Ερωτοαπαντήσεις σε λειτουργικά και τελετουργικα θέματα

Ερωτοαπαντήσεις σε λειτουργικά και τελετουργικα θέματα

Αγαπητοί μου αδελφοί,

 
Στη σελίδα αυτή με τη Χάρη του Θεού αποφασίσαμε να απαντούμε σε διάφορα λειτουργικά και τελετουργικά θέματα που απασχολούν τους πιστούς μας. Εάν κι εσείς έχετε μία ερώτηση επί λειτουργικών ή τελετουργικών θεμάτων της ορθοδόξου λατρείας μας μπορείτε να τις θέσετε στο email orthmad@orthmad.gr και εμείς συν Θεώ θα απαντούμε στο ερώτημα σας κατόπιν έρευνας.

 

 


 

1. Τα λειτουργικά έκτροπα που συνδέονται με τα μνημόσυνα.

2. Πόσες φορές μπορεί να τελεσθεί το Ευχέλαιο; Όσο πιο πολλά Ευχέλαια τελούνται τόσο πιο καλά;

3. Πρέπει ν’ ανάβουμε κανδήλι και κεριά στους τάφους των κεκοιμημένων μας και γιατί;

4. Τι γίνεται ως προς τα τριήμερα μνημόσυνα κεκοιμημένων των οποίων δεν έγινε η ταφή την πρώτη ή τη δεύτερη ή και την τρίτη ημέρα από της κοιμήσεως των λόγω ανάγκης (εξ αιτίας μακρινών συγγενών που ζουν στην αλλοδαπή) ή μεσολαβήσεως Σαββατοκύριακου(αυτό αφορά τις μεγαλουπόλεις όπου τα κοιμητήρια παραμένουν κλειστά);

5. Μπορεί κάποιος από τους συγγενείς του αποθανόντος να τελέσει κάποιο από τα ιερά μυστήρια της Εκκλησίας μας όπως γάμου, βαπτίσεως, χειροτονίας, ευχελαίου;

6. Οι πενθούντες πρέπει να παραμένουν στο σπίτι τους και να μην εξέρχονται παρά μόνον για το κοιμητήριο;

7. Είναι αναγκαία η παρουσία πολλών κληρικών και μάλιστα αρχιερέως κατά την κηδεία;

8. Πώς γίνεται σήμερα μια κηδεία σε πόλη και πώς στην επαρχία; Πώς γινόταν παλαιότερα μια κηδεία;

9. Πότε πρέπει να γίνει η ταφή του κεκοιμημένου;

10. Υπάρχει κάποια διαφορά στην κηδεία των νηπίων;

11. Είναι αναγκαία η παρουσία των πενθούντων στο ναό και στη λατρεία της Εκκλησίας μας;

12. Τι είναι το Αντίδωρον;

13. Τι είναι το μυστήριον της μετανοίας;

14. Ποια η ιστορική αναδρομή του ιερού μυστηρίου της μετανοίας;

15. Ποια η θέση της Εκκλησία μας για το πάρτυ του εργένη «THE BACHELOR PARTY»;

16. Πολλοί εκ των πιστών, κληρικοί και λαϊκοί, ερωτούν εάν οι ευχές του Ευχολογίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας είναι όλες σωστές ή όχι, και ποιο είναι το κριτήριο της ενσωμάτωσης αυτών στο Ευχολόγιον;

17. Από ποιο μέρος του άρτου της προθέσεως εξάγουμε τις μερίδες των ζώντων και των κεκοιμημένων;

18. Λειτουργικές επισημάνσεις για το «Ευχολόγιον»

19. Πῶς πρέπει νὰ διαβάζει ὁ ἱερέας τὶς λεγόμενες Περιστατικὲς Εὐχὲς τοῦ Εὐχολογίου; Ποιά ὀφείλει νὰ εἶναι ἡ ἱερατική του ἔνδυση;

20. Ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ

21. Εὐχὲς τῶν Ἐξορκισμῶν ἐπὶ πασχόντων ὑπὸ Δαιμόνων καὶ ἐπὶ πᾶσαν ἀσθένειαν

22. Ἀκολουθία τοῦ ἱεροῦ Μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου

23. Ἀκολουθία τοῦ ἱεροῦ Μυστηρίου τῆς Μετανοίας- Ἐξομολογήσεως.

24. Ἡ ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως καὶ Εὐχαριστίας

25. Ἡ ἀκολουθία εἰς Ἱερέα ἐνυπνιασθέντα

26. Ἡ ἀκολουθία τοῦ ἀρραβώνα καὶ τὸ μυστήριον τοῦ Γάμου

27. Συνάντηση μιας νύφης με άλλη νύφη στο ναό, τι σημαίνει αυτό;

28. Όταν συμπέσει κηδεία μέσα στο σπίτι πού ετοιμάζεται για γάμο τιγίνεται;

29. Επιτρέπεται να διαβάζεται η ευχή της βασκανίας σε παιδιά αβάπτιστα;

30. Υπάρχει σχέση μεταξύ της Μαγείας και των εξορκισμών;

31. Η ταφή-ενταφιασμός. Ποια είναι η θέση της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας για την καύση;

32. Η περιποίηση και το στόλισμα του τάφου

33. Τακτικές επισκέψεις στα κοιμητήρια

34. Πρέπει να απέχουν ο γαμπρός και η νύφη μια εβδομάδα πριν από το γάμο τους;

35. Το πάτημα του ποδιού, του γαμπρού ή της νύφης κατά το μυστήριο του γάμου. Τι σημαίνει αύτη η πράξη;

36. Το έθιμο να «στήνει» η νύφη το γαμπρό στην Εκκλησία

37. H ζώνη των αμφίων των ιερέων

38. Ο Μάης και οι γάμοι

39. Ο ραντισμός των νεονύμφων με ρύζι, κουφέτα και άλλα αντικείμενα

40. Κατά την ώρα του Κοινού Ποτηριού πίνει και ο παράνυμφος; Εάν ναι, τι απηχεί αυτή η παράδοση;

41. Τι σημαίνει ο χορός του Ησαΐα; Και γιατί χορεύει ο ιερέας τους νεονύμφους τρεις φορές γύρω από το τραπέζι στο κέντρο του Ναού;

42. Τι γίνεται στην περίπτωση που η μητέρα πεθάνει πριν το σαραντισμό;

43. Γίνεται Σαραντισμός βρέφους πέρα των 40 ημερών;

44. Υπάρχει Μισοσαραντισμός;

45. Η σημασία της μνημονεύσεως των ονομάτων κατά την Προσκομιδή

46. Τι είναι τα Δίπτυχα υπέρ των κεκοιμημένων;

47. Τι σημαίνει Σαρανταλείτουργον;

48. Πώς γίνεται η προετοιμασία του μνημοσύνου; Ποιά η σημασία της εξομολογήσεως, της νηστείας, της προσευχής, της φιλανθρωπίας, της συνεχούς μνήμης θανάτου και της ανελλιπούς συμμετοχής στα άχραντα Μυστήρια;

49. Ποιά πρέπει να είναι η στάση των μελλονύμφων κατά την ώρα τελέσεως του μυστηρίου του γάμου τους;

50. Υπάρχει σύνδεση του μυστηρίου του γάμου με το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας;

51. Ποιά είναι η θέση της Εκκλησίας για τον Πολιτικό γάμο;

52. Μπορούν να συμμετάσχουν σε ιερά μυστήρια γάμου και βαπτίσεως όσοι την ίδια χρονιά τέλεσαν ένα από τα μυστήρια αυτά;

53. Κατά την τέλεση πολιτικού γάμου πρέπει να παρευρίσκονται γονείς, αδέλφια και συγγενείς που έχουν άμεση σχέση με τη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας μας;

54. Μπορεί να τελεσθεί σήμερα ένα Ευχέλαιο κατ' ανάγκη σε περίπτωση ετοιμοθάνατου; Και με ποιό τρόπο αφού η ακολουθία του ευχελαίου είναι εκτενής;

55. Πώς μπορεί να τελεσθεί το Ευχέλαιο κατά την ακολουθία του εσπερινού ή του όρθρου στο ναό; Αποτελεί ιδιαίτερη ακολουθία;

56. Πότε δεν μπορεί να τελεσθεί το μυστήριο του Ευχελαίου;

57. Τι σημαίνει το φτύσιμο για την αποτροπή της βασκανίας;

58. Επιτρέπεται να διαβάζεται η ευχή της βασκανίας σε παιδιά αβάπτιστα;

59. Τι είναι οι γητευτές;

60. Τι είναι οι Φυλακτήριοι;

61. Ποια η σημασία των φυλακτών;

62. Γιατί συνηθίζεται να σκεπάζεται το κεφάλι των κεκοιμημένων;

63. Γιατί τοποθετείται ιερά εικόνα ή ευαγγέλιο στο σκήνωμα του κεκοιμημένου;

64. Τι οφείλει να κάνει η οικογένεια για τον κεκοιμημένο της όταν έλθει ο θάνατος;

65. Κατά την κηδεία ορθοδόξου χριστιανού διαβάζεται κάτι στο σπίτι ή στον ναό;

66. Πρέπει να στολίζεται με άνθη ο κεκοιμημένος;

67. Ο κεκοιμημένος πρέπει να θυμιατίζεται;

68. Ποια είναι η τυπική διάταξη της νεκρωσίμου ακολουθίας εις τα Μεθέορτα του Πάσχα;

69. Επιτρέπεται να γίνεται κηδεία στους αυτόχειρες;

70. Επιτρέπεται να γίνεται ακολουθία σε αβάπτιστα νήπια;

71. Ακολουθία εις ταφήν αβαπτίστου νηπίου χριστιανών γονέων

72. Τον Ιούλιο του 2011 σκοπεύω να παντρευτώ με θρησκευτικό γάμο. Ο κουμπάρος που πρόκειται να μας παντρέψει, θα έχει ήδη παντρευτεί, με θρησκευτικό γάμο, στις 15 Ιουνίου. Συγγενείς με ενημέρωσαν ότι δεν κάνει ο κουμπάρος να έχει "ακούσει" τα λόγια του μυστηρίου. Θεωρείτε ότι ισχύει κάτι τέτοιο; Μήπως πρόκειται για προλήψεις;

73. Τελείται θεία Λειτουργία κατά τη νεκρώσιμη ακολουθία; Ποια είναι η ιστορία αυτής της παραδόσεως; Γιατί σταμάτησε αυτή να τελείται;

74. Μερικοί στο ποτηροκάνδηλο του Ευχελαίου χρησιμοποιούν εκτός του ελαίου και οίνο. Που στηρίζεται αυτή η πρακτική;

75. Πόσες θρυαλίδες (= κανδηλήθρες) τοποθετούνται μέσα στο ποτηροκάνδηλο του Ευχελαίου;

76. Που πρέπει να σταθεί η μητέρα όταν φέρνει το παιδί της για σαραντισμό στην Εκκλησία;

77. Ποια παιδιά πρέπει να μπαίνουν στο Άγιο Βήμα κατά τον σαραντισμό; τα Άρρενα μόνον η και τα Θήλεα;

78. Τα φιλότιμα πού προσφέρονται στον Ιερό Ναό για το μυστήριο του γάμου. Υπάρχουν «ταρίφες» στα Ιερά Μυστήρια;

79. Πνευματική και ψυχική προετοιμασία των μελλονύμφων. Ποια η σημασία του μυστηρίου της εξομολογήσεως πριν το γάμο;

80. Ευχή επί λύσει στεφάνων τη ογδόη ήμερα

81. Ακολουθία επί επανασυστάσει γάμου διαζευχθέντων

82. Ακολουθία εις Δίγαμον

83. Περί της κοινής τελέσεως μνημοσυνών κατά τα Σάββατα και τις Κυριακές

84. Η Μεγάλη Παρασκευή και οι επισκέψεις των πιστών στα κοιμητήρια

85. Τα Ψυχοσάββατα

86. Πόσα και ποια είναι τα Ψυχοσάββατα;

87. Πώς μπορεί να τελεσθεί μια Βάπτιση στην ενορία; Τι δικαιολογητικά απαιτούνται;

88. Τι προβλέπεται όταν η Βάπτιση τελεσθεί σε άλλη ενορία ή αλλού;

89. Τι προβλέπουν οι κανόνες για τα ζευγάρια που τελούν εν διαστάσει και επιθυμούν να βαπτίσουν το παιδί τους;

90. Τι προβλέπει ο κανόνας σε περιπτώσεις εξαφανίσεως του πατέρα ή της μητέρας;

91. Τι προβλέπεται στην περίπτωση αποβολής της μητέρας;

92. Ποια είναι η θέση της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας για τη λύση του γάμου;

93. Γιατί τα κουφέτα των μπομπονιερών πρέπει να έχουν μονό αριθμό; Τι σημαίνει αυτό το έθιμο;

94. Τι γίνονται τα στέφανα σε περίπτωση που ένας εκ των συζύγων πεθαίνει; Ή σε περίπτωση διαζυγίου;

95. Τι σημαίνει το πέταμα της νυφικής ανθοδέσμης στις ανύπαντρες κοπέλες;

96. Τι σημαίνει το γράψιμο ονομάτων ανύπανδρων κοριτσιών στο νυφικό γοβάκι; Τι σημαίνει το ασήμωμα του παπουτσιού της νύφης;

97. Κατά το ντύσιμο της νύφης γιατί πρέπει τρεις κοπέλες να έχουν φορέσει το νυφικό της. Τι σημαίνει αυτό;

98. Κατά το γάμο, ποιος συνοδεύει τη νύφη στην εκκλησία;

99. Γάμος σε μοναστήρι δεν γίνεται

100. Ποια είναι τα απαραίτητα σκεύη για την τέλεση του γάμου;

101. Ποιος είναι ο υπουργός τελέσεως του μυστηρίου του γάμου;

102. Η τελετή του γάμου. Οι λειτουργικές πράξεις και τα σημαινόμενα του μυστηρίου αυτού.

103. Γραφική θεμελίωση του μυστηρίου του γάμου

104. Πατερική θεμελίωση του μυστηρίου του γάμου

105. Το αδιάλυτο του γάμου

106. Πρόσκληση Αρχιερέως κατά την τέλεση του μυστηρίου του γάμου

107. Πως γίνεται η Θεία Κοινωνία των ασθενών κατ’οίκον;

 

1. Τα λειτουργικά έκτροπα που συνδέονται με τα μνημόσυνα

Τελευταία τείνει να επικρατήσει μια συνήθεια ισοπεδώσεως της Παραδόσεως. Έτσι είθισται ορισμένοι από τούς πιστούς μας κατά τα μνημόσυνα των κεκοιμημένων τους να μην προσκομίζουν στο ναό κόλλυβα αλλά αντί αυτών κουλουράκια, πίτες και διάφορα γλυκίσματα. Αντί του πρόσφορου να προσκομίζουν έτοιμα βιομηχανοποιημένα πρόσφορα. Αντί του προσφερομένου κόκκινου οίνου να προσκομίζουν λευκό οίνο. Αντί της πατερικής φιλανθρωπίας να εμφανίζεται μια τάση επιδείξεως και δωρεάς προ σωματεία και ιδρύματα όχι με σκοπό τη χριστιανική βοήθεια. Στην ίδια σειρά τείνουν να ξεχασθούν και πολλές άλλες ακόμα παραδοσιακές συνήθειες, όπως: συνεχείς μνημονεύσεις των κεκοιμημένων κατά τις Θειες Λειτουργίες· ψυχωφέλιμες επισκέψεις στα κοιμητήρια αφ' ενός μεν για τη φιλοσόφιση του μυστηρίου του θανάτου και αφ' ετέρου δε για την κοινωνία μετά των κεκοιμημένων μας· προσφορά προσφόρων καθ’ όλη τη διάρκεια του εκκλησιαστικού έτους ιδιαιτέρως δε κατά τα ψυχοσάββατα· δωρεές και φιλανθρωπίες στα εκκλησιαστικά καθιδρύματα και τέλος τακτική τέλεση θείων Λειτουργιών, Τρισαγίων και προσευχών.

Συνηθίζεται σήμερα το κόλλυβο να ανατίθεται στα γραφεία μνημοσύνων και οι συγγενείς να εφησυχάζουν ότι εκτελούν το χρέος προς τον κεκοιμημένο τους. Οι ναοί, όταν τελούνται μνημόσυνα τείνουν να μοιάζουν με ανθόκηπους. Υπάρχει μια συνήθεια Δυτικής προελεύσεως να ωραιοποιείται ο θάνατος ή με οποιοδήποτε τρόπο να περνά απαρατήρητος από τους ζωντανούς ανθρώπους. Η συνήθεια αυτή των μεγάλων στολισμών πρέπει να περικοπεί και να επικρατήσει το πατερικό μέτρο.
Ειδικότερα, χρειάζεται μια επιστροφή στην παράδοση που συνίσταται στη γνώση των τελουμένων κατά τα μνημόσυνα καθώς και στην ωφέλεια που πρέπει κι επιβάλλεται να κομίζουν πρωτίστως οι μεν κεκοιμημένοι μας από αυτά, δευτερευόντος δε και οι επιτελούντες αυτά.
Στα παραπάνω πρέπει να τονίσουμε και τη σημασία της συμμετοχής των συγγενών των κεκοιμημένων στη Θεία Ευχαριστία, η οποία συνδέεται άρρηκτα με το μυστήριο της μετανοίας. Δυστυχώς, συνηθίζεται σήμερα πολλοί από τους πιστούς μας όταν πρόκειται να τελέσουν το μνημόσυνο συγγενών τους, να μην προσέρχονται από νωρίς στο ναό, όπου τελείται το μνημόσυνο αλλά να παρίστανται την τελευταία στιγμή που θα διαβαστεί μόνο το δικό τους μνημόσυνο. Με αυτό τον τρόπο παραβλέπεται ένας βασικός παράγοντας που ορίζει ότι η τέλεση του μνημοσύνου συνδέεται άρρηκτα με την προσφορά της
αναιμάκτου Ευχαριστίας υπέρ αναπαύσεως των κεκοιμημένων. Αυτό πάλι έχει σαν προϋπόθεση ότι το μνημόσυνο πρέπει να συνδυάζεται με προσευχή και προετοιμασία, για την κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, δηλαδή κοινωνία του Ποτηρίου μέσα στο όποιο συνευρίσκεται η αληθινή κοινωνία των ζώντων και των κεκοιμημένων εν ονόματι του εν Τριάδι θεού μας. Όταν λοιπόν έχουμε μνημόσυνο, οφείλουμε κυρίως για τον κεκοιμημένο μας να βρισκόμαστε από νωρίς στο ναό, να προσευχόμαστε υπέρ αναπαύσεως του καθ'όλη τη διάρκεια του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας και οπωσδήποτε να συμμετέχουμε σ’αυτό.
Ακόμη και οι φίλοι και γενικότερα οι προσκεκλημένοι στα μνημόσυνα οφείλουν να καταθέσουν ως προσφορά την προσευχή τους, για την ανάπαυση του κεκοιμημένου φίλου τους. Σήμερα συνηθίζουν πολλοί να περιμένουν έξω από το ναό, μέχρι να φθάσει η ώρα να αρχίσει η ακολουθία του μνημόσυνου. Όταν δε αρχίσει το μνημόσυνο παρατηρείται ένας στιγμιαίος συνωστισμός, ποιος θα πρωτοβρεθεί πιο κοντά στο κόλλυβο και ιδιαιτέρως πιο κοντά στα συγγενικά πρόσωπα του κεκοιμημένου, για να δείξει ότι είναι συνεπής σ' αυτήν την εκδήλωση συμπαθείας, όπως είθισται τελευταίως να αποκαλείται το μνημόσυνο.
Όμως το μνημόσυνο έχει ως σκοπό τελέσεως του την προσφορά της προσευχής για την ανάπαυση του κεκοιμημένου. Εάν γίνεται κατά τον τρόπο πού παραπάνω περιγράψαμε μόνο δηλ. ως μια εκδήλωση κοινωνικού χρέους, τότε καμιά ωφέλεια δεν αποκομίζει ο κεκοιμημένος για τον όποιο και τελείται το μνημόσυνο και φυσικά ούτε και οι συμμετέχοντες ωφελούνται από αυτό.
Ένα ακόμη στοιχείο που πολλές φορές τείνει να γίνει συνήθεια εις βάρος της ωφελείας των μνημοσύνων είναι και οι αναξίως προσερχόμενοι στα άχραντα μυστήρια. Πολλοί εκ των συγγενών του κεκοιμημένου συμμετέχουν στα άχραντα μυστήρια μόνο για το θεαθήναι και για τα «μάτια του κόσμου». Τη συνήθεια αυτή τη στηλιτεύουν πολλοί από τους Αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας και υπάρχουν και ιεροί κανόνες που απαγορεύουν την χωρίς προετοιμασία Θεία Μετάληψη.

2. Πόσες φορές μπορεί να τελεσθεί το Ευχέλαιο; Όσο πιο πολλά Ευχέλαια τελούνται τόσο πιο καλά;

Τα ερώτημα αυτό πρέπει να το αντιμετωπίσουμε με πολύ προσοχή. Τα μυστήρια πρωτίστως πρέπει να σημειώσουμε δεν λειτουργούν μαγικά. Απαραίτητος παράγοντας που πρέπει να διακρίνει τους ανθρώπους είναι η πίστη στο θεό και την Εκκλησία. Και αυτή η πίστη όταν υπάρχει, γεννά την ελπίδα ότι ο θεός σώζει και μάλιστα δια των μυστηρίων Του.
Πολλοί άνθρωποι παρασύρονται πολλές φορές από μάγους οι οποίοι προτρέπουν τους ανθρώπους να τελέσουν επτά φορές το
Ευχέλαιο στο σπίτι τους. Επίσης και πολλοί Παλαιοημερολογίτες το ίδιο τονίζουν. Όμως εδώ πρέπει να πούμε ότι δεν σώζει η ποσότητα των μυστηρίων όσο εκείνο που σημειώσαμε παραπάνω. Και αυτό είναι το πώς προσεγγίζουμε τα ιερά μυστήρια και τι περιμένουμε από αυτά.

Για παράδειγμα ένας επισκέπτεται έναν μάγο και του ζητά να του πει πώς μπορεί να κερδίσει στο λαχείο. Εκείνος τον συμβουλεύει να τελέσει επτά ευχέλαια! Εξ αρχής ο τρόπος της συλλήψεως και της εκτελέσεως της παραπάνω εντολής είναι πλανεμένος, διότι και εκατόν επτά ευχέλαια να τελέσει ο άνθρωπος δεν θα καταλάβει το βαθύτερο νόημα του μυστηρίου, επειδή έχει συγκεχυμένες ιδέες περί της ενεργείας του. Από τη μία μάγος είναι αυτός πού υπέδειξε τη τέλεση του Ευχελαίου και από την άλλη μαγική είναι και η αντίληψη για την ενέργεια του μυστηρίου πάνω στον
άνθρωπο. Έτσι όμως δεν προσεγγίζονται τα ιερά μυστήρια. Κι όσες φορές κι αν τα προσεγγίσει με τον παραπάνω τρόπο ο άνθρωπος, δεν θα γευθεί τίποτα απ' όσα αυτά μπορούν να του προσφέρουν. Οι ιερείς σε κάθε περίπτωση πρέπει να ελέγχουν τις επιθυμίες των ανθρώπων και να εξετάζουν επισταμένως, γιατί επιθυμούν την τέλεση των ιερών μυστηρίων και εν προκειμένω του μυστηρίου του Ευχελαίου. Και φυσικά όταν δεν υπάρχει ίχνος πνευματικότητος εκ μέρους αυτού πού ζητά τα Ευχέλαιο, ο ιερεύς δεν θα πρέπει να ενδίδει σε τέτοιου είδους επιθυμίες.
Μας διηγήθηκε κάποια φορά κάποιος ευλαβής ιερέας ότι κάποτε μια κυρία τον πλησίασε και του ζήτησε να της τελέσει το μυστήριο του Ευχελαίου στο σπίτι της. Μάλιστα για να πείσει τον ιερέα χρησιμοποίησε και διάφορα ονόματα άλλων επιφανών κληρικών. Ο ιερεύς πειθόμενος στα λεγόμενα της κυρίας πήγε στο σπίτι της. Όταν έφθασαν στο σπίτι της είπε στην κυρία να ετοιμάσει τα δέοντα για το ευχέλαιο. Αυτή δεν γνώριζε τίποτε! Τότε ο ιερεύς της ανέφερε όλα τα υλικά και στο τέλος αφού της ζήτησε κι ένα μπολ με αλεύρι η κυρία γύρισε και του είπε: "Πάτερ Θα ζυμώσουμε;". Δεν ήξερε όχι μόνον τι είναι Ευχέλαιο άλλα έβαλε και σε δύσκολη θέση και τον Ιερέα ο όποιος στο εξής συνεβούλευε τα πνευματικά του παιδιά-ιερείς να προσέχουν και να ερευνούν, ποιος είναι ο χριστιανός πού ζητά το Ευχέλαιο και να εξετάζουν την επιθυμία του γι’αυτό.
Οι μάγοι υποκινούμενοι από τον πονηρό δαίμονα προσπαθούν να παγιδεύσουν τους αφελείς και ακατήχητους χριστιανούς χρησιμοποιώντας πολλές φορές τα ιερά μυστήρια. Ως εκ τούτου χρησιμοποιούν και το Ευχέλαιο ως μέσο, για
να δείξουν στους ανθρώπους πόσο εκτενείς και κουραστικές είναι οι ακολουθίες της Εκκλησίας, ώστε να μην εκκλησιάζονται. Επίσης και τη χρίση του ελαίου την αποδέχονται ως μέσο σωτηρίας των ανθρώπων, για να αποδεχθούν αργότερα (ενν. οι άνθρωποι) και τα των μάγων γητεύματα. Ο διάβολος έχει πολλά πόδια όπως λέγει ο λαός του Θεού και απαιτείται πολλή προσοχή και σύνεση στην τέλεση των μυστηρίων. Δεν υπάρχει κανείς λόγος να τελεσθούν στη σειρά επτά ευχέλαια σε καμιά απολύτως περίπτωση.
Οι τέτοιου είδους συμβουλές δεν συμβαδίζουν με το πνεύμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας και συνιστούν προϊόντα και γεννήματα μαγικής αντιλήψεως, προλήψεων και δεισιδαιμονιών περί των ιερών μυστηρίων. Και είναι βέβαιο ότι ποτέ οι μάγοι δεν συμβουλεύουν τους ανθρώπους να εξομολογούνται και να μεταλαμβάνουν των αχράντων μυστηρίων, γιατί μ’ αυτά ξεδιαλύνει την πλάνη ο άνθρωπος, αλλά χρησιμοποιούν τα άλλα μυστήρια ως είναι το Ευχέλαιο, ιδιαιτέρως όταν ανεξέλεγκτα τελείται από τους ιερείς, για να πλανήσουν και όχι να οικοδομήσουν τον άνθρωπο. Οι μάγοι που δίνουν τέτοιες συμβουλές στους ανθρώπους χρησιμοποιούν μόνο τον τύπο της Εκκλησίας, ενώ την ουσία που είναι η πιο βασική, την απορρίπτουν. Για τον λόγο αυτό συμβουλεύουν πολλά ευχέλαια, ποτέ όμως μετάνοια και θεία Ευχαριστία.

Προσοχή λοιπόν μεγάλη. Πάντα να πειθόμεθα όλοι οι πιστοί στους άγρυπνους φύλακες της Εκκλησίας μας που είναι οι ποιμένες μας, επίσκοποι και πρεσβύτεροι. Και φυσικά να μην συγχέουμε τα μυστήρια με τις ακολουθίες. Πολλές φορές υπάρχει ανάγκη για αγιασμό και ζητούμε ευχέλαιο. Κάθε μυστήριο και κάθε ακολουθία της Εκκλησίας μας έχουν τον σκοπό τους πού και γιατί τελούνται.

3. Πρέπει ν’ ανάβουμε κανδήλι και κεριά στους τάφους των κεκοιμημένων μας και γιατί;

Το άναμμα του κανδηλιού στους τάφους των κεκοιμημένων μας, αλλά και γενικά στα σπίτια των χριστιανών δεν έχει να κάνει με μια φολκλοριστική διαιώνιση κάποιας τυπικής παραδόσεως. To κανδήλι είναι σύμβολο και το φως που εκπέμπει συμβολίζει το φώς του Χριστού, την ίδια την παρουσία του Κυρίου στη ζωή μας, άλλα και την ελπίδα για την αιώνια ζωή, τη ζωή όπως λέγεται του ανεσπέρου φωτός. Ως σύμβολο λοιπόν το κανδήλι λειτουργεί στη ζωή των πιστών αναγωγικά, όπως και όλα τα άλλα είδη ευλαβείας· άναμμα κεριών, προσφορά θυμιάματος κ.τ.λ. Στην Πάλαια Διαθήκη ο θεός προστάζει το Μωυσή να συμβουλέψει τον αδελφό του ως εξής: «Δώσε εντολή στον Ααρών και τους υιούς του ν’ ανάψουν ακοίμητο λυχνάρι… από το απόγευμα μέχρι το πρωί μπροστά στον Κύριο με προσοχή αυτό πού ορίζεται από το νόμο και είναι αιώνιο σ’ όλες τις γενεές σας»1. Η συνήθεια της τοποθετήσεως των κανδηλιών στους τάφους και τα σπίτια αποτελεί πράξη ευλάβειας των χριστιανών που «ευαρεστεί τον Θεόν και τους Αγίους κι ανακουφίζει μαζί τις ψυχές των πεθαμένων».2
Για το άναμμα των κεριών στους τάφους των κεκοιμημένων αναφερόμενος ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης λέει ότι: «ανάπτονται κεριά δια την συγχώρησιν των αμαρτιών των ταύτης προσφερόντων, όσον γάρ αυταί ανάπτουσιν εις τον Θεόν και εις τους Αγίους, τοσούτον συγχωρούνται αι αμαρτίαι εκείνων είτε ζώντων είτε κεκοιμημένων, ως είπεν ο Μάρτυς Δημήτριος εις τον αυτού προσμονάριον, τον τας λαμπάδας κλέπτοντα».3 Και ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός συμβούλευε: «Αδελφοί μου, να μη λυπάσθε δια τούς αποθαμένους σας, αλλά, αν αγαπάς τον αποθαμένον σου, κάμε ό,τι ημπορέσης δια την ψυχήν του· σαρανταλείτουργα, μνημόσυνα, λειτουργίες, κερί, λιβάνι, λάδι, νηστείες, προσευχές, ελεημοσύνη. Βάνει ο Θεός την ευσπλαγχνίαν του και τον σώνει τον αποθαμένον σας και τον βάνει εις τον Παράδεισον ή είναι ελαφροτέρα η κολασίς του. Και όσες γυναίκες φορείτε λερωμένα διά τον αποθαμένον σας να τα εβγάλετε, διατί βλάπτετε και του λόγου σας, βλάπτετε και τους αποθαμένους σας».4


1. Λευϊτ. 24, 2-3, Πρωτ. Κείμενο: «Έντειλαι Ααρών και τοις υιοίς αυτού καύσαι λύχνον δια παντός... από εσπέρας έως πρωί ενώπιον Κυρίου ενδελεχώς · νόμιμον αιώνιον εις τας γενεάς υμών».

2. ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΟΥ, σ. 144.

3. ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΟΥ, υποσ., σ. 145: Αγ. Νικόδημου Αγιορείτου, Ερμηνεία εις τον Κανόνα της Κυριακής του Πάσχα.

4. ΚΟΣΜΑΣ ΑΙΤΩΛΟΣ, σ.235 και ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΟΥ, σ.145.

4. Τι γίνεται ως προς τα τριήμερα μνημόσυνα κεκοιμημένων των οποίων δεν έγινε η ταφή την πρώτη ή τη δεύτερη ή καi την τρίτη ημέρα από της κοιμήσεως των λόγω ανάγκης (εξ αιτίας μακρινών συγγενών πού ζουν στην αλλοδαπή) ή μεσολαβήσεως Σαββατοκύριακοy (αυτό αφορά τις μεγαλουπόλεις όπου τα κοιμητήρια παραμένουν κλειστά);

Είναι αλήθεια ότι στις μεγαλουπόλεις συμβαίνει πολλές φορές το παραπάνω γεγονός. Πολλοί εκ των πιστών μας που γνωρίζουν τις σχετικές παραδόσεις για τα των κεκοιμημένων και των μνημοσύνων τους μας ρωτούν τι πρέπει να κάνουν και με ποιο τρόπο μπορούν να ανταποκριθούν στο ζήτημα αυτό. Η απάντηση είναι απλή· εφόσον ο κεκοιμημένος δεν έχει ακόμη ταφεί δεν γίνονται επιμνημόσυνες τελετές επί του τάφου του.
Μπορεί ωστόσο η οικογένεια, άμα τη τελευτή του εκλιπόντος, να προσκαλέσει στο σπίτι της τον εφημέριο της ενορίας της και να τελέσει ένα τρισάγιο υπέρ αναπαύσεως. Ακολούθως μπορεί να ζητηθεί από τον εφημέριο να μνημονεύει συνεχώς τον κεκοιμημένο τους σε κάθε Θεία Λειτουργία. Μπορούν δε να του εκθέσουν και τον προβληματισμό τους
σχετικά με τα τριήμερα μνημόσυνα του. Σίγουρα στις μεγαλουπόλεις ο θάνατος προκαλεί ένα πρόβλημα στους περιλειπομένους συγγενείς. Πολλές φορές καθυστερεί η ταφή, λόγω της μη ευκόλου ευρέσεως τάφου σε κοιμητήριο. Η αναζήτηση τάφου είναι ένα μεγάλο πρόβλημα. Εν κατακλείδι η απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα συνίσταται στη συνεχή μνημόνευση εκ μέρους του ιερέως κατά την προσκομιδή και κατά την τέλεση της Θειας Λειτουργίας υπέρ αναπαύσεως του κεκοιμημένου που μπορεί να ζητήσει η οικογένεια. Μάλιστα δε σ' αυτήν την Θεία Λειτουργία θα είναι κατάλληλο για το κλίμα της πενθηφορίας να υπάρχει συμμετοχή γνωστών και φίλων και ει δυνατόν η μετάληψη των αχράντων μυστηρίων.

5. Μπορεί κάποιος από τους συγγενείς του αποθανόντος να τελέσει κάποιο από τα ιερά μυστήρια της Εκκλησίας μας όπως γάμου, βαπτίσεως, χειροτονίας, ευχελαίου;

Όλα τα μυστήρια και τις ακολουθίες που τελεί η αγία μας Εκκλησία τα ιερουργεί στην προοπτική της σωτηρίας του ανθρώπου. Ποιά λοιπόν διαφορά ή τι εξεζητημένο κάνει η Εκκλησία με το να ευλογεί παράλληλα μια κηδεία, ή γάμο, ή βάπτιση; Και πάλι τονίζουμε ότι το ερώτημα υποκρύπτει κάποια δόση δεισιδαιμονίας. Άραγε η τέλεση του γάμου ή της βαπτίσεως χρονικά μετά από κηδεία συγγενούς σε ποιά αντίθεση έρχεται με τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας; Η απάντηση είναι σε καμία. Ίσα-ίσα περιλαμβάνεται στον κανόνα της Εκκλησίας που αφορά τον αγιασμό όλων των εκφάνσεων της ζωής των παιδιών της, είτε αυτός έχει να κάνει με τις χαρές της ζωής, όπως είναι ο γάμος, η βάπτιση, η χειροτονία, το ευχέλαιο, είτε με τις λύπες όπως είναι η κηδεία και το μνημόσυνο. Όλα τα μυστήρια έχουν τον αγιωτικό τους χαρακτήρα και ως τέτοια πρέπει, να μην διαφοροποιούνται σε ευχάριστα και δυσάρεστα σύμφωνα με τα κοσμικά κριτήρια, αλλά να αντιμετωπίζονται ως αγιαστικά μέσα της χάριτος του Θεού, ως μια παρουσία του Θεού στη ζωή μας. Αυτή η διαφοροποίηση των ιερών μυστηρίων και ακολουθιών της Εκκλησίας μας ποτέ δεν έγινε από την ίδια την Εκκλησία. Γίνεται από εκείνους τους προληπτικούς και δεισιδαίμονες ανθρώπους που ευχαριστιούνται -την ενεργεία του μισοκάλου διαβόλου- να σκορπίζουν σύγχυση, πανικό και θλίψη στη ζωή των συνανθρώπων τους. Η όλη αυτή κατάσταση τείνει δυστυχώς να εμφανισθεί ως αρρώστια μεταξύ και των πιστών τέκνων της Εκκλησίας κι αυτό οφείλεται στην μη καλή γνώση της κατηχήσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
Γι’ αυτή την κατάσταση ευθυνόμαστε όλοι, κληρικοί και λαϊκοί.

6. Οι πενθούντες πρέπει να παραμένουν στο σπίτι τους και να μην εξέρχονται παρά μόνον για το κοιμητήριο;

Έχει επικρατήσει σε μερικά μέρη εξ αιτίας κάποιων αντιλήψεων η άποψη ότι όσοι πενθούν δεν πρέπει να εξέρχονται από το σπίτι τους, για να πάνε πουθενά αλλού εκτός από το κοιμητήριο. Η άποψη αυτή είναι πέρα για πέρα αντίθετη με το πνεύμα της Εκκλησίας μας. Πουθενά στη διδασκαλία της Εκκλησίας μας δεν αναφέρεται κάτι τέτοιο. Το πένθος δεν ξεπερνιέται με την απομόνωση. Η ίδια ως κατάσταση είναι δαιμονική. Ο άνθρωπος καθήμενος μόνος του χωρίς τη βοήθεια των συνανθρώπων του και χωρίς εκκλησιασμό αισθάνεται τον απότομο εγκλεισμό του ως τιμωρία. Αυτή φυσικά η κατάσταση προκαλείται από το διάβολο ο όποιος επιδιώκει να απομονώσει τον άνθρωπο και να τον απομακρύνει από την θεία παρηγοριά πού προσφέρει ο Θεός διά της Εκκλησίας και διά της επαφής μετά των συνανθρώπων των οποίων η συναναστροφή μπορεί να φανεί φάρμακο στον πόνο του πένθους. Η έξοδος των πενθούντων καθίσταται αναγκαία και για έναν άλλο λόγο. Το πένθος δεν είναι μια κατάσταση που έχει σαν αποτέλεσμα το χάος, αλλά τη χαρά πού διαποτίζεται και επαυξάνει από την πίστη του ορθοδόξου χριστιανού στην Ανάσταση του Χριστού μας. Όποιος από τους πιστούς βιώνει βαθειά το γεγονός της Αναστάσεως δεν διαιωνίζει το πένθος του για πολύ χρόνο. Ως άνθρωπος ο κάθε πιστός μπορεί να λυπάται για τον απορφανισμό των αγαπημένων του προσώπων. Η ελπίδα και η προσδοκία της Αναστάσεως όμως του δίδει άλλες διαστάσεις για την αντιμετώπιση του πένθους που σίγουρα δεν έχει σχέση με εγκλεισμούς. Και στο ερώτημα αυτό εμφανίζονται δεισιδαίμονες απόψεις οι οποίες ορίζουν ότι οι πενθούντες φέρουν επάνω τους το θάνατο και ότι όποιος τους πλησιάσει μπορεί κι εκείνος να φιλοξενήσει το θάνατο στο σπιτικό του. Έτσι θέλουν τους πενθούντας να παραμένουν στο σπίτι τους χωρίς να έχουν το δικαίωμα να επισκέπτονται κανένα άλλο σπίτι, ούτε ακόμη και φίλων τους.

7. Είναι αναγκαία η παρουσία πολλών κληρικών και μάλιστα αρχιερέως κατά την κηδεία;

Σύμφωνα με τους κανόνες της Εκκλησίας μας τα ιερά μυστήρια και τις ιερές ακολουθίες τελεί ο έχων κανονική και ακώλυτη ιεροσύνη. Έτσι ο κάθε ακώλυτος ιερέας έχει την εντολή από τον επίσκοπο του να τελεί όλα τα ιερά μυστήρια και τις ακολουθίες όπως συμβαίνει και με την κηδεία. Κι εφόσον το ιερό μυστήριο των μυστηρίων, τη Θεία Ευχαριστία τελεί και μόνος του ο ιερέας πρεσβύτερος, πόσο μάλλον μπορεί να τελέσει την ακολουθία της κηδείας που είναι τελετή και όχι μυστήριο. Συνηθίζεται όμως κατά την κηδεία να προσκαλούνται και άλλοι ιερείς, για να λάβουν μέρος. Αυτό φυσικά στα μικρά μέρη και ιδίως στις επαρχίες μας γίνεται πολλές φορές και χωρίς πρόσκληση, όπως συνέβαινε παλαιότερα στην Εκκλησία μας, όταν η ενορία αποτελούσε το σημείο αναφοράς και το κέντρο της ζωής των ανθρώπων και στις χαρές και στον πόνο.
Στις πόλεις, όταν η κηδεία τελείται στους ενοριακούς ναούς, τον ίστατο χαιρετισμό στον προαπελθόντα κεκοιμημένο της ενορίας αποδίδει όλο το ιερατείο με τη συμμετοχή του, και τον κατευοδώνει δια των προσευχών του. Όσον άφορα την παρουσία του αρχιερέως στην κηδεία, εφόσον ο επίσκοπος προσκαλείται από ανθρώπους με καθαρά κριτήρια πίστεως και, όχι με κριτήριο την επίδειξη και τον πλούτο, τότε θεωρείται αναγκαία η παρουσία του επισκόπου. Συνηθίζεται μάλιστα, όταν κάποιος κεκοιμημένος είχε καλή επαφή με τον επίσκοπο του και ήταν εγνωσμένη η καλή πνευματική του κατάσταση, να παρίσταται ο επίσκοπος πληροφορούμενος την εκδημία από τους καλούς συμπρεσβυτέρους του ποιμένες των ενοριών. Η παρουσία τότε του επισκόπου φανερώνει την ευχαριστιακή σύναξη της ενορίας από το γεγονός της κοιμήσεως που δηλώνεται εξωτερικά με τη σύναξη ολόκληρου του κλήρου, δηλ. επισκόπου, πρεσβυτερίου και λαού.
Συμβαίνει, όμως, άνθρωποι που θέλουν να επιδείξουν τα πλούτη τους και τη ματαιοδοξία τους, ενώ εκ των προτέρων δεν κατανοούν σε βάθος τίποτα από τα παραπάνω, να προσπαθούν για κάτι που προκαταβολικώς αγνοούν. Άλλες δε φορές αναγκάζονται να προσκαλέσουν επίσκοπο εξαιτίας κάποιων εισηγητών που τους υπαγορεύουν ότι για το καλό θα πρέπει να προσκληθεί κι ένας επίσκοπος. Αυτό όμως θα συμβεί με ρηχότητα και χωρίς να κατανοηθεί η παρουσία του επισκόπου στη συγκεκριμένη τελετή.
Ένα ακόμη σημείο θα επιθυμούσαμε να υπογραμμίσουμε εξ αφορμής της προσκλήσεως επισκόπου στην κηδεία από μερικούς πού δεν έχουν αγαθά κριτήρια. Αυτής της κατηγορίας οι άνθρωποι πιστεύουν ότι με την συγχωρητική ευχή πού θα διαβάσει o επίσκοπος, θα συγχωρεθούν οι αμαρτίες του αποθανόντος. Αυτό είναι μια καθαρή πλάνη. Η διδασκαλία της Εκκλησίας μας τονίζει ότι ο άνθρωπος συγχωρείται από τις αμαρτίες του, όταν ζων ακόμα με ταπείνωση και μετάνοια ειλικρινή προστρέξει στο πετραχήλι του εξομολόγου και αποθέσει τα αμαρτήματα του. Η πίστη ότι ο κεκοιμημένος μπορεί να συγχωρεθεί με μια ευχή μεταθανάτιο, ανατρέπει ολόκληρη τη διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας μας.
Όποιος δε παραμένει σ’ αύτη την πλάνη ή την καλλιεργεί, μεγάλο κρίμα βάζει στην ψυχή του. Κι αυτή η κατάσταση θεωρείται δαιμονική εφόσον μ’ αυτόν τον τρόπο ο διάβολος εισηγείται στον αμετανόητο άνθρωπο, ότι και μόνο η ανάγνωση της συγχωρητικής ευχής μετά θάνατον αρκεί για τη σωτηρία. Η αποδοχή αυτής της απόψεως εκ μέρους των ανθρώπων καθίσταται ολέθρια, διότι μετά θάνατον σωτηρία δεν μπορεί, να υπάρξει. Άρα λοιπόν, όταν η πρόσκληση του επισκόπου γίνεται κατ’επίγνωση, τότε έχει σημασία και όφελος· ειδάλλως επιβαρύνουμε και τον κεκοιμημένο.
κανένα άλλο σπίτι, ούτε ακόμη και φίλων τους.

8. Πώς γίνεται σήμερα μια κηδεία σε πόλη και πώς στην επαρχία; Πώς γινόταν παλαιότερα μια κηδεία;

Σήμερα μια κηδεία στην πόλη γίνεται ως έξης: Αφού πεθάνει ο άνθρωπος προσκαλείται αμέσως ο ιερεύς της ενορίας και διαβάζει το πρώτο Τρισάγιον στον κεκοιμημένο, στον τόπο όπου o κοιμηθείς ξεψύχησε. Σε περιπτώσεις όπου η κοίμηση γίνεται σε νοσοκομείο η κλινική, το Τρισάγιoν διαβάζεται και πάλι στο σπίτι του κεκοιμημένου. Κατόπιν ενημερώνεται το γραφείο κηδειών το οποίο και αναλαμβάνει όλα τα της κηδείας. Ορίζεται η ημέρα της εφοδίου ακολουθίας και ταφής, αφού πρώτα έχει ευρεθεί ο τάφος και γίνεται η νεκρώσιμη ακολουθία είτε στην ενορία του κεκοιμημένου, είτε στον κοιμητηριακό ναό όπου και θα λάβει χώρο η ταφή. Μετά την ταφή ακολουθεί, η δεξίωση, τα λεγόμενα «μακαριά». Και τέλος, αφού συλλυπηθούν συγγενείς και φίλοι τους οικείους του κεκοιμημένου αποχωρούν εις τα ίδια.
Στην επαρχία επίσης η κηδεία σήμερα γίνεται κατά παρόμοιο τρόπο. Η μόνη διαφορά βρίσκεται στη συμμετοχή συγγενών, φίλων και γνωστών που θεωρείται επιβεβλημένο καθήκον. Στην επαρχία η κηδεία τελείται οπωσδήποτε στον ενοριακό ναό μιας και αποτελεί το γεγονός του τόπου. Και τούτο συμβαίνει εν αντιθέσει προς την πόλη, όπου μια κηδεία περνά σχεδόν απαρατήρητη λόγω της απρόσωπης κοινωνίας στην οποία ζούμε εμείς οι άνθρωποι. Το γεγονός δε ότι οι περισσότερες κηδείες στις μεγαλουπόλεις τελούνται στους κοιμητηριακούς ναούς, κάνει ακόμη πιο απρόσωπη την κηδεία. Συμβαίνει και το παράξενο γεγονός στην ίδια πολυκατοικία να μην αντιλαμβάνονται κάποιοι το ποιος και πότε πέθανε.
Παλαιότερα η κηδεία ήταν το γεγονός της κοινωνίας. Παρέλυε θα λέγαμε η κοινωνία. Όλοι συμμετείχαν σ' αυτήν. Η κηδεία ήταν υπόθεση συγγενών και φίλων οι όποιοι, βοηθούσαν σε όλα. Δεν υπήρχαν νεκροκομιστές, γιατί το να βαστάξει κάποιος το φέρετρο, ήταν φόρος τιμής και αγάπης προς τον κεκοιμημένο. Οι γυναίκες βοηθούσαν στο σπίτι στα κεράσματα, στους καφέδες της παρηγοριάς, στην καθαριότητα, στην ετοιμασία του φαγητού για τους οικείους του κεκοιμημένου, και τέλος στη «μακαριά». Αυτή απαιτούσε μεγάλη ετοιμασία της τράπεζας του συγχωρητικού γεύματος μετά την ταφή για όλον τον κόσμο που συμμετείχε στην κηδεία. Άλλοι βοηθούσαν στο άνοιγμα του τάφου. Οι νέες κοπέλες έπλεκαν στέφανα με λουλούδια που τα πρόσφεραν όσοι έρχονταν στον τάφο του κεκοιμημένου. Ο θάνατος του κεκοιμημένου είχε έναν οικογενειακό χαρακτήρα και ένωνε τους ανθρώπους. Η κηδεία γινόταν με πομπή. Η πομπή περνούσε συνήθως από τους κεντρικούς δρόμους της πόλεως ή της επαρχίας. Όσοι δε συναντούσαν στο δρόμο τους την κηδεία κοντοστέκονταν. Οι άνδρες έβγαζαν τα καπέλα τους και σταυροκοπιούνταν. Τα παιδιά του ιερού βήματος βαστούσαν τα εξαπτέρυγα και το σταυρό. Οι ιερείς της ενορίας αλλά και των γύρω περιοχών χωριών και πόλεων συμμετείχαν όλοι στην κηδεία φορώντας τα ιερά άμφια τους και ξεκινώντας από το σπίτι του κεκοιμημένου μέχρι το ναό και το κοιμητήριο. Παλαιότερα δεν υπήρχε ανάγκη, για να ανακοινωθεί μέσω εφημερίδων και αγγελτηρίων η κηδεία, γιατί με την θανή αμέσως ενημερωνόταν ο ιερέας και χτυπούσε πένθιμα η καμπάνα. Σήμερα μόνο στα χωριά της ελληνικής υπαίθρου γίνεται η νεκρώσιμη κωδωνοκρουσία.

9. Πότε πρέπει να γίνει η ταφή του κεκοιμημένου;

Η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα σήμερα ιδιαίτερα στις μεγαλουπόλεις εξαρτάται από το πότε μπορεί να βρεθεί ο τάφος. Αυτό σήμερα αποτελεί και το μεγάλο πρόβλημα των ανθρώπων που ζουν στις μεγαλουπόλεις. Για τα μικρά μέρη, δηλ. την ελλαδική επαρχία μας ο νόμος ορίζει η κηδεία να μη γίνεται πριν και πέραν του εικοσιτετραώρου. Δηλαδή η κηδεία μπορεί και επιβάλλεται να γίνει κατά το πρώτο εικοσιτετράωρο και μέσα σ’ αυτό για την αποφυγή της αποσυνθέσεως του λειψάνου και εξ’ αυτού της κακοσμίας. Στις μεγαλουπόλεις το πρόβλημα λύνεται με τους καταψύκτες των νεκροθαλάμων που υπάρχουν στα νοσοκομεία καθώς και στα κοιμητήρια, ή ακόμη και στα γραφεία κηδειών. Σε μια περίπτωση όμως η ταφή προσώπου επιφανούς μπορεί να παραταθεί για τρεις τουλάχιστον ημέρες λόγω του προσκυνήματος που επιβάλλει η αγάπη του λαού. Αυτό συμβαίνει σε πρόσωπα εκκλησιαστικά ως είναι οι επίσκοποι, μητροπολίτες, πατριάρχες καθώς και πολιτικά και καλλιτεχνικά πρόσωπα. Στην περίπτωση αυτή γίνεται μια ταρίχευση, κοινώς «βαλσάμωμα» του κεκοιμημένου που αποτρέπει την αλλοίωση και την κακοσμία. Τέλος, συνήθως οι ταφές στα δημοτικά κοιμητήρια γίνονται κατά το χρονικό διάστημα προ της δύσεως του ήλιου. Ταφές κατά τη διάρκεια της νύκτας απαγορεύονται.

10. Υπάρχει κάποια διαφορά στην κηδεία των νηπίων;

Για τα νήπια από πολύ νωρίς η Αγία μας Εκκλησία έχει θεσπίσει να διαβάζεται μια ιδιαίτερη νεκρώσιμη ευχή· «ο φυλάσσων τα νήπια Κύριε…» και όχι η ευχή «ο Θεός των πνευμάτων» που διαβάζεται στους μεγάλους. Ως νήπια θεωρούνται τα παιδιά κάτω των επτά ετών. Τα παιδιά αυτά είναι άκακα και δεν έχουν τις αμαρτίες που έχουν οι μεγάλοι, όπως επίσης δεν γνωρίζουν την έννοια της αμαρτίας. Για το λόγο λοιπόν αυτό επειδή υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ των μεγάλων και των νηπίων , η αγία μας Εκκλησία ορίζει η κηδεία των νηπίων να έχει παρακλητικό και παρήγορο χαρακτήρα για τους γονείς που πονούν και είναι λυπημένοι για τα παιδιά τους. Μάλιστα στο Μέγα Ευχολόγιον υπάρχει και ειδικός αναπαύσιμος κανόνας1 που ψάλλεται στην κηδεία των νηπίων πολύ διάφορος εκείνου που ψάλλεται στους μεγάλους. Επίσης, και το αποστολοευαγγέλιον είναι διαφορετικό. Σχετικά για την κηδεία των νηπίων παρατηρεί ο καθηγητής της Λειτουργικής Ιωάννης Φουντούλης «ότι αυτά τα παιδιά που είναι απαλλαγμένα και από αυτό το προπατορικό αμάρτημα και από τις προαιρετικές αμαρτίες είναι ανεπίτρεπτο να απαγγέλουμε ευχές που έχουν να κάνουν με άφεση αμαρτιών και ανάπαυση των ψυχών τους. Αρκετή είναι για τους γονείς ότι αναπαύονται τα παιδιά τους στους κόλπους του Αβραάμ».2

1. Ευχολόγιον Σαλιβέρου, σ.255
2. Φουντούλης Ι.,ερ.216, σ.183.

11. Είναι αναγκαία η παρουσία των πενθούντων στο ναό και στη λατρεία της Εκκλησίας μας;

Για να ξεπεράσει ο άνθρωπος το θάνατο προσφιλών του προσώπων καθίσταται αναγκαία η παρουσία του στο ναό και στη λατρεία που τελείται σ' αυτόν. Πολλές φορές συμβαίνει να μας εξαγορεύονται άνθρωποι που πενθούσαν ότι και μόνο η παρουσία τους στο ναό τους γαληνεύει, και τους ηρεμεί. Το αληθινό φάρμακο της παρηγοριάς δεν μπορεί κανείς να το δώσει στον πονεμένο άνθρωπο παρά μόνο η Αγία μας Εκκλησία με τα μυστήρια και την λατρεία της. Η συμμετοχή δε στα άχραντα μυστήρια δίδει την ευκαιρία στους πενθούντες να συνδέονται με τα προσφιλή τους πρόσωπα στο κοινό ποτήριο της ζωής, πού είναι το Άγιο Ποτήριο με το Σώμα και το Αίμα του Χριστού μας. Για τον λόγο αυτό και για το πόσο μεγάλη σημασία έχει οι πενθούντες να συχνάζουν στο ναό ει δυνατόν καθ’ημέραν, η αγία μας Εκκλησία έχει θεσπίσει τα σαρανταλείτουργα υπέρ αναπαύσεως των κεκοιμημένων.
Η καθημερινή τέλεση της Θείας Λειτουργίας υπέρ αναπαύσεως και η συμμετοχή των συγγενών και φίλων στα άχραντα μυστήρια κατόπιν κατάλληλης πνευματικής προετοιμασίας προσφέρουν μεγάλη ανακούφιση και στους περιλειπόμενους ανθρώπους αλλά και σημαντική ωφέλεια στους κεκοιμημένους. Τα κλάματα και οι ατελείωτες εκδηλώσεις πένθους με τα γνωστά ερωτηματικά, γιατί να πάρει ο θεός τον δικό μας άνθρωπο και πολλές φορές γιατί δεν τον έσωσε και τον πήρε νέο καθώς και, πολλά άλλα, αποτελούν εμπόδιο στο να ξεπεραστεί το πένθος σε βάθος. Είναι και αυτό μια μεθοδεία του διαβόλου ο οποίος θέλει να κρατάει πάντα στην επιφάνεια το πένθος, για να κάνει τους πενθούντας να υποφέρουν συνέχεια και χωρίς τελειωμό. Ο πιστός άνθρωπος γνώστης και αυτού του πονηρού τεχνάσματος του διαβόλου φροντίζει και σ' αυτήν τη δύσκολη ώρα του πένθους να παρευρίσκεται, στο ναό και στη λατρεία της Εκκλησίας, γιατί γνωρίζει ότι μόνο με αυτή μπορεί να ξεπεράσει κάθε πρόβλημα της ζωής και του θανάτου.

12. Τι είναι το Αντίδωρον;

Το Αντίδωρον είναι ευλογημένος άρτος που βγαίνει από τα πρόσφορα που προσεκόμισαν και προσέφεραν οι πιστοί, προκειμένου να τελεσθεί η Θεία Λειτουργία (γι’ αυτό και ονομασία πρόσφορο, από το ρήμα προσφέρω). Κατά την ώρα που γίνεται η ακολουθία της προσκομιδής προφέρονται άρτοι (πρόσφορα), συνήθως τρία ή πέντε για να εξαχθούν οι μερίδες των εννέα ταγμάτων. Πρώτα εξάγεται ο αμνός Δεύτερον εξάγεται η τριγωνική μερίδα της Θεοτόκου. Τρίτον εξάγονται οι μερίδες των εννέα ταγμάτων. Πρώτα εξάγεται ο αμνός που συμβολίζει και τυποί το σώμα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Δεύτερον εξάγεται η τριγωνική μερίδα της Θεοτόκου. Τρίτον εξάγονται οι μερίδες των εννέα ταγμάτων, δηλαδή πάντων και πασών των αγίων της Εκκλησίας (πρόκειται για εννέα τριγωνικές μερίδες) Τέταρτον εξάγεται η μερίδα υπέρ του οικείου επισκόπου (Πατριάρχου, Αρχιεπισκόπου, Μητροπολίτου για τα δεδομένα της Ελλάδας) και πέμπτον εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και κεκοιμημένων, της θριαμβεύουσας και της στρατευμένης Εκκλησίας (πρόκειται για μαργαρίτες, μικρά δηλ. ψίχουλα). Τα υπόλοιπα των άρτων (προσφόρων) που προσκομίζονται στην Πρόθεση είναι αυτά που ονομάζουμε Αντίδωρα. Το μέγεθος των Αντιδώρων κατά τη Θεία Λειτουργία δεν μπορεί να είναι ιδιαίτερα μεγάλο, αλλά τέτοιο που να επαρκεί ώστε να διανέμεται σε όσους δεν μετέλαβαν των αχράντων Μυστηρίων, οι οποίοι, σύμφωνα με τον άγιο Συμεών Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης, «πάντες εκείνου (ενν. του Σώματος και Αίματος Χριστού, δηλ. του Δώρου) ικανοί μεταχείν τούτο (δηλ. το αντίδωρον) δίδονται αντ’ εκείνου» (Συμεών Θεσ/νίκης, P.G. 155, 301D), που είναι και το κύριο Δώρον της Εκκλησίας. Η μετοχή στον αγιασμό του Θεού έρχεται σε κάθε πιστό άνθρωπο μέσα από τα αισθητά και ορώμενα πράγματα. Ο άνθρωπος ανάγεται στα Θεϊκά μέσα από τα αισθητά. Για τον λόγο αυτό και το Αντίδωρο που είναι μετοχή αγιασμού Θεού γίνεται με τη μετάληψη αυτού του αισθητού άρτου. Σχετικά ο άγιος Συμεών Θες/νίκης αναφέρει: «Επεί δε και δι’ αισθητών τινών ως σώμα περικειμένοις τον αγιασμόν έδει λαβείν, δια του αντιδώρου γίνεται» (Συμεών Θεσ/νίκης. P.G. 155, 745D).
Η Εκκλησία ορίζει ο πιστός να λαμβάνει κάθε φορά Δώρο, δηλ. το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Η ίδια δεν επιθυμεί όμως και εκείνοι που δεν είναι προετοιμασμένοι για τη μετοχή του Δώρου, να φεύγουν απ’ αυτήν χωρίς να λαμβάνουν κάτι. Είναι το Αντίδωρον μια πράξη αγάπης και φιλανθρωπίας για όλους εκείνους του αναξίους της μετοχής. Και μπορεί το Αντίδωρο να μην είναι το ίδιο Σώμα του Χριστού, όμως είναι άρτος «ηγιασμένος» γιατί σφραγίστηκε ολόκληρος (ο άρτος) με τη λόγχη και δέχθηκε από το λειτουργούντα και προσκομίζοντα Ιερέα τα άγια λόγια. Ο άγιος Συμεών Θεσ/νίκης αναφέρει «’Επεί και ηγιασμένος εστί και ούτος άρτος, σφραγιζόμενός τε τη λόγχη, και ιερά δεχόμενος ρήματα» (Συμεών Θεσ/νίκης P.G. 155, 304Α). Πρόκειται περί «δωρεάς θείας πάροχον» (Συμεών Θεσ/νίκης P.G. 155, 304Α).
Το Αντίδωρο τρώγεται εκείνη την ώρα που λαμβάνεται, όταν ο χριστιανός που το λαμβάνει είναι από το πρωί νηστικός. Πάντως κανένας πιστός δεν πρέπει να αναχωρεί από το ναό μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας, χωρίς να λάβει το Αντίδωρον από το χέρι του λειτουργούντος Ιερέως. Είναι κακή συνήθεια να διανέμεται το Αντίδωρο στο παγκάρι από τους Εκκλησιαστικούς Επιτρόπους που είναι λαϊκοί, είτε να λαμβάνεται δι’ αυτοεξυπηρετήσεως από τους ίδιους τους πιστούς. Λαμβάνοντας μόνος του κανείς το Αντίδωρο στερείται της ευκαιρίας να λάβει την ευλογία του Λειτουργούντος Ιερέως. Ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας σημειώνει χαρακτηριστικά: «Οι δε (πιστοί) συν ευλαβεία πάση δέχονται (το Αντίδωρον) και καταφιλούν την δεξιάν, ως αν προσφάτως αψαμένην του Παναγίου Σώματος του Σωτήρος Χριστού και τον εκείθεν αγιασμόν και δεξαμένην και μεταδούναι τοις ψαύουσι δυναμένην» (Νικολάου Καβάσιλα, Εις ερμηνείαν της Θείας Λειτουργίας, κεφ. μστ΄). Επειδή για το πρόσφορο υπάρχει ο συμβολισμός ότι θεωρείται το σώμα της Παναγίας, για αυτό το σχήμα του προσφόρου είναι στρογγυλό, ομοιάζοντας με την κοιλιά της Παναγίας απ’ την οποία εξάγεται ο Χριστός, ομοίως και το Αντίδωρο συμβολίζει το σώμα της Αειπαρθένου Παναγίας.
Ο ιερέας όταν μοιράζει το Αντίδωρο στους πιστούς λέει την ευχή: «Ευλογία Κυρίου και έλεος έλθοι επί σε», σε κάθε χριστιανό που προσέρχεται. Και με την ευχή αυτή προσφέρει μία ακόμη ευλογία, στις άλλες δύο που είναι αυτό τούτο το Αντίδωρο και ο ασπασμός του χεριού του.
Πολλοί πιστοί ζητούν, κατά την στιγμή που λαμβάνουν την προσωπική τους μερίδα Αντιδώρου από τον Ιερέα, να λάβουν και άλλα περισσότερα Αντίδωρα γιατί θέλουν να μεταλαμβάνουν από αυτό όλες τις ημέρες της εβδομάδας που δεν μπορούν να μετέχουν στην Εκκλησία. Καλή και ευλογημένη αυτή η συνήθεια. ¨όμως το Αντίδωρον είναι αντί της μετοχής των αχράντων Μυστηρίων στη συγκεκριμένη μέρα, χρόνο και τόπο τελέσεως της Θείας Ευχαριστίας. Μαζί με τον εκκλησιασμό έρχεται ή το Δώρο, ή το Αντίδωρον. Εκτός του εκκλησιασμού ποια η θέση του;
Ακόμη συνηθίζεται από πολλούς Ιερείς, εξαιτίας παλαιοτέρων συνηθειών από προκατόχους Ιερείς, να μοιράζουν μαζί με το Αντίδωρον τα λεγόμενα «Υψώματα». Το «Ύψωμα», κατ’ ακρίβειαν της λέξεως, είναι ό,τι υψώνεται από τους άρτους στην Αγία Πρόθεση και προσκομίζεται. Η δικαιολογία από μερίδα κληρικών που διανέμουν «Υψώματα» εστιάζεται στο γεγονός ότι αποτελούν «πνευματικά έπαθλα» για όσους εκ των πιστών ενασχολούνται με τα άγια πράγματα της Εκκλησίας. Η διανομή των «Υψωμάτων» διατείνονται μερικοί ότι δημιουργεί άμιλλα πνευματικού χαρακτήρα.
Αλλά πάλι εκ των πιστών, σε περιόδους νηστείας βαστούν το λεγόμενο «τριήμερο» και δεν τρώνε για τρεις ημέρες τίποτε άλλο παρεκτός του Αντιδώρου κάθε πρωί ή κατά Θ΄ Ώρα, δηλ. στις 3 μ.μ. Όλες αυτές είναι ευλογημένες συνήθειες που προέρχονται από την εκτίμηση της σημασίας και της αξίας που έχει ο ευλογημένος αυτός άρτος της προσφοράς. Ο Μέγας Αγιασμός των Θεοφανείων πίνεται πριν από την λήψη του Αντιδώρου.
Ακόμη υπάρχει η ευλαβική συνήθεια μερικών πιστών να ζητούν το ύψωμα της Θείας Λειτουργίας της Μεγάλης Πέμπτης για ευλογία για όλο το χρόνο. Αυτή η πράξη φαίνεται ότι έχει επιδράσει από την εξαγωγή του αμνού της Μεγάλης Πέμπτης για τη Θεία Κοινωνία των ασθενών. Κι αυτή η συνήθεια εντάσσεται στην απλοϊκή ευλάβεια των πιστών.
Τέλος πρέπει να σημειώσουμε και την σημασία της μετ’ ευλαβείας βρώσεως του Αντιδώρου που δείχνει και τον προσωπικό, κατ’ επίγνωση σεβασμό του εσθιόντος «μετά φόβου Θεού».

13. Τι είναι το μυστήριον της μετανοίας1;

Στην Ορθόδοξη Εκκλησία η μετάνοια θεωρείται ένα από τα μυστήρια της Εκκλησίας. Ο κάθε πιστός που προσέρχεται στο μυστήριο της εξαγορεύσεως αποθέτει τις αμαρτίες του κάτω από το πετραχήλι του πνευματικού του πατέρα, με την βεβαιότητα ότι οι εξαγορευθείσες αμαρτίες του συγχωρούνται, τότε μόνον όταν από μέρους του υπάρχει ειλικρινής μετάνοια και συντριβή. Ένας νεώτερος λειτουργικός πατέρας της Εκκλησίας μας, θα πει για την εξομολόγηση2: «Εάν το βάπτισμα είναι το πλοίον της σωτηρίας, στο οποίον ο επιβαίνων κατευθύνεται προς τον ουράνιο λιμένα, η εξομολόγηση, με την ευρύτερη έννοια της σημασίας της λέξεως, είναι η σωστική σανίδα, πάνω στην οποία ευρισκόμενος ο της παλιγγενεσίας ναυαγός, διασώζεται από τον κίνδυνο της νοητής τρικυμίας, που προκαλεί η αμαρτία». Η θέση της Εκκλησίας σχετικά με την αμαρτία είναι ξεκάθαρη. Η αμαρτία γεννάται και καλλιεργείται, αναλόγως της διαθέσεως του πειραζομένου ανθρώπου από τον διάβολο. Η αποφυγή της διαπράξεως της αμαρτίας εξαρτάται από τον ίδιο τον άνθρωπο. Ο αγωνιζόμενος πιστός προσπαθεί να αποφεύγει την αμαρτία, ενώ ο μη γνωστικός πέφτει συνεχώς. Το να πέφτει κάποιος στην αμαρτία, σύμφωνα με την πατερική διδασκαλία, θεωρείται ανθρώπινο, το να εμμένει όμως σ΄ αυτήν θεωρείται δαιμονικό. Εκείνος που παραμένει στην ίδια αμαρτία, ο επιλεγόμενος και «πωρωμένος», είναι ο αίτιος της πνευματικής αυτοκαταστροφής του.
Από πολύ παλαιά, ακόμη από τα χρόνια της Παλαιάς Διαθήκης, υπάρχει η έννοια της μετανοίας. Είναι γνωστός σε όλους μας ο μεγάλος μετανοών, Δαβίδ ο Προφητάναξ. Ο Δαβίδ αποτελεί το κλασσικό παράδειγμα μετάνοιας στο χώρο της Εκκλησίας, που από φονιάς και πόρνος, κατάφερε να πετύχει δια των δακρύων της μετανοίας και της ειλικρινούς μεταμέλειάς του, την συγχώρεση από τον Θεό Πατέρα. Τους ψαλμούς της μετανοίας του Δαβίδ, τους διαβάζουμε συνεχώς πάλιν και πολλάκις, κατά τις ημερονύκτιες ακολουθίες της Εκκλησίας μας.
1. Για περισσότερα βλέπε: Πρωτ. Θεμιστοκλέους Στ. Χριστοδούλου, Δρ. Θ., «Το μυστήριο της μετανοίας – εξομολογήσεως εξ επόψεως ιστορικολειτουργικής», στο βιβλίο: «Περί θείας λατρείας Ομιλήματα, τ.Β΄(6-10), εκδ. α΄Ομολογία, Αθήνα 2006, σς. ΙΙ-32».
2. Κων/νου Καλλινίκου, «Ο Χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ» εκδ. Γρηγόρη, Αθήναι 1969, σ. 402.

14. Ποιά η ιστορική αναδρομή του ιερού μυστηρίου της μετανοίας;

Η μετάνοια κατά τους χρόνους του Κυρίου μας αποτελεί το κήρυγμα του τελευταίου προφήτη, του Ιωάννη Βαπτιστή, που κήρυττε βάπτισμα μετανοίας, εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον (Μαρκ. 1,4), αλλά και του ίδιου του κυρίου μας Ιησού, που εγκαινιάζοντας την Νέα Διαθήκη, έδωσε για την σωτηρία του ανθρώπου από την αμαρτία το μυστήριο του βαπτίσματος. Επειδή όμως στον άνθρωπο και μετά το βάπτισμα έμεινε η τροπή προς την αμαρτία, για τον λόγο αυτό ο Κύριος έδωσε στους μαθητές Του και δι’ αυτών σε όλους τους διαδόχους τους, επισκόπους και πρεσβυτέρους, την εξουσία του «δεσμείν και λύειν» λέγοντας «λάβετε πνεύμα άγιον, αν τινών αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς, αν τινών κρατήτε κεκράτηνται» (Ιω. 20,23).
Στην αρχαία Εκκλησία η εξομολόγηση ήταν δημόσια. Οι πιστοί φώναζαν μέσα στο πλήθος τα αμαρτήματά τους και έλάμβαναν την συγχώρεση. Στις Πράξεις των Αποστόλων διαβάζουμε σχετικά: «Πολλοί των πεπιστευκότων ήρχοντο εξομολογούμενοι και αναγγέλλοντες τας πράξεις αυτών» (Πράξ. 19,18). Η εξομολόγηση ήταν υπόθεση της χριστιανικής κοινότητας. Θα λέγαμε ένα ειδοποιόν στοιχείον, που χαρακτήριζε την ενότητα της Εκκλησίας. Αυτό σήμαινε ότι η αμαρτία κάποιου μέλους της Εκκλησίας είχε αντίκρυσμα σε όλους τους αδελφούς εν Χριστώ, γιατί την Εκκλησία οι πρώτοι χριστιανοί την αισθάνονταν ως κοινό τους σπίτι. Και φυσικά ο κάθε αμαρτάνων θεραπευόταν και αποδεσμευόταν από την αμαρτία, όχι αφ’ εαυτού, αλλά θεραπευόταν με τους κανόνες που έβαζε η Εκκλησία δια των ποιμένων της μέσα στην χριστιανική κοινότητα. Ήταν θα λέγαμε η μετάνοια «κοινοβιακή». Την δημόσια εξομολόγηση, μόνο σ’ αυτήν την διάσταση πρέπει να την κατανοούμε εμείς οι ορθόδοξοι και όχι όπως νομίζουν ότι την κατανοούν οι σημερινοί προτεστάντες.
Κατόπιν, επειδή αυξήθηκε ο αριθμός των πιστών και έγινε δύσκολη η δημόσια εξομολόγηση, δόθηκε χάρισμα της εξομολογήσεως από τους επισκόπους και στους πρεσβυτέρους κι έτσι το μυστήριο της εξομολογήσεως έγινε κάτι το ιδιαίτερο -θα λέγαμε προσωπικό– για τον κάθε πιστό. Από τον υποχρεωτικό χαρακτήρα που είχε πρώτα, έπειτα αφέθηκε στη διάθεση του κάθε πιστού να προσέρχεται κατά τακτά διαστήματα, οπότε επιθυμούσε ο καθένας. Πιθανόν από τον 3ο αι, έπειτα από τους διωγμούς του Δεκίου, ορίσθηκαν και οι πρεσβύτεροι να ασκούν την εξομολόγηση των πιστών, εξ αιτίας των πολλών πεπτωκότων, που αρνήθηκαν την πίστη τους κατά τους διωγμούς.
Οι μετανοούντες της αρχαίας Εκκλησίας, ανάλογα με τα αμαρτήματα που είχαν διαπράξει κατατάσσονται σε διάφορες κατηγορίες μετανοούντων. Τα επιτίμια, δηλ. οι κανόνες που έβαζε η Εκκλησία σ’ αυτούς, ήταν καθορισμένα για την κάθε κατηγορία. Έτσι έχουμε 4 κατηγορίες μετανοούντων:
Α) Των προσκλαιόντων ή χειμαζομένων. Αυτοί κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας παρέμεναν έξω, στο προαύλιο του ναού και ζητούσαν συγχώρεση από τους πιστούς που εισέρχονταν σ’ αυτόν.
Β) Των ακροωμένων. Αυτοί έμεναν στον νάρθηκα του ναού μαζί με τους κατηχουμένους, κατά την ώρα των λεγομένων «κατηχουμένων».
Γ) Των υποπιπτόντων. Αυτοί έμεναν εντός του κυρίου ναού, γονυκλινείς και δακρύοντες και απέρχονταν μαζί με τους κατηχουμένους.
Δ) Των συνισταμένων. Αυτοί έμεναν εντός του ναού όρθιοι, μαζί με τους πιστούς, αλλά δεν μετελάμβαναν τα άχραντα μυστήρια.
Καθένα από τα στάδια αυτά διαρκούσε από ένα έως τρία έτη. Και τα τέσσερα ανωτέρω επιτίμια εκτελούνταν βιωματικά μέσα στον χρόνο του ναού, μέσα στον χώρο του ναού, μέσα στην χριστιανική κοινότητα.

15. Ποιά η θέση της Εκκλησία μας για το πάρτυ του εργένη «THE BACHELOR PARTY»;

Η Δύση φαίνεται ιδιαίτερα κατά τους τελευταίους αιώνες ήταν και είναι μια πρόκληση για μίμηση εκ μέρους της Ανατολής. Πριν από πολλούς αιώνες όταν η Δύση δεν είχε αναπτύξει πολιτισμό, τότε συνέβαινε το αντίθετο. Δηλαδή η Δύση δανειζόταν πολιτισμό από την Ανατολή. Πόσο όμως παράξενα είναι τα πράγματα! Οι φωτοδότες – Ανατολικοί να γίνονται εξ αιτίας του άκριτου μιμητισμού μιμητές ξένων στοιχείων και παραδόσεων προς τις δικές τους παραδόσεις.
Ένα νέο φρούτο προέκυψε κατά τα τελευταία χρόνια στην καθ’ ημάς Ανατολή και στο γάμο. Στην αποχριστιανοποιημένη και άκρως υλιστική Δύση ξεκίνησε ένα έθιμο. Αυτό το έθιμο έχει το όνομα Bachelor party και γίνεται την προηγουμένη ημέρα της τελέσεως του μυστηρίου του γάμου.
Τι είναι αυτό το Bachelor party; Είναι μια θα λέγαμε γιορτή προς τιμήν του μέλλοντος γαμπρού ή της μελλούσης νύφης σε κάποιο νυχτερινό κέντρο διασκεδάσεως, ή ακόμη και κάποια διοργανούμενη γιορτή στη μορφή των πάρτυ σε φιλικό σπίτι. Αυτό όμως το πάρτυ δεν έχει να κάνει με μια σεμνή γιορτή του τύπου που γνωρίζουμε, ως είναι των γενεθλίων, αλλά έχει σχέση με κάποιο πρόγραμμα άκρως πονηρό, σεξουαλικό. Οι διοργανωτές αυτών των πάρτυ σκεπτόμενοι με ποιο τρόπο καλύτερα θα διασκεδάσουν τον μέλλοντα γαμπρό ή νύφη, φίλο ή φίλη τους, τους προσκαλούν κατά την τελευταία νύχτα της αγαμίας τους να ξεδώσουν και για τελευταία φορά να ερωτοτροπήσουν ελεύθερα ή καλύτερα να πορνεύσουν με μία άλλη ύπαρξη, έχοντας ως ελαφρυντικό την αυριανή δέσμευσή τους με το γάμο.
Φυσικά κάποιες φορές αυτά τα πάρτυ γίνονται για να οργιάσουν και οι ίδιοι οι διοργανωτές τους. Αντιλαμβανόμεθα το μέγεθος της κραιπάλης αυτής της γιορτής!
Ως πνευματικός εξομολόγος πολλές φορές άκουσα στο πετραχήλι μου νέους και νέες που διασκέδασαν κατ’ αυτά τα πάρτυ πορνεύοντας μια ακριβώς ημέρα πριν την τέλεση του ιερού μυστηρίου του γάμου τους.
Μπροστά λοιπόν σ’ αυτήν την δαιμονική διαστροφή απαιτείται μια τοποθέτηση με βάση την Ορθόδοξη διδασκαλία και την Ιερά Παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας σε τέτοιου είδους ξενόφερτα έθιμα.
Το ιερό Μυστήριο του γάμου είναι θεοπαράδοτο. Ως εκ τούτου δεν μπορεί να προσεγγίζεται επιπόλαια και χωρίς πνευματική προετοιμασία. Η πνευματική προσέγγιση αυτού του μυστηρίου δεν είναι υπόθεση μιας συγκεκριμένης ώρας, αυτής ενν. της στιγμής της ιερολογίας του μυστηρίου, αλλά απαιτεί εκ μέρους των μελλονύμφων, αλλά και των κουμπάρων, εξομολόγηση και ειλικρινή μετάνοια.
Έτσι πριν το μυστήριο του γάμου προηγείται εκ μέρους των μελλονύμφων μια περίοδος πνευματικής γνωριμίας. Αυτή συνιστάται στο δίπολο: α) πνευματικός–εξομολόγος και μελλόνυμφοι και β) γαμπρός και νύφη.
Στην μεν πρώτη περίπτωση υπάρχει από κοινού συχνή επαφή μελλονύμφων με εξομολόγο. Αυτό σημαίνει κοινός πνευματικός αγώνας, άσκηση, εγκράτεια, προσευχή, κοινή θεία μετάληψη.
Στη δε δεύτερη περίπτωση μεταξύ των μελλονύμφων απαιτείται κοινός αγώνας, υπομονή, αλληλοκατανόηση, τήρηση των Εντολών του Θεού, αλληλογνωριμία σε θέματα ψυχής, πίστεως, οικογένειας, γονέων, συγγενών και φίλων.
Οι παράνυμφοι (δηλ. οι κουμπάροι) δεν είναι κομπάρσοι της θεατρικής παράστασης (sic), οι δωροθέτες ή οι πορτοφολάδες του ιερού μυστηρίου του γάμου, αλλά είναι οι εν Χριστώ αδελφοί και οι εγγυητές για την θεμελίωση και στερέωσή του. Ως εκ τούτου οι κουμπάροι καλόν θα είναι να κάνουν πνευματική ζωή, να είναι πιστοί, με εξομολόγηση, τακτικό εκκλησιασμό και μετοχή των αχράντων Μυστηρίων. Κι αυτό γιατί οι παράνυμφοι με τη συμβουλή και το παράδειγμά τους πολλά μπορούν αν συνεισφέρουν προς το νέο ζευγάρι.
Για την καλύτερη βίωση του μυστηρίου του γάμου και της ιερολογίας του απαιτείται εκ μέρους των μελλονύμφων προετοιμασία για μετοχή στα άχραντα Μυστήρια. Η προσέγγιση στο μυστήριο του γάμου απαιτεί όχι μόνον εξωτερική καθαρότητα, αλλά πρωτίστως και κυρίως εσωτερική πνευματική. Αυτό για να γίνει, οφείλει το μελλόνυμφο ζευγάρι να συμμετέχει ανήμερα του γάμου τους στο ιερό Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Δηλ. εάν ο γάμος είναι να τελεσθεί την Κυριακή το μεσημέρι, εξυπακούεται ότι οι μελλόνυμφοι μπορούν να μεταλάβουν το πρωί στην Κυριακάτικη Θεία Λειτουργία. Εάν ο γάμος θα τελεσθεί το Σάββατο το απόγευμα (σημ. καλόν θα είναι οι γάμοι να τελούνται κατά την Κυριακή που είναι ημέρα της Αναστάσεως και όχι τα Σάββατα που είναι οι ημέρες των κεκοιμενένων), οι μελλόνυμφοι θα μπορούν να προσέλθουν κατά την Θεία Λειτουργία μπορούν οι μελλόνυμφοι θα μπορούν να προσέλθουν κατά την Θεία Λειτουργία μπορούν οι μελλόνυμφοι να ζητήσουν από τον εφημέριό της να την τελέσει ανήμερα του γάμου τους προκειμένου να μεταλάβουν.
Ως εκ τούτου με’ αυτήν την πνευματική προετοιμασία του γάμου ευαρεστείται ο Θεός μας. Εν αντιθέτω περίπτωση ο διάβολος χαίρεται όταν πετυχαίνει βαπτισμένα μέλη της Εκκλησίας να παρασύρονται κι αντί να οικοδομούν πάνω στις Ευαγγελικές αρχές και τις Ιερές Παραδόσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, να συμμετέχουν σε τέτοιου είδους δαιμονικά συμπόσια, όργια και σαρκολατρικές εκδηλώσεις που αντί να οδηγούν σε ψυχοσωματική ένωση των μελλονύμφων, οδηγούν σε μελλοντικούς χωρισμούς και διαζύγια.
Τέλος η Ορθόδοξη Εκκλησία βλέπει την προετοιμασία για το γάμο ως μια ιερή σωτηριολογική υπόθεση που οδηγεί σε αγάπη και έρωτα τους ανθρώπους μέχρι του βιολογικού τους θανάτου και επέκεινα στην Παραδείσια κατάσταση και όχι ως μια διασκέδαση που έχει ημερομηνία λήξεως, δηλ. με το διαζύγιο και πολλά αλλά έκτροπα.
Για τον λόγο αυτό επειδή το έθιμο του bachelor party δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με την Ορθόδοξη Πατερική σκέψη και Παράδοση της Εκκλησίας μας, επειδή είναι μια πλάνη και μια ψευδαίσθηση ωραιοποιήσεως της αμαρτίας, έστω κι αν αυτή είναι πορνεία και μάλιστα θεσμο-εθιμοτυπημένη, επειδή αυτό το έθιμο μολύνει τον άσπιλο χαρακτήρα του ιερολογημένου γάμου, συνιστούμε την αποφυγή αυτού ως εθίμου ξενόφερτου και κακόγουστου, στην καθ’ ημάς Ορθόδοξη Ανατολή και Ιερά Παράδοση και προτρέπουμε τους νέους μας, εκείνους που αγαπούν και στηρίζονται στον εν Τριάδι Θεό μας, να μη συμμετέχουν σε τέτοια πειρασμικά πάρτυ.
Επιπροσθέτως σημειώνουμε κάποιες προσωπικές πνευματικές εμπειρίες μας. Κάποιοι νέοι που παρασύρθηκαν σε τέτοια πάρτυ κι ενώ ήταν από καιρό έτοιμοι με το μυστήριο της εξομολογήσεως να μεταλάβουν των Άχραντων Μυστηρίων έφθασαν ψυχικά ράκη μπροστά στο μυστήριο του γάμου τους. Κάποιοι πάλι μελλόνυμφοι μετανοημένοι εξ αιτίας της σαρκικής τους πτώσης προ του γάμου τους προσέτρεξαν στον πνευματικό τους λίγα λεπτά προ της τελέσεως του γάμου τους ελεγχόμενοι συνειδησιακά, να εξομολογηθούν τις σαρκικές εκτροπές τους χάνοντας την ωραία ψυχική διάθεση που θα ήθελαν να έχουν για το ίδιο μυστήριο του γάμου τους. Υπήρξε δε κάποια φορά που γαμπρός αντί να χαίρεται κατά την μοναδική ανεπανάληπτη στιγμή της ζωής του που ήταν ο γάμος του, να νυστάζει κατά την τέλεση του μυστηρίου και τα μάτια του να κλείνουν από το ξενύχτι, το ποτό και την σωματική κραιπάλη.
Αλλά δυστυχώς σήμερα η υλόφρονα κοινωνία μας επικροτεί περισσότερο τέτοιες κραιπάλες και υιοθετεί άκριτα τέτοια ξενόφερτα έθιμα, παρά επαινεί εκείνους τους νέους που αγνεύουν και είναι καθαρά σωματικώς.
Οι γονείς, οι πνευματικοί πατέρες, όσοι έχουν φόβο Θεού πρέπει να νουθετούν, να συμβουλεύουν τη νεολαία μας και ως προς αυτό το θέμα. Η δικαιολόγηση τέτοιων πάρτυ, αντί να βοηθά, επιτείνει το πρόβλημα της διαστραμμένης κοινωνίας μας. Κι αν σήμερα η διαστροφή θεωρείται άθλος, αντιλαμβανόμεθα ποιο θα είναι το επόμενο έθιμο; Άραγε η μείωση των γάμων, η αύξηση των διαζυγίων, η ελεύθερη συμβίωση, αλλά και των υγιών σαρκικών συζυγικών σχέσεων μήπως έχει την αιτία του σε ξένους δαιμονικούς μιμητισμούς; Καιρός να κάνουμε την περισυλλογή μας.

16. Πολλοί εκ των πιστών, κληρικοί και λαϊκοί, ερωτούν εάν οι ευχές του Ευχολογίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας είναι όλες σωστές ή όχι, και ποιό είναι το κριτήριο της ενσωμάτωσης αυτών στο Ευχολόγιον;

Το ερώτημα εάν οι ευχές είναι σωστές ή όχι, μπορεί να απαντηθεί με ένα άλλο ερώτημα του τύπου: Ποια είναι η χρηστική σημασία του εν χρήσει σήμερα «Μικρού Ευχολογίου» του επισήμου οργανισμού εκδόσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος, δηλ. της Αποστολικής Διακονίας που τυγχάνει, κοινώς αποδεκτός και απ’ όλες τις ελληνόφωνες Εκκλησίες και Ορθόδοξα Πατριαρχεία;
Όταν η επίσημη Εκκλησία θεσμοθετεί και αποφασίζει Συνοδικά τα λειτουργικά βιβλία της αυτό σημαίνει ότι η αποδοχή αυτών (ενν. των λειτουργικών βιβλίων) εκ μέρους των κληρικών που υπάγονται στη συγκεκριμένη Συνοδική Εκκλησία είναι κανόνας προς τήρησιν. Άρα η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι μήπως θα πρέπει η επίσημη Εκκλησία να επαναπροσδιορίσει τα του Ευχολογίου της, σε νέα βάση, απαλείφοντας ορισμένες ευχές που δεν έχουν ορθόδοξες θέσεις, ως είναι για παράδειγμα οι συγχωρητικές ευχές εις κεκοιμημένους εις πάσαν αράν και αφορισμόν1;
Για να γίνει αυτό απαιτείται θέληση εκ μέρους της Διοικούσης Εκκλησίας και φυσικά πολύ, μα πάρα πολύ δουλειά, όχι από έναν ή δύο εξειδικευμένους, αλλά από πολλούς ειδικούς….
Τίθεται όμως πολλές φορές στην ποιμαίνουσα Εκκλησία και εν προκειμένω στην Ειδική Συνοδική Επιτροπή επί της θείας Λατρείας το ερώτημα: Η Ορθόδοξη Εκκλησία πρέπει να επικροτεί τη νέα συγγραφική ποιητική και ευχολογική παραγωγή ή πρέπει να παραμένει στα μόνα υπάρχοντα και ήδη από αιώνων αποτυπωμένα στους χειρογράφους κώδικες και έντυπα Ευχολόγια, ευχές και ποιήματα; Και αν ναι, δηλ. αν αποδέχεται τις νέες παραγωγές, ποιος είναι εκείνος που κρίνει ότι κάτι πρέπει να εισαχθεί στα λειτουργικά μας βιβλία; Μήπως για παράδειγμα ένας εκδοτικός οίκος ή ένας οργανισμός; Μήπως για παράδειγμα ένα εκδοτικός οίκος ή ένας οργανισμός; Μήπως κάποιος ανεξάρτητος εκδότης; Μήπως κάποια Ιερά Μονή; Νομίζω, και ταπεινά το καταθέτω εκ πείρας, ότι η ανάθεση διορθώσεων ή επαυξήσεων των λειτουργικών βιβλίων ανατίθεται συνήθως σε ένα πρόσωπο, κατά πάντα αποδεκτό, εκ του εκκλησιαστικού κατεστημένου. Είναι όμως κι αυτό σωστό; Κάπως έτσι με τον ίδιο τρόπο έγιναν όλες οι εκδόσεις και γίνονται μέχρι και σήμερα2.
Στην ως άνω τοποθέτηση μπορεί να αντιτάξει κάποιος και να πει ότι κάπως έτσι ανέλαβε τη διόρθωση όλων των εκκλησιαστικών λειτουργικών βιβλίων με παρότρυνση και κατόπιν έγκριση του Οικουμενικού Πατριαρχείου ο Βαρθολομαίος Κουτλουμουσιανός. Η αλήθεια είναι αυτή, όμως ο Βαρθολομαίος Κουτλουμουσιανός ήταν «καλόγερος» δηλ. μοναχός και είχε άμεση τριβή και εξοικείωση με τα χειρόγραφα των πλουσίων Βιβλιοθηκών του λειτουργικού θεματοφύλακα του Αγίου Όρους και για τον πρόσθετο λόγο ότι ήταν βαθύς γνώστης της ελληνικής γλώσσης, της μουσικής με ότι αυτό συνεπάγεται, ακόμη της εκκλησιαστικής ποιήσεως και τέλος και το κυριότερο της λειτουργικής ζωής. Ήταν χαρισματικός. Αυτό που η ιστορία των λειτουργικών βιβλίων απέδειξε είναι ότι όλοι οι εκδότες εκ του προχείρου εξέδιδαν τα λειτουργικά βιβλία, κατά το δοκούν, αναθέτοντας δε πολλές φορές τις διορθώσεις σε φιλολόγους, θεωρώντας ότι η γνησιότητα αυτών των κειμένων εξαρτάται μόνο από το γραμματικώς αλάνθαστο!
Για τον λόγο αυτό φρονώ και πάλι ταπεινά, ότι το Ευχολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας θα πρέπει να περιβληθεί από την διοικούσα Εκκλησία με ιδιαίτερη φροντίδα, μεράκι και υπευθυνότητα. Και για να γίνει αυτό θα πρέπει να συσταθούν ειδικές επιτροπές που θα ασχοληθούν κριτικά με το «Ευχολόγιον». Ως τότε, εκόντες άκοντες θα υπομένουμε να ακούμε το τραγικό των ευχών: «Και είτε υπό κατάραν πατρός ή μητρός, είτε τω ιδίω αναθέματι υπέπεσεν ο δουλός σου ούτος, είτε τινά των ιερωμένων παρεπίκρανε, και παρ’ αυτού δεσμόν άλυτον εδέξατο, είτε υπό Αρχιερέως βαρυτάτω αφορισμώ περιέπεσε, και αμελεία και ραθυμία χρησάμενος, ουκ έτυχε συγχωρήσεως, συγχώρησον αυτώ δι’ εμού του αμαρτωλού και αναξίου δούλου σου…»3.

1 Βλ. Μικρόν Ευχολόγιον, εκδ. ιδ΄Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 1999.
2 Πβλ. Νέα έκδοση του Μικρού Ευχολογίου της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, εκδ. ΙΣΤ΄Αθήνα 2004, επιμέλεια του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Φαναρίου κ. Αγαθαγγέλου.
3 Μικρόν Ευχολόγιον, εκδ. ιδ΄Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, σ. 252.

17. Από ποιό μέρος του άρτου της προθέσεως εξάγουμε τις μερίδες των ζώντων και των κεκοιμημένων;

Πολλές φορές τίθεται αυτό το ερώτημα από πολλούς ιερείς. Όμως ευθύς εξ αρχής πρέπει να τονίσουμε ότι περί του ορθώς πρακτέου των τελουμένων κατά την ορθόδοξη Παράδοσή μας πρέπει να είμαστε πολύ επιφυλακτικοί. Συνηθίζουν κάποιοι ιερείς οι οποίοι ασχολούνται επισταμένως με τα θέματα της Τελετουργικής να αποφαίνονται ότι η δική τους άποψη περί του ενός ή του άλλου πρακτέου περί των τελουμένων είναι η σωστή και όχι η άποψη κάποιου άλλου. Η επιφύλαξη έγγειται στο γεγονός ότι περί των λεπτομερειών της τελετουργικής πράξεως πολύ ολίγα έχουν καταγραφεί στην χειρόγραφη παράδοσή μας. Οπότε ως ολίγα έχουν καταγραφεί στη χειρόγραφη παράδοσή μας. Οπότε ως συμπέρασμα καταλήγουμε να πούμε ότι πρέπει όλοι μας να είμαστε πολύ φειδωλοί στο να λέμε ότι η τάδε τελετουργική είναι πιο σωστή από κάποια άλλη. Η αλήθεια είναι ότι μέσα στους χειρόγραφους κώδικες, ιδιαίτερα στους παλαιούς, δεν υπάρχουν τελετουργικές σημειώσεις (rubbrichae=κόκκινα γράμματα). Η λεπτομέρεια της τελετουργικής πρακτικής εντασσόταν στην ζώσα προφορική παράδοση, από στόμα σε στόμα, από τον γέροντα κληρικό στο νεώτερο, από τον δάσκαλο στο μαθητή. Η τελετουργική θα λέγαμε ήταν μια ζωντανή προφορική «μετάγγιση», μια μαθητεία.
Για το θέμα μας αυτό πολύ αριστοτεχνικά και με κατανοητή σειρά μας κατέλειπε ο αείμνηστος καθηγητής και δάσκαλος της Λειτουργικής κυρ-Ιωάννης Φουντούλης1 τα ακόλουθα σημαντικά τα οποία και παραθέτουμε για μια ολοκληρωμένη και σφαιρική εικόνα περί της μνημονεύσεως των ονομάτων, ζώντων και κεκοιμημένων μετά μερίδων στην ιερά πρόθεση, χωρίς ώστοσο να ορίζει και από ποιο μέρος του προσφόρου γίνεται η εξαγωγή των μερίδων. Μεταξύ των πολλών προθέσεως ο ιερεύς εξήγε και έθετε στο δισκάριο μόνο τον αμνό. Ακόμη και κατά τον 14ο αι. μαρτυρείται από πολλά χειρόγραφα ότι ο ιερεύς μετά την εξαγωγή του αμνού, την σταυροειδή χάραξί του, την νύξι και την έκχυσι του οίνου και του ύδατος στο ποτήριο, έθετε αμέσως τον αστερίσκο στο δισκάριο και εκάλυπτε τα δώρα. Σε κώδικας της εποχής αυτής αρχίζει να εμφανίζεται ύψωσις και άλλων προσφορών στον πρόθεσι, εκτός από εκείνην από την οποία εξήχθη ο αμνός, εις την τιμήν του τιμίου σταυρού, της Θεοτόκου, των αρχαγγέλων, του Προδρόμου, ως και άλλων αγίων, αν υπήρχαν και άλλες προσφορές ή αν υπήρχε ανάγκη υψώσεως και άλλων, προφανώς τόσων όσων θα προεβλέπετο για να επαρκέσουν στην διανομή του αντιδώρου στο τέλος της θείας λειτουργίας. Μερίδες όμως προς τιμήν των προσώπων αυτών δεν εξήγοντο. Την ίδια εποχή παρουσιάζεται και η μνημόνευσις των ονομάτων των ζώντων και των τεθνεώτων και η ύψωσις υπέρ αυτών προσφορών, χωρίς και πάλι εξαγωγή μερίδων υπέρ αυτών».
«Διάταξις της θείας Λειτουργίας» του 12ου-13ου αι. (κώδιξ Εθνικής Βιβλιοθήκης Αθηνών 662) παρουσιάζει ακριβώς την τάξι αυτή. Μετά δηλαδή την ένωσι και πρίν από την κάλυψι των δώρων «λαμβάνει (ο ιερεύς) την ετέραν προσφοράν και λέγει: «Πρόσδεξαι, Κύριε, την θυσίαν ταύτην δια πρεσβειών της υπερευλογημένης δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας». Είτα λαμβάνει την τρίτην προσφοράν και λέγει: «Των τιμίων επουρανίων δυνάμεων ασωμάτων. Του τιμίου ενδόξου προφήτου προδρόμου και βαπτιστού Ιωάννου. Των αγίων και πανευφήμων αποστόλων» και αναφέρει ονόματα διάφορα. Και εις την τετάρτην προσφοράν μνημονεύει τον εορταζόμενον άγιον, εν η μετά το ειπείν το όνομα του της ημέρας αγίου λέγει «και πάντων σου των αγίων. Και μνήσθητι, Κύριε του αρχιεπισκόπου ημών (του δείνος), των ευσεβεστάτων και φιλοχρίστων βασιλέων ημών (των δείνα), του δούλου σου (δείνος, ήγουν του καθηγουμένου) και πάντων των αδελφών… και πάτνων των προκειμηθέντων…». Είτα μνημονεύει όσους βούλεται ζώντας κα νεκρούς».
Στην «Διάταξη της θείας λειτουργίας» του Πατριάρχου Φιλοθέου (14ος αι.) ευρίσκομε την παλαιοτέρα σαφή μαρτυρία για τον συνδυασμό του ανωτέρου μνημοσύνου με την εξαγωγή μερίδων. Οι διαφορές προς την σημερινή πράξι είναι καταφανείς: «Ο δε ιερεύς λαβών εν ταις χερσί την δευτέρα προσφοράν λέγει: «Εις τιμήν και μνήμην της υπερευλογημένης δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, ης ταις πρεσβείαις…»
Και αίρων μερίδα μετά της αγίας λόγχης τίθησιν εξ αριστερών του αγίου άρτου. Εν τη Τρίτη προσφορά λέγει: «Δυνάμει του τιμίου και ζωοποιού σταυρού. Των τιμίων επουρανίων δυνάμεων ασωμάτων… και πάντων σου των αγίων. Ων ταις ικεσίαις…». Και αίρων μερίδα μετά της αγίας λόγχης τίθησιν εξ αριστερών του αγίου άρτου. Εν τη Τρίτη προσφορά λέγει: «Δυνάμει του τιμίου και ζωοποιού σταυρού. Των τιμίων επουρανίων δυνάμεων ασωμάτων…. Και πάντων σου των αγίων. Ων ταις ικεσίαις…». Και ούτως αίρων την μερίδα τίθησιν αυτήν εν τω αυτώ μέρει ήτοι τω αριστερώ, υποκάτω δε τας λοιπάς εφεξής τίθησιν. Είτα λαμβάνων ετέραν προσφοράν λέγει: Υπέρ πάσης επισκοπής ορθοδόξων…». Είτα λέγει ο ιερεύς έκαστον όνομα ζώντων και τούτου αίρει των αμαρτιών των μακαρίων …και αίρει μερίδα. Ο δε διάκονος λαβών και αυτός προσφοράν και την αγία λόγχην λέγει ούτως: «Μνήσθιτι, Κύριε, της εμής αναξιότητος …» και τίθησι τας μερίδας εν τω κάτω μέρει του αγίου άρτου, ώσπερ και ο ιερεύς». Κατά την ίδια περίπου εποχή και ο Νικόλαος Καβάσιλας ομιλεί για την «προσαγωγήν» εκτός του πρώτου προσφόρου, από το οποίο εξάγεται ο αμνός, και άλλων άρτων «εις δόξαν της Πανγίας του Θεού Μητρός. Εις πρεσβείαν τούδε του αγίου ή τούδε. Εις αμαρτιών ψυχών άφεσιν ή ζώντων ή τεθνεώτων» και την εξαγωγή και προσφορά «μέρους εκάστου» (Ερμηνεία της θείας λειτουργίας, κεφ. 10).
Σε μεταγενέστερους από την Διάταξη του Φιλοθέου χρόνους ο αριθμός και η θέσις των μερίδων έλαβαν την σημερινή των μορφή και δεξιά του αμνού τίθεται η μερίς της Θεοτόκου, αριστερά οι εννέα μερίδες των αγίων, τα «τάγματα» και κάτω οι μερίδες των ζώντων και των τεθνεώτων. Ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης (+1429) και λειτουργικά χειρόγραφα της ίδιας εποχής μαρτυρούν με μικρές παραλλαγές την σύγχρονό μας πράξι. Ο Συμεών είναι και ο πρώτος που μας δίδει και το νόημα της πράξεως αυτής…. Ο σκοπός της προσφοράς των μερίδων υπέρ των ζώντων και των τεθνεώτων είναι ανάλογος. Και αι μερίδες αυταί προσφέρονται αντί των προσώπων, «υπέρ των πιστών, κεκοιμημένων μεν εις λύτρωσιν αμαρτιών και θείας χάριτος ένωσιν, ζώντων δε, ει μετανοία μόνον την ζωήν εξοικονομοιείν, εις δεινών απαλλαγήν, εις αμαρτημάτων άφεσιν, εις ζωής αιωνίου ελπίδα (Ερμηνεια, 102) ή «ως υπερ ημών και ταπεινών προσενεχθείσας των ιλασμού και μεσιτείας δεομένων και το μέγα έλεος του Θεού απεκδεχομένων (Διάλογος, Κεφ.94)»…
Οι μερίδες της προθέσεως εξάγονται και προσφέρονται προς τιμήν μεν των αγίων, προς ιλασμόν δε των ζώντων και των τεθνεώτων. Με την όλη τελεσιουργία αγιάζονται και μεταβιβάζουν τον αγιασμό σ’ όλα τα μέλη της Εκκλησίας, την οποία και τυπικώς εικονίζουν».
Εν συνέχεια καταθέτουμε κι εμείς το μικρό λιθαράκι μας επί του θέματος αυτού προσπαθώντας να απαντήσουμε στο ερώτημα. Ευθύς εξ αρχής για μερικούς επαΐοντες θα φανεί το θέμα μας άκρως τυπικόν. Για κάποιους άλλους άκρως σχολαστικόν. Εμείς όμως πιστεύουμε ότι είναι χρήσιμη και μόνο η καταγραφή των λειτουργικών μας πράξεων και για τον λόγο αυτό προσπαθούμε.
Κανονικά θα έπρεπε κατά την πρόθεση να χρησιμοποιείται ένας άρτος. «Εις άρτος παραλαμβάνεται εν τη Ευχαριστία και ου πολλοί, ότι εις Χριστός και ου πολλοί»2.
Ο π. Κων/νος Καλλίνικος σημειώνει σχετικά ότι η χρήση ενός άρτου κατά την πρόθεση φανερώνει ότι η πράξη αυτή είναι αρχαία3. Άλλωστε και ο απόστολος Παύλος αναφέρει ότι «ο άρτος ον κλώμεν, οχί κοινωνία του σώματος του Χριστού εστίν; Ότι εις άρτος, εν σώμα οι πολλοί εσμέν. Οι γάρ πάντες εκ του ενός άρτου μετέχομεν»4. Αλλά και ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος αναφέρει: «Ένα άρτον κλώντες, ος εστι φάρμακον αθανασίας, αντίδοτον του με αποθάνειν»5. Στα συγγράμματα του Διονυσίου του Αρεοπαγίτου λέγεται «η θειοτάτη του ενός και ταυτού και άρτου και ποτηρίου κοινή και ειρηναία μετάδοσις ομοτροπίαν αυτοίς ένθεον ως ομοτρόφοις νομοθετεί»6. Εκ των υστέρων όμως άρχισαν να χρησιμοποιούνται περισσότεροι. Ο π. Κων/νος Καλλίνικος αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «υπό την ώθησιν του διαρκώς στολίζειν και πολλαπλασιάζειν τα υφιστάμενα, ελησμονήθη η ωραία έννοια ην υπέθαλπεν η παλαιά απλότης…»7. Έτσι εισήχθησαν τρείς (την πράξη αυτή σημειώνει και ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης) ή πέντε άρτοι (πολλά χειρόγραφα) ή ακόμα και επτά (χειρ. Κωδ. Σινά 986 (15ου αι.). Εκ των υστέρων όμως σε δύσκολες εποχές πενίας των πιστών επινοήθηκε σ’ ένα πρόσφορο να τυπώνονται όλες οι μερίδες, η γνωστή μορφή σφραγίδας που σήμερα τη χρησιμοποιούμε κατά κόρον στις ενορίες μας. Σήμερα που υπάρχει ευμάρεια και τα πρόσφορα είναι περισσότερα, ευλαβέστατοι κληρικοί συνήθως χρησιμοποιούν τρία ή πέντε πρόσφορα.
Στο παραπάνω ερώτημα που αφορά το θέμα από ποιο μέρος του άρτου της προθέσεως εξάγονται οι μερίδες των ζώντων ή των κεκοιμημένων απλώς θα σημειώσουμε το τι επικρατεί στην καθ’ ημάς ελλαδική πράξη.

Ενοριακές πράξεις
1η. Συνηθίσουν κάποιοι ιερείς, όταν εξάγουν τον αμνό (ΙΣ,ΧΡ,ΝΙ,ΚΑ), κατά την τομή, προκειμένου να εξαχθεί καθ’ όλα τέλειος και ολοκληρωμένος ο αμνός, να κόπτουν τελείως το κάτω από τη σφραγίδα μέρος. Απ’ αυτό το τεμάχιο που φέρει συνήθως, στις εγχάρακτες σφραγίδες που κυκλοφορούν για τη χρήση των ενοριών, οι ιερείς εξάγουν τις μερίδες των ζώντων και των κεκοιμημένων. Συνήθως οι μερίδες εξάγονται με δύο τρόπους. Είτε από το κάτω μέρος, δήλ. Από την ψίχα, μεικτά τα ονόματα ζώντων και κεκοιμημένων, είτε από το επάνω μέρος, την κόρα, τα ονόματα των ζώντων, και από την ψίχα των κεκοιμημένων. Μερικοί εκ των ιερέων συνηθίζουν να εξάγουν τα ονόματα από το κάτω μέρος, δηλ. την ψίχα, σχηματίζοντας κατά την εξαγωγή σταυρό, οπότε οριζοντίως τα ονόματα των ζώντων και καθέτως μνημονεύουν τα ονόματα των κεκοιμημένων.
2η. Συνηθίζεται κατά την εξαγωγή του αμνού να εξάγεται το τεμάχιον το ευρισκόμενον επάνω του εξαχθέντος αμνού ως τεμάχιον από το οποίον εξάγονται οι μερίδες υπέρ των ζώντων και από το κάτωθεν του εξαχθέντος αμνού τεμάχιον υπέρ των κεκοιμημένων. Και τα δύο αυτά τεμάχια φέρουν στις σφραγίδες της ενοριακής χρήσης τον ίδιο ενσφραγιζόμενο τύπο με το του αμνού, δηλ το ΙΣ,ΧΡ,ΝΙ,ΚΑ. Και σ’ αυτή την περίπτωση όπου ισχύει αυτός ο τρόπος, άλλοι εκ των ιερέων εξάγουν από το σκληρό μέρος, δηλ. την κόρα, τις μερίδες των ζώντων, και άλλοι από το μαλακό μέρος του προσφόρου, δηλ. την ψίχα, τις μερίδες των κεκοιμημένων.
3η. Μια άλλη πράξη καταγράφεται από εκείνους τους ιερείς οι οποίοι χρησιμοποιούν πέντε πρόσφορα κατά την ακολουθία της προθέσεως. Κατ’ αυτήν την πράξη από το τέταρτο πρόσφορο εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και από το πέμπτο οι μερίδες των κεκοιμημένων.
4η. Μια συνηθέστερη πράξη θέλει οι μερίδες των ζώντων και κεκοιμημένων να εξάγονται μόνο από το τεμάχιο του προσφόρου το ευρισκόμενο επάνω του αμνού. Και από το μέρος της κόρας να εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και από το κάτω, την ψίχα, οι μερίδες των κεκοιμημένων.
5η. Παρόμοια πράξη ορίζει από το επάνω μέρος του αμνού που φέρει κι αυτό την σφαγίδα ΙΣ ΧΡ ΝΙ ΚΑ να εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και από το κάτω μέρος του αμνού που φέρει κι αυτό την σφραγίδα ΙΣ ΧΡ ΝΙ ΚΑ να εξάγονται οι μερίδες των κεκοιμημένων.
6η. Στη χειρόγραφη λειτουργική παράδοση εντοπίσαμε εκτός των πέντε προσφόρων8 και τη χρήση επτά άρτων9. Για μεν την παράδοση των πέντε προσφόρων, που είναι και η πιο συνηθισμένη, από τον τέταρτο άρτο εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και από τον πέμπτο οι μερίδες των κεμοιμημένων. Για την σπάνια παράδοση που αναφέρεται στη χρήση επτά προσφόρων συμβαίνει από τον πρώτο άρτο να εξάγεται ο αμνός. Από τον δεύτερο εξάγεται η μερίδα της Παναγίας. Από τον τρίτο άρτο εξάγεται μια μερίδα υπέρ των φιλοχρίστων βασιλέων, του παλατίου και του στρατοπέδου αυτών καθώς επίσης και του αρχιεπισκόπου και του καθηγουμένου μετά πάσης της αδελφότητος, πρεσβυτέρων, διακόνων, υποδιακόνων, αναγνωστών και πάσης της διακονίας. Για όλους αυτούς εξάγεται μια μερίδα από το τέταρτο άρτο και τίθεται ακριβώς κάτω από τον αμνό. Από το πέμπτο πρόσφορο εξάγονται μερίδες υπέρ των ζώντων. Ο λειτουργός εξάγει όσες μερίδες επιθυμεί μνημονεύοντας όσους θέλει. Από το έκτο πρόσφορο εξάγεται μία μερίδα υπέρ των κτητόρων της μονής, πάντων των προαναπαυσαμένων πατέρων και αδελφών και απανταχού ορθοδόξων, μνημονεύονται κατ’ όνομα οι κεκοιμημένοι, όσους επιθυμεί και θέλει ο λειτουργός. Από την έβδομη προσφορά εξάγεται μερίδα υπέρ του προσκομίζοντος δια την συγχώρησιν παντός πλημμελήματος εκουσίου και ακουσίου. Κατά την περίπτωση αυτή ουδείς λόγος γίνεται από ποιο μέρος των προσφόρων εξάγονται οι μερίδες.
7η. Μια έβδομη παράδοση, πιθανόν ρωσικής προελεύσεως, θέλει τη χρήση δύο ή τριών προσφόρων για τις εξαγωγές των βασικών μερίδων, ήτοι αμνού, Παναγίας και Ταγμάτων, ενώ για τις μνημονεύσεις ζώντων και κεκοιμημένων εξάγονται μερίδες από όλα τα προσφερθέντα πρόσφορα των πιστών. Η εξαγωγή γίνεται από το επάνω σκληρός μέρος, την κόρα.
8η. Παρόμοια με την παραπάνω περίπτωση έχουμε δει ιδίοις όμμασι εις Θεσσαλονίκην εισαγωγήν νέας συνηθείας, όπου υπάρχουν έτοιμα πολύ μικρά αρτίδια έχοντας πάνω την σφραγίδα ΙΣ ΧΡ ΝΙ ΚΑ τα οποία προμηθεύονται οι πιστοί κατά την είσοδό τους στον ναόν και ακολούθως από αυτά προσκομίζει ο λειτουργός τα ονόματα των ζώντων και κεκοιμημένων, εξάγοντας τις μερίδες του κάθε πιστού από το αρτίδιό του.

Μοναστική πράξη
1η. Στο Άγιο Όρος συνηθίζεται να χρησιμοποιούνται δύο πρόσφορα κατά την πρόθεση. Το μέγεθος των προσφόρων είναι μικρό. Το πρώτο πρόσφορο φέρει μόνο τη σφραγίδα του αμνού. Το δεύτερο πρόσφορο, που είναι επίσης μικρό, φέρει τις σφραγίδες της Παναγίας, των εννέα Ταγμάτων και στο πάνω μέρος υπάρχουν δύο μικροί αμνοί. Πολλές φορές σε μικρά κελλιά ή καθίσματα συνηθίζουν οι λειτουργοί πατέρες να χρησιμοποιούν ένα μόνο πρόσφορο. Περί του θέματος που μας απασχολεί οι μερίδες των ζώντων και των κεκοιμημένων εξάγονται, όταν λειτουργούνται δύο πρόσφορα, όχι από τον πρώτο αμνό, αλλά από το δεύτερο. Έτσι αφού πρώτα ο λειτουργός εξάγει τις μερίδες τους Παναγίας και των Ταγμάτων, απομονώνει το επάνω μέρος που βρίσκονται αποτυπωμένοι οι δύο αμνοί και από εκείνο το κομμάτι εξάγει τις μερίδες των ζώντων και των κεκοιμημένων. Συμβαίνει άλλοι από τους ιερείς να σχηματίζουν από το μέρος της ψίχας σταυρό και να εξάγουν τις μερίδες για μεν τους ζώντες από την οριζόντια γραμμή για δε τους κεκοιμημένους από την κάθετη. Άλλοι πάλι πατέρες εξάγουν από το επάνω μέρος την κόρα, τις μερίδες των ζώντων και από το κάτω, την ψίχα, των κεκοιμημένων. Όταν ο λειτουργός χρησιμοποιεί το ένα πρόσφορο, τότε από τον εναπομείναντα αμνό του προσφόρου εξάγει τις μερίδες των ζώντων και των κεκοιμημένων κατά τους τρόπους που καταγράψαμε ανωτέρω.
Τέλος, πρέπει να σημειώσουμε ότι κατά την παράδοση της Εκκλησίας ποτέ από το ίδιο πρόσφορο δεν εξάγονται περισσότεροι αμνοί. Αυτό μπορεί για παράδειγμα να συμβαίνει κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, όταν ο ιερέας προκειμένου να προετοιμάσει Προηγιασμένες για τις μη λειτουργικές ημέρες της εβδομάδος καλείται να εξάγει τόσους αμνούς όσες και οι Προηγιασμένες ακολουθίες των Τιμίων Δώρων. Ποτέ όμως δεν κάνει εξαγωγές αμνών από το ίδιο πρόσφορο10.
Φυσικά εκτός των ανωτέρω περιγραφομένων τρόπων εξαγωγής μερίδων υπέρ των ζώντων και κεκοιμημένων μπορεί πιθανόν να υπάρχουν και άλλες πράξεις τις οποίες αγνοούμε, τις οποίες όμως θα θέλαμε να μας κατέθεταν οι σεβαστοί ιερείς για την ολοκλήρωση αυτής της περιγραφής και προς μελλοντικήν επεξεργασίαν.

1 Για περισσότερα και αναλυτικότερα στο μνημειώδες έργο του αειμνήστου κυρ-Ιω. Φουντούλη, «Απαντήσεις εις λειτουργικάς απορίας, τ. Β΄(151-300)», εκδ. 3η Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1989, ερωτ. 180, 181, 182, σσ. 82-92.
2 Σωφρονίου Ιεροσολύμων, P.G. 87, 3989. Κατ’ αυτόν η σφραγίδα του προσφόρου προέρχεται από τον Μ. Βασίλειο.
3 Πρωτ. Κων/νου Καλλινίκου, «Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ», εκδ. 4η Γρηγόρη, αθήνα 1969, σ. 311.
4 1. Κορ. 10,16.
5 Ιγνάτιος προς Εφες. Παράγρ.20 & Πρωτ. Κων/νου Καλλινίκου, σ. 311.
6 Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Περί εκκλησιαστικής ιεραρχίας Γ΄3, P.G. 3, 428.
7 Πρωτ. Κων/νου Καλλινίκου, «Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ», εκδ. 4η Γρηγόρη, Αθήνα 1969, σ. 311.
8 DM, τ ΙΙ, σ. 263-264: Σε ειλητάριο της Μονής Εσφιγμένου Αγίου Όρους του έτους 1306 μ.Χ. γίνεται μνεία χρήσης πέντε προσφορών κατά την πρόθεση. Από το τέταρτο εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και από το πέμπτο οι μερίδες των κεκοιμημένων. Από ποιο ακριβώς μέρος του προσφόρου γίνεται η εξαγωγή των μερίδων δεν αναφέρεται εις το χειρόγραφον. Πέντε πρόσφορα αναφέρει επίσης και ειλητάριο της Μονής Πάτμου 716 (16ου αι.) στο DM, τ. ΙΙ, σ. 919-920. Κατά το χειρόγραφο αυτό από το πέμπτο πρόσφορο εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και κεκοιμημένων. Ο Άγιος Συμεών Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης αναφέρει ότι κατά την πρόθεση χρησιμοποιεί ο ιερεύς τρία πρόσφορα (Περί των εν Προσκομιδή τελουμένων, P.G. 115, 264AB, και Περί των προσφερομένων εν τη προθέσει μερίδων υπέρ των αγίων και πάντων των ευσεβών P.G. 115, 280CD-281A, 284BC «έπειτα και λοιπάς προσφέρει μερίδας. Προηγουμένως μεν υπέρ του αρχιερέως, επεί της ιερωσύνης εστί πηγή, έπειτα δε υπέρ παντός ιερατικού τάγματος, των λειτουργούντων τω μυστηρίω δει γαρ πρώτον λαμβάνειν τον κοπιώντα, ως και τω Παύλω δοκεί, είτα υπέρ των πιστών βασιλέων των προμαχούντων της ευσεύβειας, και σωτηρίας αυτών, και του φιλοχρίστου λαού, μεθ’ ους του καθηγουμένου, ει εν μονή τα της τελετής, και της λοιπής αδελφότητος, ει δε εν ναώ τινι , υπέρ του ανεγείραντος, ή την μνήην τελούντος, και των συναγομένων εκείσε. Και έτι υπέρ του προσενέγκοντος, και υπέρ ων τα δώρα προσήγαγε. τελευταίον δε υπέρ των εν Χριστώ κοιμηθέντων, και παντός ιερατικού τάγματος και μοναχικού, και έτι πάντων των ορθοδόξων τελειωθέντων πιστών, αλλά και υπέρ ων έτι βούλεται ή οφείλει ο ιερεύς. Και τελευταίον κοινώς προσφέρει μερίδα υπέρ πάσης ψυχής Χριστιανών ορθοδόξων. Και την ευχήν επιλέγει πάσαν, προς Θεόν αναφέρων τα ρήματα, ην λε΄γομεν εν τη των αγρυπνιών λιτανεία, «Πρόσδεξαι Κύριε, λέγων την θυσίαν ταύτην εις το επουράνιόν σου θυσιαστήριον υπέρ πάσης ψυχής Χριστιανών θλιβομένης τε και καταπονουμένης, ελέους σου και βοηθείας επιδεομένης», και τα λοιπά άρχι τέλους» P.G. 115,892D-893A).
9 Σινά 986 (15ου αι), DM, τ. ΙΙ, σ. 603-605.
10 Σημειωτέον ότι η εξαγωγή πολλών αμνών μπορεί να γίνει μόνο από πρόσφορο που φέρει τη σφραγίδα με τρεις αμνούς, Σχετικό ερώτημα ετέθη εις τον αείμνηστον καθηγητήν της Λειτουργικής Ιω. Φουντούλη, στο βιβλίο του «Απαντήσεις εις λειτουργικάς απορίας, τ. Α΄(1-150)», εκδ. γ΄Αποστολικής Διακονίας Αθήνα 1988, ερωτ. 41, σ. 88.

18. Λειτουργικές επισημάνσεις για το «Ευχολόγιον»

Το λειτουργικόν βιβλίον «ΕΥΧΟΛΟΓΙΟΝ» δεν είχε τη μορφή που σήμερα έχει. Ήταν πάντοτε ένα λειτουργικό βιβλίο που χρησιμοποιούνταν από αρχιερείς και ιερείς σ’ έναν συγκεκριμένο τόπο. Για παράδειγμα το Ευχολόγιο μιάς Μονής περιελάμβανε μόνο εκείνες τις ευχές που είχαν σχέση με τη μοναστική ζωή, δηλ. περιελάμβανε οπωσδήποτε την ακολουθία του Μεγάλου Αγγελικού Σχήματος και όχι φυσικά ευχές γεννήσεως νηπίων και λεχώνων. Κάθε αρχιερεύς είχε την προσωπική του συλλογή ευχών, εκείνες που χρειάζονταν κατά την ενάσκηση των λειτουργικών του απαιτήσεων. Άρα το Μεγάλο Ευχολόγιο ή επιτομή αυτού, δηλ. Το Μικρόν Ευχολόγιον, δεν αποτελεί εξ αρχής ένα συγκεκριμένο σώμα ευχών με συγκεκριμένες ευχές για διάφορες περιπτώσεις της ζωής των πιστών, αλλά η ποσότητα των ευχών άλλαζε κατά καιρούς με νέες προσθήκες ευχών αναλόγως των περιστάσεων που απαιτούσε ο σύγχρονος βίος και οι απαιτήσεις των πιστών. Για παράδειγμα σήμερα γίνονται νέα έργα εξυπηρετήσεως των ανθρώπων, όπως το Μετρό. Όταν καλείται η Εκκλησία να εγκαινιάσει κάποιο τέτοιο ή παρόμοιο σύγχρονο έργο πρέπει να διαβάσει και μια σχετική ευχή. Αυτό κάνει η ποιμαίνουσα Εκκλησία. Κάποιος ποιμένας, αριχερέας ή ιερέας συγγράφει ή αναθέτει σε κάποιον ειδικό υμνογράφο τη σύνταξη μιας νέας ευχής. Αυτή η νέα ευχή μπορεί να έχει μεγάλη διάδοση στους εκκλησιαστικούς κύκλους αναλόγως της μεγάλης χρησιμότητάς της που η ανάγκη των περιστάσεων απαιτεί. Έτσι για παράδειγμα η ευχή της πίτας προς τιμήν του αγίου Φανουρίου που συνεγράφη από τον Σεβ. Μητροπολίτη Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας κυρό Τιμόθεο Ματθαιάκη (στο Ευχολόγιό του περιλαμβάνει εξειδικευμένες ευχές) έλαβε μεγάλη διάδοση, εξ αιτίας της ανάγκης και απαιτήσεως των πιστών να διαβάζονται οι φανουρόπιτες σε όλους τους Ιερούς Ναούς. Κατόπιν υπήρξαν και άλλοι ποιητές που συνέγραψαν και δεύτερη και Τρίτη και τέταρτη ευχή και πιθανόν παραπάνω επί ευλογίας πίτας Αγίου Φανουρίου. Κι αυτό είναι παραδοσιακό το να υπάρχει και δεύτερη και Τρίτη ή ακόμη και περισσότερες ευχές πράξη δόκιμη της Εκκλησίας μας πιθανόν για εναλλαγή ή διαφορετική επιλογή, όπως διαπιστώνεται από μια απλή και μόνο φυλλομέτρηση του Ευχολογίου της Εκκλησίας μας. Άρα καταλήγουμε να πούμε ότι σε πρώτη φάση οι ευχές λειτουργούν τοπικά και ακολούθως αναλόγως της χρησιμότητάς τους μπορούν να επεκταθούν και παγκοσμίως. Η υιοθέτηση μιας ευχής ή ακόμη και περισσοτέρων ευχών στο επίσημο Ευχολόγιον, έχουμε νέες προσθήκες, στις ήδη παλαιές ευχές. Κάποιες ευχές από τις παλαιές που υφίστανται μέχρι σήμερα στο Ευχολόγιον παραμένουν σε αχρηστία, ενώ κάποιες νεώτερες χρησιμοποιούνται κατά κόρον.
Άρα λοιπόν το «Ευχολόγιον» θα κατέληγα να σημειώσω ότι είναι ένα συνεχώς μεταβαλλόμενον λειτουργικό βιβλίο και δεν πρέπι να επιδέχεται «ιεροποιήσεις». Και φυσικά ότι ανθρώπινο και τρεπτό. Ότι ανθρώπινο και πιθανόν κάποιες φορές εκ ζήλου λανθασμένου. Αυτό όμως ας το κρίνει η ιστορία, ή μάλλον το Ευχολόγιο ή κάποιες από τις εκδόσεις του κρίνονται από τους χρήστες αυτών (ενν. των βιβλίων) που είναι οι ιερείς μας. Ο κάθε ποιμένας μπορεί και πρέπει να έχιε την ελευθρερία να χρησιμοποιεί ευχές και δεήσεις που κρίνει ο ίδιος κατά περίσταση και που πιθανόν η εν αγίω Πνεύματι φώτισή του να μην έχει αποτυπωθεί σε κανένα χειρόγραφο ή έντυπο ευχολόγιο. Αυτό φαίνεται ότι αποδεικνύει η πορεία της Εκκλησίας μας.
Η δια Συνοδικής Αποφάσως έγκριση προς έκδοση του «Ευχολογίου» της Εκκλησίας μας έχει το θετικό στοιχείο της θεσμοθέτησης των ευχών από αλλοιώσεις που τυχόν μπορεί να παρεισεφρύσουν, είτε από αδαείς κληρικούς, είτε από επιτήδειους αιρετικούς, που η ιστορία απέδειξε ότι δυστυχώς υπήρξαν και υπάρχουν. Όμως το Πανάγιον Πνεύμα συνεχώς θα φωτίζει και νέους υμνογράφους και συντάκτες ακολουθιών και ευχών να συγγράφουν εν αγίω Πνεύματι τα ποιήματά τους προς δόξαν Θεού.
Η Ιερά Σύνοδος οφείλει εκ των υστέρων να θεσμοθετεί ενσωματώνοντας τέτοιες ευχές στα λειτουργικά της βιβλία, αναλόγως των λειτουργικών της αναγκών και απαιτήσεων. Πάντως χρειάζεται και εκ της Ιεράς Συνόδου δια των Επιτροπών της κατά τη σύνταξη του «Ευχολογίου» της που ήδη ανακοινώθηκε ότι θα προβεί στην έκδοσή του να εκκαθάρει ότι άχρηστο και να κρατήσει ότι σωστό ή ακόμη και να το επαυξήσει λαμβάνοντας σοβαρά υπόψιν τις νέες απαιτήσεις της ζωής των πιστών.

19. Πῶς πρέπει νὰ διαβάζει ὁ ἱερέας τὶς λεγόμενες Περιστατικὲς Εὐχὲς τοῦ Εὐχολογίου; Ποιά ὀφείλει να εἶναι ἡ ἱερατική του ἔνδυση;

Στὸ Εὐχολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ὑπάρχουν πολλὲς περιστατικὲς εὐχὲς γιὰ διάφορες περιπτώσεις, καταστάσεις καὶ περιστάσεις τοῦ ἀνθρώπινου βίου ἤ ἀκόμα καὶ τοῦ ζωϊκοῦ ἤ φυτικοῦ βασιλείου. Ὁ ἱερεὺς ἰδιαιτέρως ὀφείλει σὲ κάθε περίσταση τοῦ βίου τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ νὰ συνδράμει προσευχητικά, εἴτε στὶς χαρὲς εἴτε στὶς λύπες του. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἡ ποιμένουσα Ἐκκλησία ἀφουγκραζόμενη τὶς πνευματικὲς καὶ ὑλικές, τὶς σωματικὲς καὶ ψυχικὲς ἀνάγκες τῶν παιδιῶν της υἱοθέτησε μέσα στὸ λειτουργικὸ της βιβλίο ποὺ λέγεται «Εὐχολόγιον» πολλὲς καὶ διάφορες εὐχές. Αὐτὲς ὅμως οἱ εὐχὲς συνήθως δὲν εἶναι αὐτονομημένες. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι δὲν διαβάζονται ἀπὸ τὸν Ἱερέα ἁπλῶς ὡς ἔχουν ἀλλὰ προστίθενται σὲ κάποια προηγηθεῖσα ἀκολουθία. Συνήθως οἱ περιστατικὲς εὐχὲς διαβάζονται συναπτὰ μὲ τὴν ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ. Στὸ τέλος τῆς ἀκολουθίας μετὰ τὸ πέρας τῆς διὰ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἐμβαπτίσεως καὶ ραντισμοῦ ὅλων ὅσων μετέχουν τῆς ἀκολουθίας, ἀλλὰ καὶ τοῦ ῥαντισμοῦ ὅλου τοῦ τόπου ὅπου τελεῖται ὁ Ἁγιασμὸς ὁ Ἱερέας διαβάζει τὶς περιστατικὲς εὐχές. Μερικὲς φορὲς ὅμως συμβαίνει ὁ ἱερεὺς νὰ καλεῖται νὰ διαβάσει κάποιον ἀσθενοῦντα ἀδελφὸ σὲ νοσοκομεῖο ὅπου εἶναι δύσκολο νὰ τελεσθεῖ μιὰ ὁλόκληρη ἀκολουθία. Τότε ὁ Ἱερεὺς ἀφοῦ φορέσει σταυρώνοντας τὸ ἐπιτραχήλιόν του καὶ βάλει Εὐλογητός, διαβάσει τὸ Τρισάγιον, λέγει ἀπολυτίκια ἐπίκαιρα ἐπὶ τῆς περιστάσεως, π.χ. ἐὰν εἶναι ἀσθενὴς λέγει τό « Ἅγιοι Ἀνάργυροι…». Ἀκολούθως κάνει μιὰ σύντομη ἐκτενὴ μὲ τὰ γνωστὰ αἰτήματα: «Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεός… Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ ἐλέους, ὑγείας, σωτηρίας, ἀναρρώσεως… τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ κτλ.». «Ἐπάκουσον ἡμῶν ὁ Θεός…» καὶ ἀκολούθως: «Τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν» καὶ ἀκολουθεῖ ἡ περιστατικὴ εὐχή. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς εὐχῆς ὁ ἱερέας τοποθετεῖ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς τοῦ αἰτοῦντος τὴν περιστατικὴ εὐχή, τὸ ἱερὸν ἐπιτραχήλιόν του. Μετὰ τὸ πέρας τῆς εὐχῆς κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ὁποίας βαστᾶ ὁ Ἱερεὺς συνεχῶς τὸν Τίμιον Σταυρὸν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς π.χ. τοῦ ἀσθενοῦντος, ὁ Ἱερεὺς ἐπιδίδει τὸν Τίμιον Σταυρὸν καὶ τὸ Ἱερὸν ἐπιτραχήλιον πρὸς ἀσπασμὸν καὶ κάνει ἀπόλυση.
Ἐὰν ἡ περιστατικὴ εὐχὴ πρέπει νὰ διαβαστεῖ σὲ ἰδιαίτερο χῶρο, π.χ. σὲ μαγαζί, σὲ σπίτι κ.ἄ. τότε καλὸν θὰ εἶναι νὰ συνοδευθεῖ μετὰ τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ. Ἐὰν δὲν μπορεῖ νὰ τελεσθεῖ μικρὸς ἁγιασμός, τότε ἀπαραιτήτως καλὸν θὰ εἶναι νὰ ὑπάρχει στὸν χῶρο μία εἰκόνα, ἕνα ἀναμμένο κεράκι ἤ κανδηλάκι καθὼς καὶ τὸ θυμιατό (μὲ ἀναμμένο καρβουνάκι καὶ θυμίαμα).
Οἱ εὐχὲς τοῦ Εὐχολογίου τῆς Ἐκκλησίας μας διαβάζονται ἀπὸ τὸν ἱερέα ἐκφώνως καὶ ποτὲ μυστικῶς. Ὁ πιστὸς λαὸς τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ ἀκούει τὶς εὐχὲς καὶ δι’ αὐτῶν νὰ προσεύχεται. Ἐπίσης ποτὲ ὁ ἱερεὺς δὲν πρέπει νὰ λέγει μυστικῶς τὶς εὐχές, διότι ὁ λαὸς παρεξηγεῖ τέτοιου εἴδους διαβάσματα.
Ἐν πάσῃ περιπτώσει ὁ ἱερεὺς ὀφείλει νὰ ἔχει μαζί του πάντοτε εἰς τὴν ἱερατικήν του τσάντα τὰ κάτωθι:
1. Τὸ Ἱερὸν Ἐπιτραχήλιον.
2. Τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον, μικρὸν σχῆμα (γνωστὸν ὡς Τετραευαγγέλιον).
3. Τὸν Τίμιον ἐπιτραπέζιον Σταυρόν, καὶ τέλος
4. Τὸ Εὐχολόγιον.
Τέλος, ὀφείλουμε νὰ σημειώσουμε ὅτι ὁ ἱερεὺς κατὰ τὴν ἐπιτέλεση ὁποιασδήποτε ἀκολουθίας ἤ μυστηρίου, ὅπου δὲν πρέπει νὰ εἶναι ἐνδεδυμένος μὲ ἅπασα τὴν ἱερατική του στολή, ἀπαραιτήτως ὀφείλει νὰ φορᾶ τὸ Ἐξώρασον. Ἐπ’ αὐτοῦ φορεῖ τὸ ἱερὸν ἐπιτραχήλιον καὶ ὅπου ἀπαιτεῖται π.χ. εἰς γάμον, εἰς κηδείαν κ.ἄ. καὶ τὸ φελόνιον.

20. Ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ

Στὸ Εὐχολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ὑπάρχει μία ἀκολουθία πολὺ διαδεδομένη. Αὐτὴ φέρει τὸν τίτλο: «Ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ». Ὡς ἀκολουθία τῆς Ἐκκλησίας μας ἀνήκει στὶς μυστηριακὲς τελετές. Δηλ. μὲ τὴν ἐπενέργεια τῆς ἐπικλήσεως τοῦ Παναγίου Πνεύματος διὰ τῶν ἱερῶν καθαγιαστικῶν εὐχῶν καθίσταται τὸ νερό, ἁγιασμός.
Ὁ Μικρὸς Ἁγιασμὸς τελεῖται ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ καὶ σὲ κάθε περίπτωση καὶ περίσταση. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι πρῶτα τελεῖται τὸ κύριο μέρος τῆς ἀκολουθίας καὶ στὸ τέλος ἀνάλογα μὲ τὴν περίσταση προστίθεται μία ἤ περισσότερες εὐχὲς σχετικὲς μὲ τὸ αἴτημα τῶν πιστῶν ποὺ τελοῦν αὐτὴν τὴν ἀκολουθία. Π.χ. προσκαλεῖται ὁ ἱερέας νὰ τελέσει Μικρὸ Ἁγιασμὸ σὲ νέα οἰκία ἐνοριτῶν του. Ὁ ἱερέας διαβάζει τὸν γνωστὸ Μικρὸ Ἁγιασμὸ καὶ στὸ τέλος προσθέτει τὴν ἰδιαίτερη «εὐχὴ ἐπὶ θεμελίου οἴκου» ἤ «εὐχὴ ὅταν μέλλῃ τις εἰσελθεῖν εἰς οἶκον νέον» (βλ. Μικρὸν Εὐχολόγιον). Θὰ λέγαμε μὲ ἁπλὰ λόγια ὅτι ὁ Μικρὸς Ἁγιασμὸς εἶναι μιὰ ἀκολουθία ποὺ συνδέεται καὶ ταιριάζει μὲ ὅλες τὶς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Μικρὸς Ἁγιασμός, κατὰ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, τελεῖται συνήθως στοὺς Ἱεροὺς Ναοὺς κάθε Πρωτομηνιά. Ἐπίσης τελεῖται καὶ στὰ σπίτια τῶν πιστῶν. Δὲν ὑπάρχει κανένας ἀπολύτως κανόνας γιὰ τὴν συχνότητα τῆς τελέσεώς του. Μπορεῖ ὅμως ὁ κάθε πιστὸς νὰ ἁγιάζει τὸ σπίτι του προσκαλώντας στὸ σπίτι του τὸν ἱερέα καὶ νὰ τελεῖ τὸν Μικρὸ Ἁγιασμὸ ὅποτε ὑπάρχει ἀνάγκη καὶ κάποιος λόγος.
Γιὰ τὴν τέλεση τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ ἀπαιτοῦνται ἐκ μέρους τῶν πιστῶν τὰ κάτωθι: Πρῶτα προετοιμάζεται ὁ χῶρος ὅπου θὰ τελεσθεῖ ὁ Μικρὸς Ἁγιασμός. Συνηθίζεται νὰ εἶναι ὁ καλύτερος χῶρος τοῦ σπιτιοῦ μας (π.χ. τὸ σαλόνι) ἤ ἐὰν ὑπάρχει κάποιο εἰκονοστάσιο στὸ σπίτι νὰ τελεῖται σ’ ἐκεῖνον τὸν χῶρο, ποὺ εἶναι ὁ τόπος προσευχῆς τῆς κατ’ οἶκον Ἐκκλησίας. Τοποθετεῖται στὸν χῶρο ποὺ ἐπιλέξαμε ἕνα ψηλὸ τραπέζι στὸ ὕψος τῆς τραπεζαρίας που τρῶμε. Πάνω στὸ τραπέζι ἁπλώνεται ἕνα καθαρὸ (κατὰ προτίμηση) λευκὸ τραπεζομάνδηλο κι ἔπειτα τοποθετοῦνται:

α) ἕνα μπόλ ἤ λεκάνη μὲ καθαρὸ νερό,
β) ἕνα ματσάκι βασιλικό (κατὰ προτίμηση) ἤ μιὰ ὁποιαδήποτε πρασινάδα,
γ) μία εἰκόνα (κατὰ προτίμηση) τοῦ Χριστοῦ ἤ τῆς Παναγίας μὲ τὸ Χριστό, καὶ φυσικὰ καὶ ἄλλες ὑπάρχουσες εἰκόνες ἁγίων τοῦ σπιτιοῦ,
δ) τὸ λιβανιστήρι (θυμιατό ἤ κατζίον) μὲ καρβουνάκι καὶ θυμίαμα (τὸ καρβουνάκι καλὸν θὰ εἶναι νὰ ἀνάπτεται ἐκτὸς οἰκίας διότι προκαλεῖ πολλὲς φορὲς ἐκρήξεις καὶ ζημιές. Στὰ σπίτια εἴθισται νὰ χρησιμοποιεῖται καρβουνόσκονη, ἡ ὁποία ἔχει τὴν ἰδιότητα ὅταν ἀνάπτεται νὰ εἶναι βραδυφλεγὴς καὶ νὰ μὴν προκαλεῖ νέφος ἀποπνικτικῶν ἀερίων. Ἐπίσης ποτὲ δὲν τοποθετοῦμε πάνω στὸ ἀναμμένο καρβουνάκι πολλὰ σπυριὰ θυμιάματος, παρὰ μόνον ἕνα, δύο ἤ τρία κι ἐφόσον φυσικὰ τὸ καρβουνάκι ἔχει ἀποκτήσει λευκὸ χρῶμα, δηλ. τὴν γκρίζα στάκτη),
ε) τὸ κανδηλάκι (ἐνν. ἕνα κατάλληλο ποτηράκι μὲ ἔλαιο καθαρὸ καὶ κανδηλήθρα ἀναμμένη (ποτέ στὸ κανδηλάκι μας δὲν καῖμε διάφορα αἰθέρια ἔλαια ἤ διάφορα ἔλαια ἄλλων καρπῶν, παρὰ μόνον λάδι ἐλιᾶς. Ἐπίσης ὴ ἀφὴ τῆς κανδήλας θὰ πρέπει νὰ εἶναι χαμηλόφωτη καὶ ὄχι νὰ κάνουμε μεγάλο φυτίλι γιὰ νὰ φωτίζεται ὅλο τὸ σπίτι ὅπως συνηθίζουν πολλοὶ πιστοί. Ἡ ἀφὴ τῆς κανδήλας εἶναι σύμβολο. Συμβολίζει τὴν παντοτινὴ ἄσβεστη πίστη τῶν ἀνθρώπων),
στ) δύο κεράκια σὲ κηροπήγια,
ζ) λευκὴ μικρὴ πετσέτα, καὶ
η) τὰ ὀνόματα ὑπὲρ ὑγείας (ποτὲ δὲν γράφουμε στὸν Μικρὸ Ἁγιασμὸ ὀνόματα ὑπὲρ ἀναπαύσεως κεκοιμημένων καὶ φυσικὰ ποτὲ δὲν γράφουμε λίστες ὁλόκληρες ὀνομάτων. Καλὸν θὰ εἶναι νὰ γράφονται τὰ ὀνόματα μόνον τῆς οἰκογενείας γιὰ τὴν ὁποία τελεῖται ὁ Μικρὸς Ἁγιασμός).

Ὁ Ἁγιασμὸς πίνεται ἀπ’ εὐθείας χωρὶς νηστεία. Ὑπάρχει μιὰ εὐλαβικὴ συνήθεια καθημερινὰ κατὰ τὰ πρωϊνὰ πρὸ τῆς βρώσεως ὁποιαδήσποτε τροφῆς ἤ ποτοῦ νὰ πίνεται ὁ Ἁγιασμὸς μετὰ τὴν βρώση τοῦ ἀντιδώρου. Ὁ Ἁγιασμὸς ἐπίσης φυλάσσεται στὸ εἰκονοστάσι τοῦ σπιτιοῦ μας. Ἐπίσης ποτὲ δὲν χαλάει ὁ Ἁγιασμός. Αὐτὸ τὸ γράφουμε γιατὶ πολλοὶ μπορεῖ νὰ νομίζουν ὅτι ἐὰν περάσουν δέκα ἤ καὶ παραπάνω χρόνια ὁ Ἁγιασμὸς χαλάει καὶ πρέπει νὰ τὸν πετάξουν. Ὁ Ἁγιασμὸς εἶναι ἕνα διαρκὲς θαῦμα στὴ ζωὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Τὸ μυστικὸ γιὰ τὸ Ἁγιασμὸ εἶναι ὅτι ὁ Ἁγιασμὸς ποτὲ δὲν χαλάει, μόνον τότε, ὅταν τελεῖται ἀπὸ κανονικὸ Ὀρθόδοξο κληρικό, δηλ. ἀπὸ ἱερέα ποὺ ἔχει κανονικὴ ἱερωσύνη. Ἀκόμη πρέπει νὰ σημειώσουμε ὅτι ποτὲ δὲν πρέπει νὰ λαμβάνουμε «ἁγιάσματα» ἀπὸ κανέναν ὅταν δὲν γνωρίζουμε τὴν ποιότητα τῆς πίστεως ἐκείνου ποὺ μᾶς τὰ προσφέρει. Τὸ κύτταρο τῆς μυστηριακῆς καὶ ἁγιαστικῆς ζωῆς τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν εἶναι μόνον ἡ ἐνορία τους καὶ τὰ ἱερὰ σεβάσματά μας, δηλ. τὰ μοναστήρια καὶ τὰ Ἁγιάσματα. Εἶναι οἱ τόποι ποὺ πρέπει νὰ ἐμπιστευόμαστε ὅλοι μας ἀνεπιφύλακτα.
Ὁ ἱερέας ποὺ προσέρχεται στὴν οἰκία ἐνορίτη του νὰ τελέσει τὸν Μικρὸ Ἁγιασμὸ ἀπαραιτήτως θὰ πρέπει νὰ φέρει:

α) τὸ ἱερὸν ἐπιτραχήλιον ποὺ εἶναι τὸ ἰδιαίτερο ἐκείνο πολύχρωμο ὕφασμα ποὺ τὸ φορὰ ὁ ἱερέας ἐπὶ τοῦ τραχήλου του, δηλ. τοῦ λαιμοῦ του, ἐφόσον πρῶτα τὸ σταυρώσει διὰ τῆς δεξιᾶς του χείρας καὶ πεῖ κάποια συγκεκριμένη εὐχή,
β) ὁ Τίμιος Σταυρός, τὸ σύμβολο τῆς πίστεώς μας (συνήθως ὁ Σταυρὸς αὐτὸς λέγεται ἐπιτραπέζιος διότι ἔχει βάση καὶ στέκεται ὄρθιος),
γ) τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον (ὑπάρχει σὲ μικρὸ σχῆμα εἴτε ἀσημόδετο εἴτε δερματόδετο), καί
δ) τὸ «Εὐχολόγιον» ποὺ εἶναι λειτουργικὸ ἱερατικὸ βιβλίο ποὺ περιέχει ὅλες τὶς ἁγιαστικές, μυστηριακὲς καὶ περιστατικές, ἱερὲς ἀκολουθίες καὶ εὐχὲς τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ὁ ἱερέας μετὰ πάσης εὐλαβείας τελεῖ τὴν ἱερὰ ἀκολουθία ἔχοντας πρῶτα μελετήσει πολὺ καλὰ τὰ ἱερὰ κείμενα. Τὸ θυμίαμα προσφέρεται κατὰ τὴν ἐμμελὴ ἀνάγνωση τοῦ Ἀποστόλου. Πάντοτε τὸ θυμίαμα εὐλογεῖται ὑπὸ τοῦ ἱερέως καὶ σταυρώνεται. Πρῶτα θυμιάζεται τὸ εἰκόνισμα ἤ οἱ ἱερὲς εἰκόνες γενικά κι ἔπειτα ὅλος ὁ κόσμος τῆς οἰκίας. Κατὰ τὸ τέλος ξαναθυμιάζεται τὸ εἰκόνισμα.
Στὴν ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ τῶν ἐκδόσεων τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας δὲν ὑπάρχει ἡ καθαγιαστικὴ εὐχή: «Κύριε ὁ τὸ πικρὸν ὕδωρ…» τὴν ὁποία ἀπαραιτήτως πρέπει νὰ ἐκφωνοῦμε κατὰ τὴν ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ.
Κατὰ τὴν ψαλμωδία τοῦ «Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου…» ὁ ἱερέας λαμβάνει τὸν Τίμιον Σταυρὸν στὰ χέρια του καὶ τὸν βάζει ἐντὸς τοῦ νεροῦ-ἁγιασμοῦ στὴν ὄρθια στάση του (γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καλὸν θὰ εἶναι ὁ ἐπιτραπέζιος Σταυρὸς νὰ εἶναι σπαστός, δηλ. νὰ μπορεῖ νὰ βγαίνει τὸ ἐπάνω μέρος ἀπὸ τὴν βάση) καὶ δημιουργεῖ διὰ τῶν χειρῶν του σημεῖα τοῦ σταυροῦ ἐντὸς τοῦ νεροῦ. Τὸ τροπάριον «Σῶσον Κύριε, τὸν λαόν σου» ἀφοῦ ψαλεῖ τρεῖς φορές, κατὰ τὸ τέλος τῆς τρίτης ψαλμωδίας του ὁ ἱερέας βγάζει τὸν Σταυρὸ ἀπὸ τὸν ἁγιασμὸ καὶ ραντίζει τὰ εἰκονίσματα καὶ τὸν λαό. Στὸ τέλος ἤ στὴν ἀρχὴ ἁγιάζεται καὶ ὁ ἴδιος. Ὁ ἱερεὺς ἐνῶ ραντίζει, ψάλλει τὸ τροπάριον «Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου» κι ἄν ὁ κόσμος εἶναι πολὺς ψάλλει καὶ ἕτερα τροπάρια ὅπως τό: «Τῶν σῶν δωρεῶν, ἀξίους ἡμᾶς ποίησον…» ἤ «Πηγὴν ἰαμάτων ἔχοντες…».
Στὸ τέλος τῆς ἀκολουθίας ὁ ἱερέας δίδει συμβουλὲς στοὺς τελέσαντας πιστοὺς γιὰ τὴν φύλαξη τοῦ ἁγιασμοῦ καὶ φυσικὰ δὲν παραλείπει νὰ τοὺς ὁμιλήσει γιὰ τὸ Θεὸ καὶ τὴ χρησιμότητα τῶν Ἁγίων Μυστηρίων καὶ τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν ἤ ἀκόμη δεχόμενος τὸ κέρασμά τους καὶ κατὰ τὴν διάρκεια αὐτοῦ νὰ γνωρισθεῖ μαζί τους καὶ ν’ ἀναπτύξει κάποιο πνευματικὸ θέμα.
Ἐὰν κατὰ τὸν Μικρὸ Ἁγιασμὸ παρίσταται καὶ διάκονος φέρει μόνον τὸ ὁράριόν του. Ἐὰν ὑφίστανται ψάλτες τότε ἐκείνοι ἀπαντοῦν στὰ ψαλτικὰ μέρη, ἐὰν ὅμως ὄχι τότε ὁ διάκονος, ὁ ὁποῖος καὶ θὰ ψάλλει καὶ τὸν Ἀπόστολο. Ἐὰν ἀπουσιάζουν ἅπαντες τότε ἐξυπακούεται ὅλα θὰ τὰ ψάλλει ὁ ἱερέας.
Ἀκόμη νὰ σημειώσουμε ὅτι τὶς εὐχὲς τῆς Ἐκκλησίας μας ποὺ εἶναι ἀποτυπωμένες στὸ «Εὐχολόγιον» τὶς διαβάζει μόνον ὁ ἱερέας καὶ ποτὲ λαϊκός. Ὁ ἱερέας ἔχει τὴν εἰδικὴ ἱερωσύνη, δηλ. ἔχει λάβει μὲ εἰδικὴ μυστηριακὴ ἀκολουθία τὴν ἱερωσύνη του στὸν ὀρθόδοξο ναὸ ἐν ὥρᾳ Θείας Λειτουργίας καὶ μπορεῖ ἀκωλύτως νὰ τελεῖ ὅλα τὰ μυστήρια καὶ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας καὶ φυσικὰ νὰ διαβάζει τὶς εὐχὲς στὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ὁ λαϊκὸς ποὺ ἔχει τὴν γενικὴ ἱερωσύνη, ὄχι τὴν εἰδική, μόνον μετέχει ἁγιαζόμενος ἀπὸ τὸν ἱερέα καὶ ποτὲ δὲν ἁγιάζει τοὺς ἄλλους (ὑπάρχουν περιπτώσεις πλάνης ὅταν κάποιοι ἄνθρωποι ἀντικαθιστοῦν τοὺς ἱερεῖς καὶ πλανοῦν πολλοὺς ἀνθρώπους μὲ τὸ νὰ τοὺς σταυρώνουν καὶ νὰ τοὺς συμβουλεύουν, πράξεις ποὺ μποροῦν νὰ κάνουν μόνον οἱ ἔχοντες τὴν εἰδικὴν ἱερωσύνην).
Ἀκολούθως ἀναφέρουμε ἐπιγραμματικὰ μερικὲς περιπτώσεις ποὺ τελεῖται ὁ Μικρὸς Ἁγιασμός.

Α) Σὲ ἀγορὰ καινούργιας οἰκίας ἤ σὲ διαμέρισμα ἤ σὲ κατάστημα-μαγαζὶ ποὺ ἐνοικιάζουμε καὶ κατοικοῦμε γιὰ πρώτη φορά.
Β) Σὲ ἀγορὰ νέων ὀχημάτων, αὐτοκινήτων, μοτοποδηλάτων, μηχανῶν, ἀεροπλάνων, τρένων, καὶ γενικὰ μέσων μαζικῆς μεταφορᾶς.
Γ) Σὲ ἀγρούς, δηλ. χωράφια καὶ κτήματα καλλιεργήσιμα ἤ μή (ἀμπελῶνες, ἐλαιῶνες κτλ.).
Δ) Σὲ ζῶα κατοικίδια καὶ σὲ μονάδες ζωοτροφίας (ἀγελάδες, κατσίκες, ἀρνιά, κτλ.).

Γιὰ ὅλες τὶς ἀνωτέρω περιπτώσεις καὶ γιὰ ἄλλες ποὺ δὲν προαναφέραμε ὑπάρχουν εἰδικὲς εὐχὲς στὸ «Εὐχολόγιο» τῆς Ἐκκλησίας μας ποὺ τελοῦνται συναπτὰ μὲ τὴν ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ.
Ἐκτὸς τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ ὑπάρχει καὶ ὁ Μεγάλος Ἁγιασμὸς ποὺ τελεῖται κατὰ τὴν παραμονὴ καὶ ἀνήμερα τῆς Δεσποτικῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων, στὶς 5 καὶ 6 Ἰανουαρίου. Διαφορὰ μεταξὺ Μεγάλου καὶ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ ὡς πρὸς τὴν μυστηριακὴ οὐσία τῶν δύο ἱερῶν ἀκολουθιῶν δὲν ὑφίσταται. Ἡ μόνη διαφορὰ εἶναι ὅτι ὁ μὲν Μικρὸς Ἁγιασμὸς τελεῖται καθ’ ἑκάστην, ἐνῶ ὁ Μεγάλος Ἁγιασμὸς τελεῖται μόνον κατὰ τὴν ἡμέρα τῶν Θεοφανείων

21. Εὐχὲς τῶν Ἐξορκισμῶν ἐπὶ πασχόντων ὑπὸ Δαιμόνων καὶ ἐπὶ πᾶσαν ἀσθένειαν

Στὸ Εὐχολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ὑπάρχει μία σειρὰ ἐξορκιστικῶν εὐχῶν πολὺ διαδεδομένη. Αὐτὲς οἱ εὐχὲς φέρουν τὸν τίτλο: «Εὐχαὶ ἤτοι Ἐξορκισμοὶ ἐπὶ πασχόντων ὑπὸ δαιμόνων καὶ ἐπὶ πᾶσαν ἀσθένειαν» (βλ. Μικρὸν Εὐχολόγιον, ἐκδ. ιδ’ Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1999, σ. 305-317).
Οἱ ἐξορκισμοὶ εἶναι ἕνα σύνολο ἑπτὰ εὐχῶν, ποὺ ἀποδίδονται οἱ μὲν τρεῖς πρῶτες εὐχὲς στὸν Μέγα Βασίλειο, οἱ δὲ ἄλλες τέσσερις στὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸ Χρυσόστομο.
Οἱ τρεῖς εὐχὲς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου:

1. «Ὁ Θεὸς τῶν θεῶν, καὶ Κύριος τῶν κυρίων, ὁ τῶν πυρίνων ταγμάτων δημιουργός….».
2. «Ἐξορκίζω σε τὸν ἀρχέκακον τῆς βλασφημίας, τὸν ἀρχηγὸν τῆς ἀνταρσίας…».
3. «Ὁ Θεὸς τῶν οὐρανῶν, ὁ Θεὸς τῶν φώτων, ὁ Θεὸς τῶν Ἀγγέλων…».

Οἱ τέσσερις εὐχὲς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου:

1. «Ὁ Θεὸς ὁ αἰώνιος, ὁ λυτρωσάμενος τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων…».
2. «Ὁ πᾶσιν ἀκαθάρτοις πνεύμασιν ἐπιτιμήσας, καὶ δυνάμει ῥήματος…».
3. «Ἐπικαλούμεθά σε, Δέσποτα, Θεὲ παντοκράτορ…».
4. «Τὴν θείαν τε καὶ ἁγίαν, καὶ μεγάλην, καὶ φρικτήν…».

Ποιός μπορεί να διαβάζει τους εξορκισμούς;
Οἱ εὐχὲς αὐτὲς διαβάζονται μόνον ἀπὸ τὸν ἱερέα, δηλ. ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ ἔχει κανονικὴ καὶ ἀκώλυτο ἱερωσύνη. Οἱ ἐξορκισμοὶ ποτὲ δὲν διαβάζονται ἀπὸ λαϊκούς, ἀπὸ δῆθεν «χαρισματικὲς» γυναῖκες ἤ «καλοκάγαθους» παπποῦδες. Οἱ Ἐξορκισμοὶ εἶναι λειτουργικὲς εὐχὲς τῆς Ἐκκλησίας, δὲν διαβάζονται αὐτονομημένες χωρὶς δηλ. τὴ συνύπαρξη καὶ ἄλλων μυστηρίων, ὡς εἶναι τὸ μυστήριον τῆς βαπτίσεως καὶ τοῦ χρίσματος, τὰ ὁποῖα προϋποτίθενται γιὰ κάθε περίπτωση αἰτοῦντος τὴν ὁποιαδήποτε εὐχὴ τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως καὶ αὐτῆς τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ὡς ἐκ τούτου ἐὰν δὲ δύναται ὁ ἔχων τὴν ἀνάγκη διαβάσματος τῶν Ἐξορκισμῶν νὰ συμμετέχει στὰ ὡς ἄνω ἱερὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ὀφείλουν νὰ συμμετέχουν οἱ οἰκείοι του, τὰ συγγενικά του πρόσωπα.

Ποιοί διαβάζονται με τις εξορκιστικές ευχές;
Ὁ δαίμονας μὲ τὰ πολλὰ τεχνάσματά του παρασύρει τὸν ἄνθρωπο σὲ ἁμαρτίες. Ὁ ἀμετανόητος ἄνθρωπος, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἐξομολογεῖται καὶ δὲν βιώνει τὴ Χάρη τῶν Ἁγίων Μυστηρίων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δαιμονίζεται. Ὁ δαιμονισμὸς δὲν εἶναι μιὰ ἁπλὴ κατάσταση στὸν ἄνθρωπο. Ὁ δαιμονισμένος ζεῖ ἐκτὸς τόπου καὶ χρόνου, δὲν πλησιάζει τὸν Θεό, ὄχι γιατὶ τὸν ἀπορρίπτει ἀλλὰ γιατὶ φοβᾶται τὴ δύναμή του. Ὑπάρχουν πολλῶν εἰδῶν δαιμονοπληξίες. Κάποιες δαιμονοπληξίες ἐμφανῶς ξεχωρίζονται καθότι ὁ διαμονισμένος ἔχει παράξενες ἐκδηλώσεις δαιμονισμοῦ, ἔχοντας παραλλαγμένο πρόσωπο καὶ συμπεριφορὲς ἀσυνήθιστες, ὅπως ἄναρθρες καυγές, γλωσσολαλίες, χτυπήματα, ἀφρίσματα κ.ἄ. Ὑπάρχουν καὶ δαιμονοπληξίες μὴ φανερές. Τὸ δαιμόνιο ἐμφωλεύει στὰ ἐσώψυχα τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἐκδηλώνεται σὲ ἤπιες καταστάσεις. Ὁ ἱερέας-ἐξομολόγος πρέπει νὰ ἐξιχνιάζει τὶς αἰτίες ἀκόμη καὶ σ’ἐκείνες τὶς περιπτώσεις ἀνθρώπων ποὺ προσέρχονται καὶ ζητοῦν τὸ διάβασμα τῶν Ἐξορκισμῶν. Πάντα ὁ ἱερέας, εἴτε εἶναι πνευματικὸς εἴτε ἁπλὸς ἐφημέριος ὀφείλει τὰ ἅγια Μυστηρία καὶ τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες νὰ τὰ τελεῖ μὲ ἔλεγχο καὶ προσοχή, νὰ ἐξιχνιάζει τὰ αἰτήματα τῶν πιστῶν καὶ νὰ μὴν συγκατατίθεται σὲ ὅσα αἰτοῦν ἤ ἀξιώνουν οἱ ἄνθρωποι. Πολλοὶ βαπτισμένοι γιὰ παράδειγμα ἐνῶ κατ’ οὐσίαν ζητοῦν τὴν τέλεση Μικροῦ Ἁγιασμοῦ γιὰ τὸ μαγαζὶ ἤ τὸ σπίτι τους, ἐπειδὴ εἶναι ἀκατήχητοι καὶ δὲν γνωρίζουν νὰ ξεχωρίζουν τι εἶναι μυστήριο καὶ τι ἀκολουθία, ζητοῦν ἐπιμόνως τέλεση εὐχελαίου ἤ ἐξορκισμῶν! Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἀπαιτεῖται μεγάλη προσοχὴ ἐκ μέρους τῶν κληρικῶν στὸ τι καὶ τὸ πῶς τοῦ ἱεροπραττεῖν. Ἐπίσης τοὺς Ἐξορκισμοὺς δύναται νὰ τοὺς διαβάζει στὸν ἀσθενοῦντα μόνον ἐκεῖνος ὁ ἱερέας ποὺ ἐντόπισε τὸ πρόβλημα, ἤ σὲ κάποια ἐπισκοπικὴ περιφέρεια μόνον ὁ Ἐπίσκοπος, ὁ ἔχων τὴν ὅλη πνευματικὴ εὐθύνη. Πολλὲς φορὲς συμβαίνει, εὐκαίρως ἀκαίρως, νὰ ἐμφανίζονται κάποιοι ἄνθρωποι στὸ ναὸ καὶ νὰ ζητοῦν τὸ διάβασμα τῶν Ἐξορκιστικῶν εὐχῶν κατ’ ἐντολὴν τοῦ πνευματικοῦ τους. Αὐτὸ δὲν εἶναι σωστό, καὶ οὔτε πρέπει νὰ διαβάζει ὁ κάθε ἱερέας κατ’ ἐντολὴν ἄλλου ἱερέως αὐτὲς τὶς εὐχὲς καὶ μάλιστα χωρὶς προηγουμένως νὰ ἐξακριβώσει τοῦ λόγου τὸ ἀληθές. Μόνον κατ’ ἐντολὴν τοῦ οἰκείου μας ἐπισκόπου διαβάζουμε τοὺς Ἐξορκισμούς. Εἶναι καὶ ἡ παραπάνω συνήθεια μιὰ πονηρὴ τέχνη κάποιων ἀνθρώπων γιὰ νὰ πετύχουν τὸ θέλημά τους, ἔστω κι ἄν αὐτὸ ἔχει ἐκκλησιαστικὸ «περιτύλιγμα», νὰ ἀποσπάσουν δηλ. αὐτὲς τὶς συγκεκριμένες ἐξορκιστικὲς εὐχὲς καθ’ ὑπόδειξιν τελικὰ ὄχι τῶν πνευματικῶν ἐξομολόγων τους ἀλλὰ κάποιων μάγων, μέντιουμ καὶ συνήθως κάποιων ποὺ διατείνονται ὅτι μόνον αὐτοὶ γνωρίζουν καλὰ τὰ περὶ τοῦ Θεοῦ πράγματα.

Πώς διαβάζονται οι εξορκισμοί;
Οἱ Ἐξορκισμοὶ ὅπως σημειώσαμε καὶ προηγουμένως διαβάζονται ἀπὸ τὸν ἱερέα. Κατὰ παράδοσιν στὴν Ἐκκλησία μας οἱ εὐχὲς τῶν Ἐξορκισμῶν διαβάζονται ἀφοῦ πρῶτα προηγηθεῖ τὸ ἱερὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως καὶ ἀπαραιτήτως τῆς Θείας Λειτουργίας. Ὁ πνευματικὸς θὰ συμβουλεύσει ἐὰν ὁ ἀσθενὴς θὰ μεταλάβει τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Οἱ Ἐξορκισμοὶ δὲν ἀποτελοῦν ὑπόθεση κοινοῦ θεάματος. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι μετὰ τὸ πέρας τῆς Θείας Λειτουργίας, κι ἀφοῦ φύγει ὅλος ὁ κόσμος ἀπὸ τὸν Ἱερὸ Ναό, ὁ ἱερέας θὰ διαβάσει τοὺς Ἐξορκισμοὺς εἰς τὸν ἀσθενοῦντα ἀπὸ Ὡραίας Πύλης ἔχοντας στὰ χέρια του ἀπὸ τὴ μιὰ τὸν Τίμιον Σταυρὸν κι ἀπὸ τὴν ἄλλη τὸ Εὐχολόγιον, τὸ λειτουργικὸ βιβλίο ποὺ περιέχει τὶς ἐξορκιστικὲς εὐχές. Ὁ ἀσθενῶν θὰ πρέπει νὰ εἶναι γονατισμένος ἔμπροσθεν τοῦ ἱερέως καὶ ὁ ἱερέας ἀφοῦ βάλει τὸ ἐπιτραχήλιον του ἐπάνω στὸ κεφάλι τοῦ ἀσθενοῦντος θὰ διαβάσει τὶς εὐχὲς μετὰ πολλῆς συναισθήσεως, εὐλαβείας καὶ ἁπλότητας. Ἐπειδὴ εἰς τὸ Εὐχολόγιον δὲν περιλαμβάνεται ὁλόκληρη ἡ ἀκολουθία γιὰ τὴν περίπτωση τῶν Ἐξορκισμῶν θὰ πρέπει ὁπωσδήποτε ὁ ἱερέας νὰ βάλει Εὐλογητός, Τρισάγιον, Ἀπολυτίκια τῶν Ἁγίων ἰαματικῶν καὶ θαυματουργῶν Ἀναργύρων, τοῦ Ἁγίου Κυπριανοῦ καὶ Ἰουστίνης, τοῦ Ἁγίου τοῦ Ναοῦ, Ἐκτενής μὲ τὸ αἴτημα ὑπὲρ ὑγείας καὶ ἀναρρώσεως τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ, Ἐκφώνησις Ὅτι ἐλεήμων, Τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν κι εὐθὺς οἱ εὐχὲς τῶν Ἐξορκισμῶν καὶ στὸ τέλος Ἀπόλυσις καὶ ἀσπασμὸς τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἀπὸ τὸν ἀσθενοῦντα. Καθ’ ὅλην τὴν διάρκεια τῆς ἀναγνώσεως τῶν Ἐξορκιστικῶν εὐχῶν ὁ ἱερέας ἔχει μονίμως ἐπὶ τῆς κεφαλῆς τοῦ ἀσθενοῦντος τὸν Τίμιον Σταυρὸν καὶ μάλιστα πολλὲς φορὲς σχηματίζοντας τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ.
Κατὰ τὴν διάρκεια τῶν Ἐξορκισμῶν κάποιου ἀσθενοῦντος ὀφείλουν νὰ παρευρίσκονται τὰ οἰκεία πρόσωπά του, δηλ. οἱ γονεῖς, τὰ ἀδέλφια του, σύζυγος καὶ παιδιά. Ἅπαντα τὰ παρευρισκόμενα πρόσωπα πρέπει νὰ εἶναι ἐξομολογημένα, νὰ ἔχουν συμμετάσχει στὴν Θεία Κοινωνία, νὰ ἔχουν τηρήσει αὐστηρὴ νηστεία καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἀναγνώσεως τῶν εὐχῶν νὰ εἶναι ἅπαντες γονατισμένοι καὶ προσευχόμενοι ὑπὲρ ἀποκαταστάσεως τῆς ὑγείας τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ. Μόνον μ’ αὐτὸν τὸν προσευχητικὸ τρόπο μπορεῖ νὰ βοηθηθεῖ κάποιος ἀσθενὴς ποὺ ἐλαύνεται ὑπὸ δαιμονίων γιὰ νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπ’ αὐτά. Δυστυχῶς σήμερα τοὺς δαιμονισμένους δὲν τοὺς πηγαίνουμε στὸ ἀληθινὸ ἰατρεῖο ποὺ εἶναι ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία καὶ τὰ ἱερὰ Μυστήριά Της, ἀλλὰ τοὺς κλείνουμε σὲ Φρενοκομεῖο καὶ Ψυχιατρικὲς Κλινικές. Ὁ πρῶτος ἁγιασμὸς καὶ ἡ ἀληθινὴ θεραπεία βρίσκονται μέσα στὴν ἁγιάζουσα Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Ὁ δαιμονισμὸς εἶναι ἀσθένεια ποὺ προκαλεῖται ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες. Γι’ αὐτὸ καὶ καλὸν θὰ εἶναι ὁ ἀσθενὴς καὶ οἱ συγγενεῖς του νὰ ἐξαντλοῦν καὶ νὰ ἐπιζητοῦν πρωτίστως τὰ πνευματικὰ φάρμακα ποὺ εἶναι οἱ εὐχὲς καὶ τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἰδιαιτέρα προσοχὴ ἀπαιτεῖται ἐκ μέρους τῶν κληρικῶν στὸ ὅτι τὰ ἱερὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας δὲν δίδονται χωρὶς ἔρευνα. Ἐπειδὴ ὑπάρχουν καὶ περιπτώσεις παλαιοημερολογιτῶν ποὺ ἐκμεταλεύονται τὶς εὐχὲς τῶν ἐξορκισμῶν, ἀπαιτεῖται μεγάλη προσοχὴ ἐκ μέρους τῶν πιστῶν. Πρῶτο μέλημα τῶν ἀσθενούντων δὲν πρέπει νὰ εἶναι οἱ Ἐξορκισμοί, ἤ ἡ ἀπαίτηση νὰ τοὺς διαβάσει κάποιος τοὺς ἐξορκισμούς, ἀλλὰ τὸ μυστήριο τῆς μετανοίας-ἐξομολογήσεως. Προηγεῖται ἡ μετάνοια καὶ ἕπεται ἡ θεραπεία. Ἀκολουθοῦν οἱ ἐξορκιστικὲς εὐχὲς μετὰ ἀπὸ πολλὴ ἐξέταση καὶ διαπιστώνεται ἐκ μέρους τοῦ ἐξομολόγου ἐὰν ὄντως χρειάζεται ἡ ἀνάγνωση τῶν ἐξορκισμῶν ἤ ὄχι. Γιὰ τοὺς παραπάνω λόγους οἱ πιστοὶ ὀφείλουν πρωτίστως ὅταν ἀντιμετωπίζουν κάποιο πνευματικὸ πρόβλημα νὰ ἀπευθύνονται πρῶτα στὸν ἐφημέριο, τὸν πνευματικό τους ἤ τὸν ἐπίσκοπό τους. Καὶ κυρίως οἱ ἐξορκιστές, δηλ. ἐκείνοι οἱ ἱερεῖς ποὺ ἔχουν τὴν εὐλογία τοῦ ἐπισκόπου τους καὶ τοῦ πνευματικοῦ τους νὰ διαβάζουν ἐξορκισμούς, δὲν πρέπει νὰ διαφημίζονται. Κατὰ παράδοσιν οἱ Ἐξορκισμοὶ διαβάζονται στὴν καθ’ ἡμᾶς Ἑλληνικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία σὲ μοναστήρια, ἐκεῖ ὅπου σὲ καθημερινὴ βάση τελεῖται τὸ μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας, γεγονὸς ποὺ πολὺ βοηθάει τοὺς ἀσθενούντας νὰ μετέχουν ἐκτὸς τῶν ἐξορκιστικῶν εὐχῶν καὶ τῆς καθημερινῆς μεταλήψεως τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ἀλλὰ καὶ ὡς τόπος τὸ μοναστήρι εἶναι κατάλληλο γιὰ περιπτώσεις δαιμονισμένων. Οἱ πατέρες μοναχοὶ καὶ μοναχὲς μὲ τὸ κομποσχοίνι καὶ τὴν ἄσκηση τῆς νοερᾶς προσευχῆς ὑπὲρ τοῦ ἀσθενοῦντος δαιμονισμένου ἀδελφοῦ, μὲ τὴ χάρη τῶν ἱερῶν λειψάνων καὶ κυρίως μὲ τὴν συχνὴ ἐπιτέλεση τῶν Θείων Λειτουργιῶν πραγματικὰ μποροῦν νὰ βοηθήσουν γιὰ τὴν ἴαση καὶ τὴν ἀποθεραπεία. Φυσικὰ οἱ ἐξορκισμοὶ νοεῖται ὅτι μποροῦν νὰ διαβάζονται καὶ στὶς ἐνορίες ἰδιαιτέρως σ’ ἐκείνους τοὺς πιστοὺς ποὺ ἀδυνατοῦν νὰ μεταβοῦν στὰ μοναστήρια.
Ὁ κληρικὸς ποὺ θὰ διαβάσει τοὺς ἐξορκισμούς, ὅπως αὐτὸ πρέπει νὰ συμβαίνει μὲ ὅλα τὰ ἱερὰ μυστήρια καὶ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας, ὀφείλει:

1. Νὰ κάνει πνευματικὴ ζωή. Αὐτὸ σημαίνει νὰ εἶναι πάντοτε ἐξομολογημένος καὶ νὰ ζεῖ ἐν εἰλικρινῆ μετανοίᾳ.
2. Νὰ ἔχει τακτικὴ μυστηριακὴ ζωή. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι μὲ τὸ νὰ λειτουργεῖ τὰ Ἄχραντα Μυστήρια συχνὰ γίνεται μονίμως σύσσωμος καὶ σύναιμος τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ μας.
3. Νὰ ζεῖ ταπεινὰ καὶ πολὺ προσευχητικά. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὅλη ἡ ζωή του εἶναι μία ἀδιάλειπτη προσευχή, ὥστε ἀκούγοντας ἀπὸ τὸ στόμα του οἱ δαίμονες τοὺς ἐξορκισμοὺς νὰ φεύγουν καὶ μόνο στὸ ἄκουσμα τῆς φωνῆς του.
4. Καὶ φυσικὰ πρὸ τῶν Ἐξορκισμῶν νὰ προηγεῖται ἡ ἀπαραίτητη νηστεία ἐκ μέρους τοῦ Ἐξορκιστή. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας μᾶς εἶπε: «Τοῦτο τὸ γένος τῶν δαιμόνων οὐκ ἐξέρχεται εἰμὴ ἐν προσευχῆ καὶ νηστείᾳ». Ὁ ἱερέας δίδει πρῶτος τὸ παράδειγμα τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ὁ Ἱερέας τὶς εὐχὲς δὲν πρέπει νὰ τὶς μελετᾶ ἁπλῶς διαβάζοντας, ἀλλὰ προσπαθώντας διὰ τῶν ἱερολογιῶν νὰ μετέχει στὰ κείμενα τῶν εὐχῶν προσευχητικά, παρακλητικὰ καὶ ἰαματικά.

22. Ἀκολουθία τοῦ ἱεροῦ Μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου

Στὸ Εὐχολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ὑπάρχει μία ἀκολουθία τοῦ Ἱεροῦ Εὐχελαίου πολὺ διαδεδομένη. Αὐτὴ φέρει τὸν τίτλο: «Ἀκολουθία τοῦ ἁγίου Ἐλαίου ἤτοι τοῦ Εὐχελαίου, ψαλλομένη ὑπὸ ἑπτὰ Ἱερέων, ἐν Ἐκκλησίᾳ ἤ ἐν Οἴκῳ» (βλ. Μικρὸν Εὐχολόγιον, ἐκδ. ιδ’ Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1999, σ. 172). Τὸ Εὐχέλαιον εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ μυστήρια τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Τὸ Εὐχέλαιον τελεῖται συνήθως γιὰ κάποιον ἀσθενῆ ἤ γιὰ κάποιο σοβαρὸ ψυχολογικὸ καὶ σωματικὸ πρόβλημα. Ἐπέκεινα τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου τελεῖται ἐκ Παραδόσεως ὄχι μόνον στοὺς ἱεροὺς ναούς, ἀλλὰ καὶ στὶς οἰκίες τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν. Τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου, ὡς ἐπίσης καὶ τὰ ἄλλα μυστήρια καὶ ἱερὲς ἀκολουθίες δὲν τελοῦνται σὲ σπίτια αἱρετικῶν ἤ σχισματικῶν. Βασικὴ προϋπόθεση γιὰ νὰ τελεσθεῖ τὸ ἱερὸν μυστήριον τοῦ Εὐχελαίου καθὼς καὶ ὅλων τῶν ὑπολοίπων μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας, γιὰ νὰ ἔχουν ἰσχὺ καὶ ἐγγυρότητα εἶναι νὰ τελοῦνται ἀπὸ τὸν Ὀρθόδοξο κανονικὰ χειροτονημένο κληρικό. Ὑπάρχουν καὶ περιπτώσεις περιπλανόμενων κληρικῶν ποὺ τελοῦν μόνον Εὐχέλαια καὶ Ἐξορκισμοὺς στὰ σπίτια τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν, κληρικῶν ποὺ δὲν ἔχουν κανονικὴ ἱερωσύνη καὶ φυσικὰ τὰ τελούμενα μυστήριά τους πάσχουν ἀπὸ ἐγΚυρότητα. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καλὸν θὰ εἶναι οἱ ὀρθόδοξοι πιστοί μας νὰ ἐμπιστεύονται γιὰ τὶς ἁγιαστικές τους πράξεις μόνον τοὺς ἐφημερίους τῆς ἐνορίας τους. Ὡς ἀκολουθία τῆς Ἐκκλησίας μας τὸ Ἱερὸν Εὐχέλαιον ἀνήκει στὶς μυστηριακὲς τελετές. Δηλ. μὲ τὴν ἐπενέργεια τῆς ἐπικλήσεως τοῦ Παναγίου Πνεύματος διὰ τῶν ἱερῶν καθαγιαστικῶν εὐχῶν καθίσταται τὸ ἔλαιο, πηγὴ χάριτος καὶ ἐλέους πηγή.
Τὸ Ἱερὸν μυστήριον τοῦ Εὐχελαίου τελεῖται ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ καὶ σὲ κάθε περίπτωση καὶ περίσταση ποὺ προαναφέραμε. Ὁ Ὀρθόδοξος κληρικὸς ποὺ εἶναι ὁ οἰκονόμος τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας, δηλ. ὁ καλὸς διαχειριστής, ὀφείλει νὰ ἐρευνᾶ πάντοτε τὰ κίνητρα τῶν αἰτούντων τὴν ἐπιτέλεση τῶν ἁγίων μυστηρίων τῆς πίστεώς μας. Γιὰ παράδειγμα ζητάει κάποιος πιστὸς τὴν τέλεση τοῦ μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου στὸ σπίτι του ἐνῶ ὁ κληρικὸς ποτὲ δὲν τὸν εἶδε νὰ ἐκκλησιάζεται, νὰ ἐξομολογεῖται καὶ νὰ κοινωνεῖ τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ὁ κληρικὸς ὀφείλει νὰ ἐξιχνιάζει τὰ κίνητρα τοῦ πιστοῦ ἐκείνου πού, ἐνῶ δὲν ὀρθοπραττεῖ στὰ ὑπόλοιπα μυστήρια καὶ ἀκολουθίες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, ζητεῖ ἐπιμόνως τὴν τέλεση αὐτοῦ τοῦ μυστηρίου. Συνήθως οἱ πιστοί μας, ἐπειδὴ δὲν εἶναι οἱ περισσότεροι ἐξ αὐτῶν σωστὰ κατηχημένοι στὰ τῆς Ὀρθοδόξου λατρείας μας, ζητοῦν τὴν ἐπιτέλεση τοῦ μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου ἐνῶ κατ’ οὐσίαν ἐννοοῦν τὸν μικρὸ Ἁγιασμό, ἤ εὐχὲς λεχῶνας ἤ Τρισάγιον γιὰ τὸν κεκοιμημένο τους ἤ ἄλλα. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ ἱερέας κατά τὴν ἐπαφή του μὲ τὸν πιστὸ πρέπει ἀπαραιτήτως νὰ ἐξιχνιάσει τί πρέπει νὰ κάνει, νὰ ἀποδεχθεῖ τὴν πρόσκληση ἤ νὰ τὴν ἀπορρίψει, κάτω φυσικὰ ἀπὸ τὶς προϋποθέσεις τῆς Ὀρθοδόξου πνευματικότητος. Συνηθίζουν γιὰ παράδειγμα πολλοὶ μάγοι ἤ χαρτορίχτρες ἤ μέντιουμ νὰ συνιστοῦν στοὺς πελάτες τους, ποὺ δυστυχῶς εἶναι αὐτοὶ κατὰ τὴν πλειονότητά τους στὴν Ὀρθόδοξη πατρίδα μας Χριστιανοὶ Ὀρθόδοξοι, νὰ τελοῦν πολλὰ εὐχέλαια, τρία ἤ ἑπτά συνεχόμενα, ἐνῶ ποτέ τους δὲν λένε στοὺς ἀνθρώπους νὰ ἐξομολογοῦνται καὶ νὰ ἐκκλησιάζονται. Αὐτὸ εἶναι μιὰ παραπλάνηση ἐκ μέρους ὅλων αὐτῶν τῶν «τσαρλατάνων» γιὰ νὰ καλύπτουν τὶς δαιμονικὲς πλάνες τους μὲ ἁγιοτικὰ σημεῖα. Ἡ πλάνη αὐτῶν ἔγκειται στὸ γεγονὸς ὅτι ὁ πιστὸς εὔκολα πέφτει θύμα σὲ κάτι ποὺ φαινομενικὰ φαίνεται ἐκκλησιαστικό, ἐνῶ τὴν ἴδια στιγμὴ εἶναι μιὰ ἐπιλεκτικὴ ἀποδοχὴ κάποιου μυστηρίου ἤ ἀκολουθίας τῆς Ἐκκλησίας, ὄχι ὅμως στὴν ὁλότητά της, ἀλλὰ στὴν ἀποσπασματικὴ ἐπιλογή της. Ἔτσι ὅμως ἀπομονωμένο τὸ ἱερὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου δὲν μπορεῖ ἀφ’ ἑαυτοῦ του νὰ ἁγιάσει τὸν προβληματισμένο ἄνθρωπο, γιατὶ προκειμένου νὰ ἐνεργήσει κάποιο μυστήριο θὰ πρέπει νὰ θεωρεῖται ἐκ προοιμίου ἀπαραίτητη καὶ ἡ ἐν γένει ἀποδοχὴ ὅλων τῶν ὑπολοίπων μυστηρίων καὶ ἱερῶν τελετῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Ὁπότε καταλήγουμε νὰ σημειώσουμε ὅτι, ἰδιαιτέρως γιὰ τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου, ἀπαιτεῖται μιὰ ἰδιαίτερη προσοχὴ ἐκ μέρους τοῦ καλοῦ λειτουργοῦ-ἱερέως γιὰ τὸ ποιὸς τὸ ζητᾶ καὶ ποῦ πρέπει νὰ τὸ τελέσει. Ἡ ἔρευνα γιὰ τὸ ἄν πρέπει νὰ τελεσθεῖ σὲ κάποιον πιστὸ τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου τιμᾶ τὸν κληρικό, ἐνῶ σὲ ἀντίθετη περίπτωση ὅταν ὁ κληρικὸς ἀδιακρίτως νὰ ἐπιτελεῖ τὰ ἱερὰ μυστήρια τὸν κάνει ἐπιλήσμονα τῶν ἱερῶν ὑποσχέσεων ποὺ ἔδωσε κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς χειροτονίας του ὅτι δὲν θὰ βάλει τὸν μαργαρίτη, (ἐνν. τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας, καὶ ἐπέκεινα ὁλόκληρη τὴν ἱερὰ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας) ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, δηλ. σὲ κάποιους ποὺ δὲν μποροῦν νὰ λάβουν αὐτὰ καὶ λόγῳ ἀναξιότητος καὶ γιὰ διάφορους ἄλλους λόγους ποὺ προαναφέραμε. Τὸ ἱερὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου εἶναι τὸ κατεξοχὴν μυστήριο τῶν πιστῶν τέκνων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ πιστὸς δὲν τελεῖ τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου γιὰ τὸ καλό, γιὰ τὸ ριζικό του, γιὰ τὴν τύχη του ὅπως συνηθίζουν κάποιοι πλανεμένα νὰ λένε, ἀλλὰ τὸ τελεῖ σὲ συνδυασμὸ μὲ τὸ μυστήριο τῆς μετανοίας-ἐξομολογήσεως καὶ πάντοτε σὲ στενὴ καὶ ἀδιάλειπτη σχέση μὲ τὸν τακτικὸ ἐκκλησιασμό του. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου μπορεῖ καὶ τελεῖται τακτικὰ σὲ σπίτια εὐλαβῶν πιστῶν κατὰ τὶς περιόδους τῶν μεγάλων νηστειῶν τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως κατὰ τὴν περίοδο τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ὡς ἐφόδιο καὶ στήριγμα γιὰ τὸν ἀγῶνα τους στὴν καλύτερη προσέγγιση τῶν μεγάλων ἐκκλησιαστικῶν γεγονότων τῆς Ὀρθοδόξου πίστεώς μας καὶ ὡς βακτηρία στὸν ἀγῶνα τῆς νηστείας. Ἀλλὰ καὶ στὶς ἄλλες ἐκκλησιαστικὲς περιόδους τῆς Ἐκκλησίας μας μπορεῖ νὰ τελεῖται τὸ ἱερὸν εὐχέλαιον καὶ στὸ ναὸ καὶ στὶς οἰκίες τῶν πιστῶν μας.
Ἔτσι τὸ Ἱερὸν Εὐχέλαιον, κατὰ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, τελεῖται συνήθως στοὺς Ἱεροὺς Ναοὺς κάθε Μεγάλη Τετάρτη, μιὰ ἡμέρα πρὸ τῆς Μεγάλης Πέμπτης ποὺ εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς ἀναμνήσεως τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου τῆς Ἐκκλησίας μας, δηλ. τῆς παραδόσεως ὑπὸ τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου στοὺς μαθητές Του καὶ ἐπέκεινα στὴν ἴδια τῆς Ἐκκλησία τοῦ Φρικτοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἡ προσέγγιση τοῦ ἱεροῦ τούτου καὶ φρικωδεστάτου μυστηρίου περνᾶ κατὰ τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας διὰ τοῦ μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου καὶ φυσικὰ τῆς προηγηθείσης μετανοίας διὰ τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐξομολογήσεως. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι, καὶ κατὰ τὴν διάταξη τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν στὸ Εὐχολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, τὸ μυστήριον τοῦ Εὐχελαίου ἕπεται τῆς τελέσεως τοῦ μυστηρίου τῆς μετανοίας-ἐξομολογήσεως (βλ. Μικρὸν Εὐχολόγιον, ἐκδ. ιδ’ Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1999, σ. 172-218).
Γιὰ τὴν τέλεση τοῦ Εὐχελαίου ἀπαιτοῦνται ἐκ μέρους τῶν πιστῶν τὰ κάτωθι: Πρῶτα προετοιμάζεται ὁ χῶρος ὅπου θὰ τελεσθεῖ τὸ Ἱερὸν Εὐχέλαιον. Συνηθίζεται νὰ εἶναι ὁ καλύτερος χῶρος τοῦ σπιτιοῦ μας (π.χ. τὸ σαλόνι) ἤ ἐὰν ὑπάρχει κάποιο εἰκονοστάσιο στὸ σπίτι νὰ τελεῖται σ’ ἐκεῖνον τὸν χῶρο, ποὺ εἶναι ὁ τόπος προσευχῆς τῆς κατ’ οἶκον Ἐκκλησίας. Τοποθετεῖται στὸν χῶρο ποὺ ἐπιλέξαμε ἕνα ψηλὸ τραπέζι στὸ ὕψος τῆς τραπεζαρίας ποὺ τρῶμε. Πάνω στὸ τραπέζι ἁπλώνεται ἕνα καθαρὸ λευκὸ (κατὰ προτίμηση) τραπεζομάνδηλο κι ἔπειτα τοποθετοῦνται:

  1. ἕνα μπόλ ἤ λεκάνη μὲ ἀλεύρι ἤ ἕνα ζυμωμένο πρόσφορο (γιὰ μὲν τὴ χρήση τοῦ ἀλεύρου προκειμένου κατόπιν τῆς τελέσεως τοῦ μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου νὰ ζυμωθεῖ σὲ πρόσφορο γιὰ νὰ προσκομισθεῖ ἀπὸ τὸν ἱερέα κατὰ τὴν προσεχὴ τέλεση τοῦ ἱεροῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἐνῶ ἐὰν εἶναι ἕτοιμο ζυμωμένο γιὰ τὸν ἴδιο λόγο),
  2. ἑπτὰ μικρὰ καθαρὰ κεράκια (Κατὰ προτίμηση μελισσοκερένια. Συνηθίζουμε οἱ πιστοὶ νὰ χρησιμοποιοῦμε γιὰ τὴν λατρεία ὅ,τι πιὸ καθαρὸ καὶ γνήσιο, ὄχι μόνον γιὰ τὸ κερί μας, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ λάδι μας, γιὰ τὸ κρασί μας, γιὰ τὸ θυμίαμά μας καὶ για ὁ,τιδήποτε ἄλλο. Αὐτὸ δείχνει τὸν σεβασμό μας πρὸς τὸν ἴδιο τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό),
  3. μία εἰκόνα (κατὰ προτίμηση) τοῦ Χριστοῦ ἤ τῆς Παναγίας μὲ τὸ Χριστό, καὶ φυσικὰ καὶ ἄλλες ὑπάρχουσες εἰκόνες ἁγίων τοῦ σπιτιοῦ,
  4. τὸ λιβανιστήρι (θυμιατό ἤ κατζίον) μὲ καρβουνάκι καὶ θυμίαμα (τὸ καρβουνάκι καλὸν θὰ εἶναι νὰ ἀνάπτεται ἐκτὸς οἰκίας διότι προκαλεῖ πολλὲς φορὲς ἐκρήξεις καὶ ζημιές. Στὰ σπίτια εἴθισται νὰ χρησιμοποιεῖται καρβουνόσκονη, ἡ ὁποία ἔχει τὴν ἰδιότητα ὅταν ἀνάπτεται νὰ εἶναι βραδυφλεγὴς καὶ νὰ μὴν προκαλεῖ νέφος ἀποπνικτικῶν ἀερίων. Ἐπίσης ποτὲ δὲν τοποθετοῦμε πάνω στὸ ἀναμμένο καρβουνάκι πολλὰ σπυριὰ θυμιάματος, παρὰ μόνον ἕνα, δύο ἤ τρία κι ἐφόσον φυσικὰ τὸ καρβουνάκι ἔχει ἀποκτήσει λευκὸ χρῶμα, δηλ. τὴν γκρίζα στάκτη),
  5. τὸ κανδηλάκι (ἐνν. ἕνα κατάλληλο ποτηράκι μὲ ἔλαιο καθαρὸ καὶ κανδηλήθρα ἀναμμένη (ποτέ στὸ κανδηλάκι μας δὲν καῖμε διάφορα αἰθέρια ἔλαια ἤ διάφορα ἔλαια ἄλλων καρπῶν, παρὰ μόνον λάδι ἐλιᾶς. Ἐπίσης ἡ ἀφὴ τῆς κανδήλας θὰ πρέπει νὰ εἶναι χαμηλόφωτη καὶ ὄχι νὰ κάνουμε μεγάλο φυτίλι γιὰ νὰ φωτίζεται ὅλο τὸ σπίτι ὅπως συνηθίζουν πολλοὶ πιστοί. Ἡ ἀφὴ τῆς κανδήλας εἶναι σύμβολο. Συμβολίζει τὴν παντοτινὴ ἄσβεστη πίστη τῶν ἀνθρώπων. Κάποιοι πιστοὶ συνηθίζουν στὸ κανδήλι τους νὰ βάζουν κατὰ τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου καὶ κρασί. Αὐτὸ τὸ στηρίζουν στὸ εὐαγγέλιο, στὴν περικοπὴ τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη ποὺ διαβάζεται κατὰ τὸ Εὐχέλαιον, ὅπου ὁ καλὸς Σαμαρείτης ὅταν βρῆκε τὸν πληγωμένο ἀσθενὴ στὸ δρόμο ἔρριξε ἐπάνω στὶς πληγές του ἔλαιο καὶ οἶνο. Δηλαδὴ μιὰ περιποίηση κατὰ τὴν ὁποία ταυτόχρονα μὲ τὸν καυτηριασμὸ τῆς πληγῆς ἔγινε καὶ καθάρισμα μὲ τὸ μαλάκωμα τῆς ἐπαλείψεως τοῦ ἐλαίου. Τὸ κύριο ὅμως ὑλικὸ στοιχεῖο ποὺ εὐλογεῖται κατὰ τὸ Εὐχέλαιο εἶναι τὸ λάδι καὶ ὄχι τὸ κρασί). Ἡ κανδήλα μὲ τὸ λάδι, σύμφωνα μὲ κάποιες διατάξεις καὶ τοπικὲς παραδόσεις τοποθετεῖται στὸ κέντρο τοῦ ἄλευρου. Πάντως καὶ ἐκτὸς τοῦ ἄλευρου νὰ εἶναι τὸ κανδήλι δὲν ἐπηρεάζει τὸν ἁγιασμό του,
  6. μία χριαλίδα (συνήθως χρησιμοποιοῦμε βατονέτες αὐτιῶν. Ὁ ἱερέας ὀφείλει νὰ ἐνημερώσει τοὺς πιστοὺς ὅτι ἡ χριαλίδα δὲν πρέπει νὰ πεταχθεῖ στὰ σκουπίδια, ἀλλὰ μὲ συστολὴ ὅπως συμβαίνει καὶ μὲ τὰ ὑπόλοιπα τῶν ἱερῶν σκευῶν, ὅπως καμμένα φυτίλια κανδηλιῶν, χαρτιὰ ποὺ ἔρχονται σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸ ἔλαιο ἤ βαμβάκια, θάπτονται ὅλα σ’ ἕνα ἀπάτητο μέρος ἤ ρίπτονται στὴ θάλασσα. Αὐτὸ δὲν εἶναι τυπολατρία, ἀλλὰ σεβασμὸς πρὸς τὰ ἱερὰ τῆς πίστεώς μας),
  7. τὰ ὀνόματα ὑπὲρ ὑγείας (ποτὲ δὲν γράφουμε στὸ Εὐχέλαιο ὀνόματα ὑπὲρ ἀναπαύσεως κεκοιμημένων καὶ φυσικὰ ποτὲ δὲν γράφουμε λίστες ὁλόκληρες ὀνομάτων. Καλὸν θὰ εἶναι νὰ γράφονται τὰ ὀνόματα μόνον τῆς οἰκογενείας γιὰ τὴν ὁποία τελεῖται τὸ Εὐχέλαιον).

Τὸ Εὐχέλαιον δὲν πίνεται, ἀλλὰ μόνον χρίεται στὰ μέλη τοῦ σώματος τῶν πιστῶν. Συνήθως κατὰ τὴν χρίση ὁ ἱερέας ἐπαλείφει τὰ ἑξῆς σημεῖα τοῦ σώματος: α) τὴν κεφαλή (μέτωπο, πιγούνι καὶ παρειές) καὶ τὰ χέρια (ἐξωτερικὰ καὶ ἐσωτερικὰ τῆς παλάμης) σχηματίζοντας μὲ τὸ ἔλαιο τὸ σχῆμα τοῦ Σταυροῦ. Ὑπάρχει μιὰ εὐλαβικὴ συνήθεια οἱ πιστοὶ νὰ ἐπαλείφονται μὲ τὸ ἔλαιον τοῦ Εὐχελαίου καὶ στὰ μέρη ἐκείνα τοῦ σώματός τους ποὺ ἀσθενοῦν ἀπὸ μόνοι τους. Τὸ Εὐχέλαιον, δηλ. τὸ εὐλογημένο ἔλαιο, ἐπίσης φυλάσσεται στὸ εἰκονοστάσι τοῦ σπιτιοῦ μας. Ἐπίσης ποτὲ δὲν χαλάει τὸ Εὐχέλαιον. Αὐτὸ τὸ γράφουμε γιατὶ πολλοὶ μπορεῖ νὰ νομίζουν ὅτι ἐὰν περάσουν δέκα ἤ καὶ παραπάνω χρόνια τὸ Εὐχέλαιον χαλάει καὶ πρέπει νὰ τὸν πετάξουν. Τὸ Εὐχέλαιον ὅπως καὶ ἄλλα μυστήρια καὶ ἱερὲς ἀκολουθίες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας εἶναι ἕνα διαρκὲς θαῦμα στὴ ζωὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Τὸ μυστικὸ γιὰ τὸ Εὐχέλαιο εἶναι ὅτι μόνο τότε ποτὲ δὲν χαλάει, ὅταν τελεῖται ἀπὸ κανονικὸ Ὀρθόδοξο κληρικό, δηλ. ἀπὸ ἱερέα ποὺ ἔχει κανονικὴ ἱερωσύνη. Ἀκόμη πρέπει νὰ σημειώσουμε ὅτι ποτὲ δὲν πρέπει νὰ λαμβάνουμε «εὐχέλαια καὶ ἁγιάσματα» ἀπὸ κανέναν ὅταν δὲν γνωρίζουμε τὴν ποιότητα τῆς πίστεως ἐκείνου ποὺ μᾶς τὰ προσφέρει. Τὸ κύτταρο τῆς μυστηριακῆς καὶ ἁγιαστικῆς ζωῆς τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν εἶναι μόνον ἡ ἐνορία τους καὶ τὰ ἱερὰ σεβάσματά μας, δηλ. τὰ μοναστήρια καὶ τὰ Ἁγιάσματα. Εἶναι οἱ τόποι ποὺ πρέπει νὰ ἐμπιστευόμαστε ὅλοι μας ἀνεπιφύλακτα.
Ὁ ἱερέας ποὺ προσέρχεται στὴν οἰκία ἐνορίτη του νὰ τελέσει τὸ Εὐχέλαιο ἀπαραιτήτως θὰ πρέπει νὰ φέρει:
α) τὸ ἱερὸν ἐπιτραχήλιον ποὺ εἶναι τὸ ἰδιαίτερο ἐκείνο πολύχρωμο ὕφασμα ποὺ τὸ φορὰ ὁ ἱερέας ἐπὶ τοῦ τραχήλου του, δηλ. τοῦ λαιμοῦ του, ἐφόσον πρῶτα τὸ σταυρώσει διὰ τῆς δεξιᾶς του χείρας καὶ πεῖ κάποια συγκεκριμένη εὐχή,
β) Τὸν Τίμιο Σταυρὸ τὸ σύμβολο τῆς πίστεώς μας (συνήθως ὁ Σταυρὸς αὐτὸς λέγεται ἐπιτραπέζιος διότι ἔχει βάση καὶ στέκεται ὄρθιος),
γ) τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον (ὑπάρχει σὲ μικρὸ σχῆμα εἴτε ἀσημόδετο εἴτε δερματόδετο), καί
δ) τὸ «Εὐχολόγιον» ποὺ εἶναι λειτουργικὸ ἱερατικὸ βιβλίο ποὺ περιέχει ὅλες τὶς ἁγιαστικές, μυστηριακὲς καὶ περιστατικές, ἱερὲς ἀκολουθίες καὶ εὐχὲς τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ὁ ἱερέας μετὰ πάσης εὐλαβείας τελεῖ τὴν ἱερὰ ἀκολουθία ἔχοντας πρῶτα μελετήσει πολὺ καλὰ τὰ ἱερὰ κείμενα. Τὸ θυμίαμα προσφέρεται κατὰ τὴν ἐμμελὴ ἀνάγνωση τῶν Ἀποστόλων. Πάντοτε τὸ θυμίαμα εὐλογεῖται ὑπὸ τοῦ ἱερέως καὶ σταυρώνεται. Πρῶτα θυμιάζεται τὸ εἰκόνισμα ἤ οἱ ἱερὲς εἰκόνες γενικά κι ἔπειτα ὅλος ὁ κόσμος τῆς οἰκίας. Κατὰ τὸ τέλος ξαναθυμιάζεται τὸ εἰκόνισμα.
Κατὰ τὴν ὥρα ποὺ ἀναγινώσκει ὁ ἱερέας τὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια, ἑπτὰ στὸν ἀριθμό, εἴθισται οἱ πιστοὶ νὰ μπαίνουν κάτω ἀπὸ τὸ πετραχήλι, ὅπως ἐπίσης καὶ κατὰ τὴν τελευταία εὐχὴ «Βασιλεῦ ἅγιε, εὔσπλαγχνε, καὶ πολυέλεε, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ». Αὐτὴ εἶναι μιὰ εὐλαβικὴ συνήθεια τῶν πιστῶν τῆς Ἐκκλησίας, γίνεται ὅμως κατ’ ἐξαίρεση μόνον στὶς οἰκίες τῶν πιστῶν, ὄχι ὅμως καὶ κατὰ τὴν ὥρα τῆς δημοσίου λατρείας, δηλ. κατὰ τὴν ὥρα τῆς λατρείας μέσα στὸ ναό. Αὐτὴ ἡ συνήθεια ρητὰ ἀναφέρεται στὸ Εὐχολόγιον (βλ. Μικρὸν Εὐχολόγιον ἐκδ. ιδ’ Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1999, σ. 215) ὅπου κατὰ τὸν χρόνο πρὸ τῆς ἀναγνώσεως τῆς εὐχῆς «Βασιλεῦ ἅγιε, εὔσπλαγχνε…» ὁ ἱερέας λαμβάνοντας τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο «τίθησιν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ» (δηλ. τοῦ τελοῦντος τὸ Εὐχέλαιον).
Ὁ ἱερεὺς κατὰ τὴν ὥρα ποὺ χρίει μὲ τὸ εὐχέλαιο τοὺς πιστούς, ψάλλει τὸ τροπάριον «Πηγὴν ἰαμάτων ἔχοντες» κι ἄν ὁ κόσμος εἶναι πολὺς ψάλλει καὶ ἕτερα τροπάρια ὅπως τό: «Νεῦσον παρακλήσεσι, σῶν ἱκετῶν, Πανάμωμε».
Ἐὰν κατὰ τὸ Εὐχέλαιο παρίσταται καὶ διάκονος φέρει μόνον τὸ ὁράριόν του. Ἐὰν ὑφίστανται ψάλτες τότε ἐκείνοι ἀπαντοῦν στὰ ψαλτικὰ μέρη, ἐὰν ὅμως ὄχι τότε ὁ διάκονος, ὁ ὁποῖος καὶ θὰ ψάλει καὶ τοὺς Ἀπόστολους. Ἐὰν ἀπουσιάζουν ἅπαντες τότε ἐξυπακούεται ὅτι ὅλα θὰ τὰ ψάλλει ὁ ἱερέας.
Ἀκόμη νὰ σημειώσουμε ὅτι τὶς εὐχὲς τῆς Ἐκκλησίας μας ποὺ εἶναι ἀποτυπωμένες στὸ «Εὐχολόγιον» τὶς διαβάζει μόνον ὁ ἱερέας καὶ ποτὲ λαϊκός. Ὁ ἱερέας ἔχει τὴν εἰδικὴ ἱερωσύνη, δηλ. ἔχει λάβει μὲ εἰδικὴ μυστηριακὴ ἀκολουθία τὴν ἱερωσύνη του στὸν ὀρθόδοξο ναὸ ἐν ὥρᾳ Θείας Λειτουργίας καὶ μπορεῖ ἀκωλύτως νὰ τελεῖ ὅλα τὰ μυστήρια καὶ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας καὶ φυσικὰ νὰ διαβάζει τὶς εὐχὲς στὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ὁ λαϊκὸς ποὺ ἔχει τὴν γενικὴ ἱερωσύνη, ὄχι τὴν εἰδική, μόνον μετέχει ἁγιαζόμενος ἀπὸ τὸν ἱερέα καὶ ποτὲ δὲν ἁγιάζει τοὺς ἄλλους (ὑπάρχουν περιπτώσεις πλάνης ὅταν κάποιοι ἄνθρωποι ἀντικαθιστοῦν τοὺς ἱερεῖς καὶ πλανοῦν πολλοὺς ἀνθρώπους μὲ τὸ νὰ τοὺς σταυρώνουν καὶ νὰ τοὺς συμβουλεύουν, πράξεις ποὺ μποροῦν νὰ κάνουν μόνον οἱ ἔχοντες τὴν εἰδικὴν ἱερωσύνην).
Τὸ Εὐχέλαιον εἶναι μυστήριον ποὺ τελεῖται μόνο σὲ ζῶντες πιστούς καὶ ποτὲ σὲ κεκοιμημένους. Καὶ φυσικὰ ἡ χρίση διὰ τοῦ ἁγίου ἐλαίου τοῦ Εὐχελαίου γίνεται μόνον σὲ ἀνθρώπους καὶ ποτὲ σὲ ἄλογα ζῶα, ἐν ἀντιθέσει μὲ τὸν Μικρὸ Ἁγιασμὸ ποὺ τελεῖται καὶ γιὰ τὰ ζῶα.
Ἡ τέλεση τοῦ μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου δὲν εἶναι μιὰ ἁπλὴ ἀκολουθία ποὺ διαρκεῖ λίγα λεπτὰ τῆς ὥρας. Ὁ ἱερέας πρέπει νὰ ἐνημερώνει τοὺς πιστούς του ὅτι τὸ Εὐχέλαιο ἀπαιτεῖ ἀρκετὴ ὥρα ὀρθοστασίας καὶ προσευχῆς (ἐκτὸς φυσικὰ τῶν ἀνημπόρων γερόντων καὶ τῶν ἀσθενούντων ποὺ βρίσκονται στὸ κρεββάτι) καὶ πὼς ἀκόμη ἀπαιτεῖται σεβασμὸς πρὸς τὸ μυστήριο καὶ προσευχὴ κατὰ τὴ διάρκεια ποὺ ἐπιτελεῖται. Ἐξυπακούεται ὅτι οἱ πιστοὶ κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Εὐχελαίου παραμένουν στὸν χῶρο τῆς τελέσεως αὐτοῦ καὶ πὼς θεωρεῖται μεγάλη ἀσέβεια νὰ ἀπαντοῦν σὲ τηλέφωνα ἤ νὰ στέλνουν μηνύματα στὰ κινητὰ τηλέφωνά τους ἤ νὰ ἀσχολοῦνται μὲ ἄλλα πράγματα.
Ἐπίσης ἡ τέλεση τοῦ Εὐχελαίου δὲν ἀποτελεῖ κοινωνικὴ ἐκδήλωση τῶν πιστῶν, ἀλλὰ προσευχή. Ἔτσι δὲν δικαιολογεῖται στὰ σπίτια τῶν τελούντων τὸ Εὐχέλαιο νὰ προσκαλεῖται πολὺς κόσμος, παρὰ μόνον ἐκείνοι οἱ πιστοὶ ποὺ θὰ προσέλθουν προσευχητικά. Ὁ ἱερέας ὀφείλει νὰ καταρτίζει τὸ ποίμνιόν του καὶ στὰ θέματα αὐτά, γιὰ νὰ μὴν παρεξηγεῖται ἡ οὐσία τοῦ μυστηρίου καὶ γίνεται ἡ προσέγγισή του τυπολατρικὰ καὶ ἐπιφανειακά.
Τὸ Εὐχέλαιον μπορεῖ νὰ τελεῖται ἀπὸ ἕναν ἱερέα, κατὰ τὴν Παράδοση ὅμως τῆς Ἐκκλησίας μας ἡ ὁποία στηρίζεται στὸ τῆς Καθολικῆς Ἐπιστολῆς Ἰακώβου τὸ ἀνάγνωσμα (5, 10-16) «ἀσθενεῖ τις ἐν ὑμῖν; προσκαλεσάσθω τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας καὶ προσευξάσθωσαν ἐπ’ αὐτόν, ἀλείψαντες αὐτὸν ἐλαίῳ ἐν τῶ ὀνόματι τοῦ Κυρίου. Καὶ ἡ εὐχὴ τῆς πίστεως σώσει τὸν κάμνοντα…» εἴθισται νὰ παρευρίσκονται καὶ περισσότεροι τοῦ ἑνὸς πρεσβύτεροι-ἱερεῖς ὅπου αὐτὸ καθίσταται δυνατὸ καὶ ἐπιτρεπτό.
Ἡ χρίση τῶν πιστῶν μὲ τὸ ἔλαιο τοῦ Εὐχελαίου γίνεται κατὰ τὸ τέλος τῆς ἀκολουθίας καὶ ὄχι στὴν ἀρχή, ἐφόσον ἕνας ἱερέας εἶναι ὁ τελῶν τὸ Εὐχέλαιον. Σὲ ἀντίθετη περίπτωση ἐὰν εἶναι πολλοὶ οἱ ἱερεῖς -ἑπτὰ εἰς τὸν ἀριθμόν- τότε ἡ χρίση γίνεται τόσες φορὲς ὅσοι εἶναι καὶ οἱ ἱερεῖς (δηλ. ἀπὸ μία φορὰ ὁ κάθε ἱερέας μετὰ ἀπὸ κάθε Ἀποστολοευαγγέλιο).
Στὸ τέλος τῆς ἀκολουθίας ὁ ἱερέας δίδει συμβουλὲς στοὺς τελέσαντας πιστοὺς γιὰ τὴν φύλαξη τοῦ Εὐχελαίου καὶ φυσικὰ δὲν παραλείπει νὰ τοὺς ὁμιλήσει γιὰ τὸ Θεὸ καὶ τὴ χρησιμότητα τῶν Ἁγίων Μυστηρίων καὶ τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν ἤ ἀκόμη, δεχόμενος τὸ κέρασμά τους καὶ κατὰ τὴν διάρκεια αὐτοῦ, νὰ γνωρισθεῖ μαζί τους καὶ ν’ ἀναπτύξει κάποιο πνευματικὸ θέμα.

23. Ἀκολουθία τοῦ ἱεροῦ Μυστηρίου τῆς Μετανοίας- Ἐξομολογήσεως

Στὸ Εὐχολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ὑπάρχει μία σπουδαία καὶ ἀπαραίτητη γιὰ κάθε Ὀρθόδοξο χριστιανὸ ἀκολουθία, ἡ τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως ποὺ φέρει τὸν τίτλο: «Ἀκολουθία τῶν Ἐξομολογουμένων» (βλ. Μικρὸν Εὐχολόγιον, ἐκδ. ιδ’ Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1999, σ. 162-166), καθὼς ἐπίσης καὶ πολλὲς συγχωρητικὲς εὐχές γιὰ κάθε περίπτωση ἐξομολογουμένου π.χ. λαϊκοῦ ἤ κληρικοῦ (ὅ.π. σ. 166-171).

Χρόνος Τελέσεως του Μυστηρίου
Ἡ ἐξομολόγηση εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ μυστήρια τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Σχετικὰ μὲ τὸ χρόνο ποὺ τελεῖται τὸ μυστήριον πρέπει νὰ σημειώσουμε ὅτι δὲν ὑπάρχει κατάλληλος χρόνος, παρὰ ὅταν ὑπάρχουν ἁμαρτήματα τὰ ὁποία βαρύνουν τὴν ψυχή μας, ὁπότε προστρέχουμε ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ στὸν πνευματικό μας ἐξομολόγο.

Τόπος τελέσεως του Μυστηρίου
Ὅσον ἀφορᾶ τὸν τόπο ποὺ γίνεται τὸ μυστήριο τῆς μετανοίας-ἐξομολογήσεως ἔχουμε νὰ σημειώσουμε ὅτι εἶναι ὁ ὀρθόδοξος ναός. Σὲ ἔκτακτες περιπτώσεις ἡ ἐξομολόγηση μπορεῖ νὰ γίνει καὶ στὰ σπίτια πιστῶν οἱ ὁποίοι εἶναι ἀσθενεῖς, ἀνάπηροι καὶ γενικῶς ἀνήμποροι.

Ποιός τελεί το Μυστήριον;
Τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως τελεῖται μόνον ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο καὶ τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἐκείνοι ποὺ τελοῦν τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως πρέπει νὰ εἶναι κανονικὰ καὶ ὀρθοδόξως χειροτονημένοι κληρικοὶ τῆς κανονικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Πώς τελείται το Μυστήριον;
Κατὰ τὴν ἐξομολόγηση ὁ πνευματικὸς καὶ ὁ ἐξομολογούμενος στέκονται εἴτε ὄρθιοι εἴτε καθιστοὶ ἐνώπιον τῶν ἁγίων εἰκόνων τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Παναγίας σὲ στάση εὐλαβείας, δηλ. μὲ σκυμμένο τὸ κεφάλι. Ὁ πνευματικὸς πρέπει νὰ βλέπει τὸν ἐξομολογούμενο κατὰ πρόσωπο καὶ νὰ διαπιστώνει ἐκ τῶν ἐξαγορευθέντων ἁμαρτημάτων καὶ ἐγκλημάτων του τὴν ἀληθινὴ μετάνοιά του. Ἐξυπακούεται ὅτι ἡ συγχωρητικὴ εὐχὴ δίδεται ἐκ μέρους τοῦ ἐξομολόγου πρὸς τὸν ἐξομολογούμενο μόνον τότε, ὅταν ὑπάρχει ἀληθινὴ μετάνοια καὶ συντριβὴ ἐκείνη τὴ στιγμὴ ποὺ τελεῖται τὸ μυστήριο. Ὁ πνευματικὸς ἐξομολόγος ἀπαραιτήτως γιὰ νὰ ἔχει ἰσχὺ τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως θὰ πρέπει νὰ φέρει ἐπὶ τοῦ λαιμοῦ του τὸ ἐπιτραχήλιον, δηλ. τὸ ἀπαραίτητο ἐκεῖνο ὕφασμα ποὺ κρέμεται ἀπὸ τὸν λαιμό του καὶ μὲ τὸ ὁποῖο ἐνεργεῖ ὅλες τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ ἐξομολογούμενος προκειμένου νὰ λάβει τὴ συγχωρητικὴ εὐχὴ θὰ πρέπει ἀπαραιτήτως νὰ γονατίζει καὶ νὰ βάζει ἐπάνω στὴν κεφαλή του ὁ πνευματικὸς τὸ ἐπιτραχήλιόν του. Στὸ τέλος τῆς ἀναγνώσεως τῆς συγχωρητικῆς εὐχῆς ὁ πνευματικὸς αἴρει τὸ ἐπιτραχήλιον ἀπὸ τὴν κεφαλὴ τοῦ ἐξομολογουμένου καὶ ὁ ἐξομολογούμενος ἀσπάζεται τὸ ἐπιτραχήλιον καὶ τὴν δεξιὰ χεῖρα τοῦ πνευματικοῦ.

Πώς γίνεται κάποιος Ιερέας Πνευματικός;
Ἐξομολόγοι δὲν εἶναι ὅλοι οἱ κληρικοὶ τῆς Ἐκκλησίας μας ἀλλὰ μόνον ἐκείνοι ποὺ ἔχουν λάβει ἀπὸ τὸν οἰκεῖο ἐπίσκοπό τους τὴν εὐλογία νὰ τελοῦν τὴν ἐξομολόγηση. Ἡ εὐλογία αὐτή, σύμφωνα μὲ τὸ Εὐχολόγιον τῆς Ἐκκλησίας μας, δίδεται μὲ μιὰ εἰδικὴ εὐχὴ ἐπιλεγομένη «εἰς τὸ ποιῆσαι πνευματικὸν ἤτοι ἐξομολόγον». Πάντως κατὰ τὴν Παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας φαίνεται ἐκ τῶν χειρογράφων κειμένων ὅτι πνευματικοὶ ἐξομολόγοι μποροῦν νὰ εἶναι ὅλοι οἱ κανονικὰ φέροντες τὴν εἰς πρεσβύτερον χειροτονία. Αὐτὸ ὅμως ἀτόνισε κατὰ τὰ δύσκολα χρόνια ποὺ πέρασε ἡ Ἐκκλησία, π.χ. κατὰ τὰ χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας, ὅταν τὸ πνευματικὸ ἐπίπεδο τῶν γενησομένων κληρικῶν δὲν ἦταν κατάλληλο πρὸς ἐξάσκηση αὐτοῦ τοῦ δύσκολου -ὄντως- ὑπουργήματος. Μπροστὰ σ’ αὐτὸ τὸ πρόβλημα οἱ ἐπίσκοποι, προκειμένου νὰ διαφυλάξουν τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως ἀπὸ καταχρήσεις ἐξαιτίας ἀδαῶν κληρικῶν, περιόρισαν τὴν διακονία του μόνον σὲ μερικοὺς κληρικούς τους. Αὐτὸ τὸ ἐπέτυχαν μὲ τὸ δικαίωμα ποὺ ἔχει ὁ ἐπίσκοπος νὰ δίδει τὶς διάφορες εὐλογίες γιὰ κάθε τι τὸ πραττόμενον ἐν τῆ Ἐκκλησίᾳ καὶ ἐν τῆ ἐκκλησιαστικῆ του δικαιοδοσία.

>Η εξομολόγηση μπορεί να γίνεται σε μοναχό - μη έχοντα ιερωσύνη;
Τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως τελεῖται μόνον σὲ ὀρθόδοξο κληρικό, ποτέ ὅμως σὲ μοναχό. Ὁ μοναχὸς μπορεῖ, σύμφωνα μὲ τὴν ἱερὰ παράδοσή μας, νὰ δέχεται τοὺς λογισμούς, νὰ νουθετεῖ, νὰ συμβουλεύει, δὲν μπορεῖ ὅμως νὰ ἀκούει τὶς ἐξομολογήσεις τῶν πιστῶν, κι ἐπειδὴ δὲν ἔχει ἱερωσύνη δὲν μπορεῖ νὰ συγχωρεῖ τὰ ἁμαρτήματα.

Προετοιμασία για την εξομολόγηση
Ὁ πιστὸς προκειμένου νὰ ἐξομολογηθεῖ προετοιμάζεται. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι πρὶν προσέλθει κοντὰ στὸν πνευματικὸ ἔχει σκεφθεῖ τὶς ἁμαρτίες του, ἔχει μετανοιώσει καὶ φυσικὰ ἐξαγορεύεται καθαρὰ καὶ χωρὶς ἐντροπὲς τὰ ὅποια ἁμαρτήματά του σὰν νὰ τὰ ἐξομολογεῖται ἐνώπιον τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ μας. Ἡ παρουσία τοῦ πνευματικοῦ ἐξομολόγου δὲν ἀντικαθίσταται οὔτε μὲ τὰ εἰκονίσματα, οὔτε μὲ ὁτιδήποτε ἄλλο ὑποκατάστατο, ὡς π.χ. ἀφελῶς πιστεύουν πολλοὶ ποὺ δὲν θέλουν νὰ ἐξομολογηθοῦν εἰλικρινά, ὅτι μὲ τὴν τέλεση πολλῶν μυστηρίων Εὐχελαίου τοὺς ἐξαλείφονται τὰ ἁμαρτήματά τους. Κι αὐτὸ συμβαίνει γιατὶ στὴ μὲν πρώτη περίπτωση οἱ εἰκόνες δὲν ἔχουν στόμα καὶ αὐτιὰ γιὰ νὰ μᾶς μιλήσουν καὶ νὰ μᾶς ἀκούσουν, ὅπως ἐπίσης δὲν μποροῦν οἱ εἰκόνες, ὅσο ἅγιες καὶ νὰ εἶναι, νὰ μᾶς διαβάσουν τὴν ἐκκλησιαστικὴ εὐχὴ καὶ νὰ μᾶς συγχωρήσουν, ἀπὸ τὴν ἄλλη δὲ τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου ἕπεται τῆς ἐξομολογήσεως καὶ δὲν ἀντικαθιστᾶ οὔτε αἴρει τὴν ἐξομολόγηση. Τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου ὑποβοηθᾶ καὶ συμπληρώνει τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολόγησεως. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὅλα τὰ ἱερὰ μυστήρια εἶναι ἀπαραίτητα γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ πιστοῦ. Κανένα ἀπὸ τὰ ἱερὰ μυστήρια καὶ τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες δὲν αὐτονομεῖται στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Ὁποιαδήποτε ἄλλη θεώρηση διαστρεβλώνει τὰ πράγματα καὶ δημιουργεῖ μορφώματα μέσα στὴν Ἐκκλησία μας.
Ὡς ἀκολουθία τῆς Ἐκκλησίας μας τὸ ἱερὸν μυστήριον τῆς μετανοίας ἀνήκει στὶς μυστηριακὲς τελετές. Δηλ. μὲ τὴν ἐπενέργεια τῆς ἐπικλήσεως τοῦ Παναγίου Πνεύματος διὰ τῶν ἱερῶν εὐχῶν καθίσταται πηγὴ χάριτος καὶ ἐπανεντάξεως στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἐκείνου πού, ἐξ αἰτίας τῆς ἁμαρτίας, ἀπομακρύνθηκε.

Εκκλησιαστικά επιτίμια και κανόνες κατά το μυστήριο της Μετανοίας
Ὁ πνευματικὸς κατὰ τὴν ἐνάσκηση τοῦ ὑπουργήματος τῆς ἐξομολογήσεως ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ ἐπιβάλει τὰ ἐκκλησιαστικὰ ἐπιτίμια καὶ κανόνες. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἐξομολογεῖ ὄχι ἀφ’ἑαυτοῦ του ἀλλὰ μὲ βάση τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον καὶ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες τῶν ἁγίων καὶ Θεοφόρων Πατέρων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἐκ μέρους τῶν ἐξομολογουμένων ἀπαιτεῖται ὑπακοὴ προκειμένου νὰ ἐπέρχεται ἡ Χάρις καὶ ἡ Εὐλογία τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ μας. Τὰ ἐκκλησιαστικὰ ἐπιτίμια καὶ γενικὰ οἱ κανόνες ποὺ διακριτικὰ ἐπιβάλλει ὁ ἑκάστοτε πνευματικὸς ἐξομολόγος πρὸς τοὺς ἐξομολογουμένους δὲν ἀποτελοῦν τιμωρίες, ἀλλὰ τρόπους ἐλευθέρας πνευματικῆς ἀποδοχῆς ἐκ μέρους τῶν πιστῶν γιὰ τὴν καλῶς νοουμένη ἐπιστροφή τους στὴν Ἁγία Ἐκκλησία. Ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ Ἐρημίτης θὰ πεῖ σχετικὰ μὲ τὸ θέμα μας ὅτι «Οἱ κανόνες μᾶς διαφυλάττουν τοὺς ὅρους τῆς δοθείσης ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό μας ἐλευθερίας». Ὁ δὲ Ἀπόστολος Παῦλος θὰ σημειώσει ἐμφαντικά: «Πάντα μοι ἔξεστι, ἀλλ’ οὐ πάντα συμφέρει» (=ὅλα μοῦ ἐπιτρέπεται νὰ τὰ κάνω, ἀλλὰ δὲν μὲ συμφέρει νὰ τὰ κάνω ὅλα).

Εξομολόγηση και Θεία Ευχαριστία
Τὸ ἱερὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως ἔχει ἄρρηκτη σχέση μὲ τὸ ἱερὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἡ ἐξομολόγηση ὁδηγεῖ τοὺς πιστοὺς σὲ συνεχῆ μετάληψη τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, προάγει δηλ. τοὺς ἐξομολογουμένους νὰ συναντήσουν τὸν Νυμφίο Χριστό. Ὁ κανόνας ποὺ ἐπιβάλλει ὁ πνευματικὸς δὲν εἶναι τιμωρία, ἄλλωστε ἡ ἐκ μέρους τῶν ἐξομολογουμένων ἀποδοχή του ἐπ’ ἐλευθερία βιώνεται καὶ ἐκτελεῖται καθότι τὸ συμφέρον εἶναι ἡ ἐκκλησιαστικοποίηση τῆς ζωῆς, δηλ. ἡ μετοχὴ καὶ ἡ ἕνωση μὲ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ἐκεῖνος ὁ ἐξομολογούμενος ποὺ ἐν ἀληθινῆ μετανοίᾳ καὶ συντριβῆ προσέρχεται στὸ μυστήριο τῆς καταλλαγῆς καὶ συμφιλιώσεως μὲ τὸ Θεὸ αἰσθάνεται τὸ πρόσωπο τοῦ πνευματικοῦ του ὄχι ἁπλῶς ὡς ἕναν ἄνθρωπο, ἀλλὰ τὴν ἴδια τὴν ζῶσα παρουσία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐνώπιόν του. Ἔτσι, ἡ ἐκ μέρους του ἀποδοχὴ τοῦ κανόνα ἤ ἐπιτιμίου, ἀποτελεῖ γιὰ τὸν ἴδιο προέκταση τῆς ἀληθινῆς μετανοίας του ποὺ συνεχίζει καὶ δὲν σταματᾶ ἀποχωρώντας ἀπὸ τὸν τόπο τῆς ἐξομολογήσεως. Ἡ ἐκτέλεση δὲ τοῦ κανόνα ἀποτελεῖ γιὰ τὸν ἴδιο πηγὴ χάριτος καὶ ἰδιαιτέρας εὐλογίας. Ἐξασκώντας δὲ καθημερινὰ τὸν κανόνα του αἰσθάνεται χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση ποὺ ὁ Κύριος τὸν προσβλέπει καὶ τὸν στηρίζει. Ἔτσι κάνει προκοπὴ στὴν πνευματικὴ ζωή.
Στὸ ἔντυπο Εὐχολόγιον ὑπάρχει καὶ μιὰ ἰδιαίτερη «ἀκολουθία ἐπὶ ἐξομολογουμένων» (βλ. Μικρὸν Εὐχολόγιον, ἐκδ. ιδ’ Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1999, σ. 162-166). Ἡ ἀκολουθία αὐτὴ σήμερα ἔχει ἀτονίσει νὰ ἐκτελεῖται ἐκ μέρους πολλῶν πνευματικῶν, καθότι ἔχει μιὰ σχετικὴ ἔκταση καὶ προϋποθέτει ἄνεση χρόνου. Συνήθως σήμερα οἱ ἱερεῖς, ἰδιαιτέρως ὅσοι ἐξασκοῦν τὴν πνευματικὴ πατρότητα στὶς μεγαλουπόλεις ἀδυνατοῦν νὰ ἐπαναλαμβάνουν σὲ κάθε προσερχόμενο ἐξομολογούμενο ὁλόκληρη τὴν ἀκολουθία τῆς ἐξομολογήσεως τοῦ ἔντυπου Εὐχολογίου καθότι καὶ οἱ πιστοὶ-καὶ λόγῳ τῶν πολυπληθῶν πόλεων ἤ ἀκόμη καὶ λόγῳ τοῦ χρονικοῦ περιορισμοῦ τους-προσέρχονται εὐκαίρως ἀκαίρως, χωρὶς προγραμματισμὸ στοὺς πνευματικοὺς ζητώντας ἐπιμόνως ἐξομολόγηση καθ’ ὅλην τὴν διάρκεια τῆς ἡμέρας. Πολλοὶ ἐκ τῶν πνευματικῶν ὁρίζουν -καὶ ὀρθῶς τὸ πράττουν- καθορισμένη ἡμέρα γιὰ τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως καὶ φυσικὰ συγκεκριμένες ὥρες. Κάποιοι ἄλλοι ὁρίζουν περισσότερες ἡμέρες μέσα στὴν ἑβδομάδα καὶ πρὸς ἀποφυγὴν παρεξηγήσεων μεταξὺ τῶν πιστῶν ποὺ προσέρχονται στὴν ἐξομολόγηση ἔχουν καθιερώσει καὶ νούμερα γιὰ τὴν καλῶς νοοουμένη προτεραιότητα ποὺ ἀπαιτεῖ τὸ ἴδιο τὸ μυστήριο. Κάποιοι ἐκ τῶν πνευματικῶν διαβάζουν κατὰ τὴν ἔναρξη τῆς ἐξομολογήσεως ὁλόκληρη τὴν ἀκολουθία ἐκ τοῦ Εὐχολογίου χωρὶς φυσικὰ τὸν σχετικὸ διάλογο ποὺ ὁρίζει ἡ διάταξη. Κάποιοι ἄλλοι πνευματικοὶ ξεκινοῦν μὲ κάτι αὐτοσχέδιο, π.χ. βάζουν «Εὐλογητός», Τρισάγιον, κατανυκτικὰ Τροπάρια ὅπως «Τῆς μετανοίας τὴν πύλην» ἤ τοῦ ἁγίου τοῦ ναοῦ, ἐκτενής, αἰτήσεις «ὑπὲρ τῶν πάντων τῶν προσερχομένων ἐν τῶ ἱερῶ μυστηρίῳ τῆς μετανοίας-ἐξομολογήσεως καὶ ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν καὶ συγχωρήσεως τῶν ἑκουσίων καὶ ἀκουσίων πλημμελημάτων καὶ ὑπὲρ ἀφέσεως ἁμαρτιῶν καὶ καιρὸν μετανοίας». Στὸ τέλος πάντων τῶν ἐξολογουμένων τῆς ἡμέρας ὁ πνευματικὸς ἐπιλέγει τό «Δι’ εὐχῶν».

24. Ἡ ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως καὶ Εὐχαριστίας

Στὸ « Ἱερατικὸν» λειτουργικὸν βιβλίον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας καθὼς καὶ στὸ «Ὡρολόγιον τὸ Μέγα» ὑπάρχει μιὰ ἀκολουθία ἐπιλεγομένη «Ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως». Πρόκειται γιὰ μιὰ ἐκτενὴ ἀκολουθία ποὺ διαβάζεται ὄχι μόνον ἀπὸ τὸν ἱερέα ποὺ πρόκειται νὰ ἱερουργήσει τὰ Ἄχραντα Μυστήρια ἀλλὰ καὶ ἀπὸ κάθε Ὀρθόδοξο πιστὸ ποὺ ἐπιθυμεῖ νὰ μεταλάβει τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἀκολουθία αὐτὴ ἐμφανῶς προέρχεται ἀπὸ τὴ μοναστικὴ παράδοση.
Μὲ τὴν ἀνάγνωση τῆς Ἀκολουθίας τῆς Θείας Μεταλήψεως γίνεται ἡ πνευματικὴ προετοιμασία κάθε πιστοῦ. Ὁ πιστὸς ὀφείλει πρὶν τὴ μετάληψη τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων νὰ προσευχηθεῖ ἰδιαιτέρως ὄχι γιὰ νὰ ἀποκτήσει τὴν ἀξιότητα γιὰ τὴν προσέλευσή του στὸ ἅγιο Ποτήριο, ὅσο γιὰ τὴ συνειδητοποίηση τῆς ἁμαρτωλότητάς του. Κανεὶς ἐκ τῶν πιστῶν, ποὺ προσέρχονται στὰ Ἄχραντα Μυστήρια, εἴτε πρόκειται περὶ κληρικῶν εἴτε περὶ λαϊκῶν, δὲν εἶναι κατ’ οὐσίαν πανέτοιμος, οὔτε κεκαθαρμένος καὶ ἀπαλλαγμένος ἀπὸ ἁμαρτίες. Γιὰ τὴν συναίσθηση αὐτῆς τῆς ἁμαρτωλότητας σπουδαῖο ρόλο παίζει ἡ πνευματικὴ προετοιμασία τοῦ πιστοῦ πρωτίστως μὲ τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως-μετανοίας καὶ ἀκολούθως μὲ τὴν ἀδολεσχία καὶ τὴ μελέτη τοῦ Θείου Λόγου, δηλ. μὲ τὴν ἀνάγνωση-μελέτη τῶν Ἁγίων Γραφῶν καὶ τῶν Πατερικῶν συγγραμμάτων. Ὁ πιστὸς ὅταν μελετᾶ καὶ προσπαθεῖ νὰ μιμεῖται τὰ ὅσα διαβάζει τότε μέσα στὴν ψυχή του ἀρχίζει νὰ αὐξάνει ὁ πόθος γιὰ τὴν ἕνωσή του μὲ τὸ Θεὸ καὶ τοὺς Ἁγίους Του. Ἔτσι καὶ τὰ κείμενα ποὺ περιλαμβάνονται στὴν ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως χαρακτηρίζονται λίαν κατανυκτικὰ καὶ φέρνουν τὴν ψυχὴ στὴ μετάνοια καὶ στὴ συντριβή.
Ἡ Ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως χωρίζεται σὲ τρία μέρη:
Α. Τὸ πρῶτο μέρος τῆς Ἀκολουθίας διαβάζεται ἀποβραδὶς κατὰ τὴν ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἀποδείπνου. Μετὰ τὴν ἀνάγνωση τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως («Πιστεύω εἰς ἕναν Θεόν…») διαβάζεται μὲ κατάνυξη ὁ κανόνας τῆς Ἀκολουθίας τῆς Θείας Μεταλήψεως ποὺ ἔχει ἀκροστιχίδα κατ’ ἀλφάβητον, δηλ. κάθε τροπάριο τοῦ κανόνα ἀρχίζει μὲ ἕνα ἀπὸ τὰ γράμματα τοῦ ἑλληνικοῦ ἀλφαβήτου, δηλ. τὰ τροπάρια ξεκινοῦν ἀπὸ τὸ γράμμα Α καὶ καταλήγουν στὸ γράμμα Ω, ἐν συνόλῳ 24 τροπάρια, ὅσα καὶ τὰ γράμματα τοῦ ἀλφαβήτου. Ὁ κανόνας εἶναι ποίημα τοῦ ὑμνογράφου Θεογνώστου καὶ ψάλλεται σὲ ἦχο β’. Ἡ α’ ὠδὴ ἔχει ὡς εἱρμό της τό: «Δεῦτε λαοί». Ἀφοῦ τελειώσει ἡ ψαλμωδία ἤ ἡ ἀνάγνωση τοῦ κανόνα συνεχίζει τὸ Μικρὸν Ἀπόδειπνον μὲ τό: «Ἄξιον ἐστιν…», τὸ Τρισάγιον καὶ τὰ ὑπόλοιπα τοῦ Ἀποδείπνου.
Β. Τὸ δεύτερο μέρος τῆς Ἀκολουθίας διαβάζεται τὴν ἑπομένη ἡμέρα, δηλ. τὴν κυριώνυμο, κατὰ τὴν ὁποῖα θὰ γίνει ἡ θεία Μετάληψη. Μετὰ τὴ συνήθη ἑωθινὴ ἀκολουθία, δηλ. εἴτε τὴν κατ’ ἰδίαν προσευχὴ κάθε πιστοῦ εἴτε τὴν ἀκολουθία ποὺ γίνεται στὸ ναό, ἀφοῦ πρῶτα διαβασθεῖ τὸ Τρισάγιον, 12 Κύριε ἐλέησον, Δόξα, Καὶ νῦν. Δεῦτε προσκυνήσωμεν (3 φορές) ἀναγινώσκονται 3 ψαλμοί, ὁ 22ος, ὁ 23ος καὶ ὁ 115ος ψαλμός. Δόξα, Καὶ νῦν. Ἀλληλούϊα, ἀλληλούϊα, ἀλληλούϊα. Δόξα σοι, ὁ Θεός (3 φορές). Κύριε, ἐλέησον (3 φορές) καὶ ἀκολούθως τὰ τρία κατανυκτικὰ τροπάρια: α) Τὰς ἀνομίας μου πάριδε…, β) Δόξα. Εἰς τὴν μετάληψιν τῶν ἁγιασμάτων σου…, γ) Καὶ νῦν. Πολλὰ τὰ πλήθη τῶν ἐμῶν. Τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Πέμπτη ἀναγινώσκουμε τὸ τροπάριον: Ὅτε οἱ ἔνδοξοι μαθηταί… Κύριε, ἐλέησον (40 φορές). Συνήθως οἱ ἀσκούντες πνευματικὰ γυμνάσματα κάνουν καὶ ἐδαφιαῖες μετάνοιες ὅσες ὁρίζει ὁ πνευματικὸς ἐξομολόγος τους. Ἔπειτα μετὰ πάσης κατανύξεως λέγονται οἱ ἱκετήριες εὐχές. Πρῶτα διαβάζονται οἱ Διδακτικοὶ Στίχοι περὶ τοῦ πῶς δεῖ προσέρχεσθαι τοῖς ἀχράντοις μυστηρίοις: Μέλλων φαγεῖν, ἄνθρωπε, Σῶμα Δεσπότου…, Πρὸ τοῦ μετασχεῖν τῆς φρικώδους θυσίας…
Ἐν συνεχείᾳ λέγονται οἱ ἀκόλουθες εὐχές:

Α) Εὐχὴ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου: «Δέσποτα Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, …».
Β) Εὐχὴ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου: «Οἶδα, Κύριε, ὅτι ἀναξίως μεταλαμβάνω…».
Γ) Εὐχὴ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου: «Κύριε ὁ Θεός μου, οἶδα ὅτι οὐκ εἰμὶ ἄξιος…».
Δ) Εὐχὴ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου: «Οὐκ εἰμὶ ἱκανός, Δέσποτα Κύριε, …».
Ε) Εὐχὴ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός μου, ἄνες,…».
ΣΤ) Εὐχὴ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ: «Δέσποτα Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεὸς ἡμῶν…».
Ζ) Εὐχὴ τοῦ Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου: «Ἀπὸ ῥυπαρῶν χειλέων…».
Η) Εὐχὴ τοῦ Συμεὼν τοῦ Μεταφραστοῦ: «Ὁ μόνος καθαρὸς καὶ ἀκήρατος Κύριος…».
Θ) Εὐχὴ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ: «Πρὸ τῶν θυρῶν τοῦ ναοῦ σου παρέστηκα…».

Ἀκολουθοῦν οἱ κάτωθι εὐχές:

1) Πιστεύω, Κύριε, καὶ ὁμολογῶ…
2) Ἰδού, βαδίζω πρὸς θείαν κοινωνίαν…
3) Τοῦ Δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ…
4) Θεουργὸν Αἷμα φρῖξον…
5) Ἔθελξας πόθῳ με, Χριστέ…
6) Ἐν ταῖς λαμπρότησι τῶν ἁγίων σου…
7) Δέσποτα φιλάνθρωπε, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ…

Μετὰ προσερχόμαστε στὸ Ἅγιο Ποτήριο μετὰ βαθείας κατανύξεως καὶ φόβου Θεοῦ καὶ μεταλαμβάνουμε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.
Γ. Τὸ τρίτο μέρος τῆς Ἀκολουθίας τῆς Θείας Μεταλήψεως διαβάζεται μετὰ τὸ πέρας τῆς Θείας Λειτουργίας, εἴτε στὸ ναὸ εἴτε στὰ σπίτια τῶν εὐλαβῶν πιστῶν. Τὸ τρίτο αὐτὸ μέρος φέρει τὴν ὀνομασία: «Εὐχαριστία μετὰ τὴν Θείαν Μετάληψιν».
Ἡ ἀκολουθία ἔχει ὡς ἑξῆς: Πρῶτα διαβάζονται οἱ Προτρεπτικοὶ Στίχοι: «Ἐπὰν δὲ τύχης τῆς καλῆς μετουσίας…» καὶ ἀκολούθως οἱ εὐχαριστήριες εὐχές.

Α) Ἀνωνύμου συγγραφέως: «Εὐχαριστῶ σοι, Κύριε, …».
Β) Εὐχὴ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου: «Δέσποτα Χριστὲ ὁ Θεός…».
Γ) Εὐχὴ τοῦ Συμεὼν τοῦ Μεταφραστοῦ: «Ὁ δοὺς τροφήν μοι σάρκα σὴν ἑκουσίως…».
Δ) Ἀνωνύμου συγγραφέως: «Τὸ Σῶμά σου τὸ ἅγιον, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ…».
Ε) Ἀνωνύμου συγγραφέως εἰς τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον: «Παναγία Δέσποινα Θεοτόκε, τὸ φῶς…».

Ἀκολουθεῖ ὁ στίχος: «Ὅτι εὐλογημένη καὶ δεδοξασμένη…» (3 φορές). Ὁ ἱερέας ἐπιλέγει τό: «Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, Δέσποτα…». Ἔπειτα λέγεται τὸ Τρισάγιον καὶ ἐν συνεχείᾳ το Ἀπολυτίκιον τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου (ἐφόσον ἐτελέσθη ἡ Θεία Λειτουργία του): «Ἡ τοῦ στόματός σου καθάπερ πυρσός…», Δόξα. «Ἐκ τῶν οὐρανῶν ἐδέξω…», Καὶ νῦν. «Τῆ πρεσβείᾳ, Κύριε, πάντων τῶν Ἁγίων…». Ἐὰν τελεσθεῖ ἡ Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τότε λέγεται τὸ ἀπολυτίκιον τοῦ ἁγίου: «Εἰς πᾶσαν τὴν γὴν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου…», Δόξα. «Ὤφθης βάσις ἄσειστος τῆ Ἐκκλησίᾳ», Καὶ νῦν. «Τῆ πρεσβείᾳ, Κύριε, πάντων τῶν Ἁγίων…». Ἐὰν τελεσθεῖ ἡ Προηγιασμένη Λειτουργία τῶν Τιμίων Δώρων, τότε λέγεται τὸ Ἀπολυτίκιον καὶ τὸ κοντάκιον τοῦ ἁγίου τοῦ Ναοῦ καὶ τὸ Θεοτοκίον «Τῆ πρεσβείᾳ, Κύριε, πάντων τῶν Ἁγίων…» (Συνηθίζουν κάποιοι νὰ λέγουν κατὰ τὸ πέρας τῆς Προηγιασμένης Λειτουργίας τὸ Ἀπολυτίκιον τοῦ Ἁγίου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας πάπα Γρηγορίου τοῦ Α’, τοῦ ἐπιλεγομένου Διαλόγου καθότι πιστεύεται ἐκ μερίδος ὅτι ἡ Προηγιασμένη Λειτουργία ἔχει αὐτὸν ὡς συντάκτη της. Αὐτὸ ὅμως ἐκ τῶν πηγῶν δὲν εἶναι ὀρθόν, καθότι ὁ συντάκτης τῆς ἀκολουθίας τῆς Προηγιασμένης Λειτουργίας τυγχάνει ἄγνωστος).
Ἀκολουθεῖ τὸ «Κύριε, ἐλέησον» δώδεκα (12) φορές. Δόξα, Καὶ νῦν. Τὴν τιμιωτέραν. Ἐν ὀνόματι Κυρίου εὐλόγησον, πάτερ (αὐτὸ λέγεται μόνον ὅταν ἡ Εὐχαριστία διαβάζεται στὸ ναὶ καὶ φυσικὰ παρίσταται ὁ ἱερέας), Ὁ Θεὸς οἰκτιρῆσαι ἡμᾶς… καὶ ἐν συνεχείᾳ γίνεται ἡ μικρὰ ἀπόλυσις. Ὁ λαϊκὸς ὅταν ἀναγινώσκει τὴν ἀκολουθία τῆς Εὐχαριστίας κατὰ μόνας εἰς τὸ σπίτι του, δὲν λέγει τὴν ἱερατικὴ ἀπόλυση, ἀλλὰ λέγει πάντοτε, ὅπως καὶ κατὰ τὴν ἔναρξη τό: «Δι’ εὐχῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν…».
Τέλος, πρέπει νὰ σημειώσουμε ὅτι ἡ ὅλη αὐτὴ ἐκτενὴς ἀκολουθία, καίτοι δὲν εἶναι ἐνταγμένη μέσα εἰς τὰ παλαιὰ χειρόγραφα λειτουργικὰ κείμενα καὶ ἰδιαιτέρως κατὰ τὶς Θεῖες Λειτουργίες, ὡστόσο ἡ ἀπὸ πολλῶν ἐτῶν εἰσαγωγή της εἰς τὰ λειτουργικὰ βιβλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας τὴν κατέστησε ὡς μιὰ πολὺ ἀγαπητὴ ἀκολουθία ὄχι μόνον τῶν μοναχῶν ἀπὸ τὴν παράδοση τῶν ὁποίων καὶ παρελήφθη, ἀλλὰ καὶ μεταξὺ τῶν πιστῶν ποὺ βρίσκουν μεγάλη πνευματικὴ ὠφέλεια κατὰ τὴν προετοιμασία τῆς Θείας Μεταλήψεώς τους. Ὡς ἐκ τούτου ὁ εὐλαβὴς πιστός, κληρικὸς καὶ λαϊκός, ὠφείλει νὰ τὴν ἀναγινώσκει καὶ πρὸ τῆς Θείας Μεταλήψεως καὶ μετὰ ἀπ’ αὐτήν. Ἐπίσης συμπληρωματικὰ θὰ πρέπει νὰ σημειώσουμε ὅτι ὁ μέλλων νὰ ἱερουργήσει τὰ Ἄχραντα Μυστήρια κληρικός, καθὼς καὶ ὁ κάθε λαϊκὸς πιστὸς ὀφείλει νὰ εἶναι καὶ σωματικὰ καθαρός, δηλ. νὰ εἶναι λουσμένος, νὰ μὴν ἔχει νύχια στὰ χέρια του. Μιὰ λεπτομέρεια κι αὐτὴ πολὺ σημαντικὴ γιὰ τὴν ἐν γένει πνευματικὴ καὶ σωματικὴ καθαρότητα τοῦ μεταλαμβάνοντος τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.
Ὁ ἱερεύς, ποὺ ποτὲ δὲν πρέπει νὰ παραμελεῖ τὴν πνευματική του προετοιμασία γιὰ τὰ Ἄχραντα Μυστήρια, ἐκτὸς τῶν ἀνωτέρω ὀφείλει νὰ ἔχει προετοιμάσει καὶ τὴν Ἁγία Πρόθεσή του μὲ καλὰ πρόσφορα, ζυμωμένα ἀπὸ πνευματικοὺς καὶ ἀγνωιστὲς ἀνθρώπους, μὲ τὸ ἀρίστης ποιότητος κόκκινο κρασί του (ποτὲ δὲν πρέπει νὰ χρησιμοποιεῖται ἐκ μέρους τῶν κληρικῶν λευκὸς οἶνος κατὰ τὴν Θεία Λειτουργία. Πάντοτε ὁ οἶνος πρέπει νὰ ἔχει χρῶμα κόκκινο, γιατὶ τὸ κόκκινο χρῶμα συμβολίζει τὸ ρεῦσαν αἷμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ κατὰ τὴ Σταύρωσή Του). Ἐπίσης ὀφείλει ὁ ἱερέας νὰ προετοιμάζει τὰ τῆς Ἁγίας Τραπέζης, ὅσον ἀφορᾶ τὸ μέρος τῆς εὐπρεπείας της, νὰ ἔχει τὸ καλὸ θυμίαμα, νὰ προετοιμασθεῖ γιὰ τὸ τυπικὸ μέρος τῆς Ἀκολουθίας, νὰ ἔχει μελετήσει τὸ Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα καὶ φυσικὰ νὰ μὴν ξεχάσει νὰ προετοιμάσει δύο-τρία λόγια ὡς κήρυγμα γιὰ τοὺς πιστούς του. Ὅλη ἡ ἀνωτέρω πνευματικὴ προετοιμασία ἐκ μέρους τοῦ κληρικοῦ τὸν καθιστᾶ ἄξιο ἱερουργὸ τῶν Μυστηρίων τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ γνήσιο μαθητή Του.

25. Ἡ ἀκολουθία εἰς Ἱερέα ἐνυπνιασθέντα

Στὸ « Ἱερατικὸν» λειτουργικὸν βιβλίον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ὑπάρχει μιὰ ἀκολουθία ἐπιλεγομένη «Ἀκολουθία εἰς Ἱερέα ἐνυπνιασθέντα» (Ἱερατικόν, ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἔκδ. Δ΄, Ἀθήνα 1992, σσ. 291-294). Πρόκειται γιὰ μιὰ ἐκτενὴ ἱκετευτικὴ ἀκολουθία ποὺ διαβάζεται ἀπὸ τὸν ἱερέα ὅταν κατὰ τὴν διάρκεια τῆς νύχτας συνέβη νὰ ἐνυπνιασθεῖ, δηλ. ἀκουσίως καὶ ἀσυνειδήτως νὰ φθάσει εἰς τὴν ἐκσπερμάτωσιν μὲ τὴν νυκτερινὴ προσβολὴ τοῦ διαβόλου διὰ τῶν λεγομένων νυκτερινῶν φαντασιῶν καὶ ἀπρεπῶν ὀνείρων. Ἡ ἀκολουθία αὐτὴ ἐμφανῶς προέρχεται ἀπὸ τὴ μοναστικὴ παράδοση. Γιὰ πρώτη φορὰ στὴ χειρόγραφη λειτουργικὴ παράδοση ἀπαντᾶται μόνο μία εὐχὴ ἐπιλεγομένη «Εὐχὴ ὅτε ἐνυπνιάζεται ἀδελφός» (βλ. Εὐχολόγιον Βαρβερινὸς κώδικας 336, 8ου αἰ. Ἔκδοση 2η, Parenti Stefano-Velkovska Elena, L’ Eucologio Barberini gr. 336, Edizioni Liturgiche, Roma 2000, σ. 216-217).
Ἡ εὐχὴ αὐτὴ ἔχει ὡς ἑξῆς:
«Πολυέλεε, εὔσπλαγχνε Κύριε, ἀκήρατε, ἀμόλυντε, μόνε ἀναμάρτητε, κάθαρον τὸν δοῦλον σου ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, καὶ ἄσπιλον ἀνάδειξον διὰ τῆς χάριτος τοῦ Χριστοῦ σου, καὶ ἁγίασον τῆ ἐπιφοιτήσει τοῦ ἁγίου σου Πνεύματος, ἵνα ἀνανήψας ἐκ τῆς ὀμίχλης τῶν ἀκαθάρτων φαντασιῶν τοῦ διαβόλου καὶ παντὸς πειρασμοῦ, καταξιωθῆ ἐν καθαρῶ συνειδότι προσελθεῖν καὶ ἀπογεύσασθαι τῶν φρικτῶν καὶ φοβερῶν σου μυστηρίων. Ὅτι σὺ εἶ ὁ εὐλογῶν καὶ ἁγιάζων τὰ σύμπαντα, ὁ Θεὸς ἡμῶν καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν τῶ Πατρὶ καὶ τῶ Υἱῶ καὶ τῶν ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».
Τελευταίως εἰσήχθη ὡς μία αὐτοτελῆς καὶ ἐκτενὴς ἀκολουθία στὴν ἔκδοση τῆς λειτουργικῆς φυλλάδας τοῦ «Ἱερατικοῦ» τῶν ἐκδόσεων τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (βλ. ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἔκδ. Δ΄, Ἀθήνα 1992, σσ. 291-294). Στὴ νέα ἔκδοση τοῦ «Ἱερατικοῦ» τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας δὲν συμπεριλαμβάνεται.
Ὁ διάβολος δὲν πειράζει μόνον τοὺς λαϊκούς, ἀλλὰ κυρίως πειράζει καὶ τοὺς κληρικούς. Ἡ ρεῦση ὡς φυσικὴ κίνηση τῆς καλῆς λειτουργίας τοῦ σώματος τοῦ ἀνθρώπου δὲν καταλογίζεται ὡς ἁμαρτία ἑκούσια, ἀλλὰ ἀκούσια. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία ἐπιτρέπει τὴν Θεία Μετάληψη στὸν ἱερέα καὶ τὸν λαϊκὸ ἐκεῖνο ποὺ παθαίνει ἐνυπνιασμὸ ἐξ αἰτίας σατανικῆς φαντασίας. Ἐὰν ὅμως ὁ ἐνυπνιασμὸς προέρχεται ἐκ πολυποσίας δὲν ἐπιτρέπεται στὸν κληρικὸ καὶ στὸν λαϊκὸ νὰ πλησιάσει τὰ Ἄχραντα Μυστήρια. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ δὲν ἐπιτρέπεται ἰδιαιτέρως στὸν Ἱερέα ἀποβραδὶς πρὸ τῆς τελέσεως τῆς Θείας Εὐχαριστίας νὰ οἰνοποτεῖ, ἀλλὰ ἐπιβάλλεται καὶ νὰ ἐγκρατεύεται καὶ ἐκ τῆς πολυφαγίας καὶ ἀπὸ κάθε σαρκικὴ σεξουαλικὴ ἐπιθυμία. Γιὰ τὰ παραπάνω ὑπάρχουν καὶ Ἱεροὶ Κανόνες ποὺ πρέπει νὰ τοὺς διαφυλάττει ὁ Ἱερέας.
Ἡ ἀκολουθία εἰς Ἱερέα ἐνυπνιασθέντα ἔχει ὡς ἑξῆς:
Μετὰ τὸν ἐνυπνιασμό, ἀμέσως ὁ Ἱερεὺς ἀνίσταται ἐκ τῆς κλίνης καὶ ἀρχίζει νὰ προσεύχεται. Βάζει Εὐλογητός, Τρισάγιον, Κύριε, ἐλέησον (12), Δεῦτε προσκυνήσωμεν (3), τὸν 50ο ψαλμό, τὸν ψαλμό: Κύριε εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου…, Ὁ Θεὸς εἰς τὴν βοήθειάν μου πρόσχες…, Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῶ…, Πιστεύω…, Ἄνες, ἄφες, συγχώρησον, ὁ Θεός, τὰ παραπτώματα ἡμῶν…, Τὸ Ἀπολυτίκιον καὶ τὸ Κοντάκιον τῆς ἡμέρας καὶ ἐν συνεχείᾳ τὰ Τροπάρια:
-Ἥμαρτον εἰς σὲ Σωτήρ…
-Κράζω σοι Χριστὲ Σωτήρ…
-Τὴν ταχεῖάν σου σκέπην καὶ τὴν βοήθειαν…
Τρισάγιον.
-Ὡς ὁ περιπεσὼν εἰς τοὺς ληστάς…
-Ὡς ὁ Ἄσωτος υἱός, ἦλθον κἀγὼ Οἰκτίρμων…
-Τοῖς τῶν ἐμῶν λογισμῶν λῃσταῖς περιπεσών…
-Ἐννοῶ τὴν ἡμέραν τὴν φοβεράν…
-Εἰς τὴν κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος…
Δόξα. Ἐγὼ ὑπάρχω τὸ δέντρον τὸ ἄκαρπον…
Καὶ νῦν. Ἐλπὶς τοῦ κόσμου ἀγαθή…
Κύριε, ἐλέησον (40).
Εὐχὴ τοῦ Μάρκου Μοναχοῦ:
-Ἄχραντε, ἀμόλυντε, πολυεύσπλαγχνε Κύριε…
Εὐχὴ ἑτέρα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου:
-Πολυεύσπλαγχνε, ἀκήρατε, ἀμόλυντε, ἄχραντε…
Εὐχὴ ἑτέρα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου:
Πάλιν ὑπεσκελίσθην ὁ τάλας τὸν νοῦν…
Καὶ κάνει ὁ ἱερέας 50 ἐδαφιαῖες μετάνοιες καὶ κατ’ αὐτὲς λέγει τό «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι, τῶ ἁμαρτωλῶ, καὶ ἐλέησόν με, διὰ τὸ ὄνομά σου τὸ ἅγιον» ἤ τό «Ἥμαρτόν σοι, Κύριε, συγχώρησόν μοι, τῶ ἀσώτῳ».
Εἶτα λέγει τό «Ὁ ἐν παντὶ καιρῶ…», Τὴν Τιμιωτέραν… καὶ τὴν εὐχήν «Δέσποτα Θεέ, πάτερ, παντοκράτορ…», Τρισάγιον, Κύριε, ἐλέησον (12), Τὴν Τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ…, Τῆ ὑπερμάχῳ καὶ γίνεται ἡ Ἀπόλυσις.
Ἐν κατακλείδι σημειώνουμε ὅτι ἡ ἀκολουθία αὐτὴ παρόλο ποὺ μπορεῖ νὰ φαίνεται ὅτι εἶναι ἐπίπονη καὶ κουραστική, ὠστόσο διαφυλάττει κάτι πολὺ σημαντικὸ γιὰ τὸν Ἱερέα. Αὐτὸ εἶναι ἡ μετὰ πάσης εὐλαβείας καὶ φόβου προσέγγισις τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ἡ εὐλάβεια εἶναι μιὰ συστολὴ ποὺ ὀφείλει νὰ αἰσθάνεται ὁ κάθε Ἱερέας ὅταν πλησιάζει τὰ Ἅγια τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἐὰν χαθεῖ αὐτὴ ἡ εὐλάβεια τότε ὁ κληρικὸς κινδυνεύει νὰ συμπεριφέρεται ὡς ἐπαγγελματίας καὶ ὄχι σὰν ὑπουργὸς τῶν Ἁγίων Μυστηρίων τοῦ ἐν Τριάδι Κυρίου μας. Τότε ὁ Ἱερέας ἐκτὸς τοῦ ὅτι δέχεται τὴν ἀποστροφὴ τοῦ Κυρίου μας, γίνεται καὶ ἀφορμὴ μεγάλου σκανδαλισμοῦ τοῦ πιστοῦ λαοῦ. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ὀφείλει ὁ Ἱερέας ὄχι μόνον νὰ προετοιμάζεται πνευματικὰ γιὰ τὴν ἐπιτέλεση τῶν Ἱερῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλὰ καὶ νὰ μετέχει πρωτίστως τοῦ ταπεινωτικοῦ μυστηρίου τῆς Ἐξομολογήσεως, τῆς συντριβῆς καὶ καταλλαγῆς, ἐνῶ πρέπει καὶ οἱ παρέες τοῦ Ἱερέως νὰ εἶναι ὅσο γίνεται πνευματικὲς καὶ ὄχι κοσμικές. Ὅσο καλὴ θέληση καὶ καλὴ διάθεση νὰ ἔχει κάποιος λαϊκὸς ποὺ πλησιάζει τὸν Ἱερέα, ὀφείλει ὁ Ἱερέας νὰ κρατάει ἀποστάσεις ἀσφαλείας ἀπὸ τοὺς πιστούς του γιατὶ δὲν γνωρίζει μὲ ποιὸ τρόπο μπορεῖ νὰ σκανδαλισθεῖ κάποιος λαϊκὸς ἐξαιτίας λανθασμένων πράξεων, ὁμιλιῶν καὶ κινήσεών του, ἤ ἀκόμη-πρᾶγμα ποὺ εἶναι καὶ πιὸ ἐπικίνδυνο- μπορεῖ νὰ κινδυνεύει νὰ κοσμικοποιηθεῖ καὶ ὁ ἴδιος ἐπηρεαζόμενος ἀπὸ τὸν κοσμικὸ τρόπο σκέψης ἐκείνων μὲ τοὺς ὁποίους ἀρέσκεται νὰ κάνει παρέα.

26. Ἡ ἀκολουθία τοῦ ἀρραβώνα καὶ τὸ μυστήριον τοῦ Γάμου

Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ εὐχάριστα μυστήρια τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας εἶναι καὶ ὁ Γάμος, ἡ σύζευξη δύο προσώπων, τοῦ ἄνδρα καὶ τῆς γυναίκας. Τὸ μυστήριο τοῦ Γάμου τελεῖται πάντοτε στὸ Ναὸ συναπτὰ σήμερα μὲ τὴν ἀκολουθία τοῦ Ἀρραβώνα. Σὲ παλαιότερες ἐποχὲς ὁ ἀρραβώνας καὶ ὁ Γάμος τελοῦνταν ξεχωριστά, καὶ πάντοτε ἱερολογημένα, δηλ. μὲ τὴν παρουσία καὶ τὴν εὐλογία τοῦ ἱερέα. Αὐτὸ ὅμως ἔπαψε νὰ γίνεται καὶ σήμερα δὲν ἐπιτρέπεται σὲ ἱερέα νὰ τελεῖ τὸν ἀρραβῶνα στὰ σπίτια, οὔτε καὶ νὰ εὐλογεῖ τὶς βέρες τῶν μελλονύμφων μὲ τὰ λόγια τῆς ἀκολουθίας τοῦ ἀρραβώνα. Ὁ Ἀρραβώνας τελεῖται κανονικὰ στὸ κέντρο τοῦ ναοῦ καθὼς ἐπίσης ἀκολουθεῖ στὸν ἴδιο τόπο καὶ ἡ τέλεση τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου. Καὶ τὶς δύο ἀκολουθίες, ἀρραβώνα καὶ γάμο, τελεῖ μόνον ὁ ἐπίσκοπος καὶ ὁ ἱερέας. Ὁ διάκονος δὲν μπορεῖ νὰ τελέσει κανένα μυστήριο καὶ καμμία ἀκολουθία τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ διάκονος ἁπλῶς παρίσταται σὲ ὅλα τὰ μυστήρια καὶ ἀκολουθίες ὡς βοηθὸς τοῦ πρεσβυτέρου ἤ τοῦ ἐπισκόπου. Ὅλα τὰ μυστήρια καὶ οἱ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας πρέπει νὰ τελοῦνται ἀπὸ κανονικὰ χειροτονημένους πρεσβυτέρους καὶ διακόνους.
Ὁ ἱερεὺς κατὰ τὴν προσέλευση τῶν μελλονύμφων στὸ ναό, ἐξέρχεται στὴν εἴσοδο τοῦ Ναοῦ μετὰ τοῦ Ἱεροῦ Εὐαγγελίου καὶ ὑποδέχεται τοὺς μελλονύμφους φορώντας λευκὰ ἄμφια, δηλ. ἐπιτραχήλιον καὶ φελώνιον (κάτω ἀπὸ αὐτὰ τὰ ἄμφιά του φορεῖ πάντοτε τὸ ἐξώρασον). Ἀμέσως, ἐκεῖ στὴν εἴσοδο τοῦ Ναοῦ, ἀσπάζονται οἱ μελλόνυμφοι τὸ Ἅγιον Εὐαγγέλιον καὶ τὴν δεξιὰ χεῖρα τοῦ ἱερέως. Ἀκολούθως ὁ Ἱερέας βαστᾶ τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον στὰ δεξιά του καὶ μὲ τὸ ἀριστερὸ χέρι βαστᾶ τὸ δεξὶ χέρι τοῦ γαμπροῦ. Ὁ δὲ γαμβρὸς μὲ τὸ ἀριστερὸ χέρι του βαστᾶ τὸ δεξὶ χέρι τῆς νύμφης. Ἀμέσως σχηματίζεται πομπὴ εἰσόδου στὸ ναὸ ἀπὸ τὸν κεντρικὸ διάδρομο, τὸν ἐπιλεγόμενο καὶ βασιλικό, καθότι ἀπ’ αὐτὸν τὸν διάδρομο γίνεται ἡ πορεία τῆς εἰσόδου τοῦ Εὐαγγελίου τῆς Μικρᾶς Εἰσόδου καθὼς ἐπίσης καὶ τῆς Μεγάλης Εἰσόδου τῶν Ἁγίων. Κατὰ τὴν πομπὴ αὐτὴ κατὰ τὴν ὁποία προπορεύεται τὸ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο οἱ ψάλτες ψάλλουν σήμερα τὸν ὑπέροχο ὕμνο πρὸς τὴν Παναγία, τό Ἄξιον ἐστί…. Στὸ κέντρο τοῦ Ναοῦ, συνήθως κάτω ἀπὸ τὸν κεντρικὸ πολυέλαιο, ἤ στὸ σολέα τοῦ Ναοῦ ὅπου τελοῦνται ὅλα τὰ μυστήρια καὶ οἱ ἱερὲς ἀκολουθίες τῶν πιστῶν ἔχει εὐτρεπισθεῖ ἕνα τραπέζι (συνήθως τετράγωνο εἰς θέσιν τῆς ἁγίας Τραπέζης). Ἐπάνω στὸ τραπέζι τοποθετεῖ μὲ τὰ χέρια του ὁ ἱερέας τὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον καὶ ἐπάνω αὐτοῦ θέτει τὰ στέφανα τῶν μελλονύμφων καθὼς καὶ τὰ δακτυλίδια, ἐνῶ πρὸ αὐτοῦ ὁ νεωκόρος ἔχει τοποθετήσει ἕνα δίσκο μὲ τὸ ποτήριον καὶ τὴ φιάλη τοῦ οἴνου. Κοντὰ στὸ τραπέζι τοποθετοῦνται τελευταίως καὶ δύο στολισμένες λαμπάδες. Στὴ χειρόγραφη λειτουργικὴ παράδοση τὶς λαμπάδες βαστοῦσαν πάντοτε οἱ μελλόνυμφοι. Σήμερα συνηθίζεται μικρὲς λαμπαδίτσες νὰ βαστοῦν καὶ οἱ παράνυμφοι.
Ὁ γαμπρὸς στέκεται πάντοτε στὰ δεξιὰ τῆς νύφης, ἐνῶ οἱ παράνυμφοι ἔνθεν καὶ ἔνθεν αὐτῶν.

Αρραβώνας
Ὁ ἱερέας κατὰ τὴν ἱερολογία τοῦ ἀρραβώνα ὅπως καὶ τοῦ γάμου στέκεται ἐπὶ τῆς Ὡραίας Πύλης. Σὲ μερικὰ μέρη συνηθίζεται ὁ ἱερέας νὰ στέκεται δίπλα στὸ τραπέζι τῶν μελλονύμφων.
Ὁ ἱερέας βάζει Εὐλογητός κι ἀκολουθεῖ μιὰ μεγάλη Συναπτή, δηλ. μιὰ σειρὰ μὲ αἰτήματα ὑπὲρ τῶν μελλονύμφων. Ἐν συνεχείᾳ μετὰ τὴν ἐκφώνηση ἀκολουθεῖ μία εὐχὴ «Ὁ Θεὸς ὁ αἰώνιος…». Ἀκολουθεῖ ἡ εὐχὴ τῆς εὐλογίας τῶν μνήστρων. Σημειώσαμε προηγουμένως ὅτι τὰ μνήστρα, δηλ. τὰ δακτυλίδια, ὁ ἱερέας πρὸ τῆς ἐνάρξεως τῆς ἀκολουθίας τοῦ ἀρραβώνα τὰ ἔχει τοποθετήσει ἐπάνω στὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον μαζὶ μὲ τὰ στέφανα. Ὅπως διαβάζει τὴν εὐχὴ καὶ στὸ σημεῖο «εὐλόγησον τὰ μνήστρα ταῦτα» εὐλογεῖ διὰ τῆς δεξιᾶς του τὰ δακτυλίδια σταυροειδῶς. Κατόπιν ἀφοῦ τελιώσει τὴν εὐχὴ ὁ ἱερέας λαμβάνει στὴ δεξιά του χεῖρα ἐπὶ τῶν τριῶν δακτύλων ποὺ σχηματίζει τὸ σύμβολον τοῦ Σταυροῦ καὶ σταυρώνει τρεῖς φορὲς τὰ δακτυλίδια ἐπὶ τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου, ἐπιλέγοντας κάθε φορὰ το «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν», φανερώνοντας πὼς ὅσα πράττει ἔχοντας τὸ χάρισμα τῆς εἰδικῆς ἱερωσύνης τὰ ἐνεργεῖ ὁ ἴδιος ὁ ἐν Τριάδι Θεός μας. Ἀκολούθως ὁ ἱερέας σχηματίζει ἐπὶ τοῦ μετώπου τοῦ γαμπροῦ σταυρὸν μὲ τὰ δακτυλίδια λέγοντας «Ἀρραβωνίζεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ (τάδε)» καὶ μετὰ συνεχίζει κάνοντας σταυρὸ ἐπὶ τοῦ μετώπου τῆς νύφης λέγοντας «τὴν δούλην τοῦ Θεοῦ (τάδε)». Αὐτὸ τὸ κάνει τρεῖς φορές. Ἔπειτα ξεκινᾶ ἀπὸ τὴ νύφη καὶ λέγοντας τό «Ἀρραβωνίζεται ἡ δούλη τοῦ Θεοῦ (τάδε)» σχηματίζοντας ταυτόχρονα τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ μὲ τὰ δακτυλίδια ἐπὶ τοῦ μετώπου τῆς νύφης καὶ λέγοντας τό «τὸν δοῦλον τοῦ Θεοῦ (τάδε)» φέρνει τὰ δακτυλίδια ἐπὶ τοῦ μετώπου τοῦ γαμπροῦ καὶ σχηματίζει καὶ πάλι τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Κι αὐτὸ τὸ πράττει ὁ ἱερέας τρεῖς φορές. Ἀφοῦ ὁ ἱερέας τελειώσει βάζει στοὺς παραμέσους δακτύλους τῶν μελλονύμφων τὰ δακτυλίδια καὶ ἔπειτα τὰ λαμβάνει στὰ χέρια του ὁ παράνυμφος καὶ τὰ ἀλλάσσει τρεῖς φορὲς σταυρωτά. Στὸ τέλος τὰ τοποθετεῖ στὰ δάκτυλά τους. Ὁ ἱερέας κατὰ τὴν ὥρα ποὺ ὁ παράνυμφος ἀλλάσσει τὰ δακτυλίδια διαβάζει τὴν εὐχή «Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ τῶ παιδὶ τοῦ Πατριάρχου…». Μετὰ τὸ πέρας τῆς εὐχῆς ὁ ἱερέας κάνει μιὰ σύντομη ἐκτενὴ καὶ τὴν ἀπόλυση. Συνήθως σήμερα ἐκ πνεύματος οἰκονομίας καὶ συντομεύσεως ἡ ἐκτενὴς καὶ ἡ Ἀπόλυση τοῦ ἀρραβώνα δὲν γίνεται καὶ λέγονται εὐθὺς ἀμέσως οἱ στίχοι «Μακάριοι πάντες οἱ φοβούμενοι τὸν Κύριον κ.λ.π.». Καλόν εἶναι ὅμως διὰ τὴν τάξιν τῶν πραγμάτων νὰ λέγεται καὶ ἡ ἐκτενὴς καὶ ἡ Ἀπόλυση καθότι μετὰ τὴν ἀκολουθία τοῦ ἀρραβώνα ἕπεται ἡ τέλεση τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου. Κανονικὰ στὸ σημεῖο αὐτὸ γίνεται καὶ θυμίαμα. Σήμερα ὅμως αὐτὸ δὲν γίνεται.

Γάμος
Ἡ ἀκολουθία τοῦ γάμου εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ μυστήρια τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Ὁ Ἱερεὺς στέκεται κατὰ τὴν ἔναρξη τοῦ μυστηρίου ἔμπροσθεν τοῦ τραπεζίου ποὺ τοποθετεῖται ἐπὶ τούτῳ κατὰ τὸ μυστήριον τοῦ γάμου στὸ κέντρο τοῦ σολέα τοῦ ναοῦ. Ὁ ἱερέας στραμμένος πρὸς ἀνατολὰς ἀφοῦ πρῶτα κάνει τρία προσκυνήματα ἔπειτα ἀσπάζεται τὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον τὸ ὁποῖον λαμβάνει στὰς χεῖρας του καὶ κάνει τὴν ἔναρξη τοῦ ἱεροῦ μυστηρίου διὰ τῆς ἐκφωνήσεως «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία…». Οἱ μελλόνυμφοι κατ’ αὐτὴν τὴν στιγμὴ στέκονται πίσω ἀκριβῶς ἀπὸ τὸν ἱερέα. Ἀφοῦ σταυροειδῶς ὁ ἱερέας ἐκφωνήσει τὴν ἔναρξη καὶ σταυρώσει διὰ τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου τὴν Τράπεζα ἐπιδίδει τὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον στοὺς μελλονύμφους καὶ στοὺς παρανύμφους γιὰ ἀσπασμό. Κατόπιν ὁ ἱερέας ἐκφωνεῖ ἅπασα τὴν μεγάλη Συναπτὴ καὶ μετὰ τὴν ἐκφώνηση διαβάζει ὁ ἱερέας τρεῖς εὐχές, «Ὁ Θεὸς ὁ ἄχραντος, καὶ πάσης κτίσεως δημιουργός…», «Εὐλογητὸς εἶ, Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν…» καὶ «Ὁ Θεὸς ὁ ἅγιος, ὁ πλάσας ἐκ χοὸς τὸν ἄνθρωπον…». Κατὰ τὴν ἀπαγγελία τῆς τρίτης εὐχῆς καὶ εἰς τὸ σημεῖον τῶν λόγων «καὶ ἅρμοσον τὸν δοῦλον σου (τόνδε) καὶ τὴν δούλην σου (τήνδε)» ὁ ἱερεὺς λαμβάνει τὰ δεξιὰ χέρια τῶν μελλονύμφων καὶ τὰ ἑνώνει. Ἐν συνεχείᾳ μετὰ τὸ πέρας τῆς τρίτης εὐχῆς ὁ ἱερέας λαμβάνει στὴ δεξιά του χεῖρα τὰ στέφανα τὰ ὁποῖα ἀπὸ νωρὶς πρὸ τῆς ἐνάρξεως τῆς ἱερολογίας τοῦ γάμου βρίσκονται ἐπὶ τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου καὶ τὰ σταυρώνει τρεῖς φορὲς ἐπ’ αὐτοῦ (δηλ. τοῦ Εὐαγγελίου) ἐπιλέγοντας κάθε φορὰ τό «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν.» φανερώνοντας πὼς ὅσα πράττει ἔχοντας τὸ χάρισμα τῆς εἰδικῆς ἱερωσύνης τὰ ἐνεργεῖ ὁ ἴδιος ὁ ἐν Τριάδι Θεός μας. Κατόπιν ὁ ἱερέας στρέφεται πρὸς τὸν Νυμφίον (=γαμβρός) καὶ διὰ τῶν στεφάνων ποὺ βαστᾶ στὴ δεξιά του χεῖρα σχηματίζει τὸ σύμβολον τοῦ Σταυροῦ μὲ τὰ στέφανα ἐπὶ τοῦ μετώπου τοῦ γαμπροῦ λέγοντας: «Στέφεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ (τάδε)» καὶ μετὰ συνεχίζει κάνοντας σταυρὸ ἐπὶ τοῦ μετώπου τῆς νύφης λέγοντας «τὴν δούλην τοῦ Θεοῦ (τάδε)». Αὐτὸ τὸ κάνει τρεῖς φορές. Ἔπειτα ξεκινᾶ ἀπὸ τὴ νύφη καὶ λέγοντας τό «Στέφεται ἡ δούλη τοῦ Θεοῦ (τάδε)» σχηματίζοντας ταυτόχρονα τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ μὲ τὰ στέφανα ἐπὶ τοῦ μετώπου τῆς νύφης καὶ λέγοντας τό «τὸν δοῦλον τοῦ Θεοῦ (τάδε)» φέρνει τὰ στέφανα ἐπὶ τοῦ μετώπου τοῦ γαμπροῦ καὶ σχηματίζει καὶ πάλι τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Κι αὐτὸ τὸ πράττει ὁ ἱερέας τρεῖς φορές. Ἀφοῦ ὁ ἱερέας τελειώσει βάζει τὰ στέφανα ἐπὶ τῶν κεφαλῶν τῶν νεονύμφων καὶ ἔπειτα τὰ λαμβάνει στὰ χέρια του ὁ παράνυμφος καὶ τὰ ἀλλάσσει τρεῖς φορὲς σταυρωτά. Στὸ τέλος τοποθετεῖ τὰ στέφανα ἐπὶ τῶν κεφαλῶν τῶν νεονύμφων. Ὁ ἱερέας κατὰ τὴν ὥρα ποὺ ὁ παράνυμφος ἀλλάσσει τὰ στέφανα ψάλλει μία φορὰ τό «Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, δόξῃ καὶ τιμῆ στεφάνωσον αὐτούς» καὶ ὁ χορὸς τῶν ἱεροψαλτῶν τὸ ἐπαναλαμβάνει ἄλλες δύο. Κατόπιν ὁ ἀναγνώστης ἐμμελῶς ἀναγινώσκει τὸ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ἀπὸ τὴν Πρὸς Ἐφεσίους Ἐπιστολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου (Κεφ. 5, 20-33). Ἐν συνεχείᾳ ὁ χορὸς ψάλλει τὸ Ἀλληλουάριον εἰς ἦχον πλ. Α’. Κατόπιν ὁ ἱερέας ἐμμελῶς ἀναγινώσκει τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀπὸ τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιον (Κεφ. 2, 1-11). Εἰς τὸ σημεῖον τοῦ Εὐαγγελικοῦ λόγου «καὶ ἐγέμισαν αὐτὰς ἕως ἄνω» ὁ διάκονος ἤ -ἐλλείψει αὐτοῦ- ὁ νεωκόρος γεμίζει τὸ ποτήριον τῶν νεονύμφων μὲ κρασὶ ἀπὸ τὴν ὑδρία τοῦ οἴνου ποὺ βρίσκεται ἐπὶ τῆς τραπέζης. Μετὰ τὸ πέρας τοῦ Εὐαγγελίου ὁ ἱερέας κάνει τὴν ἐκτενή «Εἴπωμεν πάντες ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς…» καὶ μετὰ τὴν ἐκφώνηση ὁ ἱερέας λέγει τὴν εὐχή «Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ ἐν τῆ σωτηριώδει σου οἰκονομίᾳ…». Μετὰ τὴν ἐκφώνηση τῆς εὐχῆς ὁ ἱερέας λέγει το: «Ἀντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον…» καὶ τὸ «Καταξίωσον ἡμᾶς, Δέσποτα…» ἀκολουθεῖ ἡ ἐπαγγελία τῆς Κυριακῆς προσευχῆς «Πάτερ ἡμῶν…» ἀπὸ κλῆρο καὶ λαό, παροτρύνοντας ὁ ἱερέας νὰ τὸ ἀπαγγέλουν καὶ οἱ νεόνυμφοι καθὼς καὶ οἱ παράνυμφοί τους. Μετὰ τὴν ἐκφώνηση καὶ τὴν εἰρήνευση ὑπὸ τοῦ ἱερέως καὶ τὴν πρόσκληση γιὰ κεφαλοκλισία ὁ ἱερέας λέγει τὴν εὐχήν τοῦ ποτηρίου «Ὁ Θεός, ὁ πάντα ποιήσας τῆ ἰσχύϊ σου…» εὐλογώντας ταυτόχρονα κατ’ αὐτὴν τὸ ποτήριον μετὰ τοῦ οἴνου. Μετὰ τὴν ἐκφώνηση ὁ ἱερέας ἐπιδίδει στοὺς νεονύμφους τὸ λεγόμενον Κοινὸν Ποτήριον. Ἀπ’ αὐτὸ πίνουν ἀπὸ τρεῖς φορὲς ὁ γαμπρὸς καὶ ἡ νύφη. Σὲ μερικὰ μέρη συνηθίζεται ἐξ αὐτοῦ τοῦ ποτηρίου νὰ πίνει καὶ ὁ παράνυμφος. Κατὰ τὴν ὥρα ποὺ ἑτοιμάζεται πρῶτος ὁ γαμπρὸς νὰ πιεῖ ἀπὸ τὸ ποτήριον ὁ ἱερέας ἤ ὁ χορὸς ψάλλει τό «Ποτήριον σωτηρίου λήψομαι, καὶ τὸ ὄνομα Κυρίου ἐπικαλέσομαι». Μόλις τελειώσει ἡ πόσις ἐκ τοῦ κοινοῦ ποτηρίου ὁ ἱερέας λαμβάνει στὴ δεξιά του χεῖρα τὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον καὶ μὲ τὸ ἀριστερό του χέρι λαμβάνει τὰ ἑνωμένα χέρια τῶν νεονύμφων καὶ σχηματίζει κυκλικὸ χορό. Ὁ παράνυμφος στέκεται ἀκριβῶς ὄπισθεν τῶν νεονύμφων καὶ βαστᾶ καὶ μὲ τὰ δύο του χέρια τὰ Στέφανα. Ὁ κυκλικὸς χορὸς γίνεται γύρωθεν τοῦ εὑρισκομένου τραπεζίου τοῦ γάμου στὸ κέντρο, στὸν σολέα τοῦ ναοῦ. Κατὰ τὸ κυκλικὸ χορὸ ὁ ἱερέας ἤ ὁ χορὸς τῶν ψαλτῶν ψάλλουν τὰ τρία τροπάρια, ἕνα σὲ κάθε κύκλο, ἤτοι: «Ἡσαϊα χόρευε…», «Ἅγιοι Μάρτυρες, οἱ καλῶς ἀθλήσαντες…» καὶ «Δόξα σοι Χριστὲ ὁ Θεός, Ἀποστόλων καύχημα…». Ἔπειτα ὁ ἱερεὺς διαβάζει τὴν εὐχήν: «Ὁ Θεός, ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ παραγενόμενος ἐν Κανᾶ…». Στὸ σημεῖο τῆς εὐχῆς: «ἀνάλαβε τοὺς στεφάνους αὐτῶν» ὁ ἱερεὺς λαμβάνει ἀπὸ τὰ κεφάλια τῶν νεονύμφων τὰ στέφανα καὶ τὰ ἀποθέτει στὴν ἁγία Τράπεζα ἤ στὸ τραπέζιον τοῦ γάμου. Σὲ μερικὰ μέρη εἴθισται ὁ ἱερεὺς νὰ μὴν λαμβάνει τὰ στέφανα τῶν νεονύμφων ἀπὸ τὰ κεφάλια τους. Αὐτὸ γίνεται γιὰ νὰ τὰ ἀσπάζονται οἱ συγγενεῖς καὶ οἱ φίλοι κατὰ τοὺς χαιρετισμοὺς μετὰ τὸ πέρας τοῦ γάμου. Ἀκολούθως ὁ ἱερεὺς δίδει τὴν Εἰρήνη καὶ ἀκολουθεῖ κεφαλοκλισία μὲ τὴν εὐχή: «Ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα…». Τέλος γίνεται ἡ ἀπόλυσις μὲ τὴν χαρακτηριστικὴ φράση: «Ὁ διὰ τῆς ἐν Κανᾶ ἐπιδημίας τίμιον ἀναδείξας τὸν γάμον, Χριστὸς ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ἡμῶν…» καὶ ἀκολουθεῖ ἡ σειρὰ τῶν ἐνδόξων Ἀποστόλων καθὼς καὶ τῶν Θεοστέπτων βασιλέων καὶ ἰσαποστόλων Κων/νου καὶ Ἑλένης καὶ τοῦ ἁγίου μεγαλομάρτυρος Προκοπίου καὶ πάντων τῶν ἁγίων. Τὸ μυστήριον τοῦ γάμου τελειώνει μὲ τὸ Δι’ εὐχῶν καὶ ἐν συνεχείᾳ γίνεται ὁ ἀσπασμὸς τῶν νεονύμφων ἀπὸ τοὺς παρισταμένους συγγενεῖς καὶ φίλους.
Ἐξ ἀγράφου καὶ χωρὶς πνευματικὰ ἐρείσματα συνηθίζεται λανθασμένα νὰ πιστεύεται ἀπὸ κάποιους πιστοὺς ὅτι κατὰ τὴν ὥρα τοῦ χοροῦ τοῦ Ἠσαϊα πρέπει νὰ ρίπτεται ρύζι στοὺς νεονύμφους μὲ τὴ σκέψη καὶ δικαιολογία ὅτι ἔτσι ριζώνει ὁ γάμος. Αὐτὸ εἶναι λάθος. Ἡ θεμελίωση τοῦ γάμου γίνεται μὲ τὴν προσευχή, τὴν πίστη στὸν ἐν Τριάδι Θεό μας, μὲ τὴν ὑπακοή, τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ὑποχωρητικότητα. Ἐπειδὴ τὸ ἔθιμο αὐτὸ ἔχει κάπως περάσει στραβὰ στὶς συνήθειες τῶν πιστῶν μας καλὸν εἶναι νὰ ἀποτρέπεται ἡ ρίψις ρυζιοῦ ἐντὸς τοῦ ναοῦ γιὰ νὰ μὴ διακωμωδεῖται τὸ μυστήριον, καὶ νὰ ἐπιτρέπεται ἐντελῶς ἀνεκτικὰ κατὰ τὴν ἔξοδο τῶν νεονύμφων ἀπὸ τὸ ναό, δηλ. μόνον στὸ προαύλιον.
Ἐκ κακῆς καὶ λανθασμένης συνηθείας συνηθίζουν κάποιοι γαμπροὶ ἤ νύφες νὰ πατοῦν τὸ πόδι τοῦ μελλοντικοῦ συζύγου τους μὲ τὸ σκεπτικὸ ὅτι ἔτσι θὰ ὑπερισχύσουν στὸ γάμο τους ὡς προσωπικότητες. Μιὰ ἄκρως ὑποτιμητικὴ γιὰ τὸ ζεῦγος πράξη καθότι προκαλεῖ ἐντὸς τοῦ μυστηρίου γέλωτες καὶ πολλὰ εὐτράπελα. Ὁ ἱερέας θὰ πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ ἀποτρέπει τέτοιες πράξεις καὶ νὰ τονίζει στοὺς μελλονύμφους τὸν σεβασμὸ τοῦ ἑνὸς πρὸς τὸν ἄλλον.
Ἐκ παραδόσεως, ὅπως τὸ σημειώσαμε καὶ προηγουμένως, εἴθισται σὲ μερικὰ μέρη νὰ δίδεται ἀπὸ τὸν ἱερέα στὸν παράνυμφο-κουμπάρο τὸ κοινὸ ποτήριο τῶν μελλονύμφων, δηλ. νὰ πίνει ὁ παράνυμφος ἀπὸ τὸ κρασί. Αὐτὸ δὲν εἶναι κάτι τὸ μεμπτό. Ἴσα ἴσα φανερώνει ὅτι ὁ παράνυμφος εἶναι πολὺ σημαντικὸ πρόσωπο γιὰ τὴ στερέωση καὶ τὴ θεμελίωση τοῦ γάμου τῶν μελλονύμφων.
Ὁ ἱερέας κατὰ τὸν ἀρραβώνα καὶ κατὰ τὸ μυστήριο τοῦ γάμου φορεῖ ἀπαραιτήτως τὸ ἐξώρασόν του, τὸ ἐπιτραχήλιον καὶ τὸ φελώνιον. Ὁ δὲ διάκονος φορεῖ τὴν διακονική του στολή, δηλ. τὸ στιχάριον καὶ τὸ ὀράριόν του. Οἱ ἱερομόναχοι φέρουν κι αὐτοὶ τὸ ἐπιτραχήλιον καὶ τὸ φελώνιόν τους καὶ ὄχι μόνον τὸ ἐπιτραχήλιόν τους.
Στὸ τέλος τοῦ γάμου ἀπαραιτήτως ὀφείλουν οἱ νεόνυμφοι νὰ ὑπογράψουν τὸ πιστοποιητικὸν τελέσεως τοῦ γάμου τους ἐνώπιον τοῦ τελέσαντος τὸ μυστήριον κληρικοῦ καθὼς ἐπίσης ὑπογράφουν καὶ οἱ παράνυμφοι.

Ευχή επί λύσιν στεφάνων την όγδοη ημέρα
Στὸ Εὐχολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ὑπάρχει μιὰ πολὺ σύντομη ἀκολουθία γιὰ τοὺς νεονύμφους ἡ ὁποία διαβάζεται κατὰ τὴν ὀγδόη ἡμέρα ἀπὸ τῆς τελέσεως τοῦ γάμου τους. Αὐτὴ ἡ εὐχὴ φέρει τὴν ὀνομασία ὡς «Εὐχὴ ἐπὶ λύσιν στεφάνων τῆ ὀγδόῃ ἡμέρᾳ». Πρόκειται γιὰ ἕνα ζεῦγος εὐχῶν. Ἡ πρώτη εὐχή: «Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ τοῦ ἐνιαυτοῦ τὸν στέφανον εὐλογήσας…» διαβάζεται στοὺς νεονύμφους γιὰ τὴν εὐλογία τῆς συζυγικῆς συνάφειας ὥστε αὐτὴ νὰ διατηρηθεῖ ἀδιάσπαστη καθ’ ὅλα τὰ χρόνια τῆς ἐπιγείου ζωῆς των. Ἀκολουθεῖ ἡ δεύτερη εὐχὴ μὲ τὴν προτροπὴ τῆς κεφαλοκλισίας «Σύμφωνα καταντήσαντες οἱ δοῦλοί σου, Κύριε…» εἶναι μιὰ συνέχεια τῆς πρώτης εὐχῆς κατὰ τὴν ὁποία ὑπενθυμίζεται στοὺς νεονύμφους ὅτι ὁ γάμος τους τελέσθηκε ὅπως ὁ γάμος τῆς Κανᾶ τῆς Γαλιλαίας, ὅπου ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εὐλόγησε τοὺς νεονύμφους, ἔτσι καὶ τώρα συνέβη καὶ στὸν δικό τους γάμο, ὅπου κι ἐδῶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τοὺς εὐλόγησε. Ἡ δὲ συστολὴ τῶν συμβόλων τῶν στεφάνων τους ποὺ γίνεται αὐτὴ τὴ στιγμὴ ἀπὸ τὸν ἱερέα εὔχεται ἡ Ἐκκλησία νὰ γίνει πρὸς δόξαν τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ μας.
Ὁ ἱερέας βάζει Εὐλογητός, Τρισάγιον, τὸ ἀπολυτίκιον τῆς ἡμέρας ἤ τὰ ἀπολυτίκια τῶν Ἁγίων τὰ ὀνόματα τῶν ὁποίων φέρουν οἱ νεόνυμφοι, Ἐκτενή: «Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεός…» καὶ οἱ δύο προαναφερθεῖσες εὐχές καὶ στὸ τέλος κάνει τὴν Ἀπόλυση.
Αὐτὴ ἡ μικρὴ ἀκολουθία τῆς ὀγδόης ἡμέρας ἐπὶ τὴν λύσιν τῶν στεφάνων τῶν νεονύμφων σήμερα δὲν τελεῖται καὶ θὰ πρέπει καὶ πάλι νὰ βρεῖ τὴ θέση της στὴ ζωὴ τῶν νεονύμφων. Εἶναι δὲ θὰ λέγαμε μιὰ καλὴ εὐκαιρία γιὰ τὸν ἱερέα νὰ κρατήσει μιὰ ἐπαφὴ μὲ τὸ νέο εὐλογημένο ζευγάρι κάτι ποὺ θὰ εἶναι ἀπαραίτητο γιὰ τὴν πνευματικὴ οἰκοδομή τους καὶ τὴν καλλιέργεια τῆς Ὀρθοδόξου πνευματικότητάς τους. Ὁ ἱερέας μπορεῖ κατ’ αὐτὴν τὴν συνάντηση νὰ τοὺς ὁμιλήσει γιὰ τὴ σημασία τοῦ Ὀρθοδόξου γάμου, γιὰ τὰ ἱερὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ τὴν ἐξομολόγηση, γιὰ τὴν Θεία Κοινωνία καθὼς ἐπίσης νὰ τοὺς ὑπενθυμίσει ὅτι κι αὐτοὶ ὡς χριστιανοὶ εἶναι μέλη τῆς ἐνορίας καὶ μποροῦν νὰ δραστηριοποιηθοῦν κοντὰ στὸ Χριστὸ καὶ τὴν ἁγία Του Ἐκκλησία.

27. Συνάντηση μιας νύφης με άλλη νύφη στο ναό, τι σημαίνει αυτό;

Το ερώτημα αυτό εντάσσεται μέσα στις προλήψεις του λαού μας. Ευθύς εξ αρχής πρέπει να σημειώσουμε ότι το να συναντηθεί μια νύφη με μια άλλη νύφη δεν είναι κάτι το κακό, είναι ίσα ίσα μια μεγάλη ευλογία και χαρά. Άλλωστε στα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού πληροφορούμαστε ότι τα μυστήρια τελούνταν κοινά για όλους τούς πιστούς κατά τη διάρκεια της θείας Λειτουργίας. Έτσι μαζί τελούνταν τα βαπτίσματα, μαζί και οι γάμοι. Η συνήθεια να αποφεύγει να συναντήσει η μία νύφη την άλλη δεν είναι σωστή, μάλλον δείχνει ρηχότητα, σε όσους πιστεύουν σ' αυτές τις προλήψεις της πίστεως των. Επιπροσθέτως θα ήθελα να σημειώσω ότι, όταν οι πιστοί μας δεν έχουν πνευματική ζωή και φυσικά ούτε μυστηριακή ζωή, τότε εύκολα ασπάζονται πολλές δοξασίες και πέφτουν θύματα επιτηδείων «τσαρλατάνων» και αυτόκλητων σωτήρων και γίνονται βορά προβατόσχημων λύκων. Η καλή γνώση περί της πίστεώς μας αποτελεί τη νοητή ασπίδα προφύλαξης της ζωής μας από τέτοιες άσχημες καταστάσεις, που μάλλον δεσμεύουν τον άνθρωπο και τον κάνουν πειθήνιο όργανο επιτηδείων μάγων, μαγισσών, μέντιουμ, χαρτοριχτρών και φλιτζανούδων. Όλοι οι προαναφερθέντες χορεύουν στο χορό που έστησε ο διάβολος και εμπλέκουν και τούς ανυποψίαστους ορθοδόξους πιστούς μας στις πλεκτάνες τους, οδηγώντας τους πολλές φορές στην απόγνωση. Για τον λόγο αυτό η Ορθόδοξη Εκκλησία, τονίζουμε, ποτέ δεν θεώρησε κακό το να συναντηθεί μια νύφη με την άλλη, ίσα-ίσα χαίρεται η αγία μας Εκκλησία, όταν τα παιδιά της ζητούν την ευλογία της.

28. Όταν συμπέσει κηδεία μέσα στο σπίτι που ετοιμάζεται για γάμο τί γίνεται;

Και το ερώτημα αυτό πολλές φορές το αντιμετωπίζει η Εκκλησία μας. Οι άνθρωποι χωρίς να γνωρίζουν τι γίνεται και σ' αυτήν την περίπτωση, αντί να ρωτήσουν τους πνευματικούς ταγούς, που είναι οι ιερείς μας και κυρίως οι πνευματικοί εξομολόγοι, δέχονται τέτοιου είδους συμβουλές από προληπτικές και δεισιδαίμονες γυναίκες, που ποτέ δεν ομιλούν με πνεύμα Θεού, γιατί δεν κατέχουν τη θεολογία της Εκκλησίας μας, με αποτέλεσμα να δημιουργούν περισσότερα προβλήματα μέσα στα σπίτια, παρά να δίνουν λύσεις. Εν προκειμένω θα ήθελα να σημειώσω, ότι όλα όσα συμβαίνουν μέσα στη ζωή μας είναι καλοδεχούμενα. Οι πιστοί μας δεν πρέπει να θεωρούν τον θάνατο ως κάτι κακό. Ο θάνατος σύμφωνα με την ορθόδοξη διδασκαλία θεωρείται κοίμηση. Κάνεις από τούς τεθνεώτες που φεύγει απ' αυτή τη ζωή δεν χάνεται, δεν εξαφανίζεται, αλλά ζει μέσα στην ουράνια κατοικία του Θεού. Για τον λόγο αυτό μέσα στον ορθόδοξο ναό τελούνται συνεχώς και αδιαλείπτως όλα τα μυστήρια και οι ακολουθίες, χωρίς να ειδικεύεται κάποιος ναός σε ναό γάμων ή βαπτίσεων ή κηδειών ή μνημοσυνών. Όλα τελούνται μέσα στο ναό και με εναλλαγές και την ίδια ήμερα, που ο κληρικός τελεί μια κηδεία, την ίδια ήμερα τελεί γάμο, ακολούθως τελεί βάπτιση, μετά κάτι άλλο. Αυτό δείχνει και μόνο με μια απλή σκέψη, το πως η Ορθόδοξη Εκκλησία μας αντιμετωπίζει όλες τις περιπτώσεις της ζωής των πιστών της. Για το λόγο αυτό σε σπίτι που ετοιμάζεται να τελέσει γάμο, εάν συμπέσει κηδεία, λόγο του αιφνίδιου και ξαφνικού της περιστάσεως, το ένα δεν αναιρεί το άλλο. Θα έλεγα μάλιστα ότι σε σπίτι που έχει κάνει τόσες και τόσες προετοιμασίες για το γάμο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, είναι κρίμα να αναβληθεί το μυστήριο του γάμου λόγω πένθους. Το πένθος δεν πρέπει να το αντιμετωπίζουμε ως κάτι που φέρνει το σταμάτημα της ζωής. Η πίστη μας, μας διδάσκει πως του θανάτου ακολουθεί ή Ανάσταση, που είναι η χαρά, η ζωή και η ευτυχία. Για τον λόγο αυτό σε περιπτώσεις που συμβαίνει κατά την ώρα της προετοιμασίας του γάμου να επέρχεται ξαφνικά ένας θάνατος, να μην μπαίνουν στον πειρασμό οι μελλόνυμφοι και αναβάλλουν το γάμο τους. Στο επιχείρημα, που θα το χαρακτήριζα «γαιώδες», ότι πολλοί εκ των γειτόνων ή της ευρύτερης κοινωνίας που ζείτε θα σας κακοχαρακτηρίσουν γι' αυτό που θα κάνετε, δηλ. το να τελέσετε γάμο μετά την κηδεία, θα έλεγα ως επιχείρημα να σκέπτεσθαι μάλλον ποιο είναι το θέλημα του Θεού και όχι ποιες είναι οι διαστρεβλωμένες πεποιθήσεις και κανόνες των ανθρώπων. Πάνω από το θέλημα των ανθρώπων είναι η φοβερά κρίση του Θεού, που είναι πάντα προς το συμφέρον του ανθρώπου. Δυστυχώς, κάποιοι χριστιανοί μας δεν σκέπτονται το Θεό και σ' αυτήν την όντως δύσκολη περίσταση της ζωής τους και καταφεύγουν στο τί θα πουν οι συνάνθρωποι τους, γι’ αυτό που πρέπει και ορίζει η αγία μας Εκκλησία να πράξουν. Τελειώνω με μια πνευματική σύσταση, αγαπητά μου παιδιά, σε όποια περίσταση της ζωής σας αντιμετωπίσετε κάποιο πρόβλημα, κάτι παρόμοιο με το συγκεκριμένο ερώτημα που ασχολούμαστε, να μην απευθύνεστε σε ανθρώπους που δεν έχουν πνεύμα Θεού ούτε γνωρίζουν καλά τα της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Μην εμπιστεύεσθε ανθρώπους πού τους βλέπετε έστω τακτικά να εκκλησιάζονται στην Εκκλησία μας και τούς ζητάτε τη γνώμη τους για θέματα πνευματικά. Όσο πνευματικός και να 'ναι ο συνάνθρωπος μας, θα πρέπει τα ερωτήματα και τις τυχόν απορίες σας να τις θέτετε υπόψιν των πνευματικών πατέρων της Εκκλησίας μας, δηλ. στους ιερείς μας, οι όποιοι και θα λογοδοτήσουν εν ήμερα Κρίσεως, για κάθε ψυχή πού αναλαμβάνουν στο πετραχήλι τους.

29. Επιτρέπεται να διαβάζεται η ευχή της βασκανίας σε παιδιά αβάπτιστα;

Την απάντηση στο παραπάνω ερώτημα μας τη δίδει ο καθηγητής της Λειτουργικής κ. Ιω. Φουντούλης1. "Τα αβάπτιστα νήπια εφόσον είναι γεννημένα από χριστιανούς γονείς, που έχουν την πρόθεση να τα βαπτίσουν, δεν είναι βέβαια χριστιανοί, εφόσον δεν έχουν ακόμη μπει στην χριστιανική κοινότητα με το άγιο βάπτισμα, είναι όμως κατά κάποιο έμμεσο τρόπο μέλη της Εκκλησίας, μπορούμε να ειπούμε "κατηχούμενα". Βλέπετε στις ευχές που διαβάζονται κατά την ημέρα της γεννήσεως γίνεται ειδικός λόγος και ειδική δέηση για το παιδί. Έτσι στην α' ευχή λέγει: "και το εξ αυτής κυηθέν νήπιον διατήρησον από πάσης φαρμακείας, από πάσης χαλεπότητος, από πάσης ζάλης του αντικειμένου, από πνευμάτων πονηρών ημερινών τε και νυκτερινών... από νόσου και μαλακίας, από ζήλου και φθόνου και οφθαλμών βασκανίας και ελέησον αυτήν και το βρέφος... και το εξ αυτής κυηθέν νήπιον αξίωσον προσκυνήσαι τον επίγειον ναόν...". Την ογδόη δε ημέρα οδηγείται στον ναό και "κατασφραγίζεται" το παιδίον, του δίδεται το όνομα και διαβάζεται η παλαιά ευχή της καταγραφής των κατηχουμένων: "Κύριε ο Θεός ημών, σου δεόμεθα και σε παρακαλούμεν, σημειωθήτω το φως...". Και διά του βρέφους κάμνει ο Ιερεύς "σταυρού τύπον" προ των πυλών του ναού ή της εικόνος της Θεοτόκου. Πολύ περισσότερο κατά την ακολουθία του σαραντισμού, που "εκκλησιάζεται" το παιδί, αναγιγνώσκονται ειδικές ευχές γι' αυτό, που ήδη από την όγδοη ημέρα καλείται "δούλος του Θεού", και εισάγεται στον ναόν και στο θυσιαστήριο. Επομένως κατ' αναλογίαν μπορεί να μετάσχει και των άλλων ευλογιών και ευχών της Εκκλησίας, εφ' όσον αυτές δεν έχουν χαρακτήρα μυστηρίου. Η ευχή της βασκανίας εξ άλλου είναι ένα είδος εξορκισμού, και εξορκισμοί εδιαβάζοντο και διαβάζονται και σήμερα στους κατηχουμένους. Εκτός αυτού για την βασκανία γίνεται, όπως είδαμε, ειδικός λόγος στην β' ευχή, που διαβάζεται την πρώτη ημέρα της γεννήσεως του παιδιού. Ασφαλώς λοιπόν μπορεί να αναγνωσθεί η ευχή της βασκανίας και σε μη βαπτισμένα παιδιά". Και συνεχίζει ο καθηγητής κ. Ιω. Φουντούλης: "Δεν επιτρέπεται όμως αν δεν υπάρχει πραγματική αξία ο ιερεύς να αναγνώσει την σχετική ευχή και να γίνεται συνεργός και να ενθαρρύνει τις δεισιδαιμονίες των απλοϊκών πιστών. Η ευχή της βασκανίας δεν έχει τον χαρακτήρα αντιβασκανικού εμβολίου. Πρέπει όμως να γίνεται συστηματικά και εγκαίρως η διαφώτισης των χριστιανών για να γνωρίζουν την σημασία, τον σκοπό και την δύναμη των λειτουργικών ευχών και των διαφόρων ακολουθιών. Άλλως γιατί να ζητούμε ευθύνες από ανεύθυνους καλοπροαίρετους ανθρώπους; Ας ερωτά την συνείδησή του ο κάθε ιερεύς, αν δεν είναι αυτός υπεύθυνος για το σκότος στο οποίο ζουν ακόμη τα λογικά του πρόβατα. Δεν χρειάζεται για την προσπάθεια αυτή ούτε πολλή σοφία ούτε μεγάλες ρητορικές ικανότητες. Θα πρέπει χωρίς καθυστερήσεις να φωτισθούν οι πιστοί, γιατί με κάτι τέτοιου είδους προλήψεις διασύρονται και βεβηλώνονται τα αγιαστικά μέσα της Εκκλησίας μας και γινόμεθα αιτία να συκοφαντείται η πνευματική μας λατρεία και να θεωρείται από πολλούς συνώνυμη με την μαγεία και την δεισιδαιμονία2.

1Φουντούλης Α', σ. 111-112.
2Φουντούλης Β', σ. 29.

30. Υπάρχει σχέση μεταξύ της Μαγείας και των εξορκισμών;

Η Μαγεία είναι μια υπαρκτή κατάσταση. Την τελούν άνθρωποι που συνεργάζονται με τον μισόκαλλο διάβολο. Η μαγεία τελείται από μάγους που έχουν ταχθεί με τον διάβολο, να είναι σύμμαχοι του και να προσπαθούν με κάθε τρόπο να πλανήσουν όχι μόνο τους ειδήμονες σε τέτοια θέματα μαγειών, άλλα και πολλούς ταλαίπωρους και ανυποψίαστους ανθρώπους.
Η μαγεία χωρίζεται σε λευκή και μαύρη. Η λευκή μαγεία όπως επαγγέλλονται οι μάγοι δεν προκαλεί ζημιά, αντιθέτως φέρνει υγεία και μακροημέρευση. Η μαύρη μαγεία επιφέρει όλα τα κακά.
Οι Εξορκισμοί είναι το αντίδοτο για την αντιμετώπιση της μαγείας. Όμως όπως και σε άλλο σημείο του βιβλίου μας τονίσαμε οι εξορκισμοί δεν αυτονομούνται των άλλων ιερών μυστηρίων. Συνδέονται με μια σειρά ιερών μυστηρίων, αυτήν της ιεράς εξομολογήσεως και της θείας Ευχαριστίας, ώστε με τη μετάληψη του Σώματος και του Αίματος του Χριστού που θα λάβει ο ασθενών-δαιμονόπληκτος είναι δυνατόν να πετύχει τη θεραπεία του.
Εν κατακλείδι σχέση μαγείας και εξορκισμών νοείται μόνο στο πλαίσιο της αντιμετωπίσεως με βάση την πίστη στο Θεό και στη δύναμη που Αυτός διαθέτει ώστε τα πλάσματα του οι άνθρωποι, εφ' όσον και οι ίδιοι το επιθυμούν, να ζητούν από το Θεό να συντρίψει τις μεθοδείες του διαβόλου και των οργάνων του που είναι οι μάγοι.

31. Η ταφή-ενταφιασμός. Ποιά είναι η θέση της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας για την καύση;

Επειδή τελευταίως πολλά ακούγονται και λέγονται για το θέμα της καύσεως των νεκρών, θεωρούμε σκόπιμο να αναφέρουμε τα πορίσματα της ημερίδας πού οργάνωσε η Συνοδική Επιτροπή Δογματικών και Νομοκανονικών Ζητημάτων με θέμα: Ταφή ή καύση των νεκρών, που πραγματοποιήθηκε στις 3 Μαρτίου 1999 στο ξενοδοχείο Κάραβελ1.
Η Εκκλησία απορρίπτει την καύση και οριοθετεί τον σεβασμό στο πρόσωπο και κατ' επέκταση στο σώμα του ανθρώπου.

  1. Η ταφή των νεκρών είναι πανάρχαιο έθιμο των πολιτισμένων λαών. Στηρίζεται στην Αγία Γραφή και απορρέει από την πίστη ότι ο άνθρωπος είναι πλασμένος από γη «και εις γην απελεύσεται». Ο Χριστιανισμός, και μάλιστα η Ορθόδοξη Εκκλησία, είναι αντίθετος προς την καύση των νεκρών και τάσσεται υπέρ της ταφής, σε συνάρτηση με την ιερότητα ψυχής και σώματος, κατά την χριστιανική δογματική διδασκαλία. Η ταφή αποτελεί «μακροχρόνιον ιερόν έθος», το οποίον ο ίδιος ο Κύριος ετήρησε. Η Εκκλησία έχει την δική της Παράδοση. η Παράδοση δε αυτή αναβιβάζεται σε περιωπή δόγματος.
  2. Άπό πλευράς συνταγματικής και νομικής κατοχυρώσεως των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της διαθέσεως του σώματος εκάστου, σύμφωνα με το άρθρο 13 του Συντάγματος, οι υποστηρικτές επικαλούνται την συνταγματικά κατοχυρωμένη ελευθερία της θρησκευτικής συνειδήσεως και αξιώνουν αντί της ταφής την καύση. Εξ απόψεως συνταγματικής δύναται να υπάρχει δυνατότητα επιλογής από τους πολίτες, της δυνητικής, όχι της υποχρεωτικής, καύσεως, ιδιαίτερα μάλιστα εις τους αδιάφορους και αποκεκομμένους από την Εκκλησία. Η επιλογή αυτή δεν δύναται να ισχύσει όμως για τα πιστά μέλη της Εκκλησίας, διότι δεν νοείται ένας πιστός Χριστιανός και μέλος της Ορθοδόξου Εκκλησίας να διακηρύττει ότι αποδέχεται την διδασκαλία της Εκκλησίας και να φανεί στο θέμα αυτό ανυπάκουος στους πνευματικούς του ποιμένες. Την θέση της, απέναντι σε εκείνους που θα επέλεγαν την καύση αντί της ταφής, θα λάβει η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, ως μόνο αρμόδιο όργανο, όταν οι περιστάσεις το απαιτήσουν.
  3. Είναι επιτακτική σήμερα όσο ποτέ άλλοτε η ανάγκη της διασώσεως του ανθρωπίνου προσώπου. Ο σεβασμός στο ανθρώπινο πρόσωπο επιβάλλει τον σεβασμό και στο ανθρώπινο σώμα. Επομένως, οφείλεται σεβασμός στο σώμα και μετά το σωματικό θάνατο, ο δε σεβασμός προς το νεκρό σώμα αποδίδεται με την ταφή και όχι με την καύση. Η καύση είναι βίαια επέμβαση στην φυσιολογική φθορά με οικολογικές συνέπειες. Η εποχή μας σήμερα είναι τέτοια που να μην αποδέχεται την πολυτέλεια της αποκαθηλώσεως των άξιων και της παραδόσεως, μέσα στον ψυχρό αυτό κόσμο, όπου «εψύγη η αγάπη των πολλών».
  4. Οι υποστηρικτές της καύσεως επικαλούνται λόγους χωροταξικούς, περιβαλλοντολογικούς και οικονομικούς ακόμη, προκειμένου να υποστηρίξουν τις θέσεις τους. Τα επιχειρήματα αυτά δεν είναι ισχυρά. Δεν μπορούμε να εισαγάγουμε χρηστικές μεθόδους, πού αλλοιώνουν την παράδοση μας, για να επιλύσουμε τα οποιαδήποτε προβλήματα. Γιατί απωθούμε άλλες εφικτές λύσεις; Ας προσπαθήσουμε όλοι μαζί, σε συνεργασία, να βρούμε λύσεις στα προβλήματα που ανακύπτουν, όχι, όμως, αλλάζοντας τον παραδοσιακό τρόπο ταφής και την φυσιολογική διαδικασία διαλύσεως των σωμάτων.

Η καύση των νεκρών, σε οποιαδήποτε επιχειρήματα και αν στηρίζεται, βρίσκεται έξω από την Ορθόδοξη διδασκαλία και Παράδοση. Ας μείνουμε πιστοί σ' αυτήν και το αποστολικό λόγιο: «Το σώμα θάβεται άδοξο, θα αναστηθεί όμως ένδοξο• ενταφιάζεται ανίσχυρο, θα αναστηθεί όμως δυνατό. Ενταφιάζεται σώμα που ήταν εμψυχωμένο από ζωική φυσική δύναμη, θα αναστηθεί όμως ζωοποιημένο από το Πνεύμα του Θεού» (1 Κορ. 15,42-45).
Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος με την υπ' αριθμ. 2734/27-3-2002 Εγκύκλιό της ενημέρωσε το Χριστεπώνυμο πλήρωμα της Εκκλησίας για τις διαθέσεις κάποιων πού επιθυμούν να εισαγάγουν την καύση. Επίσης και η Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών με εγκύκλιο σημείωμα αριθμ. Πρωτ. 1029/1952/25-4-2002 παροτρύνει τούς κληρικούς της Αρχιεπισκοπής να ενημερώνουν ακόμη και στα κηρύγματα τους για το φλέγον τούτο θέμα.

1Τα Πορίσματα της ημερίδας ελήφθησαν από την έκδοση του Κλάδου Εκδόσεων Επικοινωνιακής και Μορφωτικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Σειρά: Ποιμαντική Βιβλιοθήκη αριθμ. 3, Ταφή ή καύση των νεκρών, Πρακτικά ημερίδας «Η καύση των Νεκρών», Αθήναι 2000, σ. 17-18.

32. Η περιποίηση και το στόλισμα του τάφου

Στις εκδηλώσεις αγάπης των ανθρώπων προς τους κεκοιμημένους τους περιλαμβάνεται και η περιποίηση των τάφων. Έτσι σήμερα αρκεί και μια επίσκεψη στα κοιμητήρια μας, για να διαπιστώσει κανείς του λόγου το αληθές. Πολλοί τάφοι είναι μαρμάρινοι, άλλοι μοιάζουν με μαυσωλεία, άλλοι έχουν γλυπτά, άλλοι είναι καλλιμάρμαροι με πανάκριβες ποικιλίες μαρμάρων, άλλοι κοσμούνται με χαρακτικές ανάγλυφες παραστάσεις, άλλοι μοιάζουν με εκκλησάκια. Πολλά σημειώσαμε αλλού για τις ακραίες περιπτώσεις και επιδείξεις. Ο τάφος όσο πλούσιος κι αν είναι, όσο κεκοσμημένος από χρυσάφια και ασήμια εάν είναι, δεν σώζει τον κεκοιμημένο. Πιθανόν αυτό να εξυπηρετεί την ματαιοδοξία των ανθρώπων που ζουν μακριά από το Θεό. Η αγία μας Εκκλησία δεν αντιτίθεται σε κάτι όμορφο, συγχρόνως όμως λιτό και ανεπιτήδευτο, σε κάτι κόσμιο και εύτακτο. Δεν συμφωνεί όμως με τη ματαιοδοξία η οποία είναι πλάνη. Σήμερα στις μεγαλουπόλεις και στα κοιμητήριά των δεν υπάρχει περίπτωση να συναντήσεις έναν απλό τάφο. Οι περισσότεροι τάφοι είναι μαρμάρινοι και επιτηδευμένοι. Σπανίως σε χωριά ή στην επαρχία επισκεπτόμενοι κοιμητήρια βλέπουμε και τάφους που έχουν χώμα. Σήμερα δε τείνει να εκλείψει και το σύμβολο του Σταυρού από τους τάφους. Πολλοί γλύπτες το χαράσσουν. Αυτή η συνήθεια μας υπενθυμίζει ότι στη Δύση, όπου τα κοιμητήρια είναι μικτά όλων των θρησκειών, υφίσταται ένας κανόνας που ορίζει να υπάρχει μια μαρμάρινη πλάκα πάνω στην οποία μπορούν να χαράσσουν οτιδήποτε επιθυμούν οι συγγενείς, όχι όμως να διακρίνεται και να εξέχει ο Σταυρός. Ελπίζουμε να μην αποτελέσει αυτό την έναρξη μιας μελλοντικής νέας για τα δεδομένα της πίστεως μας καταστάσεως! Συναφές είναι και το στόλισμα των τάφων με άνθη και γλάστρες. Το μέτρο καλό είναι να διακρίνει και αυτή την ωραία κατά πάντα συνήθεια. Υπάρχει όμως περίπτωση τα άνθη και οι γλάστρες να σκεπάζουν ολόκληρο τον τάφο. Πάντως ο ελληνικός λαός περιποιείται τους τάφους των κεκοιμημένων του και προσπαθεί τακτικά να τους επισκέπτεται. Αυτή η εξοικείωση με τους τάφους και τα κοιμητήρια δείχνει την αγάπη των Ορθοδόξων προς τους κεκοιμημένους τους κι ακόμη τη ελπίδα για την μέλλουσα ζωή.

33. Τακτικές επισκέψεις στα κοιμητήρια

Η επίσκεψη στον τάφο του κεκοιμημένου μας δεν είναι μόνο για την ημέρα της ταφής. Οι συγγενείς κυρίως και κατόπιν οι φίλοι του αποθανόντος στα πλαίσια της φιλανθρώπου αγάπης τους μαζί με τις αδιάλειπτες προσευχές τους επισκέπτονται κατά καιρούς και τον τάφο του κεκοιμημένου τους. Αυτές οι επισκέψεις τον πρώτο καιρό μετά την κηδεία είναι τακτικές. Πηγαίνουν καθημερινά στον τάφο. Δεν υπάρχει συγκεκριμένο ωράριο κάθε πότε πρέπει να επισκέπτονται τον τάφο. Σε μερικά μέρη μέχρι τα εννιάμερα, όταν γίνεται και κόλλυβο, τον επισκέπτονται καθημερινά. Έπειτα σε πιο αραιά διαστήματα. Αλλού είθισται καθ' όλο το σαρανταήμερο από της κοιμήσεως να επισκέπτονται καθημερινά τον τάφο.
Οι επισκέψεις στους τάφους και τα κοιμητήρια γενικά δεν πρέπει να εκλαμβάνονται μόνο ως ένας απλός περίπατος όπως γίνεται σε πλατείες και δρόμους. Η παρουσία του Ορθοδόξου Χριστιανού στον τάφο και στο κοιμητήριο είναι προσευχητική. Συνηθίζουμε στον τάφο να κάνουμε προσευχή για την ανάπαυση των κεκοιμημένων μας. Μάλιστα και στο καθημερινό προσευχητάριο μας καλό είναι να υπάρχει μια προσευχή υπέρ αναπαύσεως όλων των κεκοιμημένων μας και απανταχού της γης. Είναι μια πράξη φιλανθρωπίας και εκδήλωση των αγαπητικών σχέσεων μας με τη θριαμβεύουσα Εκκλησία. Δεν προσευχόμαστε μόνο για τους ζωντανούς. Προσευχόμαστε και για τους κεκοιμημένους για τους οποίους υπάρχει και μεγαλύτερη ανάγκη να τους ενθυμούμαστε. Οι κεκοιμημένοι περιμένουν την προσευχή μας, την οποία αισθάνονται «ως δρόσο αερμών». Για τον λόγο αυτό και η αγία μας Εκκλησία θέσπισε τα ιερά μνημόσυνα τα οποίια τελούμενα σε συγκεκριμένες ημέρες από της κοιμήσεως, μας υπενθυμίζουν ότι πρέπει να προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους. Και είναι αλήθεια ότι συμβαίνει πολλές φορές να ξεχνούμε κάποιον που δεν τον έχουμε κοντά μας. Οι κεκοιμημένοι όμως περιμένουν. Και η Εκκλησία μας πάντοτε θα μας παρακινεί να τους ενθυμούμαστε. Μάλιστα και για όλους εκείνους τους κεκοιμημένους που πεθαίνοντας δεν είχαν κανέναν συγγενή να τους κάνει μνημόσυνα, η Εκκλησία θέσπισε τα Ψυχοσάββατα όπου μνημονεύει όλους αυτούς. Τέλος, στο μεγαλύτερο από τα μυστήρια της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας τη θεία Ευχαριστία, μνημονεύονται οι κεκοιμημένοι μας μαζί με τους ζωντανούς, στη γνωστή ακολουθία της Προθέσεως όπου κατ' όνομα εξάγονται μερίδες γι' αυτούς. Για τον λόγο αυτό εμείς οι χριστιανοί δίνουμε τα ονόματα των κεκοιμημένων μας στον ιερέα, για να τα μνημονεύει πρωτίστως στις Θειες Λειτουργίες και στις προσευχές του.

34. Πρέπει να απέχουν ο γαμπρός και ή νύφη μιά εβδομάδα πριν από το γάμο τους;

Μια άγραφη κι αυτή Παράδοση λαϊκής ευσέβειας και προελεύσεως είναι και το να μην συναντιούνται ο γαμπρός και η νύφη μια εβδομάδα ή περισσότερο πριν από το γάμο τους. Αυτό το τοπικό έθιμο πιθανόν να κρύβει μέσα του κάποιο συμβολισμό τον οποίον θα προσπαθήσουμε να ερευνήσουμε. Καταρχάς ευθύς εξ αρχής πρέπει να σημειώσουμε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν έχει θεσπίσει τέτοια έθιμα στην παράδοσή της. Άρα αυτό το έθιμο δεν είναι της Ορθοδόξου Παραδόσεώς μας. Κι αυτό γιατί για την ορθόδοξη διδασκαλία σημασία δεν έχει το να μη συναντήσει ο γαμπρός τη νύφη μια βδομάδα πριν από το γάμο ή περισσότερο ή λιγότερο χρονικό διάστημα, αλλά σημασία για την Εκκλησία μας έχει πως ο γαμπρός και η νύφη θα κρατηθούν αγνοί και άσπιλοι μέχρι την ήμερα, που η Εκκλησία θα ευλογήσει το γάμο τους στο ναό. Άρα λοιπόν για την Εκκλησία μεγαλύτερη σημασία έχει η καθαρότητα του βίου και η αποχή από τις προγαμιαίες λεγόμενες σχέσεις και επαφές του ζευγαριού. Το τοπικό αυτό έθιμο πιθανόν να θέλει να διατηρήσει εν μέρει αυτή την αλήθεια της Εκκλησίας, προφυλάσσοντας τουλάχιστον το μελλοντικό ζευγάρι από σχέσεις πριν από το γάμο τους, έστω κι αν αυτό το διάστημα ορίζεται ως μια εβδομάδα. Κατά την ταπεινή μου άποψη, θα ήταν ορθότερο, μιας και το μυστήριο του γάμου σήμερα έχει αποσυνδεθεί από το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, την ήμερα πού θα τελεσθεί ο γάμος, το πρωί αυτής της ημέρας οι μελλόνυμφοι να συμμετάσχουν, εφόσον προηγηθεί και το μυστήριο της εξομολογήσεως και με την ευλογία του πνευματικού τους πατέρα, στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, στο κοινό ποτήριο ζωής, που δεν είναι απλό και ευλογημένο κρασί του γάμου, όπως αυτό ισχύει σήμερα κατά το γάμο, αλλά το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Οπότε καταρρίπτεται το παραπάνω έθιμο εν ονόματι της Θείας Κοινωνίας, της μετοχής των μελλονύμφων στο αληθινό ποτήριο ζωής. Σήμερα όμως τα πάντα τείνουν να ξεφεγουν από τις ορθόδοξες παραδόσεις μας και φυσικά και ό,τι ακόμη σχετίζεται με το μυστήριο του γάμου. Έτσι το μελλοντικό ζεύγος τηρεί τυπικές άγραφες διατάξεις χωρίς περιεχόμενο και χωρίς νόημα, μιας και όλες, τοπικές ή μη, παραδόσεις δεν έχουν μέσα τους το πνεύμα του Θεού και οι ακολουθούντες αυτές φέρονται μάλλον σαν φερέφωνα και φυσικά κάνουν κάτι, ή το ακολουθούν χωρίς ταυτόχρονα να το κατανοούν και να το βιώνουν εις βάθος. Για το λόγο αυτό το έθιμο αυτό θα πρέπει να βρει τη σωστή του ορθόδοξη τοποθέτηση, πού δεν είναι άλλη από τη διατήρηση της αμοιβαίας αγνότητας και καθαρότητας των μελλονύμφων. Τέλος πάντων, κάποια πράγματα, έστω κι αν αυτά τηρούνται χρόνια στις τοπικές μας κοινωνίες, όσο σεβαστές κι αν είναι αυτές, θα πρέπει να κρίνονται με γνώμονα όχι μόνο το ρητό που λέει έτσι τα βρήκαμε και τ' ακολουθούμε, αλλά το πως αυτά τα βλέπει η Ορθόδοξος Εκκλησία μας μέσα στην προοπτική της σωτηρίας μας.

35. Το πάτημα του ποδιού, του γαμπρού ή της νύφης κατά το μυστήριο του γάμου. Τί σημαίνει αύτη η πράξη;

Κατά το χρόνο που διαβάζεται το Αποστολικό Ανάγνωσμα του γάμου 1 και συγκεκριμένα κατά την τελευταία φράση: «η δε γυνή ίνα φοβήται τον άνδρα» συνηθίζουν κάποιες νύφες να πατάνε το πόδι του γαμπρού. Με τον τρόπο αυτό θέλουν επιπόλαια να δείξουν μέσα σε πλήθος προσκεκλημένων ανθρώπων, ότι είναι χειραφετημένες γυναίκες και δεν φοβούνται τους άνδρες, αλλά τους υποτάσσουν με το πάτημα που κάνουν κάτω από τη δική τους εξουσία. Η πράξη αυτή αποτελεί μια διαστρέβλωση της παραπάνω φράσεως. Το ρήμα «φοβούμαι» δε σημαίνει στο αποστολικό ανάγνωσμα φόβο, αλλά σεβασμό. Ο Απόστολος Παύλος γράφοντας στους Εφεσίους, εννοεί τη βαθιά υπόληψη και τιμή που οφείλει να τρέφει η γυναίκα απέναντι στον άνδρα. Πολλοί μάλιστα, δυστυχώς, και πολλές μητέρες νυφών και φίλες περιμένουν εναγωνίως, πότε θα γίνει το πάτημα για να γελάσουν. Συμβαίνει κάποιες φορές το πάτημα να το κάνει ο γαμπρός προς τη νύφη θέλοντας να δείξει στους οικείους του ότι είναι άνδρας και ότι αυτός θα κατεξουσιάζει τη γυναίκα του ως τύραννος. Νομίζω ότι η πράξη αυτή καθεαυτή διακωμωδεί το μυστήριο του γάμου. Αντί οι νεόνυμφοι να προσεύχονται κατά την ιεροτελεστία του μυστηρίου, είναι εντελώς απαράδεκτο να προκαλούν οι ίδιοι και τους προσκεκλημένους του μυστηρίου σε περισπασμό και θόρυβο. Οι καλοί μελλόνυμφοι, πριν από την τέλεση του μυστηρίου και αφού πρώτα έχει προηγηθεί το μυστήριο της εξομολογήσεως, τακτοποιούνται μεταξύ τους με ποιο τρόπο θα συμμετέχουν στο μυστήριο της ζωής τους, που είναι το μυστήριο του γάμου τους. Και σίγουρα θα πρέπει να ενδιαφέρονται πως θα είναι όσο το δυνατόν απαλλαγμένοι και αποδεσμευμένοι από ό,τι θα τους περισπά και δε θα τους επιτρέψει την μετά πολλής ευλάβειας συμμετοχή τους στα δρώμενα και ιερολογούμενα του γάμου τους. Βρίσκει ο πονηρός πάντα αφορμές να εφορμά στο μυστήριο και να δημιουργεί θορύβους και περισπασμούς. Το μυστήριο του γάμου, αγαπητοί μου, πρέπει να ξαναβρεί τη σωστή του θέση. Και τα όσα σας γράφω με αγάπη εκεί οδηγούν, δηλ. στη σωστή και ορθόδοξη βίωση των τελουμένων για τη στερέωση του νέου σας σπιτικού, όπως ακριβώς θέλει ο Θεός και η Αγία Του Εκκλησία. Κάποιοι νεόνυμφοι κατά την ώρα εκείνη, αντί να πατήσουν το πόδι του άλλου, γυρνάνε και φιλούν ο ένας τον άλλο. Ταπεινά φρονώ ότι ούτε κι αυτό πρέπει να γίνεται μέσα στο ναό. Και μόνο μια κίνηση των νεόνυμφων μπορεί να προκαλέσει τους προσκεκλημένους σε σχόλια και θορύβους. Αυτό που πρέπει να τηρήσετε από την πρώτη στιγμή που θα εισέλθετε στο ναό μέχρι να φύγετε είναι η προσήλωση στα λόγια του ιερουργούντος κληρικού το μυστήριο σας και η προσωπική σας προσευχή, ο Κύριος και Θεός μας να ευλογήσει και το δικό σας γάμο.

1 Έφεσίους 5, 33

36. Το έθιμο να «στήνει» η νύφη το γαμπρό στην Εκκλησία

Είναι κι αυτό μια συνήθεια εκ μέρους ορισμένων νυφών να στήνουν το γαμπρό στην Εκκλησία. Η αναμονή αυτή πιστεύουν ότι κάνει το γαμπρό να λιώνει σε αγωνία περιμένοντας. Με τον τρόπο αυτό αναγνωρίζει ότι η γυναίκα είναι το παν στη ζωή του. Αποτελεί για πολλούς ένα αθώο έθιμο. Όμως πίσω από την αθωότητα και το αστείο κρύβεται μια πονηρή πράξη. Επιθυμεί η γυναίκα να αποδείξει ότι έχει μεγαλύτερη αξία από τον άνδρα, γεγονός πού είναι αντίθετο ως θεωρία από την ορθόδοξη διδασκαλία περί ισότητας των προσώπων. Εκτός τούτου η καθυστέρηση αυτή έχει επιπτώσεις: α) στο πρόγραμμα του ιερού ναού που επιλέγουμε να τελεσθεί το μυστήριο και ό,τι συνεπάγεται αυτό σε μυστήρια που έπονται του δικού μας μυστηρίου και β) η αναμονή πολλών συγγενικών μας προσώπων. Είναι πολύ εγωιστικό να μην τηρείται το πρόγραμμα που εμείς ορίσαμε. Κάποιοι πιθανόν και από τους παρευρισκομένους του γάμου να πρέπει να παρευρεθούν και σε άλλο μυστήριο. Καλό είναι να έχουμε όλα τα προαναφερθέντα στη σκέψη μας.

37. H ζώνη των αμφίων των ιερέων

«Σε πολλά μέρη, συχνά, για να προστατεύσουν τη νύφη από κακές επιδράσεις του Πονηρού και των οργάνων του, ζητούν από τον Ιερέα την ζώνη των αμφίων του, που κατά την ώρα του γάμου η νύφη τη φοράει εσωτερικώς.
Η συνήθεια αυτή, ενώ φαίνεται καλή, είναι μαγική, αντιχριστιανική και σατανική. Ιδού γιατί:
Είναι μαγική, γιατί εκπηγάζει από την εξής μαγική αντίληψη• όπως περιζώνεται η νύφη με τη ζώνη, έτσι να περιζωθεί με δύναμη και να προστατευθεί από κάθε κακό.
Είναι αντιχριστιανική, γιατί η ζώνη είναι ιερό άμφιο, που χρησιμοποιείται μόνον από τον ιερέα, όταν τελεί την θεία Λειτουργία και δεν επιτρέπεται η χρήση της από άλλα πρόσωπα και για άλλους σκοπούς, καθ' όσον τούτο αποτελεί βεβήλωση και ιεροσυλία.
Είναι σατανική, γιατί προσκολλάται ο άνθρωπος σε μαγικά μέσα και απομακρύνεται από τη χάρη και την παντοδυναμία του Θεού. Κάνει τη νύφη να προσέχει τη ζώνη που φοράει και δεν την αφήνει να προσέξει στις ευχές της Εκκλησίας. Έτσι η νύφη μένει αδύνατη και υποχείριο του Σατανά.
Αυτό παθαίνει κάθε άνθρωπος, όταν προσπαθεί να αποφύγει την επίδραση του σατανά με μέσα μαγικά. Δένεται περισσότερο στις παγίδες του και η κατάστασή του χειροτερεύει πιο πολύ. Γιατί ο Σατανάς ποτέ δεν θέλει το καλό των ανθρώπων.
Θέλουν λοιπόν οι νεόνυμφοι να ευτυχήσουν στη ζωή τους και να θωρακίζονται με πανίσχυρη δύναμη; Ας καταφεύγουν στην εξομολόγηση και τη θεία Κοινωνία και ας ζουν κατά το θέλημα του Θεού» 1.

1 Γερμανού Μητροπολίτου Ηλείας σ. 45-46

38. Ο Μάης και οι γάμοι

«Το Μάη δεν γίνονται γάμοι. είναι η σύσταση που δίνουν πολλές γυναίκες στους μελλονύμφους και στους γονείς τους.
Επειδή δε τούτο δημιουργεί πολλά προβλήματα στις οικογένειες και στην κοινωνία, ασφαλώς θα θέλατε να μάθετε και σεις σήμερα για ποιον λόγο λέγεται και γιατί δεν πρέπει να τηρείται η σύσταση αυτή.
Ο γάμος, που δίνει χαρά στους νεόνυμφους, στους γονείς και σ' όλους τους συγγενείς και τους γνωστούς, είναι ένα γεγονός που προκαλεί και μεγάλους φόβους και αγωνίες. Φοβούνται δηλαδή την κακή επίδραση των πονηρών πνευμάτων, που φθονούν την χαρά και την ευτυχία των ανθρώπων.
Όργανα των δαιμόνων θεωρούνται οι μάγοι και οι μάγισσες, μέσα δε δια των οποίων προσπαθούν να βλάψουν τους νεόνυμφους, μάγια.
Έτσι, επειδή ο Μάης είναι σχεδόν ομόηχος με τη λέξη μάγια, ο λαός πιστεύει ότι τον μήνα Μάιο πιάνουν τα μάγια. Γι' αυτό και αποφεύγει τους γάμους.
Τούτο όμως δεν είναι καθόλου σωστό. Διότι καμιά σχέση δεν έχει ο Μάης με τα μάγια. Ο Μάης είναι και αυτός ένας μήνας, όπως όλοι οι άλλοι.
Έπειτα, η κακή επίδραση του Σατανά και των οργάνων του δεν αποδιώκεται με μέσα μαγικά, αλλά με την χάρη και την βοήθεια του Θεού, με την τήρηση των εντολών Του και την χριστιανική ζωή. Με την "νηστείαν και την προσευχήν" (Ματθ. ιγ, 21) κατά την σύστασιν του Σωτήρος μας Ιησού Χριστού» 1.
Επίσης αυτό το έθιμο προέρχεται από επίδραση ρωμαϊκή, γιατί για τους Ρωμαίους ο μήνας αυτός, ήταν αφιερωμένος στους χθόνιους θεούς και είχε κριθεί ακατάλληλος για την τέλεση γάμου2.

1 Γερμανού Μητροπολίτου Ηλείας, σ. 36-37.
2 Άλφα-Ωμέγα Εγκυκλοπαίδεια Πάτση, Αθήνα 1969, τ. 4, σ. 225.

39. Ο ραντισμός των νεόνυμφων με ρύζι, κουφέτα και άλλα αντικείμενα

Την απάντηση μας τη δίδει ο αείμνηστος καθηγητής και δάσκαλος της Λειτουργικής κ. Ιω. Φουντούλης1.
«Το να ραίνουν οι παριστάμενοι κατά την ακολουθίαν του γάμου τους νεόνυμφους με άνθη, ρύζι, κουφέτα, ακόμη και με νομίσματα, είναι αρκετά παλαιό έθιμο και ίσως και προχριστιανικό. Υπάρχουν μαρτυρίες, ότι και κατά την βυζαντινή εποχή έραιναν το ζεύγος κατά τον ιερό χορό της ακολουθίας του γάμου με "σήσαμον και κριθάς οιωνιζόμενοι, επεί πολύγονα είσι". Ακριβώς δε η έννοια του εθίμου αυτού δηλώνεται στην ανωτέρω φράση. Είναι δηλαδή ένα είδος ευχής για το "ρίζωμα" των νεόνυμφων, για πολυγονία και ευγονία και αύξηση των υλικών αγαθών, ακόμη και μια εκδήλωσις χαράς.
Δεν νομίζω πως είναι δυνατόν να επιτύχει κανείς την εκρίζωση του εθίμου αυτού απαγορεύοντας το. Μπορεί όμως και πρέπει να γίνεται με περισσότερη ευπρέπεια, χωρίς να ρίχνονται, και μάλιστα κατά ανάρμοστο τρόπο, κουφέτα και νομίσματα. Και αυτό ήδη γίνεται, όταν οι παριστάμενοι στον γάμο έχουν συναίσθηση της ιερότητος του μυστηρίου και του χώρου του ναού, στον οποίον τελείται. Προς αυτήν την κατεύθυνση πρέπει να στρέφεται η προσπάθεια των ιερέων μας.
Για την ιστορία του πράγματος σημειώνω, ότι ο Μητροπολίτης πρ. Καισαρείας Αμβρόσιος (Σταυρινός) σε μια σχετική μελέτη του («Η Ιερολογία του γάμου», εν Κων/πόλει 1923, σ. 159), προτείνει την κατάργηση του ιερού χορού, επειδή ακριβώς "η κατά τούτον εθισθείσα επίρρανσις των χορευόντων ή εισοδευόντων νεονύμφων δι' ανθέων κ.λπ. ιδία δε κερματίων νομισμάτων γίνεται πρόξενος ταραχής ως τα πολλά βδελυγμίαν προκαλούσης". Αυτό το αναφέρω για να φανεί σε τι υπερβολές μπορεί να οδηγήσει ένας υπερβολικός ζήλος για μια ιδεώδη τάξιν στις ακολουθίες μας και πως μαζί με ορισμένες υπερβολές και μερικά κακώς κείμενα μπορούν να συμπαρασυρθούν και τα καλώς κείμενα και να προκληθούν ανεπανόρθωτες φθορές στις ιερές μας ακολουθίες, όπως θα συνέβαινε αν εγίνετο αποδεκτή η τολμηρά πρότασις του πρ. Καισαρείας. Η κατάσταση όμως αυτή οδήγησε πολλούς επισκόπους της Ελλαδικής Εκκλησίας να προβούν σε απαγόρευση όλων αυτών των εθίμων» 2.

1 Ιω. Φουντούλη, «Απαντήσεις εις λειτουργικάς απορίας», Αθήνα, τ. Α', ερώτ. 73, σ•. 145-146.
2 Βλέπε: α) Εγκύκλιο του Σεβ. Μητρ. Κίτρους και Κατερίνης κ. Αγαθονίκου στην εφημερίδα Ημερησία- Τοπική της Πιερίας 29-8-2006, σ. 6, όπου «...Απαγορεύεται αυστηρώς η ρίψη ρυζιού, κουφέτων και λουλουδιών κατά την ώρα του χορού του Ησαΐα...», β) Ενημερωτικό φυλλάδιο του Σεβ. Μητρ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικολάου επιγραφόμενο Το μυστήριο του γάμου - Πρακτικές οδηγίες όπου «...Κατά τον χορό του Ησαΐα θ πρέπει με κάθε τρόπο να αποφεύγεται η ρίψη ρυζιού, ροδοπετάλων, κουφέτων κ.λπ. διότι η συνήθεια αυτή, χωρίς να προσφέρει τίποτα στη ζωή των νεόνυμφων, καταστρέφει την ιερότητα του μυστηρίου και δημιουργεί ανυπέρβλητα πρακτικά προβλήματα...», γ) Η ρίψη ρυζιού εντός του ναού απαγορεύεται σε όλες τις ορθόδοξες εκκλησίες της Αρχιεπισκοπής Αμερικής.

40. Κατά την ώρα του Κοινού Ποτηριού πίνει και ο παράνυμφος; Εάν ναι, τί απηχεί αυτή η παράδοση;

Κατά την ώρα που τελείται το μυστήριο του γάμου και κατά το χρόνο πριν από το χορό του Ησαΐα, που κάνουν οι νεόνυμφοι γύρω από το τραπέζι, στον οποίο χορό συμμετέχουν πρωτίστως ο ιερέας, ο οποίος κατά κάποιο τρόπο σέρνει συμβολικά το χορό βαστώντας στα χέρια του από τη μία στο δεξί το Ευαγγέλιο και από την άλλη με το αριστερό το χέρι του γαμπρού, δηλώνοντας με τον τρόπο αυτό ότι την ζωή τους οι νεόνυμφοι πρέπει να την διασκεδάζουν με το Ευαγγέλιο και την ζωοποιό διδασκαλία του και πάντοτε με σύμβολο και καθοδηγητή τον πνευματικό πατέρα, που εκείνη την στιγμή συμβολίζει την ίδια παρουσία του Θεού στο συγκεκριμένο μυστήριο του γάμου των νεόνυμφων, προσφέρει ο ιερέας στον γαμπρό και στη νύφη το κοινό ποτήριο ζωής, που είναι ποτήριο οίνου. Μια πολύ συμβολική κίνηση, που σημαίνει ότι γαμπρός και νύφη αποφασίζουν στη ζωή τους να γεύονται από κοινού τις χαρές και τις λύπες. Το κοινό ποτήριο συμβολίζει τον νέο τρόπο ζωής, που δεν έχει να κάνει με ατομισμούς και εγωισμούς, αλλά με κοινή πορεία ζωής, που καταργεί το εγώ και ατομικό. Σε μερικά μέρη, αν και αυτό δεν το συναντάμε στη χειρόγραφη παράδοση, παλαιότερη και νεώτερη, επικρατεί τοπικό έθιμο κατά την ώρα του κοινού ποτηριού να δίδει ο ιερέας εκτός του γαμπρού και της νύφης και στον παράνυμφο. Η πράξη αυτή, ως έχουμε και σε άλλο σημείο του παρόντος βιβλίου μας τονίσει, απηχεί την παλαιά παράδοση, όταν ο γάμος ήταν συνδεδεμένος με τη θεία Λειτουργία και εκτός της θείας μεταλήψεως των νεονύμφων συμμετείχαν σ' αυτήν και οι παριστάμενοι, παράνυμφος, γονείς, συγγενείς και φίλοι. Εν προκειμένω η μετάδοση και στον παράνυμφο από το κοινό ποτήριο ζωής, σημαίνει τη μετοχή του παρανύμφου στη χαρά των νεονύμφων, κατά την οποία μετέχει ενεργά και ο ίδιος πρωτίστως ως πνευματικός σύμβουλος και εν Χριστώ αδελφός. Το να πίνει και ο παράνυμφος από το κοινό αυτό ποτήριο, σημαίνει ακόμη ότι η θεσμική παρουσία του κατά το μυστήριο του γάμου κατοχυρώνεται από την Εκκλησία για πολλούς πνευματικούς λόγους, που αν δεν υπήρχαν, τέτοιον θεσμόν, όσο κι αν η λαϊκή παράδοση το απαιτούσε, η Ορθόδοξη Εκκλησία θα τον εκτόπιζε. Η παρουσία αυτή καθεαυτή του παρανύμφου, σημαίνει πολλά και οι προσδοκίες της ποιμαίνουσας Εκκλησίας στο πρόσωπο του παρανύμφου είναι μεγάλες και θα λέγαμε είναι «μοχλός» για την εις Χριστόν πορεία και θέωση των νεονύμφων. Άρα η από του κοινού ποτηρίου συμμετοχή του παρανύμφου κατά το μυστήριο του γάμου, δεν είναι λανθασμένη και ούτε απορριπτέα και πρέπει εκεί που τοπικά τηρείται να συνεχίζει να γίνεται. Είναι και η πράξη αυτή της Εκκλησίας μια καλή ευκαιρία, για να προβληματίζει τους μελλόνυμφους και να σκέπτονται με μεγάλη περισυλλογή και σωστή απόφαση επιλογής για το πρόσωπο του παρανύμφου τους.

41. Τί σημαίνει ο χορός του Ησαΐα; Και γιατί χορεύει ο ιερέας τους νεονύμφους τρεις φορές γύρω από το τραπέζι στο κέντρο του Ναού;

Ως γνωστόν το τραπέζι που βρίσκεται στο κέντρο του ναού συμβολίζει την Αγία Τράπεζα. Για τον λόγο αυτό στο τραπέζι επάνω βρίσκεται και το ευαγγέλιο και πάνω σ' αυτό τοποθετεί ο ιερέας τα δακτυλίδια των νεονύμφων, καθώς και τα στέφανα. Ο κύκλος γύρω από το τραπέζι συμβολίζει την αιωνιότητα1 και την πρόσκληση των μελλονύμφων να εισέλθουν δια του μυστηρίου του γάμου τους στην ουράνια βασιλεία του Θεού, δηλ. στον Παράδεισο.
Κατά την τέλεση της ιερολογίας του γάμου, μετά την ευλογία και την προσφορά του κοινού ποτηρίου γίνεται ο χορός του Ησαΐα. Παρόμοιος χορός απαντάται στη λειτουργική μας Παράδοση και κατά τις χειροτονίες και των τριών βαθμών της ιεροσύνης, δηλ. του διακόνου, πρεσβυτέρου και επισκόπου. Κατά την ακολουθία του γάμου και κατά τον χορό του Ησαΐα, προηγείται ο ιερέας βαστώντας στα χέρια του το Ευαγγέλιο και δηλώνοντας διά του συμβόλου αυτού την πορεία που καλούνται να διανύσουν οι νεόνυμφοι, που είναι πορεία με γνώμονα και φαροδείκτη τον Χριστό μας.
Ο κυκλικός χορός αποτελεί έκφραση χαράς και ευφροσύνης των νεονύμφων και όλης της χριστιανικής κοινότητας. Για τον λόγο αυτό σ' αυτή τη χαρά απαραιτήτως, συμμετέχει ενεργά και μάλιστα σε πρώτη θέση ο ιερέας, για να δείξει τον τρόπο της πραγματικής πανηγυρικής ατμόσφαιρας του μυστηρίου του γάμου μέσα στην Εκκλησία. Κατά τον π. Κων/νο Καλλίνικο ο χορός αποτελεί «ζωηράν έκφρασιν πνευματικής αγαλλιάσεως επί τη άνωθεν εκχυθείση θ. δωρεά» 2 .
Ένας άλλος συμβολισμός των τριών κύκλων στο γάμο γύρω από το τραπέζι είναι η πορεία προς την αιωνιότητα και προς την ατελεύτητη χαρά της βασιλείας του Θεού.
Ο Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης αναφέρει σχετικά: «Και ευθύς λαμβάνων (ο ιερεύς) αυτούς (τους νεονύμφους) εκ των χειρών, ως προς το θυσιαστήριον άγει και χορείαν ποιούμενος, άδει μετά των ψαλλόντων εν Χριστώ ευφραινόμενος το «Άγιοι Μάρτυρες», ως επί χειροτονία και το «Δόξα σοι» φησί «Χριστέ ο Θεός, αποστόλων καύχημα». Κοινωνοί γαρ Χριστού και των αγίων αυτού οι ευσεβώς και σωφρόνως ζήσαντες και ότι ου σαρκί μόνον, αλλά ψυχή μάλλον χρη συνάπτεσθαι δια τε της ορθής ημών πίστεως και των της ευσεβείιας θεοφιλών έργων, ίνα και αληθής η συζυγία και γάμος αμίαντος και κοινωνοί ώσι Χριστού και των αγίων αυτού» (Διάλογος, κεφ. 282) 3.
Για το χορό του Ησαΐα στο γάμο αναφέρει πολύ χαρακτηριστικά ο π. Κων/νος Καλλίνικος: «Η στιγμή αυτή είναι επισημότατη. Διότι ου μόνον διαλαλεί με τον παραστατικώτερον τρόπον την πνευματικήν και ουράνιον επιθυμίαν επί τη τελούμενη μυστική συμμίξει των ψυχών και τον σκοπόν του χριστιανικού γάμου, ερχομένου εκάστοτε όπως δια της μορφώσεως νέων αδελφών του Χριστού, συνεχίση επί γης το απολυτρωτικόν μυστήριον του Εμμανουήλ, ου μόνον διδάσκει ότι υπάρχει και εν αυτώ έτι τω γάμω, χριστιανικώς λαμβανομένω, παρθενία και εγκράτεια, καίτοι υπό άλλην έννοιαν, η δε χριστιανική παστός έχει διαγεγραμμένον σκοπόν, αλλά και επιθέτει την νομικήν σφραγίδα επί του συνοικεσίου αμετάθετον και απαράγραπτον. Αληθώς• εάν πάντα τα προηγηθέντα λάβωσι χώραν, χωρίς ακόμη να κυκλωθή τό δισκέλιον (=τραπέζι) τρίς, το νομικώς έγκυρον του γάμου δύναται να προσβληθή. Αλλ' αφ' ης εψάλη το «Ησαΐα», η ένωσις κατησφαλίσθη απόρθητος» 4 .

1 Κανάκης, σ. 10.
2 π. Κ. Καλλινίκου, Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 1969, Κεφ. 700, σ. 515-516.
3 Γιά περισσότερα βλέπε Ίω.Φουντούλη, τ. Ε', έρώτ. 577, σ• 302-305 καί έρώτ. 581, σ. 319-321.
4 Κ. Καλλινίκου, Ο Χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 1969, Κεφ. 700, σ. 515.

42. Τί γίνεται στην περίπτωση που η μητέρα πεθάνει πριν το σαραντισμό;

Εξυπακούεται ότι στην περίπτωση αυτή θα διαβαστούν οι ευχές που αναφέρονται μόνο στο νήπιο και όχι στη μητέρα και φυσικά το βρέφος θα προσκομισθεί στο ναό απαραιτήτως από τον πατέρα, εάν φυσικά ζει, ή από τους άμεσους συγγενείς του, γιαγιά, παππού, θείους, θείες κ.τ.λ. Άλλωστε η ακολουθία του σαραντισμού δεν είναι για τη μητέρα, είναι για το νήπιο. Τέλος, οι ευχές του σαραντισμού δεν διαβάζονται σε κεκοιμημένους, όπως επίσης δεν διαβάζονται και άλλα ιερά μυστήρια: όπως Θ. Μετάληψις, Ευχέλαιον, Βάπτισμα κ.λπ.

43. Γίνεται Σαραντισμός βρέφους πέρα των 40 ημερών;

Στη ζωή μας αντιμετωπίζουμε πολλές καταστάσεις και προβλήματα. Ιδιαιτέρως όμως στο χώρο της Εκκλησίας οι άνθρωποι ξεδιπλώνονται και ανοίγονται για να αποθέσουν τα προβλήματα τους και να πάρουν λύσεις που δίνει μόνον η πίστη στον Θεό και την Εκκλησία.
Στο θέμα του Σαραντισμού ή -όπως σωστά τονί&zet