο επιτηδείων μάγων, μαγισσών, μέντιουμ, χαρτοριχτρών και φλιτζανούδων. Όλοι οι προαναφερθέντες χορεύουν στο χορό που έστησε ο διάβολος και εμπλέκουν και τούς ανυποψίαστους ορθοδόξους πιστούς μας στις πλεκτάνες τους, οδηγώντας τους πολλές φορές στην απόγνωση. Για τον λόγο αυτό η Ορθόδοξη Εκκλησία, τονίζουμε, ποτέ δεν θεώρησε κακό το να συναντηθεί μια νύφη με την άλλη, ίσα-ίσα χαίρεται η αγία μας Εκκλησία, όταν τα παιδιά της ζητούν την ευλογία της.

28. Όταν συμπέσει κηδεία μέσα στο σπίτι που ετοιμάζεται για γάμο τί γίνεται;

Και το ερώτημα αυτό πολλές φορές το αντιμετωπίζει η Εκκλησία μας. Οι άνθρωποι χωρίς να γνωρίζουν τι γίνεται και σ' αυτήν την περίπτωση, αντί να ρωτήσουν τους πνευματικούς ταγούς, που είναι οι ιερείς μας και κυρίως οι πνευματικοί εξομολόγοι, δέχονται τέτοιου είδους συμβουλές από προληπτικές και δεισιδαίμονες γυναίκες, που ποτέ δεν ομιλούν με πνεύμα Θεού, γιατί δεν κατέχουν τη θεολογία της Εκκλησίας μας, με αποτέλεσμα να δημιουργούν περισσότερα προβλήματα μέσα στα σπίτια, παρά να δίνουν λύσεις. Εν προκειμένω θα ήθελα να σημειώσω, ότι όλα όσα συμβαίνουν μέσα στη ζωή μας είναι καλοδεχούμενα. Οι πιστοί μας δεν πρέπει να θεωρούν τον θάνατο ως κάτι κακό. Ο θάνατος σύμφωνα με την ορθόδοξη διδασκαλία θεωρείται κοίμηση. Κάνεις από τούς τεθνεώτες που φεύγει απ' αυτή τη ζωή δεν χάνεται, δεν εξαφανίζεται, αλλά ζει μέσα στην ουράνια κατοικία του Θεού. Για τον λόγο αυτό μέσα στον ορθόδοξο ναό τελούνται συνεχώς και αδιαλείπτως όλα τα μυστήρια και οι ακολουθίες, χωρίς να ειδικεύεται κάποιος ναός σε ναό γάμων ή βαπτίσεων ή κηδειών ή μνημοσυνών. Όλα τελούνται μέσα στο ναό και με εναλλαγές και την ίδια ήμερα, που ο κληρικός τελεί μια κηδεία, την ίδια ήμερα τελεί γάμο, ακολούθως τελεί βάπτιση, μετά κάτι άλλο. Αυτό δείχνει και μόνο με μια απλή σκέψη, το πως η Ορθόδοξη Εκκλησία μας αντιμετωπίζει όλες τις περιπτώσεις της ζωής των πιστών της. Για το λόγο αυτό σε σπίτι που ετοιμάζεται να τελέσει γάμο, εάν συμπέσει κηδεία, λόγο του αιφνίδιου και ξαφνικού της περιστάσεως, το ένα δεν αναιρεί το άλλο. Θα έλεγα μάλιστα ότι σε σπίτι που έχει κάνει τόσες και τόσες προετοιμασίες για το γάμο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, είναι κρίμα να αναβληθεί το μυστήριο του γάμου λόγω πένθους. Το πένθος δεν πρέπει να το αντιμετωπίζουμε ως κάτι που φέρνει το σταμάτημα της ζωής. Η πίστη μας, μας διδάσκει πως του θανάτου ακολουθεί ή Ανάσταση, που είναι η χαρά, η ζωή και η ευτυχία. Για τον λόγο αυτό σε περιπτώσεις που συμβαίνει κατά την ώρα της προετοιμασίας του γάμου να επέρχεται ξαφνικά ένας θάνατος, να μην μπαίνουν στον πειρασμό οι μελλόνυμφοι και αναβάλλουν το γάμο τους. Στο επιχείρημα, που θα το χαρακτήριζα «γαιώδες», ότι πολλοί εκ των γειτόνων ή της ευρύτερης κοινωνίας που ζείτε θα σας κακοχαρακτηρίσουν γι' αυτό που θα κάνετε, δηλ. το να τελέσετε γάμο μετά την κηδεία, θα έλεγα ως επιχείρημα να σκέπτεσθαι μάλλον ποιο είναι το θέλημα του Θεού και όχι ποιες είναι οι διαστρεβλωμένες πεποιθήσεις και κανόνες των ανθρώπων. Πάνω από το θέλημα των ανθρώπων είναι η φοβερά κρίση του Θεού, που είναι πάντα προς το συμφέρον του ανθρώπου. Δυστυχώς, κάποιοι χριστιανοί μας δεν σκέπτονται το Θεό και σ' αυτήν την όντως δύσκολη περίσταση της ζωής τους και καταφεύγουν στο τί θα πουν οι συνάνθρωποι τους, γι’ αυτό που πρέπει και ορίζει η αγία μας Εκκλησία να πράξουν. Τελειώνω με μια πνευματική σύσταση, αγαπητά μου παιδιά, σε όποια περίσταση της ζωής σας αντιμετωπίσετε κάποιο πρόβλημα, κάτι παρόμοιο με το συγκεκριμένο ερώτημα που ασχολούμαστε, να μην απευθύνεστε σε ανθρώπους που δεν έχουν πνεύμα Θεού ούτε γνωρίζουν καλά τα της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Μην εμπιστεύεσθε ανθρώπους πού τους βλέπετε έστω τακτικά να εκκλησιάζονται στην Εκκλησία μας και τούς ζητάτε τη γνώμη τους για θέματα πνευματικά. Όσο πνευματικός και να 'ναι ο συνάνθρωπος μας, θα πρέπει τα ερωτήματα και τις τυχόν απορίες σας να τις θέτετε υπόψιν των πνευματικών πατέρων της Εκκλησίας μας, δηλ. στους ιερείς μας, οι όποιοι και θα λογοδοτήσουν εν ήμερα Κρίσεως, για κάθε ψυχή πού αναλαμβάνουν στο πετραχήλι τους.

29. Επιτρέπεται να διαβάζεται η ευχή της βασκανίας σε παιδιά αβάπτιστα;

Την απάντηση στο παραπάνω ερώτημα μας τη δίδει ο καθηγητής της Λειτουργικής κ. Ιω. Φουντούλης1. "Τα αβάπτιστα νήπια εφόσον είναι γεννημένα από χριστιανούς γονείς, που έχουν την πρόθεση να τα βαπτίσουν, δεν είναι βέβαια χριστιανοί, εφόσον δεν έχουν ακόμη μπει στην χριστιανική κοινότητα με το άγιο βάπτισμα, είναι όμως κατά κάποιο έμμεσο τρόπο μέλη της Εκκλησίας, μπορούμε να ειπούμε "κατηχούμενα". Βλέπετε στις ευχές που διαβάζονται κατά την ημέρα της γεννήσεως γίνεται ειδικός λόγος και ειδική δέηση για το παιδί. Έτσι στην α' ευχή λέγει: "και το εξ αυτής κυηθέν νήπιον διατήρησον από πάσης φαρμακείας, από πάσης χαλεπότητος, από πάσης ζάλης του αντικειμένου, από πνευμάτων πονηρών ημερινών τε και νυκτερινών... από νόσου και μαλακίας, από ζήλου και φθόνου και οφθαλμών βασκανίας και ελέησον αυτήν και το βρέφος... και το εξ αυτής κυηθέν νήπιον αξίωσον προσκυνήσαι τον επίγειον ναόν...". Την ογδόη δε ημέρα οδηγείται στον ναό και "κατασφραγίζεται" το παιδίον, του δίδεται το όνομα και διαβάζεται η παλαιά ευχή της καταγραφής των κατηχουμένων: "Κύριε ο Θεός ημών, σου δεόμεθα και σε παρακαλούμεν, σημειωθήτω το φως...". Και διά του βρέφους κάμνει ο Ιερεύς "σταυρού τύπον" προ των πυλών του ναού ή της εικόνος της Θεοτόκου. Πολύ περισσότερο κατά την ακολουθία του σαραντισμού, που "εκκλησιάζεται" το παιδί, αναγιγνώσκονται ειδικές ευχές γι' αυτό, που ήδη από την όγδοη ημέρα καλείται "δούλος του Θεού", και εισάγεται στον ναόν και στο θυσιαστήριο. Επομένως κατ' αναλογίαν μπορεί να μετάσχει και των άλλων ευλογιών και ευχών της Εκκλησίας, εφ' όσον αυτές δεν έχουν χαρακτήρα μυστηρίου. Η ευχή της βασκανίας εξ άλλου είναι ένα είδος εξορκισμού, και εξορκισμοί εδιαβάζοντο και διαβάζονται και σήμερα στους κατηχουμένους. Εκτός αυτού για την βασκανία γίνεται, όπως είδαμε, ειδικός λόγος στην β' ευχή, που διαβάζεται την πρώτη ημέρα της γεννήσεως του παιδιού. Ασφαλώς λοιπόν μπορεί να αναγνωσθεί η ευχή της βασκανίας και σε μη βαπτισμένα παιδιά". Και συνεχίζει ο καθηγητής κ. Ιω. Φουντούλης: "Δεν επιτρέπεται όμως αν δεν υπάρχει πραγματική αξία ο ιερεύς να αναγνώσει την σχετική ευχή και να γίνεται συνεργός και να ενθαρρύνει τις δεισιδαιμονίες των απλοϊκών πιστών. Η ευχή της βασκανίας δεν έχει τον χαρακτήρα αντιβασκανικού εμβολίου. Πρέπει όμως να γίνεται συστηματικά και εγκαίρως η διαφώτισης των χριστιανών για να γνωρίζουν την σημασία, τον σκοπό και την δύναμη των λειτουργικών ευχών και των διαφόρων ακολουθιών. Άλλως γιατί να ζητούμε ευθύνες από ανεύθυνους καλοπροαίρετους ανθρώπους; Ας ερωτά την συνείδησή του ο κάθε ιερεύς, αν δεν είναι αυτός υπεύθυνος για το σκότος στο οποίο ζουν ακόμη τα λογικά του πρόβατα. Δεν χρειάζεται για την προσπάθεια αυτή ούτε πολλή σοφία ούτε μεγάλες ρητορικές ικανότητες. Θα πρέπει χωρίς καθυστερήσεις να φωτισθούν οι πιστοί, γιατί με κάτι τέτοιου είδους προλήψεις διασύρονται και βεβηλώνονται τα αγιαστικά μέσα της Εκκλησίας μας και γινόμεθα αιτία να συκοφαντείται η πνευματική μας λατρεία και να θεωρείται από πολλούς συνώνυμη με την μαγεία και την δεισιδαιμονία2.

1Φουντούλης Α', σ. 111-112.
2Φουντούλης Β', σ. 29.

30. Υπάρχει σχέση μεταξύ της Μαγείας και των εξορκισμών;

Η Μαγεία είναι μια υπαρκτή κατάσταση. Την τελούν άνθρωποι που συνεργάζονται με τον μισόκαλλο διάβολο. Η μαγεία τελείται από μάγους που έχουν ταχθεί με τον διάβολο, να είναι σύμμαχοι του και να προσπαθούν με κάθε τρόπο να πλανήσουν όχι μόνο τους ειδήμονες σε τέτοια θέματα μαγειών, άλλα και πολλούς ταλαίπωρους και ανυποψίαστους ανθρώπους.
Η μαγεία χωρίζεται σε λευκή και μαύρη. Η λευκή μαγεία όπως επαγγέλλονται οι μάγοι δεν προκαλεί ζημιά, αντιθέτως φέρνει υγεία και μακροημέρευση. Η μαύρη μαγεία επιφέρει όλα τα κακά.
Οι Εξορκισμοί είναι το αντίδοτο για την αντιμετώπιση της μαγείας. Όμως όπως και σε άλλο σημείο του βιβλίου μας τονίσαμε οι εξορκισμοί δεν αυτονομούνται των άλλων ιερών μυστηρίων. Συνδέονται με μια σειρά ιερών μυστηρίων, αυτήν της ιεράς εξομολογήσεως και της θείας Ευχαριστίας, ώστε με τη μετάληψη του Σώματος και του Αίματος του Χριστού που θα λάβει ο ασθενών-δαιμονόπληκτος είναι δυνατόν να πετύχει τη θεραπεία του.
Εν κατακλείδι σχέση μαγείας και εξορκισμών νοείται μόνο στο πλαίσιο της αντιμετωπίσεως με βάση την πίστη στο Θεό και στη δύναμη που Αυτός διαθέτει ώστε τα πλάσματα του οι άνθρωποι, εφ' όσον και οι ίδιοι το επιθυμούν, να ζητούν από το Θεό να συντρίψει τις μεθοδείες του διαβόλου και των οργάνων του που είναι οι μάγοι.

31. Η ταφή-ενταφιασμός. Ποιά είναι η θέση της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας για την καύση;

Επειδή τελευταίως πολλά ακούγονται και λέγονται για το θέμα της καύσεως των νεκρών, θεωρούμε σκόπιμο να αναφέρουμε τα πορίσματα της ημερίδας πού οργάνωσε η Συνοδική Επιτροπή Δογματικών και Νομοκανονικών Ζητημάτων με θέμα: Ταφή ή καύση των νεκρών, που πραγματοποιήθηκε στις 3 Μαρτίου 1999 στο ξενοδοχείο Κάραβελ1.
Η Εκκλησία απορρίπτει την καύση και οριοθετεί τον σεβασμό στο πρόσωπο και κατ' επέκταση στο σώμα του ανθρώπου.

  1. Η ταφή των νεκρών είναι πανάρχαιο έθιμο των πολιτισμένων λαών. Στηρίζεται στην Αγία Γραφή και απορρέει από την πίστη ότι ο άνθρωπος είναι πλασμένος από γη «και εις γην απελεύσεται». Ο Χριστιανισμός, και μάλιστα η Ορθόδοξη Εκκλησία, είναι αντίθετος προς την καύση των νεκρών και τάσσεται υπέρ της ταφής, σε συνάρτηση με την ιερότητα ψυχής και σώματος, κατά την χριστιανική δογματική διδασκαλία. Η ταφή αποτελεί «μακροχρόνιον ιερόν έθος», το οποίον ο ίδιος ο Κύριος ετήρησε. Η Εκκλησία έχει την δική της Παράδοση. η Παράδοση δε αυτή αναβιβάζεται σε περιωπή δόγματος.
  2. Άπό πλευράς συνταγματικής και νομικής κατοχυρώσεως των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της διαθέσεως του σώματος εκάστου, σύμφωνα με το άρθρο 13 του Συντάγματος, οι υποστηρικτές επικαλούνται την συνταγματικά κατοχυρωμένη ελευθερία της θρησκευτικής συνειδήσεως και αξιώνουν αντί της ταφής την καύση. Εξ απόψεως συνταγματικής δύναται να υπάρχει δυνατότητα επιλογής από τους πολίτες, της δυνητικής, όχι της υποχρεωτικής, καύσεως, ιδιαίτερα μάλιστα εις τους αδιάφορους και αποκεκομμένους από την Εκκλησία. Η επιλογή αυτή δεν δύναται να ισχύσει όμως για τα πιστά μέλη της Εκκλησίας, διότι δεν νοείται ένας πιστός Χριστιανός και μέλος της Ορθοδόξου Εκκλησίας να διακηρύττει ότι αποδέχεται την διδασκαλία της Εκκλησίας και να φανεί στο θέμα αυτό ανυπάκουος στους πνευματικούς του ποιμένες. Την θέση της, απέναντι σε εκείνους που θα επέλεγαν την καύση αντί της ταφής, θα λάβει η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, ως μόνο αρμόδιο όργανο, όταν οι περιστάσεις το απαιτήσουν.
  3. Είναι επιτακτική σήμερα όσο ποτέ άλλοτε η ανάγκη της διασώσεως του ανθρωπίνου προσώπου. Ο σεβασμός στο ανθρώπινο πρόσωπο επιβάλλει τον σεβασμό και στο ανθρώπινο σώμα. Επομένως, οφείλεται σεβασμός στο σώμα και μετά το σωματικό θάνατο, ο δε σεβασμός προς το νεκρό σώμα αποδίδεται με την ταφή και όχι με την καύση. Η καύση είναι βίαια επέμβαση στην φυσιολογική φθορά με οικολογικές συνέπειες. Η εποχή μας σήμερα είναι τέτοια που να μην αποδέχεται την πολυτέλεια της αποκαθηλώσεως των άξιων και της παραδόσεως, μέσα στον ψυχρό αυτό κόσμο, όπου «εψύγη η αγάπη των πολλών».
  4. Οι υποστηρικτές της καύσεως επικαλούνται λόγους χωροταξικούς, περιβαλλοντολογικούς και οικονομικούς ακόμη, προκειμένου να υποστηρίξουν τις θέσεις τους. Τα επιχειρήματα αυτά δεν είναι ισχυρά. Δεν μπορούμε να εισαγάγουμε χρηστικές μεθόδους, πού αλλοιώνουν την παράδοση μας, για να επιλύσουμε τα οποιαδήποτε προβλήματα. Γιατί απωθούμε άλλες εφικτές λύσεις; Ας προσπαθήσουμε όλοι μαζί, σε συνεργασία, να βρούμε λύσεις στα προβλήματα που ανακύπτουν, όχι, όμως, αλλάζοντας τον παραδοσιακό τρόπο ταφής και την φυσιολογική διαδικασία διαλύσεως των σωμάτων.

Η καύση των νεκρών, σε οποιαδήποτε επιχειρήματα και αν στηρίζεται, βρίσκεται έξω από την Ορθόδοξη διδασκαλία και Παράδοση. Ας μείνουμε πιστοί σ' αυτήν και το αποστολικό λόγιο: «Το σώμα θάβεται άδοξο, θα αναστηθεί όμως ένδοξο• ενταφιάζεται ανίσχυρο, θα αναστηθεί όμως δυνατό. Ενταφιάζεται σώμα που ήταν εμψυχωμένο από ζωική φυσική δύναμη, θα αναστηθεί όμως ζωοποιημένο από το Πνεύμα του Θεού» (1 Κορ. 15,42-45).
Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος με την υπ' αριθμ. 2734/27-3-2002 Εγκύκλιό της ενημέρωσε το Χριστεπώνυμο πλήρωμα της Εκκλησίας για τις διαθέσεις κάποιων πού επιθυμούν να εισαγάγουν την καύση. Επίσης και η Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών με εγκύκλιο σημείωμα αριθμ. Πρωτ. 1029/1952/25-4-2002 παροτρύνει τούς κληρικούς της Αρχιεπισκοπής να ενημερώνουν ακόμη και στα κηρύγματα τους για το φλέγον τούτο θέμα.

1Τα Πορίσματα της ημερίδας ελήφθησαν από την έκδοση του Κλάδου Εκδόσεων Επικοινωνιακής και Μορφωτικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Σειρά: Ποιμαντική Βιβλιοθήκη αριθμ. 3, Ταφή ή καύση των νεκρών, Πρακτικά ημερίδας «Η καύση των Νεκρών», Αθήναι 2000, σ. 17-18.

32. Η περιποίηση και το στόλισμα του τάφου

Στις εκδηλώσεις αγάπης των ανθρώπων προς τους κεκοιμημένους τους περιλαμβάνεται και η περιποίηση των τάφων. Έτσι σήμερα αρκεί και μια επίσκεψη στα κοιμητήρια μας, για να διαπιστώσει κανείς του λόγου το αληθές. Πολλοί τάφοι είναι μαρμάρινοι, άλλοι μοιάζουν με μαυσωλεία, άλλοι έχουν γλυπτά, άλλοι είναι καλλιμάρμαροι με πανάκριβες ποικιλίες μαρμάρων, άλλοι κοσμούνται με χαρακτικές ανάγλυφες παραστάσεις, άλλοι μοιάζουν με εκκλησάκια. Πολλά σημειώσαμε αλλού για τις ακραίες περιπτώσεις και επιδείξεις. Ο τάφος όσο πλούσιος κι αν είναι, όσο κεκοσμημένος από χρυσάφια και ασήμια εάν είναι, δεν σώζει τον κεκοιμημένο. Πιθανόν αυτό να εξυπηρετεί την ματαιοδοξία των ανθρώπων που ζουν μακριά από το Θεό. Η αγία μας Εκκλησία δεν αντιτίθεται σε κάτι όμορφο, συγχρόνως όμως λιτό και ανεπιτήδευτο, σε κάτι κόσμιο και εύτακτο. Δεν συμφωνεί όμως με τη ματαιοδοξία η οποία είναι πλάνη. Σήμερα στις μεγαλουπόλεις και στα κοιμητήριά των δεν υπάρχει περίπτωση να συναντήσεις έναν απλό τάφο. Οι περισσότεροι τάφοι είναι μαρμάρινοι και επιτηδευμένοι. Σπανίως σε χωριά ή στην επαρχία επισκεπτόμενοι κοιμητήρια βλέπουμε και τάφους που έχουν χώμα. Σήμερα δε τείνει να εκλείψει και το σύμβολο του Σταυρού από τους τάφους. Πολλοί γλύπτες το χαράσσουν. Αυτή η συνήθεια μας υπενθυμίζει ότι στη Δύση, όπου τα κοιμητήρια είναι μικτά όλων των θρησκειών, υφίσταται ένας κανόνας που ορίζει να υπάρχει μια μαρμάρινη πλάκα πάνω στην οποία μπορούν να χαράσσουν οτιδήποτε επιθυμούν οι συγγενείς, όχι όμως να διακρίνεται και να εξέχει ο Σταυρός. Ελπίζουμε να μην αποτελέσει αυτό την έναρξη μιας μελλοντικής νέας για τα δεδομένα της πίστεως μας καταστάσεως! Συναφές είναι και το στόλισμα των τάφων με άνθη και γλάστρες. Το μέτρο καλό είναι να διακρίνει και αυτή την ωραία κατά πάντα συνήθεια. Υπάρχει όμως περίπτωση τα άνθη και οι γλάστρες να σκεπάζουν ολόκληρο τον τάφο. Πάντως ο ελληνικός λαός περιποιείται τους τάφους των κεκοιμημένων του και προσπαθεί τακτικά να τους επισκέπτεται. Αυτή η εξοικείωση με τους τάφους και τα κοιμητήρια δείχνει την αγάπη των Ορθοδόξων προς τους κεκοιμημένους τους κι ακόμη τη ελπίδα για την μέλλουσα ζωή.

33. Τακτικές επισκέψεις στα κοιμητήρια

Η επίσκεψη στον τάφο του κεκοιμημένου μας δεν είναι μόνο για την ημέρα της ταφής. Οι συγγενείς κυρίως και κατόπιν οι φίλοι του αποθανόντος στα πλαίσια της φιλανθρώπου αγάπης τους μαζί με τις αδιάλειπτες προσευχές τους επισκέπτονται κατά καιρούς και τον τάφο του κεκοιμημένου τους. Αυτές οι επισκέψεις τον πρώτο καιρό μετά την κηδεία είναι τακτικές. Πηγαίνουν καθημερινά στον τάφο. Δεν υπάρχει συγκεκριμένο ωράριο κάθε πότε πρέπει να επισκέπτονται τον τάφο. Σε μερικά μέρη μέχρι τα εννιάμερα, όταν γίνεται και κόλλυβο, τον επισκέπτονται καθημερινά. Έπειτα σε πιο αραιά διαστήματα. Αλλού είθισται καθ' όλο το σαρανταήμερο από της κοιμήσεως να επισκέπτονται καθημερινά τον τάφο.
Οι επισκέψεις στους τάφους και τα κοιμητήρια γενικά δεν πρέπει να εκλαμβάνονται μόνο ως ένας απλός περίπατος όπως γίνεται σε πλατείες και δρόμους. Η παρουσία του Ορθοδόξου Χριστιανού στον τάφο και στο κοιμητήριο είναι προσευχητική. Συνηθίζουμε στον τάφο να κάνουμε προσευχή για την ανάπαυση των κεκοιμημένων μας. Μάλιστα και στο καθημερινό προσευχητάριο μας καλό είναι να υπάρχει μια προσευχή υπέρ αναπαύσεως όλων των κεκοιμημένων μας και απανταχού της γης. Είναι μια πράξη φιλανθρωπίας και εκδήλωση των αγαπητικών σχέσεων μας με τη θριαμβεύουσα Εκκλησία. Δεν προσευχόμαστε μόνο για τους ζωντανούς. Προσευχόμαστε και για τους κεκοιμημένους για τους οποίους υπάρχει και μεγαλύτερη ανάγκη να τους ενθυμούμαστε. Οι κεκοιμημένοι περιμένουν την προσευχή μας, την οποία αισθάνονται «ως δρόσο αερμών». Για τον λόγο αυτό και η αγία μας Εκκλησία θέσπισε τα ιερά μνημόσυνα τα οποίια τελούμενα σε συγκεκριμένες ημέρες από της κοιμήσεως, μας υπενθυμίζουν ότι πρέπει να προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους. Και είναι αλήθεια ότι συμβαίνει πολλές φορές να ξεχνούμε κάποιον που δεν τον έχουμε κοντά μας. Οι κεκοιμημένοι όμως περιμένουν. Και η Εκκλησία μας πάντοτε θα μας παρακινεί να τους ενθυμούμαστε. Μάλιστα και για όλους εκείνους τους κεκοιμημένους που πεθαίνοντας δεν είχαν κανέναν συγγενή να τους κάνει μνημόσυνα, η Εκκλησία θέσπισε τα Ψυχοσάββατα όπου μνημονεύει όλους αυτούς. Τέλος, στο μεγαλύτερο από τα μυστήρια της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας τη θεία Ευχαριστία, μνημονεύονται οι κεκοιμημένοι μας μαζί με τους ζωντανούς, στη γνωστή ακολουθία της Προθέσεως όπου κατ' όνομα εξάγονται μερίδες γι' αυτούς. Για τον λόγο αυτό εμείς οι χριστιανοί δίνουμε τα ονόματα των κεκοιμημένων μας στον ιερέα, για να τα μνημονεύει πρωτίστως στις Θειες Λειτουργίες και στις προσευχές του.

34. Πρέπει να απέχουν ο γαμπρός και ή νύφη μιά εβδομάδα πριν από το γάμο τους;

Μια άγραφη κι αυτή Παράδοση λαϊκής ευσέβειας και προελεύσεως είναι και το να μην συναντιούνται ο γαμπρός και η νύφη μια εβδομάδα ή περισσότερο πριν από το γάμο τους. Αυτό το τοπικό έθιμο πιθανόν να κρύβει μέσα του κάποιο συμβολισμό τον οποίον θα προσπαθήσουμε να ερευνήσουμε. Καταρχάς ευθύς εξ αρχής πρέπει να σημειώσουμε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν έχει θεσπίσει τέτοια έθιμα στην παράδοσή της. Άρα αυτό το έθιμο δεν είναι της Ορθοδόξου Παραδόσεώς μας. Κι αυτό γιατί για την ορθόδοξη διδασκαλία σημασία δεν έχει το να μη συναντήσει ο γαμπρός τη νύφη μια βδομάδα πριν από το γάμο ή περισσότερο ή λιγότερο χρονικό διάστημα, αλλά σημασία για την Εκκλησία μας έχει πως ο γαμπρός και η νύφη θα κρατηθούν αγνοί και άσπιλοι μέχρι την ήμερα, που η Εκκλησία θα ευλογήσει το γάμο τους στο ναό. Άρα λοιπόν για την Εκκλησία μεγαλύτερη σημασία έχει η καθαρότητα του βίου και η αποχή από τις προγαμιαίες λεγόμενες σχέσεις και επαφές του ζευγαριού. Το τοπικό αυτό έθιμο πιθανόν να θέλει να διατηρήσει εν μέρει αυτή την αλήθεια της Εκκλησίας, προφυλάσσοντας τουλάχιστον το μελλοντικό ζευγάρι από σχέσεις πριν από το γάμο τους, έστω κι αν αυτό το διάστημα ορίζεται ως μια εβδομάδα. Κατά την ταπεινή μου άποψη, θα ήταν ορθότερο, μιας και το μυστήριο του γάμου σήμερα έχει αποσυνδεθεί από το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, την ήμερα πού θα τελεσθεί ο γάμος, το πρωί αυτής της ημέρας οι μελλόνυμφοι να συμμετάσχουν, εφόσον προηγηθεί και το μυστήριο της εξομολογήσεως και με την ευλογία του πνευματικού τους πατέρα, στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, στο κοινό ποτήριο ζωής, που δεν είναι απλό και ευλογημένο κρασί του γάμου, όπως αυτό ισχύει σήμερα κατά το γάμο, αλλά το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Οπότε καταρρίπτεται το παραπάνω έθιμο εν ονόματι της Θείας Κοινωνίας, της μετοχής των μελλονύμφων στο αληθινό ποτήριο ζωής. Σήμερα όμως τα πάντα τείνουν να ξεφεγουν από τις ορθόδοξες παραδόσεις μας και φυσικά και ό,τι ακόμη σχετίζεται με το μυστήριο του γάμου. Έτσι το μελλοντικό ζεύγος τηρεί τυπικές άγραφες διατάξεις χωρίς περιεχόμενο και χωρίς νόημα, μιας και όλες, τοπικές ή μη, παραδόσεις δεν έχουν μέσα τους το πνεύμα του Θεού και οι ακολουθούντες αυτές φέρονται μάλλον σαν φερέφωνα και φυσικά κάνουν κάτι, ή το ακολουθούν χωρίς ταυτόχρονα να το κατανοούν και να το βιώνουν εις βάθος. Για το λόγο αυτό το έθιμο αυτό θα πρέπει να βρει τη σωστή του ορθόδοξη τοποθέτηση, πού δεν είναι άλλη από τη διατήρηση της αμοιβαίας αγνότητας και καθαρότητας των μελλονύμφων. Τέλος πάντων, κάποια πράγματα, έστω κι αν αυτά τηρούνται χρόνια στις τοπικές μας κοινωνίες, όσο σεβαστές κι αν είναι αυτές, θα πρέπει να κρίνονται με γνώμονα όχι μόνο το ρητό που λέει έτσι τα βρήκαμε και τ' ακολουθούμε, αλλά το πως αυτά τα βλέπει η Ορθόδοξος Εκκλησία μας μέσα στην προοπτική της σωτηρίας μας.

35. Το πάτημα του ποδιού, του γαμπρού ή της νύφης κατά το μυστήριο του γάμου. Τί σημαίνει αύτη η πράξη;

Κατά το χρόνο που διαβάζεται το Αποστολικό Ανάγνωσμα του γάμου 1 και συγκεκριμένα κατά την τελευταία φράση: «η δε γυνή ίνα φοβήται τον άνδρα» συνηθίζουν κάποιες νύφες να πατάνε το πόδι του γαμπρού. Με τον τρόπο αυτό θέλουν επιπόλαια να δείξουν μέσα σε πλήθος προσκεκλημένων ανθρώπων, ότι είναι χειραφετημένες γυναίκες και δεν φοβούνται τους άνδρες, αλλά τους υποτάσσουν με το πάτημα που κάνουν κάτω από τη δική τους εξουσία. Η πράξη αυτή αποτελεί μια διαστρέβλωση της παραπάνω φράσεως. Το ρήμα «φοβούμαι» δε σημαίνει στο αποστολικό ανάγνωσμα φόβο, αλλά σεβασμό. Ο Απόστολος Παύλος γράφοντας στους Εφεσίους, εννοεί τη βαθιά υπόληψη και τιμή που οφείλει να τρέφει η γυναίκα απέναντι στον άνδρα. Πολλοί μάλιστα, δυστυχώς, και πολλές μητέρες νυφών και φίλες περιμένουν εναγωνίως, πότε θα γίνει το πάτημα για να γελάσουν. Συμβαίνει κάποιες φορές το πάτημα να το κάνει ο γαμπρός προς τη νύφη θέλοντας να δείξει στους οικείους του ότι είναι άνδρας και ότι αυτός θα κατεξουσιάζει τη γυναίκα του ως τύραννος. Νομίζω ότι η πράξη αυτή καθεαυτή διακωμωδεί το μυστήριο του γάμου. Αντί οι νεόνυμφοι να προσεύχονται κατά την ιεροτελεστία του μυστηρίου, είναι εντελώς απαράδεκτο να προκαλούν οι ίδιοι και τους προσκεκλημένους του μυστηρίου σε περισπασμό και θόρυβο. Οι καλοί μελλόνυμφοι, πριν από την τέλεση του μυστηρίου και αφού πρώτα έχει προηγηθεί το μυστήριο της εξομολογήσεως, τακτοποιούνται μεταξύ τους με ποιο τρόπο θα συμμετέχουν στο μυστήριο της ζωής τους, που είναι το μυστήριο του γάμου τους. Και σίγουρα θα πρέπει να ενδιαφέρονται πως θα είναι όσο το δυνατόν απαλλαγμένοι και αποδεσμευμένοι από ό,τι θα τους περισπά και δε θα τους επιτρέψει την μετά πολλής ευλάβειας συμμετοχή τους στα δρώμενα και ιερολογούμενα του γάμου τους. Βρίσκει ο πονηρός πάντα αφορμές να εφορμά στο μυστήριο και να δημιουργεί θορύβους και περισπασμούς. Το μυστήριο του γάμου, αγαπητοί μου, πρέπει να ξαναβρεί τη σωστή του θέση. Και τα όσα σας γράφω με αγάπη εκεί οδηγούν, δηλ. στη σωστή και ορθόδοξη βίωση των τελουμένων για τη στερέωση του νέου σας σπιτικού, όπως ακριβώς θέλει ο Θεός και η Αγία Του Εκκλησία. Κάποιοι νεόνυμφοι κατά την ώρα εκείνη, αντί να πατήσουν το πόδι του άλλου, γυρνάνε και φιλούν ο ένας τον άλλο. Ταπεινά φρονώ ότι ούτε κι αυτό πρέπει να γίνεται μέσα στο ναό. Και μόνο μια κίνηση των νεόνυμφων μπορεί να προκαλέσει τους προσκεκλημένους σε σχόλια και θορύβους. Αυτό που πρέπει να τηρήσετε από την πρώτη στιγμή που θα εισέλθετε στο ναό μέχρι να φύγετε είναι η προσήλωση στα λόγια του ιερουργούντος κληρικού το μυστήριο σας και η προσωπική σας προσευχή, ο Κύριος και Θεός μας να ευλογήσει και το δικό σας γάμο.

1 Έφεσίους 5, 33

36. Το έθιμο να «στήνει» η νύφη το γαμπρό στην Εκκλησία

Είναι κι αυτό μια συνήθεια εκ μέρους ορισμένων νυφών να στήνουν το γαμπρό στην Εκκλησία. Η αναμονή αυτή πιστεύουν ότι κάνει το γαμπρό να λιώνει σε αγωνία περιμένοντας. Με τον τρόπο αυτό αναγνωρίζει ότι η γυναίκα είναι το παν στη ζωή του. Αποτελεί για πολλούς ένα αθώο έθιμο. Όμως πίσω από την αθωότητα και το αστείο κρύβεται μια πονηρή πράξη. Επιθυμεί η γυναίκα να αποδείξει ότι έχει μεγαλύτερη αξία από τον άνδρα, γεγονός πού είναι αντίθετο ως θεωρία από την ορθόδοξη διδασκαλία περί ισότητας των προσώπων. Εκτός τούτου η καθυστέρηση αυτή έχει επιπτώσεις: α) στο πρόγραμμα του ιερού ναού που επιλέγουμε να τελεσθεί το μυστήριο και ό,τι συνεπάγεται αυτό σε μυστήρια που έπονται του δικού μας μυστηρίου και β) η αναμονή πολλών συγγενικών μας προσώπων. Είναι πολύ εγωιστικό να μην τηρείται το πρόγραμμα που εμείς ορίσαμε. Κάποιοι πιθανόν και από τους παρευρισκομένους του γάμου να πρέπει να παρευρεθούν και σε άλλο μυστήριο. Καλό είναι να έχουμε όλα τα προαναφερθέντα στη σκέψη μας.

37. H ζώνη των αμφίων των ιερέων

«Σε πολλά μέρη, συχνά, για να προστατεύσουν τη νύφη από κακές επιδράσεις του Πονηρού και των οργάνων του, ζητούν από τον Ιερέα την ζώνη των αμφίων του, που κατά την ώρα του γάμου η νύφη τη φοράει εσωτερικώς.
Η συνήθεια αυτή, ενώ φαίνεται καλή, είναι μαγική, αντιχριστιανική και σατανική. Ιδού γιατί:
Είναι μαγική, γιατί εκπηγάζει από την εξής μαγική αντίληψη• όπως περιζώνεται η νύφη με τη ζώνη, έτσι να περιζωθεί με δύναμη και να προστατευθεί από κάθε κακό.
Είναι αντιχριστιανική, γιατί η ζώνη είναι ιερό άμφιο, που χρησιμοποιείται μόνον από τον ιερέα, όταν τελεί την θεία Λειτουργία και δεν επιτρέπεται η χρήση της από άλλα πρόσωπα και για άλλους σκοπούς, καθ' όσον τούτο αποτελεί βεβήλωση και ιεροσυλία.
Είναι σατανική, γιατί προσκολλάται ο άνθρωπος σε μαγικά μέσα και απομακρύνεται από τη χάρη και την παντοδυναμία του Θεού. Κάνει τη νύφη να προσέχει τη ζώνη που φοράει και δεν την αφήνει να προσέξει στις ευχές της Εκκλησίας. Έτσι η νύφη μένει αδύνατη και υποχείριο του Σατανά.
Αυτό παθαίνει κάθε άνθρωπος, όταν προσπαθεί να αποφύγει την επίδραση του σατανά με μέσα μαγικά. Δένεται περισσότερο στις παγίδες του και η κατάστασή του χειροτερεύει πιο πολύ. Γιατί ο Σατανάς ποτέ δεν θέλει το καλό των ανθρώπων.
Θέλουν λοιπόν οι νεόνυμφοι να ευτυχήσουν στη ζωή τους και να θωρακίζονται με πανίσχυρη δύναμη; Ας καταφεύγουν στην εξομολόγηση και τη θεία Κοινωνία και ας ζουν κατά το θέλημα του Θεού» 1.

1 Γερμανού Μητροπολίτου Ηλείας σ. 45-46

38. Ο Μάης και οι γάμοι

«Το Μάη δεν γίνονται γάμοι. είναι η σύσταση που δίνουν πολλές γυναίκες στους μελλονύμφους και στους γονείς τους.
Επειδή δε τούτο δημιουργεί πολλά προβλήματα στις οικογένειες και στην κοινωνία, ασφαλώς θα θέλατε να μάθετε και σεις σήμερα για ποιον λόγο λέγεται και γιατί δεν πρέπει να τηρείται η σύσταση αυτή.
Ο γάμος, που δίνει χαρά στους νεόνυμφους, στους γονείς και σ' όλους τους συγγενείς και τους γνωστούς, είναι ένα γεγονός που προκαλεί και μεγάλους φόβους και αγωνίες. Φοβούνται δηλαδή την κακή επίδραση των πονηρών πνευμάτων, που φθονούν την χαρά και την ευτυχία των ανθρώπων.
Όργανα των δαιμόνων θεωρούνται οι μάγοι και οι μάγισσες, μέσα δε δια των οποίων προσπαθούν να βλάψουν τους νεόνυμφους, μάγια.
Έτσι, επειδή ο Μάης είναι σχεδόν ομόηχος με τη λέξη μάγια, ο λαός πιστεύει ότι τον μήνα Μάιο πιάνουν τα μάγια. Γι' αυτό και αποφεύγει τους γάμους.
Τούτο όμως δεν είναι καθόλου σωστό. Διότι καμιά σχέση δεν έχει ο Μάης με τα μάγια. Ο Μάης είναι και αυτός ένας μήνας, όπως όλοι οι άλλοι.
Έπειτα, η κακή επίδραση του Σατανά και των οργάνων του δεν αποδιώκεται με μέσα μαγικά, αλλά με την χάρη και την βοήθεια του Θεού, με την τήρηση των εντολών Του και την χριστιανική ζωή. Με την "νηστείαν και την προσευχήν" (Ματθ. ιγ, 21) κατά την σύστασιν του Σωτήρος μας Ιησού Χριστού» 1.
Επίσης αυτό το έθιμο προέρχεται από επίδραση ρωμαϊκή, γιατί για τους Ρωμαίους ο μήνας αυτός, ήταν αφιερωμένος στους χθόνιους θεούς και είχε κριθεί ακατάλληλος για την τέλεση γάμου2.

1 Γερμανού Μητροπολίτου Ηλείας, σ. 36-37.
2 Άλφα-Ωμέγα Εγκυκλοπαίδεια Πάτση, Αθήνα 1969, τ. 4, σ. 225.

39. Ο ραντισμός των νεόνυμφων με ρύζι, κουφέτα και άλλα αντικείμενα

Την απάντηση μας τη δίδει ο αείμνηστος καθηγητής και δάσκαλος της Λειτουργικής κ. Ιω. Φουντούλης1.
«Το να ραίνουν οι παριστάμενοι κατά την ακολουθίαν του γάμου τους νεόνυμφους με άνθη, ρύζι, κουφέτα, ακόμη και με νομίσματα, είναι αρκετά παλαιό έθιμο και ίσως και προχριστιανικό. Υπάρχουν μαρτυρίες, ότι και κατά την βυζαντινή εποχή έραιναν το ζεύγος κατά τον ιερό χορό της ακολουθίας του γάμου με "σήσαμον και κριθάς οιωνιζόμενοι, επεί πολύγονα είσι". Ακριβώς δε η έννοια του εθίμου αυτού δηλώνεται στην ανωτέρω φράση. Είναι δηλαδή ένα είδος ευχής για το "ρίζωμα" των νεόνυμφων, για πολυγονία και ευγονία και αύξηση των υλικών αγαθών, ακόμη και μια εκδήλωσις χαράς.
Δεν νομίζω πως είναι δυνατόν να επιτύχει κανείς την εκρίζωση του εθίμου αυτού απαγορεύοντας το. Μπορεί όμως και πρέπει να γίνεται με περισσότερη ευπρέπεια, χωρίς να ρίχνονται, και μάλιστα κατά ανάρμοστο τρόπο, κουφέτα και νομίσματα. Και αυτό ήδη γίνεται, όταν οι παριστάμενοι στον γάμο έχουν συναίσθηση της ιερότητος του μυστηρίου και του χώρου του ναού, στον οποίον τελείται. Προς αυτήν την κατεύθυνση πρέπει να στρέφεται η προσπάθεια των ιερέων μας.
Για την ιστορία του πράγματος σημειώνω, ότι ο Μητροπολίτης πρ. Καισαρείας Αμβρόσιος (Σταυρινός) σε μια σχετική μελέτη του («Η Ιερολογία του γάμου», εν Κων/πόλει 1923, σ. 159), προτείνει την κατάργηση του ιερού χορού, επειδή ακριβώς "η κατά τούτον εθισθείσα επίρρανσις των χορευόντων ή εισοδευόντων νεονύμφων δι' ανθέων κ.λπ. ιδία δε κερματίων νομισμάτων γίνεται πρόξενος ταραχής ως τα πολλά βδελυγμίαν προκαλούσης". Αυτό το αναφέρω για να φανεί σε τι υπερβολές μπορεί να οδηγήσει ένας υπερβολικός ζήλος για μια ιδεώδη τάξιν στις ακολουθίες μας και πως μαζί με ορισμένες υπερβολές και μερικά κακώς κείμενα μπορούν να συμπαρασυρθούν και τα καλώς κείμενα και να προκληθούν ανεπανόρθωτες φθορές στις ιερές μας ακολουθίες, όπως θα συνέβαινε αν εγίνετο αποδεκτή η τολμηρά πρότασις του πρ. Καισαρείας. Η κατάσταση όμως αυτή οδήγησε πολλούς επισκόπους της Ελλαδικής Εκκλησίας να προβούν σε απαγόρευση όλων αυτών των εθίμων» 2.

1 Ιω. Φουντούλη, «Απαντήσεις εις λειτουργικάς απορίας», Αθήνα, τ. Α', ερώτ. 73, σ•. 145-146.
2 Βλέπε: α) Εγκύκλιο του Σεβ. Μητρ. Κίτρους και Κατερίνης κ. Αγαθονίκου στην εφημερίδα Ημερησία- Τοπική της Πιερίας 29-8-2006, σ. 6, όπου «...Απαγορεύεται αυστηρώς η ρίψη ρυζιού, κουφέτων και λουλουδιών κατά την ώρα του χορού του Ησαΐα...», β) Ενημερωτικό φυλλάδιο του Σεβ. Μητρ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικολάου επιγραφόμενο Το μυστήριο του γάμου - Πρακτικές οδηγίες όπου «...Κατά τον χορό του Ησαΐα θ πρέπει με κάθε τρόπο να αποφεύγεται η ρίψη ρυζιού, ροδοπετάλων, κουφέτων κ.λπ. διότι η συνήθεια αυτή, χωρίς να προσφέρει τίποτα στη ζωή των νεόνυμφων, καταστρέφει την ιερότητα του μυστηρίου και δημιουργεί ανυπέρβλητα πρακτικά προβλήματα...», γ) Η ρίψη ρυζιού εντός του ναού απαγορεύεται σε όλες τις ορθόδοξες εκκλησίες της Αρχιεπισκοπής Αμερικής.

40. Κατά την ώρα του Κοινού Ποτηριού πίνει και ο παράνυμφος; Εάν ναι, τί απηχεί αυτή η παράδοση;

Κατά την ώρα που τελείται το μυστήριο του γάμου και κατά το χρόνο πριν από το χορό του Ησαΐα, που κάνουν οι νεόνυμφοι γύρω από το τραπέζι, στον οποίο χορό συμμετέχουν πρωτίστως ο ιερέας, ο οποίος κατά κάποιο τρόπο σέρνει συμβολικά το χορό βαστώντας στα χέρια του από τη μία στο δεξί το Ευαγγέλιο και από την άλλη με το αριστερό το χέρι του γαμπρού, δηλώνοντας με τον τρόπο αυτό ότι την ζωή τους οι νεόνυμφοι πρέπει να την διασκεδάζουν με το Ευαγγέλιο και την ζωοποιό διδασκαλία του και πάντοτε με σύμβολο και καθοδηγητή τον πνευματικό πατέρα, που εκείνη την στιγμή συμβολίζει την ίδια παρουσία του Θεού στο συγκεκριμένο μυστήριο του γάμου των νεόνυμφων, προσφέρει ο ιερέας στον γαμπρό και στη νύφη το κοινό ποτήριο ζωής, που είναι ποτήριο οίνου. Μια πολύ συμβολική κίνηση, που σημαίνει ότι γαμπρός και νύφη αποφασίζουν στη ζωή τους να γεύονται από κοινού τις χαρές και τις λύπες. Το κοινό ποτήριο συμβολίζει τον νέο τρόπο ζωής, που δεν έχει να κάνει με ατομισμούς και εγωισμούς, αλλά με κοινή πορεία ζωής, που καταργεί το εγώ και ατομικό. Σε μερικά μέρη, αν και αυτό δεν το συναντάμε στη χειρόγραφη παράδοση, παλαιότερη και νεώτερη, επικρατεί τοπικό έθιμο κατά την ώρα του κοινού ποτηριού να δίδει ο ιερέας εκτός του γαμπρού και της νύφης και στον παράνυμφο. Η πράξη αυτή, ως έχουμε και σε άλλο σημείο του παρόντος βιβλίου μας τονίσει, απηχεί την παλαιά παράδοση, όταν ο γάμος ήταν συνδεδεμένος με τη θεία Λειτουργία και εκτός της θείας μεταλήψεως των νεονύμφων συμμετείχαν σ' αυτήν και οι παριστάμενοι, παράνυμφος, γονείς, συγγενείς και φίλοι. Εν προκειμένω η μετάδοση και στον παράνυμφο από το κοινό ποτήριο ζωής, σημαίνει τη μετοχή του παρανύμφου στη χαρά των νεονύμφων, κατά την οποία μετέχει ενεργά και ο ίδιος πρωτίστως ως πνευματικός σύμβουλος και εν Χριστώ αδελφός. Το να πίνει και ο παράνυμφος από το κοινό αυτό ποτήριο, σημαίνει ακόμη ότι η θεσμική παρουσία του κατά το μυστήριο του γάμου κατοχυρώνεται από την Εκκλησία για πολλούς πνευματικούς λόγους, που αν δεν υπήρχαν, τέτοιον θεσμόν, όσο κι αν η λαϊκή παράδοση το απαιτούσε, η Ορθόδοξη Εκκλησία θα τον εκτόπιζε. Η παρουσία αυτή καθεαυτή του παρανύμφου, σημαίνει πολλά και οι προσδοκίες της ποιμαίνουσας Εκκλησίας στο πρόσωπο του παρανύμφου είναι μεγάλες και θα λέγαμε είναι «μοχλός» για την εις Χριστόν πορεία και θέωση των νεονύμφων. Άρα η από του κοινού ποτηρίου συμμετοχή του παρανύμφου κατά το μυστήριο του γάμου, δεν είναι λανθασμένη και ούτε απορριπτέα και πρέπει εκεί που τοπικά τηρείται να συνεχίζει να γίνεται. Είναι και η πράξη αυτή της Εκκλησίας μια καλή ευκαιρία, για να προβληματίζει τους μελλόνυμφους και να σκέπτονται με μεγάλη περισυλλογή και σωστή απόφαση επιλογής για το πρόσωπο του παρανύμφου τους.

41. Τί σημαίνει ο χορός του Ησαΐα; Και γιατί χορεύει ο ιερέας τους νεονύμφους τρεις φορές γύρω από το τραπέζι στο κέντρο του Ναού;

Ως γνωστόν το τραπέζι που βρίσκεται στο κέντρο του ναού συμβολίζει την Αγία Τράπεζα. Για τον λόγο αυτό στο τραπέζι επάνω βρίσκεται και το ευαγγέλιο και πάνω σ' αυτό τοποθετεί ο ιερέας τα δακτυλίδια των νεονύμφων, καθώς και τα στέφανα. Ο κύκλος γύρω από το τραπέζι συμβολίζει την αιωνιότητα1 και την πρόσκληση των μελλονύμφων να εισέλθουν δια του μυστηρίου του γάμου τους στην ουράνια βασιλεία του Θεού, δηλ. στον Παράδεισο.
Κατά την τέλεση της ιερολογίας του γάμου, μετά την ευλογία και την προσφορά του κοινού ποτηρίου γίνεται ο χορός του Ησαΐα. Παρόμοιος χορός απαντάται στη λειτουργική μας Παράδοση και κατά τις χειροτονίες και των τριών βαθμών της ιεροσύνης, δηλ. του διακόνου, πρεσβυτέρου και επισκόπου. Κατά την ακολουθία του γάμου και κατά τον χορό του Ησαΐα, προηγείται ο ιερέας βαστώντας στα χέρια του το Ευαγγέλιο και δηλώνοντας διά του συμβόλου αυτού την πορεία που καλούνται να διανύσουν οι νεόνυμφοι, που είναι πορεία με γνώμονα και φαροδείκτη τον Χριστό μας.
Ο κυκλικός χορός αποτελεί έκφραση χαράς και ευφροσύνης των νεονύμφων και όλης της χριστιανικής κοινότητας. Για τον λόγο αυτό σ' αυτή τη χαρά απαραιτήτως, συμμετέχει ενεργά και μάλιστα σε πρώτη θέση ο ιερέας, για να δείξει τον τρόπο της πραγματικής πανηγυρικής ατμόσφαιρας του μυστηρίου του γάμου μέσα στην Εκκλησία. Κατά τον π. Κων/νο Καλλίνικο ο χορός αποτελεί «ζωηράν έκφρασιν πνευματικής αγαλλιάσεως επί τη άνωθεν εκχυθείση θ. δωρεά» 2 .
Ένας άλλος συμβολισμός των τριών κύκλων στο γάμο γύρω από το τραπέζι είναι η πορεία προς την αιωνιότητα και προς την ατελεύτητη χαρά της βασιλείας του Θεού.
Ο Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης αναφέρει σχετικά: «Και ευθύς λαμβάνων (ο ιερεύς) αυτούς (τους νεονύμφους) εκ των χειρών, ως προς το θυσιαστήριον άγει και χορείαν ποιούμενος, άδει μετά των ψαλλόντων εν Χριστώ ευφραινόμενος το «Άγιοι Μάρτυρες», ως επί χειροτονία και το «Δόξα σοι» φησί «Χριστέ ο Θεός, αποστόλων καύχημα». Κοινωνοί γαρ Χριστού και των αγίων αυτού οι ευσεβώς και σωφρόνως ζήσαντες και ότι ου σαρκί μόνον, αλλά ψυχή μάλλον χρη συνάπτεσθαι δια τε της ορθής ημών πίστεως και των της ευσεβείιας θεοφιλών έργων, ίνα και αληθής η συζυγία και γάμος αμίαντος και κοινωνοί ώσι Χριστού και των αγίων αυτού» (Διάλογος, κεφ. 282) 3.
Για το χορό του Ησαΐα στο γάμο αναφέρει πολύ χαρακτηριστικά ο π. Κων/νος Καλλίνικος: «Η στιγμή αυτή είναι επισημότατη. Διότι ου μόνον διαλαλεί με τον παραστατικώτερον τρόπον την πνευματικήν και ουράνιον επιθυμίαν επί τη τελούμενη μυστική συμμίξει των ψυχών και τον σκοπόν του χριστιανικού γάμου, ερχομένου εκάστοτε όπως δια της μορφώσεως νέων αδελφών του Χριστού, συνεχίση επί γης το απολυτρωτικόν μυστήριον του Εμμανουήλ, ου μόνον διδάσκει ότι υπάρχει και εν αυτώ έτι τω γάμω, χριστιανικώς λαμβανομένω, παρθενία και εγκράτεια, καίτοι υπό άλλην έννοιαν, η δε χριστιανική παστός έχει διαγεγραμμένον σκοπόν, αλλά και επιθέτει την νομικήν σφραγίδα επί του συνοικεσίου αμετάθετον και απαράγραπτον. Αληθώς• εάν πάντα τα προηγηθέντα λάβωσι χώραν, χωρίς ακόμη να κυκλωθή τό δισκέλιον (=τραπέζι) τρίς, το νομικώς έγκυρον του γάμου δύναται να προσβληθή. Αλλ' αφ' ης εψάλη το «Ησαΐα», η ένωσις κατησφαλίσθη απόρθητος» 4 .

1 Κανάκης, σ. 10.
2 π. Κ. Καλλινίκου, Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 1969, Κεφ. 700, σ. 515-516.
3 Γιά περισσότερα βλέπε Ίω.Φουντούλη, τ. Ε', έρώτ. 577, σ• 302-305 καί έρώτ. 581, σ. 319-321.
4 Κ. Καλλινίκου, Ο Χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 1969, Κεφ. 700, σ. 515.

42. Τί γίνεται στην περίπτωση που η μητέρα πεθάνει πριν το σαραντισμό;

Εξυπακούεται ότι στην περίπτωση αυτή θα διαβαστούν οι ευχές που αναφέρονται μόνο στο νήπιο και όχι στη μητέρα και φυσικά το βρέφος θα προσκομισθεί στο ναό απαραιτήτως από τον πατέρα, εάν φυσικά ζει, ή από τους άμεσους συγγενείς του, γιαγιά, παππού, θείους, θείες κ.τ.λ. Άλλωστε η ακολουθία του σαραντισμού δεν είναι για τη μητέρα, είναι για το νήπιο. Τέλος, οι ευχές του σαραντισμού δεν διαβάζονται σε κεκοιμημένους, όπως επίσης δεν διαβάζονται και άλλα ιερά μυστήρια: όπως Θ. Μετάληψις, Ευχέλαιον, Βάπτισμα κ.λπ.

43. Γίνεται Σαραντισμός βρέφους πέρα των 40 ημερών;

Στη ζωή μας αντιμετωπίζουμε πολλές καταστάσεις και προβλήματα. Ιδιαιτέρως όμως στο χώρο της Εκκλησίας οι άνθρωποι ξεδιπλώνονται και ανοίγονται για να αποθέσουν τα προβλήματα τους και να πάρουν λύσεις που δίνει μόνον η πίστη στον Θεό και την Εκκλησία.
Στο θέμα του Σαραντισμού ή -όπως σωστά τονίζουμε- του Εκκλησιασμού του νηπίου, διερωτάται κανείς τι γίνεται, όταν το βρέφος για λόγους υγείας και ενώ συμπληρώσει την 40ή ήμερα από τη γέννηση του, αδυνατεί να οδηγηθεί στην Εκκλησία. Η τάξη της Εκκλησίας ορίζει την 40ή ήμερα από τη γέννηση του παιδιού να οδηγείται το βρέφος από τη μητέρα του στο ναό για να σαραντίσει ή να εκκλησιασθεί. Όμως, όταν περιστάσεις το απαιτούν όπως ασθένειες, κακοκαιρίες, θεομηνίες κ.τ.λ. φυσικά εξυπακούεται ότι θα μετατεθεί ο σαραντισμός για άλλη μέρα με ευνοϊκότερες συνθήκες. Ο λόγος του Ευαγγελίου τονίζει ότι "το Σάββατον εγένετο δια τον άνθρωπον και ουχί ο άνθρωπος διά το Σάββατον"1. Ο αριθμός των σαράντα ημερών μπορεί να είναι ιερός καθαγιασμένος από την πράξη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και από την Παράδοση της Εκκλησίας μας, όμως ο κανόνας επιδέχεται και οικονομία. Να σημειωθεί ότι η ακολουθία του Σαραντισμού είναι μια ακολουθία που τελείται μόνον στο ναό. Είναι μεν μια τυπική τελετή, αλλά συγχρόνως συνιστά και μια ουσιαστική λειτουργική πράξη που τελείται αποκλειστικά και μόνον στο ναό.
Υπάρχει δε και η άλλη περίπτωση -να αρρωστήσει η μητέρα του παιδιού. Τότε πολλοί ρωτούν: "Μπορεί να σαραντίσει το νήπιο, χωρίς τη μητέρα;" Η απάντηση είναι καταφατική. Όμως πρέπει να πούμε ότι η όλη ακολουθία αφορά και τα δύο πρόσωπα, μητέρα και παιδί. Και καλό είναι αφού αποκατασταθεί η υγεία και της μητέρας, να γίνει κατ' ανάγκην ο σαραντισμός μετά τις 40 ήμερες.
Αν πάλι η αποκατάσταση της υγείας του νηπίου ή της μητέρας χρονίζει, τότε τίποτα δεν εμποδίζει την τέλεση της ακολουθίας του Σαραντισμού ξεχωριστά για το νήπιο και ξεχωριστά για την μητέρα.
Το καλύτερο είναι προς αποφυγή συγχύσεων να παρατείνεται για λίγο ο καιρός του Σαραντισμού, προκειμένου και οι δύο όπως ορίζει η παράδοση της Εκκλησίας, να συμμετάσχουν στην ακολουθία του Εκκλησιασμού.

1 Μρκ. 2, 27.

44. Υπάρχει Μισοσαραντισμός;

Στο θέμα του χρόνου της παραμονής μιας γυναίκας ως λεχώνας, τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Η παράδοση της Εκκλησίας μας υπαγορεύει στην κάθε μητέρα που γεννάει τέκνο κατά την τεσσαρακοστή ημέρα από τη γέννηση του παιδιού της, να προσέρχεται στο ναό, για να σαραντίσει, ή για να εκκλησιάσει το παιδί της. Αυτή η συνήθεια του σαραντισμού είναι πολύ παλαιά -ήδη από τα χρόνια της Παλαιάς Διαθήκης. Η ίδια η Παναγία μας, όταν έτεκε τον Κύριο μας Ιησού Χριστό κατά την τεσσαρακοστή ημέρα από της Γεννήσεως Του, Τον έφερε στο Νομικό Ναό και Τον παρέδωσε στα χέρια του Δικαίου Συμεών. Αυτή την ιερά παράδοση, την οποία εμείς όλοι οι χριστιανοί παραλάβαμε ως παρακαταθήκη από την ίδια τη Θεοτόκο Μαρία και την Αποστολική Παράδοση, διατηρεί η Αγία μας Εκκλησία μέχρι σήμερα.
Ο χρόνος της παραμονής της λεχώνας μέσα στο σπίτι είναι 40 ήμερες. Την τεσσαρακοστή εξέρχεται με τον σύζυγο της και τους οικείους της και έρχεται στο ναό για να εκκλησιάσει το παιδί της, να ευλογηθεί η ίδια και με τις ευχές των ιερέων ν' αρχίσει και πάλι να προσέρχεται στο Ναό για να εκκλησιάζεται, να λειτουργείται και να μεταλαμβάνει των αχράντων Μυστηρίων. Ο Σαραντισμός, όπως αναφέρει η ίδια η ακολουθία, επιτελείται: "διά του καθαρισμού από πάσης αμαρτίας και από παντός ρύπου της δούλης του Θεού" που έτεκε και η οποία προσέρχεται στην αγία Εκκλησία του Χριστού για ν' αξιωθεί ακατακρίτως να μετάσχει στα Άγια Μυστήρια.
Οι ημέρες του Σαραντισμού είναι καθορισμένες. Πολλές γυναίκες ζητούν μισοσαραντισμό. Αυτή η ορολογία προήλθε από τους ίδιους τους λαϊκούς, οι όποιοι και αυθαιρέτως ζητούν την αλλαγή της ανά τους αιώνας παραδόσεως της Εκκλησίας μας που θέλει τον σαραντισμό.
Σ' αυτό το σημείο καλό είναι να εξηγηθεί τι ορίζει η Εκκλησία μας. Μισοσαραντισμός δεν υπάρχει! Υπάρχει μόνον Σαραντισμός ως ακολουθία πού διαβάζεται μόνο την 40ή ήμερα από τη γέννηση του παιδιού και μόνον στο Ναό παρουσία της μητρός και του παιδιού. Μισοσαραντισμός δεν είναι η κατά το ήμισυ ανάγνωση της ακολουθίας του Σαραντισμου. Οι πιστοί οι όποιοι καλούν για μισοσαραντισμό τον ιερέα στο σπίτι τους, πρέπει να ξέρουν ότι ο ιερέας δεν επιτρέπεται να διαβάσει την ακολουθία του Σαραντισμού κατ' οίκον, γιατί αυτή καθ' εαυτή η ακολουθία επιγράφεται ως ακολουθία "εις τω εκκλησιάσαι το παιδίον" και ο εκκλησιασμός γίνεται μόνον στο ναό.
Προφανώς κάποιοι νομίζουν ότι ο ιερέας επισκεπτόμενος το σπίτι λεχώνας και διαβάζοντας τις ευχές "της πρώτης ημέρας και της ογδόης", έκαμαν μισοσαραντισμό. Όμως αυτό πρέπει να διευκρινίζεται από τους ιερείς οι όποιοι κατά την ποιμαντική τους επίσκεψη προς ευλογία θα πρέπει να ενημερώνουν σωστά ως προς τι ιερολογούν. Έτσι σιγά-σιγά θα γνωρίσουν και οι πιστοί τη λειτουργική τάξη. Πάντως μισοσαραντισμός δεν υπάρχει, ούτε ως ακολουθία, ούτε ως τάξη!
Πολλές μητέρες λεχώνες, επειδή εργάζονται και θέλουν να εξέλθουν πιο γρήγορα από το σπίτι τους, ζητούν το σαραντισμό νωρίτερα απ' τις 40 ήμερες. Αυτό όμως δεν είναι σωστό. Η παράδοση θέλει τη λεχώνα 40 ημέρες στο σπίτι, όπως επίσης θέλει και το παιδί να προσέρχεται με την μητέρα του την 40ή ημέρα στο ναό. Εάν ο σαραντισμός επρόκειτο για ακολουθία που μπορούσε να τελεσθεί πιο μπροστά ή πιο μετά, δεν θα έπαιρνε αυτή την ονομασία του από τις τεσσαράκοντα ημέρες.
Σε νεότερο Ευχολόγιο των εκδόσεων Σαλιβέρου εισήχθη μια πρωτοφανής ακολουθία με τον τίτλο: "Ευχή εις γυναίκα Λεχώ είκοσι η δέκα πέντε ήμερων". Η ευχή αυτή "Κύριε ο Θεός ημών (ή Δέσποτα Κύριε, ο Θεός των Πατέρων ημών) ο αληθινός άρτος της ζωής..." δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο Ευχολόγιο του Γκόαρ, β' έκδοση, Βενετία 1730, σ. 264 και από εκεί την πήρε και ο Ν. Παπαδόπουλος και την εξέδωσε στο Μέγα Ευχολόγιον του Σαλιβέρου, Αθήναι 1927, σ. 513. Αυτή η ακολουθία όσο και αν φέρει τίτλο που μπορεί τυχόν να παραπλανήσει, δεν είναι ακολουθία μισοσαραντισμού, αλλά μια απλή ευχή σε γυναίκα που έφερε παιδί στον κόσμο. Ο ίδιος μάλιστα εκδότης σημειώνει ακριβώς κάτω από τον τίτλο, ότι αυτή η ευχή με τον προαναφερθέντα τίτλο, "προσετέθη εν τη νυν εκδόσει". Αυτό σημαίνει ότι αφ' ενός μεν είναι νεότερη και αφ' ετέρου δε ότι δεν απαντάται στη χειρόγραφη παράδοση μας που είναι αψευδής και βεβαία. Εκτός τούτου η ύπαρξη αυτής της νεότερης ευχής των είκοσι ή δέκα πέντε ημερών μπορεί να εξηγηθεί μόνον, όταν μελετηθεί σωστά και κατανοηθεί η ανάγκη ύπαρξής της. Έτσι καταλήγουμε στο συμπέρασμα να πούμε ότι την εποχή εκείνη που δημιουργήθηκε η ευχή αυτή, επεβάλλετο εκ των αναγκών η γυναίκα που επρόκειτο να ζυμώσει το ψωμί της οικογενείας της, να είναι καθαρή από παντός μολυσμού. Η γυναίκα θεωρούνταν ακάθαρτη κατά τον τοκετό και για να ζυμώσει, θα έπρεπε να διαβαστεί από τον ιερέα σύμφωνα πάντοτε με τις αντιλήψεις της εποχής που γράφθηκε αυτή η άγνωστη κατά την χειρόγραφη παράδοση ευχή. Μόνο μέσα σ' αυτό το πλαίσιο μπορεί να ερμηνευθεί η ύπαρξη αυτής τής νεοτέρας ευχής. Για την θεμελίωση της άποψής μας αυτής υπογραμμίζουμε μέσα από την ίδια ευχή τη φράση "και την ζύμην των χειρών αυτής, και πάντα τα έργα των χειρών αυτής, ίνα ανεμποδίστως τρέφη πάντας τους εν τω οίκω αυτής..." 1. Άλλωστε ότι δεν επρόκειτο για μισοσαραντισμό φαίνεται και από την ίδια υποσημείωση αυτής της εκδόσεως στην οποία ο συντάκτης της ευχής αναφέρει ρητώς τα εξής: "Η είσοδος εις το ναό της αρτιτόκου επιτρέπεται μόνον όταν πληρωθώσιν αι ημέραι της καθάρσεως αυτής, ήτοι μετά την τεσσαρακοστήν ημέρα"2.

1 ΣΑΛΙΒΕΡΟΣ, σ. 513.
2 ΣΑΛΙΒΕΡΟΣ, σ. 513.

45. Η σημασία της μνημονεύσεως των ονομάτων κατά την Προσκομιδή

Η αξία της μνημονεύσεως ονομάτων ζώντων και κεκοιμημένων κατά την ακολουθία της προθέσεως, τη γνωστή μας προσκομιδή, είναι πολύ μεγάλη. Σχετικό είναι το κείμενο πού ακολουθεί:
«Η θεία χάρη που αναβλύζει από την αναίμακτη θυσία, προσφέρεται όχι μόνο υπέρ υγείας αλλά και υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των κεκοιμημένων δούλων του Θεού.
Όσο περισσότερη είναι η πίστη και η αγάπη των ιερέων, τόσο μεγαλύτερος ο κατάλογος των ονομάτων που μνημονεύουν στην προσκομιδή.
Ο παπα-Σάββας ο πνευματικός, μια οσιακή αθωνίτικη μορφή (1821-1908), φαινόταν με το μικροσκοπικό του σώμα, ένας άσημος καλόγερος. Όταν όμως λειτουργούσε φαινόταν μεγαλοπρεπής, και το πρόσωπο του έλαμπε σαν πρόσωπο αγγέλου.
Στην προσκομιδή μνημόνευε ονόματα «ων ουκ έστιν αριθμός»! Χρησιμοποιούσε ένα πολύ μεγάλο δισκάριο και για δυο τρεις ώρες έβγαζε μερίδες και μνημόνευε ακατάπαυστα.
- Άγιε πνευματικέ, πολύ κουράζεσαι με τόσα ονόματα, του έλεγαν από αγάπη μερικοί πατέρες.
- Δεν κουράζομαι απαντούσε εκείνος. Αντίθετα αισθάνομαι μεγάλη χαρά. Ωφελούνται πολύ οι μνημονευόμενοι. Η ωφέλεια τους είναι η χαρά μου.
Νέος ακόμα ιερέας ο παπα-Σάββας δέχτηκε κάποια αποκάλυψη με την οποία ο Θεός του φανέρωσε τη μεγάλη ωφέλεια που αποκομίζουν οι ψυχές από την μνημόνευση. Την κατέγραψε λίγο πριν την κοίμηση του σαν απάντηση σ' εκείνους που τον ρωτούσαν για ποιο λόγο μνημόνευε καθημερινά τόσα ονόματα».
«Το 1843, έγραφε, μου έδωσαν αρκετά ονόματα για να κάνω σαρανταλείτουργο. Τη μέρα που θα τελούσα την τελευταία λειτουργία, περιμένοντας το γέροντά μου να πάρω καιρό, αποκοιμήθηκα ακουμπώντας στο αναλόγιο και είδα το εξής αποκαλυπτικό όραμα:
«Ήμουν φορεμένος την ιερατική στολή και στεκόμουν μπροστά στην Αγία Τράπεζα, πάνω στην οποία βρισκόταν ο άγιος δίσκος της λειτουργίας γεμάτος με το Αίμα του Χριστού. Βλέπω τότε άγγελο Κυρίου με μορφή ιερέως να παίρνει το χαρτί με τα ονόματα από την προσκομιδή και να πλησιάζει στην Αγία Τράπεζα. Εκεί, αφού έβαλε το χαρτί κοντά στον άγιο δίσκο, βουτάει τη λαβίδα στο Αίμα του Χριστού και σβήνει ένα όνομα και πάλι βουτάει και σβήνει, μέχρι που τελείωσαν όλα τα ονόματα και καθάρισε το χαρτί. Μετά τη Θεία Λειτουργία ανέφερα το όνειρο στο γέροντά μου κι εκείνος μου είπε: «Εσύ δεν είσαι άξιος για να συγχωρηθούν οι αμαρτίες εκείνων που μνημόνευσες. Με την πίστη έλαβαν την άφεση των αμαρτιών τους». Αυτό το όνειρο είναι η αιτία που μνημονεύω τα ονόματα όλων» 1.

1 ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΣ, σ. 27-29.

46. Τί είναι τα Δίπτυχα υπέρ των κεκοιμημένων;

Δίπτυχα σύμφωνα με την λειτουργική ζωή της εκκλησίας μας είναι η κυρίως μνημόνευση των κεκοιμημένων στις Θ. Λειτουργίες. Γι' αυτό και η ακολουθία της Προσκομιδής έχει χαρακτήρα θυσιαστικό1.
Η μνημόνευση των κεκοιμημένων κατά τις θείες Λειτουργίες είναι πολύ παλαιά πρακτική της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Ήδη κατά τα χρόνια των επισκόπων Κυπριανού Καρχηδόνος και Τερτυλλιανού προσεφέρετο η Θ. Ευχαριστία υπέρ των τεθνεώτων κατά την επέτειο τού θανάτου αυτών2.
Και ήδη από τα χρόνια του επισκόπου Κυπριανού παγιώθηκε στην πράξη της Εκκλησίας της Αφρικής η μνημόνευση σε κάθε λειτουργία των κεκοιμημένων3.
Τα ονόματα των κεκοιμημένων φαίνεται ότι μνημονεύονταν ονομαστικώς εν αντιθέσει προς τα ονόματα των ζώντων, τα όποια μνημονεύονταν κατά ομάδες. Αυτή ήταν η πρακτική της λειτουργίας κατά τα χρόνια του Κυρίλλου Ιεροσολύμων (347 μ.Χ.), ο οποίος αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «μεγίστην όνησιν πιστεύοντες έσεσθαι ταις ψυχαίς, υπέρ ων η δέησις αναφέρεται, της αγίας και φρικωδεστάτης προκειμένης θυσίας» 4.
Τα Δίπτυχα σιγά-σιγά εισήχθησαν στη Θ. Λειτουργία ως πινακίδια που από τη μία είχαν τα ονόματα των ζώντων και από την άλλη τα ονόματα των κεκοιμημένων. Κι αυτό συνιστούσε λειτουργική πράξη, η οποία διατηρήθηκε μέχρι σήμερα στις Θ. Λειτουργίες, ιδιαιτέρως εκφώνως και υπό την μορφήν βιβλίου διπτύχων στις αρχιερατικές λειτουργίες αντίστοιχα. Στα Δίπτυχα προηγούνται τα ονόματα των κληρικών (επισκόπων, πρεσβυτέρων, διακόνων, υποδιακόνων και αναγνωστών) ψαλτών και λαϊκών (των λαϊκών προηγούνται οι βασιλείς, άρχοντες και λαός).
Τα Δίπτυχα εξ αρχής υιοθέτησε ο βυζαντινός τύπος λατρείας, ως και οι Εκκλησίες της Αλεξανδρείας και Αντιοχείας.
Στις Θ. Λειτουργίες του Μ. Βασιλείου και Ιω. Χρυσοστόμου η μνημόνευση των κεκοιμημένων προηγείται των ζώντων. Αλλά και στις Αποστολικές Διαταγές πρωτεύουσα θέση δίδεται στους κεκοιμημένους απ' ότι στους ζώντες5. Στη Διαθήκη όμως μνημονεύονται κυρίως οι ζώντες. Βραχεία δε μόνο δέηση αναπέμπεται υπέρ των κεκοιμημένων: «Μνήσθητι Κύριε των εν πίστει αναπαυσαμένων και δος ημίν κληρονομίαν μετά των αγίων σου» 6. Ο θείος Χρυσόστομος όμως μαρτυρεί ότι «Μνημονεύουμε τους κεκοιμημένους στα άχραντα μυστήρια και γι' αυτούς προσφέρουμε τον αμνό που βρίσκεται επί της Αγίας Τραπέζης κι έχει πάρει επάνω του την αμαρτία του κόσμου7.

1 ΤΡΕΜΠΕΛΑΣ, σ. 163.
2 ΤΡΕΜΠΕΛΑΣ, σ. 163.
3 ΤΡΕΜΠΕΛΑΣ, σ. 163.
4 ΤΡΕΜΠΕΛΑΣ, σ. 163-164 και ΚΥΡΙΛΛΟΣ 1, ΕΠΕ 33, 1117.
5 ΤΡΕΜΠΕΛΑΣ, σ. 194.
6 ΤΡΕΜΠΕΛΑΣ, σ. 194.
7 ΤΡΕΜΠΕΛΑΣ, σ. 194, Πρωτ. Κείμενο: «Μνήμην ποιούμεθα των απελθόντων επί των θείων μυστηρίων και υπέρ αυτών πρόσιμεν δεόμενοι του αμνού του κειμένου του λαβόντος την αμαρτίαν του κόσμου».

47. Τί σημαίνει Σαρανταλείτουργον;

Σαρανταλείτουργο ονομάζεται η επί τεσσαράκοντα συνεχείς ημέρας προσφορά της Θείας Ευχαριστίας υπέρ ζώντων και κεκοιμημένων.
Σαρανταλείτουργο συνήθως τελείται κατά τις σαράντα ήμερες της νηστείας των Χριστουγέννων. Ακόμη κι όταν κάποιος αδελφός απέλθει απ' αυτήν την ζωήν, κυρίως σε μοναστήρια, οι Πατέρες τελούν σαρανταλείτουργο. Κι αυτό γίνεται, γιατί σύμφωνα με την Παράδοση των Αγίων Πατέρων «Μνημονεύονται αυτοί που φεύγουν από εμάς κι οδεύουν προς τον Κύριο, απ' αυτήν την τελευταία ημέρα (ενν. της κοιμήσεώς τους) μέχρι την τεσσαρακοστή, καθημερινά μέσα στη Θεία Λειτουργία» 1.
Η Παράδοση αυτή του Σαρανταλείτουργου στηρίζεται στην ίδια τη διαβεβαίωση που μας έδωσε ο Κύριος κατά τη σύσταση του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, ότι τα προσφερόμενα δώρα είναι «εις άφεσιν αμαρτιών». Κι ακόμη ότι η Θεία Ευχαριστία δεν είναι μόνο θυσία λατρευτική κι ευχαριστήριος καθώς και θυσία ικετευτική και πρεσβευτική, αλλά συγχρόνως και «θυσία ιλασμού(=συγχωρήσεως)» 2.
Τέλος το Σαρανταλείτουργον, πρέπει να τονίσουμε, ότι αυτό καθαυτό δεν μπορεί να εκληφθεί ως κάτι το μηχανικό ή ως ένα όργανο τεχνικό που προσφέρει όνηση στους κεκοιμημένους, αλλά ως μια παράσταση λογική κι έκφραση της πίστεως της Εκκλησίας. Η Εκκλησία προσευχομένη μπορεί να εκφρασθεί με διάφορους τρόπους. Η υιοθέτηση ενός τρόπου προσευχής, όποιος κι αν είναι αυτός, όπως αυτή του σαρανταλείτουργου, εάν φυσικά πληρεί τις ορθόδοξες προϋποθέσεις, είναι αποδεκτός, ως κάτι που προσφέρει ψυχική άνεση κι ωφέλεια στους ζώντες πρώτα και έπειτα στους κεκοιμημένους.
Ως εκ τούτου αυτοί που τελούν το Σαρανταλείτουργον οφείλουν όχι μόνο να συμπαρίστανται προσευχόμενοι κατά την τέλεση της αναίμακτου ιερουργίας, αλλά και καταλλήλως να προετοιμάζονται «προεξομολογησάμενοι τα παραπτώματα αυτών», ούτως ώστε να μεταλαμβάνουν τα άχραντα μυστήρια3. Ειδάλλως, εάν οι πιστοί μας που τελούν τα Σαρανταλείτουργα, τα μνημόσυνα και κάθε άλλη ιερουργία, δεν βλέπουν σ' όλα αυτά τον πνευματικό αγιασμό τους, αλλά μια μαγική επίδραση όλων των τυπικών πράξεων της λατρείας επάνω τους, σίγουρα σε τίποτα δεν θα ωφελήσουν ούτε τους κεκοιμημένους, ούτε τους ίδιους που επιτελούν όλες αυτές τις λειτουργικές πράξεις.
Στο Τυπικό της Μονής Ευεργέτιδος υπάρχει μία πολύ ωραία σημείωση: ότι κατά τις πρώτες σαράντα ημέρες από την ημέρα του θανάτου κεκοιμημένου αδελφού γινόταν κάθε ήμερα, στον όρθρο και τον Εσπερινό εκτενής δέησις υπέρ του αποθανόντος. Ακόμη και κάθε ήμερα κατά το διάστημα αυτών των πρώτων 40 ημερών προσφερόταν η θεία Λειτουργία «προσφορά» υπέρ αναπαύσεως τής ψυχής αυτού4. Εκτός τούτου το όνομα του κεκοιμημένου γραφόταν και στα Δίπτυχα διά την εσαεί ανάγνωσή του από τους περιλειπόμενους αδελφούς5.
Υπήρχαν και υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που κάποιοι κοιμήθηκαν κοντά στην περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, περίοδος κατά την οποία δεν επιτρέπεται εντός της εβδομάδος να τελείται θεία Λειτουργία, παρά μόνο προηγιασμένη (ενν. Θεία Λειτουργία). Ο ΝΒ' κανών της Στ' Οικουμενικής Συνόδου ορίζει: «Εν πάσαις ταις της αγίας Τεσσαρακοστής των νηστειών ημέραις, παρεκτός Σαββάτου και Κυριακής, και της Αγίας του Ευαγγελισμού ημέρας, γινέσθω η των προηγιασμένων ιερά Λειτουργία. Και ο ΜΘ' κανών της εν Λαοδικεία Τοπικής Συνόδου ορίζει: «Ότι ου δει εν τη Τεσσαρακοστή άρτον προσφέρειν, ει μη εν Σαββάτο) και Κυριακή μόνον» 6. Στην Προηγιασμένη όμως Λειτουργία δεν γίνονται μνημονεύσεις υπέρ υγείας και υπέρ αναπαύσεως, για τον λόγο ότι αυτή η Λειτουργία είναι ήδη έτοιμη, όπως και το όνομα της φανερώνει –προηγιασμένη- από την προηγούμενη θεία Λειτουργία του Σαββάτου ή της Κυριακής, όπου κι εμνημονεύθηκαν τα ονόματα. Στην παραπάνω περίπτωση τα τρίτα του κεκοιμημένου γίνονται το Σάββατο που έπεται της κοιμήσεως, τα δε ένατα το δεύτερο Σάββατο (αυτό θεμελιώνεται και στους προαναφερθέντες κανόνες και στον ΝΑ' κανόνα της εν Λαοδικεία Τοπικής Συνόδου, όπου ορίζει: «ότι ου δει εν Τεσσαρακοστή Μαρτύρων γενέθλια επιτελείν, αλλά των αγίων Μαρτύρων μνήμας ποιείν εν τοις Σαββάτοις και Κυριακαίς»)• αι δε τεσσαράκοντα Θ. Λειτουργίες αρχίζουν μετά την Κυριακή του Θωμά. Στο βιβλίο του Τριωδίου7 υπάρχει η διάταξις σχετικά με το Σαρανταλείτουργον, τι δηλαδή γίνεται όταν κάποιος κοιμηθεί κατά τις άγιες ημέρες της Τεσσαρακοστής: «Χρη ειδέναι ότι, εάν γένηται αδελφόν εκδημήσαι προς Κύριον εν ταις αγίαις ταύταις ημέραις... αι προσφοραί (Θ. Λειτουργίαι) και αι μνήμαι (μνημόσυνα) αυτού άρχονται από της νέας Κυριακής (του Θωμά) μέχρι συμπληρώσεως ημερών τεσσαράκοντα». Ο Βάλσαμων εν τη ερμηνεία του ΝΑ' κανόνος της Λαοδικείας, αλλά δη και ο Βλαστάρης, εν κεφ. ε' του στοιχ. τ', λέγουν περί των μνημοσύνων των κεκοιμημένων ότι δεν μπορούν να γίνονται εις τας άλλας ημέρας της Τεσσαρακοστής ει μη μόνον εις μοναχόν το Σάββατον καθώς και τα Τυπικά συμφώνως τούτο διορίζουσιν8. Ακόμα και ο ΞΘ' κανών των Αγίων Αποστόλων συμφωνεί με το παραπάνω πνεύμα.

1 Θ.Η.Ε, τ. 11, στ. 727, Πρωτ. Κείμενο: «μνημονεύονται οι εκδημούντες αφ' ημών προς Κύριον απ’ αυτής της τελευταίας ημέρας καθ' ημέραν μετά της θείας Λειτουργίας έως της τεσσαρακοστής ημέρας».
2 Θ.Η.Ε, τ. 11, στ. 727.
3 Θ.Η.Ε, τ. 11, στ. 728.
4 DMITRIEVSKIJ, Τυπικόν Ευεργετικός, Τυπικά Γ, σ. 647 και Θ.Η.Ε., τ. 8, στ. 1228.
5 DMITRIEVSKIJ, Τυπικόν της μονής Ηλίου ζωμών ήτοι των Ελλεγμών, Τυπικά Γ, σ. 767.
6 ΠΗΔΑΛΙΟΝ σ. 438.
7 ΤΡΙΩΔΙΟΝ, Δευτέρα της Α' εβδομάδος των Νηστειών, έκδ. Φωτός, Αθήναι 1987, σ. 88.
8 ΠΗΔΑΛΙΟΝ Συμφωνία, σ. 268.

48. Πώς γίνεται η προετοιμασία του μνημοσύνου; Ποιά η σημασία της εξομολογήσεως, της νηστείας, της προσευχής, της φιλανθρωπίας, της συνεχούς μνήμης θανάτου και της ανελλιπούς συμμετοχής στα άχραντα Μυστήρια;

Στην ορθόδοξη χριστιανική Εκκλησία τα μνημόσυνα υπέρ των κεκοιμημένων συνοδεύονταν από ελεημοσύνες, έργα δηλαδή αγάπης από θείες λειτουργίες και προσευχές.
Οι Αποστολικές Διαταγές συνιστούν όπως «εκ των υπαρχόντων» του κεκοιμημένου μοιράζονται σε φτωχούς «εις ανάμνησιν αυτού» 1. Και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος συνιστά «να σκορπίσεις για χάρη του τεθνεώτος τα δικά του» με την χριστιανική πίστη και βεβαιότητα πως, αν ο κεκοιμημένος ήταν αμαρτωλός, τα δοσίματα διά της ελεημοσύνης θα έλυναν τα αμαρτήματα του, και εάν ήταν δίκαιος «ίνα προσθήκη γένηται του μισθού και αντιδόσεως» 2. Κι άλλοι Πατέρες τα ίδια παραγγέλουν προς κάθε πιστό να πράττει τα ίδια για τους κεκοιμημένους του.
Μεγάλη σημασία έχει και η πνευματική προετοιμασία των ζώντων συγγενών των κεκοιμημένων, οι οποίοι προκειμένου να τελέσουν μνημόσυνα καλό είναι να προσέρχονται στο ναό προετοιμασμένοι με εξομολόγηση, νηστείες, προσευχές, πράξεις φιλανθρωπίας και αγαθοεργίας καθώς και συχνή θεία μετάληψη των αχράντων μυστηρίων. Κι αυτό συμβαίνει γιατί στο άγιο Ποτήριο βρίσκεται ολόκληρη η πλάση, η ορατή και η αόρατη, η επί γης στρατευομένη και η εν ουρανοίς θριαμβεύουσα Εκκλησία.

1 ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΓΕΣ, Βιβλ. Η΄, Κεφ. 42, ΒΕΠ, τ. 2, σ. 169.
2 ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Ομιλία ΞΑ', εις Ιωάννην: «συναποστείλαι τω τελευτηκότι…τα αυτού».

49. Ποιά πρέπει να είναι η στάση των μελλονύμφων κατά την ώρα τελέσεως του μυστηρίου του γάμου τους;

Ως πνευματικός εξομολόγος, άλλα και ως λειτουργός των ιερών μυστηρίων, εντοπίζω πολλές φορές ότι πολλοί μελλόνυμφοι κατά την ώρα της τελέσεως του μυστηρίου του γάμου τους, πόρρω απέχουν από τα τελούμενα. Άλλες πάλι φορές εντοπίζω ότι οι μελλόνυμφοι, ενώ βρίσκονται στον ναό κι ενώ το Ιερό μυστήριο είναι δικό τους, τελείται για τους ίδιους, απουσιάζουν από το μυστήριο. Κάποιους μελλόνυμφους αισθάνομαι, ότι δεν τους ενδιαφέρει η ευλογία, αλλά η επίδειξη και ανθρωπαρέσκεια. Τους εντοπίζω κατά την τέλεση του μυστηρίου να γυρνάν πέρα-δώθε, να χαιρετούν, να στέλνουν φιλιά, κάποιοι άλλοι να συζητούν με τους κουμπάρους τους, κάποιοι να ποζάρουν επιδεικτικά στις κάμερες, κάποιοι συγγενείς συνεχώς να τους πλησιάζουν, να τους σκουπίζουν τον ίδρωτα τους, να τους φτιάχνουν κάποιοι άλλοι τα μαλλιά, τα νυφικά, τα πέπλα, κάποιοι άλλοι να τους προτρέπουν για ασχημοσύνες, όπως το γνωστό «πάτα την» ή «πάτα τον», εννοώντας το πάτημα μετά το πέρας του αποστολικού αναγνώσματος, κάποιοι να τρέχουν για τα ρύζια κάνοντας τόση φασαρία, λες και ο γάμος εξαρτάται από το ρύζι και όχι από τις ευχές της Εκκλησίας. Και πόσα άλλα θα ήθελα να σημειώσω, που απάδουν από την Ιερότητα της στιγμής! Οι μελλόνυμφοι ταπεινά φρονώ, ότι πρέπει να επικεντρώσουν μόνο στην προσευχητική κατανόηση των λόγων των ευχών του κληρικού, που τελεί το μυστήριο του γάμου τους. Κατά την τέλεση του γάμου συντελείται ένας διάλογος μεταξύ του Ιερέως και των μελλονύμφων. Η ευχολόγια του γάμου θεωρείται όχι μόνο φιλολογικά, αλλά και θεολογικά πολύ σπουδαία. Αυτό για να γίνει κατανοητό εξυπακούεται, ότι κατά την τέλεση του μυστηρίου πρέπει να επικρατεί η προσευχή και η προσοχή. Άλλωστε ο γάμος τελείται στον ναό, που είναι ο οίκος του Θεού. Σε οποιονδήποτε άλλο τόπο αν τελούνταν κάποια γαμήλια τελετή, θα επικροτούνταν όλα τα ανωτέρω. Όμως, όταν ο γάμος αποφασισθεί να τελεσθεί στον Ορθόδοξο ναό, θα πρέπει να σκεπτόμαστε και την προετοιμασία που απαιτείται γι' αυτήν την επιλογή μας. Κύριο μέλημα και συμβουλή της ποιμαίνουσας Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι όχι τα δευτερεύοντα του γάμου, όπως η φωτογράφηση, ο ανθοστολισμός, η λιμουζίνα, το κέντρο διασκέδασης, το νυφικό και το κουστούμι, οι λαμπάδες και τα φυτιλάκια, ο δίσκος και το ποτήριο του γάμου και το αν αυτά είναι απλά ή στολισμένα, τα βεγγαλικά και τα διάφορα άλλα εφέ, το πάτημα του γαμπρού ή της νύφης, το παρατεταμένο φιλί στο στόμα στην είσοδο του ναού, τα ρύζια και οι μπομπονιέρες, αλλά η συμμετοχή μας στο μυστήριο του γάμου. Για τον λόγο αυτό, χωρίς να τα απορρίπτουμε όλα όσα γίνονται, ας προσέχουμε, ώστε τα δεύτερα και ανούσια να μην υπερκαλύπτουν τα πρωτεύοντα και σπουδαία. Γιατί τέλος πάντων «το Σάββατο έγινε για τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος για το Σάββατο» σύμφωνα με την ευαγγελική διδασκαλία του Κυρίου μας!

50. Υπάρχει σύνδεση του μυστηρίου του γάμου με το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας;

Στην πρώτη Εκκλησία όλα τα μυστήρια, ακόμη και οι ακολουθίες, ήταν συνδεδεμένα με το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Το κέντρο θα λέγαμε της ζωής όλων των χριστιανών ήταν η θεία Λειτουργία και η μετά ευλαβείας και φόβου Θεού μετάληψη των αχράντων μυστηρίων. Έτσι συνέβαινε και με το μυστήριο του γάμου. Ο γάμος τελούνταν κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας. Η πράξη αυτή συν τω χρόνω για κάποιες αιτίες ατόνησε, με αποτέλεσμα ο γάμος και γενικά όλα τα μυστήρια, εκτός του μυστηρίου της ιεροσύνης, να αποσυνδεθούν από τη Θεία Ευχαριστία και να αποτελέσουν ξεχωριστά μυστήρια, τα οποία πλέον τελούνται σε χρόνο που επιθυμεί ο κόσμος. Η όλη δομή όμως του μυστηρίου του γάμου, αν και αυτή η αποσύνδεση έγινε κατά τον 10° με 12° αι. μ.Χ., φανερώνει ότι κάποτε ο γάμος ήταν συνδεδεμένος με την θεία Λειτουργία. Αυτό το αντιλαμβανόμεθα, εάν με προσοχή διαβάσουμε τη λειτουργική φυλλάδα της Θείας Λειτουργίας και εκείνης του γάμου. Θα δούμε ότι ο γάμος έχει διατηρήσει μέχρι σήμερα πολλά απομεινάρια εκείνης της παλαιάς συνδέσεως. Τελευταία ο αείμνηστος καθηγητής της Λειτουργικής κ. Ιωάννης Φουντούλης έκανε μια αναστήλωση της Θείας Λειτουργίας μετά γάμου, την οποία και παρακάτω παραθέτουμε. Πολλοί νέοι και πνευματικά ψαγμένοι ζητούν σήμερα από τους πνευματικούς τους πατέρες να τελέσουν το γάμο τους μέσα στη Θεία Λειτουργία. Έχει μεγάλη σημασία κάποτε το μυστήριο του γάμου να επανασυνδεθεί με το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Αυτό όμως για να γίνει θέλει χριστιανούς που να ζουν και να βιώνουν καθημερινά την ορθόδοξη λατρεία μας. Αυτό σημαίνει με άλλα λόγια, ότι οι χριστιανοί μας, όποιοι κι αν είναι, δεν θα είναι επισκέπτες των ορθοδόξων ναών μας μόνο Λαμπρή και Χριστούγεννα ή προσκεκλημένοι σε γάμους και βαπτίσια, αλλά θα είναι ενεργά μέλη της Εκκλησίας και θα εκκλησιάζονται τακτικά και ανελλιπώς, τουλάχιστον κάθε Κυριακή και κάθε μεγάλη εορτή. Τότε μόνον, αγαπητά μου παιδιά, μπορούν να συντελεσθούν κάποιες αλλαγές στην ήδη υπάρχουσα και διαμορφωθείσα τάξη της Εκκλησίας μας. Ειδ' άλλως αλλαγές με μόνο κριτήριο την πρωτοτυπία και τον εντυπωσιασμό, δεν μπορούν να γίνουν. Πρώτα στην Εκκλησία απαιτείται το βίωμα κι έπειτα οι όποιες αλλαγές. Και φυσικά οι αλλαγές δεν μπορούν με τίποτα να γίνουν από εισηγητές που ούτε γνωρίζουν που βρίσκεται ο ναός, ποιος είναι μέσα στο ναό, ποιος είναι ο κληρικός, ποια είναι τα μυστήρια, και ποια είναι ακόμη η μυστηριακή συμμετοχή εκείνων, που θέλουν να αλλάξουν τα της Εκκλησίας.

51. Ποιά είναι η θέση της Εκκλησίας για τον Πολιτικό γάμο;

Η θέση της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας μπροστά στην ύπαρξη πολιτικού γάμου, είναι ότι δεν τον αναγνωρίζει με βάση τη θρησκευτική μας διδασκαλία. Εκ των πραγμάτων αναγνωρίζει όμως θεσμικά την πολιτειακή απόφαση και μάλιστα, όταν υπάρξει διαζύγιο πολιτικού γάμου, αναγκάζεται από το Νόμο η Εκκλησία να εκμετρά αυτόν ως ήδη τελεσθέντα. Ωστόσο όμως στην ουσία ο πολιτικός γάμος δεν είναι μυστήριο, δεν έχει ιερολογία και δεν είναι της ιεράς Παραδόσεώς μας. Ως εκ τούτου δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός. Τα ζεύγη εκείνα που τέλεσαν μόνο πολιτικό γάμο, βρίσκονται ως αποκομμένα μέλη της Εκκλησίας και τελούν εφ' όσον μετανιώσουν και σκέπτονται να επανορθώσουν το σφάλμα τους, υπό κανόνος.
Η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος σε σύγκλισή της από 19-21 Ιανουαρίου 1982 με απόφαση της τοποθετήθηκε με τις κάτωθι θέσεις επί του πολιτικού γάμου:

  1. Σύμφωνα με την δογματικήν διδασκαλίαν της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ο γάμος είναι μυστήριον και για την κανονική και νόμιμη σύστασή του απαραίτητο στοιχείο είναι η Ιερολογία του. Άλλου είδους γάμο δεν αναγνωρίζει για τους πιστούς της. Γι' αυτό το λόγο, κατά την πίστη της Εκκλησίας, ο πολιτικός γάμος αποτελεί πορνεία και μοιχεία και παραβίαση της δογματικής διδασκαλίας περί Μυστηρίων. Είναι λοιπόν φανερόν, ότι ο πολιτικός γάμος δεν μπορεί να θεωρηθεί από την Εκκλησία ως ισόκυρος και ισοδύναμος προς τον θρησκευτικόν γάμο των ορθοδόξων.
  2. Εξ αιτίας όμως των ολίγων εκείνων, που θεωρητικά υποστηρίζουν ότι είναι άπιστοι και άθεοι, ανέχεται η Εκκλησία την θέσπιση πολιτικού γάμου, για να μην εμπαίζεται το μέγα μυστήριο του γάμου από ανθρώπους που δεν πιστεύουν στην ιερότητά του και για να εξυπηρετηθούν οι αλλόθρησκοι και οι ετερόδοξοι.
  3. Όσοι Ορθόδοξοι τελούν πολιτικό γάμο, «θέτουν εαυτούς μόνοι των εκτός της Εκκλησίας, εφ' όσον ευσυνειδήτως και δημόσια απαρνούνται θεμελιώδη της πίστεως επιταγήν. Επομένως, μετά πολλής λύπης, οι τελικώς και αμετανοήτως εμμένοντες εις την απιστίαν αυτήν, αποκόπτονται της Εκκλησίας εξ’ ιδίας αυτών υπαιτιότητος και στερούνται των ευλογιών και των ευχών της».

Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος με την υπ' αριθμ. 2320/19-5-1982 Εγκύκλιόν της «προς τους Σεβ. Μητροπολίτας της Εκκλησίας της Ελλάδος» για τις προϋποθέσεις τελέσεως θρησκευτικού γάμου, βάσει του Ν.1250/1982 δεν παραλείπει να «επισημειώσει» ότι «τέκνα της Εκκλησίας λογίζονται όσα σέβονται και ευλαβούνται τα Ιερά Αυτής Μυστήρια». Η διατύπωση δεν επιτρέπει αμφιβολία: Όσοι τελούν πολιτικό γάμο δείχνουν έμπρακτα και δημόσια ότι δεν σέβονται και δεν ευλαβούνται ένα από τα επτά ιερά Μυστήρια• άρα δεν λογίζονται τέκνα της Εκκλησίας. Δηλαδή, αποκόπτονται μόνοι τους από το ιερό Σώμα Της. Γιατί, όπως εύστοχα παρατηρήθηκε, η Ιερά Σύνοδος δεν μπορεί να κάνει «χάρη» να αναγνωρίζει ως πιστούς χριστιανούς, όσους δεν είναι.
Πάντως πρέπει να σημειώσουμε ακόμη ότι κανονικά και σύμφωνα με τις Εντολές των Ιερών Κανόνων της Αγίας μας Εκκλησίας, όσοι τελούν πολιτικό γάμο είναι σαν να συζούν μέσα στην προγαμιαία σχέση, που για την Ορθόδοξο Εκκλησία μας παραμένει αμάρτημα, το οποίον εν μετανοία καλούνται όσοι το διαπράττουν να εξομολογούνται. Επίσης οι τελέσαντες μόνον πολιτικό γάμο, δεν μπορούν να γίνουν ανάδοχοι σε μυστήριο βαπτίσεως ή κουμπάροι σε γάμο. Και το πιο βαρύ είναι, ότι δεν θάπτονται με θρησκευτική κηδεία, εφόσον δεν μετανόησαν για την πράξη τους αυτή. Φυσικά οι κανόνες αυτοί, όσο αυστηροί κι αν φαίνονται είναι για να διαφυλάξουν την ελευθερία μας. Πρέπει να καταλάβουμε ότι η Εκκλησία μας είναι Εκκλησία αγάπης και οικονομεί τα παιδιά Της, τότε μόνον, όταν αυτά την σέβονται και την υπακούν και όχι όταν θέλουν οι ίδιοι να φτιάξουν ή να αναδημιουργήσουν την Εκκλησία. Από τους πρώτους κιόλας χρόνους ζωής της η Εκκλησία είχε τέτοιες τάσεις αποσχιστικές. Πώς έπρεπε, λοιπόν, να διαφυλάξει την Θεοπαράδοτη κληρονομιά Της; Την διαφύλαξε με νύχια και με δόντια, χωρίς ποτέ να ενδίδει στις φοβέρες και στις απειλές απ' όποιους κι αν αυτές εκστομίζονταν και έθετε πάντοτε τους Ιερούς όρους και τους Ιερούς κανόνες της, με την επιφοίτηση και την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος.
Πιστεύω στην Ορθόδοξη Εκκλησία, σημαίνει ότι την αποδέχομαι όπως μας την παρέδωσε ο Κύριός μας, οι Άγιοι Απόστολοι και οι Άγιοι Πατέρες μας. Τίποτα δεν μπορώ να διαλέξω ή να επιλέξω αποσπασματικά. Ή όλα τα αποδέχομαι, ή όχι. Μέση κατάσταση δεν μπορεί να υπάρξει. Έτσι συμβαίνει και με τον πολιτικό γάμο, που είναι ένα τέχνασμα του διαβόλου, για να κρατάει δέσμια τα παιδιά του Θεού, τα βαπτισμένα και μυρωμένα στην αναγεννητική κολυμβήθρα της Εκκλησίας, στην πορνεία και στην μοιχεία. Δυστυχώς όμως υπάρχουν και γονείς, που μπροστά στο συμφέρον δεν υπολογίζουν Θεό και Εκκλησία. Σήμερα το συμφέρον έγινε Θεός, και επειδή έτσι συμβαίνει, γι' αυτόν τον λόγο δεν υπάρχει ευλογία και αγάπη μέσα στα ζευγάρια και περνάει μεγάλη κρίση ο θεσμός της οικογένειας. Πώς όμως να μην περνάει, αφού αφήσαμε και αφήνουμε το Θεό και την Εκκλησία Του έξω από τα σπιτικά μας;

52 Μπορούν να συμμετάσχουν σε ιερά μυστήρια γάμου και βαπτίσεως όσοι την ίδια χρονιά τέλεσαν ένα από τα μυστήρια αυτά;

Και βέβαια μπορούν. Το παραπάνω ερώτημα αφορά προλήψεις και δεισιδαιμονίες άγνωστες στην ευαγγελική αλήθεια. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευλογία για κάθε πιστό από το να παρευρίσκεται σε όλα τα συμβάντα του ναού, είτε αυτά είναι γάμοι, βαπτίσεις είτε κηδείες, μνημόσυνα κ.ά.

53. Κατά την τέλεση πολιτικού γάμου πρέπει να παρευρίσκονται γονείς, αδέλφια και συγγενείς που έχουν άμεση σχέση με τη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας μας;

Κατά τα τελευταία έτη, απ' όταν εθεσπίσθη ο πολιτικός γάμος εν τη Ορθοδόξω Ελλάδι μας, άρχισαν κάποιοι άνθρωποι που ζούσαν ή ζουν μακριά από τη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας μας να τον ασπάζονται και να τον τελούν. Όμως επειδή πολλές φορές προσκαλούσαν ή προσκαλούν συγγενείς και φίλους τους να παρευρίσκονται κατά την τέλεση του πολιτικού τους γάμου η Ορθόδοξη Εκκλησία προκειμένου να διαφυλάξει τα πνευματικά της τέκνα από τέτοιου είδους γάμους πού θεωρούνται για τα παιδιά της παρωδίες, έπρεπε να λάβει μια θέση. Η θέση λοιπόν της Εκκλησίας μας είναι ότι εφόσον δύο νέοι άνθρωποι αποφασίζουν να ξεκινήσουν τη συζυγική τους ζωή μακριά και χωρίς την ευλογία του Θεού, δηλαδή χωρίς τη μυστηριακή τέλεση του γάμου αμέσως οι ίδιοι αποκόπτονται από τον ενιαίο κορμό της Εκκλησίας, των χαρίτων και των δωρεών του Θεού. Ως εκ τούτου οι συγγενείς και φίλοι που έχουν άμεση σχέση με τα ιερά μυστήρια της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, που τιμούν τη βιοτή τους με την ευλογία του Θεού διά του Ιερού μυστηρίου του γάμου δεν έχουν καμιά απολύτως σχέση με ό,τι ο διάβολος επινοεί και επενόησε τον πολιτικό γάμο για να ξεκόβει τους χριστιανούς από τις ιερές παραδόσεις και τις εντολές του Θεού μας. Οπότε η αυστηρή θέση της Εκκλησίας είναι ότι τα μέλη της δεν συμμετέχουν σε πράξεις της πολιτείας που αντίκεινται στους θεσμούς και τις Παραδόσεις που χάραξε η Εκκλησία. Οι συμμετέχοντες στον πολιτικό γάμο παρευρισκόμενοι χριστιανοί είναι σαν να επικροτούν την πράξη εκείνων των νέων που αποδέχονται να ζουν μακριά από τον Θεό και την αγία Του Εκκλησία, είναι σαν να συμμετέχουν σε ειδωλολατρικές πράξεις που στη θέση των ορθοδόξων κληρικών μετέχουν λαϊκά μέλη, εν προκειμένω πολιτικοί υπάλληλοι του Δήμου. Για τον λόγο αυτό η απάντηση στο ερώτημα αυτό εάν πρέπει να συμμετέχουν γονείς, συγγενείς και φίλοι σε πολιτικό γάμο είναι αυτονόητη, δηλ. όχι. Εάν όμως κάποιοι που ζουν μακριά από την Εκκλησία και δεν έχουν καμιά απολύτως επαφή με τη μυστηριακή ζωή της, τότε γι' αυτούς η Εκκλησία δεν επιβάλλει κανέναν κανόνα. Η Εκκλησία, εφόσον σημαίνεται εν τοις μυστηρίοις, σύμφωνα με τον άγιο Νικόλαο Καβάσιλα, αυτό σημαίνει ότι παιδιά της Εκκλησίας θεωρούνται εκείνα μόνον που ακολουθούν, σέβονται, τιμούν και ασπάζονται ανεξαιρέτως όλα τα ιερά μυστήριά Της. Πολλές φορές όμως παιδιά ευλαβών χριστιανών που ζουν μακριά από το Θεό και την Εκκλησία τελούν πολιτικό γάμο, αυτό αυτομάτως δημιουργεί μεγάλο πρόβλημα σε όλη την οικογένεια. Τότε μπροστά σ' αυτό το πρόβλημα θα πρέπει να τεθεί το ερώτημα για εκείνους που είναι ενεργά μέλη της Εκκλησίας, θα πάμε με το Χριστό και την Εκκλησία Του, ή θα πάμε και με τον διάβολο που εφεύρε αυτό τον πολιτικό γάμο; Και αν μεν παραμείνουν γονείς, αδέλφια και άμεσοι συγγενείς και φίλοι πιστοί στην αληθινή τους πίστη και δεν παρευρεθούν στον πολιτικό γάμο, τότε να είναι σίγουροι ότι ο Θεός χαίρεται και ευλογεί, ενώ στην αντίθετη περίπτωση ο Θεός λυπάται για τη σύνταξη χριστιανών στα θελήματα του αρχεκάκου διαβόλου. Ακόμη πολλοί εκ των χριστιανών τοποθετούνται εκ των προτέρων ότι δεν θα παρευρεθούν στον πολιτικό γάμο, αλλά θα συμμετέχουν στο τραπέζι που θα ακολουθήσει. Η σωστή θέση της Εκκλησίας, όσο αυστηρή κι αν εκ προοιμίου φαίνεται, είναι αρνητική στη συμμετοχή και του τραπεζιού σε εκείνους που τελούν πολιτικό γάμο. Γιατί μπορεί μεν κάποιος να μη μετείχε στον πολιτικό γάμο, αλλά συμμετέχοντας στο γαμήλιο τραπέζι του πολιτικού γάμου δεν θα πρέπει να ευχηθεί να ζήσετε στους τελέσαντες αυτόν; Και μόνο τέτοια ευχολόγια σημαίνει αποδοχή του πολιτικού γάμου. Κάποιοι μάλιστα εκ των πνευματικών δεν ευλογούν ούτε και την προσφορά δώρου σε τελέσαντες πολιτικόν γάμον. Αυτά ας έχουμε υπ' όψιν όλοι οι χριστιανοί και να μην πράττουμε κατά το δοκούν μας, αλλά ό,τι η αγία μας Εκκλησία ευλογεί και αγιάζει.
Ωστόσο υπάρχουν και κάποιες άλλες φιλελεύθερες φωνές που λένε πολλά και διάφορα άλλα απ' όσα προηγουμένως αναφέραμε. Αυτές οι φωνές δεν έχουν ερείσματα στην ιερά Παράδοση της Εκκλησίας μας, αλλά προέρχονται ως φωνές εκ του πονηρού. Έτσι διατυπώνονται απόψεις ότι προκειμένου να μην δημιουργηθεί πρόβλημα στην ευρύτερη οικογένεια και προς αποφυγήν παρεξηγήσεων να παρευρίσκονται συγγενείς και φίλοι σε πολιτικούς γάμους. Αυτή όμως η τοποθέτηση δείχνει την πνευματική ρηχότητα με την οποία προσεγγίζεται το όλον θέμα, πράξη πού αποδεικνύει ότι οι σκεπτόμενοι έτσι, πόρρω απέχουν από την ορθόδοξη πνευματικότητα. Άλλοι πάλι συμβουλεύουν επιπόλαια να παρευρίσκονται γονείς και αδέλφια έξω στο προαύλιο της Δημαρχίας και να συμμετέχουν μετά στο γαμήλιο δείπνο και άλλοι, δυστυχώς και εκ των ιερέων, χωρίς καν να συλλαμβάνουν το μέγεθος και τη σημασία των συμβουλών τους ως πνευματικών ταγών της Εκκλησίας διάκεινται ευμενώς προς τον πολιτικό γάμο, αυτοαναιρώντας ταυτόχρονα την ιερατική ιδιότητα τους. Δυστυχώς κατά τα έσχατα χρόνια πολλά παράξενα θα δούμε να συμβαίνουν και εκ των ιερέων!...

54. Μπορεί να τελεσθεί σήμερα ένα Ευχέλαιο κατ' ανάγκη σε περίπτωση ετοιμοθάνατου; Και με ποιό τρόπο αφού η ακολουθία του ευχελαίου είναι εκτενής;

Η αλήθεια είναι ότι σε τέτοιες περιπτώσεις ο λαός του Θεού σκέπτεται να δώσει αμέσως το εφόδιον της ζωής που είναι η θεία Ευχαριστία. Όμως κατά την παράδοση της Εκκλησίας μας υπάρχουν περιπτώσεις ασθενών στους οποίους δεν είναι δυνατή η θεία μετάληψη. Τότε για την περίπτωση αυτών των ασθενών τελείται ένα ευχέλαιο ανάγκης, αντίστοιχο μ' εκείνο το έκτακτο βάπτισμα της ανάγκης. Όσο όμως ρεαλιστικά κι αν δούμε τα πράγματα είναι αδύνατο να τελέσει ο ιερεύς μια γρήγορη ακολουθία του Ευχελαίου τη στιγμή που η κατάσταση του ασθενούς επείγει. Τέτοια σύντομη ακολουθία του ευχελαίου δύναται ο ιερεύς να τελέσει μόνον κατ' επιτομήν. Η παράδοση αυτή της εκτάκτου τελέσεως κατ' επιτομήν ίσως μας θυμίσει την παλαιά παράδοση της Εκκλησίας, όταν τελούσε το Ευχέλαιο μ' ένα ζεύγος μόνον ευχών και ένα αποστολοευαγγέλιο. Έτσι η ακολουθία του Ευχελαίου κατ' επιτομήν έχει ως εξής: Ακολουθία του αγίου ελαίου κατ' επιτομήν1:

  1. Ευλογητός ο Θεός.
  2. Τρισάγιον.
  3. Τροπάριον "Ταχύς εις αντίληψιν..." ή αντί του τροπαρίου το• "Κύριε ελέησον" (12), το Δεύτε προσκυνήσωμεν (3) και τον ψαλμό 142ο "Κύριε, εισάκουσον της προσευχής μου...".
  4. Μεγάλη συναπτή.
  5. Ευχή του ελαίου• "Κύριε, ο εν τω ελέει...".
  6. Προκείμενον.
  7. Απόστολος Καθολ. Ιακώβου 5, 10-16.
  8. Αλληλουάριον.
  9. Ευαγγέλιον Λουκ. 10, 25-37.
  10. Εκτενής "Έλέησον ημάς, ο Θεός...".
  11. Η ευχή "Άναρχε αδιάδοχε...".
  12. Η χρίσις με την ευχή• "Πάτερ άγιε...".
  13. Η συγχώρησις με την ευχή• "Βασιλεύ άγιε...".
  14. Η απόλυσις.

Σε πολύ έκτακτες περιπτώσεις, όπως σ' αυτήν του θανάτου, ο ιερεύς μπορεί να μην λέγει ολόκληρη την παραπάνω ακολουθία, αλλά μόνο την ευχή της ευλογήσεως του ελαίου "Κύριε, ο εν τω ελέει...". Και ακολουθεί η χρίσις με την ευχή• "Πάτερ άγιε, ιατρέ...".

1 Άγιασματάριον Ρώμης, σ. 155-166.

55. Πώς μπορεί να τελεσθεί το Ευχέλαιο κατά την ακολουθία του εσπερινού ή του όρθρου στο ναό; Αποτελεί ιδιαίτερη ακολουθία;

Η ακολουθία του Ευχελαίου όπως άπαντα στη χειρόγραφη λειτουργική παράδοση εντοπίζεται συνδεδεμένη και με την ακολουθία του εσπερινού και την αντίστοιχη του όρθρου. Σε ορισμένα χειρόγραφα έχουμε ακολουθία εσπερινού με ειδικά στιχηρά στο "Κύριε εκέκραξα..." καθώς και ειδικά απόστιχα. Κατ’ ανάλογο τρόπο έχουμε και ακολουθία του όρθρου συνδεδεμένη με το ευχέλαιο με ειδικά τροπάρια, κανόνα και αίνους.
Ο καθηγητής της Λειτουργικής Ιω. Φουντούλης μας δίνει ένα σχεδιάγραμμα συνδέσεως του ιερού μυστηρίου του Ευχελαίου με εσπερινό και όρθρο, ως εξής1:
α', Εις τον Εσπερινόν

Εις το• "Κύριε εκέκραξα..." ιστώμεν στίχους στ' και ψάλλομεν στιχηρά προσόμοια του αγίου ελαίου γ'. Ήχος δ'. Έδωκας σημείωσιν.
- "Έδωκας την χάριν σου...":
- "Βλέψον ακατάληπτε...".
- "Χρίσει του ελέους σου...".
Και του Μηναίου γ'. Δόξα και νυν Θεοτοκίον ή Σταυροθεοτοκίον. Εις τον στίχον ψάλλομεν στιχηρά προσόμοια. Ήχος δ'. Ήθελον δάκρυσιν εξαλείψαι.
- "Ανάστησον, Κύριε, τω εν ττλήθει...".
Στίχ. Κύριε, μη τω θυμό σου ελέγξης με...
- "Δέξαι τον δούλον σου προσδραμόντα...".
Στίχ. Ελέησόν με, Κύριε, ότι ασθενής ειμί.
- "Ελέησον, εύσπλαγχνε παντοκράτορ..." Δόξα και νυν Θεοτοκίον όμοιον "Άχραντε δέσποινα Θεοτόκε...". Απολυτίκιον. Ήχος δ'. "Ταχύς εις αντίληψιν...".

β', Εις τον Όρθρον

Εις το "Θεός Κύριος" το τροπάριον. Ήχος δ'. "Ταχύς εις αντίληψιν...".
Μετά την α' στιχολογίαν κάθισμα. Ήχος πλ'. δ'. Την Σοφίαν και Λόγον.
- "Ιατρέ των νοσούντων νόσοις δεινοίς...".
Μετά την β' στιχολογίαν κάθισμα. Ήχος πλ'. δ'. Αυλών ποιμενικών.
- "Ελέησον, Σωτήρ, εν ελαίω σου θείω...". Ο 50ος Ψαλμός.
Ο κανών "Ελαίω της ευσπλαχνίας, δέσποτα...", α'+γ' ωδές. Μετά την γ' ωδήν καθίσματα. Ήχος πλ. δ'. Αυλών ποιμενικών.
- "Ως θείος ποταμός του ελέους υπάρχων...". Δόξα... το του Μηναίου.
Και νυν... Ήχος δ'. Ο υψωθείς.
- "Ο ιατρός και βοηθός των εν πόνοις...".
Μετά την στ' ωδήν κοντάκιον. Ήχος β'. Τα άνω ζητών.
"Ελέους πηγή υπάρχων, υπεράγαθε...". Ο οίκος. Του Συμεών τον άμεμπτον βίον.
"Ήκεν ημίν εκ πλήθους πταισμάτων...". Και το συναξάριον του Μηναίου. Εξαποστειλάριον. Ήχος γ'. Επεσκέψατο ημάς.
"Εν ελέω, αγαθέ...".
Εις τους αίνους ιστώμεν στίχους δ' και ψάλλομεν στιχηρά προσόμοια. Ήχος δ'. Έδωκας σημείωσιν.
"'Έδωκας την χάριν σου...".
"Βλέψον ακατάληπτε...".
"Χρίσει του ελέους σου...".
"Πρόσδεξαι, φιλάνθρωπε, των οιίκετών...". Δόξα και νυν Θεοτοκίον.
"Σε το καθαρώτατον..." Δοξολογία "Σοι δόξα πρέπει...". Τα πληρωτικά.
Εις τον στίχον τα εν τοις αποστίχοις του εσπερινού μετά του Θεοτοκίου.
Ήχος δ'. Ήθελον δάκρυσιν εξαλείψαι.
- "Ανάστησον, Κύριε, τω εν πλήθει...". Στίχ. Κύριε, μη τω θυμώ σου ελέγξης με...
"Δέξαι τον δούλον σου προσδραμόντα...". Στίχ. Ελέησόν με, Κύριε, ότι ασθενής ειμί.
"Ελέησον, εύσπλαγχνε παντοκράτορ...".
Δόξα και νυν Θεοτοκίον όμοιον "Άχραντε δέσποινα Θεοτόκε...".
Αγαθόν το εξομολογείσθαι...
Απολυτίκιον. Ήχος δ'. "Ταχύς εις αντίληψιν...".
Εκτενής.
Απόλυσις.

 

1 Φουντούλης Κείμενα, σ. 260-264.

56. Πότε δεν μπορεί να τελεσθεί το μυστήριο του Ευχελαίου;

Όταν ό πιστός έχει περιπέσει εξ αιτίας κάποιων σοβαρών πράξεων του σε αφορισμό, αυτός δεν μπορεί να συμμετάσχει ούτε στη θεία Ευχαριστία ούτε και στα άλλα μυστήρια της Εκκλησίας. Κατά συνέπεια ούτε και στο μυστήριο του Ευχελαίου. Τούτο ισχυρίζεται και ο πάπας Ιννοκέντιος Α' (402-417) ο οποίος επισημαίνει ότι: "Αναμφιβόλως τούτο (το χωρίον Ιακώβου 5, 14) δέον να νοηθή εν σχέσει προς τους πιστούς ασθενείς... Εις τους μετανοούντας εν τούτοις τούτο (το άγιον έλαιον) δεν είναι δυνατόν να επιχυθή, καθ' όσον ανήκει εις τα μυστήρια".

57. Τι σημαίνει το φτύσιμο για την αποτροπή της βασκανίας;

Αυτό είναι τόσο συνηθισμένο κι έχει μαγική προέλευση. Πολλοί συνηθίζουν να φτύνουν κάποιο άνθρωπο ή κάποιο αντικείμενο για να μη πιάσει το μάτι. "Να σε φτύσω να μη βασκαθείς" που απευθύνεται σε ανθρώπους τους οποίους θαυμάζουμε για τα προσόντα και την ευτυχία τους.
Εκείνος όμως που φτύνει, ασχημίζει την εικόνα του Θεού και ρυπαίνει το σώμα του Χριστού του οποίου μέλος είναι κάθε χριστιανός. Άρα, το φτύσιμο είναι πράξη εξευτελισμού και διαπομπεύσεως. Είναι πράξη βλασφημίας κατά του Χριστού, του οποίου ναός είναι το σώμα κάθε βαπτισμένου πιστού. Όντας εκείνος ακάθαρτος επιδιώκει να μεταφέρει και στον άνθρωπο το μόλυσμα της ακαθαρσίας. Όταν, λοιπόν, ο γητευτής κάνει ό,τι θα έκανε ο διάβολος, κι ο εξορκιστής λερώνει με τον εξευτελιστικό αυτό τρόπο την εικόνα του Χριστού, τότε δεν χρειάζεται να επέμβει εκείνος. Μόνος του ο άνθρωπος "παραδίδει τον συνάνθρωπό του στην εξουσία του σατανά.
Το φτύσιμο πού χρησιμοποιείται από την Εκκλησία στην ακολουθία της Κατηχήσεως έχει διαφορετική έννοια. Εδώ εμπτύεται ο διάβολος από τον ευτρεπιζόμενο προς το άγιο βάπτισμα κατηχούμενο. Ο "εμπτυσμός" εδώ συμβολίζει την αποταγή από τα έργα του διαβόλου και την σύνταξη με τον Χριστό1. 
1 Μουλατσιώτης, σ. 27-28.

58. Επιτρέπεται να διαβάζεται η ευχή της βασκανίας σε παιδιά αβάπτιστα;

Την απάντηση στο παραπάνω ερώτημα μας τη δίδει ο καθηγητής της Λειτουργικής κ. Ιω. Φουντούλης1. "Τα αβάπτιστα νήπια εφόσον είναι γεννημένα από χριστιανούς γονείς, που έχουν την πρόθεση να τα βαπτίσουν, δεν είναι βέβαια χριστιανοί, εφόσον δεν έχουν ακόμη μπει στην χριστιανική κοινότητα με το άγιο βάπτισμα είναι όμως κατά κάποιο έμμεσο τρόπο μέλη της Εκκλησίας, μπορούμε να ειπούμε "κατηχούμενα". Βλέπετε στις ευχές που διαβάζονται κατά την ημέρα της γεννήσεως γίνεται ειδικός λόγος και ειδική δέησις για το παιδί. Έτσι στην α' ευχή λέγει: "και το εξ αυτής κυηθέν νήπιον διατήρησον από πάσης φαρμακείας, από πάσης χαλεπότητος, από πάσης ζάλης του αντικειμένου, από πνευμάτων πονηρών ημερινών τε και νυκτερινών... από νόσου και μαλακίας, από ζήλου και φθόνου και οφθαλμών βασκανίας και ελέησον αυτήν και το βρέφος... και το εξ αυτής κυηθέν νήπιον αξίωσον προσκυνήσαι τον επίγειον ναόν...". Την ογδόη δε ημέρα οδηγείται στον ναό και "κατασφραγίζεται" το παιδίον, του δίδεται το όνομα και διαβάζεται η παλαιά ευχή της καταγραφής των κατηχουμένων: "Κύριε ο Θεός ημών, σου δεόμεθα και σε παρακαλούμεν, σημειωθήτω το φως...". Και διά του βρέφους κάμνει ο ιερεύς "σταυρού τύπον" προ των πυλών του ναού ή της εικόνος της Θεοτόκου. Πολύ περισσότερο κατά την ακολουθία του σαραντισμού, που "εκκλησιάζεται" το παιδί, αναγινώσκονται ειδικές ευχές γι' αυτό, που ήδη από την όγδοη ήμερα καλείται "δούλος του Θεού", και εισάγεται στον ναόν και στο θυσιαστήριο. Επομένως κατ' αναλογίαν μπορεί να μετάσχει και των άλλων ευλογιών και ευχών της Εκκλησίας, εφόσον αυτές δεν έχουν χαρακτήρα μυστηρίου. Η ευχή της βασκανίας εξ άλλου είναι ένα είδος εξορκισμού, και εξορκισμοί εδιαβάζοντο και διαβάζονται και σήμερα στους κατηχουμένους. Εκτός αυτού για την βασκανία γίνεται, όπως είδαμε, ειδικός λόγος στην β' ευχή, που διαβάζεται την πρώτη ημέρα της γεννήσεως του παιδιού. Ασφαλώς λοιπόν μπορεί να αναγνωσθεί η ευχή της βασκανίας και σε μη βαπτισμένα παιδιά". Και συνεχίζει ο καθηγητής κ. Ιω. Φουντούλης: "Δεν επιτρέπεται όμως αν δεν υπάρχει πραγματική αξία ο Ιερεύς να αναγνώσει την σχετική ευχή και να γίνεται συνεργός και να ενθαρρύνει τις δεισιδαιμονίες των απλοϊκών πιστών. Η ευχή της βασκανίας δεν έχει τον χαρακτήρα αντιβασκανικού εμβολίου. Πρέπει όμως να γίνεται συστηματικά και εγκαίρως η διαφώτησις των χριστιανών για να γνωρίζουν την σημασία, τον σκοπό και την δύναμη των λειτουργικών ευχών και των διαφόρων ακολουθιών. Άλλως γιατί να ζητούμε ευθύνες από ανεύθυνους καλοπροαίρετους ανθρώπους; Ας ερωτά την συνείδησή του ο κάθε Ιερεύς, αν δεν είναι αυτός υπεύθυνος για το σκότος στο οποίο ζουν ακόμη τα λογικά του πρόβατα. Δεν χρειάζεται για την προσπάθεια αυτή ούτε πολλή σοφία ούτε μεγάλες ρητορικές ικανότητες. Θα πρέπει χωρίς καθυστερήσεις να φωτισθούν οι πιστοί, γιατί με κάτι τέτοιου είδους προλήψεις διασύρονται και βεβηλώνονται τα αγιαστικά μέσα της Εκκλησίας μας και γινόμεθα αιτία να συκοφαντήται η πνευματική μας λατρεία και να θεωρήται από πολλούς συνώνυμη με την μαγεία και την δεισιδαιμονία 2. 
1 Φουντούλης Α', σ. 111-112.
2 Φουντούλης Β', σ. 29.

59. Τι είναι οι γητευτές;

Στους εξορκιστές εντάσσονται και οι Γητευτές. Οι γητευτές είναι και αυτοί μάγοι. Ο ΞΑ' (=61ος) κανόνας της ΣΤ' Οικουμενικής Συνόδου τους κανονίζει με 6 χρόνια ακοινωνησίας. Οι γητευτές1 είναι εκείνοι που ανακατεύουν μαζί με τις επικλήσεις των δαιμόνων και ψαλμούς του Δαυίδ, ονόματα αγίων και αυτής της κυρίας Θεοτόκου για τους οποίους ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει: "ότι και αν επικαλούνται το όνομα της αγίας Τριάδος, και των αγίων, και αν κάνουν το σημείο του Σταυρού πρέπει οι χριστιανοί να τους αποφεύγουν". Και πάλιν ο ίδιος άγιος σε λόγο του προς Ανδριάντας λέει: "Δεν ντρέπεσαι, χριστιανέ, να φέρεις στο σπίτι σου μεθυσμένες γριές γυναίκες και μάλιστα χωρίς να έχουν σώας τας φρένας, αλλά να λες ότι οι γυναίκες αυτές δεν λέγουν παρά το όνομα του Θεού; Και για τούτο πρέπει και επιβάλλεται να τις αποστρέφεσαι αυτές τις γυναίκες, γιατί ενώ λένε ότι είναι χριστιανές κακώς μεταχειρίζονται το όνομα του Χριστού και συγχρόνως πράττουν τα έργα των ειδώλων, γιατί και οι δαίμονες έλεγαν μεν το όνομα του Χριστού, αλλά αυτοί ήταν δαίμονες και κακοί. Για το λόγο αυτό ο Χριστός τους αποστόμωσε και τους έδιωξε2.
Είναι δε σύνηθες το φαινόμενο αυτοί που ασχολούνται με τα γητέματα να εκκλησιάζονται επιδεικτικά, για να παραπλανούν ανυποψίαστους πιστούς με την ευσεβοφάνειά τους. "Πηγαίνουν δε και σε αγρυπνίες, μιλούν και λίγο πνευματικά, οπότε σου λένε οι άλλοι: "αφού έρχονται στην αγρυπνία, είναι πιστοί άνθρωποι", και ανοίγουν την καρδιά τους"3.
Τα "ξόρκια" δεν είναι το ίδιο πράγμα με τους εξορκισμούς, τις ευχές δηλ. που διαβάζουν οι ιερείς. Πολλοί λένε ότι τα ξόρκια περιέχουν ευχές και επικλήσεις αγίων. Αυτό είναι πλάνη. Γιατί τα ξόρκια "όχι μόνον δεν έχουν σχέση με την Εκκλησία, αλλά είναι παγίδες του σατανά μέσω των οποίων παραπλανώνται οι άνθρωποι"4.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος5 (ομιλία γ' στην Α' προς Θεσσαλονικείς επιστολή) αναφέρει ότι "εκείνοι που όταν αρρωστήσουν και δεν στέρξουν να τους γητεύσουν οι γητευτές προκειμένου να ελαφρώσουν την ασθένειά των με επωδές και δεσίματα, αλλά σταθούν ανδρείοι και υπομείνουν μέχρι τέλος πιστοί στον Θεό θα λάβουν στέφανο μαρτυρίου και θα λογίζονται ως μάρτυρες".
Και αλλού στον ε' λόγο κατά Ιουδαίων αναφέρει ο ίδιος άγιος σχετικά: "Και συ, (παιδί μου που είσαι ασθενής) αν αντικρούσεις και αποδιώξεις τις επωδές και τις φαρμακείες και τις μαγγανείες του διαβόλου και πεθάνεις εξ αιτίας της ασθενείας σου θα είσαι λελογισμένος μάρτυρας ενώπιον του Θεού γιατί είναι καλύτερο και προτιμότερο να έχεις θάνατο με ευσέβεια παρά απαλλαγή ασθενείας με ασέβεια".
Ο Γέροντας Παΐσιος ανέφερε το εξής περιστατικό: "Μου έλεγαν για ένα παιδί ότι είχε πάει σε έναν μάγο, για να πετύχει κάτι. Εκείνος του διάβασε κάτι από το Ψαλτήρι και το παιδί πέτυχε αυτό που ήθελε. Έπειτα όμως από λίγο καιρό άρχισε να σβήνει, να λειώνει το φουκαριάρικο. Τι είχε κάνει ο μάγος; Είχε πάρει κάτι ξηρούς καρπούς στα χέρια του και άρχισε να του διαβάζει τον 50ο ψαλμό. Όταν έφθασε στο στίχο "θυσία τω Θεό", πετούσε τους ξηρούς καρπούς, κάνοντας θυσία στους δαίμονες, για να του κάνουν το χατίρι. Έτσι έβριζε τον Θεό με το Ψαλτήρι"6.
Άλλη μια περίπτωση γυναίκας γητεύτριας αναφέρει ο Γέροντας Παΐσιος: "Μου είπαν για μια γυναίκα ότι θεραπεύει αρρώστους, χρησιμοποιώντας διάφορα αγιωτικά. Όταν άκουσα τι κάνει, έμεινα κατάπληκτος από την τέχνη του διαβόλου. Κρατάει έναν σταυρό και ψάλλει διάφορα τροπάρια. Ψάλλει π.χ. το "Θεοτόκε Παρθένε" και, μόλις φθάσει στο "ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου", φτύνει κοντά στον σταυρό, βλασφημάει δηλαδή τον Χριστό, γι' αυτό την βοηθάει μετά το ταγκαλάκι. Έτσι, μερικούς που είναι άρρωστοι, έχουν μελαγχολία κ.λπ. από δαιμονική επήρεια και οι γιατροί δεν μπορούν να τους κάνουν καλά, αυτή τους θεραπεύει, γιατί διώχνει το δαιμόνιο που προκαλεί το βάρος, στο στέλνει σε άλλον, και απαλλάσσονται εκείνοι από την θλίψη. Και πολλοί την έχουν για αγία! Την συμβουλεύονται, και λίγο-λίγο βλάπτει την ψυχή τους, τους καταστρέφει"7.
Άλλοι πάλι από τους γητευτές χρησιμοποιώντας διάφορα αγιωτικά πετυχαίνουν να επηρεάζουν ανυποψίαστους ανθρώπους. Το ίδιο συνέβη να έχει πέσει και στην αντίληψη του Γέροντα Παϊσίου ο οποίος ερωτώμενος σχετικά, απήντησε: "Ναι, το ξέρω, από 'δω να καταλάβεις τι απάτη κρύβεται πίσω από όσα κάνουν! Έτσι ξεγελιούνται οι καημένοι οι άνθρωποι. Βλέπουν ότι χρησιμοποιούν κεριά, εικόνες κ.λπ. και τους εμπιστεύονται. Να, μου είπε κάποιος ότι, στην πόλη που μένει, μια Τουρκάλα έχει βάλει μια εικόνα της Παναγίας πάνω σε μια πέτρα και λέει: "Η πέτρα που βοηθάει τον κόσμο"! Δεν λέει "η Παναγία", αλλά "η πέτρα". Οι Χριστιανοί μπερδεύονται, γιατί βλέπουν την εικόνα της Παναγίας, και μερικοί που έχουν κάποιο πρόβλημα υγείας τρέχουν εκεί, με τον λογισμό ότι θα βοηθηθούν, και μετά ο διάβολος τους αλωνίζει. Γιατί, όταν η Τουρκάλα λέει ότι η πέτρα βοηθάει τον κόσμο και όχι η Παναγία, από 'κει και πέρα μπαίνει στην μέση ο διάβολος, επειδή αυτό είναι περιφρόνηση στην Παναγία. Απομακρύνεται η Χάρις του Θεού και αρχίζει ο δαιμονισμός. Και τρέχουν οι Χριστιανοί να τους κάνη καλά η πέτρα -η πέτρα και το ταγκαλάκι (=διάβολος)-, και τελικά σακατεύονται, γιατί από τον διάβολο τι βοήθεια να έχεις; "Αν είχαν μυαλό, θα σκέφτονταν Τουρκάλα, Μουσουλμάνα, τι δουλειά έχει με την εικόνα της Παναγίας;". Ακόμη και να έλεγε ότι η Παναγία βοηθάει, αφού είναι Μουσουλμάνα, τι σχέση έχει με την Παναγία; Πόσο μάλλον τώρα που λέει ότι η πέτρα τους βοηθάει! Είπα σε κάποιον να ενημερώσουν την Μητρόπολη και να λάβουν μέτρα, για να φυλαχθεί ο κόσμος8. 
1 Πηδάλιον, σ. 273, υποσ. 3.
2 Πηδάλιον, σ. 273, υποσ. 3.
3 Γέρων Παΐσιος Γ, σ. 181.
4 Μουλατσιώτης, σ. 26.
5 Πηδάλιον, σ. 274, υποσ. 5.
6 Γέρων Παΐσιος Γ, σ. 177.
7 Γέρων Παΐσιος Γ, σ. 184.
8 Γέρων Παΐσιος Γ, σ. 178.

60. Τι είναι οι Φυλακτήριοι;

Συναφείς με τους εξορκιστές γητευτές είναι και οι φυλακτήριοι για τους οποίους ισχύει ο ίδιος κανόνας ΞΑ' της ΣΤ' Οικουμενικής Συνόδου. Ο άγιος Νικόδημος1 αναφέρει ότι φυλακτήριοι λέγονται εκείνοι που κάνουν φυλαχτά, και που τα τυλίγουν με κλωστή μεταξωτή και μάλιστα γράφουν εντός των διάφορες επικλήσεις δαιμονικές. Και μάλιστα επειδή είναι φυλαχτά δαιμονικά επηρεάζουν στο κακό και όσους τα φορούν. Όσοι δε τα φορούν στο λαιμό τους νομίζοντας ότι διώχνουν το κακό, το αντίθετο πετυχαίνουν. 
1 Πηδάλιον, σ. 273, υποσ. 4.

61. Ποια η σημασία των φυλακτών;

Πολλοί όταν ζητούν τους εξορκισμούς μετά το πέρας ή προ αυτών ζητούν να τους δοθεί κι ένα φυλαχτό. Πολλοί άνθρωποι φέρουν φυλαχτά πάνω τους. Είναι πολύ παλιά η παράδοση των φυλαχτών. Τα φυλαχτά τα φορούν οι άνθρωποι για να προστατεύονται από το κακό. Χρειάζεται όμως μια ιδιαίτερη προσοχή στο θέμα αυτό. Πολλοί άνθρωποι τα φυλαχτά τα θεωρούν μαγικά, ότι δήθεν έχουν κάποιες δυνάμεις ανώτερες εξισώνοντας τα λανθασμένα με την ίδια τη θεότητα. Και σ' αυτό το κεφάλαιο επικρατεί μεγάλη άγνοια. Οι χριστιανοί μπερδεύουν διάφορες χριστιανικές αντιλήψεις με δοξασίες, δεισιδαιμονίες και θεία αντικείμενα (όπως ζέον, ευχέλαιο κι άλλα) προκειμένου να πετύχουν να αποκτήσουν ένα φυλαχτό.
Τα φυλαχτά είναι υφάσματα διαφόρων σχημάτων, τετράγωνα ή τρίγωνα που μέσα τους περιέχουν διάφορα αγιωτικά είδη, λαδάκι κανδήλας, σταυρολούλουδα, κηρομαστίχη από τα εγκαίνια ναού ή από τη λευκή στολή του αρχιερέως που τέλεσε τα εγκαίνια, τεμάχια λειψάνων από άμφια αγίων, ή από τις παντόφλες αγίων που κατά παράδοση ως εκ θαύματος φθείρονται. Εκτός των ανωτέρω φυλαχτών τα οποία συνήθως οι χριστιανοί μας προμηθεύονται από τα ιερά μοναστήρια υπάρχουν και άλλα φυλαχτά τα οποία κυκλοφορούν στους μάγους κι ακόμη σε πανηγύρια που είναι φτιαγμένα από διάφορα είδη μαντικής τέχνης, όπως από πτερά και κόκκαλα νυκτερίδας, σκόρδο, ρίγανη, από πουκάμισο φιδιού κ.ά. Αυτά φυσικά τα φυλαχτά είναι επικίνδυνα για όσους τα φορούν και χρειάζεται προσοχή ποιος τα διακινεί και για ποιο σκοπό. Καλύτερο φυλαχτό στο στήθος του πιστού ανθρώπου είναι ο τίμιος Σταυρός.
Υπήρχε δε συνήθεια παλαιότερη ο επιστήθιος σταυρός να είναι κατασκευασμένος με κατάλληλη υποδοχή για την τοποθέτηση μέσα σ' αυτόν διαφόρων αγίων λειψάνων ως ευλογία. Ο τρόπος όμως αυτός διανομής των ιερών λειψάνων σε διαφόρους ανθρώπους ανευλαβείς οδήγησε την Εκκλησία να σταματήσει νωρίς αυτή την παράδοση από φόβο βεβηλώσεως των οσίων και ιερών και δη των ιερών λειψάνων της πίστεώς μας. Η χάρη του Σταυρού και μόνο του σχήματός του φυγαδεύει τα δαιμόνια και είναι ότι καλύτερο για φυλαχτό1.
Ο Γέροντας Παΐσιος ερωτώμενος για τα φυλαχτά έλεγε: "Καλύτερα να δίνετε σταυρουδάκια, όταν σας ζητούν φυλαχτό. Μην κάνετε φυλαχτά, γιατί και οι μάγοι τώρα κάνουν φυλαχτά. Βάζουν απ' έξω καμμιά εικονίτσα ή σταυρό, αλλά μέσα έχουν διάφορα μαγικά. Βλέπουν οι άνθρωποι την εικόνα ή τον σταυρό και μπερδεύονται. Να, πριν από μέρες μου έφεραν ένα φυλαχτό από έναν Τούρκο Ιμπραήμ, που είχε και σταυρό κεντημένο επάνω. Έχω μάθει και για έναν αθεόφοβο ότι τυλίγει διάφορες εικονίτσες και μέσα βάζει τρίχες, ξυλάκια, καρφίτσες, χάνδρες κ.λπ. Όταν η Εκκλησία τον ήλεγξε, είπε: "είμαι μέντιουμ", γιατί είναι ελεύθερα τα μέντιουμ, και έτσι κάνει ό,τι θέλει. Είπα σε κάποιον που είχε πάθει ζημιά από αυτόν: "Να πας να εξομολογηθείς, γιατί δέχεσαι επιδράσεις δαιμονικές". Πήγε, εξομολογήθηκε. Έρχεται μετά και μου λέει: "Δεν ένιωσα καμμιά διαφορά". "Βρε, μήπως έχεις τίποτε επάνω σου απ' αυτόν τον πλανεμένο;", τον ρωτάω. "Ναι, λέει, έχω ένα μικρό κουτάκι σαν μικρό Ευαγγέλιο". Το παίρνω, το ανοίγω και βρίσκω μέσα διάφορες εικονίτσες τυλιγμένες. Ξετυλίγω-ξετυλίγω και πιο μέσα είχε κάτι χάντρες, κάτι τρίχες, κάτι σαν ξύλα! Το πήρα και ελευθερώθηκε ο άνθρωπος. Βλέπεις τι τεχνίτης είναι ο διάβολος!" 2. Και συνέχισε ο Γέροντας λέγοντας: "Φορούν οι καημένοι άνθρωποι κάτι τέτοια φυλαχτά, δήθεν για να βοηθηθούν, και ταλαιπωρούνται. Αυτά πρέπει να τα κάψουν και να παραχώσουν την στάχτη ή να τα πετάξουν στην θάλασσα και να πάνε να εξομολογηθούν. Έτσι μόνον ελευθερώνονται. Είχε έρθει στο Καλύβι ένας νεαρός που είχε πολλά προβλήματα και βασανιζόταν σωματικά και ψυχικά πάνω από τέσσερα χρόνια. Ζούσε αμαρτωλή ζωή και τον τελευταίο καιρό είχε κλεισθεί στο σπίτι του• δεν ήθελε να βλέπει άνθρωπο. Δυο φίλοι του που έρχονταν τακτικά στο Άγιον Όρος, τον έπεισαν μετά από πολλές δυσκολίες να τον πάρουν μαζί τους στο Όρος, με σκοπό να τον φέρουν στο Καλύβι. Στην διαδρομή από την Ουρανούπολη μέχρι την Δάφνη, κάθε φορά που το καράβι έπιανε σε σκάλα μοναστηριού, ο νεαρός σωριαζόταν κάτω. Οι φίλοι του με τους πατέρες που ήταν στο καράβι προσπαθούσαν να τον συνεφέρουν λέγοντας την ευχή. Με πολλή δυσκολία έφθασαν στο Καλύβι. Ο καημένος μου άνοιξε την καρδιά του, μου μίλησε για την ζωή του. Είδα ότι βασανιζόταν από κάποια δαιμονική επήρεια. Του είπα να πάει να εξομολογηθεί εκεί σε έναν πνευματικό, να κάνει ό,τι του πει, και θα γίνει καλά. Πράγματι πήγε και εξομολογήθηκε. Όταν μπήκαν στο καράβι, για να επιστρέψουν, είπε στους φίλους του ότι ο πνευματικός του είπε να πετάξει στην θάλασσα το φυλαχτό που του είχε δώσει κάποιος γνωστός του και το φορούσε επάνω του, αλλά του ήταν αδύνατο να το κάνει. Όσο κι αν οι φίλοι του τον παρακαλούσαν να σηκωθεί να το πετάξει, εκείνος έμενε σαν άγαλμα. Δεν μπορούσε να σηκωθεί από το κάθισμα. Τότε τον έπιασαν και με πολύ κόπο τον έβγαλαν έξω στο κατάστρωμα. Με την βοήθεια τους ο νεαρός κατάφερε να βγάλει το φυλαχτό και να το αφήσει να πέσει στην θάλασσα, γιατί δεν είχε την δύναμη να το πετάξει. Αμέσως αισθάνθηκε να ελευθερώνονται τα χέρια του και το ταλαιπωρημένο σώμα του απέκτησε δύναμη. Άρχισε από την χαρά του να χοροπηδά στον διάδρομο γεμάτος ζωντάνια και να δοκιμάζει την δύναμη των χεριών του στα σίδερα και στα τοιχώματα του πλοίου"3.
Τέλος, τα φυλαχτά από μόνα τους δεν σώζουν, εάν δεν υπάρχει πίστη στο Θεό, συνοδευομένη από τη συμμετοχή στα ιερά μυστήρια της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Τα φυλαχτά είναι μέσα ιερά προς σωτηρίαν, δεν είναι μόδα. Είναι δε και αυτά τα φυλαχτά μεταδοτικά της χάριτος του Θεού. 
1 Για περισσότερα βλ. Παρασκευόπουλος 1, σ. 10-14.
2 Γέρων Παΐσιος Γ΄, σ. 178-179.
3 Γέρων Παΐσίος Γ΄, σ. 179-180.

62. Γιατί συνηθίζεται να σκεπάζεται το κεφάλι των κεκοιμημένων;

Στο κεφάλαιο αυτό αναφέρουμε και την πολύ παλαιά συνήθεια να σκεπάζεται το κεφάλι των κεκοιμημένων. Το αναφέρουμε εδώ, γιατί αυτή η συνήθεια επικρατεί μέχρι και σήμερα μαζί με το σάββανο. Η συνήθεια αυτή διατηρείται και στις μοναχικές διατάξεις, όπου το κεφάλι του κεκοιμημένου από τη στιγμή που ενδύεται ο κεκοιμημένος τα μοναχικά του, παραμένει καλυμμένο μέχρι και αυτής της ταφής. Το ειδικό αυτό ύφασμα που εκάλυπτε την κεφαλή του κεκοιμημένου έχει διάφορα ονόματα όπως: «σουδάριον προσώπου» κατά τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης ή «κάλυμμα της θήκης» κατά τον άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο1. Αυτά τα καλύμματα φαίνεται - σύμφωνα με τη μαρτυρία του αγίου Γρηγορίου Νύσσης τα έπαιρνε κατά την ταφή ο πιστός λαός για ευλογία. Έτσι «τα σουδάρια των προσώπων αυτού (ενν. του αγίου Μελετίου επισκόπου Αντιοχείας) εις φυλακτήρια των πιστών διετίλλετο» 2. Στον βίο της αγίας Μακρίνας της αδελφής του αγίου Γρηγορίου επισκόπου Νύσσης αναφέρει ο ίδιος: «Επειδή το ιερόν εκείνο πρόσωπον αι παρθένοι προσέβλεψαν... μιας τινός ατάκτως εκβοησάσης, ότι ουκέτι μετά την ώραν ταύτην το θεοειδές τούτο προσβλέψομεν πρόσωπον...» 3. Ακόμη και καθ' όλην την νεκρική πομπή της μεταφοράς της οσίας Μακρίνας το πρόσωπό της παρέμεινε σκεπασμένο. Όταν έφθασε η ώρα της ταφής το πρόσωπο της ξεσκεπάστηκε. Η συνήθεια της καλύψεως με το σάββανο συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Καθ' όλη την διάρκεια των μεταφορών το λείψανο παραμένει καλυμμένο. Η αποκάλυψη του προσώπου γίνεται κατά την ώρα της νεκρώσιμης ακολουθίας και κατά τη στιγμή της ταφής.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος αναφέρει σχετικά με το σκέπασμα του προσώπου του κεκοιμημένου στο Εγκώμιό του για τον Μέγα Βασίλειο: «Προεκομίζετο μεν ο άγιος, χερσίν αγίων υψούμενος σπουδή δ' ην εκάστω, τω μεν κρασπέδου λαβέσθαι, τω δε σκιάς, τω δε του ιεροφόρου σκίμποδος, και ψαυσαι μόνον τι γάρ εκείνου του σώματος ιερώτερον τε και καθαρώτερον; τω δε των αγόντων ελθείν πλησίον, τω δε της θείας απολαύσαι μόνης, ως τι κακείνης πεμπούσης όφελος» 4.
Στο κεφάλαιο αυτό πρέπει να προσθέσουμε και κάποια παράξενη και ξενική συνήθεια για την καθ' ημάς Ανατολική Ορθόδοξο Εκκλησία που είναι το κλείσιμο και το σφράγισμα του φερέτρου
του κεκοιμημένου προκειμένου να μην τον αντικρύσουν οι άνθρωποι και φοβηθούν. Υπογραμμίζουμε και σε άλλο σημείο του βιβλίου μας τη συνήθεια να μην έρχεται αντιμέτωπος ο άνθρωπος με τους νεκρούς. Αυτό φανερώνει κάποια αποξένωση από την πραγματικότητα. Κάποιοι διατείνονται και λένε υποστηρίζοντας το
σφράγισμα των φερέτρων ότι οι συγγενείς δεν πρέπει να βλέπουν τον κεκοιμημένο τους, για να μη χαλάσει η εικόνα που είχαν γι' αυτόν όπως ήταν εν ζωή. Αυτή δεν είναι σωστή αντιμετώπιση. Δυστυχώς τελευταίως παρατηρείται η ίδια κατάσταση και σε εκκλησιαστικά πρόσωπα, επισκόπους και ιερείς, γεγονός που προξενεί αλλοίωση της ιεράς Παραδόσεώς μας. 
1 ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ 4, P.G. 55,512.
2 ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ 1, P.G. 46,861.
3 ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ, σ. 84.
4 ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, P.G. 36, AB.

63. Γιατί τοποθετείται ιερά εικόνα ή ευαγγέλιο στο σκήνωμα του κεκοιμημένου;

Αφού ετοιμασθεί το λείψανο και τακτοποιηθεί στο φέρετρο τοποθετείται και η εικόνα του Δεσπότου Χριστού. Για τους κληρικούς κεκοιμημένους αντί της εικόνας τοποθετείται πάνω τους το ιερό Ευαγγέλιο. Πρώτη χειρόγραφη μαρτυρία περί αυτής της συνήθειας εντοπίζεται στον χειρόγραφο κώδικα της Κρυπτοφέρρης1: «Και ει μεν έστιν ηγούμενος, ή πρεσβύτερος, ή διάκονος ο τετελευτηκώς, τίθεται... το Ευαγγέλιον επί το στήθος αυτού».
Η τοποθέτηση της εικόνος του Χριστού δείχνει την πίστη των ανθρώπων και της Εκκλησίας ότι μόνο ο Χριστός σώζει.
Την εικόνα ή το Ευαγγέλιο το ασπάζονται όσοι προσέρχονται στον κεκοιμημένο.
Αυτή η τάξη επικρατεί και όταν ο κεκοιμημένος βρίσκεται στο σπίτι του και στο ναό. Συνηθίζουν δε οι πιστοί μας να βάζουν μαζί με τον κεκοιμημένο μια μικρή εικόνα του Χριστού, ενώ στους κεκοιμημένους ιερείς μας τοποθετούν το ευαγγέλιο.
Ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης ανακεφαλαιώνοντας όλη την προγενέστερη παράδοση τονίζει για την τοποθέτηση της αγίας εικόνος πάνω στο λείψανο του κεκοιμημένου τα ακόλουθα: Η εικόνα που τίθεται πάνω στον κεκοιμημένο φανερώνει την πίστη και την αγάπη του για το Χριστό, στον οποίο και παρέδωσε την ψυχή του. «Και εικόνα αυτού ούπερ ηγάπησεν, επάνω τιθέασι... Άνω δε τούτων (κεκοιμημένων) Ιερόν τιθέασιν έπιπλον, ότι πιστός τε και ιερός και υπό την του Χριστού σκέπην. Και εικών επάνω τούτου διά την εις Χριστόν πίστιν τίθεται• και ότι τούτω παρέδωκε την ψυχήν» 2. Στους κεκοιμημένους ιερωμένους επεκράτησε να τοποθετείται το ιερόν Ευαγγέλιον, ενώ στους λαϊκούς και μοναχούς η εικόνα3. Την τοποθέτηση του Ευαγγελίου στους ιερωμένους τη γνωρίζει και ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης: «Εις τας χείρας δε το Ευαγγέλιον» 4.
Σε μεταγενέστερη εποχή είχε επικρατήσει στα χέρια των κεκοιμημένων αρχιερέων να τοποθετείται άγιος άρτος: «προς αποτροπήν των δαιμονίων και ίνα δι' αυτού εφοδιάζηται προς ουρανόν ο του μεγάλου καταξιωθείς επαγγέλματος» όπως αναφέρει ο Θεόδωρος Βάλσαμων, ερμηνεύοντας τον 83ο κανόνα της εν Τρούλλω Στ' Οικουμενικής Συνόδου5. Η πράξη όμως αυτή ευτυχώς δεν διεσώθη. 
1 Βλέπε χειρ. κωδ. Crypt, gr. Γ. β. XLIII (XI αι.).
2 ΣΥΜΕΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, P.G. 155,676D.
3 ΚΟΥΚΟΥΛΕ, σ. 10.
4 ΣΥΜΕΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, P.G. 155,676ΑΒ.
5 ΚΟΥΚΟΥΛΕ, σ. 10-11.

64. Τι οφείλει να κάνει η οικογένεια για τον κεκοιμημένο της όταν έλθει ο θάνατος;

Πρώτο μέλημα της οικογενείας του κεκοιμημένου είναι να προσκαλέσει τον Ιερέα για την τέλεση του πρώτου Τρισάγιου. Για το Τρισάγιον απαιτείται οπωσδήποτε θυμιατό. Η παρουσία του ιερέα στο σπίτι του κεκοιμημένου παραμυθεί τους πενθούντας καθώς δίδει και αφορμή στον ποιμένα να παρηγορήσει και να νουθετήσει καταλλήλως τα πνευματικά του παιδιά. Το Τρισάγιον είναι μια προοιμιακή προσευχή που κάνει η αγία μας Εκκλησία για τον κεκοιμημένο πριν την εξόδιο ακολουθία. Τρισάγια είθισται να τελούν και όσοι από τους ιερείς προσέρχονται στο σπίτι του κεκοιμημένου για να συλλυπηθούν. Όλα αυτά είναι εκδηλώσεις αγάπης και συμπαράστασης προς τους πενθούντας και ως τέτοιες πρέπει να κατανοούνται και να εκλαμβάνονται. Στην επαρχία το δεύτερο Τρισάγιον στον κεκοιμημένο γίνεται κατά την ώρα της εκφοράς από το σπίτι στο ναό, ως εναρκτήριος ακολουθία για την εξόδιο ενν. ακολουθία που θα ακολουθήσει. Στις μεγαλουπόλεις όπου το λείψανο μεταφέρεται από το σπίτι στο νεκροθάλαμο μέχρι την ώρα της κηδείας, το δεύτερο Τρισάγιον διαβάζεται στο ναό πριν την έναρξη της ακολουθίας της κηδείας.

65. Κατά την κηδεία ορθοδόξου χριστιανού διαβάζεται κάτι στο σπίτι ή στον ναό;

Μια πολύ ωραία συνήθεια με μοναστική προέλευση είναι η ανάγνωση ολοκλήρου του βιβλίου του Ψαλτηρίου. Η ανάγνωση του Ψαλτηρίου σύμφωνα με τις μοναστικές διατάξεις διαβάζεται για τους μοναχούς, ενώ για τους κεκοιμημένους ιερείς και αρχιερείς διαβάζεται ολόκληρο το Ευαγγέλιο, δηλαδή το λειτουργικό κείμενο. Η συνήθεια της αναγνώσεως του ψαλτηρίου κατά τις κηδείες που πέρασε και στην ενοριακή πράξη είναι έργο του αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου1. Έτσι σήμερα εξ επιδράσεως καλής διαβάζεται το Ψαλτήριον και στους λαϊκούς. Με τον τρόπο αυτό τηρείται τάξη και ευπρέπεια στις κηδείες, αποφεύγονται δε οι πολυλογίες, τα σχόλια και κάθε είδους παρέκτροπα που δυστυχώς συμβαίνουν και σ' αυτές τις περιπτώσεις. Το διάβασμα του Ψαλτηρίου γίνεται από όλους τους παρευρισκομένους. Το ίδιο συμβαίνει και με την ανάγνωση του Ευαγγελίου στους κεκοιμημένους ιερείς, μόνο που το διαβάζουν Ιερείς φορεμένοι το επιτραχήλιον. Συνήθως το σκήνος των κεκοιμημένων ιερέων μεταφέρεται στο ναό όπου τελείται η θεία Λειτουργία, γίνεται η ανάγνωση του Ευαγγελίου από της Ωραίας Πύλης από τους ιερείς και ακολουθεί ο ασπασμός των πιστών. Τον κεκοιμημένο ιερέα πλένουν, ενδύουν, διαβάζουν και μεταφέρουν μόνο οι ιερείς και όχι οι λαϊκοί. Αυτή η τάξη απαντά σε όλα τα παλαιά χειρόγραφα. Υπάρχει δε σημείωση ότι ο κάθε βαθμός ιεροσύνης τακτοποιεί τον κεκοιμημένο της τάξεώς του. Έτσι τον κεκοιμημένο επίσκοπο τακτοποιούν επίσκοποι, τον πρεσβύτερο αντίστοιχα πρεσβύτεροι και τον διάκονο διάκονοι. Τον δε μοναχό ή μοναχή τακτοποιούν αντιστοίχως μοναχοί ή μοναχές.
Κατά τη μεταγενέστερη και νεώτερη χειρόγραφη παράδοση έχουμε πληροφορίες για την ανάγνωση του Ψαλτήρος και του Ευαγγελίου. Σ' έναν χειρόγραφο κώδικα της Μονής Εσφιγμένου του Αγίου Όρους 214 του 16ου αι. στην ακολουθία εις ιερέα κεκοιμημένον αναφέρεται η ανάγνωση του Ψαλτηρίου και του Ευαγγελίου καθ' όλην την διάρκεια της νύκτας: «Και λαβών το Ψαλτήριον, ψάλλει αυτό ο αναγνώστης, και ο ιερεύς αναγινώσκει το Ευαγγέλιον όλον δι' όλης της νυκτός». Ένας άλλος αγιορείτικος χειρ. κωδ. της Μονής Παντελεήμονος 604 του 15ου αι. κάνει λόγο περί της αναγνώσεως ολοκλήρου του Ψαλτηρίου. Πρόκειται περί ενός «Σχηματολογίου» που επιγράφεται: «Σχηματολόγιον Θεοδώρου ομολογητού, ηγουμένου των Στουδίου».
Ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης γνωρίζει τη συνήθεια της αναγνώσεως εις μεν τους κοιμηθέντας αρχιερείς και ιερείς του Ευαγγελίου, εις δε τους μοναχούς του Ψαλτηρίου. «Εις τας χείρας δε (του κοιμηθέντος αρχιερέως και ιερέως) διδόασιν το ιερόν Ευαγγέλιον ο δη και πρότερον αναγινώσκεται επ' αυτόν ήδη τελευτώντα• ή και μετά θάνατον, ει ο καιρός δίδωσιν, ως ευαγγελικόν αυτόν ζήσαντα• άμα δε και εις ιλασμόν και αγιασμόν αυτού εκ των θειοτάτων λογίων τίνα γαρ έτερα εις εξιλέωσιν Θεού μείζονα υπέρ του κειμένου έσται ή ταύτα λεγόμενα; Σάρκωσις Θεού καταγγελλόμενη, διδασκαλίαι, μυστήρια, δόσις αφέσεως εγκλημάτων, τα υπέρ ημών πάθη, ο ζωοποιός θάνατος, και η έγερσις• υπέρ άπασαν ουν ταύτα ακολουθίαν και λεκτέον επί τοις ιερωμένοις. Επί δε μονάζουσι το Ψαλτήριον, ο και φυλάσσεται παρά τοις πολλοίς έτι, και έως του νυν λέγεται» 2. 
1 ΡΟΜΠΟΤΗΣ, σ. 281-282.
2 ΣΥΜΕΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, P.G. 155,676ΑΒ.

66. Πρέπει να στολίζεται με άνθη ο κεκοιμημένος;

Προσφορά αγάπης προς τον κεκοιμημένο αποτελούν τα άνθη. Όχι μόνο για τους ζώντες τα λουλούδια, αλλά και για τους κεκοιμημένους μας. Στις επαρχίες και στα χωριά ο καθένας που θα προσκυνήσει τον κεκοιμημένο φέρνει μαζί του άνθη τα οποία έχει καλλιεργήσει στην αυλή του. Στις πόλεις οι άνθρωποι προμηθεύονται τα άνθη από τα ανθοπωλεία. Η προσφορά των ανθέων στους κεκοιμημένους εντάσσεται στην προετοιμασία και ευπρέπειά τους, την οποία εμείς οι ορθόδοξοι πολύ προσέχουμε.

67. Ο κεκοιμημένος πρέπει να θυμιατίζεται;

Η συνήθεια να θυμιάζεται ο κεκοιμημένος είναι πολύ παλαιά. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στο έργο του• «Εις τον βίον της αγίας Ολυμπιάδος» αναφέρει σχετικά περί του θυμιάματος κατά τη νεκρώσιμη πομπή1.
Αλλά και ο Τερτυλλιανός2 αναφέρει για τη χρήση του θυμιάματος κατά τις νεκρώσιμες ακολουθίες3.
Ο άγιος Ιωάννης Μόσχος στο κεφ. 57ο του Λειμωνάριου αναφέρει ότι κατά την κηδεία συνηθιζόταν να γίνεται προσφορά θυμιάματος. Το θυμίαμα ήταν μια προσφορά και ένδειξη τιμής για τον κεκοιμημένο καθώς και μια ορατή δέηση προς το Θεό. Από την πληροφορία που μας δίνει η διήγηση καταλαβαίνουμε ότι το θυμίαμα ήταν ένα από τα κύρια στοιχεία των νεκρώσιμων τιμών και χρησιμοποιούνταν ιδιαίτερα από τους ασκητές στην λατρεία τους. «Ο στυλίτης Συμεών, ο οποίος ζούσε κοντά στην πόλη των Αιγαιών, και ετελειώθη χτυπημένος από κεραυνό. Τότε ο αββάς Ιουλιανός ο στυλίτης, ο οποίος ασκήτευε στον κόλπο, λέει στους μαθητές του σε ώρα όχι τη συνηθισμένη• Βάλτε θυμίαμα. Αυτοί του είπαν. Πες μας την αιτία, πάτερ. Τους λέει. Ο αδελφός μας Συμεών, ο οποίος ασκήτευε στις Αιγαιές, χτυπήθηκε από κεραυνό και να πού φεύγει η ψυχή του με χαρά» 4. 
1 ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ 5, σ. 430.
2 Στο έργο του adversus gentes, κεφ. 42.
3 GOAR 434.
4 ΙΩΑΝΝΟΥ ΜΟΣΧΟΥ, σ. 66.

68. Ποια είναι η τυπική διάταξη της νεκρωσίμου ακολουθίας εις τα Μεθέορτα του Πάσχα;

Ακολουθία νεκρώσιμος εις τα Μεθέορτα του Πάσχα:
Εν τω οίκω: Ο Ιερεύς βάζει Ευλογητός, το• Χριστός ανέστη αντί Τρισαγίου το• Παναγία Τριάς, Πάτερ ημών, Ότι σου έστιν. Είτα τα τέσσερα Τροπάρια• Μετά πνευμάτων δικαίων..., η αίτησις, η ευχή• Ο Θεός των πνευμάτων, η εκφώνηση. Ότι συ ει η ανάστασις... και η απόλυσις με το• Χριστός ανέστη, αντί του Δι' ευχών.
Εν τω Ναώ• Ο ιερεύς βάζει Ευλογητός, Χριστός ανέστη, υπ' αυτού άπαξ και υπό των ψαλτών δις. Κατόπιν ακολουθεί ο άμωμος και η ακολουθία κανονικά και τέλος αντί τού• Δεύτε τελευταίον ασπασμόν, ψάλλεται το• Αναστάσεως ημέρα και αντί του Δι' ευχών, το• Χριστός ανέστη.
Καθ' οδόν εις τον τάφον ψάλλεται το• Αναστάσεως ημέρα.
Εν τω τάφω αναγινώσκεται το Νεκρώσιμον Τρισάγιον όπως προαναφέρεται εν τω οίκω1. 
1 ΕΥΧΟΛΟΓΙΟΝ ΣΑΛΙΒΕΡΟΥ, σ. 253-254.

69. Επιτρέπεται να γίνεται κηδεία στους αυτόχειρες;

Το παραπάνω ερώτημα είναι πολύ σοβαρό και πρέπει να εξετάζεται από τον ιερέα με μεγάλη σύνεση. Πρωτίστως πρέπει να διαπιστώσει, εάν εκείνος που έπραξε την αυτοχειρία, είχε σώας τας φρένας. Αυτό άλλωστε ορίζει και η απόκριση στο 14ο ερώτημα στον Τιμόθεο Αλεξανδρείας• «Υπέρ αυτού διακρίναι ο κληρικός οφείλει, ει το αληθές έκφρων ων πεποίηκε τούτο... Δει ουν πάντως τον Κληρικόν μετά ακριβείας ερευνήσαι, ίνα μη υπό κρίμα πέση» 1. Το 14ο ερώτημα στον Τιμόθεο Αλεξανδρείας αφορά το, εάν επιτρέπεται να τελείται θεία Λειτουργία και μνημόσυνο για εκείνον που αυτοκτόνησε. Η απόκριση του Τιμοθέου Αλεξανδρείας είναι ότι, εάν είχε σώας τας φρένας, δεν επιτρέπεται. Πολλές φορές όμως συγγενείς και φίλοι θέλοντας να επιβάλλουν την τέλεση θείας Λειτουργίας μεταχειρίζονται "ψέματα ότι δήθεν ο αυτόχειρας δεν είχε τα λογικά του. Υπάρχουν φορές που κάποιος αυτοκτονεί εξ αιτίας προσβολής και ενοχλήσεως που δέχθηκε από συνανθρώπους του, ή καθόλου απίθανο και από την ολιγοπιστία ή και από υπερβολική λύπη. Σ' αυτές τις περιπτώσεις που ο αυτόχειρας είχε σώας τας φρένας πρέπει η ποιμαίνουσα Εκκλησία να μην τελεί θεία Λειτουργία, ούτε και μνημόσυνα.
Την παραπάνω θέση όμως διασκεδάζουν οι άνθρωποι ισχυριζόμενοι πάντοτε ότι υπήρχαν ψυχολογικά προβλήματα. Έτσι κάποιοι ιερωμένοι και πολλές φορές ιδιαιτέρως στις μεγαλουπόλεις που οι ενορίες είναι υπερμεγέθεις συμβαίνει να τελούν εν αγνοία τους κηδείες προβληματικές, ως είναι και των αυτοχείρων.
Ακόμη συμβαίνει να υποστηρίζουν πολλοί προκειμένου να δικαιολογήσουν τον οποιοδήποτε αυτόχειρα ότι, για να φθάσει στην πράξη αυτή, δεν πρέπει να είχε σώας τας φρένας. Η δικαιολογία αυτών που λέγουν και πρεσβεύουν αυτά δεν στέκει. Ο Τιμόθεος Αλεξανδρείας διαχωρίζει μεταξύ φρονίμων και αφρόνων ανθρώπων που τελούν την πράξη της αυτοκτονίας.
Αλλά και οι πιστοί άνθρωποι της Εκκλησίας πρέπει να προφυλάσσουν τον κληρικό από το κρίμα που επωμίζεται και να ενημερώνουν εγκαίρως τον ποιμένα, για να γνωρίζει το τι πάει να πράξει.
Τελευταίως η αγία μας Εκκλησία δείχνει μεγάλη φιλανθρωπία. Αυτή η αγάπη της Εκκλησίας μας δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως αδυναμία, αλλά ως έχουσα και ασκούσα αυτή τη φιλανθρωπία προς το συμφέρον των πιστών της. Δυστυχώς όμως και στο θέμα της αυτοχειρίας η φιλανθρωπία πρέπει να ξαναβρεί τη χαμένη της θέση. Με τον τρόπο αυτό θα περιφρουρηθεί όχι μόνο το χαμένο ποίμνιο ενν. της Εκκλησίας, αλλά και το ενυπάρχον που πολλές φορές σκανδαλίζεται με τις πράξεις και τις ενέργειες της ποιμαίνουσας Εκκλησίας. Κάποτε πρέπει όσο φιλάνθρωπη κι αν είναι η Εκκλησία μας, να τηρεί τα καθορισμένα από τους αγίους Πατέρες Της. Και τούτο, γιατί κάτι ήξεραν εκείνοι που φωτισμένοι από το Άγιο Πνεύμα ζούσαν, έγραφαν και διαποίμεναν το λογικό ποίμνιο τους.
Πολλοί πάλι λένε ότι οι εποχές άλλαξαν και σήμερα ο άνθρωπος είναι πιο ευάλωτος στον πειρασμό της αυτοχειρίας εξ αιτίας των πολλών δυσκολιών και αντιξοοτήτων της ζωής. Για το λόγο δε αυτό θέλουν την Εκκλησία πιο επιεική στην εφαρμογή των κανόνων της. Η Εκκλησία στα όποια τέτοιου είδους επιχειρήματα έχει να πει ότι, όσο πιο πολύ απομακρύνεται ο άνθρωπος από το Θεό, τόσο πιο ευάλωτος γίνεται στον διάβολο που προσπαθεί να τον οδηγήσει στην κόλαση.
Τέλος, και αν ακόμη και την ποιμαίνουσα Εκκλησία την ξεγελάσουμε και την αναγκάσουμε να τελέσει την κηδεία αυτόχειρος, το Θεό μπορούμε να τον ξεγελάσουμε; Η κρίση του Θεού είναι δικαία. Και η κρίση των ιερέων αν είναι σωστή ή όχι κι αυτή θα κριθεί από το Θεό κατά την ημέρα της Κρίσεως και θα φανεί η αλήθεια. Πάντως χρειάζεται προσοχή και έρευνα το θέμα της αυτοχειρίας καθώς και μεγάλη σύνεση και γενναίο φρόνημα εκ μέρους των κληρικών που είναι οι θεματοφύλακες της πίστεώς μας. 
1 ΠΗΔΑΛΙΟΝ, σ. 673.

70. Επιτρέπεται να γίνεται ακολουθία σε αβάπτιστα νήπια;

Το θέμα αυτό απασχόλησε τελευταίως την Ιερά Σύνοδο «της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία και απεφάσισε στα πλαίσια της φιλανθρώπου οικονομίας της να τελεί μια μικρή ακολουθία εκκλησιαστικής ταφής των αβαπτίστων βρεφών, προκειμένου να παρηγορήσει τους γονείς του αποθανόντος αβαπτίστου νηπίου. Για το λόγο αυτό εξέδωσε σχετική Συνοδική Εγκύκλιο την 27161. Στην Εγκύκλιο τονίζεται ότι επιτρέπεται η ταφή με την απόλυτο προϋπόθεση ότι α) ο ένας τουλάχιστον από τους γονείς να είναι χριστιανός ορθόδοξος και να ζητήσει τούτο από την αρμόδια εκκλησιαστική του Αρχή και β) εξαντλήθηκαν όλες οι διευκολύνσεις που παρέχει η Εκκλησία μας για την έγκαιρο βάπτιση των σε κίνδυνο ευρισκομένων βρεφών, το γνωστό βάπτισμα της ανάγκης (=αεροβάπτισμα). Η εκκλησιαστική ταφή με την τέλεση της νεκρωσίμου ακολουθίας αποτελεί κατ' ακρίβειαν προνόμιο των Ορθοδόξων Χριστιανών που βρίσκονται σε κοινωνία με την Εκκλησία, μία ιδιότητα η οποία αποκτάται, όπως είναι γνωστό, με το μυστήριο του αγίου Βαπτίσματος. Για το λόγο αυτό και απαγορεύεται η τέλεση της νεκρωσίμου ακολουθίας στους αλλόθρησκους, τους κατηχουμένους και γενικά τους αβαπτίστους. Με την ίδια έννοια επιβάλλεται από την Εκκλησία το επιτίμιο της στερήσεως των επικήδειων και επιμνημοσύνων ακολουθιών στους αιρετικούς και γενικά σ' εκείνους που διαπράττουν σοβαρά εκκλησιαστικά αδικήματα.
Η Συνοδική εγκύκλιος απασχολείται επίσης και με το τι γίνεται με την τύχη αυτών των αβαπτίστων κεκοιμημένων βρεφών. Η κυριαρχούσα πατερική θεολογική άποψη είναι ότι τα αβάπτιστα βρέφη, εφόσον είναι φορείς του προπατορικού αμαρτήματος, δεν μπορούν να εισέλθουν στην Βασιλεία του Θεού. Ως απαλλαγμένα όμως τα βρέφη από κάθε άλλη αμαρτία εξαιρούνται της αιωνίου κολάσεως. Η σωτηρία όμως αυτών επαφίεται στην δικαιοκρισία και το έλεος του Θεού. Η σωτηριολογική αυτή σπουδαιότητα του αγίου Βαπτίσματος σε συνδυασμό προς την διαδεδομένη κατά την αρχαιότητα παιδική θνησιμότητα είναι ένας από τους σπουδαιότερους λόγους, οι οποίοι οδήγησαν στην καθιέρωση του νηπιοβαπτισμού. Αυτός δε ο θεσμός στηρίζεται στην επιθυμία και στη διαβεβαίωση των γονέων ότι θα αναθρέψουν τα παιδιά τους κατά τον κατάλληλο καιρό «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου». Μετά την καθιέρωση του νηπιοβαπτισμού τα αβάπτιστα τέκνα των χριστιανών γονέων θεωρούνται κατηχούμενα. Είναι ρητή η γνώμη επ' αυτού του αγίου Συμεών Θεσσαλονίκης. Αυτό γίνεται φανερώτερον ότι από τον 14ο αι. και εξής καθιερώνονται προοδευτικά οι λεγόμενες προβαπτισματικές ακολουθίες, στις οποίες μεταξύ των άλλων γίνεται κι ένα είδος προκαταρκτικού «εκκλησιασμού» των βρεφών.
Σύμφωνα με τα παραπάνω τα αβάπτιστα βρέφη των χριστιανών γονέων συμμετέχουν ανεμπόδιστα σε όλες τις μη μυστηριακές λειτουργικές ακολουθίες της Εκκλησίας όπως οι αρχαίοι κατηχούμενοι κυρίως για παιδαγωγικούς και ψυχολογικούς λόγους. Είναι δε γνωστές και οι υπέρ των κατηχουμένων δεήσεις της θείας Λειτουργίας, της οποίας το πρώτο μέρος χαρακτηρίζεται σήμερα ως «Λειτουργία των Κατηχουμένων».
Κατά συνέπεια μπορεί κατ' αρχήν για λόγους φιλανθρωπίας να τελεσθεί για τα αβάπτιστα βρέφη ανεμπόδιστα η Νεκρώσιμη ακολουθία, η οποία ως γνωστόν δεν αποτελεί μυστηριακή Ακολουθία κι έχει ως πρωτογενή χαρακτήρα την παράκληση των πενθούντων. Πολύ περισσότερο, όταν πρόκειται για μια πληγή, όπως αυτή του άωρου και αιφνίδιου θανάτου βρεφών, ο οποίος και αποτελεί πολύ μεγάλη δοκιμασία για την κατ' οίκον Εκκλησία, που είναι η οικογένεια.
Τέλος η Εκκλησία της Ελλάδος κατέληξε να αποδεχθεί την εκκλησιαστική ταφή των αβαπτίστων βρεφών και για τους εξής λόγους:
α) Η προσωπική αθωότητα των νηπίων, ως παθόντων και διαπραττόντων το κακόν κατά τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης, εν αντιθέσει προς τον ποινικό χαρακτήρα που έχει η στέρηση των επικηδείων προσευχών.
β) Η μέχρι σήμερα εφαρμοζόμενη πρακτική ενταφιασμού των αβαπτίστων θανόντων βρεφών στα χριστιανικά κοιμητήρια με την οποία εκφραζόταν η πεποίθηση ότι και αυτά διατελούν κάτω από τη σκέπη του Θεού.
γ) Η εμπειρία που απεκόμισε μέχρι σήμερα η Εκκλησία από τη στέρηση της εκκλησιαστικής ταφής προκαλώντας στο λαό την δημιουργία ποικίλων δεισιδαιμονιών και προλήψεων σχετιζομένων με την μετά θάνατο τύχη των ακήδευτων νηπίων, και
δ) Για αμφίβολες καταστάσεις όπως είναι η σωτηρία των αβαπτίστων νηπίων υπερίσχυσε η φιλανθρωπία της Εκκλησίας εν αντιθέσει προς την άρνηση της ταφής και τον προκύπτοντα σκανδαλισμό των πιστών που προκαλούσε και μάλιστα με την ευρεία δημοσιότητα που λαμβάνουν κατά τα τελευταία χρόνια τέτοιες περιπτώσεις. 
1 Βλέπε αριθμ. Πρωτ. 2505/1096/3-7-2001.

71. Ακολουθία εις ταφήν αβαπτίστου νηπίου χριστιανών γονέων

Το κείμενο της ακολουθίας εις ταφήν αβαπτίστου νηπίου χριστιανών γονέων έχει ως εξής:
Ο Ιερεύς ποιεί Ευλογητόν και αρξαμένης της εκφοράς του νεκρού ψάλλεται ο Τρισάγιος ύμνος μέχρι του ναού ή του τάφου. Εκεί αρχόμεθα του 118ου ψαλμού• «Άμωμοι εν οδώ...», άνευ αιτήσεων και εκφωνήσεων. Ακολούθως λέγονται τα τροπάρια• «Μετά πνευμάτων...» και Απόστολος και Ευαγγέλιον εκ της Νεκρωσίμου Ακολουθίας εις Νήπια1. Και επισυνάπτεται η Ευχή• «Ο φυλάσσων τα νήπια...» εκ της Νεκρωσίμου ακολουθίας εις Νήπια, ως και η κάτωθι ευχή εις πενθούντας• Κύριε Κύριε, η των θλιβομένων παραμυθία και των πενθούντων παράκλησις και πάντων των εν ολιγοψυχία αντίληψις υπάρχων, τους τω πένθει του κοιμηθέντος συνεχόμενους τη ση ευσπλαχνία παραμύθησαι• παν άλγος εγκείμενον εις την καρδίαν αυτών θεράπευσον και τον δούλον σου τόνδε (την δούλην σου τήνδε), επ' ελπίδι αναστάσεως κεκοιμημένον (-ην), εν κόλποις Αβραάμ ανάπαυσον. Συ γάρ ει η ανάστασις των σων δούλων και Σοι την δόξαν αναπέμπομεν, τω Πατρί καί τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. Και ακολουθεί η νεκρώσιμος απόλυσις.
Κατατεθέντος δε του νεκρού εν τω τάφω ο ιερεύς επιρρίπτει γην επιλέγων «Του Κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής...» και Δι' ευχών. 
1 Βλέπε τυπική διάταξη νεκρωσίμου ακολουθίας νηπίων, ΜΙΚΡΟΝ ΕΥΧΟΛΟΓΙΟΝ, σ. 268-274.

72. Τον Ιούλιο του 2011 σκοπεύω να παντρευτώ με θρησκευτικό γάμο. Ο κουμπάρος που πρόκειται να μας παντρέψει, θα έχει ήδη παντρευτεί, με θρησκευτικό γάμο, στις 15 Ιουνίου. Συγγενείς με ενημέρωσαν ότι δεν κάνει ο κουμπάρος να έχει "ακούσει" τα λόγια του μυστηρίου. Θεωρείτε ότι ισχύει κάτι τέτοιο; Μήπως πρόκειται για προλήψεις;

Tὸ ἐρώτημά σας εἶναι ἀπὸ τὰ γνωστὰ κοινότυπα ἐρωτήματα ποὺ θέτουν κατὰ καιροὺς πολλοὶ χριστιανοί μας. Ἐν πρώτοις θὰ ἤθελα νὰ σᾶς εὐχηθῶ καλὴ πνευματικὴ προετοιμασία γιὰ τὸ γάμο σας. Μιὰ προετοιμασία ποὺ εὔχομαι ὁλόψυχα νὰ μὴν παραμείνει μόνο στὰ ἐξωτερικὰ πράγματα ποὺ συνδέονται μὲ τὸ μυστήριο τοῦ γάμου, ἀλλὰ νὰ φθάσει πνευματικῶς βαθειὰ ὥστε νὰ βάλετε καὶ οἱ δυό μελλόνυμφοι γερὰ καὶ ἀκράδαντα θεμέλια στὸ γάμο σας. Αὐτὸ γίνεται μὲ τὸ ἱερὸ μυστήριο τῆς μετανοίας-ἐξομολογήσεως. Ἐρχόμενος τώρα στὸ ἐρώτημά σας θὰ ἤθελα νὰ σᾶς πῶ ὅτι καὶ ὅσα ἀφοροῦν τὰ τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου τὰ ἔχει καταγράψει ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία καὶ ἡ ἱερὰ Παράδοση Της.
Ἔτσι τὸ ἐρώτημά σας πρέπει νὰ τὸ φιλτράρουμε πρῶτα ὄχι στὸ τί λέει ἡ ἰσχυρίζεται κάποιος συγγενεῖς ἤ φίλος μας περὶ τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ τὸ τί λέει ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία. Δυστυχῶς πολλὰ λέγονται καὶ γράφονται περὶ τῆς Ἐκκλησίας μας ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ λένε ὅτι ἀγαποῦν ἤ γνωρίζουν τὰ περὶ τῆς πίστεως, ἀλλὰ τὶς περισσότερες φορὲς εἶναι σκουριές, κάτι ποὺ ὁμοιάζει μὲ προλήψεις καὶ δεισιδαιμονίες. Ἔτσι ὁ μόνος ἀλάνθαστος δρόμος γιὰ νὰ λάβουμε μιὰ σωστὴ ἀπάντηση στὰ περὶ τῆς πίστεώς μας ἐρωτήματα εἶναι ἡ διὰ τῆς Ἐκκλησίας ἀπάντηση, ποὺ δίδεται ὅταν ἐρωτᾶμε τὸν πνευματικό μας ἐξομολόγό μας. Ἡ ἀπάντηση στὸ ὡς ἄνω ἐρώτημά σας εἶναι ὅτι δὲν ἰσχύουν αὐτὰ ποὺ σᾶς λένε περὶ τοῦ μέλλοντος κουμπάρου σας, τὸ ὀρθότερον εἶναι νὰ λέμε παράνυμφος. Τί θὰ πεῖ μᾶς μὴν ἀκούσει τὰ ἴδια λόγια τοῦ γάμου; Ὁ διάβολος προσπαθεῖ μὲ κάθε τρόπο νὰ ἀποτρέπει τὸ καλὸ καὶ τὸ χρήσιμο ἀπὸ τὴ ζωή μας. Κι ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία μᾶς λέει καλὸ θὰ εἶναι καὶ ὅλη τὴν ἡμέρα νὰ εἴμαστε στὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ μας, νὰ ἀκροώμεθα τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ, νὰ συμμετέχουμε προσευχητικὰ στὰ τῆς λατρείας καὶ τῶν ἱερῶν μυστηρίων πὸὺ τελοῦνται μέσα στὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ, εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποτρέπει ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὰ παιδιά της νὰ μὴν ἀκοῦν καὶ νὰ ξανακοῦν τὰ λόγια τῶν ἱερῶν μυστηρίων της; Πρόκειται περὶ μιᾶς προφανῶς τοπικῆς δεισιδαιμονίας. Θὰ παρακαλοῦσα νὰ πηγαίνατε νὰ ἐξομολογηθεῖτε στὸν πνευματικό σας. Ἄν δὲν ἔχετε μπορεῖτε νὰ βρεῖτε κάποιον ἐξομολόγο ἀπὸ τὴν ἐνορία σας. Ἔτσι θὰ ἀνακαλύψετε στὴ ζωή σας ὅτι πολλὰ ἀπ' ὅσα λέγονται ἀπὸ διαφόρους περὶ τῆς πίστεως καὶ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πολὺ μακρὰν ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια. Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία δὲν ἀσχολεῖται μὲ τίποτα κρυφό. Ὅλη ἡ ὀρθόδοξη λατρεία εἶναι ἀληθινή καὶ γίνεται στὰ φανερά καὶ μποροῦν ὅλα τὰ πιστὰ μέλη της νὰ τὴν παρακολουθήσουν. Δὲν ἔχει ἡ Ὀρθοδοξία κλειστὰ club μὲ πιστούς της στοὺς ὁποίους μιλάει καὶ ἀποκαλύπτει γρίφους, δεισιδαιμονίες καὶ τοὺς ἀπασχολεῖ μὲ τὴ διδασκαλία προλήψεων. Ἀντιθέτως ἡ ἀλήθεια τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ μας ἀποδιώχνει τὸ σκότος καὶ τὰ πιστὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, τὰ παιδιὰ τοῦ Θεοῦ γνωρίζουν τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν ἀκολουθοῦν χωρὶς σπαζοκεφαλιὲς καὶ αἰνίγματα. Ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ κάνει τὸν πιστὸ χαρούμενο. Ποτὲ στὴν Ἐκκλησία ὁ πιστὸς δὲν προβληματίζεται μὲ προλήψεις, οὔτε μὲ δεισιδαιμονίες γιατὶ γνωρίζει ὅτι ὅλα αὐτὰ εἶναι ἐπινοήματα καὶ παγίδες τοῦ διαβόλου. Μόνον ὅποιος ζεῖ μακρυὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ πέφτει σ' αὐτὲς τὶς παγίδες ποὺ τοῦ στήνει ὁ διάβολος.
Ἔτσι πολλὲς φορὲς στὴ ζωή μας ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι πολλοὶ ἀπὸ τοὺς πιστούς μας μπορεῖ νὰ γνωρίζουν τὴν ἐπιφάνεια τῆς πίστεως, ὅταν ὅμως ἀγνοοῦν τὸ βάθος, τὴν αἰτία τῶν πραττομένων, τὸ πῶς καὶ τὸ γιατὶ τῶν ἱερῶν μυστηρίων καὶ τελετῶν τῆς Ἐκκλησίας, τότε βιώνουν τὴν πίστη σὰν κάτι τὸ μαγικό καὶ ἀπροσπέλαστο. Αὐτὸ τὸ τελευταῖο εἶναι τὸ τραγικὸ τῆς χριστιανικῆς ζωῆς μας. Ἐνῶ εἴμαστε βαπτισμένα μέλη τῆς Ἐκκλησίας καὶ θὰ ἔπρεπε νὰ γνωρίζουμε τὴν Ὀρθόδοξη Κατήχηση, ἐμεῖς ἀγνοοῦμε ὄχι μόνον τοὺς τύπους τῆς λατρείας μας ἀλλὰ καὶ τὴν οὐσία τους. Ἔτσι ἐτσιθελικὰ παραμένουμε ξεκομμένοι ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη μας. Μὲ ὅσα ἔγραψα στὴν ἀπάντησή μου αὐτὴ στὸ ἐρώτημά σας μπορεῖ νὰ σᾶς προβλημάτισα.
Πάντως ὁ γάμος σας γίνεται, ἀρκεῖ ὁ παράνυμφος σας νὰ γίνει κι αὐτὸς κοινωνὸς τῶν ὅσων σᾶς ἀπήντησα.
Μὲ τὸ καλὸ καὶ μὲ τὴ Χάρη τοῦ Κυρίου μας νὰ ἔλθει ἡ εὐλογημένη ὥρα τοῦ γάμου σας.
Τὰ ὅσα ἔγραψα γιὰ ἐσᾶς ἰσχύουν καὶ γιὰ τὸν παράνυμφό σας.
Εὐχὲς πολλὲς του π. Θεμιστοκλῆ Χριστοδούλου.

* Ἄν θέλετε γιὰ μιὰ καλὴ προτοιμασία γιὰ τὸ μυστήριο τοῦ γάμου σας διαβάστε καὶ τὸ βιβλίο μου "Πρακτικὸς Ὁδηγὸς Μελλονύμφων", ἐκδ. Ὁμολογία, σὲ ὅλα τὰ καλὰ χριστιανικὰ βιβλιοπωλεῖα.

73.Τελείται θεία Λειτουργία κατά τη νεκρώσιμη ακολουθία; Ποια είναι η ιστορία αυτής της παραδόσεως; Γιατί σταμάτησε αυτή να τελείται;

Σύμφωνα με τα δεδομένα της λειτουργικής επιστήμης, τα μέχρι σήμερα, κατά τους πρώτους αιώνες μέχρι και τον 10ο αι. μ.Χ. δεν υπήρχε συγκροτημένη μορφή νεκρωσίμου ακολουθίας. Υπήρχε όμως μια πλούσια ευχολογία, δηλ. πολλές νεκρώσιμες ευχές εις κεκοιμημένους, καθώς και πολλά αποστολοευαγγέλια εις κοιμηθέντας, όπως επίσης και οπισθάμβωνες νεκρώσιμες ευχές. Αυτό το λειτουργικό κενό στην Ιστορία της λατρείας το καλύπτει η σύνδεση της νεκρωσίμου ακολουθίας με τη θεία Λειτουργία. Παλαιότερα όλα τα μυστήρια ήταν συνδεδεμένα με τη θεία Λειτουργία. Κι επειδή η νεκρώσιμη ακολουθία έχει σχέση με τη θεία Λειτουργία στο γεγονός ότι κατά την τέλεση της (ενν. της θείας Λειτουργίας) υπάρχει άρρηκτος δεσμός στρατευομένης Εκκλησίας, πού είναι η ζώσα, μετά της θριαμβευούσης που είναι η κεκοιμημένη. Κι αυτός ο δεσμός φαίνεται στο κοινό ποτήριο ζωής.
«Αμέσους πληροφορίας περί του τρόπου τελέσεως της νεκρωσίμου ακολουθίας συνδεδεμένης μετά της θείας Ευχαριστίας δεν έχομεν. Τούτο μάλιστα δεν σημαίνει ότι κατά τους πρώτους αιώνες επ' ευκαιρία του θανάτου μέλους τινός της Εκκλησίας δεν ετελείτο η θεία Ευχαριστία» 1.
Σημαντική είναι η πληροφορία περί τελέσεως θείας Ευχαριστίας κατά την κηδεία του βασιλέως Κωνσταντίνου (+340) που μας δίδει ο ιστορικός Ευσέβιος Καισαρείας: «Επεί δ' υπεχώρει συν τοις στρατιωτικοίς τάγμασι, μέσοι δη παρήεσαν οι του Θεού λειτουργοί συν αυτοίς πλήθεσι πανδήμω τε θεοσέβειας λαώ τα τε της ενθέου λατρείας δι' ευχών απεπλήρου» 2.
Στον Αμβροσιανό τύπο λατρείας (= εκείνος πού τελούνταν στα Μεδιόλανα, σημερινό Μιλάνο της Ιταλίας) όπως αναφέρει σε μελέτη του ο Παν. Τρεμπέλας3 συνάγεται ότι προ της εκφοράς του κεκοιμημένου τελούσαν τη θεία Ευχαριστία. Αυτό γίνεται φανερό από την κοίμηση του αδελφού του αγίου Αμβροσίου Σατύρου.
Κατά το ασματικό Τυπικό της Κωνσταντινουπόλεως γνωρίζουμε ότι κατά την λειτουργία των στάσεων (liturgia stazionale) υπήρχε ως ιδιαίτερος ύμνος το Τρισάγιον «Άγιος ο Θεός...» που εξυπηρετούσε ως εφύμνιον κατά τις λιτανείες που ξεκινούσαν από το σκευοφυλάκιον και κατευθύνονταν προς το ναό για την τέλεση της θείας Λειτουργίας. Όταν για τελευταία φορά ψάλλονταν το «Άγιος ο Θεός», στο ναό άρχιζε η θεία Λειτουργία. Σύμφωνα με τα παραπάνω θα λέγαμε ότι και το Τρισάγιον που ψάλλεται στη νεκρώσιμο ακολουθία κατά την εκφορά του κεκοιμημένου δείχνει την παλαιά εκείνη τάξη της Εκκλησίας να τελεί τη θεία Λειτουργία. Άλλωστε και πολλά χειρόγραφα ανά τους αιώνες μαρτυρούν περί αυτής της τάξεως, όπου κατά τη νεκρική πομπή γίνονται τρεις στάσεις με νεκρώσιμες αιτήσεις και κατά την τελευταία εισέρχεται η νεκρική πομπή στο ναό. Αυτή η σημερινή πράξη σύμφωνα με λειτουργικό κανόνα δείχνει τη συνύπαρξη παλαιών και νέων στοιχείων λατρείας με την τελική επικράτηση των νέων και με την αδρανή συνέχιση των παλαιών τα όποια διατηρήθηκαν στην πράξη μόνο κατά τις μεγάλες εορτές του εκκλησιαστικού έτους και σε μερικές ακολουθίες4. Αυτό πιστεύουμε ότι συνέβη και με τον Τρισάγιο ύμνο των νεκρώσιμων ακολουθιών. Σε μια πρώτη περίοδο αποτελούσε ύμνο της εξοδίου ακολουθίας του ασματικού τυπικού με συνέχεια την τέλεση της θείας Ευχαριστίας και σε μια δεύτερη φάση παρέμεινε στη νέα προκύπτουσα νεκρώσιμη ακολουθία ως ύμνος εξόδιος και ψαλλόμενος κατά τη νεκρική πομπή του κεκοιμημένου.
Ο 41ος κανόνας της εν Καρθαγένη Συνόδου5 μας πληροφορεί ότι κατά τις κηδείες τελούνταν η θεία Ευχαριστία, με τη διευκρίνιση ότι ο λειτουργός έπρεπε να παραμείνει νηστικός: «Ώστε άγια θυσιαστηρίου, ει μη από νηστικών ανθρώπων, μη επιτελείσθαι, εξηρημένης μιας ετησίας ημέρας, εν η το Κυριακόν δείπνον επιτελείται. Εάν δε τινών κατά το δειλινόν καιρόν τελευτησάντων είτε επισκόπων, είτε των λοιπών, παράθεσις γένηται καιρόν, μόναις ευχαίς εκτελέσθη, εάν οι ταύτην ποιούντες αριστήσαντες ευρεθώσι» 6. Ο Ζωναράς στην ερμηνεία που κάνει στον 41ο κανόνα της Καρθαγένης σημειώνει: «Τα περί των εν τω δειλινώ τελευτώντων, έοικε τοιαύτα είναι. Επί τοις τελευτώσι και ταις παραθέσεσιν αυτών, ήτοι, ότε προετίθεντο, ίνα τελεσθή επ' αυτοίς τα επικήδεια άσματα, ως έοικε, και προσκομιδής ιερουργία εγίνετο• εί γουν κατά το δειλινόν, φησίν ο κανών, τελευτήσει τις, και μη είησαν νήστεις οι ταύτα τελούντες, μόναις ευχαίς εκτελείσθωσαν. Τινές δε παράθεσιν, την διά των ευχών πρός Θεόν σύστασιν και οικείωσιν του θανόντος φασίν» 7. Φυσικά με την παραπάνω μαρτυρία μας δίνεται και η δυνατότητα τελέσεως μιας άλλης νεκρωσίμου ακολουθίας μόνο με την ανάγνωση των ευχών, οπότε καταλαβαίνουμε ότι υπήρχε η συνήθεια κατά τα χρόνια εκείνα της Συνόδου της Καρθαγένης να τελείται η νεκρώσιμος κατά δύο τρόπους• ένας τρόπος ήταν, εάν η κοίμηση συνέπιπτε κατά τον καιρό προ της τελέσεως της θείας Ευχαριστίας και ο άλλος κατά το χρόνο μετά την τέλεση της.
Στα χρόνια της Συνόδου της Καρθαγένης έχουμε και μια άλλη μαρτυρία από τον Άγ. Αυγουστίνο (354-430 μ.Χ.). Ο Άγ. Αυγουστίνος περιγράφοντας τα σχετικά με την κοίμηση της μητέρας του Μόνικας, σημειώνει ότι ενώ ακόμη το σώμα της δεν είχε ενταφιασθεί, ετελέσθη η θεία Ευχαριστία: «Η θυσία της ημετέρας απολυτρώσεως προσεφέρετο κατά τον συνήθη τρόπον υπέρ αυτής» 8.
Το πότε αποσυνδέθηκε η θεία Ευχαριστία από τη νεκρώσιμη ακολουθία δεν το γνωρίζουμε σίγουρα. Πάντως αυτό πρέπει να έγινε πολύ νωρίς. Από τη μαρτυρία του Άγ. Διονυσίου του Αρεοπαγίτου (5ος αι.) σχετικά με τη νεκρώσιμη ακολουθία φαίνεται ότι ενώ γινόταν σύναξη από τον επίσκοπο με την ευκαιρία της νεκρωσίμου ακολουθίας δεν τελούνταν θεία Ευχαριστία9.
Στη χειρόγραφη λειτουργική παράδοση δεν έχουμε πληροφορίες άμεσες περί της τελέσεως της θείας Ευχαριστίας επ' ευκαιρία της τελέσεως της νεκρωσίμου ακολουθίας. Έχουμε όμως έμμεσες πληροφορίες όπως στον χειρ. κωδ. του Βατικανού 1970 10 όπου εντοπίζουμε μια οπισθάμβωνο ευχή του Αποστόλου Πέτρου η οποία απευθύνεται στους κοιμηθέντας: «Και τελειούται η λειτουργία του αγίου αποστόλου Πέτρου, ευχή οπισθάμβωνος εις κοιμηθέντας- ο Θεός των πνευμάτων και πάσης σαρκός, ο μεταφέρων από των σων εις τα σα...». Επίσης και πολλές άλλες οπισθάμβωνες ευχές αναφέρονται εις κοιμηθέντας στα χειρόγραφα.
Η αιτία αποσυνδέσεως της θείας Ευχαριστίας από τη νεκρώσιμη ακολουθία διευκρινίζεται με την αναφορά που κάνει ο 41ος κανόνας της εν Καρθαγένη Συνόδου: «Ο θάνατος μέλους τινός της Εκκλησίας ως απρόβλεπτον γεγονός δεν ηδύνατο πάντοτε να συμπίπτη προς το πρόγραμμα της λατρείας της κοινότητος. Εφ' όσον την ημέραν εκείνην ήδη ετελέσθη η θεία Ευχαριστία ή ο ιερεύς (ή ο επίσκοπος μετά του κλήρου) δεν ήτο νηστικός, δεν ηδύνατο να τελεσθή η νεκρώσιμος ακολουθία συνδεδεμένη μετά της θείας Ευχαριστίας αλλά ανεξαρτήτως αυτής» 11.
Μπορούμε να υποθέσουμε ότι κατά τους κατοπινούς χρόνους του Χριστιανισμού, τότε που άρχισε να αυξάνει αισθητά ο αριθμός των πιστών στο σώμα της Εκκλησίας, φυσικά και οι νεκρώσιμες ακολουθίες αυξήθηκαν κατά τις ενορίες. Τότε ήταν αδύνατον σε κάθε περίπτωση κηδείας να τελείται και η θεία Ευχαριστία, διότι οι κανόνες της Εκκλησίας απαγορεύουν τη διπλή τέλεση αυτής από τον ίδιο ιερέα την ιδία ημέρα. Έτσι πρακτικά εξηγείται η αποσύνδεση της νεκρωσίμου ακολουθίας από τη θεία Ευχαριστία και φυσικά της βαθμιαίας λειτουργικής εξελίξεως της πρώτης, ώστε να καταστεί μια ανεξάρτητη ολοκληρωμένη ακολουθία. Απορία όμως γεννάται ευθύς αμέσως γιατί στο μοναστικό χώρο δεν διατηρήθηκε η παλαιά τάξη, ώστε κατά τις κηδείες να τελείται συναπτά και η θεία Ευχαριστία, παρόλο που στα μοναστήρια τελείται καθημερινά αυτή; Νομίζουμε ότι εδώ θα πρέπει να επέδρασε η τάξη των ενοριών. Έτσι το μόνο που διατηρήθηκε στα μοναστήρια ήταν μια ανάμνηση στα Ευχολόγια αποστολοευαγγελίων της λειτουργίας εις κεκοιμημένους ή όποια θεία Ευχαριστία μπορεί να τελούνταν τελικά σε χρόνο πού ακολουθούσε την ταφή. Αυτό θα γινόταν πιθανόν με την καθημερινή τέλεση θείας Λειτουργίας, -το γνωστό Σαρανταλείτουργον υπέρ αναπαύσεως του κεκοιμημένου, η οποία θα είχε δύο αναγνώσματα της ημέρας και της κηδείας. Τέτοια χειρόγραφη λειτουργική παράδοση με διπλά αποστολοευαγγέλια εντοπίζουμε σε πολλούς παλαιούς χειρόγραφους κώδικες του 10ου-12ου αι.
Σήμερα επεκράτησε να τελείται η θεία Λειτουργία εις κεκοιμημένους αρχιερείς και ιερείς. Αυτή η παράδοση έχει ως έρεισμα της τον χειρόγρ. κώδ. της Πατριαρχικής Βιβλιοθήκης των Ιεροσολύμων12, όπου υπάρχει τυπική διάταξη που υπαγορεύει την τέλεση της θείας Λειτουργίας εις κοιμηθέντας ιερείς: «Ιστέον, ότι ει μεν ιερατικής γέγονε τάξεως ο κεκοιμημένος, η θεία και ιερά μυσταγωγία τελείται». 
1 ΜΙΛΟΣΕΒΙΤΣ, σ. 175.
2 ΕΥΣΕΒΙΟΥ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, ΕΠΕ 4,520.
3 ΤΡΕΜΠΕΛΑΣ 2, σ. 176.
4 Baumstark, σ. 19-25.
5 ΜΕΝΕΒΙΣΟΓΛΟΥ 1, σ. 422-426.
6 ΡΑΛΛΗ Ι,σ.405.
7 ΡΑΛΛΗ Ι,σ.406.
8 ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ, P.L. 32, 777.
9 ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΟΥ, P.G. 3,552-584.
10 Είναι χειρ. κώδικας του 12ου αι.
11 ΜΙΛΟΣΕΒΙΤΣ, σ. 176.
12 Χειρ. κώδικας 373 (291)του ετ. 1575 ή 1579.

74. Μερικοί στο ποτηροκάνδηλο του Ευχελαίου χρησιμοποιούν εκτός του ελαίου και οίνο. Που στηρίζεται αυτή η πρακτική;

Αυτή η συνήθεια παρατηρείται στη Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως1 και σε ορισμένες περιοχές της Ελλάδος κυρίως της Θράκης να χρησιμοποιείται στην κανδήλα έκτος του ελαίου και οίνος. Αυτό στηρίζεται στην περικοπή του καλού Σαμαρείτη2 που διαβάζεται κατά το μυστήριο του Ευχελαίου. Όταν ο καλός Σαμαρείτης βρήκε τον πληγωμένο ασθενή έριξε επάνω στις πληγές του έλαιο και οίνο. "Καθάρισε τις πληγές με λάδι και κρασί. Ένας καυτηριασμός και μαλάκωμα μαζί. Η Εκκλησία επουλώνει τις πληγές, δεν αδιαφορεί για τις πληγές του κόσμου, για τις πληγές του αμαρτωλού. Η Εκκλησία χρησιμοποιεί και τα δύο, και το κρασί και το λάδι• και την αυστηρότητα και την αγάπη. Μια αγαπώσα αυστηρότητα είναι ο τρόπος θεραπείας της Εκκλησίας3. Εξ αυτού του χωρίου κάποιοι συμβολικά χρησιμοποιούν στο Ευχέλαιο το λάδι και το κρασί. Το Ευχέλαιον όμως ταυτίζεται με την ευχή του ελαίου και τίποτα παραπάνω. Άρα κατά το Ευχέλαιον ευλογείται μόνο το έλαιο και τίποτα παραπάνω. Στη χειρόγραφη παράδοση εντοπίζουμε ακόμη και χρήση του αγιασμού των Θεοφανείων, δηλ. του μεγάλου αγιασμού στο ποτηροκάνδηλο4. Πάντως ποικίλουν γενικά οι τυπικές διατάξεις και περί αυτής της πράξεως. 
1 Τρεμπέλας, σ. 117.
2 Λουκ. 10, 25-37.
3 Άεράκης, σ. 326.
4 Τρεμπέλας, σ. 117.

75. Πόσες θρυαλίδες (= κανδηλήθρες) τοποθετούνται μέσα στο ποτηροκάνδηλο του Ευχελαίου;

Στην κανδήλα παλαιότερα όπως και σήμερα τοποθετείται μία θρυαλίδα. Αυτή μάλιστα ανάπτονταν μετά την ανάγνωση της καθαγιαστικής ευχής. Κατά την μεταγενέστερη εποχή, όπως συνέβη και κατά τη διαμόρφωση της ακολουθίας του Ευχελαίου σε επταδική, πρωτοεμφανίστηκε η συνήθεια εξ επιδράσεως προφανώς των επτά αποστολοευαγγελίων να χρησιμοποιούνται και επτά θρυαλίδες μέσα στην κανδήλα. Αυτό σήμαινε ότι και η κανδήλα ήταν μεγάλη και μάλιστα η ποσότητα του ελαίου αντίστοιχη. Έτσι έχουμε τον χειρόγραφο Βαρβερινό κώδικα 329 που ορίζει, να τοποθετούνται επτά θρυαλίδες μέσα στην κανδήλα, η οποία σημειωτέον θα έπρεπε να είναι καινούργια και μεγάλη, ώστε να χωρά επτά λίτρα ελαίου. Οι επτά θρυαλίδες ανάπτονταν από κάθε ιερέα μετά την ανάγνωση της ευχής που έπετο του Ευαγγελίου. Την θρυαλίδα έσβηνε ο κάθε ιερέας μετά το τέλος της θείας Λειτουργίας που θα τελούσε μετά το Ευχέλαιο. Για το λόγο αυτό εξηγείται και η μεγάλη ποσότητα ελαίου -επτά λίτρα- για να επαρκέσει μέχρι να τελεσθούν οι επτά θείες Λειτουργίες1. Ο Άγ. Συμεών Θεσσαλονίκης γνωρίζει την παραπάνω τάξη. Αναφέρει σχετικά: "Επτά ανάπτεται φώτα κατ’ αριθμόν των ιερέων και εις τύπον των χαρισμάτων του Πνεύματος και ότι ως λυχνία θεία διά του αγίου ελαίου γίνεται και ως ολοκάρπωσις και θυσία καθαρά Θεώ αναφέρεται, ίνα τύχοιμεν ελέους αυτού2.
Σήμερα κατά την τέλεση του Ευχελαίου απαιτείται μόνο μία θρυαλίδα να βρίσκεται στην κανδήλα. 
1 Τρεμπέλας, σ. 117-118.
2 Συμεών Θεσσαλονίκης, P.G. 155, 524Β.

76. Που πρέπει να σταθεί η μητέρα όταν φέρνει το παιδί της για σαραντισμό στην Εκκλησία;

Ένα ερώτημα τυπικό που δεν άπτεται και τόσο της ουσίας της ακολουθίας ωστόσο όμως πρέπει κατά την παράδοση μας να μη ξεφύγει της δεούσης προσοχής είναι το ανωτέρω πού τίθεται ως προμετωπίδα της παρούσης παραγράφου.
Στο εν χρήσει Μικρόν Ευχολόγιον αναφέρεται ότι η μητέρα με το παιδί της όταν πλησιάζει στο ναό "ίσταται προ των πυλών του Ναού"1. Ο Συμεών Θεσσαλονίκης σημειώνει ότι "ο ιερεύς προς των θυρών στας του ναού", διαβάζει στη συνέχεια τις ευχές και αιτιολογεί το ότι "ου γάρ θέμις προ της ευχής εισελθείν" ενν. την μητέρα στο ναό. Η είσοδος της μητέρας στο ναό γίνεται, όταν ο ιερεύς πάρει στα χέρια του το παιδί. Η μητέρα τον ακολουθεί μέσα στο ναό διασχίζοντας τον κεντρικό διάδρομο του ναού μέχρι το σολέα.
Η παράδοση της Εκκλησίας μας ορίζει αυτή την τάξη της αναγνώσεως της ακολουθίας του Σαραντισμού ή εκκλησιασμού του νηπίου προ των θυρών του ναού. Υπάρχουν όμως ναοί πού στερούνται των προπυλαίων. Τότε είτε λόγω καιρικών συνθηκών, είτε λόγω ασθενείας της μητρός ή του παιδίου το παιδί μπορεί να διαβαστεί στο πίσω μέρος του Νάρθηκα. Εάν πάλι λόγω αρχιτεκτονικών σχεδίων απουσιάζει και ο Νάρθηκας τότε μπορεί να διαβαστεί η ακολουθία στο πίσω μέρος του κυρίως ναού δηλ. Ο μετά την θύρα του ναού χώρος μπορεί να χρησιμεύσει ως νάρθηκας και χώρος κατάλληλος για την ανάγνωση των ευχών του εκκλησιασμού του νηπίου, ως επίσης και για τις ευχές της Κατηχήσεως του Βαπτίσματος.
Και στο θέμα αυτό είναι χαρακτηριστική η φιλανθρωπία της Εκκλησίας μας που ορισμένες φορές καταλιμπάνει οικονομώντας τον κανόνα, επιδεικνύει μια άλλη τακτική προς όφελος των μελών της.
Σήμερα η τάξη της Εκκλησίας μας ορίζει οι ευχές του σαραντισμού του νηπίου να αναγινώσκονται στο πίσω μέρος του ναού και όχι έξω από αυτόν. 
1 ΜΙΚΡΟΝ ΕΥΧΟΛΟΓΙΟΝ, σ 69.

77. Ποια παιδιά πρέπει να μπαίνουν στο Άγιο Βήμα κατά τον σαραντισμό; τα Άρρενα μόνον η και τα Θήλεα;

Πολλοί διατυπώνουν το ερώτημα πώς είναι δυνατό τα βρέφη που είναι άβάπτιστα να εισέρχονται στο ναό και μάλιστα τα άρρενα να τα εισάγει ο ιερέας στο άγιο βήμα, όπου βρίσκεται η Αγία Τράπεζα;
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι ότι τα βρέφη σύμφωνα με τις προβαπτισματικές ευχές και ιδιαιτέρως με την ακολουθία του εκκλησιασμού ή σαραντισμού των νηπίων προσφέρονται στο Θεό ως δώρο και ως ανάθημα. Και μάλιστα αφού ο γάμος είναι μυστήριο ευλογημένο από τον Θεό, "ως ευλόγησεν τον πρώτον γάμον εν Κανά" ό,τι απορρέει από τον ευλογημένο γάμο, όπως είναι η παιδοποιία, είναι κατά πάντα ευπρόσδεκτο στο Θεό. Που αλλού θα μπορούσε ο άνθρωπος να προσφέρει το δώρο του -το ίδιο του το παιδί-, ως ευχαριστία έκτος από τον Δωρεοδότη Θεό μας; Άρα η προσαγωγή των νηπίων στο ναό εκ μέρους των χριστιανών γονέων είναι πράξη άκρως χριστιανική, ευχαριστιακή.
Τα βρέφη που προέρχονται από γονείς χριστιανούς επιβάλλεται να μπαίνουν στο ναό. Γι' αυτό φυσικά ο ιερεύς και τα εισάγει στα Άγια των Άγιων. Τα εισάγει ως "Άγια", αφού προέρχονται από τους Άγιους της Εκκλησίας -Άγιοι ονομάζονται όλα τα μέλη της Εκκλησίας- και ως "δώρα" των χριστιανών γονέων. Ο Απόστολος Παύλος τα παιδιά δεν τα θεωρεί ακάθαρτα, αλλά άγια1.
Η απάντηση στο ερώτημα δεν είναι εν πρώτοις εύκολη στην απάντηση της. Η σημερινή τάξη όπως τονίσαμε προηγουμένως θέλει τα μεν άρρενα βρέφη να εισάγονται στα Άγια των Αγίων, τα δε θήλεα μέχρι των πυλών της Ωραίας Πύλης.
Για να απαντήσουμε όμως στο παραπάνω ερώτημα πρέπει να ανατρέξουμε στη Λειτουργική μας Παράδοση και ιδίως στη χειρόγραφη.
Σύμφωνα λοιπόν με αυτήν κατά την ακολουθία τού Σαραντισμού των νηπίων φαίνεται ότι εισήρχονταν, στα άγια των αγίων όλα τα νήπια αδιακρίτως φύλου. Τα χειρόγραφα δεν κάνουν διακρίσεις στο φύλο του νηπίου. Άλλωστε σε καμμιά ακολουθία ακόμα και σ' αυτό το μυστήριο του βαπτίσματος δεν γίνεται διάκριση μεταξύ φύλου των παιδιών. Ο καθηγητής της Λειτουργικής Ίω. Φουντουλης σημειώνει σχετικά ότι: "η είσοδος όχι μόνον των θηλέων βρεφών, αλλά και των γυναικών στο άγιο βήμα προκειμένου να κοινωνήσουν των αχράντων μυστηρίων, μαρτυρείται στην πράξη της αρχαίας Εκκλησίας από τους κανόνες του Ιππολύτου (κανών 19, 143) και από τον β' κανόνα του Διονυσίου Αλεξανδρείας. Το επιβεβαιώνει δε και ο Βαλσαμών σχολιάζοντας τον ανωτέρω κανόνα• "ως έοικε το παλαιόν εισήρχοντο γυναίκες εις το Θυσιαστήριον και από της αγίας Τραπέζης μετελάμβανον". Από τα γνωστά χειρόγραφα μόνο ένα, το Σινά 968 του IE' αιώνος, κάνει διάκριση φύλου, και κατ' αυτό, το μεν άρρεν βρέφος εισάγεται στο βήμα, το δε θήλυ όχι, όπως επεκράτησε να γίνεται και σήμερα, προφανώς από την εποχή της Τουρκοκρατίας. Της ίδιας περίπου εποχής ή και μεταγενέστερα είναι τα χειρόγραφα (βλ. Αθηνών, 662, 664 και 667) που παρουσιάζουν μια ενδιάμεση τάξη: Κατ' αυτήν τα βρέφη και των δύο γενών εισάγονται στο βήμα, αλλά ο ιερεύς όταν εκκλησιάζει θήλυ βρέφος δεν περνά από το έμπροσθεν μέρος της Αγίας Τραπέζης, αλλά μόνον από το όπισθεν και τα πλάγια"2.
Από τα παραπάνω αντιλαμβανόμαστε ότι η είσοδος στα Άγια των Αγίων έχει να κάνει με την προσφορά του νηπίου στο Θεό Δημιουργό. Για το Θεό, τονίζει ο Απόστολος Παύλος δεν υπάρχει καμμιά διάκριση φύλων "ουκ ένι άρσεν και θήλυ" γιατί "εις εστέ εν Χριστώ Ιησού"3.
Πάντως εμείς οι χριστιανοί ως πιστά μέλη της Εκκλησίας ακολουθούμε την τάξη που παγιώθηκε στα νεώτερα λειτουργικά βιβλία της, χωρίς να επιφέρουμε μόνοι μας τις λειτουργικές αλλαγές, αλλά αποδεχόμενοι, ως τέκνα πνευματικά, με ταπείνωση και προσευχή τις αποφάσεις της Εκκλησίας μας. Και αυτή η τακτική αγαπητοί μου αναγνώστες φέρνει ηρεμία και χαρά. Γιατί όποιος ζει πνευματικά δεν υποκινεί σε σκανδαλισμό με προσωπικές επαναστάσεις, αλλά εν υπομονή, δυναμώνοντας τον παράγοντα της πίστεως, υποκινεί προσευχητικά αλλαγές πρωτίστως στην εσωτερική πνευματικότητα του και έπειτα στον περίγυρο του. Κι αυτή η διαδικασία της εσωτερικής πνευματικότητας έχει σίγουρα σχέση με την πορεία της αγιότητας και της θεώσεως. Αν μάθουμε να προσευχόμαστε αληθινά για τις ατέλειες μας, για τις παραλείψεις της Εκκλησίας μας, για τούς ιερείς μας, τότε σίγουρα ο Θεός θα κάνει εκείνο που είναι σωστό για τη σωτηρία μας.
Και το θέμα του ποιος θα εισέρχεται στο άγιο βήμα ας το αφήσουμε ως θέμα προσευχής και ας αφεθούμε στην πνευματικότητα εκείνου του ποιμένα, ο όποιος αληθινά πασχίζει ολημερίς με νύχια και δόντια να κρατήσει τις Ιερές μας Παραδόσεις από κάθε είδους ξενικές επεμβάσεις και αλλοιώσεις. Τέλος, σημασία έχει ο τρόπος της δικής μας προσφοράς προς το Θεό καθώς και η προσευχή μας για την ενδυνάμωση και χαρίτωση του παιδιού μας. Κι ο Θεός σίγουρα θα ευλογήσει και θα χαριτώσει. 
1 Α' Κορ. 7, 14.
2 ΦΟΥΝΤΟΥΛΗΣ 3, σ. 229-230.
3 Γαλ. 3, 28.

78. Τα φιλότιμα πού προσφέρονται στον Ιερό Ναό για το μυστήριο του γάμου. Υπάρχουν «ταρίφες» στα Ιερά Μυστήρια;

Τα φιλότιμα είναι οι προσφορές των πιστών προς το ναό, τους ιερείς, τους ιεροψάλτες και τους νεωκόρους. Αποτελεί μια ευλογημένη συνήθεια του ευσεβούς ορθόδοξου λαού κι έχει πρωτίστως να κάνει με τον παράγοντα της φιλανθρωπίας-ελεημοσύνης. Η Ορθόδοξη Εκκλησία δε στέρησε από τον ορθόδοξο λαό αυτή τη συνήθεια. Και τούτο όχι από συμφέρον, όπως άκριτα πολλοί κατά καιρούς κατηγορούν την Εκκλησία, αλλά διότι με τη διατήρησή της πέτυχε και πετυχαίνει να κάνει τους πιστούς της συνεργούς στην αλληλοβοήθεια. Άλλωστε τα φιλότιμα ή, όπως αλλιώς ονομάζονται τυχερά, είναι μια εθελοντική προσφορά που προέρχεται από το περίσσευμα της αγάπης και της όποιας δυνατότητας των πιστών της Εκκλησίας. Έτσι η Εκκλησία ως παράδοση και ο ναός ως μικρόκοσμος του συνόλου αυτής άφησε για τις ιεροπραξίες ελευθερία στους πιστούς της, να προσφέρουν ό,τι οι ίδιοι επιθυμούν και θέλουν για κάτι που παρέχει ο ναός στους ίδιους, όπως π.χ. για το μυστήριο τού γάμου, της βαπτίσεως, των ακολουθιών της κηδείας και των μνημοσυνών.
Φυσικά πρέπει να τονίσουμε ότι ο ορθόδοξος ναός και μάλιστα της Ελλάδος στηρίζεται όσον αφορά τις ανάγκες του (κτίσιμο, συντήρηση, εξωραϊσμός κ.λπ.) μόνο στην κηροπώληση, τις δωρεές των πιστών του και στα φιλότιμα των Ιεροπραξιών. Ως εκ τούτου και για το γάμο είθισται οι πιστοί, συγγενείς και παράνυμφοι, να αφήνουν στο ναό το φιλότιμο τους, όποιο κι αν είναι αυτό. Η Ορθόδοξη Εκκλησία ποτέ δεν τιμολόγησε τις πνευματικές της υπηρεσίες. Όποιες δε φορές το έπραξε, ευτυχώς σε περιορισμένη κλίμακα, το μόνο πού απεκόμισε ήταν ο σκανδαλισμός των πιστών της. Η ελευθερία και στο θέμα των φιλοτίμων είναι κανόνας επιβεβλημένος και παγιωμένος από την Ορθόδοξη Παράδοση, η οποία έχει αποδείξει και αποδεικνύει περίτρανα ότι ο ορθόδοξος λαός μας αγαπάει την Εκκλησία μας και συντηρεί τα ιδρύματα της και το ναό του, ακόμη κι από το υστέρημα του. Πάντως πρέπει να προσθέσω ότι εκ μέρους των πιστών μας που τελούν τον γάμο δε λείπουν και καθορισμένες απαιτήσεις. «Αξιώνουν στολισμούς, άπλωμα χαλιών, χορωδία, Δεσπότη κι όλους τους παπάδες, άναμμα των πολυελαίων κι ό,τι άλλο νομίζουν πώς ικανοποιεί τις φιλοδοξίες ή την ματαιοδοξία τους, για μια πρώτης τάξεως επίδειξη κι εντυπωσιασμό των καλεσμένων. Από άλλους δεν κρίνεται κατάλληλος ο ενοριακός ναός και πηγαίνουν σε μεγαλύτερο ή σε «αριστοκρατικώτερη» περιοχή. Όταν όμως τελειώσει η τελετή του γάμου κι έρθει η ώρα να πληρώσουν, ώστε κάτι να πάρει ο ναός, οι ψάλτες, η χορωδία, οι νεωκόροι, η καθαρίστρια, το ιερατείο πού εργάσθηκαν Σάββατο ή Κυριακή απόγευμα ή αργά το βράδυ, γιατί έτσι είναι η επιθυμία των νεονύμφων, τότε αρχίζουν οι δυσαρέσκειες, τα παράπονα και τα πικρόχολα σχόλια. Χωρίς να αρνείται κάνεις ότι υπάρχουν και δυσάρεστα περιστατικά προσώπων, πού ζητούν υψηλά ποσά και όχι με τον ενδεδειγμένο τρόπο, θα πρέπει να ομολογηθεί, πώς παρά τις υπερβολικές αξιώσεις των χριστιανών, τα ποσά που καταβάλλονται στους ναούς δεν καλύπτουν παρά εν μέρει τις ανάγκες τους και τον κόπο τόσων ανθρώπων. Πάμπολλες μάλιστα είναι οι περιπτώσεις πού το μυστήριο τελείται δωρεάν» 1. 
1 Ευαγγέλου Λέκκου, Γάμος μυστήριο αγάπης, έκδ. Αποστ. Διακονίας, Αθήνα 1986, σ. 25-26.

79. Πνευματική και ψυχική προετοιμασία των μελλονύμφων. Ποια η σημασία του μυστηρίου της εξομολογήσεως πριν το γάμο;

Σήμερα ο γάμος διέρχεται -συνηθίζεται να ακούγεται από πολλούς- μεγάλη κρίση. Κι αυτό είναι μια αλήθεια, που ωστόσο δεν λύνει αφ' εαυτού της και το πρόβλημα. Το να εντοπίζουμε προβλήματα και να μην τα επιλύουμε, δείχνει κάτι το τραγικό στην κοινωνία και την ζωή μας. Η ανευθυνότητα σήμερα είναι ίδιον γνώρισμα της ευμάρειας και της καλοπέρασης, του εγωισμού και ωχαδελφισμού. για εκείνους που σκέπτονται σοβαρά τον γάμο, σίγουρα η περίοδος προ του γάμου θα πρέπει πολύ να τους προβληματίσει και όχι μόνο να παραμείνει στο ενθουσιαστικό μέρος του έρωτα. Άλλωστε ο έρωτας είναι διφυής. Έχει ο έρωτας θα λέγαμε δύο κριτήρια. Το πρώτο είναι το εξωτερικό, το επιδερμικό. Αυτό έχει να κάνει μόνο με την εξωτερική προσέγγιση του άνδρα προς την γυναίκα και τανάπαλιν. Σ' αυτό το κριτήριο το ζευγάρι επικεντρώνει μόνο στα εξωτερικά και σαρκικά ταιριάσματά τους. Το δεύτερο όμως και σημαντικότερο κριτήριο είναι το εσωτερικό ή ψυχικό. Αυτό έχει να κάνει με την ουσία της ενώσεως του άνδρα και της γυναίκας και τανάπαλιν. Η ψυχή, το κέντρο της ζώσας ύπαρξης του ανθρώπου, ενώνεται με το άλλο φύλο όχι μόνο με τον παράγοντα σώμα, αλλά και με το πνεύμα. για το λόγο αυτό, επειδή σήμερα πολλά νέα παιδιά σκεπτόμενα το γάμο δεν επικεντρώνουν και στα δύο παραπάνω κριτήρια, ο μέλλων γάμος είναι λειψός και μάλλον εκ προοιμίου αποτυχημένος. Όμως, ενώ στο πρώτο κριτήριο, δηλ. το σωματικό ή επιδερμικό δεν χρειάζεται ο άνθρωπος κάποια πιστοποίηση, γιατί βλέπει από μόνος του και αποφασίζει, για το δεύτερο, το εσωτερικό ή ψυχικό, σίγουρα δεν μπορεί από μόνος του να εντοπίσει κάτι που χρειάζεται πολλή πείρα και εμπειρία. Στο κριτήριο αυτό πολλά έχει να συμβουλεύσει η αγία μας Εκκλησία διά των πνευματικών της πατέρων, δηλαδή των εξομολόγων της. Ο πνευματικός με την φώτιση και την χάρη του Θεού μπορεί πολύ να βοηθήσει ένα ζευγάρι νέων ανθρώπων που σκέπτονται τον γάμο. Κι αυτή η βοήθεια δεν έχει να κάνει με κάτι ανάλογο που μπορεί να κάνουν οποιοιδήποτε άλλοι, που ασχολούνται με τις ψυχές ή με οικογενειακούς προγραμματισμούς, αλλά η βοήθεια των εξομολόγων έχει να κάνει με τη δύναμη και την χάρη του ζώντος Θεού. Τα μύχια της καρδιάς κάποιου ανθρώπου κάνεις δεν μπορεί να τα προσεγγίσει, παρά μόνον ο Θεός μας που γνωρίζει τα πάντα. Η δυνατότητα της πνευματικής καθοδηγήσεως που εν Αγίω Πνεύματι ασκείται από τους πνευματικούς πατέρες της Εκκλησίας, είναι θείον δώρον και μεγάλη ευλογία σε όποιον το γεύεται. Ο πνευματικός δεν αντικαθιστά την επιστήμη που εξειδικεύεται στην ψυχή του ανθρώπου. Ο πνευματικός καλλιεργεί τις ψυχές των ανθρώπων με σκοπό τη σωτηρία τους και την ένταξη τους στον Παράδεισο. Κι αυτό κάνει την διαφορά ακόμη μεγαλύτερη μεταξύ των εξομολόγων πνευματικών πατέρων και εκείνων που διατείνονται, ότι είναι αναλυτές των ψυχών και ταυτόχρονα θεραπευτές των. Εδώ είναι η μεγαλύτερη διαφορά που υφίσταται μεταξύ των ανωτέρω. Ο πνευματικός-εξομολόγος τους ανθρώπους τους αντιμετωπίζει με την προοπτική της σωτηρίας, δηλ. της εντάξεως των στον αιώνιο Παράδεισο ήδη από αυτή την ζωή, με προοπτική την αιώνια ζωή, ενώ οι άλλοι που ασχολούνται με τις ψυχές, τους ανθρώπους τους οδηγούν μέχρι τον θάνατο, δηλαδή μέχρι το τέλος της παρούσης ζωής. για τον λόγο αυτό κατά την προετοιμασία του γάμου, καλόν θα είναι μέσα στις πολλές σκέψεις που μπορεί να κάνει οποιοσδήποτε άνθρωπος για το γάμο του να σκέπτεται και το μυστήριο της εξομολογήσεως, όχι σαν κάτι μαγικό που θα του φέρει την ευτυχία του γάμου κι αφού γίνει λίγες ήμερες προ του προγραμματισμένου γάμου του, αλλά από πολύ νωρίς, πριν ακόμη βρει το έτερον ήμισυ, να έχει επαφή με τον πνευματικό για την καλύτερη, πρώτα, αυτογνωσία του, κι έπειτα, για την καλύτερη επιλογή του προσώπου που θα αποφασίσει να ζήσει μαζί του για τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του.
Κοντά λοιπόν στις πολλές επαφές γνωριμίας που θα συμβούν στο μελλόνυμφο ζευγάρι, σημαντικό σταθμό αποτελεί και το μυστήριο της εξομολογήσεως. Η κατάθεση των αμαρτιών, των σκέψεων και των λογισμών στον πνευματικό πατέρα με τη χάρη του Θεού γίνεται γερό θεμέλιο για τη διαμόρφωση καλών κι ευλογημένων συζύγων. Το μυστήριο της εξομολογήσεως και των δύο, άνδρα και γυναίκας, είναι ακριβώς όπως είπε και κάποιος σοφός γέροντας των τελευταίων χρόνων, ο γέρων Παΐσιος ο Αγιορείτης, όπως δύο ξύλα ανόμοια και ακατέργαστα στα χέρια ενός ξυλουργού, που μετά από πολλή δουλειά και κόπο καταφέρνει να τα ταιριάξει το ένα κοντά στο άλλο. Έτσι γίνεται και κατά το ιερό μυστήριο της μετανοίας-εξομολογήσεως: δύο ανόμοιοι χαρακτήρες ανθρώπων έρχονται στον πνευματικό πατέρα για εξομολόγηση σκεπτόμενοι το γάμο κι ο εξομολόγος σαν άλλος πνευματικός ξυλουργός, αρχίζει να πελεκάει από τον έναν κάτι, από τον άλλον κάτι άλλο και σιγά-σιγά τους ταιριάζει, όχι ο ίδιος αλλά η χάρη του Θεού «η σωτήριος πάσιν ανθρώποις» κατά το γραφικόν.

80. Ευχή επί λύσει στεφάνων τη ογδόη ήμερα

Αυτό κατά την λαϊκή παράδοση λέγεται «αντίγαμος» η «αυτίχαρα». Κατά Αθηναϊκό έθιμο λέγεται «οχτώμερα». Αυτά γίνονται την πρώτη Κυριακή μετά το γάμο, όταν οι νιόνυμφοι πηγαίνουν στην Εκκλησία και ο ιερέας τους διαβάζει ευχή1.
Σύμφωνα με την παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, υπάρχει μια ειδική ακολουθία για τους νεόνυμφους για την λύση των στεφάνων του γάμου τους την όγδοη ήμερα από την τέλεση του μυστηρίου. Σύμφωνα με αυτήν την διάταξη την 8η ήμερα από το γάμο προσκαλείται από τους νεόνυμφους ο ιερέας στο σπίτι τους και τους ευλογεί εκ νέου. Κατά την ήμερα του γάμου τους και προς το τέλος της ακολουθίας του μυστηρίου κατά την διάρκεια της ευχής: «Ο Θεός, ο Θεός ημών, ο παραγενόμενος εν Κανά της Γαλιλαίας...» και στο σημείο της ευχής: «ανάλαβε τους στεφάνους αυτών» ο ιερέας αίρει τα στέφανα από τα κεφάλια των νεόνυμφων και αφού τα δέσει ώστε να είναι μεταξύ τους ενωμένα, τα τοποθετεί επί του ηυτρεπισμένου δίσκου της τραπέζης, όπου τελείται το μυστήριον. Τα στέφανα αυτά κατόπιν τα παραλαμβάνουν οι νεόνυμφοι και τα τοποθετούν σε μια ειδική προθήκη, γνωστή με την ονομασία «στεφανοθήκη». Κατά την όγδοη ήμερα ο ιερέας, όταν προσέρχεται στην οικία των νεόνυμφων, τελεί την ειδική αυτή ακολουθία επί της νυμφικής παστάδος (=δηλ. της κρεβατοκάμαρας) και κατ' αυτήν λύνει τα στέφανα. Παλαιότερα οι νεόνυμφοι σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες χειρογράφων λειτουργικών βιβλίων, παρέμεναν φορώντας τα στέφανα επί 8 ήμερες ή κατ' άλλες πηγές τρεις ημέρες. Αυτό γινόταν για να ξεχωρίζουν από τους άλλους και να τιμώνται ιδιαιτέρως επειδή έφθασαν μέχρι την ευλογημένη στιγμή του γάμου τους αγνοί και σώφρονες, όπως ορίζει ο Θεός μας. Η ευλογία της λύσεως των στεφάνων, σημαίνει την ευλογία του Θεού διά του ιερέως, ώστε η ζωή των νεόνυμφων να συνεχισθεί και τώρα που λύνονται τα στέφανα αδιάσπαστη, πάντοτε όμως στην προοπτική της ευχαριστίας και της δοξολογίας του Θεού εκ μέρους των. Αυτή την ειδική ακολουθία σήμερα πολλοί λίγοι πιστοί τηρούν και μάλιστα πολλοί εκ των κληρικών την αγνοούν, καίτοι αυτή ως ακολουθία εμπεριέχεται στο Ευχολόγιον της Εκκλησίας2.
Κατ' αυτήν την ακολουθία, ο ιερεύς εισερχόμενος εις την νυμφικήν παστάδα βάζει Ευλογητός, Τρισάγιον, Ότι σού εστίν, ψάλλει τα τυχόντα απολυτίκια της ημέρας ή ακόμη και των αγίων τα ονόματα, των οποίων φέρουν οι νεόνυμφοι. Κατόπιν κάνει μια εκτενή• «Ελέησον ημάς ο Θεός...», «Έτι δεόμεθα υπέρ του Αρχιεπισκόπου ημών (δείνα)...», «Έτι δεόμεθα υπέρ των νεονύμφων δούλων του Θεού (ο δείνα) και (η δείνα), υγείας και σωτηρίας υπέρ αυτών», Εκφώνησις• «Ότι ελεήμων και φιλάνθρωπος...», και ακολούθως την ευχή• "Του Κυρίου δεηθώμεν", Κύριε ελέησον, «Κύριε ο Θεός ημών, ο του ενιαυτού τον στέφανον ευλογήσας...» απόλυσις και ο ιερεύς ευχόμενος και πάλι τους νεόνυμφους απέρχεται.

Ευχή επί λύσει στεφάνων τη ογδόη ήμερα
Του Κυρίου δεηθώμεν, Κύριε ο Θεός ημών, ο του ενιαυτού τον στέφανον ευλογήσας, και τους παρόντας στεφάνους επιτίθεσθαι παραδούς τοις νόμω γάμου συναπτομένοις αλλήλοις, και μισθόν ώσπερ απονέμων αυτοίς τον της σωφροσύνης, ότι αγνοί προς τον υπό σου νομοθετηθέντα γάμον συνήφθησαν Αυτός, και εν τη λύσει των παρόντων στεφάνων, τους συναφθέντας αλλήλοις ευλόγησον και την συνάφειαν αυτών αδιάσπαστον διατήρησον• ίνα ευχαριστώσι δια παντός τω παναγίω ονόματι σου, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων.
Ειρήνη πάσι.
Τας κεφάλας υμών τω Κυρίω κλίνατε. Σύμφωνα καταντήσαντες οι δούλοι σου, Κύριε, και την ακολουθίαν εκτελέσαντες του εν Κανά της Γαλιλαίας γάμου, και συστέλλοντες τα κατ' αυτόν σύμβολα, δόξαν σοι αναπέμπομεν, τω Πατρί και τω Υιό και τω Αγίω Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Και γίνεται Απόλυσις. 
1 Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια, τ. 6, σ. 537.
2 Βλ. Μικρόν Εύχολόγιον, εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, ανατύπωσις Η' Αθήνα 1981, σ. 113.

81. Ακολουθία επί επανασυστάσει γάμου διαζευχθέντων

Συμβαίνει κάποιες φορές ένα ανδρόγυνο να χωρίζει κανονικά με διαζύγιο κι έπειτα από πολύ καιρό να ξαναεπιθυμεί να ενωθεί. Τότε φυσικά δεν επαναλαμβάνεται το μυστήριο του γάμου, γιατί πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο γάμος λύεται μόνο για τα ανθρώπινα δεδομένα, ενώ για τον Θεό ο γάμος παραμένει αναλλοίωτος αλλά σε μια μορφή, εξ αιτίας της αδιαλλαξίας και αμετανοησίας των ανθρώπων, ανενεργή.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία για την περίπτωση αυτή τελεί μια ειδική ακολουθία επί επανασυστάσει γάμου διαζευχθέντων. Για το τυπικό μέρος όμως της ακολουθίας απαιτούνται κάποια απαραίτητα δικαιολογητικά:
α) Πιστοποιητικό Αγαμίας, στο οποίο να δηλώνεται η παρούσα κατάσταση των, ότι, τελούν εν διαζυγίω ή από ποιο γάμο προσέρχονται, εάν φυσικά είχε προηγηθεί άλλος γάμος ή ακόμη και άλλο διαζύγιο μετά το πρώτο διαζύγιο τους.
β) Προετοιμασία φακέλου γάμου. Αυτά συμπληρώνονται κανονικά από τον εφημέριο.
γ) Συμπληρώνεται ειδικό έντυπο για την επανασύσταση του γάμου (Βλ. Πίνακα).
Αφού λάβει την σχετική έγκριση ο εφημέριος από την οικεία Εκκλησιαστική του Αρχή, τότε με πνευματική προετοιμασία που κάνει το ζεύγος διά του μυστηρίου της εξομολογήσεως, τελεί και την σχετική ακολουθία.
Η ακολουθία ξεκινά με την έναρξη «Ευλογητός ο Θεός...» και ακολούθως ψάλλονται οι στίχοι εκ του Ψαλτηρίου: «Μακάριος ανήρ ο φοβούμενος τον Κύριον» με εφύμνιο το «Δόξα σοι Κύριε, δόξα σοι».
Ακολούθως η μεγάλη συναπτή, κατά την οποία, υπάρχουν τα αιτήματα: «Υπέρ των επανασυναπτομένων γάμω δούλων του Θεού (του δεινός) και (της δεινός) και του δωρηθήναι αυτοίς βίον αλοιδόρητον, πολιτείαν άμεμπτον και διαγωγήν ακατάγνωστον...» κι επίσης: «Υπέρ του δωρηθήναι αυτοίς συμβίωσιν εν ομονοία και αγάπη, προκοπήν εν έργοις αγαθοίς και ημέρων μακρότητα...», τα οποία προσδιορίζουν και τον σκοπόν της νέας ευλογίας της Εκκλησίας για την επανασύσταση του γάμου των διαζευχθέντων. Ακολουθεί η ευχή• «Δέσποτα φιλάνθρωπε, Βασιλεύ των αιώνων και Δημιουργέ των απάντων...». Κατά την ανάγνωση αυτής ο ιερεύς εύχεται για την κατάλυση της έχθρας και την ειρήνη που πρέπει να υπάρχει μεταξύ των ανδρογύνων, αιτίες όμως που, εάν δεν προσεχθούν, οδηγούν σε διχόνοια και χωρισμό. Η κατάλυση όμως της έχθρας είναι δώρο του Θεού και αποκτάται με την προσευχή και την μυστηριακή ζωή. Η μεταξύ των συζύγων διατάραξη των σχέσεων οφείλεται εν πολλοίς στην έλλειψη αγάπης. Άλλωστε και η εγκατάλειψη του Θεού, που αισθάνονται πολλοί εκ των πιστών, οφείλεται στην ανυπαρξία αγάπης που έπρεπε να υπήρχε στις καρδιές τους για τον Θεό. Η αγάπη, όπως λένε πολλοί, είναι ένα λουλούδι, που για να διατηρηθεί πρέπει να το φροντίζει ο κάτοχος του. Συνέπεια αυτού είναι ότι και η αγάπη μεταξύ των συζύγων, πρέπει από ημέρα σε ημέρα να επαυξάνει και φυσικά να καλλιεργείται. Ο διάβολος πετυχαίνει πολλές φορές στις σχέσεις των συζύγων μέσα στο γάμο να φέρνει μια εξοικείωση κακώς νοούμενη, πειρασμική και ως εκ τούτων μια απομάκρυνση ή συνήθεια μεταξύ των συζύγων, η οποία κατάσταση, επειδή είναι δαιμονική, έχει ως αντίκρισμα της την ψύχρανση των σχέσεων, αυτό που λέμε πάγωμα αγάπης. Η νέα βάση στις σχέσεις του ανδρογύνου για την επανένωση, δεν μπορεί να είναι άλλη από την προσευχή της Εκκλησίας για εμφύτευση μέσα στις καρδιές του ανδρογύνου της αγάπης του ενός για τον άλλον. Για να γίνει όμως αυτό, έχει ανάγκη το ζεύγος για θεία αποστολή βοήθειας α) για πνευματική γαλήνη και β) ανεπιβούλευτη ζωή, δηλ. ζωή χωρίς να δίδεται σημασία στις διαβολές και στις εισηγήσεις του πονηρού, που προσπαθεί κάθε στιγμή να εισαγάγει.
Αποτέλεσμα αυτών των παραπάνω, θα είναι η ψυχική γαλήνη στη μεταξύ των κοινωνία και η απόλαυση όλων των αγαθών της ζωής, πνευματικών και υλικών. Με τον τρόπο αυτό και πάντα στην προοπτική της δοξολογίας, που οφείλει ο κάθε άνθρωπος, το ανδρόγυνο ως μια ενιαία χαριτωμένη διά του γάμου ύπαρξη θα ευχαριστεί τον Δημιουργό εν Τριάδι Θεό.
Τέλος, κατακλείεται η ακολουθία με την απόλυση.
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η επανένωση ενός ζευγαριού είναι άθλος και νίκη κατά του διαβόλου. Εάν αυτό ως αιτία χωρισμού το αντιληφθεί από νωρίς το ανδρόγυνα κι έχει τη θέληση να το πατάξει, μπορεί να το επιτύχει μόνον με το μυστήριο της μετανοίας, που συνδυάζει το τριπλό στάδιο, κάθαρση - με το μυστήριο της εξομολογήσεως, φωτισμός - μυστηριακή ζωή, καλλιέργεια προσευχής, εμπιστοσύνη στο Θεό και πολλή πίστη και τέλος Θέωση - ένωση με τον Θεό, οπότε ολοκλήρωση του μυστηρίου του γάμου.

82. Ακολουθία εις Δίγαμον

Κατά την Ορθόδοξη Παράδοση επιτρέπεται ένας γάμος για τους πιστούς. Κατ' άκραν οικονομίαν επιτρέπεται ο δεύτερος και ο τρίτος γάμος για κάποιους συγκεκριμένους λόγους. Σύμφωνα με κανόνα του Νικηφόρου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως του Ομολογητού, σχετικά με το δεύτερο γάμο ορίζεται: «Ο δίγαμος ου στεφανούται». Αυτό σημαίνει ότι αυτό που εμείς λέμε δεύτερος γάμος, κατ' ουσίαν, αν προσέξουμε και την ειδική ακολουθία εις δίγαμον1, θα δούμε ότι δεν θεωρείται μυστήριο, αλλά ακολουθία. Ακόμη η έναρξη της ακολουθίας του αρραβώνα του δευτέρου γάμου αρχίζει με Τρισάγιον και στο αίτημα «Υπέρ των δούλων του Θεού (δεινός) και της (δεινός) και της εν Θεώ σκέπης και συμβιώσεως αυτών...» και «υπέρ του συζήσαι αυτούς καλώς εν ομονοία...» φαίνεται η διαφορά από του πρώτου γάμου τα αιτήματα. Επίσης στην ακολουθία εις δίγαμον δεν υπάρχει η έναρξη του γάμου με το• «Ευλογημένη η Βασιλεία...» αλλά με την έναρξη των απλών ακολουθιών διά του: «Ευλογητός ο Θεός ημών...». Ακόμη στην πρώτη ευχή μετά την αλλαγή των δακτυλιδιών• «Δέσποτα Κύριε, ο Θεός ημών, ο πάντων φειδόμενος, και πάντων προνοούμενος...» οριοθετείται η ευλογία εις Δίγαμον που είναι η ασθένεια της ανθρωπίνης φύσεως, δηλ. της σάρκας, και προς αποφυγήν της πορνείας ευλογεί η Εκκλησία τον δεύτερο γάμο, στην προοπτική όμως της μετανοίας. Γι' αυτό και οι αναφορές σε πρόσωπα, όπως του Τελώνου με την επιστροφή του, της Πόρνης με τα δάκρυα της και του ληστού με την επί του σταυρού εξομολόγηση του, αποτελούν υπομνήματα και παραδείγματα γι' αυτούς που τελούν το δεύτερο γάμο. Η προοπτική της Εκκλησίας για τα παιδιά της είναι η θεραπεία πρωτίστως των ψυχών και των σωμάτων αυτών, που έρχονται σε δεύτερο γάμο, ώστε διά της μετανοίας που βγαίνει απ' ολόκληρη την καρδιά τους, η εν ομονοία και ειρήνη τήρηση των εντολών του Θεού τους καταξιώσει της επουρανίου Βασιλείας Του. Παλαιότερα στους δίγαμους η Εκκλησία σύμφωνα και με τον κανόνα του Νικηφόρου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, δεν έβαζε στέφανα. Κάποτε μάλιστα κάποιοι ιερείς έβαζαν τα στέφανα στους ώμους των διγάμων. Τελευταία η στέψη γίνεται κανονικά και στους διγάμους και τριγάμους για λόγους καθαρά εκκλησιαστικής οικονομίας. Αυτό στηρίζεται σε μια από τις αποκρίσεις του μακαρίου Νικήτα Μητροπολίτου Ηρακλείας, όταν ερωτήθηκε από κάποιον επίσκοπο ονόματι Κωνσταντίνο2. Σχετικά αναφέρει: «Η μεν ακρίβεια τους διγάμους ουκ είωθε στεφανούν• η δε της Μεγάλης Εκκλησίας συνήθεια τα τοιαύτα ου παρατηρείται, αλλά και τοις διγάμοις και τριγάμοις τους νυμφικούς στεφάνους επιτίθησι και ουδείς ουδέποτε παρά τούτο ενεκλήθη• πλην ένα ή δεύτερον χρόνον της θείας είργοντο Κοινωνίας. Αλλά και τον ιερολογήσαντα τούτους πρεσβύτερον, συνδειπνείν αυτοίς ου νενόμισται, κατά τον ζ' Κανόνα της εν Νεοκαισαρεία Συνόδου». Μάλιστα, σύμφωνα με το ισχύον τυπικόν, κανονικά τον δίγαμον, όπως και τον τρίγαμο, τον στεφανώνει μόνον εις εκ των εφημερίων: κι αυτό γίνεται, γιατί η όλη ακολουθία έχει χρώμα μετανοίας και συντριβής και δεν συνάδει με τον πανηγυρικό χαρακτήρα του πρώτου γάμου. Αλλά και στη δεύτερη ευχή εις Δίγαμον• «Κύριε Ιησού Χριστέ, Λόγε του Θεού, ο υψωθείς επί του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού...» φαίνεται η κατ' οικονομίαν υιοθέτηση του δευτέρου γάμου, που δεν είναι άλλη από «τον καύσωνα και το βάρος της ημέρας, και της σαρκός την πύρωσιν μη ισχύοντες βαστάζειν, εις γάμου δευτέραν κοινωνίαν συνέρχονται». Η θεμελίωση δε αυτής της υιοθέτησης, στηρίζεται στον Μέγα Απόστολο των Εθνών Παύλον, ο οποίος είπε για εμάς τους ταπεινούς ανθρώπους: «Κρείσσον εν Kυρίω γαμείν ή πυρούσθαι». Ο δεύτερος και ο τρίτος γάμος μόνον σ' αυτήν την προοπτική της Εκκλησίας ευλογείται και για τον λόγο αυτόν επιτρέπεται. Η άρμοση των χειρών, η στέψη, το Αποστολικόν και Ευαγγελικόν ανάγνωσμα, το κοινόν ποτήριον, ο χορός του Ησαΐα και η λοιπή εν κατακλείδι ευχολόγια του δευτέρου γάμου, είναι ίδια μ' εκείνης του πρώτου γάμου. Τέλος, ο Κανόνας του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Νικηφόρου, ορίζει κι ένα επιτίμιο για τον δίγαμο αποχής από τη θεία Μετάληψη για δύο έτη. Ενώ για τον τρίγαμο ορίζει κανόνα για πέντε χρόνια αποχής. Αυτοί όμως οι Κανόνες δεν λειτουργούν άψυχα και απρόσωπα, αλλά πάντοτε ο πνευματικός που ασκεί το μυστήριο της μετανοίας κρίνει την διάθεση των προσερχόμενων και τις καταστάσεις κάτω από τις οποίες οδήγησαν τους ανθρώπους στον δεύτερο ή τον τρίτο γάμο και αναλόγως της μετανοίας που διαπιστώνει, μετριάζει ή ακόμη και επαυξάνει τους κανόνες. 
1 Βλ. Μικρόν Εύχολόγιον, εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, ανατύπωσις Η', Αθήνα 1981, σ. 114-128.
2 «Μικρόν Εύχολόγιον», εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι, σ. 114.

83. Περί της κοινής τελέσεως μνημοσυνών κατά τα Σάββατα και τις Κυριακές

Ένα μεγάλο πρόβλημα που τακτικά παρατηρείται σε ορισμένους ναούς κι εκκλησιαστικές περιφέρειες είναι: α) η υιοθέτηση τελέσεως μνημοσύνων ξεχωριστά κατά την ίδια ημέρα, γνωστών ως «ιδιωτικών» μνημοσυνών και β) η απόσπαση των μνημοσύνων από τον αρραγή σύνδεσμο τους με τη θεία Ευχαριστία.
Και οι δύο περιπτώσεις σχετίζονται πρωτίστως με την απομάκρυνση μας από τις Παραδόσεις της Εκκλησίας μας. Για την Ορθόδοξη Εκκλησία η έννοια «ιδιωτικής Θείας Λειτουργίας» ή ακόμη «ιδιωτικών μνημοσύνων» και μυστηρίων δεν υφίσταται. Άρα η υιοθέτηση μιας τέτοιας νεοφανούς συνήθειας είναι ξένη στην καθ' ημάς Παράδοση1.
Έξαλλου η ξεχωριστή τέλεση των μνημοσύνων και μάλιστα η αποσύνδεση τους από τη Θ. Λειτουργία συνιστά επίσης ένα υπαρκτό λειτουργικό πρόβλημα. Κατά καιρούς έγιναν προσπάθειες, ούτως ώστε να περιορισθεί το πρόβλημα αυτό. Άλλες φορές έγιναν συστάσεις με αυστηρό τρόπο εκ μέρους της εκκλησιαστικής διοικήσεως ή δι' εγκυκλίων σημειωμάτων προς τους ιερείς και άλλοτε από μεμονωμένες περιπτώσεις κληρικών που θέλησαν βάσει της Ιεράς Παραδόσεως, να ενημερώσουν με καλό τρόπο τους πιστούς, για το πώς είναι σωστότερο να τελούνται τα μνημόσυνα.
Όμως το πρόβλημα υφίσταται, γιατί η μεν εκκλησιαστική αρχή δεν μπορεί να αστυνομεύει τους ναούς, για να επιβλέπει ποιος πράττει ορθά τα των εγκυκλίων της, από την άλλη δε υπάρχουν πιστοί που, ενώ τους εξηγείται ποια είναι η τάξη της λατρείας και ποιο το θεολογικό της νόημα, αυτοί επειδή δεν ικανοποιούνται αλλάζουν ναό ή πηγαίνουν και τελούν τα μνημόσυνα στα κοιμητήρια, όπου βρίσκουν εκεί αυτό που επιθυμούν. Άρα η κατάσταση αυτή, η απέχουσα κατά πολύ από την Παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, διαιωνίζεται πρωτίστως από τους ιερείς που ασπάζονται τις επιθυμίες των πιστών και δεύτερον από τους πιστούς μας που πράττουν πάντοτε, όπως εκείνοι πιστεύουν ότι είναι σωστό, κατά το συμφέρον τους κι όχι όπως ορίζει η Εκκλησία μας.
Έτσι κάποιοι ναοί, αφού τελειώσουν την Κυριακάτικη Θ. Λειτουργία, ξεκινούν ξέχωρα να τελούν ανά τέταρτον της ώρας μνημόσυνα και οι προσερχόμενοι πιστοί, συγγενείς και φίλοι του ενός μνημόσυνου αλληλοσυγκρούονται με τους συγγενείς και φίλους του επομένου μνημόσυνου. Κατά συνέπεια προκαλείται φασαρία στο ναό από τους συνεχώς προσερχόμενους και εξερχομένους, ούτως ώστε κανείς να μην προσεύχεται. Ακόμη δε εναλλάσσονται τα γραφεία τελετών προκαλώντας με τα περίτεχνα επιτηδευμένα στολίσματα τους μια αίσθηση μετακομίσεως στους παρευρισκομένους. Κι όλα αυτά γίνονται εις βάρος του πνευματικού σκοπού για τον όποιο τελούνται τα μνημόσυνα.
Η κοινή τέλεσις των μνημοσυνών και μάλιστα κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας θεωρείται επιτακτική στις ήμερες μας που τα πάντα τείνουν να ισοπεδώσουν τις Ορθόδοξες Παραδόσεις μας. Η από κοινού τέλεση των μνημοσύνων την ίδια ημέρα και ώρα, αποτελεί πράξη αγάπης πρωτίστως προς τους κεκοιμημένους μας κι έπειτα προς τους συνανθρώπους μας. Ακόμη και η από κοινού τέλεση φανερώνει και ορατά την ενότητα των χριστιανών πιστών μας. και σ' αυτό καλούνται όλοι οι ιερείς-ποιμένες να βοηθήσουν καταρτίζοντας τους πιστούς για το ποια είναι η σωστότερη λειτουργική πράξη. Εάν πραγματικά λέμε εμείς οι χριστιανοί ότι αγαπάμε τους αδελφούς μας, θα πρέπει και στο θέμα αυτό ενν. της τελέσεως των μνημοσυνών να δώσουμε την πρώτη θέση στην τάξη της Εκκλησίας ακολουθώντας την Παράδοση της. Η κοινή τέλεση των μνημοσυνών χαροποιεί το Θεό, τους κεκοιμημένους μας και όλους εμάς τους ζώντας. Όπως στο κοινό ποτήριο του Σώματος και του Αίματος του Χριστού είμεθα όλοι μαζί, στρατευομένη και θριαμβεύουσα Εκκλησία, γιατί να επιτρέψουμε να υπεισέρχονται προσωπικές καταστάσεις και ιδιοτελή συμφέροντα ματαιοδοξίας κι επιδείξεως στην τέλεση των μνημοσυνών; Όταν τα μνημόσυνα τα τελούμε χωριστά αποδεικνύουμε ότι δεν αγαπάμε τους συνανθρώπους μας τους οποίους συνάμα και σκανδαλίζουμε και πως δεν αντιλαμβανόμαστε, ούτε βιώνουμε τον λόγο του Χριστού που μας λέει «ίνα πάντες εν ώσιν», ότι καλλιεργούμε την προβολή του υλικού πλούτου μας, όχι όμως και του πνευματικού μας, και τέλος ότι με τις πράξεις μας αυτές απομακρυνόμεθα από τις ορθόδοξες παραδόσεις μας και προκαλούμε έτσι την πνευματική καταστροφή μας. Τέλος, τα μνημόσυνα δεν μπορούν ποτέ να τελούνται ξεχωριστά από τη Θ. Λειτουργία της οποίας είναι αναπόσπαστο κομμάτι. Κι αυτό, γιατί όπως είπαμε στη Θεία Λειτουργία και μέσα στο Άγιο Ποτήριο βρίσκεται σύσσωμη η Εκκλησία, η εν ουρανοίς και η επί γης.
Ακόμη κατά την τέλεση των μνημοσυνών πολλοί από τους συγγενείς του κεκοιμημένου ρωτούν, ποια ώρα είναι κατάλληλη για την τέλεση του μνημόσυνου και ποια ώρα οι ίδιοι πρέπει να έλθουν στο ναό κατά την ήμερα της τελέσεως. Η απάντηση και στα δύο ερωτήματα είναι: όσο γίνεται νωρίτερα. δεν πρέπει να τελούμε μνημόσυνο στο ναό κι οι συγγενείς να έρχονται μόνο κατά την ώρα που τελείται το μνημόσυνο. Χρειάζεται η από νωρίς προσέλευση στην όλη τέλεση της Θείας Λειτουργίας αναπόσπαστο μέρος της οποίας αποτελεί η συμμετοχή στα άχραντα μυστήρια. Άλλωστε κατά την Θ. Λειτουργία, αρχής γενομένης από της Ιεράς Προσκομιδής και στο εξής, μνημονεύεται συνεχώς το όνομα του κεκοιμημένου. Και είναι παράλογο να έρχονται φίλοι και γνωστοί στο μνημόσυνο, για να προσευχηθούν και να απουσιάζει η προσευχή των άμεσων συγγενών.
Τέλος η λύση του προβλήματος δεν έγκειται μόνο στην εκκλησιαστική διοίκηση η οποία κατά καιρούς προσπαθεί με διάφορα εγκύκλια σημειώματα, να μας συνεφέρει από την αδιαφορία μας προς τις Παραδόσεις, αλλά έγκειται στον κάθε κληρικό και λαϊκό. Πρωτίστως το κατά πόσο δηλαδή ο καθένας από εμάς προσπαθεί να παραμείνει ορθόδοξος και πιστός στις Παραδόσεις των Πατέρων μας. Κι έπειτα κατά πόσο είμεθα έτοιμοι να μην εφαρμόζουμε αυτό που εμείς νομίζουμε ότι είναι σωστό, αλλά αυτό που ορίζει η Ορθόδοξη Εκκλησία μας. 
1 Υπάρχει ωστόσο η ευλαβική συνήθεια πολλών εκ των πιστών μας να «ανοίγουν» μια εκκλησία, ένα ξωκλήσι. Το «άνοιγμα» σημαίνει την τέλεση μιας θείας Λειτουργίας η οποία έχει σχέση με κάποιο προσωπικό γεγονός της συγκεκριμένης οικογενείας, είτε πρόκειται για κάποια θαυματουργία, είτε για μια εορταστική επέτειο, είτε για κάποια ανάμνηση γεγονότος σπουδαίου και μεγάλου κ.τ.λ. Το «άνοιγμα» της Εκκλησίας σημαίνει πνευματική προετοιμασία της συγκεκριμένης οικογενείας και των μελών της με εξομολόγηση, προκειμένου να συμμετάσχουν στα άχραντα μυστήρια. Επίσης προετοιμασία του ναού ή του παρεκκλησίου με καθαριότητα, με περιποίηση του έσω και έξω χώρου αυτού, με προετοιμασίες για μια μικρή εξίωση όσων θα συμμετάσχουν σ' αυτή τη θ. Λειτουργία. Η πιο σπουδαία προετοιμασία επιτελείται με την προσφορά των δώρων, προσφόρου, οίνου, ελαίου, θυμιάματος και ορισμένες φορές και με αρτοκλασία. Όλα αυτά αποτελούν προσφορά αγνής προσωπικής εργασίας. Το «άνοιγμα» μιας συγκεκριμένης εκκλησίας δεν αποκλείει και τη συμμετοχή κάποιων άλλων πιστών στο ναό. Κι αυτό, γιατί η θεία Λατρεία εν τω ναώ δεν μπορεί ποτέ να έχει προσωπικό προσευχητικό χαρακτήρα, αλλά κοινό ευχαριστιακό, αφού στο ναό τελείται η ευχαριστιακή σύναξη υπέρ όλης της χριστιανικής οικουμένης. Δυστυχώς και στην περίπτωση αυτή παρατηρούνται κάποια παρέκτροπα ιδιωτικοποιήσεως των μυστηρίων και σ' αυτό ευθύνονται περισσότερο οι ιερείς, όταν ευνοούν τέτοιες αντιχριστιανικές επιθυμίες ορισμένων πιστών.

84. Η Μεγάλη Παρασκευή και οι επισκέψεις των πιστών στα κοιμητήρια

Συνηθίζεται κατά τις ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδος οι συγγενείς των κεκοιμημένων να επισκέπτονται τους τάφους των, να τους περιποιούνται, να ανάβουν τα κανδήλια με λάδι, να θυμιάζουν και να τελούν τρισάγια. Ιδιαιτέρως όμως οι επισκέψεις αυτές λαμβάνουν ένα πάνδημο χαρακτήρα κατά την ημέρα της Μεγάλης Παρασκευής. Αυτή η παράδοση έχει πολύ παλαιά ερείσματα. Σχετικά αναφέρει ο Π. Τρεμπέλας περί της Μεγάλης Παρασκευής ότι είναι ήμερα αφιερωμένη στην τιμή των μαρτύρων και των νεκρών. «Εξ άλλου ο θείος Χρυσόστομος πληροφορεί ημάς περί συναθροίσεως κατά την Μ. Παρασκευήν εν τω κοιμητηρίω, ένθα είχεν ανεγερθή βασιλική, ναός δηλ., εις τιμήν των μαρτύρων και συνεδυάζετο συνεπώς προς την ημέραν ταύτην και μνεία των μαρτύρων και των νεκρών» 1. 
1 ΤΡΕΜΠΕΛΑΣ, σ. 365.

85. Τα Ψυχοσάββατα

Η Αγία μας Εκκλησία όρισε και κάποια ιδιαίτερα Σάββατα να είναι αφιερωμένα εξαιρετικά στις μνήμες των κεκοιμημένων μας και μάλιστα «των απανταχού της Οικουμένης», τα όποια ονομάζει Ψυχοσάββατα1. Η «δέησις υπέρ των κεκοιμημένων τω Σαββάτω των ψυχών» είναι γνωστή ως Ψυχοσάββατο. Η δέησις γίνεται κατά τον εσπερινό της Παρασκευής στον όποιο μνημονεύονται όλες οι ψυχές των κεκοιμημένων μας «απ' αρχής και μέχρι των έσχατων» όπως αναφέρει και η εκτενής συναπτή.
Ο άγιος Νεκτάριος αναφέρει σχετικά: «Η ημετέρα Εκκλησία από της ιεράς ταύτης διδαχθείσης παραδόσεως μακράν του να νομίζη τα εαυτής τέκνα καθαρά από παντός ρύπου, ειδυϊά την άνθρωπίνην ασθένειαν, ου γαρ έστιν άνθρωπος, ος ζήσεται και ουχ αμαρτήσει, εύχεται, παρακαλεί, καθικετεύει τον φιλάνθρωπον Θεόν υπέρ των κοιμηθέντων τέκνων αυτής, θεωρεί δε τα μνημόσυνα ως αναπόφευκτον υποχρέωσιν των ζώντων προς τους κεκοιμημένους. διό ου μόνον δι’ ένα έκαστον επιτελεί μνημόσυνα, αλλά και δύο γενικά ενιαύσια μνημόσυνα περί τε των εν ξένη γη αποθανόντων, και περί των μη νενομισμένων τυχόντων...» 2.
Στο Τυπικό της μονής Σωτήρος Χριστού Μεσσήνης3 υπάρχει η σημείωσις σχετικά με τα Ψυχοσάββατα: «Πρέπει λοιπόν να γνωρίζωμε ότι το εσπέρας της Παρασκευής κατά το οποίο ψάλλομε τον εσπερινό του Σαββάτου της Απόκρεω μετά την ακολουθία του εσπερινού και την ευχή που δίνει ο ιερέας κατά την απόλυση, βγαίνουμε από το ναό ψάλλοντας τον ψαλμό: «Ο κατοικών εν βοήθεια του Υψίστου». κι αφού όλοι οι αδελφοί φτιάξομε ένα χορό προ του Τιμίου Σταυρού ψάλλομε τον νεκρώσιμο κανόνα κατά τον όποιο εναλλάσσονται ο ιερέας με το διάκονο. Και μετά το πέρας ολοκλήρου της ακολουθίας κατά το σύνηθες, μαζί με την απόλυση, τρώγομε και τα κόλλυβα. Και μετά από αυτά αρχίζουμε την προσευχή. Το ίδιο κάνουμε και το Σάββατο προ της Πεντηκοστής».
Η αγάπη προς τους κεκοιμημένους οδήγησε την Ορθόδοξη Εκκλησία στην καθιέρωση ιδιαίτερης ημέρας της εβδομάδας σ' αυτούς4. Έτσι το Σάββατο, ως επίσης και τα δύο Ψυχοσάββατα αφιερώνονται στη μνήμη τους. Όλες αυτές οι ημέρες οι προς τιμή των κεκοιμημένων συνδέονται με προσευχές υπέρ αναπαύσεως αυτών. «Το Ψυχοσάββατο μας υπενθυμίζει τη διάσταση της αιώνιας ζωής, που φωτίζει και την επίγεια. Το Ψυχοσάββατο μάς υπενθυμίζει την υποχρέωση να θυμόμαστε τους νεκρούς μας και να προσευχόμαστε γι' αυτούς». Επίσης μας φέρνει στο νου και τους επίκαιρους στίχους του νεοέλληνα ποιητή Γεωργίου Δροσίνη:

Μήπως ό,τι θαρρούμε βασίλεμα γλυκοχάραμα αυγής είναι πέρα; Κι αντί να έρθει μια νύχτ' αξημέρωτη ξημερώνει μια αβράδιαστη μέρα;

Μήπως ειν' αλήθεια στο θάνατο
κι η ζωή μήπως κρύβει την πλάνη;
ό,τι λέμε πως ζει μήπως πέθανε
κι είν' αθάνατο ό,τι έχει πεθάνει;

1 Στο συναξάρι του Ψυχοσαββάτου του Σαββάτου προ της Απόκρεω στο Τριώδιον, διαβάζουμε το εξής σημείωμα: «Επειδή πολλοί κατά καιρούς απέθανον άωρα, ή εις ξενητείαν, ή εις θάλασσαν, ή εις όρη και κρημνούς, ίσως δε και πένητες όντες ουκ ηξιώθησαν των διατεταγμένων μνημοσυνών διά τούτο φιλανθρώπως οι θείοι Πατέρες κινούμενοι εθέσπισαν να γίνεται το Σάββατον προ της Απόκρεω και προ της Πεντηκοστής κοινόν μνημόσυνον πάντων των απ' αιώνος ευσεβώς τελευτησάντων χριστιανών ίνα και όσοι των μερικών μνημοσυνών ουκ έτυχον συμπεριλαμβάνονται εις τον κοινόν τούτο μνημόσυνον».
2 ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ, σ. 101.
3 ARRANZ, 288-289, Πρωτ. Κείμενο: «Χρη μέντοι γινώσχειν ότι Παρασκευή εσπέρας εν η ψάλλομεν τον εσπερινόν του Σαββάτου της Απόκρεω, μετά το ψάλλειν τον εσπερινόν, και της ευχής δούναι τον ιερέα της απολύσεως, εξερχόμεθα ψάλλοντες το: «Ο κατοικών εν βοήθεια του Υψίστου και ποιήσαντες χορού προ του Τιμίου Σταυρού άπαντες οι αδελφοί, ψάλλομεν τον νεκρώσιμον κανόνα, του ιερέως και του διακόνου όντων ηλλαγμένων. Και μετά το τελειωθήναι άπασαν την ακολουθίαν κατά το σύνηθες, και δοθήναι την απόλυσιν, τρώγομεν τα κόλλυβα. Και μετά ταύτα, αρχόμεθα της πρεσβείας. Ομοίως δε ποιούμεν και τω Σαββάτω της Πεντηκοστής».
4 ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, σ. 15.

86. Πόσα και ποια είναι τα Ψυχοσάββατα;

Ψυχοσάββατα στην εκκλησιαστική μας παράδοση υπάρχουν δύο. Το ένα είναι το Σάββατο προ των Απόκρεω και το δεύτερο, το Σάββατο προ της Πεντηκοστής. Επίσης στη Βόρειο Ελλάδα υπάρχει κι ένα τρίτο καθιερωμένο ως Ψυχοσάββατο που πιθανόν έχει να κάμει με τους εορτασμούς του πολιούχου της πόλεως Θεσσαλονίκης, Αγίου Δημητρίου. Στη λειτουργική μας Παράδοση έχουμε εκτός της Μεγάλης Εβδομάδας του Κυρίου μας κι άλλες εβδομάδες, ή άλλους κύκλους μεγάλων εορτών που τείνουν να μοιάσουν προς τη Μεγάλη Εβδομάδα του Πάσχα. Αυτή είναι μία μιμητική καλή πράξη που άρχισε πολύ παλαιά και είναι θα λέγαμε η γενεσιουργός μητέρα όλων των άλλων μεγάλων εορτών, σε υμνογραφία και νηστεία. Έτσι της εορτής του Αγίου Δημητρίου προηγείται Μεγάλη Εβδομάδα που καθιερώθηκε τελευταίως ανελλιπώς, κάθε χρόνο στην αγιοτόκο Θεσσαλονίκη, προνοία του οικείου Παναγιωτάτου Μητροπολίτου. Το Σάββατο που προηγείται της Εβδομάδας του Αγίου Δημητρίου, υπάρχει ως τρίτο Ψυχοσάββατο για το οποίο κάναμε λόγο παραπάνω. Επίσης εκτός των παραπάνω ψυχοσαββάτων σε ορισμένα μέρη, κυρίως στην κεντρική Ελλάδα και σ' αυτή την πρωτεύουσα των Αθηνών συνηθίζονται και άλλα δύο Σάββατα να αφιερώνονται στους κεκοιμημένους, αποκαλούμενα κι αυτά ως Ψυχοσάββατα. Αυτά είναι το Σάββατο μετά το Ψυχοσάββατο της Απόκρεω δηλ. Το Σάββατο της Τυρινής κι επίσης το αμέσως επόμενο Σάββατο της πρώτης εβδομάδος των Νηστειών, το λεγόμενο Ψυχοσάββατο των Αγίων Θεοδώρων.
Το πρώτο Ψυχοσάββατο. το μετά την Κυριακή του Ασώτου Σάββατον λέγεται «Σάββατον των ψυχών» ή «Ψυχοσάββατον», διότι κατ' αυτό η αγία μας Εκκλησία τελεί μνημόσυνα υπέρ πάντων των κεκοιμημένων. Σχετικά αναφέρει το εκκλησιαστικόν βιβλίον που λέγεται Τριώδιον: «Εξ αυτών των Αποστολικών Διαταγών εν βιβλίω1, έλαβεν η του Χριστού Εκκλησία την συνήθειαν του επιτελείν τα λεγόμενα τρίτα και ένατα και τεσσαρακοστά και λοιπά μνημόσυνα των κεκοιμημένων. Επειδή δε πολλοί κατά καιρούς απέθανον άωρα ή εις ξενιτείαν, ή εις θάλασσαν, ή εις όρη και κρημνούς, ίσως δε και πένητες όντες ουκ ηξιώθησαν των διατεταγμένων μνημοσυνών. διά τούτο φιλανθρώπως οι θείοι Πατέρες κινούμενοι, εθέσπισαν σήμερον μνημόσυνον κοινόν πάντων των απ' αιώνος ευσεβώς τελευτησάντων χριστιανών, ίνα και όσοι των μερικών μνημοσυνών ουκ έτυχον συμπεριλαμβάνωνται εις το κοινόν τούτο κακείνοι. Προς τούτοις, επειδή αύριον ποιούμεν την ανάμνησιν της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού, και επειδή οι κεκοιμημένοι ουδέ εκρίθησαν, ουδέ έλαβον έτι την τελείαν αντάμειψιν2 ευκαίρως ακαίρως μνημονεύει σήμερον των ψυχών η Εκκλησία και, εις το άπειρον έλεος του Θεού θαρρούσα, δέεται ίνα ελεήση τους αμαρτωλούς. Ότι δε απάντων κοινώς των τεθνεώτων η μνήμη ενθυμίζει τον κοινόν θάνατον και εις ημάς εν καιρώ αρμοδίω και διεγείρει προς μετάνοιαν, τούτο έστι τρίτον αίτιον του παρόντος μνημόσυνου». τα ίδια γράφει το Ωρολόγιον και για το Ψυχοσάββατον της Πεντηκοστής.
Το δεύτερο Ψυχοσάββατον είναι έτήσιον μνημόσυνον υπέρ των ψυχών των κεκοιμημένων και η Εκκλησία μας το τελεί εννέα ημέρες μετά την Ανάληψη του Σωτήρος Χριστού, δηλ. το Σάββατο προ της Πεντηκοστής του Πάσχα. «Κατά την ημέραν ταύτην μνήμην ποιείται η Εκκλησία πάντων των από Αδάμ ευσεβώς κοιμηθέντων, δέεται υπέρ αυτών και αιτείται παρά .Χριστού του θεού του αναληφθέντος εις τους ουρανούς και εν δεξί καθεσθέντος του Πατρός, όπως εν ώρα της κρίσεως απολογίαν αγαθήν δώσωσιν αυτώ τω πάσαν κρίνοντι την γην, τύχωσι της εκ δεξιών αυτού παραστάσεως εν χαρά, εν μερίδι δικαίων και εν κλήρω φωτεινώ αγίων και γίνωσιν άξιοι της ουρανίου βασιλείας κληρονόμοι» 3. Ο άγιος Νεκτάριος σημειώνει σχετικώς4 «Η Εκκλησία δεομένη υπέρ όλων αυτών που κοιμήθηκαν ευσεβώς, από Αδάμ μέχρι σήμερα, εύχεται όχι μόνο βέβαια υπέρ των χριστιανών διότι κανείς χριστιανός δεν υπήρχε από Αδάμ μέχρι του Χρίστου, αλλά δέεται για κάθε ψυχή ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους που έζησε ενάρετα, είτε σύμφωνα με το νόμο, είτε εν ακροβυστία εύχεται (ενν. Η Εκκλησία) στα τροπάρια, ώστε κάθε άνθρωπος που διέπραξε σωστά τα του βίου και προς τον Θεό μετέστη, να τον αξιώσει ο Θεός της ουρανίου Βασιλείας Του». «Διά της παρούσης διατεταγμένης ακολουθίας υπέρ των ευσεβώς κοιμηθέντων, η Εκκλησία διακηρύττει ότι οι τελειωθέντες ενάρετοι άνδρες από Αδάμ μέχρι Χριστού, είναι άξιοι του θείου ελέους και παρακαλεί το Θεό γι' αυτούς, ώστε να τους δώσει κατά την ημέρα της κρίσεως «ευπρόσδεκτον απολογίαν». Το φρόνημα αυτό της Εκκλησίας, το όποιο γνωρίζουμε από τους αποστολικούς χρόνους, είναι πολύ ορθό και δίκαιο διότι, αφού ο Κύριος ήλθε για να σώσει τον κόσμο, συνεπάγεται ότι επρόκειτο να σώσει κι όλους, όσους πέρασαν το βίο τους ενάρετα προ της ελεύσεως αυτού (ενν. του Χριστού)• διότι η έλλειψις αρετής στον κόσμο δεν προκάλεσε την ανάγκη της ενσάρκου οικονομίας του Υιού του Θεού, αλλά η έλλειψις της αγαθής σχέσεως προς το Θεό και το μεσότοιχο της έχθρας που αποτελούσε διαχωριστικό μεταξύ Θεού και ανθρώπου και το οποίο ο Υιός του Θεού ήλθε να γκρεμίσει. Αιτία λοιπόν της ελεύσεως του Υιού του Θεού στη γη ήταν η συμφιλίωσις του Θεού με τον άνθρωπο κι όχι η έλλειψις αρετής...».
Ο ίδιος ο άγιος Νεκτάριος για το δεύτερο Ψυχοσάββατο αναφέρει5: «Η ακολουθία των κεκοιμημένων τοποθετήθηκε πολύ κατάλληλα, μετά την Ανάληψη του Σωτήρος, διότι δι’ αυτής ο Κύριος ανερχόμενος στους κόλπους του Πατρός κι αφού έλαβε κάθε εξουσία στον ουρανό και στη γη, έγινε Κύριος και των ζώντων και των νεκρών. Η Εκκλησία λοιπόν θέλοντας αφ' ενός μεν να ομολογήσει τον Ιησού Χριστό ζώντων και νεκρών εξουσιαστή, αφ' ετέρου δε (θέλοντας ενν.) να ανακηρύξει την πίστη της στη δευτέρα Παρουσία, συνέταξε την ακολουθία υπέρ των κεκοιμημένων». 
1 ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΓΕΣ, Βιβλ. Η', κεφ. 42, ΒΕΠ, τ. 2, σ. 169.
2 Πραξ. 17,31-2 Πετρ. 2, 9, Εβρ. 11, 30-40.
3 ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ, σ. 108-109.
4 ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ, σ. 109, Πρωτ. Κείμενο: «Η Εκκλησία δεομένη υπέρ πάντων των από Αδάμ μέχρι σήμερον ευσεβώς κοιμηθέντων εύχεται ουχί βεβαίως μόνον υπέρ Χριστιανών διότι ουδείς χριστιανός από Αδάμ μέχρι Χριστού, αλλ' υπέρ πάσης ψυχής παντός γένους βροτών εναρέτως βιωσάσης, είτε εν νόμω, είτε εν ακροβυστία εύχεται δ' εν τοις τροπαρίοις ίνα «άπαντα άνθρωπον τα του βίου λειτουργήσαντα πιστώς και προς Θεόν μεταστάντα πολυειδώς και πολυτρόπως ο Θεός αξιώση της ουρανίου βασιλείας αυτού». «Διά της τοιαύτης υπέρ των ευσεβώς κοιμηθέντων διαταχθείσης ακολουθίας η Εκκλησία κηρύττει ότι οι από Αδάμ μέχρι Χριστού τελειωθέντες ενάρετοι άνδρες εισίν άξιοι του θείου ελέους και δέεται του Θεού υπέρ αυτών, όπως δώση αυτοίς εν τη ημέρα της κρίσεως ευσπρόσδεκτον απολογίαν. Το φρόνημα τούτο της Εκκλησίας, όπερ από των αποστολικών χρόνων γινώσκομεν, είναι λίαν ορθόν και δίκαιον διότι, αφού ο Κύριος ημών ήλθεν ίνα σώση τον κόσμον, έπεται ότι έμελλε να σώση και πάντας τους εναρέτως διαβιώσαντας προ της αφίξεως αυτού, διότι ουχί η έλλειψις αρετής εν τω κόσμω προκάλεσε την ανάγκην της ενσάρκου οικονομίας του Υιού του Θεού, αλλ' η έλλειψις της προς τον Θεόν φιλίας και το μεσότοιχον της έχθρας το διαχωρίζον Θεόν και άνθρωπον και όπερ ο Υιός του Θεού ήλθε να καθέλη. Λόγος λοιπόν της αφίξεως του Υιού του Θεού ήτο η συμφιλίωσις του Θεού μετά του ανθρώπου και ουχί η ελλειψις αρετής...».
5 ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ, σ. 111, Πρωτ. Κείμενο: «Η ακολουθία των κεκοιμημένων ετέθη λίαν καταλλήλως μετά τον χρόνον της Αναλήψεως του Σωτηρος, διότι διά ταύτης γενόμενος ο Κύριος εν τοις κόλποις του Πατρός και λαβών πάσαν έξουσίαν εν ουρανώ και επί γης, εγένετο ζώντων και τεθνεώτων Δεσπότης• η Εκκλησία λοιπόν ένθεν μεν θέλοντα να ομολογήση τον Ιησούν Χριστόν ζώντων τε και νεκρών εξουσιαστήν, ένθεν δε να ανακηρύξη την πίστιν αυτής εις την δευτέραν παρουσίαν, την υπέρ των κεκοιμημένων ακολουθίαν συνέταξεν».

87. Πώς μπορεί να τελεσθεί μια Βάπτιση στην ενορία; Τι δικαιολογητικά απαιτούνται;

Όταν οι γονείς του νηπίου αποφασίζουν από κοινού να βαπτίσουν το παιδί τους, θα πρέπει να επισκεφθούν τον εφημέριο της ενορίας τους, έχοντας μαζί τους και μια Ληξιαρχική Πράξη Γεννήσεως του παιδιού τους. Κατά τον τελευταίο καιρό η Ληξιαρχική Πράξη Γεννήσεως εκδίδεται στον χώρο των μαιευτικών κλινικών και φέρει την ένδειξιν "Για Βάπτιση". Κατόπιν συνεννοήσεως γονέων και εφημερίου ορίζεται η ημερομηνία Βαπτίσεως. Καμμιά άλλη ενέργεια δεν απαιτείται για το Βάπτισμα.

88. Τι προβλέπεται όταν η Βάπτιση τελεσθεί σε άλλη ενορία ή αλλού;

Υπάρχουν όμως περιπτώσεις γονέων που πριν τη γέννηση των παιδιών τους ή ακόμα και προ της συλλήψεως, έχουν τάξει να βαπτίσουν το παιδί που θα γεννηθεί σε μια άλλη ενορία, ή προσκύνημα, ή μοναστήρι. Το δικαίωμα και η επιθυμία αυτή των γονέων είναι απολύτως σεβαστά. Καλό είναι οι βαπτίσεις και όλα γενικώς τα μυστήρια να γίνονται στην ενορία όπου και ανήκουμε. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις που εξαιρούνται του κανόνος.
Και σ' αυτές ακόμα (ενν. τις περιπτώσεις) υποχρεούνται οι γονείς να έλθουν στην ενορία τους, όπου και ανήκουν, μαζί με την Ληξιαρχική Πράξη Γεννήσεως του παιδιού τους, που πρόκειται να βαπτισθεί, για να συζητήσουν με τον εφημέριο την επιθυμία τους να μεταβιβάσουν τη Βάπτιση του τέκνου τους σε άλλη ενορία, προσκύνημα, ή μοναστήρι και αλλού. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι, πριν να επισκεφθούν οι γονείς την ενορία τους, για να πάρουν την άδεια μεταβιβάσεως βαπτίσεως από τον εφημέριο, θα πρέπει οπωσδήποτε να έχουν αποφασίσει για τον τόπο βαπτίσεως του παιδιού. Και αυτό, διότι προκειμένου ο εφημέριος να ετοιμάσει την άδεια μεταβιβάσεως βαπτίσεως, θα πρέπει να του έχει γνωστοποιηθεί από τους γονείς σε ποιο ναό θα τελεσθεί η Βάπτιση. Διαφορετικά δεν θα υπογράψει την μεταβίβαση.
Ένα φαινόμενο που παρατηρείται κατά τις δηλώσεις των ημερομηνιών βαπτίσεων, είναι ότι -κάποιες φορές- προσέρχονται στο ναό μεμονομένα οι γονείς, είτε ο πατέρας, είτε η μητέρα, για να τακτοποιήσουν τα της Βαπτίσεως. Ο εφημέριος αμέσως ρωτά, εάν υπάρχει η συγκατάθεση για την Βάπτιση και του άλλου μέλους. Δεν πρόκειται περί αδιακρισίας του ιερέως, αλλά περί ισχύος του κανόνος, πού ορίζει ότι για το βάπτισμα παιδιού θεωρείται απαραίτητη η από κοινού συναίνεση των γονέων.

89. Τι προβλέπουν οι κανόνες για τα ζευγάρια που τελούν εν διαστάσει και επιθυμούν να βαπτίσουν το παιδί τους;

Για όσα ζευγάρια τελούν εν διαστάσει η Βάπτιση μπορεί να γίνει μόνον, όταν οι γονείς συμφωνήσουν από κοινού για τούτη την πράξη. Εάν δεν συμφωνούν, ο εφημέριος δεν μπορεί να τελέσει το μυστήριο. Το πρόβλημα αυτό επιλύεται νομικά.

90. Τι προβλέπει ο κανόνας σε περιπτώσεις εξαφανίσεως του πατέρα ή της μητέρας;

Υπάρχει και η περίπτωση κατά την οποία ενώ έχει ορισθεί ημερομηνία βαπτίσεως κατά την προετοιμασία να εξαφανισθεί είτε ο πατέρας, είτε η μητέρα του παιδιού. Και αυτό το πρόβλημα είναι νομικό. Ο ιερεύς μπορεί να τελέσει το βάπτισμα, μόνο όταν το εναπομείναν μέλος δηλώσει πρώτα στον εισαγγελέα την εξαφάνιση και το άγνωστον της διαμονής του άλλου γονέα. Μετά την νομική κατοχύρωση αυτή η Εκκλησία προχωρά στο τελετουργικό μέρος, έστω και με τη μονομερή παρουσία γονέως.

91. Τι προβλέπεται στην περίπτωση αποβολής της μητέρας;

Και για την περίπτωση αυτή η Εκκλησία έχει μεριμνήσει. Εύχεται όχι μόνον για τις ευχάριστες στιγμές, αλλά και για τις δυσάρεστες.
Βεβαίως η αποβολή εντάσσεται κατά την Ορθόδοξη διδασκαλία στα αμαρτήματα του φόνου. Όμως οι περιπτώσεις αποβολής διαφέρουν από γυναίκα σε γυναίκα. Μπορεί για παράδειγμα να υπάρχει εκούσια αποβολή, οπότε αυτό συνιστά έκτρωση, όπως υπάρχει και η ακούσια αποβολή που δεν θεωρείται αμαρτία εκ προμελέτης. Για το λόγο αυτό ο Πνευματικός - Eξομολόγος οικονομεί την περίπτωση αυτή και επιτρέπει την Θεία Μετάληψη μετά από σύντομο χρονικό διάστημα σύμφωνα πάντα με τη μετάνοια και τη συντριβή της γυναικός, που προσέρχεται στην Εκκλησία και ζητά το έλεος και τη φιλανθρωπία του Θεού.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία και στην περίπτωση της όποιας αποβολής -εκούσιας ή ακούσιας- βλέπει πρωτίστως το πρόσωπο που τη διέπραξε. Ενώ από τη μια στηλιτεύει την αμαρτία, από την άλλη με την αγάπη και τη φιλανθρωπία της προσπαθεί να το στηρίξει στον αγώνα της πνευματικής ανόρθωσης.
Η ευχή είναι καθαρά παρακλητική και ζητά από τον Κύριο και Θεό μας να συγχωρήσει τη γυναίκα που περιέπεσε σε φόνο ακούσιο ή εκούσιο. Ο ευχέτης ιερεύς είναι σίγουρος για την θεϊκή συγχώρεση η οποία δίδεται σε όποιον τη ζητά με ταπείνωση και μετάνοια αληθινή. Την ευχήν αυτήν δεν τη συναντούμε στη χειρόγραφη παράδοση των Ευχολογίων. Φαίνεται ότι έχει συνταχθεί για καθαρά ποιμαντικούς λόγους• αφορά δε όλες εκείνες τις γυναίκες, πού απέβαλαν. Η ευχή κατά τα κύρια σημεία της βασίζεται στην παλαιά αντίστοιχη "εις γυναίκα λεχώ τη πρώτη ήμερα της γεννήσεως του παιδίου αυτής".
Τέλος, όταν αποβάλλει η μητέρα, ο ιερεύς κατά το τέλος της αναγνώσεως της παραπάνω σχετικής ευχής δεν κάνει την ίδια απόλυση, τη γνωστή• "Ο εν αγκάλαις του δικαίου Συμέων βασταχθήναι καταδεξάμενος διά την ημετέραν σωτηρίαν" που είναι κατάλληλη για την περίπτωση του σαραντίζοντος νηπίου, αλλά τη γνωστή κοινή απόλυση των ακολουθιών "Χριστός ο αληθινός Θεός ημών...".

92. Ποια είναι η θέση της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας για τη λύση του γάμου;

«Η διατήρηση, όπως άλλωστε και η αρχική σύναψη του γάμου, προϋποθέτει αμοιβαία προσφορά και συμπλήρωση. Όταν οι σύζυγοι κλείνονται στο εγώ τους, δεν μπορεί να διατηρηθεί η κοινωνία του γάμου. Ο γάμος, όπως και κάθε αληθινή κοινωνική σχέση, στηρίζεται στην έξοδο του ανθρώπου από την ατομικότητα του. Ειδικότερα η κοινωνία του γάμου έχει ως βάση την ερωτική αναζήτηση και την αγαπητική προσφορά. Και τα δύο όμως αυτά, ως ανθρώπινα αισθήματα είναι σχετικά. Η σχετικότητα τους αποτελεί συνάρτηση του χρόνου και αποκαλύπτεται με το χρόνο. Γι’ αυτό και η πληρότητα στον γάμο δεν μπορεί να στερεωθεί σε θεμέλια που υπόκεινται στη φθορά του χρόνου. Η αγάπη και ο έρωτας μπορούν να στηρίξουν την κοινωνία του γάμου, μόνο όταν αποδεσμευθούν από τη σχετικότητα του χρόνου και τοποθετηθούν σε υπερβατική προοπτική. Έτσι γίνεται φανερό και το νόημα που έχει η σύναψη του γάμου "εν Κυρίω " η ή δημιουργία της.

93. Γιατί τα κουφέτα των μπομπονιερών πρέπει να έχουν μονό αριθμό; Τι σημαίνει αυτό το έθιμο;

Οι προλήψεις και οι δεισιδαιμονίες έχουν καλύψει όλο το φάσμα του γάμου. Ακόμη και για τον αριθμό των κουφετών των μπομπονιερών έχει επικρατήσει η συνήθεια να χρησιμοποιούνται μονά κουφέτα, για να μείνει ο γάμος ένας. Πρόκειται για μια πρόληψη κοντά στις τόσες άλλες που σχετίζονται με το γάμο. Καλόν θα είναι οι χριστιανοί να μην ασχολούνται με τέτοια ανούσια πράγματα. Ο γάμος δεν θα στεριώσει, εάν τα κουφέτα είναι μονά ή διπλά, αλλά από την πνευματικότητα των νεονύμφων, από την επίδειξη τριών αρετών, δηλ. της υπομονής, της υπακοής και της υποχωρητικότητας.

94. Τι γίνονται τα στέφανα σε περίπτωση που ένας εκ των συζύγων πεθαίνει; Ή σε περίπτωση διαζυγίου;

Πρώτα η εκκλησία είχε κοινά στέφανα για όλο τον κόσμο. Εν συνεχεία το κάθε νέο ζευγάρι έφτιαχνε τα δικά του στέφανα. Μέχρι σήμερα για τα εν Ελλάδι δεδομένα μας ισχύει αυτό το έθιμο. Τα στέφανα από τους νεονύμφους διατηρούνται σε ειδική θήκη. Αυτή συνήθως διατηρείται στην κρεββατοκάμαρα. Στο παραπάνω ερώτημα η απάντηση που συνήθως δίδει ο απλός λαός, είναι ότι κατά τον θάνατο ενός εκ των δύο η πρόληψη θέλει το ένα από τα δύο στέφανα να μπαίνει μαζί του στον τάφο, ενώ άλλη πρόληψη λέει ότι τα στέφανα παραμένουν μέσα στην κρεββατοκάμαρα μέχρι του θανάτου και του άλλου μέλους, οπότε τότε μπαίνουν και τα δύο στέφανα στον τάφο του δευτέρου, δηλώνοντας έτσι ότι ο θάνατος σταματάει το συγκεκριμένο ανδρόγυνο. Αυτά όμως εντάσσονται στη σφαίρα των προλήψεων και δεν έχουν καμιά απολύτως σχέση με την ορθόδοξη ζωή. Τα στέφανα, εφόσον επέρχεται θάνατος ή διαζύγιο, μπορούν οι άμεσοι συγγενείς να τα προσκομίζουν στον ιερό ναό. Τα ίδια αυτά στέφανα μπορούν να χρησιμοποιηθούν και σε άλλο γάμο ή να τοποθετούνται στο χωνευτήρι, αφού πρώτα καούν. Για τον λόγο αυτό, όπως σημειώσαμε και στο ιδιαίτερο κεφάλαιο για τα στέφανα, σε παλαιότερες εποχές τα στέφανα ήταν λειτουργικά σκεύη του ναού. Αυτό σήμαινε ότι τα στέφανα ήταν κοινά για όλους τούς πιστούς και όχι όπως συμβαίνει σήμερα όλα να ιδιωτικοποιούνται. Έτσι και το ερώτημα που μας τίθεται σε παλαιότερες εποχές δεν θα προέκυπτε.

95. Τι σημαίνει το πέταμα της νυφικής ανθοδέσμης στις ανύπαντρες κοπέλες;

Ο απλός λαός που δεν έχει σχέση με τα της ορθοδόξου κατηχήσεως και δεν γνωρίζει την ορθόδοξη εκκλησιολογία ασχολείται με πολλές προλήψεις. Αφελώς πιστεύει, δυστυχώς, πολύς κόσμος ότι με το πέταμα της νυφικής ανθοδέσμης και το πιάσιμο αυτής (ενν. της ανθοδέσμης) από μια ανύπανδρη κοπέλα θα συμβεί σύντομα ο γάμος της. Αυτό με τίποτα δεν το δέχεται η αγία μας Εκκλησία και φυσικά ποτέ οι ιερείς δεν συμβουλεύουν τέτοια πράγματα.

96. Τι σημαίνει το γράψιμο ονομάτων ανύπανδρων κοριτσιών στο νυφικό γοβάκι; Τι σημαίνει το ασήμωμα του παπουτσιού της νύφης;

Μια άλλη πρόληψη του απλού ακατήχητου λαού μας είναι και το γράψιμο ονομάτων ανύπανδρων κοριτσιών φιλενάδων της νύφης στο νυφικό γοβάκι. Πιστεύουν αφελώς ότι, εάν σβησθούν τα ονόματα τους από το γοβάκι, σύντομα θα παντρευθούν. Κάτι παρόμοιο είναι και η πρόληψη που έχει σχέση με το ασήμωμα του παπουτσιού της νύφης. Πιστεύεται ότι με το ασήμωμα, δηλ. με το να ρίπτονται χρήματα-κέρματα μέσα στο νυφικό γοβάκι, θα γίνει ο γάμος σιδερένιος, δηλ. γερός και αρραγής.

97. Κατά το ντύσιμο της νύφης γιατί πρέπει τρεις κοπέλες να έχουν φορέσει το νυφικό της. Τι σημαίνει αυτό;

Μια άλλη πρόληψη κατά το γάμο είναι η συνήθεια να ντύνονται με το νυφικό τρεις ανύπανδρες κοπέλλες. Πιστεύεται ότι και οι τρεις κοπέλλες θα είναι παντρεμένες μέσα στον ίδιο χρόνο. Και το έθιμο αυτό δεν έχει καμιά σχέση με την ορθόδοξη Εκκλησία μας.

98. Κατά το γάμο, ποιος συνοδεύει τη νύφη στην εκκλησία;

Ένα έθιμο σχετιζόμενο με το μυστήριο του γάμου είναι και η συνοδεία της νύφης στην Εκκλησία. Συνήθως τη νύφη συνοδεύει ο πατέρας της και ο πρώτος αδελφός της. Εν απουσία του πατέρα, ο μεγαλύτερος αδελφός ή κάποιος ανύπανδρος αδελφός. Αυτό το έθιμο σημαίνει πολλά στην ορθόδοξη Ελλάδα μας. Ο πατέρας παραδίδει τη νύφη στο γαμπρό. Αυτό είναι μια συμβολική πράξη, που σημαίνει ότι η νύφη από τα χέρια του πατέρα της, παραδίδεται καθαρή και αγνή στον γαμπρό. Παλαιότερα το έθιμο αυτό είχε την πραγματική του σημασία. Σήμερα τείνει το έθιμο αυτό να ξεχασθεί. Σήμερα άλλες νύφες για πρωτοτυπία, άλλες καταφθάνουν στο ναό με τους κουμπάρους ή τις κουμπάρες τους, άλλες καταφθάνουν μαζί με τους γαμπρούς, άλλες κατεβαίνουν με αλεξίπτωτα! και κάποιες άλλες με κάποιο άλλο τρόπο.

99. Γάμος σε μοναστήρι δεν γίνεται

Κάτι που πολλές φορές δεν το γνωρίζει ο ορθόδοξος ακατήχητος λαός μας, είναι ότι γάμοι σε επανδρωμένα μοναστήρια δεν τελούνται. Οι γάμοι επιτρέπεται να τελούνται μόνο στους ενοριακούς ναούς. Σήμερα όμως πολλοί μελλόνυμφοι εκ της μανίας της πρωτοτυπίας για το γάμο τους, αποφασίζουν να τελέσουν το μυστήριο τους σε μοναστήρι. Αυτό δεν γίνεται και ούτε επιτρέπεται. Τα μοναστήρια έχουν άλλο προορισμό. Οι μονάχοι και οι μοναχές ασχολούνται με την προσευχή και όχι με μυστήρια γάμων, βαπτίσεων τα οποία λόγω του πανηγυρικού χαρακτήρος των σκορπίζουν την περισυλλογή και την αδιάλειπτη προσευχή. Τα μοναστήρια εκτός του ότι δεν πρέπει να τελούν γάμους, δεν πρέπει να δέχονται να τελούν ούτε μυστήρια βαπτίσεων. Δυστυχώς σήμερα κάποια μοναστήρια συναγωνίζονται το έργο των ενοριών και φυσικά κάποιες ενορίες προσπαθούν λανθασμένα να υποκαταστήσουν τα μοναστήρια. Ο καθείς όμως εφ' ω ετάχθη. Τέλος οι πιστοί μας, το ξανατονίζουμε, πρέπει να έχουν δεσμούς με τις ενορίες τους.

100. Ποια είναι τα απαραίτητα σκεύη για την τέλεση του γάμου;

Απαραίτητα σκεύη για το μυστήριο του γάμου είναι ένα ευτρεπισμένο τραπέζι στο κέντρο του ναού. Επάνω στο τραπέζι σήμερα τοποθετείται ένας επάργυρος δίσκος, συνήθως στολισμένος με μικρά άνθη. Μέσα σ' αυτόν τοποθετούνται ρύζι και κουφέτα λευκά. Επάνω στο στολισμένο δίσκο τοποθετεί ο λειτουργός ιερέας το ιερόν Ευαγγέλιον. Επίσης απαιτείται ένα ποτήριο και ένα μπουκάλι με κρασί γλυκό κόκκινο. Απαραιτήτως στο γάμο χρειάζονται δύο λαμπάδες και τα στέφανα. Οτιδήποτε άλλο στο γάμο θεωρείται δευτερεύον και όχι ιδιαίτερα απαραίτητο.

101. Ποιος είναι ο υπουργός τελέσεως του μυστηρίου του γάμου;

Όπως γνωρίζουμε, για την τέλεση του μυστηρίου του γάμου απαραίτητος θεωρείται ο κληρικός, ο οποίος έχει κανονική και ακώλυτη ιερωσύνη. Κανείς από τους λαϊκούς δεν μπορεί μόνος του να τελέσει το μυστήριο του γάμου. Ο ιερέας έχει την ειδική ιερωσύνη, την οποία λαμβάνει με ειδική ακολουθία που λέγεται στην εκκλησιαστική γλώσσα χειροτονία, την οποία λαμβάνει πάντοτε και άπαξ από τον οικείο επίσκοπο. Κατά την ορθόδοξη Παράδοση και σύμφωνα με τους Ιερούς κανόνες της Εκκλησίας μας ο επίσκοπος έχει το πλήρωμα της ιερωσύνης και με την άδεια αυτού τελούνται τα ιερά μυστήρια, από τούς πρεσβυτέρους, όλα εκτός από το μυστήριο της ιερωσύνης και των εγκαινίων, με την ιερά υποχρέωση ο κάθε πρεσβύτερος πάντοτε κατά την επιτέλεση των ιερών ακολουθιών και μυστηρίων της Εκκλησίας, να μνημονεύει το όνομα του επισκόπου του, που είναι εις «τόπον Θεού» 1 και εις «τύπον του Πατρός» 2, σύμφωνα με τη διδασκαλία του αγίου Ιγνατίου επισκόπου Αντιοχείας (=όπου επίσκοπος εκεί η Εκκλησία). Έτσι όλα τα ιερά μυστήρια και εν προκειμένω κι αυτό του γάμου τελούνται κανονικά από τον υπουργό των μυστηρίων, πού είναι ο κανονικός κληρικός. 
1 Ιγνατίου Αντιοχείας, Μαγνησιεύσιν, VI, ι, S.C. ιο, 84.
2 Ιγνατίου Αντιοχείας, Τραλλιανοίς, III, ι S.C. ιο, 96.

102. Η τελετή του γάμου. Οι λειτουργικές πράξεις και τα σημαινόμενα του μυστηρίου αυτού.

Όταν τελειώσει η ακολουθία του αρραβώνα, αρχίζει αμέσως το Ιερό μυστήριο του γάμου. Σήμερα στο τέλος του αρραβώνα δεν τελείται απόλυση, άλλα συναπτά με τους ψαλμικούς στίχους «Μακάριοι οι φοβούμενοι τον Κύριον...» γίνεται η έναρξη του μυστηρίου του γάμου με το «Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος» από τον ιερέα ο οποίος βρίσκεται μπροστά στο ευπρεπισμένο τραπέζι μπροστά από τους μελλονύμφους και στραμμένος προς την ανατολή. Ακολούθως ασπάζονται το ιερόν Ευαγγέλιον οι μελλόνυμφοι και ο παράνυμφος ή οι παράνυμφοι. Ακολουθούν τα ειρηνικά. Πρόκειται για μια σειρά αιτημάτων, κατά τα οποία παρακαλείται ο Κύριος και Θεός μας όπως ευλογήσει τον γάμο των μελλονύμφων, όπως ευλόγησε τότε και τον γάμο της Κανά της Γαλιλαίας, καθώς επίσης για ευτεκνία και ακατάγνωστο διαγωγή καθώς και αγάπη. Οι μελλόνυμφοι στέκονται πλέον στο κέντρο του ναού, μπροστά ακριβώς από το άγιο θυσιαστήριο, δηλώνοντας με τη στάση τους αυτή «το της δουλείας σχήμα», δηλ. ότι όλοι οι πιστοί ενώπιον του Θεού είμαστε όπως οι ταπεινοί δούλοι ενός αφέντη. Οι μελλόνυμφοι κατά την ώρα αυτή δεν έχουν ενωμένα τα χέρια τους, αλλά έχουν τα χέρια τους μπροστά, βαστώντας αναμμένες λαμπάδες, που συμβολίζουν, όπως είπαμε και προηγουμένως ότι το φως που εκχέεται από αυτές συμβολίζει το φως του Χριστού, που έρχεται έτοιμο να φωτίσει και να αγιάσει τις ψυχές των, ώστε με το φωτισμό και τη χάρη του Θεού να ενωθούν με τα ευλογημένα δεσμά του γάμου, υπό το φως του αοράτου Θεού. Πριν από την έναρξη των ειρηνικών παλαιότερα προσφερόταν και θυμίαμα από τον λειτουργούντα ιερέα. Η προσφορά του θυμιάματος γίνεται προς δόξαν του εν Τριάδι Θεού και για να υπενθυμίζει ακόμη στους μελλονύμφους, ότι οι προσευχές τους πρέπει να ανεβαίνουν ως θυμίαμα στον ουρανό, ιδιαιτέρως τώρα που τελείται το μυστήριο του γάμου τους. Έπειτα ακολουθούν τρεις ευχές από τον ιερέα. H πρώτη• «ο Θεός ο άχραντος και πάσης κτίσεως δημιουργός...». Η δεύτερη• «Ευλογητός ο Θεός ο του μυστικού και άχραντου γάμου Ιερουργός...». Και τέλος η τρίτη• «Ο Θεός ο άγιος ο πλάσας εκ χοός τον άνθρωπον...» κατά την απαγγελία της οποίας γίνεται η άρμοση των χεριών των μελλονύμφων.
Η ένωση των χεριών συμβολίζει το τέλειον της ενώσεως αυτών των δύο ανθρώπων, που αποφασίζουν από κοινού και με την ευλογία της Εκκλησίας να ζήσουν μέχρι τέλους μαζί. Πρόκειται για μια πολύ συμβολική πράξη και γεμάτη ιερότητα τελετουργία. Ο ιερέας λαμβάνοντας τα χέρια των μελλονύμφων εκείνη την στιγμή ιερουργεί. Δεν είναι απλή η κίνηση. Χρειάζεται αυτή η άρμοση να λαμβάνει ιδιαίτερο χρόνο, ώστε όχι μόνον οι μελλόνυμφοι, αλλά και οι παριστάμενοι να συναισθάνονται το συμβολισμό και την ιερότητα της στιγμής. Η άρμοση των χειρών αποτελεί θα λέγαμε το σήμα κατατεθέν, της σαρκικής ενώσεως των μελλονύμφων. Από εκείνη τη στιγμή δένονται οι δύο άνθρωποι σε ένα σώμα και πορεύονται στη ζωή τους πάντα ενωμένοι. Για τον λόγο αυτό η αγία μας Εκκλησία δεν ευλογεί τις προγαμιαίες σχέσεις. Μπορεί μεν να τις ανέχεται κατά κάποιο τρόπο, μέσα στο πνεύμα της οικονομίας των πεπτωκότων τέκνων της, ποτέ όμως δεν αμνηστεύει την αμαρτία. Ποια άλλωστε θα ήταν η σημασία της ενώσεως των χεριών των μελλονύμφων μέσα στο όλο αγιαστικό και αγωνιστικό πνεύμα της, αν ευλογούσε κάτι τέτοιο; Κι ενώ για παράδειγμα ενώθηκαν τα σώματα, ποια η αξία και η σημασία της συμβολικής πράξεως της ενώσεως των χεριών των μελλονύμφων;
Μετά το πέρας της ενώσεως των χεριών ακολουθεί η πανηγυρική στέψη των νεόνυμφων πλέον. Ο Ιερέας λαμβάνει πάνω από το Ευαγγέλιο (όπου είναι τοποθετημένα) τα στέφανα και, αφού πρώτα τα σταυρώσει τρεις φορές πάνω στο ιερό Ευαγγέλιο εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, ακολούθως στεφανώνει τρεις φορές πρώτα το γαμπρό εις το όνομα της αγίας Τριάδος, σχηματίζοντας κάθε φορά το σύμβολο του Σταυρού στην κεφαλή του κι έπειτα στεφανώνει τη νύφη στην κεφαλή της με τον ίδιο ακριβώς τρόπο λέγοντας κάθε φορά• «Στέφεται ο δούλος του Θεού (δείνα) την δούλη του Θεού (δείνα) εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος». Σήμερα η στέψη δεν γίνεται ακριβώς πάνω στα κεφάλια των νεόνυμφων αλλά στο μέτωπο τους. Μάλιστα ο Ιερέας ξεκινάει από τον γαμπρό σταυρώνοντας πρώτα την κεφαλή του στο «Στέφεται ο δούλος του Θεού (δείνα)» σχηματίζοντας το σχήμα του Σταυρού επί του μετώπου του γαμπρού και στο «την δούλην του Θεού (δείνα)» ακουμπά τα στέφανα επί του μετώπου της νύφης σχηματίζοντας και πάλι το σύμβολο του Σταυρού. Αυτό επαναλαμβάνεται τρεις φορές ξεκινώντας από τον γαμπρό. Έπειτα αρχίζει την ίδια διαδικασία από τη νύφη και καταλήγει στο γαμπρό. Σε παλαιότερες εποχές τα στέφανα, όπως είδαμε, και προηγούμενα στην ακολουθία του αρραβώνα, τίθονταν επί της αγίας Τραπέζης. Μετά το πέρας της στέψεως ο ιερέας τοποθετεί τα στέφανα επί των κεφαλών των νεόνυμφων και ακολούθως ο παράνυμφος παραλαμβάνει αυτά (τα στέφανα) με τα χέρια του σταυρωτά και τα σταυρώνει άλλες τρεις φορές. Ο παράνυμφος για την πράξη αυτή στέκεται ακριβώς πίσω από τους νεόνυμφους.
Η πράξη αυτή της αλλαγής των στεφάνων από τον παράνυμφο είναι συμβολική. Συμβολίζει τη συμμετοχή του ως πρόσωπο σεβαστό και ιδιαίτερα αγαπητό από τους νεόνυμφους, στη νέα οικογένεια, όπου οφείλει με πνεύμα συνέσεως και σοφίας να αγωνίζεται κι αυτός ως πνευματικός αδελφός για τη στερέωση και το ακλυδώνιστο αυτού του γάμου. Η παρουσία του παρανύμφου δηλώνει ακόμη και τη μαρτυρία του ενώπιον Θεού και ανθρώπων, ότι θα αγωνισθεί με κάθε τρόπο, ώστε το νέο ζευγάρι να τελεί πάντοτε εν αγάπη και προκοπή. Μετά την στέψιν ο ιερέας πρώτα ψάλλει το• «Κύριε ο Θεός ημών δόξη και τιμή στεφάνωσον αυτούς» το όποιο τρισσεύεται και από τους ψάλτες. Η ψαλμωδία αυτού του ύμνου είναι επίσης πολύ σημαντική. Δηλώνει ότι οι νεόνυμφοι επιβραβεύονται από τον Κύριο και Θεό μας κατ' αυτήν την ευλογημένη στιγμή του γάμου τους. Αυτή η επιβράβευση με τον υπέροχο αυτό ύμνο, δηλώνει ότι οι νεόνυμφοι για να βραβευθούν αγωνίστηκαν τέλεια. Κι αυτός ο αγώνας δεν είναι άλλος από την αγνότητα που τήρησαν μέχρι εκείνη τη στιγμή. Και είναι αλήθεια ότι το να κρατηθεί κάποιος αγνός μέχρι την ήμερα του γάμου του, θεωρείται, ιδιαιτέρως σήμερα, μεγάλος άθλος. Μάλλον η αξία αυτού του ύμνου βρίσκει μεγαλύτερη σημασία στις ήμερες μας, που η αγνότητα για κάποιους σημαίνει αρρώστια και πιθανόν αμαρτία!
Ακολουθεί η απαγγελία της Κυριακής προσευχής• «Πάτερ ημών...» που λέγεται από όλους τους παρευρισκόμενους στο μυστήριο με πρωτοκορυφαίους τους νεόνυμφους. Μετά το• «Πάτερ ημών...» ακολουθεί η ειρήνευση από τον Ιερέα κι έπειτα η ευχή του ποτηρίου «Ο Θεός ο πάντα ποιήσας...». Κατά την διάρκεια της αναγνώσεως της ευχής, ευλογεί διά της δεξιάς χειρός του ο ιερέας το προσφερόμενον ποτήριον γεμάτο ερυθρού οίνου. Κατά τούς παλαιότερους χρόνους οι νεόνυμφοι κατ' αυτήν την στιγμή κοινωνούσαν των αχράντων μυστηρίων. Το σημερινό κοινό ποτήριο, δηλαδή το απλό κρασί το μετελάμβαναν μόνον όσοι ήταν ανάξιοι για την μετάληψη των αχράντων μυστηρίων. Μεταξύ αυτών εκτός εκείνων που είχαν περιπέσει σε βαριά αμαρτήματα συμπεριλαμβάνονταν οι δίγαμοι. Το κοινό αυτό ποτήριο δινόταν στις περιπτώσεις αυτές για μερικό αγιασμό, όπως συμβαίνει και με το αντίδωρο τής Θείας Λειτουργίας. Κανονικά θα έπρεπε σε κάθε θεία Λειτουργία να μεταλαμβάναμε όλοι οι παρόντες τα άχραντα μυστήρια, επειδή όμως διάφοροι πνευματικοί λόγοι, που ρυθμίζονται από τον πνευματικό εξομολόγο, μας αποτρέπουν από την τακτικότατη θεία μετάληψη, θεσπίστηκε από τους θεοφόρους Πατέρες της Εκκλησίας μας η μετάληψη του αντιδώρου (=δηλ. αντί του δώρου. Δώρο θεωρείται η θεία μετάληψη, αντίδωρο είναι το αντί της θείας μεταλήψεως δώρο για μερική τουλάχιστον ευλογία).
Ακολούθως γίνεται ο πανηγυρικός χορός του Ησαΐα, τρεις φορές γύρω από το τραπέζι που βρίσκεται, όπως είπαμε, στο κέντρο τής Εκκλησίας μπροστά από τους νεόνυμφους. Στον Ιερό αυτό χορό, ο ιερέας προπορεύεται βαστώντας στα χέρια του το ιερό Ευαγγέλιο και κρατώντας το χέρι του γαμπρού σχηματίζει το χορό. Ακολουθεί όπισθεν των νεονύμφων ο παράνυμφος βαστώντας με τα χέρια του τα στέφανά τους. Οι παρευρισκόμενοι εκείνη την στιγμή εύχονται στους νεονύμφους ραίνοντάς τους με ροδοπέταλα και ρύζι (σχετικά με το ρύζι, βλ. σχετική αναφορά). Τα τροπάρια του χορού είναι τρία• α) Ησαΐα χόρευε, β) Άγιοι Μάρτυρες, και γ) Δόξα σοι Χριστέ ο Θεός. Μετά το πέρας του χορού ο ιερεύς φέρνει τους νεονύμφους μπροστά στην Ωραία Πύλη και διαβάζει τις πολύ όμορφες ευχές• «Μεγαλύνθητι Νυμφίε...» και «Και συ Νύμφη...». Μετά διαβάζει την ευχή της αναλήψεως των στεφάνων από τις κεφαλές των νεόνυμφων και, αφού παραλαμβάνει τα στέφανα, τα δίνει να τα ασπασθούν οι νεόνυμφοι και ο παράνυμφος και κάνει απόλυση και τελειώνει το ιερό μυστήριο. Πριν την λήξη με το «Δι' ευχών» ο ιερέας με το Ευαγγέλιο λύνει τα χέρια των νεονύμφων, δηλώνοντας συμβολικά ότι, από τώρα οι νεόνυμφοι πρέπει να ακολουθούν το λόγο του Θεού στη ζωή τους και ταυτόχρονα τους φανερώνει συμβολικά ότι τώρα οι ζωές τους εξαρτώνται μονάχα από τον ίδιο τον Κύριο και Θεό μας. Η συμβολική αυτή πράξη ακόμα δηλώνει, ότι τώρα πλέον μέσα στη συζυγική ζωή μέτρο και κανόνας γίνεται ο νόμος του Ευαγγελίου, τον οποίο πρέπει απαρέγκλητα και αγόγγυστα να τηρούν οι νεόνυμφοι για τη στερέωση του γάμου τους. Παλαιότερα τα στέφανα που τοποθετούνταν στα κεφάλια των νεόνυμφων είχαν τη μορφή βασιλικών στεμμάτων. Αυτά φυλάσσονταν πάντοτε στο ναό και ήταν Ιερά. Έπειτα τα στέφανα έλαβαν την μορφή που έχουν σήμερα και είναι προσωπικά κτήματα των νεόνυμφων, τα όποια τοποθετούν σε ειδικές θήκες που λέγονται στεφανοθήκες, τις οποίες συνήθως τοποθετούν δίπλα στο εικονοστάσι του σπιτικού μέσα στην κρεββατοκάμαρα. Σε πολλά μέρη τα στέφανα δεν τα παραλαμβάνει ο Ιερέας κατά τη διάρκεια της ειδικής ευχής, αλλά τα αφήνει πάνω στα κεφάλια των νεονύμφων προκειμένου κατά το χαιρετισμό που θα συμβεί μετά το πέρας της ακολουθίας του μυστηρίου του γάμου, όλοι οι παρευρισκόμενοι να τα ασπασθούν. Η πράξη αυτή δείχνει ότι, επειδή τα στέφανα συμβολίζουν τα δώρα του Θεού προς τους νεονύμφους κι επειδή αυτά πάνω στο άγιο Ευαγγέλιο αγιάστηκαν κι έγιναν πρόξενοι μεταφοράς θείας χάριτος, για το λόγο αυτό ο πιστός λαός τα περιβάλλει με σεβασμό και τα ασπάζεται.

103. Γραφική θεμελίωση του μυστηρίου του γάμου

Ο Θεός κατά τη Δημιουργία του κόσμου, όπως αυτή φαίνεται στο βιβλίο της Γενέσεως, έπλασε τον άνδρα και τη γυναίκα. Τον άνδρα έπλασε από πηλό και νερό και αφού ενεφύσησε έδωσε πνοή ζωής, την δε γυναίκα την έπλασε από το πλευρό του άνδρα Αδάμ1.
Ο Σοφός Σολομών στο βιβλίο Παροιμίες θα πει: «Παρά Κυρίου αρμόζεται ανδρί γυνή» 2.
Ο προφητάναξ Δαυίδ στους ψαλμούς του λέει: «η γυνή σου ως άμπελος ευθήνουσα εν τοις κλίτεσι της οικίας σου• οι υιοί σου ως νεόφυτα ελαιών, κύκλω της τραπέζης σου• Ιδού ούτως εύλογηθήσεται άνθρωπος ο φοβούμενος τον Κύριον» 3.
Ο προφήτης Ησαΐας «οι εκλεκτοί μου, ου τεκνοποιήσουσιν εις κατάραν, ότι σπέρμα ευλογημένον έστιν υπό Κυρίου» 4.
Και αυτός ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, παραγενόμενος εις τον εν Κανά γάμον, ευλόγησεν αυτόν5.
Και προς τους Φαρισαίους είπε ο Κύριος: «και έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν• ώστε ουκ έτι εισί δύο, αλλά σαρξ μία, ο ουν Θεός συνέζευξεν, άνθρωπος μη χωριζέτω» 6.
Ο Απόστολος των Εθνών Παύλος λέγει• «Το μυστήριον τούτο μέγα εστίν - εγώ δε λέγω εις Χριστόν και εις την Εκκλησίαν» 7.
1 9 Γεν. 2.
2 Παροιμ. 9.
3 Ψαλμ. 127.
4 Ήσ.
5 * Ίω. 2.
6 Ματθ. 9.
7 Έφ. 5.

104. Πατερική θεμελίωση του μυστηρίου του γάμου

Ο Τερτυλλιανός σε σύγγραμμα του προς την γυναίκα του, λέγει περί γάμου τα εξής: «Ο γάμος έστι μέγα μυστήριον, όπερ συνάπτει η Εκκλησία και βεβαιοί η προσφορά και επισφραγίζει η ευλογία, αναγγέλλουσιν οι άγγελοι, επικυροί ο Πατήρ» 1.
Ο Κλήμης Αλεξανδρείας στο έργο του Παιδαγωγός αναφέρει περί γάμου τα εξής: «Ο του γάμου σύνδεσμος εστίν άγιος - διό δέον ποιείσθαι αυτού αγίαν χρήσιν» 2.
Επίσης ο Κλήμης Αλεξανδρείας "στο έργο του Προς Στρωματείς αναφέρει: «Ο γάμος ώριστο υπό του Θεού και εστί μέγα τι και άγιον» 3.
Ο άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας σε επιστολή του προς Πολύκαρπον λέγει: «Πρέπει δε τοις γαμούσι και ταις γαμουμέναις μετά γνώμης του επισκόπου την ένωσιν ποιείσθαι, ίνα ο γάμος η κατά Κύριον και μη κατ' επιθυμίαν. Πάντα εις τιμήν Θεού γινέσθω» 4.
Ο Μέγας Βασίλειος στον 420 Κανόνα του λέγει: «οι άνευ των κρατούντων γάμοι, πορνείαι εισίν -ούτε ουν πατρός ζώντος, ούτε δεσπότου, οι συνιόντες ανεύθυνοι εισίν, έως αν επινεύσωσιν οι κύριοι την συνοίκησιν- τότε γάρ λαμβάνει το του γάμου βέβαιον» 5.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στην 48η ομιλία του ονομάζει τον γάμο Μυστήριο και διδάσκει τα εξής: «Τι τα σεμνά του γάμου μυστήρια εκπομπεύεις; Δέον άπαντα ταύτα απελαύνειν και την αιδώ εκ προοιμίων εκπαιδεύειν την κόρην, και Ιερέας καλείν και δι' ευχών των ευλογιών την ομόνοιαν του συνοικεσίου συσφίγγειν, ίνα και ο πόθος του νυμφίου αύξηται και της κόρης η σωφροσύνη επιτείνηται και δια πάντων τα της αρετής έργα εισελεύσεται εις την οικίαν εκείνην και πάσαι του διαβόλου αι μηχαναί εκποδών έσονται» 6.
1 Παναγόπουλος, σ. 4.
2 Βιβλ. Β, παράγρ. 9.
3 Παναγόπουλος, σ. 4.
4 Ιγνατίου Αντιοχείας, Προς Πολύκαρπον, 5,2, S.C. 10,150.
5 Παναγόπουλος, σ. 5.
6 Ιω. Χρυσοστόμου, Ομιλία ΜΗ' εις την Γένεσιν, P.G. 54,443.

105. Το αδιάλυτο του γάμου

Παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας αποτελεί το αδιάλυτο του γάμου. Η Εκκλησία κατά την Ιερολογία του γάμου τονίζει πάλιν και πολλάκις το «ους ο Θεός συνέζευξεν, άνθρωπος μη χωριζέτω». Το διαζύγιο δεν είναι ευλογία στη ζωή του ανθρώπου. Μόνο σε μια περίπτωση επέτρεψε ο ίδιος ο Κύριος μας τη διάζευξη. Αυτή είναι η διάπραξη της μοιχείας. Αλλά και πάλι δεν πρέπει να θεωρείται αναγκαία και υποχρεωτική.

106. Πρόσκληση Αρχιερέως κατά την τέλεση του μυστηρίου του γάμου

Μια από τις συνήθειες της επίδειξης είναι και η πρόσκληση Αρχιερέα κατά την τέλεση του γάμου. Ο Αρχιερέας-Επίσκοπος είναι ο ανώτατος βαθμός της ιεροσύνης. Οι γονείς προκειμένου να προσδώσουν μεγαλύτερη αίγλη και κύρος στο γάμο των παιδιών τους προσκαλούν έναν Αρχιερέα. Αυτή η συνήθεια εντοπίζεται περισσότερο στις μεγαλουπόλεις, όπου υπάρχει πληθώρα βοηθών ή παρεπιδημούντων επισκόπων. Στην επαρχία, όπου ένας είναι ο επίσκοπος, ο λαός γνωρίζοντας ότι ο επίσκοπος είναι εκ των πραγμάτων αδύνατον να ανταποκριθεί σε όλα τα μυστήρια των γάμων της επαρχίας του, αρκούνται στην παρουσία των καλών τους εφημερίων. Εκείνων που τους βάπτισαν, τους κατήχησαν, τους εξομολόγησαν. Στην επαρχία ο επίσκοπος χοροστατεί κάποιες φορές σε μυστήρια γνωστών της Ιεράς Μητροπόλεώς του, σε εργαζομένους στα γραφεία της επισκοπής, των ιδρυμάτων της Εκκλησίας και γνωστών και επιφανών προσώπων και ευεργετών που έχουν κάποια στενότερη σχέση μ' αυτόν. Στις μεγαλουπόλεις όμως δε συμβαίνει αυτό. Άρα η παρουσία άγνωστου επισκόπου κατά την ευλογία του γάμου, μάλλον κάτι άλλο έχει να κάνει, που δεν είναι άλλο από την επίδειξη. Καλό θα είναι ο γάμος των μελλονύμφων να γίνεται στην ενορία τουλάχιστον ενός εκ των δύο, με τον οποίο έχουν αναπτυχθεί στενοί δεσμοί από τα παιδικά χρόνια. Η σύνδεση αυτή θεωρείται κατά πάντα ευλογημένη, διότι ο εφημέριος Ιερέας θα αναπτύξει με το νέο ζευγάρι καλές σχέσεις, που θα είναι προς το καλώς νοούμενο πνευματικό συμφέρον τους. Από μια τέτοια ευλογημένη επαφή θα προέλθει και μια καλή εκκλησιαστική ζωή, που είναι κεφάλαιο πνευματικής κατάθεσης των μελλονύμφων στη θεμελίωση γερής και ακλόνητης οικογένειας. Άρα καταλήγουμε να συμβουλεύσουμε, εφόσον δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος προσκλήσεως, εξ αιτίας γνωριμίας με κάποιον επίσκοπο, ας μην ενδίδουμε σε ματαιόδοξες προσκλήσεις, οι οποίες ζημιώνουν την εκκλησία, δηλ. σκανδαλίζουν τους συνανθρώπους μας. Προκειμένου δε να μην παρεξηγηθώ ότι αρνούμαι την παρουσία επισκόπου σε γάμο, τοποθετούμαι ως έξης:
Ο επίσκοπος ο έχων το πλήρωμα της ιεροσύνης, με την άδεια του οποίου ο εκάστοτε εφημέριος πρεσβύτερος τελεί τα άγια μυστήρια, είναι ο κατεξοχήν καλεσμένος εις τα μυστήρια και άρα σε κάθε γάμο.
Ο ίδιος ο επίσκοπος υπογράφει όλες τις άδειες γάμου. Έτσι και με την υπογραφή του είναι παρών σε όλα τα μυστήρια των πιστών της επαρχίας του είτε γάμων είτε βαπτίσεως είτε οποιωνδήποτε άλλων. Ακόμη ο επίσκοπος είναι παρών σε κάθε γάμο, όταν ο ιερέας που τελεί το γάμο εκφωνεί κατά την μεγάλην συναπτήν και του αρραβώνα και του γάμου το «Υπέρ του Αρχιεπισκόπου ημών...» αναφέροντας προσευχητικά και πάντοτε εκφώνως, αυτή την ευλογημένη παρουσία. Δεν είμαστε ενάντιοι στην παρουσία του επισκόπου κατά την ευλογία του γάμου, είμαστε θετικοί ή αρνητικοί όμως υπό ορισμένες πνευματικές προϋποθέσεις, τις οποίες ως ποιμένες πρέπει πάντοτε να εξιχνιάζουμε και να βοηθούμε τους πιστούς μας να οδηγούνται στο σωστό, το αγαθό κι ευάρεστο στο Θεό μας.

107. Πως γίνεται η Θεία Κοινωνία των ασθενών κατ’οίκον;

Εν πρώτοις πρέπει να σημειώσουμε ότι σε κάθε Ορθόδοξο χριστιανικό ναό διατηρείται μέσα στο αρτοφόριο ή στο σκευοφυλάκιο για μεγαλύτερη ασφάλεια ο Προηγιασμένος Τίμιος αμνός ο οποίος είναι καθ’ολοκληρίαν εμποτισμένος με το αίμα του Χριστού μας. Η όλη αυτή προετοιμασία γίνεται κατά Παράδοσιν την Μεγάλη Πέμπτη. Ημέρα παραδόσεως από τον Κύριό μας Ιησού Χριστό προς του μαθητές Του κι επέκεινα σε ολόκληρη την αγία μας Εκκλησία των φρικωδεστάτων Μυστηρίων δηλαδή του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Κατά την ημέρα αυτή, δηλαδή Μεγάλη Πέμπτη πρωί κατά τη Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου που τελείται συναπτά με τον εσπερινό, ο ιερεύς προευτρεπίζει στην αγία πρόθεση δύο αμνούς. Έναν αμνό(=Σώμα Χριστού) για τη Θεία Κοινωνία των πιστών που προσέρχονται κατ’ αυτήν την μεγάλη ημέρα της Εκκλησίας μας κι έναν δεύτερο αμνό για τη διατήρηση του καθ’ όλον το έτος για τις έκτακτες ανάγκες των ασθενούντων πιστών.
Κι αυτό γίνεται γιατί στη Ορθόδοξη Παράδοσή μας ο ιερεύς δεν τελεί σε καθημερινή βάση το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας αλλά πάντοντε τις Κυριακές, τα Σάββατα και τις μεγάλες εορτές ή και σε έκτακτες μνήμες ή σε μνημόσυνα κ.α. Η προετοιμασία του δεύτερου αμνού για την Θεία μετάληψη των ασθενούντων κατ’ οίκον ή σε νοσοκομεία έχει μια ιδιαίτερη ιεροτελεστία, η οποία όπως σε άλλη ερωτοαπάντηση μας απαντούμε διεξοδικά κι ιδιαίτερη προσοχή και ευλάβεια εκ μέρους του ιερέως.
Η συντήρηση του προηγιασμένου αμνού οφείλουμε να σημειώσουμε ότι έχει τη μορφή μαργαριτών κι όχι αμνού στην μορφή που τον έχουμε στο Δισκάριο. Ο λόγος είναι πρακτικός. Αν ξεραθεί ολόκληρος ο προηγιασμένος αμνός ως έχει ελλοχεύουν δύο κίνδυνοι. Πρώτον μπορεί να μουχλιάσει και δεύτερον όταν ο ιερέας θα προσπαθεί να κόψει κάποια μερίδα από τον αμνό υπάρχει κίνδυνος να εκτοξεύονται μερίδες μικρότερης εκείνης που θα προσπαθεί να κόψει ο Ιερέας. Οπότε προνοεί ο ιερέας μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας της Μεγάλης Πέμπτης να αφιερώνει κάμποσες ώρες για τον τεμαχισμό ολόκληρου του αμνού σε μικρές καταρχήν μερίδες και ακολούθως σε μαργαρίτες δηλαδή ψίχουλα.
Στο αρτοφόριο του Ναού που σήμερα συνήθως ευρίσκεται ως σκεύος έχων την μορφήν μικρού ναΐσκου επί της αγίας Τραπέζης διαφυλάσσεται ο προηγιασμένος αμνός με ειδική θήκη η οποία απαραιτήτως πρέπει να αναπνέει.
Όμως ο Ιερέας προκειμένου να μεταβεί για Θεία Μετάληψη στο σπίτι του ασθενούντος οφείλει ν α έχει κατασκευάσει ένα ειδικό σκεύος μεταφοράς του Σώματος και του Αίματος του Χριστού μας.
Σε παλαιότερες εποχές ή σήμερα σε χωριά ολίγων κατοίκων ο ιερέας προετοιμάζει τη Θεία Κοινωνία του ασθενούντος μέσα στο άγιο Ποτήριο, εξάγωντας μια μερίδα προηγιασμένου αμνού ρίπτοντας επ’αυτής μικρά ποσότητα οίνου. Αυτό γίνεται γιατί ο Προηγιασμένος αμνός είναι βουτηγμένος όπως προαναφέραμε καθ’ολοκληρίαν μέσα στο Τίμιο και Ζωήρρητο αίμα του Κυρίου μας κατά τη Θεία Λειτουργία της Μεγάλης Πέμπτης. Άρα σε κάθε μερίδα προηγιασμένου αμνού βρίσκεται και αίμα Χριστού.
Επειδή ως είναι κατανοητό η Θεία Μετάληψη συνίσταται στη δόση Σώματος και Αίματος σε υγρή μορφή, αλλά και για τον πρακτικό λόγο ότι σε υγρή μορφή γίνεται πιο εύκολη η κατάποση του Προηγιασμένου Αμνού, ο Ιερέας χρησιμοποιεί κατά τη Μετάληψη του ασθενούντος το νάμα για να μαλακώσει την αποξηραμένη μερίδα του Σώματος και Αίματος Χριστού. Έτσι με το Άγιο Ποτήριο ο ιερεύς φορώντας και το επιτραχήλιον του και προηγουμένης αναμμένης λαμπάδας την οποία βαστάζει ένας βοηθός που μεταβαίνει εν σιωπή και μεταλαμβάνει του ασθενεί κατ’οίκον. Κατά παρόμοιο τρόπο γίνεται εν σιωπή και η επιστροφή του μέχρι να τακτοποιήσει το άγιον σκεύος στο σκευοφυλάκιο.
Στις μεγάλες πόλεις όμως η προηγούμενη τάξις μεταδόσεως των Αχράντων Μυστηρίων δεν μπορεί να είναι η ίδια λόγω της πολυπολιτισμικότητας των ανθρώπων και για τον πρόσθετο λόγο ότι κάποιος εκ των περαστικών μπορεί να ασχημονήσει έμπροσθεν των Αχράντων Μυστηρίων. Για το λόγο αυτό ο ιερεύς έχει προνοήσει για τέτοιες έκτακτες περιπτώσεις όχι όμως σπάνιες, θα λέγαμε πολύ τακτικές, να έχει κατασκευάσει σε ειδικό αργυροχόο ένα μικρό κυτίο ασφαλές, εντός του οποίου να υπάρχουν τα κάτωθι:
α) ένα μικρό ενσφράγιστο κυτίο εντός του οποίου ο ιερέας τοποθετεί πολλές μερίδες προηγιασμένου αμνού,
β)ένα ενσφράγιστο φιαλίδιο εντός του οποίου ευρίσκεται ερυθρός γλυκός οίνος,
γ) ένα μικρό σε σχήμα αγιοπότηρο,
δ) μια μικρά λαβίδα κατάλληλη για να χωρά στο μικρό αγιοπότηρο,
ε) ένα μάκτρο(=κόκκινο ύφασμα) για τη Θεία Μετάληψη,
στ) μια μικρή λαβίδα για να τη χρησιμοποιήσει ο ερέας όταν θα βγάλει την προηγιασμένη μερίδα εκ του ειδικού κυτίου και τέλος,
ζ) ένα μικρό φιαλίδιο ενσφράγιστο με νερό για να ξεπλύνει την λαβίδα και το μικρό Άγιο Ποτήριο.
Εξυπακούεται ότι ο ιερέας πρέπει να είναι νήστης για να καταλύσει το ξέπλυμα του ποτηρίου.
Ακόμη ο ιερεύς πριν μεταβεί στον ασθενούντα για να τον μεταλάβει των Αχράντων Μυστηρίων οφείλει να έχει επισκεφθεί την προηγουμένη τον ασθενούντα για να τον προετοιμάσει απαραιτήτως με το ιερό μυστήριο της εξομολογήσεως. Επίσης ο ιερεύς οφείλει να προετοιμάσει και το κατάλληλο τραπέζι της οικίας πάνω στο οποίο θα τοποθετήσει τα Άχραντα Μυστήρια. Οφείλει ο ιερέας να ενημερώνει το σπίτι ότι πάνω στο τραπέζι πρέπει να είναι στρωμένη μια καθαρή λευκή πετσέτα ή τραπεζομάνδηλο να υπάρχει μια εικόνα, το αναμμένο κανδηλάκι, ένα θυμιατό με καρβουνάκι ή καρβουνόσκονη , αναμμένο θυμίαμα, καθώς και όλη η οικογένεια του ασθενούντος σε στάση προσευχής και ευλαβείας διότι εκείνη την ώρα την οικία τους επισκέπτεται εν σώματι και αίματι ο ίδιος ο Χριστός μας. Ο ιερέας κατά την ώρα της Θείας Μεταλήψεως είναι ασκεπής και αφού βάλει ευλογητός, Τρισάγιον, Απολυτίκιον ή απολυτίκια, Μικρά Συναπτή υπέρ υγείας και αναρρώσεως του ασθενούντος και ευχή συγχωρήσεως προετοιμάζει κατόπιν την μετάδοση λέγοντας τον 50ο Ψαλμό, «Ελέησον με ο Θεός…», και ψάλλοντας ένα σύντομο Κοινωνικό π.χ. «Σώμα Χριστού ,μεταλάβετε..». Εν συνεχεία ο ιερεύς λέγει το «Μετά φόβου Θεού…» και μεταλαμβάνει το ασθενούντα. Αφού σκουπίσει καλά το στόμα του ασθενούντος με το μάκτρο, συστέλλει το Άγιο Ποτήριο με το ξέπλυμα της λαβίδος και του αγίου ποτηρίου ψάλλοντας το «Είη το όνομα Κυρίου» και ακολουθεί η απόλυσις. Αφού τελειώσει ο ιερέας τοποθετεί κάτω από το πετραχήλι του το ιερό σκεύος βαστώντας το στα δύο του χέρια και αφού ευχηθεί με την ευλογία του Θεού αναχωρεί για το ναό έχοντας πάνω από το πετραχήλιο φορεμένο το ράσο του ώστε να μην φαίνεται το τι βαστά και φεύγει χωρίς να λάβει χρήματα από την οικία του ασθενούντος. Επιστρέφοντας στο ναό αποθέτει στο άγιο αρτοφόριο ή στο σκευοφυλάκιο το ιερόν κυτίον και βγάζει το επιτραχήλιόν του δοξάζοντας το Θεό. Επίσης καθ’όλον τον καιρό της μεταβάσεως του ιερεύς στην οικία του ασθενούντος και κατά την επιστροφήν του λέγει χαμηλοφώνως το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με». Όπως σημειώσαμε και ανωτέρω ο ιερεύς δεν ομιλεί καθ’οδόν στους ενορίτες του, αλλά με νεύματα. Εφόσον δεν καταλαβαίνουν προς τι η σιωπή, σπεύδει και κατόπιν εξηγεί την ιερά αποστολή του. Καλόν είναι ο ιερέας να κατηχήσει τους ενορίτες του ότι όταν τον συναντούν στο δρόμο και δεν τους ομιλεί είναι γιατί βρίσκεται σε έκτακτη ιερά αποστολή με τα Άχραντα Μυστήρια, οπότε αποφεύγονται τυχόν παρεξηγήσεις.
Σχετικά ο άγιος Συμεών αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης στην ΟΗ ερωτοαπάντηση του προς τον Γαβριήλ, Μητροπολίτη Πενταπόλεως δίδει μεγάλη σημασία στην προετοιμασία των Τιμίων Δώρων εκ μέρους των κληρικών για τη μετάληψη των ασθενούντων. Αυτή η όλη διαδικασία απαιτεί σεβασμό και ιερατικό ήθος αναλόγως της περιστάσεως. Διότι εδώ έχουμε το ίδιο το Σώμα και το Αίμα του Χριστού μας, «το Δεσποτικόν» ως λέγει. Και στηλιτεύει τους ιερείς εκείνους που την όλη διαδικασία την κάνουν με αμέλεια. Δυστυχώς και το 15ο αιώνα κατά τους χρόνους του αγίου Συμεών αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης γινόταν και κάποια έκτροπα εκ μέρους τινών κληρικών. «Όταν δε μέλλει να κοινωνήσει τινά δεν πρέπει να τον λαμβάνει εις τον κόλπον και να υπάγη καθώς την σήμερον μερικοί καταφρονητικώς ή αμελώς ή ασυλλογίστως κάμνουσι, αλλά πρέπει να ετοιμάζουσιν εν τω ιερώ ποτηρίω την Θεία μερίδα εν τη λαβίδι κατά την πρόθεσιν, καθώς ήτο τάξις εξ αρχής και καθώς και ημείς εφθάσαμεν να το ιδώμεν. Πρέπει να προπορεύεται η λαμπάς και ο ιερεύς ενδεδυμένος το επιτραχήλιον κρατών τα άγια να προπορεύηται και πάλιν με αυτόν τον τρόπον αφού κοινωνήση τον άρρωστον, πρέπει να επιστρέφη. Τούτο ουχί μόνο οι κοσμικοί ιερείς, αλλά και οι μοναχοί πρέπει να κάμνωσει εν τοις μοναστηρίοις εις τιμήν και δόξαν Χριστού και εις ευλάβειαν ημετέραν προς τα Θεία και δια να μη συμβή τι απευκταίον, καθώς συνέβη πολλάκις , ως εμάθαμεν, αυτό το άξιον φρίκης και καταδίκης, να ριφθώσει δηλαδή τα άγια ενω εξεβάλλετο από του πυξίου η Θεία μερίς επειδή δεν ήταν ο τόπος επιτήδειος. Το να τα κρατή τις εις τον κόλπον και να οδεύει ή να κάθηται δεν είναι ευλαβές». (Συμεών Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, Τα Άπαντα, εκδ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη, ερ. ΟΗ΄, σ. 396).